Γιούργκεν Κλοπ: Ένας κανονικός άνθρωπος στο «Άνφιλντ»
Στο παρελθόν, αν του πρόσφεραν τσάι, θα απαντούσε παραξενεμένος “όχι ευχαριστώ, δεν είμαι άρρωστος”. Σήμερα, πίνει μόνο τσάι -στο σπίτι του δεν έχει καν μηχανή καφέ. Το σερβίρει σε μια κούπα με τα χρώματα της Λίβερπουλ, όπου αναγράφεται η ιδιότητα, με την οποία συστήθηκε στην πρώτη παρουσίασή του από την ομάδα: “The Normal One”. Κι αυτά ήταν special νέα για τους απανταχού φαν των “κόκκινων”.
Ακριβώς οκτώ χρόνια μετά την ανακοίνωσή του ως προπονητής της Λίβερπουλ (στις 8 Οκτωβρίου του 2015), ο Γιούργκεν Κλοπ δεν έχει αλλάξει μόνο τις καθημερινές του συνήθειες. Έχει αλλάξει την ιστορία. Κι έχει ενσωματωθεί όχι μόνο στις βρετανικές παραδόσεις και συνήθειες, αλλά και στο βαριάς κληρονομιάς και μνήμης Άνφιλντ σαν “ένας από μας”. Ένας κανονικός άνθρωπος, που δεν θα περπατήσει ποτέ μόνος…
Ο εκδηλωτικός Γερμανός, με τους χαρακτηριστικούς πανηγυρισμούς, το απίστευτο λέγειν και το πηγαίο χιούμορ έχει σταθεί την τελευταία οκταετία ακριβώς ο ηγέτης που αναζητούσε η Λίβερπουλ, ένας σύλλογος με μακρά ιστορία, αυθεντική ταυτότητα και ιδιαίτερη προσωπικότητα.
Ενσωματώθηκε στον παλμό της, στους πόνους, στα όνειρα, στην ίδια τη φιλοσοφία μιας ομάδας γαλουχημένης μέσα από αγώνες, θριάμβους και τραγωδίες. Παράλληλα της ενσωμάτωσε τη δική του θετική φιλοσοφία ζωής, μια οπτική αισιοδοξίας και πίστης σε ένα μέλλον φωτεινό, αντάξιο της ιστορίας, που εδραίωσαν μορφές όπως ο Μπιλ Σάνκλι και ο Μπομπ Πέισλι.
Ο προπονητής των ρεκόρ
Τον περασμένο μήνα πέτυχε ακόμα ένα ρεκόρ στην ιστορία της Λίβερπουλ, με την 50ή του νίκη στο Ευρωπαϊκά Κύπελλα ως προπονητής της. Έρχεται να προστεθεί στα επτά τρόπαια που έχει ήδη κατακτήσει με την ομάδα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται ένα Champions League το 2019 (συν άλλες δύο συμμετοχές σε τελικούς το 2018 και το 2022), ένα Κύπελλο Αγγλίας (που ήρθε ύστερα από 16 χρόνια αναμονής το 2022) κι ένα πρωτάθλημα Αγγλίας το 2020.
Ειδικά ο τελευταίος τίτλος, που είχε να έρθει στο λιμάνι του Λίβερπουλ 30 χρόνια, κατακτήθηκε με απαράμιλλο βρετανικό στιλ -και γερμανική αποφασιστικότητα- καθώς οριστικοποιήθηκε επτά αγωνιστικές πριν το τέλος της σεζόν.
Με βάση τα επιτεύγματά του στη Λίβερπουλ, μπορεί να συγκριθεί μόνο με έναν προπονητή, τον σερ Άλεξ Φέργκιουσον, καθώς είναι ο 2ος μετά τον Φέργκιουσον, που κατέκτησε και το Champions League και τα τρία μεγάλα εγχώρια Κύπελλα με τον ίδιο σύλλογο. Η διαφορά είναι ότι ο σερ Άλεξ χρειάστηκε 12 χρόνια για να το πετύχει με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, ο Κλοπ, όμως, το πέτυχε στα πρώτα έξι.
Ο αγαπημένος της εξέδρας
Μια περίοδος όχι τόσο πετυχημένη όπως η περσινή, δεν έχει κλονίσει τους δεσμούς που “έχτισε” στο Λίβερπουλ, όπου ο ίδιος έχει ήδη σπάσει το προσωπικό του ρεκόρ παραμονής σε σύλλογο. Ως προπονητής, στο παρελθόν είχε δουλέψει μόνο σε δύο ομάδες, στις γερμανικές Μάιντς και Μπορούσια Ντόρτμουντ, από επτά χρόνια στην κάθε μία.
Στη Λίβερπουλ συμπληρώνει σήμερα τα οκτώ κι έχει βάσει συμβολαίου, άλλα τρία μπροστά του, καθώς πέρσι τον Απρίλιο, η συνεργασία του με την ομάδα που κανονικά έληγε το 2024, επεκτάθηκε για άλλα δύο χρόνια (μέχρι το καλοκαίρι του 2026). Το ανακοίνωσε ο ίδιος στους οπαδούς της Λίβερπουλ, σε βίντεο, στο οποίος δήλωνε “ενθουσιασμένος, εκστασιασμένος και συνεπαρμένος” και εξηγούσε ότι αποφάσισε να μείνει ως καλός σύζυγος, γιατί το ήθελε η γυναίκα του, Ούλα. Είπαμε, είναι ένας κανονικός άνθρωπος. Που αν ταυτίσουμε το κανονικό με το στερεότυπο, μερικές φορές κάνει όχι και τόσο κανονικά πράγματα...
Οι πανηγυρισμοί του, οι εκφράσεις και οι αντιδράσεις του πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το τέλος κάθε αγώνα έχουν γίνει αντικείμενο πολλών viral βίντεο στο Διαδίκτυο. Για -κανονικός- Γερμανός είναι ιδιαίτερα εκδηλωτικός, ωστόσο οι θεωρητικά φλεγματικοί Άγγλοι οπαδοί της Λίβερπουλ, δεν είναι αρκετά φλεγματικοί για να μη τον αποθεώνουν έξαλλα σε κάθε του κίνηση.
Η σχέση του με το κοινό της Λίβερπουλ είναι θερμή, αυθεντική και αμοιβαία. “Έχουμε δημιουργήσει μια εξαιρετική σχέση με τους οπαδούς μας” έχει παραδεχτεί. “Λατρεύω τον τρόπο, με τον οποίο ζουν το ποδόσφαιρο στο Λίβερπουλ”.
Είναι μόνο ποδόσφαιρο...
Οι οπαδοί της Λίβερπουλ ανά τον πλανήτη τον λάτρεψαν από την πρώτη παρουσίαση, όταν κλήθηκε να χαρακτηρίσει τον εαυτό του σε σύγκριση με το ιστορικό “special one” του Μουρίνιο. Επέλεξε για τον εαυτό του το “the normal one”, στο οποίο εμμένει και μετά την κατάκτηση των μεγάλων τίτλων.
“Είμαι 100% ένας κανονικός άνθρωπος” δήλωσε σε συνέντευξή του στην κρατική τηλεόραση της Γερμανίας. Το είπα, γιατί έτσι βλέπω τον εαυτό μου, όχι για να σκέφτεται ο κόσμος πως κάνω τον ταπεινό, ενώ ξέρω πως είμαι κάποιος ξεχωριστός. Ξέρω περισσότερα από άλλους για το ποδόσφαιρο, το σκέφτομαι τόσο συχνά, που είναι σχεδόν παράξενο, όμως αυτό δεν με κάνει ξεχωριστό. Απλώς τυχερό. Αν συνέβαινε πριν 500 χρόνια, δεν θα με βοηθούσε σε τίποτα.
Άρα είμαι πολύ τυχερός, γιατί η καλύτερη ικανότητά μου είναι σε κάτι που στην εποχή μου έχει ζήτηση και ανταμείβεται. Ξέρω προπονητές χόκεϊ, που δουλεύουν πέντε φορές περισσότερο από μένα και κερδίζουν το 4% από ό,τι κερδίζω. Αν δεν ήμουν χαρούμενος με τη ζωή μου, θα ήμουν στ’ αλήθεια τρελός, όμως είμαι αρκετά έξυπνος ώστε να μην υπερεκτιμώ τον εαυτό μου, να μη λέω ότι έγινα κάποιος. Είναι περίεργο, γιατί στην τελική είναι μόνο ποδόσφαιρο, σωστά;”
Παίκτης 5ης κατηγορίας, με μυαλό για Bundesliga
Μέχρι στιγμής, το ποδόσφαιρο έχει σταθεί η ζωή του Γιούργκεν Κλοπ, σίγουρα το μεγάλο του ταλέντο, όπως διαπίστωσε και ο διευθυντής του σχολείου του στο Δημοτικό, σε μια ελαφρώς τραυματική παιδική ανάμνηση, που μνημονεύει συχνά σε συνεντεύξεις του: “Όταν ήμουν στο Δημοτικό, κέρδισα το αθλητικό βραβείο, ενώ οι καλύτεροι μου φίλοι πήραν τα βραβεία επιστήμης και γλώσσας. Την ώρα της απονομής, μπροστά σε όλα τα παιδιά, ο διευθυντής του σχολείου, μου είπε από το μικρόφωνο: “Ελπίζω να σου πάνε όλα καλά με το ποδόσφαιρο, γιατί αν όχι, πραγματικά ανησυχώ για σένα”. Τον καταλαβαίνω, αλλά ήταν ανάγκη να το πει μπροστά σε όλους;”. Γεγονός είναι πως ο διευθυντής του Δημοτικού, κατά μία έννοια, δικαιώθηκε.
Ο δρόμος του Γιούργκεν Κλοπ παρέμεινε απόλυτα συνδεδεμένος με το ποδόσφαιρο, από τότε που ήταν έξι ετών κι έπαιζε, ύστερα από προτροπή του πατέρα του, στην ομάδα του Γκλάτεν, ενός μικρού παραδοσιακού χωριού στον Μέλανα Δρυμό. “Μέτριος παίκτης, γεννημένος ηγέτης” έχει πει γι’ αυτόν ο πρώτος προπονητής του, Ούρλιχ Ρας.
Το 1990, στα 23 του εντάχθηκε στη Μάιντς, ομάδα Β’ κατηγορίας, αρχικά ως επιθετικός, αργότερα πέρασε στην άμυνα. Για τις επιδόσεις του ως ποδοσφαιριστής, ο ίδιος έχει σχολιάσει: “Ποτέ δεν κατάφερα να εφαρμόσω στο γρασίδι αυτά που περνούσαν από το μυαλό μου. Είχα ταλέντο παίκτη 5ης κατηγορίας και μυαλό παίκτη Μπουντεσλίγκα. Το αποτέλεσμα ήταν μια καριέρα στη δεύτερη κατηγορία”.
To “heavy metal” στα ποδοσφαιρικά σαλόνια
Στη Μάιντς έκανε και τα πρώτα του βήματα ως προπονητής, επιδεικνύοντας από την αρχή το ταλέντο της ρητορικής που τον είχε ήδη κάνει τον πιο δημοφιλή αρχηγό της ομάδας. Στις πρώτες του δύο σεζόν την οδήγησε σε τροχιά ανόδου, το πέτυχε τελικά την τρίτη και το 2004 έκανε την εμφάνισή του στην Bundesliga σε ηλικία 37 ετών. Έδειχνε διαφορετικός, ήταν διαφορετικός -προσοχή όχι special, normal πάντα.
Ήταν ο προπονητής που είχε εκμηδενίσει κάθε απόσταση με τους παίκτες του. “Πάντα ήθελα να είμαι ο προπονητής που αν ήμουν παίκτης, θα ήθελα να είχα” έχει πει. Η Μάιντς ήταν η ομάδα με τα απλά παιδιά της παμπ, που έφερε το heavy metal στη μεγάλη κατηγορία (ο ίδιος έχει χαρακτηρίσει “heavy metal” τον τρόπο με τον οποίο παίζουν οι ομάδες του) κι ο Κλοπ ο ιδανικός ηγέτης της.
Το όνειρο της Μάιντς στην Bundesliga κράτησε τρεις σεζόν, όμως η διαδρομή του συνεχίστηκε στη Ντόρτμουντ, την οποία οδήγησε σε δύο πρωταθλήματα και έναν τελικό Champions League. Το κλίμα για εκείνον χάλασε στην έβδομη σεζόν του στη Ντόρτμουντ, όταν η ομάδα κινδύνεψε με υποβιβασμό, όμως την τελευταία στιγμή έσωσε την παρτίδα, καθώς βγήκε 7η και και πήρε την τελευταία θέση για το Europa. Ο ίδιος είχε ήδη υποβάλλει παραίτηση, αναλαμβάνοντας την ευθύνη.
Ουδέν κακόν, αμιγές καλού. Οι οπαδοί της Ντόρτμουντ τον αποχαιρέτησαν, ως του άρμοζε, με τον ίδιο να κλαίει συγκινημένος και να υποκλίνεται στην εξέδρα και ο ο δρόμος για το τρίτο -και καλύτερο- κομμάτι της πορείας του χερ Κλοπ ως προπονητή, είχε μόλις ανοίξει.
Η χαρά της μπάλας στο Άνφιλντ
Μεγαλωμένος σε μια εποχή που η Λίβερπουλ μεγαλουργούσε, ο Κλοπ, που από μικρός παθιαζόταν με το αγγλικό ποδόσφαιρο και λάτρευε τον Μπιλ Σάνκλι, έφερε στο Λίβερπουλ τη φιλοσοφία του ανθρώπου, που χαίρεται κάθε στιγμή το όνειρό του Έδωσε στην ομάδα φρεσκάδα και φιλοδοξία, της θύμισε τη χαρά της μπάλας, με “στόχο πάντα το δημιουργικό κι επιθετικό ποδόσφαιρο”.
Με “όπλα” -μεταξύ άλλων- την ευφυία, την ποδοσφαιρική γνώση και σκέψη, τη δύναμη της πειθούς και τη φημισμένη ρητορική του, ένωσε όχι μόνο τους παίκτες, αλλά και όλους τους ανθρώπους του συλλόγου, ώστε να λειτουργούν ομαδικά (δημοσιεύματα υποστηρίζουν πως ξέρει τα ονόματα και των περίπου 80 υπαλλήλων, γιατί θέλει να κάνει τους πάντες να νιώθουν σημαντικοί).Μοίρασε ευθύνες, αρμοδιότητες και εξουσίες. Ενέπνευσε εμπιστοσύνη σε παίκτες – σταρ του παγκόσμιου ποδοσφαίρου, ενώ παράλληλα διατήρησε την αισιοδοξία του ακόμα και ύστερα από τις πιο επώδυνες ήττες.
Κι ίσως το κυριότερο, είναι ότι επανέφερε όχι μόνο στο Άνφιλντ, αλλά σε όλο τον κόσμο την αίσθηση του ποια είναι η Λίβερπουλ και ποια η θέση που της αξίζει. Της έδωσε πίσω την πραγματική της ταυτότητα κι έδωσε νέα δυναμική στο θρύλο της, που -στην τελική- καλλιεργείται κι είναι ακόμα ζωντανός, χάρις σε κανονικούς ανθρώπους...