Ο Ζλάταν αποσύρθηκε από το ποδόσφαιρο, το ποδόσφαιρο δεν θα τον απέσυρε ποτέ
«Όταν ξύπνησα σήμερα το πρωί, έβρεχε. Είπα στον εαυτό μου πως ακόμα κι ο Θεός ήταν λυπημένος. Σήμερα συγκινήθηκα πολύ. Κοίταξα τους συμπαίκτες μου, έκλαιγαν. Κοίταξα στην εξέδρα για να βρω δύναμη στη σύζυγό μου, έκλαιγε κι αυτή. Κοίταξα στην γιγαντοθόνη κι έκλαιγαν και οι τιφόζι μας».
Ήταν μια σκηνή οριακά σουρεαλιστική. Βγαλμένη από πρόγραμμα τεχνητής νοημοσύνης. «Δείξε μου τον Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς να κλαίει». Να λυγίζει. Να σπάει. Θαρρείς πως κανείς ποτέ δεν τον είχε δει να βουρκώνει. Τον είχε δει να μάχεται, να τσαμπουκαλεύεται, να προκαλεί, να δικαιώνεται, να πανηγυρίζει, να ηγείται, να ίπταται στον αέρα, να σκοράρει με ψαλιδάκι λίγο μπροστά από τη σέντρα. Τον είχε ακούσει να προφέρει σπαρταριστές ατάκες, να αγνοεί τον ανταγωνισμό, να υψώνει το φρόνημά του σαν λάβαρο. Αλλά ποτέ όπως το βράδυ της Κυριακής στο «Σαν Σίρο».
Αφού «λύγισε» κι αυτός, δεν ήταν περίεργο που λύγισαν και οι υπόλοιποι. Όπως πάντα, κανείς δεν μπορούσε να του προσφέρει στήριξη μεγαλύτερη από το εγώ του. Η αντανακλαστική του αντίδραση μπροστά στον φόρτο συγκίνησης ήρθε αυθόρμητα, και οι άτυχοι-τυχεροί της υπόθεσης που μπήκαν μια για πάντα στο χρονοντούλαπο των quotes του, ήταν οι οπαδοί της Βερόνα.
«Συνεχίστε να γιουχάρετε, ότι με βλέπετε είναι η μεγαλύτερη στιγμή της σεζόν σας».
Σε μια σεκάνς στιγμών, όλο το εύρος του μύθου του. Αποθέωση, επιβολή, σαρκασμός. Ίσως το κάδρο να ήταν απολύτως ευκρινές αν φορούσε και τη ροσονέρο φανέλα, αντί για τα πολιτικά του. Στο «αντίο» του από την ενεργό δράση, όμως, φάνηκε πράγματι να περνά η ποδοσφαιρική του ζωή μπροστά από τα μάτια του.
Από τα γκέτο του Μάλμε, με ανάγκη
Η πρώτη εικόνα που συνάντησε το μυαλό του πιθανότατα προέκυψε εξ εμπειρίας. Ο επιβλητικός μακρυμάλλης με την ατσαλάκωτη περιβολή έκλαψε στη θέα του farewell που ετοίμασε προς τιμήν του η Μίλαν κι αμέσως πήγε πίσω στον χρόνο: στην τελευταία φορά που έπιασε τον εαυτό του να κλαίει. Τότε δεν είχε αφήσει ακόμα τα μαλλιά του να μακρύνουν. Τότε, που μόνο το γκέτο του Ρόσενγκαρντ και οι στενοί τοίχοι της Σουηδίας γνώριζαν για την κλάση και τον χαρακτήρα του.
«Η τελευταία φορά που έκλαψα ήταν όταν δεν έλαβα το μεροκάματο και τους μισθούς μου από τη Μάλμε. Θυμάμαι είχα γράψει επιστολή στο διοικητικό συμβούλιο του πρωταθλήματος και τους ζήτησα να αφαιρούν κάθε τρεις βαθμούς που κέρδιζα για την ομάδα. Το συμβούλιο είπε ότι «τα χρήματά μου καταβάλλονταν στους γονείς μου επειδή ήμουν πολύ μικρός βάσει νόμου για να λάβω επίσημο μισθό. Εγώ πάλι τους είπα ότι ήμουν επίσης πολύ μικρός για να είμαι ο πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος και να κερδίσω τον τίτλο με τη Μάλμε. Επομένως μέχρι να γίνω αρκετά μεγάλος δεν έπρεπε να τους δίνονται οι τρεις βαθμοί που τους χάριζα. Την επόμενη μέρα τα χρήματά μου μεταφέρθηκαν στον λογαριασμό μου. Είμαι μεγαλύτερος από το νόμο».
Το παιδί από το Μάλμε είχε ήδη μάθει να υπερασπίζεται τον εαυτό του πριν γίνει ενήλικας. Οι συνθήκες τον διαμόρφωσαν, ωθώντας τον να ισορροπεί μεταξύ αλητείας και αριστείας. Μεταξύ εγκληματικότητας και ποδοσφαίρου. Οι γονείς του, μετανάστες από τα Βαλκάνια, ο Βόσνιος Σεφίκ Ιμπραΐμοβιτς και η Κροάτισσα μητέρα του, Γιούρκα Γκράβιτς, φρόντισαν μέσω της εξίσου «εγκληματικής» αδιαφορίας τους να τον ποτίσουν με κίνητρα. Ναι, με τον σκληρό τρόπο, αφού ο Ζλάταν πέρασε τα πάνδεινα, στερήθηκε προσοχής. Η μάνα του τον χτυπούσε στο κεφάλι με ξύλινα σκεύη. Ο πατέρας του αλκοολικός, το ψυγείο στο σπίτι του δεν είχε κάτι άλλο εκτός από μπίρες. Η μεγάλη του αδερφή μπλεγμένη με τα ναρκωτικά.
Ο Ζλάταν έμαθε να αντλεί δύναμη από τον θυμό του. Και χάρη στον μάνατζερ του που τον πίεσε να μην παρατήσει την μπάλα στα 16 του, χρησιμοποίησε το βίωμα για να επιβληθεί σε κάθε ανεμοδαρμένη κορυφή, σε κάθε αλάνα που θα έπαιζε μπάλα με μεγαλύτερους, σε κάθε γήπεδο που έμελλε να σταθεί ως επαγγελματίας. Στο Άμστερνταμ και το Τορίνο, στο Παρίσι και το Μάντσεστερ, στο Λος Άντζελες και τη Βαρκελώνη. Μα και στις δύο όψεις του Μιλάνου.
The Zlatan effect
Όσο το όνομά του καθιερωνόταν στην ελίτ των παικτών παγκοσμίως, τόσο πιο έντονα το κοινό είχε την τάση να «σκεπάζει» τα αγωνιστικά του επιτεύγματα με τις εκκεντρικές του δηλώσεις και το αλαζονικό του χαρακτήρα του. Στην πραγματικότητα, το ένα θα έπρεπε πάντα να συμπληρώνει το άλλο. Αν υπήρχε ένας παίκτης που θα μπορούσε να «δικαιολογήσει» οποιαδήποτε επηρμένη έμπνευση, αυτός ήταν ο Ζλάταν.
Ένα τέρας φυσικής κατάστασης και εργασιακής ηθικής, ένας στράικερ της ανώτατης κλάσης, ικανός να σηκώσει την ομάδα στις πλάτες του κι ένας δεινός σκόρερ που κουβαλούσε την τέχνη της ντρίμπλας στο αίμα του και στα πόδια του, παρά τον ίσκιο των 195 εκατοστών. Ίσως ήταν εκείνος που προπονήθηκε πιο σκληρά από όλους τους σύγχρονούς του, προοδευτικά ενσωμάτωσε μέχρι και τις πολεμικές τέχνες στο παιχνίδι του (μαύρη ζώνη στο ταε-κβον-ντο γαρ), εξ ου και μια πλειάδα τερμάτων που αψήφησαν τη λογική και τη φυσική.
Στο μέτρημα των επιτυχιών του, οι πιο αυστηροί θα παρατηρούν πάντα πως λείπει από την τροπαιοθήκη του η κούπα του Champions League. Ε και; Ίδια μοίρα επιφύλασσε το ποδόσφαιρο και για το μεγάλο του είδωλο, τον Ρονάλντο. Οι δυο τους στέκονται ψηλότερα από κάθε άλλον σταρ που δεν κατάφερε ποτέ να σηκώσει την κούπα με τα μεγάλα αυτιά. Κι ίσως αυτή η συνύπαρξη να λειτουργεί ως παράσημο για τον «Ίμπρα».
Με ή χωρίς την ευρωπαϊκή διάκριση, λίγοι μπορούν να καυχιούνται ότι είχαν επιρροή στις ομάδες τους όπως ο Ζλάταν. Με εξαίρεση το μάλλον άδοξο πέρασμά του από την Μπαρτσελόνα, ο Ιμπραΐμοβιτς αναγέννησε κάθε κλαμπ που (τον) υπηρέτησε. Ανέβασε τη Μάλμε στα σαλόνια του σουηδικού ποδοσφαίρου το 2000. Πήγε στον Άγιαξ και πήρε δύο πρωταθλήματα σε τρία χρόνια. Έκανε το... απίθανο και κέρδισε έξι πρωταθλήματα στις έξι πρώτες σεζόν του στο Campionato με τρεις διαφορετικές ομάδες (δύο με Γιουβέντους πριν αφαιρεθούν λόγω Calciopoli, τρία με Ίντερ κι ένα με Μίλαν ως το 2011).
Έγινε η σημαία της αλλαγής και ο μακράν του δεύτερου πιο επιδραστικός ποδοσφαιριστής στην ιστορία της Παρί Σεν Ζερμέν, με 12 τρόπαια σε μια τετραετία. Κι ενώ όλοι τον αμφισβητούσαν για το γεγονός πως δεν είχε δοκιμάσει την τύχη του στην πιο ανταγωνιστική Premier League, μετακόμισε στο Νησί στα 35 του και φίμωσε τα στόματα των επικριτών του, με 29 γκολ και 10 ασίστ σε 53 συμμετοχές στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και το πολύτιμο λιθαράκι του στον πρώτο ευρωπαϊκό τίτλο των Κόκκινων Διαβόλων μετά από εννέα χρόνια, το Europa League. Κι αφού προσέδωσε... νόημα και «φλας» στο Λος Άντζελες και το MLS (53 γκολ/15 ασίστ σε 58 ματς με τους Γκάλαξι), σηκώθηκε κι έφυγε, τόσο απλά. Για χάρη της μεγάλης του αγάπης.
Η Μίλαν έμελλε να είναι το πεπρωμένο του. Η αποχώρησή του το 2012 δεν ήταν ο επίλογος σε μια σχέση που φάνηκε εξ αρχής ξεχωριστή. Τότε ο Ζλάταν βρήκε την «Ιθάκη» του, ως δανεικός από την Μπαρτσελόνα για έναν χρόνο και πριν πωληθεί με κανονική μεταγραφή. Δέθηκε αμέσως με την εξέδρα του «Διαβόλου» και η δική του παρουσία συνέπεσε με την τελευταία πραγματικά ευχάριστη μνήμη για τους τιφόζι των Ροσονέρι που τα επόμενα χρόνια είδαν την ομάδα τους να στερεύει από επιτυχίες. Αυτές τις μνήμες υποσχέθηκε πως θα επαναφέρει στο θυμικό των Μιλανέζων, αντικαθιστώντας τις με ολοκαίνουριες εμπειρίες θριάμβου.
«Αν ήμουν από την αρχή εδώ, η Μίλαν θα έπαιρνε το πρωτάθλημα», δήλωσε στο φινάλε της σεζόν 2019-20 που παρατράβηξε λόγω του κορονοϊού. Η επανέναρξη εκείνης της σεζόν ήταν το σημείο-κλειδί στην αγωνιστική έκρηξη της Μίλαν (τελείωσε τη σεζόν αήττητη σε 12 σερί παιχνίδια), λίγους μήνες μόνο μετά την έλευση του Σουηδού σούπερ σταρ για μια δεύτερη θητεία. Ο Στέφανο Πιόλι ήξερε πως απέκτησε έναν προπονητή εντός αγωνιστικού χώρου, έναν ηγέτη που αυτο-κοουτσάρεται και που εμπνέει όσο ελάχιστοι στον χώρο του ποδοσφαίρου, από οποιοδήποτε πόστο. Και η έμπνευση έφερε την εκπλήρωση της προφητείας.
Δύο χρόνια αργότερα, o Ζλάταν μπορούσε να πει πως τα κατάφερε. Η πιο «ιερή» αποστολή είχε επιτελεσθεί επιτυχώς. Το Scudetto του 2022, το πρώτο της Μίλαν μετά το 2011 και το πέμπτο της καριέρας του, ήταν το πιο «γλυκό». Οι φίλοι της Μίλαν ακόμα ενθυμούνται το βιντεάκι από τα αποδυτήρια μετά τη στέψη, όταν ο Ίμπρα κραύγασε πως: «στη Μίλαν δεν ανήκει μόνο το Μιλάνο, αλλά όλη η Ιταλία».
AlwayZ believe in @Ibra_official 💪#AlwaysWithYou #SempreMilan pic.twitter.com/jZVY3OqwBI
— AC Milan (@acmilan) May 23, 2022
Πρώτα Ζλάταν, μετά Ιμπραΐμοβιτς
Τον Γενάρη του 2022 είχε πως πει εκείνος δεν ήταν ακόμα έτοιμος να γίνει σαν τους άλλους 40άρηδες που μένουν σπίτι και καπνίζουν το πούρο τους. Είχε πει επίσης πως θα αποχωρούσε από την ενεργό δράση μόνο όταν θα εμφανιζόταν κάποιος καλύτερος από εκείνον. Ίσως το... κυνήγι του επόμενου Ζλάταν να ήταν μάταιο τελικά. Αυτά τα έξι γράμματα περικλείουν ένα σημαίνον ισχυρότερο ενός ποδοσφαιριστή. Σε μια εποχή που οι σφριγηλές προσωπικότητες στο ποδόσφαιρο τείνουν να εκλείψουν, το πιο περίβλεπτο παράδειγμα ψυχισμού και υγιώς εννοούμενου «τσογλανισμού» αποχαιρετά τα επαγγελματικά εξάταπα κι αυτό από μόνο του συνιστά τρομερή απώλεια.
Ο πανδαμάτωρ Ζλάταν είναι και θα παραμείνει ένας από τους πληρέστερους επιθετικούς της ιστορίας, ένας από τους μόλις 24 παίκτες όλων των εποχών με πάνω από 500 γκολ καριέρας (στο Νο14 της λίστας), ένας κομψοτέχνης που χάρισε ορισμένα μυθικά γκολ για παγκόσμια κατανάλωση κι ευτυχώς συνέπεσε στην εποχή του YouTube και των social media ώστε όλα αυτά να καταγραφούν και να κρατήσουν το όνομά του εσαεί ψηλά στις μηχανές αναζήτησης. Για έναν ακόμα γύρο από τα «best of» βιντεάκια του. Σε γκολ ή σε... ατάκες, δεν ήταν λίγες έτσι κι αλλιώς:
- «Ο Αρσέν Βενγκέρ μού ζήτησε να κάνω δοκιμαστικό στην Άρσεναλ όταν ήμουν 17. Απέρριψα την πρόταση. Ο Ζλάταν δεν κάνει οντισιόν».
- «Ήλθον, είδον και απήλθον. Σας ευχαριστώ LA Galaxy που με κάνατε να νιώσω ζωντανός ξανά. Στους φίλους των Galaxy: θέλατε Ζλάταν, σας έδωσα Ζλάταν. Παρακαλώ. Η ιστορία συνεχίζεται. Πηγαίνετε τώρα πάλι να δείτε μπέιζμπολ».
- «Οτιδήποτε κι αν έρχεται στη ζωή μου, χρήματα, φήμη, δόξα, οτιδήποτε, θα είμαι ο ίδιος άνθρωπος. Δεν θα αλλάξω τώρα για κανέναν. Δεν γεννήθηκα για να κάνω προσπάθεια ν' αρέσω σε όλους».
- «Πρώτα πήγα αριστέρα, πήγε κι αυτός. Μετά πήγα δεξιά, πήγε κι αυτός. Μετά ξαναπήγα αριστερά κι εκείνος πήγε να αγοράσει ένα hot dog» (για την ντρίμπλα του στον Ανσό της Λίβερπουλ)
- «Όταν με αγοράζεις, αγοράζεις μία Ferrari. Αν οδηγέις Ferrari βάζεις το καλύτερο πετρέλαιο στο ντεπόζιτο, βγαίνεις στον αυτοκινητόδρομο και πατάς το γκάζι. Ο Γκουαρδιόλα γέμισε με diesel και πήγε μια βόλτα στην εξοχή. Καλύτερα να αγόραζε ένα Fiat».
- «Δεν νομίζω ότι μπορούν να αντικαταστήσουν τον Πύργο του Άιφελ με το άγαλμά μου. Αν μπορούσαν, τότε θα έμενα. Το υπόσχομαι».