Κώστας Νεμπεγλέρας στο Gazzetta: «Εχασα τρεις τελικούς, δυο μεταγραφές σε Παναθηναϊκό και ΑΕΚ, αλλά δεν θα άλλαζα τίποτα!»
«Ο ποδοσφαιριστής που θέλει κάθε… προπονητής» είναι μία φράση που ακούμε σε αρκετούς παίκτες που μπορούν να δώσουν λύσεις με διάφορους τρόπους. Όμως σε λίγους ταιριάζει όσο στον Κώστα Νεμπεγλέρα…
Ένας ποδοσφαιριστής που μπορεί να άλλαξε 40 προπονητές στην καριέρα των 600 αγώνων (!), όμως δεν τέθηκε ποτέ εκτός πλάνων. Αντιθέτως, ήταν μόνιμα βασικός στα πλάνα όλων των ανθρώπων που τον είχαν στην ομάδα τους, παίζοντας και σε τέσσερις ή πέντε διαφορετικές θέσεις.
Το περιβραχιόνιο είχε μία αξιοζήλευτη… σχέση με το μπράτσο του σε κάθε ομάδα και αγαπήθηκε όσο λίγοι από όλους τους οπαδούς στις ομάδες που αγωνίστηκε. Το ονειρικό ξεκίνημα στην ΑΕΛ, η μετάβαση στον Πανηλειακό και από εκεί στο μεγάλο βήμα με τον Ηρακλή, η επεισοδιακή αποχώρηση που τον έφερε στον συμπολίτη Άρη και έπειτα στον Ατρόμητο όταν βρισκόταν στη Β’ Εθνική για να επιστρέψει στην ΑΕΛ και από εκεί να κάνει μία απίθανη πορεία σε διάφορους συλλόγους έως το 2020 όταν και σε ηλικία 45 ετών κρέμασε τα παπούτσια του: δεν τα λες και λίγα!
Έπαιξε σε τρεις τελικούς κυπέλλου Ελλάδας (δύο με Άρη και μία με Ατρόμητο) αλλά δεν κατέκτησε κανέναν. Έπαιξε με μεγάλους παίκτες, καθοδηγήθηκε από αξιόλογους προπονητές και κέρδισε τα εύσημα για κάθε επίδοση που είχε στις ομάδες που πήγε.
Το Gazzetta τον εντόπισε και εκείνος ξετύλιξε το… κουβάρι της πλούσιας ιστορίας του, μετέφερε άγνωστες πτυχές της ζωής του αλλά και τα όσα είδε, άκουσε και αποστήθισε στα ποδοσφαιρικά γήπεδα.
«Ήταν σαν όνειρο να παίξω στην ΑΕΛ»
- Πώς ήταν τα παιδικά σας χρόνια;
«Γεννήθηκα στη Λάρισα, θυμάμαι από τα παιδικά μου χρόνια ότι στο σχολείο, περίμενα πώς και πώς για να βγούμε στο διάλειμμα να παίξουμε μπάλα. Σαν παιδιά αυτό σκεφτόμασταν. Πότε να σχολάσουμε και να μαζευτούμε το απόγευμα για να παίξουμε ποδόσφαιρο στην αλάνα».
- Το ποδόσφαιρο πώς μπήκε στη ζωή σας;
«Δεν θυμάμαι ακριβώς για να σου πω. Θυμάμαι όμως ότι από το σχολείο σκεφτόμασταν πότε θα παίξουμε στη γειτονιά. Στην οικογένεια είχα τον θείο μου που ήταν προπονητής σε μία ερασιτεχνική ομάδα όπως και ένας άλλος θείος μου που έπαιζε ερασιτεχνικά. Και έτσι κάθε Σαββατοκύριακο περίμενα τη στιγμή να πάμε στο γήπεδο».
- Σε ποια ομάδα και σε τι ηλικία ξεκινήσατε;
«Ξεκίνησα από την ομάδα που ήταν προπονητής ο θείος μου, στους πιο μεγάλους. Εκεί ήταν και η παρέα μου από το σχολείο και έτσι παίζαμε όλοι μαζί από τα 14 μου. Ένα χρόνο μετά περίπου έφυγα από εκεί επειδή άλλαζαν οι παρέες και οι φίλοι. Στην επόμενη ομάδα έπαιξα μέχρι και το αντρικό όταν και ανεβήκαμε στη Δ' Εθνική. Το 1993 έρχεται η στιγμή της ΑΕΛ».
- Είχατε κάποιο είδωλο;
«Στη Λάρισα κάναμε προπόνηση πίσω από τη Θύρα 1 του Αλκαζάρ, σε ένα γήπεδο που ήταν ξερό με χώμα και χαλίκια. Φαντάσου όταν έκανε προπόνηση η ΑΕΛ και όταν έφευγαν οι παίκτες περνούσαν από μπροστά μας και προσπαθούσαμε απλά να τους δούμε. Ήταν πολύ διαφορετικά τα πράγματα απ’ ότι σήμερα. Ο τρόπος που βλέπαμε τους ποδοσφαιριστές... Πόσο ευγενικά, με σεβασμό...
Ξέρεις τι συναίσθημα είναι να βλέπεις αυτούς τους ποδοσφαιριστές και να παρακολουθείς κάθε κίνηση τους και μετά από έναν χρόνο να είσαι μαζί τους; Όταν πήγα στην ΑΕΛ ήταν ο Μητσιμπόνας, ο Μιχαήλ... ποδοσφαιριστές που ήταν μεγάλα ονόματα για την εποχή και για την ομάδα. Ήταν σαν όνειρο για εμένα. Όλοι αυτοί με βοηθήσαν να πάρω σωστά βήματα για το υπόλοιπο της καριέρας».
- Πώς αντέδρασαν οι γονείς σας όταν είδαν ότι θα ακολουθήσετε επαγγελματικά το ποδόσφαιρο;
«Η αλήθεια είναι ότι δεν μου αντιστάθηκαν γιατί από μικρή ηλικία έβλεπαν πως το ποδόσφαιρο είναι πρώτο για εμένα και δεύτερο το σχολείο. Ίσα-ίσα με βοήθησαν στο να με πηγαίνουν για προπόνηση, να με γυρνούν στο σπίτι. Με βοήθησαν να κάνω αυτό που αγαπάω».
«Με ήθελε ο Παναθηναϊκός αλλά αν δεν με άφηναν να πάω στην ΑΕΛ, θα σταματούσα το ποδόσφαιρο».
- Ποια είναι η ιστορία πίσω από τη μεταγραφή στην ΑΕΛ;
«Έπαιζα στον Πηνειό τότε και όταν ήταν να πάρω τη μεταγραφή, ο πρόεδρος της ομάδας, ο κ. Κλάρας είχε ένα ραντεβού με τον κ. Βαρδινογιάννη στην Αθήνα για να πάω να μιλήσω για τον Παναθηναϊκό. Εγώ τότε ήξερα ότι με ήθελε η ΑΕΛ γιατί είχα μιλήσει με τον πρόεδρο και παράλληλα με ήθελε και ο Γκμοχ που ήταν προπονητής στην ΑΕΛ. Εγώ ήμουν ξεκάθαρος σε όλους. Αν δεν πάω στην ΑΕΛ και με στείλουν στον Παναθηναϊκό, εγώ θα σταματήσω το ποδόσφαιρο. Τότε ο κ. Κλάρας προσπαθούσε με τον τρόπο του να με πείσει να πάω στον Παναθηναϊκό γιατί θα έπαιρνε και περισσότερα λεφτά, αλλά εγώ σ’ εκείνη την ηλικία είχα πρώτο στόχο να πάω στην ομάδα της Λάρισας.
Άρχισε να μου μιλάει λίγο άσχημα στην αρχή αλλά τελικά εγώ πήγα στην ΑΕΛ μία μέρα πριν η ομάδα πάει στη Γερμανία για το δεύτερο στάδιο της προετοιμασίας. Ήταν Δευτέρα πρωί, με πήρε τηλέφωνο ο προπονητής που είχα στον Πηνειό, ο Χρήστος Ανδρεούλης, για να πάω στα γραφεία της ΑΕΛ και να υπογράψω. Ήμουν τυχερός που είχα διαβατήριο γιατί την προηγούμενη χρονιά είχα πάει στην Εθνική Ελπίδων. Πήγα το πρωί στα γραφεία, υπέγραψα, γύρισα σπίτι, ετοίμασα τα πράγματα μου και πήγα κατευθείαν για το γήπεδο. Σκέψου οι γονείς μου δεν ήξεραν τίποτα από όλα αυτά γιατί ήταν στη δουλειά! Ο αδερφός μου τους το είπε όταν γύρισαν. Πήγα στο Αλκαζάρ και με περίμενε ο φροντιστής της ομάδας για να μου δώσει τα ρούχα να αλλάξω και μπήκα στο πούλμαν όπου αντίκρισα όλους αυτούς τους ποδοσφαιριστές που τους παίζαμε στα χαρτάκια μέχρι τότε. Ήταν περίεργη η κατάσταση... σαν να βλέπεις ένα όνειρο».
- Πώς αντέδρασαν οι δικοί σου;
«Χάρηκαν πολύ που έγινε αυτό που ήθελα να πετύχω. Αυτό που με ευχήθηκαν ήταν να δουλέψω από τη στιγμή που κατάφερα να πάω σε ένα τόσο μεγάλο κλαμπ όπως η ΑΕΛ. Μέσα από τη δουλειά να δείξω τι μπορώ να κάνω. Μέσα από σκληρή δουλειά μπόρεσα και εγώ να πάρω να πολλά πράγματα από όλους στην ομάδα. Με βοήθησαν όλοι πάρα πολύ».
- Πώς ήταν η προσαρμογή;
«Όταν ένας παίκτης φεύγει από το ερασιτεχνικό και πάει στο επαγγελματικό, η προετοιμασία και μόνο είναι ένα σοκ στην αρχή αλλά γενικά ήμουν πολύ εγωιστής. Ήθελα να είμαι πάντα μπροστά, να ακούω και να κάνω ότι θέλει ο κόουτς και το κράτησα από την πρώτη μέρα που πήγαμε μέχρι την ημέρα που σταμάτησα το ποδόσφαιρο. Να βάζω στόχους και μέσα από τη δουλειά να τους πετυχαίνω».
- Πείτε μου για τον Γκμόχ...
«Ήθελε πάρα πολύ σκληρή δουλειά στην προπόνηση και πολύ απαιτητικός. Για αυτό κατάφερε και όσα κατάφερε ως κόουτς στην καριέρα του. Με αυτά τα στοιχεία πήρε όσα πήρε. Στα πρώτα μου βήματα μου στάθηκε δίπλα μου και έπαιξε ρόλο στην εξέλιξη μου. Μου έδωσε να καταλάβω πως αν αξίζω, θα παίξω. Ήταν δίκαιος άνθρωπος στις επιλογές, δεν κοιτούσε ηλικίες και ονόματα αλλά να κάνεις τη δουλειά που ήθελε στα πλάνα του».
- Είχατε αλλάξει πολλούς προπονητές...
«Αν ξεκινήσω δεν θα σταματήσω. Είναι πάρα πολλοί. Δανιήλ, Μιχαλόπουλος, Φοιρός... μόνο στην ΑΕΛ αυτοί. Είναι πολλοί. Ο κύριος Δανιήλ ήταν ο άνθρωπος με τον οποίο καθιερώθηκα και άρχισα να παίζω. Είχε έρθει μετά τον Γκμοχ και ήταν αυτός που στην Εθνική Ελλάδας με κάλεσε όταν ήταν στον πάγκο της. Δεν είχαμε σχέση αλλά ήταν ο προπονητής που τον είχα για αρκετό καιρό, με πίστεψε πολύ και έτσι όταν ήμουν στον Ηρακλή, με πήρε στην Εθνική».
- Είχατε με όλους καλή σχέση;
«Δεν υπήρχε κάποιος που να μην έχω καλή σχέση. Με όλους τους προπονητές έπαιζα και ήμασταν καλά στις σχέσεις μας. Ήταν άνθρωποι που ήταν πρώτα ονόματα στο ελληνικό ποδόσφαιρο ως προπονητές».
- Τι θυμάστε από τον υποβιβασμό;
«Ήταν τελευταίο ματς και παίζαμε στην Τούμπα με τον ΠΑΟΚ. Η Καλαμάτα έπαιζε με την Παναχαϊκή. Έπρεπε να νικήσουμε τον ΠΑΟΚ και να μην νικούσε η Καλαμάτα. Τελικά παρότι πήραμε το διπλό, νίκησε και η Καλαμάτα και έτσι σώθηκε εκείνη».
- Πώς ήταν το κλίμα;
«Ήταν πάρα πολύ βαρύ. Ειδικά οι πιο μεγάλοι ποδοσφαιριστές όπως ο Μητσιμπόνας ήταν πολύ στεναχωρημένοι. Όταν φτάνεις στο τελευταίο ματς και δεν εξαρτάται από εσένα, καταλαβαίνεις ότι δεν έχει να κάνει αποκλειστικά με τη δική σου απόδοση. Πάντα υπήρχε η ελπίδα ότι θα καταφέρουμε έστω και την τελευταία στιγμή αλλά μόλις τελείωσε το ματς και μάθαμε ότι πέσαμε, ήταν άσχημα τα νέα για εμάς».
- Γιατί δεν φύγατε όταν έπεσε η ομάδα;
«Κοίτα, ήμουν μικρός σε ηλικία τότε. Ήμουν ακόμα 20 με 21 ετών οπότε δεν είχα κάποια επίσημη πρόταση και όταν ήρθε η πρόταση η ομάδα αναγκάστηκε να μας πουλήσει στον Πανηλειακό».
- Η καλύτερη στιγμή σας με την ΑΕΛ;
«Θυμάμαι όταν είχαμε πάρει τον Εμπέ και τον Φιαλά που είχαν αγωνιστεί στο Μουντιάλ με το Καμερούν. Ήταν 1η αγωνιστική και παίξαμε κόντρα στον Παναθηναϊκό στο Αλκαζάρ. Το γήπεδο ήταν κατάμεστο και εγώ τότε είχα αγωνιστεί ως αριστερός μπακ και είχα να μαρκάρω τον Δώνη. Ο Παναθηναϊκός είχε πολύ καλή ομάδα τότε και θυμάμαι ότι χάσαμε 1-0 με γκολ του Βαζέχα αλλά ήταν από τα ματς που σε τόσο νεαρή ηλικία, μπορούσα να παίζω σε τέτοιο παιχνίδι και να είμαι σημαντικός για την ομάδα. Από την άλλη με έχει στιγματίσει εκείνος ο υποβιβασμός της ΑΕΛ στη δεύτερη κατηγορία. Ήταν και πρωτόγνωρο για εμένα εκείνος ο υποβιβασμός, ένα ταρακούνημα με μεγάλο βάρος στις πλάτες».
«Αν ο Κυράστας ζούσε ακόμα θα είχε κατακτήσει πολλούς τίτλους»
- Στον Πανηλειακό πώς πήγατε;
«Μας ζήτησε ο κ. Δανιήλ στον Πανηλειακό. Είχε πάρει εμένα και τον Γεωργίου αλλά λίγο πριν ξεκινήσει η προετοιμασία, πήγε στον Παναθηναϊκό και ήρθε ο Ραγκούσης σε εμάς. Η αρχή μου ήταν λίγο δύσκολη γιατί δεν με υπολόγιζε αλλά μέσα από τη δουλειά και έπειτα από 4-5 παιχνίδια πήρα την ευκαιρία και έτσι καθιερώθηκα, ειδικά από τη στιγμή που ήρθε ο Κυράστας. Από εκεί ξεκίνησε η καριέρα μου μπορώ να πω».
- Εκεί βρήκατε και τον αείμνηστο Κυράστα...
«Ήταν ένας προπονητής που με βοήθησε πάρα πολύ στην καριέρα μου. Οι πρώτες αγωνιστικές δεν ήταν καλές για εμένα αλλά μόλις μου έδωσε την ευκαιρία, άρχισα να μπαίνω στην ομάδα και μετά απλά δεν... ξαναβγήκα. Εκείνος μου έδειξε τον δρόμο για να κάνω την καριέρα όπως εξελίχθηκε. Ό,τι και να πω για εκείνον θα είναι λίγο. Για εκείνα τα χρόνια, ο τρόπος προπόνησης, η ανάλυση του αντιπάλου, η δουλειά του, ήταν στο τέλειο. Αυτό φάνηκε άλλωστε και στην πορεία με τα βήματα που έκανε. Θεωρώ ότι αν ζούσε ακόμη, θα ήταν ένας από τους προπονητές που θα είχαν πάρει πολλούς τίτλους με τις ομάδες τους».
- Ποιο ήταν το δυνατό του σημείο;
«Ήταν προπονητής της δουλειάς, το να αναλύσει τον αντίπαλο όσο καλύτερα γινόταν και ήταν πανέξυπνος. Μπορούσε να δει το παραμικρό και να το αλλάξει. Ήθελε η ομάδα να είναι μία οικογένεια στα αποδυτήρια και όλα αυτά τα στοιχεία, πρέπει να τα έχει ένας προπονητής».
- Πόσο σας βοήθησε για την καριέρα σας;
«Με βοήθησε πάρα πολύ γιατί πήρα πολλές εμπειρίες από εκεί ώστε να μπορώ στη συνέχεια να ανταπεξέλθω σε μεγαλύτερες ομάδες όπως στην πίεση. Η εμπειρία που πήρα ήταν μεγάλη».
- Όπως και από τον Μπάμπη Τεννέ;
«Αν ξεκινήσω τώρα με τους προπονητές που είχα στον Πανηλειακό δεν θα σταματήσω. Ο Μπάμπης Τεννές ήταν ένας αξιόλογος προπονητής, ένας εξαιρετικός άνθρωπος και όσο ήταν στον πάγκο, ούτε αλλαγή δεν είχα βγει. Είχα τον Άρι Χάαν που ήταν μεγάλη προσωπικότητα, όλοι όσους είχα ήταν πολύ καλοί προπονητές».
«Ο Γιοβάνοβιτς, ο Μίετσελ και οι… παντόφλες»
- Ο Ηρακλής πώς προέκυψε;
«Όπως έγινε από την ΑΕΛ στον Πανηλειακό που με πρότεινε ο Δανιήλ, το ίδιο έγινε και για να πάω στον Ηρακλή. Ο Κυράστας ήταν ο άνθρωπος που εισηγήθηκε τη μεταγραφή μου στην ομάδα και μπορώ να πω πως παρότι τους είχα προπονητές σε προηγούμενες ομάδες, οι μεταγραφές έγιναν δύο χρόνια αφότου είχαμε συνεργαστεί και χωρίς να έχουμε επαφή. Αυτό δείχνει ότι πίστευαν σε εμένα και εγώ προσπαθούσα να τους δικαιώνω μέσα από τη δουλειά».
- Ποια ήταν η αρχική σας εντύπωση;
«Όταν έφυγα από τον Πανηλειακό που ήταν μία μικρή κοινωνία και πήγα στη Θεσσαλονίκη, είδα μεγάλη διαφορά. Όλα έγιναν πολύ γρήγορα. Έκανα προπόνηση στον Πανηλειακό το απόγευμα, μόλις έφυγα με πήρε τηλέφωνο ο μάνατζερ και μου είπε να κατέβω αμέσως Αθήνα για να μιλήσουμε για τον Ηρακλή. Έφυγα από τον Πύργο βράδυ, έφτασα τα ξημερώματα, μιλήσαμε και κατευθείαν έφυγα για Λάρισα και την άλλη μέρα το πρωί πήγα Θεσσαλονίκη για να υπογράψουμε. Όταν έφτασα εκεί είχε δέκα δημοσιογράφους με κάμερες και στην αρχή έπαθα ένα... πατατράκ. Δεν το είχα ξαναζήσει αλλά εκεί πήρα το μήνυμα ότι πάω σε μία μεγάλη ομάδα και τα πράγματα δυσκολεύουν. Ήταν κάτι το οποίο συνάντησα για πρώτη φορά παρότι ήμουν οκτώ χρόνια επαγγελματίας».
- Και μετά;
«Πήγα Τρίτη και Τετάρτη παίξαμε κύπελλο. Με έβαλαν ως αλλαγή και από τότε δεν ξαναβγήκα από την εντεκάδα. Σε όλα τα ματς βασικός».
- Πώς είχατε καταφέρει να αλλάζετε τόσες ομάδες και προπονητές αλλά να παίζετε;
«Φαίνεται ότι με όλους τους προπονητές έπαιζα χωρίς να γίνομαι αλλαγή. Αυτό θεωρώ πως το κατάφερα μέσα από σκληρή δουλειά αλλά και πειθαρχία για να κάνω αυτά που ζητούσαν οι προπονητές. Θα έλεγα ότι ήμουν το 'εργαλείο' που θέλουν οι προπονητές».
- Δεν σας τρόμαζε η «αλλαγή»;
«Η αλήθεια είναι ότι με βοήθησε πολύ ότι μου άρεσε ο ανταγωνισμός. Πίστευα και στις δυνατότητες μου, ήξερα ότι στις προπονήσεις θα είμαι όπως πρέπει και ίσως αυτό το... θράσος με βοήθησε να μπορώ να πιστεύω σε εμένα και να το δείχνω μέσα στο γήπεδο».
- Είχατε προπονητή και τον Ιβάν Γιοβάνοβιτς...
«Ήταν ο προπονητής που έκανε στον Ηρακλή τα πρώτα του βήματα. Με βοήθησε πάρα πολύ με τη σειρά του και από τότε ήμουν σίγουρος ότι θα γίνει αυτό που βλέπουμε σήμερα. Ήξερα ότι θα πάει ψηλά στην καριέρα του και το αξίζει εκεί που βρίσκεται τώρα. Και εγώ που δεν είχα πολλές εμπειρίες και παραστάσεις, διέκρινα ότι είναι ένας ξεχωριστός προπονητής, με ανάλυση του αντιπάλου, πειθαρχία, απαίτηση στην ομάδα. Ήταν ένας προπονητής που έδειχνε ότι θα πήγαινε ψηλά. Θυμάμαι ότι για αρκετό καιρό με τον Ιβάν ήμασταν πρώτοι στην κατηγορία».
- Ο τρόπος που μιλάει, ήταν ίδιος και τότε;
«Αυτό βλέπουμε τώρα ήταν και τότε. Φανταστείτε πόσο έχει εξελιχθεί. Αν αυτό δεν το έχεις μέσα σου, δεν το φτιάχνεις όσο και να θες. Εκείνος το είχε και μέσα από τις εμπειρίες, το έφτιαξε ακόμα περισσότερο. Στο απόλυτο».
- Τι θυμάστε από το σκηνικό με τον Μίετσελ;
«Αν θυμάμαι καλά αυτό είχε γίνει με την Ανόρθωση όταν παίζαμε στην Κύπρο. Ήμασταν στο ξενοδοχείο και απαγορευόταν στο πρωινό να κατεβείς με παντόφλες. Ο Μίετσελ είχε κατεβεί με παντόφλες και μετά νομίζω τον άφησε και εκτός αποστολής. Τον κάλεσε πάνω μετά το σκηνικό και τού είπε ότι θα μείνει εκτός. Σε εκείνο το ματς χάσαμε 3-1 και μείναμε εκτός συνέχειας. Μετά από εκείνο το ματς, μετά από ένα διάστημα, έφυγε».
- Έπαιξε ρόλο στο να φύγει και αν συμφωνούσατε με αυτό;
«Στην Ελλάδα όταν κάτι στραβώνει την πληρώνει ο προπονητής. Όλοι στην ομάδα είχαμε απογοητευτεί με αυτή την απόφαση. Όλοι οι ποδοσφαιριστές ήμασταν ευχαριστημένοι από τον Γιοβάνοβιτς και ξαφνιαστήκαμε όταν μάθαμε ότι έφυγε. Είχαμε προπόνηση το πρωί και είχε κάμερες έξω και τότε το μάθαμε. Δεν το ξέραμε ότι θα φύγει, έγινε ξαφνικά».
- Θυμάστε το γκολ του Τζιοβάνι;
«Όταν βλέπεις ένα τέτοιο γκολ από έναν τέτοιο ποδοσφαιριστή, τότε είναι λογικό να κάνεις αυτή την κίνηση».
- Πώς ήταν να έχετε αντιπάλους τέτοιους παίκτες;
«Έχω παίξει με όλους αυτούς τους μεγάλους παίκτες αντίπαλος. Πιο παλιά οι προπονητές είχαν το man to man, θα προσπαθούσαν να εξουδετερώσουν τον καλό παίκτη της αντίπαλης ομάδας οπότε είχα αυτόν τον ρόλο».
- Είχατε και πολύ καλούς συμπαίκτες στον Ηρακλή...
«Είχα πολύ καλούς ποδοσφαιριστές ως συμπαίκτες. Χαλκιά, Στολτίδη, Κωνσταντίνου, Φοφόνκα... είχαμε μία πάρα πολλή καλή ομάδα. Ήταν εξαιρετικοί ποδοσφαιριστές και είχαμε υγιή ανταγωνισμό. Το καλό που είχαν τα κλαμπ τότε ήταν ότι ήμασταν μία καλή παρέα και δεν είχαμε κακό ανταγωνισμό. Όταν έχεις τόσο καλούς συμπαίκτες, τότε γίνεσαι και εσύ καλύτερος μέσα από τις προπονήσεις και τη δουλειά. Πρέπει να είσαι πάντα στο 100% και να είσαι σοβαρός για να δώσεις για να ξαναπαίξεις».
«Δεν με άφησαν να κάνω προπόνηση στον Ηρακλή επειδή δεν είχα ανανεώσει»
- Δεν γίνεται να μην ρωτήσω και για τον Ευγένιο Γκέραρντ...
«Ο Γκέραρντ ήταν ένας προπονητής που είχε μία απίστευτη ηρεμία. Σου έδινε μία σιγουριά για τον εαυτό του και την ομάδα που είχε. Στην προπόνηση ήταν άνθρωπος της παρέας, να υπάρχει οικογενειακό κλίμα στα αποδυτήρια και ήταν από τους προπονητές που είχε τα στοιχεία μεγάλου κόουτς. Τον τρόπο που θα προσεγγίσουν τον παίκτη για να πάρουν πολλά πράγματα αλλά και να αναλύσουν το παιχνίδι».
- Πιο παιχνίδι θυμάστε από τότε στον Ηρακλή;
«Θυμάμαι ένα παιχνίδι το 2002 κόντρα στον Πανιώνιο στην τελευταία αγωνιστική. Θέλαμε με άσο και Χ να βγούμε Ευρώπη και εκείνοι μόνο νίκη. Ο Πανιώνιος ήταν μπροστά στο σκορ μέχρι το 90' και στο τέλος ισοφαρίσαμε με τον Στολτίδη και βγήκαμε εμείς Ευρώπη. Ήταν τρελό. Ενα άλλο ματς που δεν θα ξεχάσω είναι το 4-3 με τον Ολυμπιακό αλλά και ο αποκλεισμός από την Ανόρθωση, μας είχε πονέσει πολύ».
- Γιατί αποχωρήσατε από τον Ηρακλή;
«Ήταν προς το τέλος της θητείας μου. Προς το τέλος της θητείας μου που δεν τα βρήκα, είχα μιλήσει με τον Άρη. Πήγα στην προπόνηση και δεν με άφησαν να αλλάξω. Δηλαδή στα αποδυτήρια δεν είχε ρούχα και μου είπαν πρώτα να μιλήσω με τη διοίκηση και μετά να γυρίσω για προπόνηση. Έγινε γιατί δεν είχα συμφωνήσει για να ανανεώσω το συμβόλαιο και έτσι δεν έκανα προπόνηση, δεν τα βρήκα και πήγα στον Άρη».
- Νευριάσατε;
«Με νευρίασε γιατί δεν είχα δώσει το παραμικρό δικαίωμα, είχαμε μιλήσει, είχαμε συμφωνήσει αλλά δεν ήταν κάτι οριστικό. Αυτή η κίνηση δεν ήταν ό,τι καλύτερο και κάπως έπαιξε και αυτό ρόλο για να αρνηθώ την ανανεώσω. Δεν είδα με καλό μάτι τη συνέχεια».
- Ήταν εύκολη απόφαση από τον Ηρακλή να πάτε στον Άρη;
«Δεν ήταν εύκολη απόφαση γιατί ο Άρης τότε ήταν στις τελευταίες θέσεις και πάλευε να σωθεί και δεν ήταν εύκολο και για εμένα που ήμουν 4 χρόνια στον Ηρακλή, να φύγω και να πάω σε μία άλλη ομάδα της Θεσσαλονίκης. Αλλά έτσι είναι το επάγγελμα του ποδοσφαιριστή, μίλησα με τους ανθρώπους του Άρη και από την πρώτη στιγμή μου έδωσαν να καταλάβω ότι πιστεύουν σε εμένα».
- Τι ήταν αυτό που σας έπεισε;
«Από την πρώτη στιγμή που μίλησα με προπονητή και πρόεδρο μου έδωσαν να καταλάβω το πρότζεκτ. Μου εξήγησαν ότι ο πρώτος στόχος ήταν να σωθούμε και από τη νέα χρονιά να φτιάξουμε κάτι μεγάλο και να είναι η ομάδα στις υψηλές θέσεις».
«Δεν θα ξεχάσω τους 5 χιλιάδες οπαδούς του Άρη που μας περίμεναν για τον τελικό παρότι είχαμε πέσει κατηγορία»
-Είχατε υποβιβαστεί κιόλας τότε…
«Εκείνη τη σεζόν με στιγμάτισε που πέσαμε στη Β' Εθνική και συγχρόνως όταν πήγαμε στο ματς με μισή ομάδα. Αλλά δεν θα ξεχάσω όταν πήγαμε να παίξουμε τελικό κυπέλλου στην Πάτρα και μας περίμεναν 5.000 άτομα».
- Πώς ήταν το συναίσθημα στον τελικό;
«Το να έχεις πέσει κατηγορία και να πας να παίξεις τελικό Κυπέλλου… Τα συναισθήματα είναι περίεργα αλλά πρόκειται για έναν τίτλο παρότι είχε γίνει ό,τι έχει γίνει. Απέναντι μας είχαμε μία τρομερή ομάδα όπως ο Ολυμπιακός και θυμάμαι ότι είχαμε μία καλή ευκαιρία να βάλουμε γκολ πρώτοι αλλά τελικά χάσαμε 3-0. Θυμάμαι και την γκολάρα του Ριβάλντο που είχε σκοράρει σχεδόν από το κόρνερ. Είναι από τα γκολ που δεν βλέπεις συχνά στο ποδόσφαιρο».
- Τι θυμάστε περισσότερο από εκείνη τη διαδρομή;
«Η Ξάνθη ήταν σίγουρη ότι θα περνούσε στον τελικό γιατί είχαμε απουσίες και είχε πέσει και η ομάδα. Είχαμε χάσει στην έδρα μας με 2-1 και νικήσαμε με 2-0 στην έδρα τους και περάσαμε στον τελικό. Όταν γυρίσαμε στη Θεσσαλονίκη μας περίμεναν πάνω από 5 χιλιάδες κόσμος να μας αποθεώσει. Δεν ξέρεις αν πρέπει να χαρείς ή όχι που είσαι στη θέση του κόσμου. Αλλά είναι ένας τίτλος και πρέπει να παίξεις γι’ αυτό».
- Πώς συνδυάστηκε η Ευρώπη με τη Β' Εθνική;
«Θυμάμαι ότι είχαμε παίξει με τη Ρόμα και ήταν ξεχωριστή εμπειρία. Δεν παίζεις κάθε μέρα κόντρα στον Τότι, ήταν ματς εμπειρίας και είναι αυτά που θυμάσαι στην καριέρα του. Είχαμε άγχος πριν τα παιχνίδια αλλά πρέπει να είναι δημιουργικό γιατί αυτό σε κάνει και καλύτερο σε ότι κάνεις. Ήταν ωραία εμπειρία, το σκορ μας πλήγωσε γιατί χάσαμε με 5-1 στη Ρώμη αλλά είναι από τα παιχνίδια που χαίρεσαι να παίζεις».
- Αλλά επιστρέψατε στην πρώτη κατηγορία...
«Είχαμε μία βαριά τιμωρία με κεκλεισμένων και ήταν μία δύσκολη χρονιά γιατί ήμασταν φαβορί για να ανέβουμε αλλά στο ποδόσφαιρο αν δεν προσπαθήσεις, δεν τρέξεις, δεν σκοράρεις, με τη φανέλα δεν καταφέρνεις τίποτα. Δύο χρόνια το είχαμε βιώσει αρκετά γιατί όλες οι ομάδες έδιναν το 110% για να μας νικήσουν και όταν δεν είχαμε και τον κόσμο μας έλειπε η δύναμη μας. Στο τέλος τα καταφέραμε όμως και επιστρέφοντας στην πρώτη κατηγορία, άρχισε η ανοδική πορεία του Άρη».
- Πείτε μας και για τον Μπάγεβιτς. Τι έφερε η έλευση του;
«Όταν ένας προπονητής έχει καταφέρει τόσα πράγματα, τι να πω για εκείνον (γέλια). Τα λέει όλα αυτό και έχει βοηθήσει πολλά παιδιά να κάνουν καριέρα, κάτι που δείχνει τη δουλειά που βγάζει. Είχε προσφέρει πάρα πολλά ως προπονητής. Ήταν άνθρωπος που όποτε έπρεπε ήταν σοβαρός και πειθαρχημένος αλλά δεν ήταν απόμακρος όπως έλεγαν μερικοί».
«Μου στοίχισε ο χαμένος τελικός του 2009, ο Άρης ήθελε να στείλει τον Αβραάμ στον Παναθηναϊκό και εκείνος ήθελε Ολυμπιακό»
- Πήγατε ξανά τελικό με τον Άρη. Πώς το ζήσατε;
«Μας στοίχισε εκείνος ο τελικός με τον Ολυμπιακό. Είχαμε κάνει εξαιρετική χρονιά, είχαμε πάρει πολλά καλά αποτελέσματα και γενικά ήμασταν σε ένα πολύ καλό επίπεδο. Ο Ολυμπιακός είχε κατακτήσει το πρωτάθλημα αρκετό καιρό πριν τον τελικό και όλοι έλεγαν ότι οι παίκτες είναι ήδη... διακοπές. Εμείς θα πηγαίναμε ως η ομάδα που ήταν σε καλή φόρμα αλλά δεν καταφέραμε σε εκείνο το ματς να πάρουμε τον τίτλο και αυτό μας στοίχισε και ειδικά σε εμένα».
- Γιατί τόσο πολύ;
«Γιατί ήμουν αρχηγός, το είχαμε πιστέψει πολύ. Ο Ολυμπιακός δεν είχε ρυθμό 20 μέρες αγωνιστικά. Τότε υπήρξε και ένα θέμα και είχε μείνει εκτός ο Λούα Λούα, προπονητές ήταν ο Μπάντοβιτς με τον Σεγκούρα. Είχαμε και 15 χιλιάδες οπαδούς στο Καυτατζόγλειο, οπότε θεωρούσαμε ότι μπορούμε να το πάρουμε. Τελικά στο παιχνίδι που πρέπει να είσαι όπως πρέπει, δεν είσαι τελικά. Ο Ολυμπιακός είχε και παίκτες όπως τον Γκαλέτι, τον Κοβάσεβιτς, τον Τζόρτζεβιτς αλλά ήταν μία... σφαλιάρα για εμάς».
- Τι πήγε στραβά;
«Δεν πιάσαμε ως ποδοσφαιριστές τα στάνταρ που μπορούμε. Αυτό πιστεύω».
- Είχατε άγχος;
«Κοίτα ο Ολυμπιακός έχει πιο συχνά παρουσία σε τέτοια παιχνίδια. Εμείς το θέλαμε πάρα πολύ και όταν έχεις να κάνεις με έναν τίτλο, σε βαραίνει ακόμα περισσότερο».
- Ποια είναι η ιστορία με τη μεταγραφή του Αβραάμ;
«Ξεκινήσαμε την προετοιμασία και ο Αβραάμ ήταν να φύγει με μεταγραφή. Στον Άρη ήθελαν να τον δώσουν στον Παναθηναϊκό, εκείνος ήθελε Ολυμπιακό. Ο Μπάγεβιτς δεν τον υπολόγιζε, ο Αβραάμ ήθελε να είναι μέρος της ομάδας και κάπου εκεί ήρθε και η αποχώρηση του Μπάγεβιτς».
- Είχατε επαφή με τον Αβραάμ;
«Και βέβαια. Εγώ ήμουν εκείνος που στην πρώτη προπόνηση στο Χαριλάου τον περίμενε ο κόσμος έξω για να τον αποδοκιμάσει και τον πήρα με τον αμάξι και φύγαμε. Την ίδια μέρα, είχαμε ξεκινήσει την προπόνηση, ο Μπάγεβιτς παρεξηγήθηκε με αυτά που έλεγε ο κόσμος για τον Αβραάμ και έτσι αποχώρησε».
- Στο αμάξι τι έλεγε;
«Ήταν μικρός σε ηλικία τότε και ήταν κάτι πρωτόγνωρο για εκείνον. Στεναχωρήθηκε προφανώς που τον αποδοκίμαζαν αλλά συγχρόνως ήθελε πολύ να πάει στον Ολυμπιακό».
- Και τελικά πήγε στον Ολυμπιακό...
«Από τη στιγμή που η διοίκηση είδε ότι ο Αβραάμ ήθελε μόνο Ολυμπιακό, τότε είπε εντάξει και τα βρήκε και με τα λεφτά».
«Έβλεπα πράγματα που δεν μου άρεσαν στον Άρη»
- Παράλληλα αποχωρήσατε και εσείς. Γιατί;
«Εγώ έβλεπα κάποια πράγματα που δεν μου άρεσαν. Στην προετοιμασία είχα πει στον μάνατζερ μου να κλείσει ένα ραντεβού με τον πρόεδρο για να του πω να φύγω. Ήμασταν Γερμανία τότε και ήμουν αρχηγός και βασικός στον Άρη απλά έβλεπα κάποια πράγματα που δεν μου άρεσαν. Του είπα ότι η ομάδα δεν είναι σε καλό δρόμο έτσι όπως λειτουργεί και τότε ήρθαμε σε μία ρήξη, με αποτέλεσμα να κάνω προπονήσεις μόνος μου για λίγες μέρες. Μετά αποκλειστήκαμε από την Σλάβεν Μπελούπο της Κροατίας και μου είπαν να γυρίσω και μου ζήτησαν συγγνώμη. Τότε είπα ότι δεν έκανα κάτι κακό, οπότε αναγκάστηκα να φύγω. Δεν ήταν εύκολη απόφαση για εμένα, ειδικά όταν πήγα στον Ατρόμητο στη Β' Εθνική. Έφυγα πρωί Παρασκευής, έφτασα Αθήνα και στο αεροδρόμιο με περίμενε ο κ. Αγγελόπουλος. Πήγαμε στα γραφεία, υπέγραψα, έκανα προπόνηση απόγευμα, το Σάββατο πρωί άλλη μία και την Κυριακή έπαιξα και νικήσαμε τη Βέροια με 3-0».
- Τι είχε συμβεί στην προετοιμασία;
«Θυμάμαι ότι ήμασταν 3-4 Έλληνες μόνο, δεν είχαμε κουραστεί καθόλου στην προετοιμασία, δεν τρέξαμε. Ήταν λίγο διαφορετικά απ’ ότι είχα μάθει εγώ και έλεγα ότι δεν θα καταφέρουμε πράγματα αν συνεχίσουμε έτσι. Εγώ αν δεν τρέξω στην προπόνηση, δεν θα μπορώ να αποδώσω στον αγώνα. Όλο αυτό δεν μου άρεσε και ο πρόεδρος θεωρώ πως το κατάλαβε πολύ αργότερα».
- Πώς σας έπεισε ο Ατρόμητος;
«Είχα πρόταση και από την Καβάλα και από τον Ατρόμητο. Ο Ατρόμητος ήταν μία οργανωμένη ομάδα, είχα ακούσει τα καλύτερα για τον κ. Σπανό, η πρόταση ήταν καλή και ότι το πέρασμα από τη Β' Εθνική θα ήταν σύντομο. Θα έλεγα ότι ήταν από τις πάρα πολύ καλές επιλογές που έκανα ποδοσφαιρικά. Γιατί ο Ατρόμητος κάθε χρόνο γίνεται όλο και καλύτερος και οι άνθρωποι που είναι στην ομάδα, είναι άτομα που πρέπει να βρίσκονται στο ελληνικό ποδόσφαιρο».
- Και εκεί πήρατε την άνοδο...
«Είχαμε τον Κοκότοβιτς, ήταν ωραία στιγμή και τα καταφέραμε αμέσως και μετά ήρθε ο Δώνης».
- Ποια ήταν η πιο έντονη άνοδος που πήρατε;
«Με τον Άρη ήταν πιο έντονη γιατί ήρθε την τελευταία αγωνιστική. Με τον Ατρόμητο ήταν πιο... εύκολη γιατί το είχαμε εξασφαλίσει νωρίτερα».
- Τι έφερε η έλευση του Δώνη;
«Θεωρώ ότι είναι από τους καλύτερους Έλληνες προπονητές. Είναι σύγχρονος στα τελευταία χρόνια και ο κόουτς που αρκετοί ποδοσφαιριστές μάθαμε τακτική δίπλα του. Έχει όλο το πακέτο, την ανάλυση, το πώς αναλύει τον αντίπαλο και προσεγγίζει το ματς. Όλα αυτά τα χρόνια έχει πάρει πολλές εμπειρίες και εξελίχθηκε στο να γίνει πολύ καλός προπονητής. Έχω μεγάλο σεβασμό για εκείνον καθώς πήγε τον Ατρόμητο σε δύο τελικούς. Όταν καταφέρνεις κάτι τέτοιο, καταλαβαίνεις ότι κάτι κάνει σωστά».
- Είχατε καλή σχέση μαζί του;
«Όταν τον είχα προπονητή, γνωριζόμασταν από την ΑΕΛ. Τότε είχαμε κάνει και μία κουβέντα, όταν ήμουν στον Άρη για να γυρίσω στην ΑΕΛ. Αλλά όταν πήγε στην ΑΕΚ δεν προχώρησε η μεταγραφή. Τώρα έχουμε διαφορετική σχέση καθώς η γυναίκα μου του έχει βαφτίσει το παιδί, είμαστε κουμπάροι. Αλλά σας εξηγώ πως ήταν ως προπονητής».
«Έλεγα τρίτη και 'φαρμακερή' με Ατρόμητο αλλά...»
- Στον τελικό με την ΑΕΚ... τι θυμάστε;
«Παίξαμε πολύ καλό ποδόσφαιρο, ήμασταν σε καλή κατάσταση αλλά σε εκείνο το ματς η ΑΕΚ είχε επίσης μία καλή ομάδα. Και πάλι δεν είχαμε ως ομάδα καμία σχέση με αυτή που είχαμε παρουσιάσει σε όλη τη διάρκεια. Όταν δεν έχει πείρα από τέτοια ματς, είναι πιο δύσκολο. Αυτό μάλλον μας κόστισε όταν πήγαμε στον τελικό. Δεν ήταν ένα ματς εύκολο γενικά, καθώς είχαν γίνει κάποια επεισόδια. Υπάρχει απογοήτευση όταν δεν νικάς έναν τελικό αλλά είναι κέρδος για τον Ατρόμητο που πήγε τότε αλλά και την επόμενη χρονιά στον τελικό».
- Πώς ήταν η μέρα και γενικά η κατάσταση πριν το ματς;
«Το βάρος που ένιωθα εγώ ήταν λίγο μεγαλύτερο ως αρχηγός. Είχα περισσότερες ευθύνες, η εξέλιξη όλης της εβδομάδας ήταν πολύ καλή αλλά εμείς δεν παρουσιαστήκαμε καλοί στον αγωνιστικό χώρο. Αυτό που θυμάμαι είναι όσα έγιναν στο τέλος και είναι άσχημο γιατί συνδυάζεται μία γιορτή με τέτοιες εικόνες. Κάτι σαν τον φετινό τελικό που έγινε χωρίς οπαδούς».
- Γιατί φύγατε από εκεί;
«Ο Ατρόμητος μου έκανε πρόταση να μείνω αλλά η ΑΕΛ είχε πέσει στη Β' Εθνική και με προσέγγισαν να γυρίσω πίσω στην ομάδα. Ο κ. Πηλαδάκης μου είχε αναλύσει ένα ωραίο πλάνο και πρότζεκτ. Προπονητής ήταν ο Κόουλμαν και γενικά είχαμε δυνατό ρόστερ με Ιγκλέσιας, Ρομέου... Έτσι πήρα την απόφαση να επιστρέψω πίσω. Πίστευα ότι θα ανεβαίναμε αλλά παρότι ξεκινήσαμε δυναμικά, μετά πέσαμε. Τον Γενάρη αλλάξαμε προπονητή, έφυγαν παίκτες και εκεί η ομάδα δεν τα κατάφερε και δεν ανεβήκαμε. Είναι από τις στιγμές που δεν μου άρεσε στην καριέρα μου».
- Και παραμείνατε εκεί...
«Με την ΑΕΛ έπαιξα στη Β', έμεινα όταν έφυγε ο Πηλαδάκης και πέσαμε στη Γ' Εθνική, πήραμε και το κύπελλο, ανεβήκαμε και μετά ήρθε ο Κούγιας και αποχώρησα».
- Τι έγινε και φύγατε από την ΑΕΛ;
«Γιατί στην ομάδα ήθελαν να επενδύσουν σε πιο νέο αίμα. Ο Κούγιας έφερε νέο προπονητή που ήθελε νεαρούς ποδοσφαιριστές. Ήταν μία απόφαση της διοίκησης και του προπονητή και έτσι δεν συνέχισα».
- Ήταν δύσκολο να αποχωρήσετε;
«Ήταν πάρα πολύ δύσκολο γιατί ήθελα να φύγω μόλις ανέβαζα την ομάδα στην Α' Εθνική. Δεν ήθελα να την αφήσω στη Β' αλλά έχω πάρει πάρα πολλά πράγματα από την ομάδα. Και εγώ από την πλευρά μου έχω δώσει πολλά».
«Δεν θα ξεχάσω ποτέ την στιγμή που χτύπησε το τηλέφωνο για να υπογράψω στην ΑΕΛ»
- Παίξατε μέχρι τα 45 σας. Ποιο είναι το... ελιξίριο;
«Ήμουν χαρούμενος με αυτό που έκανα. Είχα προτάσεις από Β' Εθνική αλλά επειδή είχα οικογενειακά θέματα, έπρεπε να μείνω στη Λάρισα. Έτσι πήγα σε ομάδα του τοπικού, πήγαμε στη Γ' Εθνική με μία ομάδα στα Φάρσαλα και ήταν ωραία γιατί γύρισα σπίτι μου. Οσο για την ηλικία, θεωρώ ότι ήταν η καθημερινή δουλειά, το γεγονός ότι δεν είχα σοβαρούς τραυματισμούς, έκανα πολλή προπόνηση, καλή ζωή- δεν είχα πιει αλκοόλ δεν είχα κάνει τσιγάρο- και ο συνδυασμός όλων, ήταν το... μυστικό να παίζω μέχρι τότε».
- Είχατε παίξει και πολλά ματς...
«Σημαντικό είναι η προπόνηση, να ξεκουράζεσαι, να τρως σωστά, να γυμνάζεσαι όπως πρέπει και να μην έχεις τραυματισμούς. Αυτά ήταν και για αυτό έπαιζα μέχρι τα 45».
- Μπορούσατε και παραπάνω να παίξετε;
«Πιστεύω πως ναι αλλά ήθελα να σταματήσω σε ένα καλό επίπεδο. Όχι σε στιγμή που να μην μπορώ και να μην αρέσω. Πρέπει να αρέσει στον οπαδό αυτό που βλέπει από εμένα».
- Μετά το ποδόσφαιρο τι ακολουθεί;
«Εχω ασχοληθεί με την προπονητική. Είναι το ίδιο μικρόβιο που είχα ως ποδοσφαιριστής και θα ήθελα να ασχοληθώ σε επαγγελματικό επίπεδο. Σε καθημερινή βάση προσπαθώ να εξελίσσομαι όλο και περισσότερο. Όταν σου αρέσει κάτι, γίνεσαι και καλύτερος. Αυτό που προσπαθώ αυτή τη στιγμή είναι να έχω σε υψηλό επίπεδο τις γνώσεις μου γύρω από αυτό».
- Τι θυμάστε πιο έντονα;
«Αυτό που δεν μπορώ να ξεχάσω είναι όταν στα 18 μου, πήρα μεταγραφή στην ΑΕΛ. Κάτι που είχα όνειρο από μικρό παιδί και εκείνη η στιγμή που χτύπησε το τηλέφωνο για να πάω να υπογράψω, είναι μία στιγμή που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Θυμάμαι επίσης και κάθε παιχνίδι που χάσαμε σε τελικούς. Η στεναχώρια και η απογοήτευση για έναν τίτλο που δεν έχεις ξαναπάρει. Όμως στο τέλος η αγάπη του κόσμου είναι αυτό που μένει».
- Δυσκολότερη έδρα
«Δύσκολη ερώτηση και αυτή. Θα πω το Γεντί Κουλέ του ΟΦΗ, όπως και η Τούμπα του ΠΑΟΚ αλλά και η Λεωφόρος του Παναθηναϊκού. Είναι ποδοσφαιρικά γήπεδα. Η Τούμπα έχει δική της ατμόσφαιρα, πίεση και φανατισμό. Ειδικά για ντέρμπι κόντρα στον Άρη, γίνεται χαμός».
- Εκτός από την πρόταση με τον Παναθηναϊκό, άλλη πρόταση από Big 4;
«Τη χρονιά που πήγε ο Μπάγεβιτς στην ΑΕΚ όταν είχε υποβιβαστεί η ομάδα, για λίγο δεν έγινε η μεταγραφή. Είχαμε συζητήσει μαζί αλλά τελείωνε ο χρόνος των μεταγραφών και δεν μπορούσα να περιμένω. Είχε γίνει και ένας πανικός τότε με εκείνον και τους οπαδούς. Ο χρόνος με πίεζε πάρα πολύ και έτσι δεν πήγα αλλά δεν μπορώ να πω ότι έχω παράπονο από την καριέρα μου».
- Εξωτερικό;
«Όχι, όχι. Κάτι επίσημο δεν είχα».
- Ποιον τελικό έχετε ως... απωθημένο;
«Έλεγα τρίτη και... φαρμακερή με τον Ατρόμητο αλλά δεν τα κατάφερα. Αλλά αυτό που με πείραξε περισσότερο ήταν το κύπελλο με τον Άρη κόντρα στον Ολυμπιακό. Και οι άλλοι με πείραξαν αλλά νομίζω ότι σε εκείνο το ματς ένιωθα ότι είμαι πιο κοντά».
- Θα ανταλλάζατε την καριέρα σας για να κατακτήσετε ένα κύπελλο;
«Καλή και δύσκολη ερώτηση. Κοίτα το να έχω ένα κύπελλο και να μην καταφέρω όσα κατάφερα, όχι δεν θα αντάλλαζα την καριέρα μου. Έχω παίξει τόσα ματς, να είμαι αρχηγός, να έχω αλλάξει 50 προπονητές και τόσες ομάδες, δεν αλλάζεται».
«Η συμβουλή που μου έμεινε από τον Δανιήλ στο γραφείο του…»
- Υπάρχει κάποια συμβουλή θυμάστε μέχρι τώρα;
«Συμβουλές είχα πάρει πολλές, ειδικά στην αρχή της καριέρας μου. Οι «μεγάλοι» σε έβριζαν, σου φώναζαν αλλά όλο αυτό γινόταν επειδή έβλεπαν σε εσένα πράγματα. Ήταν απαιτητικοί όχι από κακία αλλά επειδή πίστευαν σε εσένα. Αυτές οι συμβουλές με έκαναν καλύτερο. Θυμάμαι λίγο πιο έντονα τον Δανιήλ που μου φώναζε στην προπόνηση και σαν μικρός εγώ, 'μαζευόμουν' και κάποια στιγμή με φώναξε στο γραφείο και μου εξήγησε γιατί μου φωνάζει. Μου είχε πει ότι σε εμένα έβλεπε ταλέντο και ότι έχω τα φώτα να κάνω πράγματα. Αυτό ήταν που μου έμεινε. Όταν μου φώναζαν μετά από αυτό, δεν με πείραζε. Επίσης θυμάμαι που μου έλεγε ότι την καινούρια χρονιά ‘καθάρισε τον πάγκο γιατί θα κάθεσαι δίπλα μου’ και του απάντησα: 'Φέρε και τον καλύτερο, εγώ θα παίζω'. Και όντως έπαιζα. Γιατί το πίστευα, δεν με ενδιέφερε αν θα έρθει ένα καλύτερο όνομα. Είχα θάρρος και θράσος».
- Δυσκολότερος αντίπαλος
«Πφφφ... Θυμάμαι πιο έντονα τον Καραπιάλη. Ήταν 'άλλος' παίκτης, με είχε δυσκολέψει πάρα πολύ όπως και ο Τζόρτζεβιτς. Ο Καραγκούνης ήταν επίσης ένας ποδοσφαιριστής που ήταν δύσκολος στον αγωνιστικό χώρο ειδικά όταν τον είχα man-to-man».
- Σε πόσες θέσεις παίξατε;
«Αμυντικός χαφ, δεξιός και αριστερός μπακ, στόπερ, δεξιός χαφ... Μου ταίριαζε περισσότερο αμυντικός χαφ θεωρώ».
- Είχατε γούρια;
«Όλοι οι ποδοσφαιριστές νομίζω έχουν γούρια. Ή θα είναι λίγοι όσοι δεν έχουν. Ήθελα να έχω ίδια παπούτσια, ίδιες κάλτσες αλλά σε κάποιο διάστημα είχα το εσώρουχο ως γούρι».
- Που αφιερώνετε την καριέρα σας;
«Ό,τι έχω καταφέρει σίγουρα το έχω κάνει για τα παιδιά. Όταν ξέρεις ότι σε βλέπουν, τα πάντα πηγαίνουν σε αυτά».
- Για όλη αυτή την πορεία, ποιους θα θέλατε να ευχαριστήσετε;
«Θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους για όσα κατάφερα γιατί πήρα από όλους τους συμπαίκτες και τους προπονητές πράγματα. Έγινα καλύτερος ως άνθρωπος αλλά ως ποδοσφαιριστής. Πήρα πάρα πολλά πράγματα και όταν είσαι σε αυτόν τον χώρο, είναι η οικογένεια σου γιατί είσαι συνέχεια μαζί τους. Δεν μπορείς να του ξεχάσεις και πρέπει να τους ευχαριστείς».
Photo Credits: Ευαγγελία Λώλου