Χατζηδιάκος στο Gazzetta: «Ένιωθα ξένος στην Ολλανδία, περίμενα να με μάθουν στην Ελλάδα»
Αποστολή στην Ολλανδία: Γιάννης Σαπουντζάκης
Ο Παντελής Χατζηδιάκος έμαθε το ποδόσφαιρο εκεί που το μαθαίνουν, ενδεχομένως, καλύτερα από κάθε άλλο σημείο στον πλανήτη. Εκεί που, όπως χαρακτηριστικά εξηγεί, δεν αρκεί να έχεις ταλέντο αλλά πρέπει να μάθεις και να δουλεύεις. Και η αλήθεια είναι ότι ο Παντελής Χατζηδιάκος δούλεψε πολύ. Ανέβηκε ένα προς ένα τα σκαλοπάτια προς τις 200 συμμετοχές με την φανέλα της Άλκμααρ αλλά και προς την καθιέρωση με εκείνη της Εθνικής ομάδας.
Το Gazzetta ταξίδεψε στην Ολλανδία και συνάντησε τον Έλληνα κεντρικό αμυντικό. Εκείνος σε μία συνέντευξη – εξομολόγηση μίλησε για κάθε ένα από τα κομμάτια που έχει βάλει έως τώρα στο παζλ της καριέρας του. Για το email της μητέρας του που έμελλε να αλλάξει την ιστορία, την ημέρα που δεν άντεξε… ούτε να φάει από την κούραση, τις αποδοκιμασίες προς το πρόσωπό του από τον κόσμο που τον έκαναν πιο δυνατό αλλά και την στιγμή που έμαθε πως βρίσκεται για πρώτη φορά στην προεπιλογή του Τζον Φαν’τ Σχιπ.
Σε όλη την διάρκεια της κουβέντας μας, τόσο ήρεμος όσο μοιάζει και μέσα στις τέσσερις γραμμές του γηπέδου. Ήρεμος και χαμογελαστός. Ένας συνδυασμός που δεν μπορεί παρά να αποτελεί την καλύτερη απόδειξη της αυτοπεποίθησης που έχει αποκτήσει.
Κάθε ερώτηση για το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα και μια αφορμή ο διεθνής κεντρικός αμυντικός να πει με έναν διαφορετικό τρόπο πόσο όμορφα αισθάνεται που είναι μέλος αυτού του γκρουπ. Άλλωστε, για να αγωνιστεί με τα γαλανόλευκα χρώματα, απαρνήθηκε εκείνα της Ολλανδίας. Παρά το γεγονός πως είχε την δυνατότητα να διεκδικήσει μία θέση στους «ουράνιε», αισθάνθηκε ξένος. Οι αναμνήσεις από τα καλοκαίρια που πανηγύριζε την κατάκτηση του Euro 2004 αλλά και την παρουσία της Ελλάδας στο Μουντιάλ του 2010, ήταν αυτές που οδήγησαν την καρδιά του.
Διανύει μία από τις καλύτερες, αν όχι την καλύτερη, περίοδο της καριέρας του. Έχοντας βάλει φαρδιά πλατιά την υπογραφή του στο βιβλίο της ιστορίας της Άλκμααρ, δεν κρύβει την επιθυμία του για νέες προκλήσεις. Το δικαιούται και ουδείς μπορεί να του φέρει αντίλογο, ούτε καν οι άνθρωποι του ολλανδικού συλλόγου που γνωρίζουν πως θα χάσουν από τις τάξεις τους έναν πολύτιμο για εκείνους ποδοσφαιριστή.
Το όνομά του ενεπλάκη ουκ ολίγες σε μεταγραφικά σενάρια και είναι απόλυτα λογικό οι «μεγάλοι» του ελληνικού ποδοσφαίρου να τον έχουν ψηλά στην wishlist τους. Παρ’ όλα αυτά, ο ίδιος ξεκαθαρίζει πως παρά την επιθυμία του να βιώσει την ατμόσφαιρα των ελληνικών ντέρμπι αλλά και την πίεση από τον κόσμο, η ώρα του επαναπατρισμού δεν έχει έρθει ακόμα.
«Το όνειρο που είχα όταν ξεκινούσα να παίζω ποδόσφαιρο είναι πολύ μεγαλύτερο από όσα έχω πετύχει ως τώρα»
Εσχάτως 200 συμμετοχές και συμμετοχή σε έναν ημιτελικό Europa Conference League. Φανταζόσουν πριν 12 χρόνια, όταν μετακόμιζες στην Ολλανδία, ότι θα έφτανες σε αυτό το σημείο με την φανέλα της Άλκμααρ;
Εκείνη την εποχή ήμουν 14-15 ετών. Σε αυτήν την ηλικία είχα το όνειρο να φτάσω να παίξω σε υψηλό επίπεδο. Σήμερα είμαι χαρούμενος με όσα έχω καταφέρει. Τότε μπορεί να ήταν ένα όνειρο, όμως το πίστευα πάρα πολύ. Παρ’ όλα αυτά, το όνειρο που είχα όταν ξεκινούσα να παίζω ποδόσφαιρο είναι πολύ μεγαλύτερο από όσα έχω πετύχει ως τώρα.
Από αυτές τις 200 συμμετοχές ξεχωρίζεις κάποιες;
Ναι. Είναι τρία τα ματς που ξεχωρίζω. Τα δύο ματς με την Λάτσιο και φυσικά ο επαναληπτικός με την Άντερλεχτ στο πλαίσιο του Europa Conference League. Το τελευταίο ήταν και το πιο δυνατό από όλα. Η ατμόσφαιρα που επικρατούσε πριν το ματς αλλά και η πίστη που είχαμε πως μπορούμε να ανατρέψουμε την εις βάρος μας κατάσταση. Ξεκινήσαμε απίστευτα, έκανα κι εγώ ένα εξαιρετικό παιχνίδι και αυτό μου έχει αφήσει μία φανταστική αίσθηση. Στο φινάλε η πρόκριση μέσω της διαδικασίας των πέναλτι έδωσαν ακόμα μεγαλύτερη ένταση στα συναισθήματα. Ήταν μία εκπληκτική εμπειρία και σίγουρα το ματς που ξεχωρίζω από όσα έχω δώσει με την φανέλα της Άλκμααρ.
Κάποιο παιχνίδι που να θυμάσαι από προηγούμενα χρόνια;
Το ντεμπούτο μου κόντρα στην Αθλέτικ Μπιλμπάο εκτός έδρας είναι ένας αγώνας που επίσης μου έχει μείνει έντονα χαραγμένος στο μυαλό. Σίγουρα και κάποιες εκτός έδρας νίκες απέναντι στην PSV και στον Άγιαξ. Το ίδιο και ο εντός έδρας αγώνας με την Νάπολι πριν 3 χρόνια. Με μία ομάδα, δηλαδή, που τότε είχε πολύ σπουδαίους ποδοσφαιριστές.
Αισθάνεσαι πως πλέον έχεις γίνει ένα κομμάτι της ιστορίας της ομάδας;
Η αλήθεια είναι ότι δεν το είχα συνειδητοποιήσει μέχρι που συμπλήρωσα τις 200 συμμετοχές. Μετά το συζήτησα με ανθρώπους στην ομάδα που είναι επίσης πολύ καιρό και τότε κατάλαβα πόσα πολλά ματς έχω παίξει με την φανέλα της Άλκμααρ. Παράλληλα, συνειδητοποίησα πόσο μεγάλη πρόοδο έχει κάνει ο σύλλογος όλα αυτά τα χρόνια. Θυμάμαι να τερματίζουμε στην τέταρτη ή στην πέμπτη θέση της βαθμολογίας του πρωταθλήματος και να είμαστε χαρούμενοι. Τώρα, πλέον, ο στόχος μας είναι οι δύο πρώτες θέσεις. Επιπλέον, τα τελευταία δύο χρόνια στην Ευρώπη έχουμε προκριθεί από την φάση των ομίλων. Έχω ζήσει βήμα – βήμα την βελτίωση που έχει κάνει η ομάδα. Όταν είχα έρθει στην Ολλανδία η Άλκμααρ ήταν σε πολύ δύσκολη οικονομικά θέση και έτσι αποφασίστηκε να δοθούν ευκαιρίες στις ακαδημίες. Περνούσαν τα χρόνια, έγινα 18-19 και πήρα την ευκαιρία μου. Η ομάδα χτιζόταν και δεν θα ήταν υπερβολή να πω ότι σήμερα η Άλκμααρ βιώνει μία από τις καλύτερες περιόδους στην ιστορία της. Η Κ19 κατέκτησε το Youth League, η πρώτη ομάδα βρίσκεται στα ημιτελικά του Europa Conference League και στο πρωτάθλημα θα μπορούσε να βρίσκεται σε ακόμα καλύτερη θέση. Ο σύλλογος είναι σε ένα πάρα πολύ καλό επίπεδο.
Πού πιστεύεις ότι οφείλεται η σταθερά καλή παρουσία της Άλκμααρ στα Κύπελλα Ευρώπης όλα αυτά τα χρόνια;
Τα τελευταία χρόνια κερδίσαμε πάρα πολλά παιχνίδια εντός έδρας. Αυτό μας έδωσε πολύ μεγάλη αυτοπεποίθηση. Επίσης, η ομάδα έχει πάρα πολύ καλούς παίκτες. Πολλοί μπορεί να υποτιμούν το ολλανδικό πρωτάθλημα και να το χαρακτηρίζουν ως εύκολο, όμως, δεν είναι. Το ολλανδικό πρωτάθλημα ζητάει διαφορετικά χαρακτηριστικά από τους ποδοσφαιριστές. Κάθε ένας πρέπει να ξέρει μπάλα, να παίζει και άμυνα και να βοηθάει σε όλο το γήπεδο. Παίζαμε με την πρωταθλήτρια Ρουμανίας και δεν μπορούσαν να μας αντιμετωπίσουν γιατί δεν είχαν συνηθίσει το δικό μας build up και την δική μας πίεση. Είχαμε παίξει με την Νάπολι και την Ρεάλ Σοσιεδάδ, στα δύο πρώτα ματς ήταν σαφώς καλύτερες από εμάς αλλά στον επαναληπτικό ήμασταν εμείς ανώτεροι. Ενδεικτικό της βελτίωσης που έχει παρουσιάσει αυτή η ομάδα είναι ότι δεν μπαίναμε στο γήπεδο κόντρα σε ομάδες του επιπέδου της Νάπολι για να πάρουμε την ισοπαλία, αλλά για να κερδίσουμε.
Μετά από τόσα χρόνια, πώς νιώθεις όταν παίζεις στο γήπεδο της Άλκμααρ;
Είναι το σπίτι μου. Έχω δώσει σε αυτό πάρα πολλούς αγώνες, έχω ζήσει τόσο όμορφες όσο και άσχημες στιγμές. Αισθάνομαι πάρα πολύ άνετα σε αυτό το γήπεδο.
Ποια είναι η πιο δύσκολη στιγμή που έχεις ζήσει μέσα σε αυτά τα χρόνια;
Σίγουρα η πιο δύσκολη ήταν η περίοδος του τραυματισμού μου. Αν αφήσουμε αυτήν εκτός, θυμάμαι μία από τις πρώτες μου σεζόν, που ήταν και εκείνη στην οποία καθιερώθηκα στην ομάδα. Συμμετείχαμε τότε στο Europa League και αποκλειστήκαμε στα προκριματικά από μία ομάδα από το Καζακστάν. Τότε, λοιπόν, ο κόσμος με αποδοκίμαζε, έπαιρνα την μπάλα και άκουγα σφυρίγματα από την εξέδρα. Δεν είχα κάνει κάτι, απλά ο κόσμος δεν με ήθελε εκείνη την στιγμή. Ήθελε να δει κάποιον άλλον παίκτη στην θέση μου. Αυτή ήταν μία πολύ δύσκολη περίοδος στην καριέρα μου. Συνειδητοποίησα πολλά πράγματα και άρχισα να είμαι πιο αυστηρός με τον εαυτό μου. Έγινα πιο δυνατός, έμαθα να πιστεύω περισσότερο στις δυνατότητές μου. Να μην ακούω τι λένε για μένα οι φίλαθλοι ή οι δημοσιογράφοι.
«Είναι μία δικαίωση για την σκληρή δουλειά που έκανα και για την απόφαση που πήρα σε μικρή ηλικία να αφήσω πίσω την χώρα μου κυνηγώντας το όνειρό μου»
Οι φίλαθλοι στην Ελλάδα σε έμαθαν κάπως ξαφνικά κυρίως μέσα από την παρουσία σου στην Εθνική ομάδα. Πως βίωσες αυτήν την πορεία; Στα πρώτα σου βήματα σε προβλημάτιζε το γεγονός πως δεν παρακολουθούσε πολύς κόσμος την πορεία σου στην Ολλανδία;
Εγώ δεν διαβάζω τα ποδοσφαιρικά νέα, μου αρέσει να βλέπω αγώνες και στιγμιότυπα. Έτσι μαθαίνω τι γίνεται στα γήπεδα. Όταν πρωτοπήγα στην Εθνική, το είχα βάλει ως στόχο στην σεζόν. Ήθελα να παίξω τους αγώνες στον όμιλο του Europa League που συμμετείχαμε κόντρα σε ομάδες του επιπέδου της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και της Παρτιζάν αλλά και της Αστάνα. Έτσι, πίστευα ότι θα έχω πιθανότητες να με καλέσουν στην Εθνική. Δεν περίμενα, όμως, ότι θα πάω και θα παίξω. Περίμενα να πάω και να είμαι, στην αρχή τουλάχιστον, απλώς ένα μέλος της αποστολής. Να έχω με αυτόν τον τρόπο την ευκαιρία να το ζήσω το κλίμα της Εθνικής ομάδας. Ήμουν τυχερός και με το που πήγα έπαιξα και έκτοτε δεν έχω χάσει αγώνα εκτός από τις περιπτώσεις που αντιμετώπιζα κάποιο πρόβλημα τραυματισμού. Κοιτάω κάθε φορά που παίζω για την Εθνική, να παίζω σαν να είναι το τελευταίο μου παιχνίδι. Και αυτό διότι πάντα μπορούν να αλλάξουν οι συνθήκες. Μπορεί να έρθει κάποιος προπονητής στον οποίον να μην αρέσω. Το ότι ο κόσμος μιλάει για μένα δεν αλλάζει κάτι. Κάθε χρόνο βάζω έναν στόχο. Θέλω να βελτιώνομαι τόσο μέσα στο γήπεδο όσο και έξω από αυτό. Προσπαθώ να μην στέκομαι στο τι λέει ο κόσμος.
Δεν είναι, όμως, για σένα μίας μορφής δικαίωση το ότι πλέον ο κόσμος ενδιαφέρεται για την πορεία σου;
Είναι μία δικαίωση για την σκληρή δουλειά που έκανα και για την απόφαση που πήρα σε μικρή ηλικία να αφήσω πίσω την χώρα μου κυνηγώντας το όνειρό μου. Δεν είναι, όμως, αυτή η δικαίωση αρκετή για εμένα. Θέλω να πετύχω περισσότερα στην καριέρα μου.
Πώς ξεκίνησες να παίζεις ποδόσφαιρο;
Ο πατέρας μου δεν είχε καμία σχέση με το ποδόσφαιρο. Εγώ, όμως, είχα χαλάσει όλα τα λουλούδια στον κήπο! Έπαιζα με τον ξάδερφό μου και πάντα με έβαζε τέρμα. Κάπως έτσι κόλλησα με την μπάλα.
Πώς βρέθηκες στον Παναθηναϊκό;
Είχα δηλώσει συμμετοχή στο summer camp του Παναθηναϊκού. Την πρώτη χρονιά που με πήραν, έσπασα το χέρι μου και δεν πήγα. Πήγα, όμως, την επόμενη.
Σε μία συνέντευξή σου στην Ολλανδία είχες αναφερθεί σε κάποιο γράμμα της μητέρας σου που σου έφερε στην Άλκμααρ. Πώς ακριβώς είχε γίνει αυτό;
Οι γονείς μου περνούσαν πολύ δύσκολες στιγμές στην Ελλάδα, λόγω της οικονομικής κρίσης. Τα αδέρφια μου τελείωναν το σχολείο και ήθελαν να σπουδάσουν. Ήταν για όλους μας δύσκολα, για τους γονείς μου να βρουν δουλειά, για τα αδέρφια μου να σπουδάσουν και για μένα να πάρω μία ευκαιρία στο ποδόσφαιρο. Γνωρίζαμε ότι στην Ολλανδία θα ήταν πιο εύκολο. Εγώ προσωπικά θα είχα περισσότερες πιθανότητες μέσα από τις ακαδημίες στην Ολλανδία να φτάσω στην πρώτη ομάδα. Έτσι, είχαμε πάρει την απόφαση να μετακομίσουμε και η μητέρα μου, που είναι Ολλανδέζα, έστειλε ένα email με το ύψος μου και τα στοιχεία του παιχνιδιού μου. Η μητέρα μου νομίζει ότι ξέρει ποδόσφαιρο, αλλά στην πραγματικότητα δεν έχει ιδέα! Έγραψε, λοιπόν, το δικό της email και το έστειλε στην Άλκμααρ, στην PSV και στον Άγιαξ. Ήμασταν τυχεροί γιατί μας απάντησε αμέσως η Άλκμααρ που είναι και πολύ κοντά στο χωριό της μητέρας μου. Αν χρειαζόταν, για παράδειγμα, να πάμε στην PSV θα μέναμε στην άλλη άκρη της χώρας. Έτσι, πήγα δοκιμαστικά στην Άλκμααρ τον Ιανουάριο. Έπαιξα τον τελευταίο μου αγώνα με τον Παναθηναϊκό και τους είχαμε πει ότι θα μετακομίσουμε και πρέπει να φύγουμε. Στον Παναθηναϊκό είχαν απογοητευτεί τότε. Οι γονείς μου, ωστόσο, είχαν πάρει την απόφασή τους. Δεν γινόταν να μένουν εκείνοι στην Ολλανδία και εγώ στην Παιανία. Αρχικά μετακομίσαμε μόνο εγώ με την μητέρα μου. Έκανα τα δοκιμαστικά και μετά από δύο εβδομάδες με δέχθηκαν ως το τέλος της σεζόν για να αποδείξω ότι αξίζω. Η μητέρα μου στην συνέχεια γύρισε πίσω στην Ελλάδα για να βοηθήσει τον πατέρα μου να κλείσει την εταιρεία και το σπίτι, αλλά και τα αδέρφια μου να τελειώσουν το σχολείο. Έχουμε ακόμα σπίτι στην Ρόδο. Έτσι, έμεινα για 2-3 μήνες μόνο με την γιαγιά μου. Εγώ τότε δεν ήξερα ούτε λέξη στα ολλανδικά, ενώ η γιαγιά μου ούτε λέξη στα ελληνικά. Η επικοινωνία μεταξύ μας γινόταν στα αγγλικά, όσα αγγλικά βέβαια μπορεί να ξέρει ένα παιδάκι 13-14 ετών. Έμενα στο Ντεν Χέλντερ, που βρίσκεται στην πάνω γωνία του χάρτη της Ολλανδίας. Επειδή η ομάδα έχει πούλμαν για να παίρνει τα παιδιά της ακαδημίας, αυτό ερχόταν στις 6:15 το πρωί για να με πάρει από το σπίτι για να πάω για πρωινή προπόνηση στις 8:00. Μετά στις 10:00 άρχιζε το σχολείο μέχρι τις 14:00 και μετά είχα και πάλι προπόνηση. Γυρνούσα το βράδυ στις 20:00 στο σπίτι. Μία μέρα που δεν θα ξεχάσω ποτέ, που γύρισα σπίτι τον πρώτο ενάμιση μήνα, χαιρέτησα την γιαγιά μου και κοιμήθηκα αμέσως στον καναπέ μέχρι το επόμενο πρωί. Την επόμενη μέρα, με πήρε τηλέφωνο στο σχολείο η μητέρα μου και με ρώτησε αν είμαι καλά. Δεν είχα καν φάει και είχε ανησυχήσει η γιαγιά μου. Της εξήγησα ότι ήμουν απλά κουρασμένος. Ήμουν ο πρώτος παίκτης που έπαιρνε το πούλμαν και ο τελευταίος που άφηνε.
Πώς έμαθες ολλανδικά;
Έμαθα την γλώσσα γιατί πήγα σχολείο στην Ολλανδία. Επειδή η μητέρα μου, μου έλεγε να προσπαθήσω να τα μάθω και να πάρω ένα δίπλωμα γιατί «ποτέ δεν ξέρεις τι γίνεται στο ποδόσφαιρο». Το σύστημα εκπαίδευσης είναι διαφορετικό σε σχέση με την Ελλάδα. Υπάρχουν επίπεδα ανάλογα με τις δυνατότητες του κάθε μαθητή. Εγώ επειδή προερχόμουν από την Ελλάδα και την χώρα μας την έχουν πολύ ψηλά για τα μαθηματικά που διδάσκονται στα παιδιά, με έβαλαν απευθείας στο πρώτο επίπεδο. Όμως το πρόβλημα ήταν ότι δεν ήξερα ολλανδικά. Εξήγησα ότι θέλω να πάρω το δίπλωμα και ζήτησα να με βάλουν στο πιο χαμηλό επίπεδο. Εκεί μπορεί να ήταν εύκολα για μένα, αλλά έμαθα την γλώσσα. Στη συνέχεια, μεταπήδησα στο δεύτερο πιο ψηλό επίπεδο το οποίο, όμως, δεν τελείωσα γιατί στην τελευταία μου χρονιά με ανέβηκα στην πρώτη ομάδα της Άλκμααρ. Τότε, είπα στην μητέρα μου «τώρα όλα για όλα στο ποδόσφαιρο».
Αγωνιζόσουν πάντα ως στόπερ;
Έπαιζα αρχικά ως αμυντικό χαφ και στη συνέχεια ως στόπερ. Ήρθα ως αμυντικό χαφ στην Ολλανδία και στη συνέχεια έγινα κεντρικός αμυντικός.
Πώς ένιωσες ως παιδάκι από την Ελλάδα σε μία ολλανδική ακαδημία ποδοσφαίρου;
Με αγκάλιασαν όλοι από την πρώτη ημέρα. Με βοήθησαν να μάθω την γλώσσα. Θυμάμαι ένα παιδί από την Αφρική που ήξερε λιγοστά αγγλικά, όπως κι εγώ, προσπαθούσε να με βοηθήσει να καταλάβω τι έλεγε ο προπονητής. Από την ομάδα μου έδωσαν οκτώ σελίδες με λέξεις που έπρεπε να μάθω. «Δεξιά», «αριστερά», «σουτ». Ο δικηγόρος και οι σκάουτερ μας βοήθησαν πολύ σε ό,τι είχε σχέση με κάποια χαρτιά για την UEFA που επιβεβαίωναν ότι η Άλκμααρ δεν με απέκτησε μέσω μεταγραφής. Στην συνέχεια, όταν ήρθαν και οι γονείς μου μόνιμα, έδωσαν και σε αυτούς δουλειά. Εργάστηκαν στα λεωφορεία. Μας βοήθησαν πάρα πολύ μέχρι να βρουν και εκείνοι μία καλή δουλειά.
Για ένα παιδί από την Ρόδο το να φτάσει να παίξει μια μέρα στην πρώτη ομάδα του Παναθηναϊκού, φαντάζει ως ένα όνειρο. Φεύγοντας, λοιπόν, εσύ για την Ολλανδία είχες και ένα παράπονο για το ότι άφηνες πίσω σου αυτήν την προοπτική;
Όχι, δεν το είχα σκεφτεί καθόλου. Πριν ξεκινήσει η εβδομάδα των δοκιμαστικών, είδα ένα παιχνίδι μαζί με την μητέρα μου και την ξαδέρφη μου. Με ρώτησε τότε η μητέρα μου «πως το βλέπεις;» και της απάντησα «μαμά είμαι 100% σίγουρος ότι θα με πάρουν». Ήθελα από την πρώτη στιγμή να τους αποδείξω ότι μπορώ να τα καταφέρω. Περισσότερο απογοητεύτηκα που άφησα πίσω τους φίλους μου και την χώρα μου, δεν σκέφτηκα κάτι άλλο. Πίστευα ότι στο εξωτερικό και συγκεκριμένα στην Ολλανδία θα γινόμουν μέλος μίας ακαδημίας πιο ψηλού επιπέδου. Άκουγα τότε παντού να λένε ότι οι ακαδημίες του Άγιαξ είναι οι καλύτερες στον κόσμο. Σκεφτόμουν, λοιπόν, ότι θα έχω την ευκαιρία να παίξω απέναντι στην καλύτερη ακαδημία του κόσμου και έτσι να μετρήσω τις δυνάμεις μου.
Για εσένα που τις έζησες από μέσα, τι είναι αυτό που κάνει τις ακαδημίες των ολλανδικών ομάδων τόσο ξεχωριστές;
Είναι η επικοινωνία ανάμεσα στον ποδοσφαιριστή και στον προπονητή, που τις κάνει τόσο ξεχωριστές. Όταν ήρθα στην Ολλανδία έκατσα με τον προπονητή, χωρίς να μιλάω καλά αγγλικά και συζητήσαμε για δύο ώρες. Είχε φέρει ένα τεράστιο χαρτί. Έλεγε πάνω - πάνω «ποιο είναι το απίστευτο όνειρό σου;».
- Να γίνω επαγγελματίας ποδοσφαιριστής.
- Που θα ήθελες να βρίσκεσαι σε 10 χρόνια από τώρα;
- Σε μία μεγάλη ομάδα στην Ευρώπη, στην Μπαρτσελόνα, στη Ρεάλ Μαδρίτης, στην Άρσεναλ.
Στην συνέχεια με ρώτησε ποιος είναι ο στόχος μου. Εκεί, με είδε να το σκέφτομαι λίγο παραπάνω.
- Για παράδειγμα στόχος σου μπορεί να είναι το να βελτιώσεις το αριστερό σου πόδι.
- Ναι θέλω να βελτιώσω το αριστερό μου πόδι.
- Πως θα τα καταφέρεις να βελτιώσεις το αριστερό σου πόδι;
Εγώ, όμως, δεν ήξερα τότε πως θα το βελτιώσω.
- Στο γήπεδο έχεις το τέρμα και πίσω από το τέρμα έχεις το δίχτυ. Μετά την προπόνηση, θα χτυπήσεις την μπάλα με το αριστερό δέκα φορές. Δέκα φορές επί επτά ημέρες η εβδομάδα, εβδομήντα, επί 52 εβδομάδες 3640 φορές μέσα σε έναν χρόνο. Αν το κάνεις τόσες φορές προπόνηση, θα πετύχεις.
Θυμάμαι ότι ο προπονητής πίστευε πάρα πολύ τη φράση «άμα κάνεις κάτι για 10.000 ώρες, μπορείς να πεις ότι είσαι επαγγελματίας». Δηλαδή, άμα για 10.000 ώρες χτυπάω την μπάλα με το αριστερό, μπορώ να λέω ότι είμαι και αριστερός και δεξής. Αυτήν τη συζήτηση εγώ την έκανα πρώτη φορά στα 14, άλλα παιδιά την είχαν κάνει ήδη δύο χρόνια νωρίτερα. Από ένα σημείο και μετά, αυτό έγινε τρόπος σκέψης για εμένα. Πήγαινα στο γήπεδο και έλεγα «σήμερα θα βελτιώσω το αριστερό μου πόδι».
Ένας άλλος προπονητής μου έλεγε «θα μάθεις να παίζεις άμυνα με χώρο στην πλάτη». Οι μήνες περνούσαν και εκείνος αξιολογούσε την πρόοδό μου, βάζοντάς μου, ταυτόχρονα, τον επόμενο στόχο. Για παράδειγμα, μου ζητούσε να βελτιωθώ με την μπάλα στο build up. Την ίδια στιγμή έβλεπα παιδιά να πηγαίνουν στο γήπεδο και να παίζουν μόνο με το ταλέντο τους, δεν βελτιώνονταν. Είχαν ταλέντο αλλά δεν εξελίσσονταν και έτσι εκείνα που δούλευαν σκληρά τα προσπερνούσαν. Σε όσα δεν προσπαθούσαν τόσο πολύ ο προπονητής έλεγε χαρακτηριστικά «εμείς είμαστε εδώ για να δουλεύουμε, είχαμε πει να βελτιώσεις ένα συγκεκριμένο στοιχείο του παιχνιδιού σου και δεν το έκανες. Αν δεν δουλέψεις, το Σαββατοκύριακο δεν θα παίξεις και αν παραμείνεις στάσιμος του χρόνου δεν θα είσαι στην ομάδα». Αυτή είναι η νοοτροπία που περνούν όλοι οι προπονητές στην ακαδημία στην Ολλανδία. Έτσι κι εγώ, ακόμα και τώρα που αγωνίζομαι συνεχώς, προσπαθώ να βελτιώνομαι.
Σήμερα, ποιο στοιχείο του παιχνιδιού σου προσπαθείς να βελτιώσεις;
Επειδή παίζοντας στην πρώτη ομάδα υπάρχει περισσότερη προσοχή στη λεπτομέρεια, έχω έναν αναλυτή και έναν Έλληνα προπονητή που όποτε έρχεται Ολλανδία ή πάω εγώ Ελλάδα, με βοηθάει να προπονούμαι στην κεφαλιά με άλμα με το δεξί. Επειδή είμαι δεξιοπόδαρος το άλμα το έκανα με το αριστερό. Αγωνίζομαι ως αριστερός στόπερ και άρα έχω πιο δυνατό αριστερό πόδι. Πλέον, κάνω άλμα με το δεξί πόδι και έτσι δυναμώνει και αυτό. Αισθάνομαι, έτσι, ότι έχω καλύτερη ισορροπία και με αυτό. Με τον αναλυτή βλέπουμε πολύ πότε πρέπει να μπω στη φάση και ποια πρέπει να είναι η θέση του σώματός μου. Καμια φορά μου λέει «το σώμα σου είναι πολύ μπροστά και θα πρέπει να γυρίσεις, χάνοντας έτσι χρόνο». Έτσι, είμαι συνέχεια συγκεντρωμένος στο πως να παίξω.
«Από την ομάδα που κατέκτησε το Euro ήταν για μένα ινδάλματα ο Τραϊανός Δέλλας και ο Άγγελος Χαριστέας»
Πώς αντέδρασες την πρώτη φορά που κλήθηκες στην Εθνική ομάδα από τον Τζον Φαν’τ Σχιπ;
Ήμουν πάρα πολύ χαρούμενος. Θυμάμαι την στιγμή που έμαθα ότι βρίσκομαι στην προεπιλογή. Περπατούσα με τον αδερφό μου στο Άμστερνταμ, είχαμε βγει για βόλτα. Με πήρε τηλέφωνο ο προπονητής που είχαμε τότε στην Άλκμααρ, ο Άρνε Σλοτ.
- Γειά σου Παντελή, τι κάνεις;
- Γεια σου κόουτς, είμαι στο κέντρο σήμερα για μια βόλτα με τον αδερφό μου.
- Έχω απίστευτα νέα για σένα. Με πήρε τηλέφωνο ο Φαν’τ Σχιπ και μου είπε ότι σε έχει συμπεριλάβει στην προεπιλογή και αν συνεχίσεις έτσι στα δύο ματς που απομένουν μέχρι τις κλήσεις, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να βρίσκεσαι σε αυτές.
- Σε ευχαριστώ πολύ κόουτς!
- Άντε πήγαινε τώρα να πιείς κάτι να το χαρείς.
Όταν επιβεβαιώθηκε ότι βρίσκομαι στις κλήσεις, έστειλα αμέσως μήνυμα στην οικογένειά μου ότι θα πάω στην Ελλάδα και θα παίξω με την Εθνική. Ήταν για τους αγώνες κόντρα σε Ιταλία εκτός έδρας και Βοσνία στο ΟΑΚΑ.
Σε πιο μικρή ηλικία είχες παίξει δύο ματς με την Κ16 της Ολλανδίας και ένα με την Κ17. Πως πήρες την απόφαση μετά να αγωνιστείς με την ελληνική ομάδα;
Είχα δικαίωμα επιλογής μιας και από μικρή ηλικία, επειδή η μητέρα μου είναι Ολλανδέζα, είχα διπλό διαβατήριο. Στα παιχνίδια με την Ολλανδία, όμως, ένιωσα ξένος. Όταν με ξανακάλεσαν, δεν δέχθηκα να αγωνιστώ γιατί ήθελα να παίξω στην Εθνική Ελλάδος ακόμα και αν τότε δεν με ήξεραν. Πίστευα ότι με την Ολλανδία δεν θα είχα μέλλον, ένιωθα ξένος και περίμενα κάποια στιγμή να με μάθουν στην Ελλάδα. Θυμόμουν το Euro 2004 αλλά και την συμμετοχή της Ελλάδας στο Μουντιάλ του 2010 και είχα όνειρο να ζήσω κι εγώ ανάλογες στιγμές. Είχα πανηγυρίσει με την καρδιά μου την πρόκριση της Εθνικής στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Νοτίου Αφρικής, με θυμάμαι παιδάκι να βγαίνω στους δρόμους στη Ρόδο. Το ένιωθα, αυτή είναι η χώρα μου.
Είχες κάποιο ίνδαλμα από τις γενιές της Εθνικής ομάδας στις οποίες αναφέρθηκες;
Θαύμαζα τον Γιώργο Σαμαρά και τον Φάνη Γκεκα ακόμα και αν δεν έπαιζαν στη θέση μου. Από την ομάδα που κατέκτησε το Euro ήταν για μένα ινδάλματα ο Τραϊανός Δέλλας και ο Άγγελος Χαριστέας. Μου άρεσε πάντα πολύ και ο Άγγελος Μπασινάς που έβγαζε μια εντυπωσιακή ηρεμία μέσα στο γήπεδο.
Ήσουν από τα παιδιά που εκπροσώπησαν μία νέα προσπάθεια που ξεκίνησε στην Εθνική ομάδα με τον Τζον Φαν’τ Σχιπ στη θέση του προπονητή. Ποιο ήταν το βασικό συστατικό που βοήθησε στη δημιουργία ενός τόσο καλού κλίματος στην ομάδα;
Το καλό κλίμα δημιουργήθηκε γιατί υπήρχαν κάποια παιδιά, μεγαλύτεροι από εμένα σε ηλικία και με αρκετές συμμετοχές στην Εθνική, που μας αγκάλιασαν αμέσως. Μας έκαναν από την πρώτη στιγμή να αισθανθούμε μέλη του γκρουπ. Αυτά τα παιδιά είχαν καταλάβει πως κάτι πρέπει να αλλάξει, να υπάρξει περισσότερη πειθαρχία. Αυτό ήταν που ζητούσε από όλους και ο Τζον Φαν’τ Σχιπ. Έδινε πολύ μεγάλη προσοχή στο να μην αργεί κανείς στην προπόνηση, να φοράμε όλοι τα ίδια ρούχα, να μην βγαίνει κανείς από το ξενοδοχείο της αποστολής. Μας έλεγε πως έχοντας πειθαρχία εκτός γηπέδου, θα έχουμε και μέσα σε αυτό. Όταν, λοιπόν, πήγα στην Εθνική ένιωσα σαν να μην ήταν η πρώτη μου φορά, λόγω του τρόπου που με υποδέχθηκαν.
Πώς θα συνέκρινες τον Τζον Φαν’τ Σχιπ με τον Γκουστάβο Πογιέτ;
Είναι και οι δύο εξαιρετικοί χαρακτήρες. Προσπαθούν να κάνουν το καλύτερο προκειμένου οι ποδοσφαιριστές τους να έχουν αυτοπεποίθηση. Ο Πογιέτ δίνει μεγαλύτερη προσοχή στο αποτέλεσμα, ανεξαρτήτως του τρόπου που θα παίξει η ομάδα. Ο Φαν’τ Σχιπ, επειδή έχει την ολλανδική νοοτροπία, τον ενδιαφέρει πρώτα το σύνολό του να παίζει σωστό ποδόσφαιρο. Πιστεύει ότι έτσι έχει περισσότερες να κερδίσει έναν αγώνα. Έχουν διαφορετική προσέγγιση στον τρόπο με τον οποίο θα φτάσουν στο επιθυμητό αποτέλεσμα.
Η Ελλάδα έχει μεγάλη παράδοση στα σέντερ μπακ. Αισθάνεσαι ότι συνεχίζεις αυτήν την παράδοση;
Προσπαθώ και πιστεύω ότι είμαι συνεπής σε αυτήν την παράδοση. Πιστεύω ότι ο Μανωλάς και ο Σωκράτης έχουν κάνει το κάτι παραπάνω. Δεν έχω καταφέρει ακόμα να αγωνιστώ σε τόσο υψηλό επίπεδο, ωστόσο, ελπίζω στο μέλλον να συμβεί και αυτό.
Πώς είναι η συνεργασία σου με τα υπόλοιπα σέντερ μπακ στην Εθνική ομάδα;
Έχω ως τώρα αγωνιστεί με τον Μαυροπάνο, τον Τζαβέλλα, τον Σιόβα και τον Σταφυλίδη. Έχω πολύ καλή σχέση με όλους. Παίζοντας για την Εθνική, δεν παίζεις για τον εαυτό σου. Δεν σκέφτομαι ποτέ «κοίτα εγώ είμαι ο Χατζηδιάκος και θα τα κάνω όλα». Αυτό που έχει σημασία, ανεξάρτητα του ποιος παίζει, είναι η Εθνική να πετυχαίνει τους στόχους της. Αν παίξει, για παράδειγμα, ο Μαυροπάνος με τον Τζαβέλλα δεν θα αλλάξει κάτι. Επιπλέον, πιστεύω ότι όταν παίζει κάποιος καλά, βοηθάει και τον παρτενέρ του.
«Θα ήθελα κάποια στιγμή να ζήσω την ατμόσφαιρα των ελληνικών γηπέδων»
Έχει γραφτεί πολλές φορές πως βρίσκεσαι στο στόχαστρο των μεγάλων ελληνικών ομάδων. Θέλεις, πράγματι, να επιστρέψεις στην Ελλάδα;
Τελευταία είχε γραφτεί ότι «το όνειρό μου είναι να γυρίσω στην Ελλάδα». Ίσως επειδή σε μία συνέντευξή μου είχα πει πως το όνειρό μου όταν ήμουν μικρός ήταν να παίξω στο ελληνικό πρωτάθλημα. Τότε, όμως, δεν είχα ιδέα από Premier League ή La Liga. Θα ήθελα κάποια στιγμή να ζήσω την ατμόσφαιρα των ελληνικών γηπέδων. Ακούω από τα παιδιά στην Εθνική πως υπάρχει πολύ μεγάλη πίεση από τον κόσμο και είναι κάτι που θα ήθελα και ο ίδιος να διαπιστώσω. Αυτήν τη στιγμή, όμως, θέλω να παίξω σε μία μεγαλύτερη ομάδα από την Άλκμααρ και σε ένα πιο σπουδαίο πρωτάθλημα από το ολλανδικό. Κάποια στιγμή σκέφτομαι να γυρίσω στην Ελλάδα, αλλά όχι τώρα.
Ιδανικά θα ήθελες να δοκιμάσεις σε κάποιο άλλο πρωτάθλημα ή σκέφτεσαι και την προοπτική μίας μεγαλύτερης ομάδας στην Ολλανδία;
Θα ήθελα να πάω σε κάποιο άλλο πρωτάθλημα γιατί ακόμα και αν πάω στον Άγιαξ, στην Φέγενορντ ή στην PSV, πάλι θα αγωνιστώ κόντρα στις ίδιες ομάδες που το κάνω και τώρα. Θα ήθελα να δω ένα πρωτάθλημα στο οποίο κάθε γήπεδο θα είναι καινούργιο για μένα.
Ποιο πρωτάθλημα έχεις ως πρώτη σου επιλογή;
Το ιταλικό ποδόσφαιρο είναι αυτό που ταιριάζει στα χαρακτηριστικά μου. Τόσο από πλευράς τοποθετήσεων όσο και από άποψη τακτικής. Μετά Ισπανία γιατί είμαι ένας κεντρικός αμυντικός καλός με την μπάλα στα πόδια.
Είχες πράγματι φτάσει κοντά στην μεταγραφή σου στην Μπολόνια όταν υπήρχαν σχετικά δημοσιεύματα;
Είχαν υπάρξει συζητήσεις με την Μπολόνια, ενώ είχαν ρωτήσει για μένα και τον Μπάμπη Λυκογιάννη. Τελικώς, ωστόσο, η υπόθεση δεν προχώρησε.
Με την Άλκμααρ έχεις συμβόλαιο για έναν ακόμα χρόνο. Τι διάθεση υπάρχει από την πλευρά τους αναφορικά με το μέλλον σου;
Οι άνθρωποι της ομάδας μου είπαν ότι είναι ευγνώμονες για όσα έχω προσφέρει και επιθυμούν να ανανεωθεί το συμβόλαιό μου. Εγώ από την πλευρά μου ζήτησα χρόνο για να το σκεφτώ, εξηγώντας τους ότι θα αποφασίσω και θα τους απαντήσω μετά το τέλος της σεζόν.
Πώς είναι η συνύπαρξή σου με τον Βαγγέλη Παυλίδη;
Μιλούσαμε και όταν εκείνος ήταν στην Βίλεμ. Από όταν ήρθε στην Άλκμααρ, γίναμε κολλητοί. Μιλάμε καθημερινά, πηγαίνουμε για φαγητό, ταξιδεύουμε μαζί τόσο με την ομάδα όσο και όταν πηγαίνουμε στην Εθνική. Επειδή αρέσει και σε εκείνον να βλέπει ποδόσφαιρο, πάντα συζητάμε για τα παιχνίδια που παρακολουθούμε. Θα μαλώσουμε για το αν είναι καλύτερη η Serie A ή η Bundesliga. Είμαστε πολύ ειλικρινείς ο ένας με τον άλλον. Για παράδειγμα, επειδή έχω να σκοράρω κοντά στα δύο χρόνια, όταν χάνω κάποια ευκαιρία, ο Βαγγέλης μου λέει «πίστεψέ το». Ή στον αγώνα με την Βάλβααικ μου φώναξε «βγες στο πρώτο δοκάρι ρε χασογκόλη!». Εγώ από την πλευρά μου θα του πω «κάνε κίνηση στον χώρο γιατί αυτό δεν αρέσει στον στόπερ» ή «κάνε αυτήν την κίνηση έτσι». Δεν είμαστε μόνο φίλοι όταν έχει ήλιο, είμαστε και στα δύσκολα. Όταν νιώσω ότι δεν έχει παίξει καλά, θα του το πω. Επιπλέον, έχουν έρθει και οι οικογένειές μας πιο κοντά. Έχει γίνει φίλος μου for life.
Στην Ελλάδα υπάρχει πίεση από τα ΜΜΕ προς τους ποδοσφαιριστές. Ισχύει και στην Ολλανδία αυτό;
Σίγουρα υπάρχει και στην Ολλανδία πίεση. Αν κάνω δύο πάσες προς τα πίσω, το γήπεδο θα αρχίσει να γιουχάρει. Δεν δέχονται την πάσα προς τα πίσω ή στο πλάι, θέλουν να δουν γκολ. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο έρχονται στο γήπεδο. Υπάρχει πίεση να κάνουμε συνεχώς επίθεση και να πιέζουμε τον αντίπαλο. Πίεση υπάρχει και από τους δημοσιογράφους. Όταν χάσαμε το πρώτο ματς από την Άντερλεχτ έπεσαν όλοι να μας… φάνε για το «πως γίνεται να χάνεις από την δέκατη ομάδα στη βαθμολογία του Βελγίου, ενώ είσαι η τέταρτη στη βαθμολογία της Ολλανδίας και έχει βλέψεις και για ακόμα ψηλότερα» αλλά και ότι «το ολλανδικό ποδόσφαιρο είναι καλύτερο από το βέλγικο και εσείς το ξεφτιλίσατε». Υπάρχουν παλαίμαχοι ποδοσφαιριστές με μεγάλη εμπειρία που εργάζονται τώρα ως αναλυτές στην τηλεόραση και αυτοί κάνουν πολλά σχόλια μετά τους αγώνες. Κάποιες φορές η άποψή τους είναι σωστή και κάποιες άλλες, λάθος. Υπάρχει μεγάλη πίεση από αυτούς.
Ποια ήταν τα δύο, ένα θετικό και ένα αρνητικό, σχόλια που θυμάσαι να έχει κάνει για σένα ένας γνωστός παλαίμαχος ποδοσφαιριστής;
Θυμάμαι πέρσι τον Αφελάι, που είχε αγωνιστεί στο παρελθόν και στον Ολυμπιακό, να λέει ότι είμαι άνετος, ενώ κάποιοι άλλοι κεντρικοί αμυντικοί δείχνουν ότι έχουν άγχος. Είχε, μάλιστα, σχολιάσει χαρακτηριστικά ότι «ο Χατζηδιάκος παίζει στο 80%, νομίζει ότι είναι ο Μπεκενμπάουερ ή ο Καναβάρο». Το είχε πει 2-3 φορές στην ίδια συνέντευξη και αυτό μου είχε μείνει. Από την άλλη, ένας αναλυτής που εμφανίζεται κάθε σαββατοκύριακο, πριν από 3-4 χρόνια, είχε πει χαρακτηριστικά «ο Χατζηδιάκος έχει δείξει πολύ σπουδαία βελτίωση». Είχε δείξει, μάλιστα, κάποια βίντεο από ενέργειές μου.
Δείχνεις, πράγματι, πάντα ήρεμος κατά τη διάρκεια του αγώνα. Είσαι όντως τόσο χαλαρός ή απλά καταφέρνεις και πειθαρχείς στα συναισθήματά σου;
Έχω πάντα ένα υγιές άγχος, αλλά διατηρώ την ηρεμία μου. Κάποιος μπορεί να το δει ως θετικό και κάποιος ως αρνητικό στοιχείο. Ανάλογα με το αν περιμένει να είναι ο ποδοσφαιριστής συνεχώς σε κίνηση, να φωνάζει, να δείχνει κάποια ενέργεια ή να βγάζει πανικό. Αν, όμως, θέλει να είναι ο παίκτης ήρεμος και να δείχνει ότι ελέγχει το παιχνίδι, αυτός είμαι εγώ.
Δεν είναι πολλοί οι Έλληνες που έχουν αγωνιστεί σε ημιτελικό ευρωπαϊκής διοργάνωσης. Σκέφτεσαι τον τελικό του Europa Conference League στην Πράγα;
Έχει περάσει από το μυαλό μου, αλλά αυτό είχε συμβεί όταν ακόμα βρισκόμασταν στη φάση των ομίλων. Μακάρι να τα καταφέρουμε, αλλά για την ώρα σκεφτόμαστε μόνο την Γουέστ Χαμ.
Κλείνοντας, ξεχωρίζεις την ατμόσφαιρα σε κάποιο από τα γήπεδα που έχεις ταξιδέψει με την Άλκμααρ;
Το γήπεδο στο οποίο δεν το περίμενα αλλά η ατμόσφαιρα ήταν εντυπωσιακή, ήταν αυτό της Νταντί Γιουνάιτεντ. Συμμετείχαν στα Κύπελλα Ευρώπης για πρώτη φορά μετά από αρκετά χρόνια. Όταν βγήκαμε για ζέσταμα δεν είχε κόσμο και ενώ κάναμε προθέρμανση ξαφνικά ακούμε κόσμο να έρχεται όλο και πιο κοντά. Μπήκαμε στα αποδυτήρια και μόλις βγήκαμε το γήπεδο ήταν σαν κλουβί. Φυσικά, πολύ όμορφη ήταν η ατμόσφαιρα και στο γήπεδο της Άντερλεχτ. Θυμάμαι, προς το τέλος του αγώνα, προσπαθούσα να μιλήσω με τους συμπαίκτες μου αλλά δεν με άκουγαν παρά το ότι ήταν σε μικρή απόσταση.