Λουσιάνο Βερνίκε στο Gazzetta: «Έγραψα ένα βιβλίο για τον Ντιέγκο, όχι για τον Μαραντόνα»

Λουσιάνο Βερνίκε στο Gazzetta: «Έγραψα ένα βιβλίο για τον Ντιέγκο, όχι για τον Μαραντόνα»

Συνέντευξη στον Αλέξανδρο Λοθάνο

Ξυπνάει κάθε μέρα νωρίς το πρωί, όταν ακόμα κοιμούνται η γυναίκα και τα δύο παιδιά τους. Τέτοιες ώρες, δηλαδή, που στα νιάτα του ο Λουσιάνο Βερνίκε έμενε ξύπνιος, επιστρέφοντας από τη ντισκοτέκ μαζί με τον αδελφό του, για να θαυμάσει στην τηλεόραση τα κατορθώματα του Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα στην Ιταλία με την φανέλα της Νάπολι.

Τέσσερις δεκαετίες αργότερα, ο 54χρονος πλέον πτυχιούχος στην δημοσιογραφία που υπήρξε μέλος του μεγαλύτερου πρακτορείου ειδήσεων της Αργεντινής (DyN) και καθηγητής δημοσιογραφίας στο Πανεπιστήμιο, είχε το προνόμιο να γράψει το πιθανότατα πιο αποκαλυπτικό βιβλίο που έχει γραφτεί ποτέ για τον Ντιεγκίτο.

Το «Ντιέγκο: Εμπιστευτικό» (εκδ. Belle Epoque), όπου ο Φερνάντο Σινιορίνι, προσωπικός γυμναστής και ο πιο έμπιστος άνθρωπος του Ντιεγκίτο από την εποχή που έπαιζε ακόμα στη Μπαρτσελόνα, αφηγείται όσα έζησε δίπλα στον πιο χαρισματικό ποδοσφαιριστή που είδε ποτέ ο πλανήτης, ακόμα και όταν ο ίδιος έβαζε τρικλοποδιές στον εαυτό του με τις καταχρήσεις του.

Ο συγγραφέας άνω των είκοσι βιβλίων, τα οποία έχουν μεταφραστεί σε πάνω από είκοσι γλώσσες και μερικές… απίθανες όπως τα κορεατικά ή τα εσθονικά, μιλάει στο Gazzetta για το βιβλίο που παρουσιάζει την πιο θνητή πλευρά του ανθρώπου που ήταν ταυτόχρονα (ποδοσφαιρικός) Θεός (για όλο τον κόσμο) και Διάβολος (για τον ίδιο).

Με συγκίνηση, όμως, αναφέρεται και στο επίσης σοκαριστικά αληθινό «Ματωμένα Γκολ» (εκδ. Belle Epoque), όπου παρουσιάζει με σκληρές λεπτομέρειες το πώς δικτάτορες, πολιτικοί και διάσημες προσωπικότητες εκμεταλλεύτηκαν διαχρονικά το ποδόσφαιρο για ιδίον ώφελος.

Η συνέντευξη έλαβε χώρα στο περιθώριο της απόλυτα επιτυχημένης παρουσίασης των δύο βιβλίων του σε εκδήλωση που έλαβε χώρα στην ασφυκτικά κατάμεστη αίθουσα «Γιάννης Μαρίνος» του Συλλόγου «Οι Φίλοι της Μουσικής», υπό την αιγίδα της Πρεσβείας της Αργεντινής.

«Αυτή ήταν η πιο επιτυχημένη παρουσίαση που διεξάγεται υπό την αιγίδα της Πρεσβείας της Αργεντινής, κατά την τετράχρονη παραμονή μου στην Αθήνα», εκμυστηρεύτηκε ο πολιτιστικός πρόξενος Νικολά Πασαμάν στον συγγραφέα, ο οποίος στο πλευρό του είχε στο πάνελ τους δημοσιογράφους Χρήστο Σωτηρακόπουλο και Γιάννη Τσαούση, τον πολυπράγμων τραγουδιστή και ηθοποιό Γιάννη Ζουγανέλη, τον τραγουδιστή και ραδιοφωνικό παραγωγό Θοδωρή Μανίκα, τον μεταφραστή των δύο βιβλίων Γιώτη Παναγιωτά, αλλά και τον υπογράφοντα σε διττό ρόλο ομιλητή και διερμηνέα.

Κλου της εκδήλωσης, την οποία παρουσίασε – συντόνισε ο ραδιοφωνικός παραγωγός και τηλεοπτικός παρουσιαστής Γιάννης Κορδώνης, ο χαιρετισμός μέσω βίντεο του άλλοτε άσου του Παναθηναϊκού και νυν προπονητή στις ακαδημίες της Ρίβερ Πλέιτ, Χουάν Χοσέ Μπορέλι, ο οποίος είχε το προνόμιο για επτά χρόνια να είναι συμπαίκτης του (παλαίμαχου τότε) Μαραντόνα στα περίφημα τουρνουά Showbol σε όλο τον κόσμο.

image

«Το βιβλίο «Ντιέγκο: Εμπιστευτικό» γράφτηκε ουσιαστικά... μόνο του χάρη στον Φερνάντο Σινιορίνι»

- Πόσο καιρό σας πήρε για να γράψετε το «Ντιέγκο: Εμπιστευτικό»;

«Δεν μου πήρε πολύ καιρό, το πολύ έξι μήνες, γιατί ο Φερνάντο Σινιορίνι είναι ένας άνθρωπος που εκφράζεται στην εντέλεια, ξεκάθαρα, είναι πολύ διδακτικός και πολύ έξυπνος. Ουσιαστικά το βιβλίο γράφτηκε… μόνο του. Ο ρόλος του συγγραφέα, βεβαίως, είναι να κατευθύνει τον άνθρωπο με τον οποίο μιλάει, να τον βοηθάει όταν δεν θυμάται κάποια στοιχεία ή κάποιες ημερομηνίες. Αυτό δεν το λέω μόνο για το συγκεκριμένο βιβλίο, αλλά και για τις αυτοβιογραφίες του Κάρλος Μπιλάρδο και του Μάριο Αλμπέρτο Κέμπες, τις οποίες επίσης έχω γράψει και ήταν πιο δύσκολες στην παραγωγή, αφού χρειάστηκα περισσότερο καιρό για να διασταυρώσω στοιχεία και πληροφορίες. Με τον Φερνάντο όχι γιατί, συν τοις άλλοις, ήξερα και εγώ πολλά για τον Μαραντόνα, τον είχα πολύ πρόσφατο. Είχα και όλα τα τεύχη του περιοδικού «Grafico» (σ.σ. το πιο διάσημο ποδοσφαιρικό περιοδικό της Νοτίου Αμερικής, δεν υπάρχει πλέον), τα οποία πλέον δεν έχω, γιατί η μητέρα μου σε μια γενική καθαριότητα τα πέταξε από το πατρικό μου, χωρίς μάλιστα να με ρωτήσει (σ.σ. γέλια)».

- Υπάρχουν ιστορίες που έμειναν έξω και δεν μπορούν να αποκαλυφθούν;

«Πρέπει να σου δώσω δύο απαντήσεις: Ναι και όχι. Ιστορίες για τον Μαραντόνα, ναι. Ιστορίες για τον Ντιέγκο, όχι. Γιατί στο βιβλίο θέλαμε να γράψουμε για τον Ντιέγκο, όχι για τον Μαραντόνα. Είναι δύσκολο να διαχωρίσεις πάντα τους δύο, γιατί ό, τι κάνει ο Μαραντόνα, επηρεάζει τον Ντιέγκο. Έχουν μείνει εκτός ιστορίες ενδεχομένως για ανθρώπους που μπορεί να εκμεταλλεύτηκαν τον Ντιέγκο και να τον παρέσυραν σε διάφορα μπλεξίματα. Το βιβλίο δεν γράφτηκε για ανθρώπους που «φτιάχνονται» με σκοτεινές ή ιδιωτικές ιστορίες, όργια ή καλές και κακές στιγμές».

- Είχατε ποτέ την ευκαιρία να γνωρίσετε από κοντά τον Μαραντόνα;

«Όχι, γιατί δεν είχα εργαστεί ποτέ ως αθλητικός συντάκτης. Θα μου άρεσε, αλλά κάτω από διαφορετικές συνθήκες, με τον Φερνάντο (σ.σ. Σινιορίνι) να οργανώνει ένα μπάρμπεκιου στο σπίτι μου μαζί με τον Ντιέγκο. Ακόμα και αν γινόταν αυτό, όμως, ποτέ δεν θα πρόβαλλα τίποτα στα social media, γιατί γι’ αυτά δείχνω πάντα απόλυτο σεβασμό. Δεν θα επεδίωκα να κερδίσω φήμη χάρη στον Μαραντόνα. Ποιος, όμως, δεν θα ήθελε να μοιραστεί ένα μπάρμπεκιου και μερικά μπουκάλια κρασί στην αυλή του σπιτιού του με τον Μαραντόνα; Μπιλάρδο και Κέμπες είχαν έρθει πολλές φορές στο σπίτι για να μιλήσουμε και να τα πιούμε, αλλά ποτέ δεν δημοσίευσα τίποτα».

- Ο Μαραντόνα δεν μπορούσε να βγει από το σπίτι του χωρίς να γίνει είδηση, όταν ακόμα δεν υπήρχαν τα social media. Πως θα βίωνε την σημερινή εποχή, όντας σούπερ σταρ όπως ήταν; Το ίδιο, αλλά επί εκατό;

«Πιθανόν, αν και υποθέτω ότι όσο ζούσε, το προφίλ του το διαχειριζόταν κάποιος άλλος, κάποιος υπάλληλος, όπως θεωρώ ότι κάνουν και τωρινοί αστέρες, κυρίως για να μεταδίδουν θετικά μηνύματα, εκτός και αν φύγουν άσχημα από κάποια ομάδα. Ο Ντιέγκο, όμως, δεν είχε ανάγκη από social media. Είχε φίλους σε όλες τις εφημερίδες και περιοδικά, μιλούσε με όποιον και όποτε ήθελε. Ακόμα και αν το ζούσε, όμως, δεν θα έπρεπε να δίνει σημασία. Γιατί οι ύβρεις έρχονται από μια φωτογραφία, όχι από έναν άνθρωπο. Είναι ένα τίποτα, δεν αξίζει να του δώσεις δημοσιότητα με το να ασχολείσαι μαζί του».

image

«Μια ιστορία με τον Χίτλερ στα ''Ματωμένα Γκολ'' με σόκαρε!

- Στα «Ματωμένα Γκολ» αφηγείστε την εκμετάλλευση του ποδοσφαίρου από δικτάτορες, πολιτικούς και διάσημες προσωπικότητες. Ποια ιστορία σας σόκαρε περισσότερο;

«Όπως είπα και στην εκδήλωση, δεν θέλω να την αποκαλύψω γιατί προτιμώ να την διαβάσει ο κόσμος. Είναι στο κεφάλαιο του Χίτλερ. Για μένα, ήταν το πιο δύσκολο συμβάν που έγραψα. Γιατί δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι οι άνθρωποι είναι τόσο άγριοι, αν και αδικώ με αυτό που λέω τα άγρια ζώα. Πως μπορούν οι άνθρωποι να κάνουν τέτοια ζημιά και να απαξιώνουν με τέτοιο τρόπο την ανθρώπινη ζωή.

Ήταν το πιο δύσκολο κεφάλαιο προς κατανόηση. Προσπαθώ να καταλάβω, όχι τους επικεφαλής, αλλά αυτούς που ακολουθούν και πράττουν κατ’ αυτόν τον τρόπο, σκοτώνοντας παιδιά. Αυτό, κατ’ εμέ, δεν χωράει καμία απολύτως δικαιολογία. Τι πρέπει να τους έχει συμβεί για να φτάσουν σε αυτό το σημείο; Η αγαπημένη του ταινία είναι «Η Λίστα του Σίντλερ». Την έχω δει πάνω από είκοσι φορές και κάθε φορά που την βλέπω δεν μπορώ να σταματήσω να κλαίω, γιατί δεν μπορώ να πιστέψω ότι όλα αυτά συνέβησαν, ότι οι Ναζί ήταν τόσο άγριοι, τόσο αδίστακτοι».

- Στις «Ασυνήθιστες ιστορίες των Ολυμπιακών Αγώνων» (σ.σ. βιβλίο που σύντομα θα κυκλοφορήσει και αυτό μεταφρασμένο στα ελληνικά), αναφέρετε ότι ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Νέρων πήρε δεκάδες κλαδιά ελιάς σε Ολυμπιακούς Αγώνες που έλαβαν χώρα στην Ελλάδα, εξαγοράζοντας ουσιαστικά τους πάντες…

«Δεν μπορούμε να έχουμε ακριβή καταγραφή των πεπραγμένων από εκείνα τα χρόνια. Από την έρευνά μου, όμως, προκύπτει ότι ο Νέρωνας πήρε μέρος στην αρματοδρομίες, στις οποίες κέρδισε δωροδοκώντας τους αντιπάλους. Και ο Νέρων νίκησε παρ’ ότι έπεσε σε μια στροφή, αλλά οι υπόλοιποι έκαναν πίσω και εν τέλει τερμάτισε πρώτος!».

- Πότε αρχίσατε να γράφετε βιβλία;

«Έγραφα όλη μου την ζωή. Από το δημοτικό έφτιαχνα μικρές εικονογραφημένες ιστορίες. Εγώ μεγάλωσα με τον Μίκι, τον Ντόναλντ, τον αρκούδο Γιόγκι, τον Γούντι τον Τρυποκάρυδο… Μια δασκάλα μου στα τελευταία χρόνια του δημοτικού είχε πει στην μητέρα μου ότι είχα πολύ ταλέντο στην γραφή, αλλά μάλλον έλεγε ψέματα (σ.σ. γέλια). Πήρα ως κατεύθυνση την δημοσιογραφία γιατί ήθελα να γίνω αθλητικός δημοσιογράφος, αλλά δεν ασχολήθηκα ποτέ με τα αθλητικά.

Το 1994 έγραψα ένα αθλητικό βιβλίο με εικονογράφηση του Ρομπέρτο Φονταναρόσα (σ.σ. σπουδαίος σκιτσογράφος και συγγραφέας που έφυγε από την ζωή το 2007) και έτσι ξεκίνησαν όλα. Όταν σε μια τυχαία συνάντηση με τον Κάρλος Μπιλάρδο ανέλαβα να γράψω την αυτοβιογραφία του, αποφάσισα να αφήσω την σταθερή μου δουλειά για να αρχίσω να γράφω βιβλία».

- Αυτή η ενασχόληση, απ’ όσο γνωρίζω, σας άνοιξε και άλλες, ξεχωριστές πόρτες…

«Πράγματι. Ο ομοσπονδιακός προπονητής της Κόστα Ρίκα, Γκουστάβο Ματόσας (σ.σ. την σεζόν 2018-19), ο οποίος ήταν θαυμαστής των βιβλίων μου, με προσέλαβε ως coach για να δουλέψω με τους παίκτες, να μιλάω μαζί τους και να τους βοηθάω ψυχολογικά για προβλήματα που είχαν. Ήταν μια πολύ ωραία εμπειρία, γιατί έμαθα το ποδόσφαιρο από μέσα, μέσα στα αποδυτήρια. Πολύ ενδιαφέρουσα εμπειρία.».

image

«Ίσως το πιο δύσκολο βιβλίο που έγραψα ήταν η αυτοβιογραφία του Κάρλος Μπιλάρδο»

- Πόσα βιβλία έχετε γράψει;

«Δεν τα έχω μετρήσει. Έχουν γραφτεί πάνω από είκοσι, περί τα 25, αλλά δεν έχουν εκδοθεί όλα. Ακόμα τουλάχιστον...».

- Ποιο βιβλίο δεν έχετε γράψει ακόμα και θα θέλατε να γράψετε;

«Έγραψα μια αστυνομική νουβέλα που μου άρεσε πολύ. Δεν έχει κυκλοφορήσει ακόμα, θα το κάνει σύντομα στη Νέα Υόρκη από έναν εκδοτικό οίκο στα ισπανικά. Θεωρώ ότι κάνω αυτό που μου αρέσει, δεν νομίζω ότι έχω κάποιο «χρέος». Θα σου έλεγα ίσως την αυτοβιογραφία του Λιονέλ Μέσι, αλλά ουσιαστικά σε αυτές είσαι ghost writer (αόρατος συγγραφέας) και γράφεις την πλευρά του προσώπου, όχι την δική σου άποψη.

Έχω πολύ καλή σχέση με τα παιδιά και θέλω να σκέφτομαι βιβλία που θα άρεσαν στα παιδιά, όπως το δικό μου που είναι 13, ώστε να μην είναι τόσες ώρες μπροστά στο PlayStation και στο κινητό. Θέλω να αναλάβω ρόλο συγγραφέα – πατέρα για να δώσω λύσεις και σε άλλους γονείς. Θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό γιατί έχω γράψει ό, τι ήθελα. Μέχρι και ένα βιβλίο με ερωτικές ιστορίες το οποίο υπέγραψα με… γυναικείο ψευδώνυμο γιατί ήταν για γυναίκες, αλλά η εμπειρία ήταν ιδιαίτερη.

Τώρα γράφω την ιστορία της Εθνικής Αργεντινής και το απολαμβάνω, γιατί ήθελα να μάθω περισσότερα για την Αλμπισελέστε από μια πλευρά που δεν αφορά τα στατιστικά, τα οποία βρίσκεις και στην Wikipedia. Είμαι ανοιχτός σε εκπλήξεις».

- Τι νιώθετε περισσότερο; Συγγραφέας, δημοσιογράφος ή καθηγητής;

«Θα σου έλεγα και τα τρία. Στον επαγγελματία Λουσιάνο Βερνίκε συμβιώνουν και οι τρεις ιδιότητες. Στην εκδήλωση, για παράδειγμα, λειτουργούσα λίγο και σαν δάσκαλος, γι’ αυτό και θέλω πάντα στις παρουσιάσεις να υπάρχουν ερωτήσεις από το κοινό. Τα βιβλία έχουν πολύ δημοσιογραφικό στοιχείο λόγω της έρευνας»

- Ποιο βιβλίο ήταν πιο δύσκολο στην συγγραφή του και γιατί;

«Δεν θα έλεγα όχι το «Ματωμένα Γκολ», γιατί το έγραψα με πολύ πάθος και είχα πάρα πολλά στοιχεία. Κάνω πολλά ταξίδια, αγοράζω πολλά βιβλία… Ίσως το πιο δύσκολο ήταν η αυτοβιογραφία του Μπιλάρδο, γιατί είχε εμμονή για κάποια θέματα, άλλαζε άποψη για κάποιες ιστορίες, αλλά βγήκε ένα πολύ καλό βιβλίο, το οποίο έχει εξαντληθεί στην Αργεντινή και δεν το βρίσκεις ούτε χρησιμοποιημένο, σε κάποια αγορά. Ήταν, πάντως, ευγενέστατος και βοήθησε πολύ στην συγγραφή του».

Photo Credits: Χρήστος Λώλος

Ευχαριστούμε θερμά την εκδοτική «Belle Epoque» στην βοήθεια για την πραγματοποίηση της συνέντευξης και το ξενοδοχείο «Radisson Blu Park» για την φιλοξενία.

σ.ρ.σ