«Hey Jude»: Μελωδία ευτυχίας με μαέστρο τον Μπέλινγκχαμ
Σάστισε. Είχε ακούσει να του τραγουδούν το «Hey Jude» οι φίλοι της Μπορούσια Ντόρτμουντ στο «Signal Iduna Park» και οι φανατικοί της Εθνικής Αγγλίας στη διάρκεια του Παγκοσμίου Κυπέλλου του Κατάρ, όταν στην πρεμιέρα κόντρα στο Ιράν σημείωσε το πρώτο του γκολ με τα Τρία Λιοντάρια.
Ποτέ, όμως, δεν το είχε ακούσει από τα χείλη των φίλων της Ρεάλ Μαδρίτης. Και, μάλιστα, στο αχανές, εκσυγχρονισμένο και επιβλητικό «Σαντιάγο Μπερναμπέου», όπου πλέον πίνουν νερό και τραγουδούν (σ)το όνομά του.
Ένα τραγούδι – σταθμός των Beatles, το οποίο εμπνεύστηκε ο Πολ ΜακΚάρτνεϊ σε ένα ταξίδι με αυτοκίνητο το 1968 και γράφτηκε ως… μελωδική προτροπή στον πεντάχρονο τότε Τζούλιαν Λένον, γιο του Τζον, για να δει την ζωή από την αισιόδοξη πλευρά της, παρά τον (πρόσφατο) χωρισμό των γονιών του.
Ο αρχικός τίτλος του τραγουδιού ήταν «Hey Julian», εξελίχθηκε σε «Hey Jules» και, προκειμένου να ταιριάζει στην μελωδία, έγινε «Hey Jude». Τζουντ (Μπέλινγκχαμ), εξαιρετικά αφιερωμένο ένα μυθικό τραγούδι που μιλάει για μια γυναίκα, αλλά θα μπορούσε κάλλιστα να μιλάει για την μεγάλη σου αγαπημένη, την μπάλα.
«Η στιγμή του γκολ ήταν η πιο θορυβώδης που έχω ακούσει σε ένα ποδοσφαιρικό γήπεδο. Δεν μπορώ να το πιστέψω. Όταν τραγουδούσαν «Hey Jude» στο τέλος ήθελα να σταματήσω για να τους ακούσω. Έτρεμαν τα πόδια μου. Ξέρω ότι με απέκτησαν για τέτοιες στιγμές. Ξέρω ότι μπορώ να το κάνω. Πρέπει να συνεχίσω» έλεγε συγκινημένος ο 20χρονος Άγγλος μέσος στις 2 Σεπτεμβρίου, λίγα λεπτά μετά το γκολ του που έφερε την (δραματική) νίκη επί της Χετάφε στο πέμπτο λεπτό των καθυστερήσεων.
Περίπου δύο μήνες αργότερα, έχει… βαρεθεί να είναι καθοριστικός για την Βασίλισσα. Παρ’ ότι η ποδοσφαιρική του ταυτότητα γράφει «κεντρικός μέσος», ο νεαρός από το Στόουρμπριτζ (16 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά του Μπέρμιγχαμ) μετράει 13 γκολ – τρεις ασίστ σε 13 συμμετοχές με την (βαριά) λευκή φανέλα. Α, και το απόγευμα του Σαββάτου (28/10) εξελίχθηκε στον ήρωα της ομάδας του στο πρώτο «Clasico» της ζωής του!
«Hey Jude, μην το παίρνεις στραβά»
«Πάρε ένα λυπητερό τραγούδι και κάν’ το καλύτερο. Θυμήσου να την αφήσεις να μπει στην καρδιά σου και μετά μπορείς να αρχίσεις να τα καταφέρνεις καλύτερα».
Γιός του Μαρκ, ενός λοχία της μυστικής αστυνομίας (και ερασιτέχνης γκολτζής), και της Ντενίζ, μιας υπαλλήλου στο τμήμα HR μιας εταιρείας, ο Τζουντ μεγάλωσε με τον σεβασμό στην καρδιά του. Σεβασμός στους γονείς, στον μικρότερο αδελφό του Γιόμπε (πολλά υποσχόμενος 18χρονος μεσοεπιθετικός της Σάντερλαντ πλέον), στους δασκάλους, στις σπουδές μα, πάνω απ’ όλα, στην μπάλα.
Παρ’ ότι στα τέσσερά του έδειχνε να τον αφήνει αδιάφορο, άρχισε να ασχολείται σοβαρά μαζί της σε ηλικία οκτώ ετών στους μικρούς της Μπέρμιγχαμ, συνδυάζοντας αυτό το πάθος με τις σπουδές του στο Hagley Primary School, ένα από τα σχολεία με μεγαλύτερο πρεστίζ στην πόλη του.
Ήταν καλός μαθητής, όταν μεγάλωσε λίγο πήρε το μάθημα της κοινωνιολογίας στο Priory School του Έντγκμπαστον για να μάθει πως λειτουργεί το περιβάλλον του ποδοσφαίρου, αλλά στα 16 του κιόλας έκανε ντεμπούτο με την πρώτη ομάδα της Μπέρμιγχαμ και έδωσε απόλυτη προτεραιότητα στην μπάλα, παρ’ ότι αποφοίτησε με βαθμό που άγγιζε το άριστα. Α, και του άρεσε και το κρίκετ, το οποίο ευτυχώς δεν τον κέρδισε.
Το λυπητερό τραγούδι μιας ταπεινής οικογένειας έγινε καλύτερο με την εκτόξευση του μεγάλου γιου, ο οποίος έδειχνε από πολύ μικρός ότι, με την μπάλα στην καρδιά του, μπορούσε να αρχίσει να τα καταφέρνει πολύ, πολύ καλύτερα...
«Hey Jude, μην φοβάσαι»
«Γεννήθηκες για να την κατακτήσεις. Τη στιγμή που θα την αφήσεις να μπει στο πετσί σου, τότε θα αρχίσεις να τα καταφέρνεις καλύτερα».
Έδειχνε γεννημένος για να κατακτήσει την μπάλα, για να την κάνει δική του χωρίς κανένα φόβο και με πολύ πάθος. Σε ηλικία 15 ετών δέχθηκε κλήση από την Εθνική... Κ23 (!) της Αγγλίας. Στη Μπέρμιγχαμ έγραψε ιστορία με γκολ νίκης κόντρα στην Στόουκ Σίτι σε ηλικία 16 ετών και 63 ημερών, στην απίστευτα απαιτητική κατηγορία της Championship.
Παρ’ ότι ανήλικος, έπαιξε 42 ματς σε όλη την σεζόν και βοήθησε καθοριστικά την ομάδα του, σε μια πολύ δύσκολη χρονιά, να αποφύγει τον υποβιβασμό στη League One. Έδειχνε από την πρώτη στιγμή ότι η μπάλα είχε μπει στο πετσί του και ήταν έτοιμος να εξελιχθεί στο μεγαλύτερο ταλέντο που έχει βγάλει το αγγλικό ποδόσφαιρο εδώ και δεκαετίες.
Η έκρηξή του, βεβαίως, δεν πέρασε απαρατήρητη. Όλοι οι μεγάλοι της Ευρώπης χτύπησαν την πόρτα της Μπέρμιγχαμ, θέλοντας να κάνουν δικό τους το νέο ποδοσφαιρικό «διαμάντι» του Νησιού, το οποίο τα κατάφερνε όλο και καλύτερα σε κάθε ματς που έπαιζε, κάθε μέρα που περνούσε.
Η Μπορούσια Ντόρτμουντ, ιδανική κυψέλη μελλοντικών σούπερ σταρ, δεν δίστασε να δώσει 30,15 εκατομμύρια ευρώ για έναν 17χρονο (!), ποσό – ρεκόρ βεβαίως όλων των εποχών για έναν τόσο νεαρό ποδοσφαιριστή. Ο ίδιος, πάντα, είχε τον τελευταίο λόγο σε συνεννόηση με τον πατέρα του, ο οποίος είχε αφήσει την αστυνομία για να «τρέξει» την καριέρα των παιδιών του.
Και ο Τζουντ επέλεξε τη Μπορούσια αντί για τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, ποντάροντας στο πόσο μια τέτοια μεταγραφή θα τον βοηθούσε για την εξέλιξή του. Είπαμε, στόχος του ήταν να τα καταφέρνει (όλο και) καλύτερα.
«Και όταν θα νιώθεις πόνο, hey Jude, ξέχνα το»
«Μην κουβαλάς τον κόσμο στους ώμους σου. Γιατί ξέρεις ότι είναι χαζός όποιος το παίζει έξυπνος, κάνοντας τον κόσμο του λίγο πιο ψυχρό».
Ένιωσε πόνο, έκλαψε όταν έφυγε από την ασφάλεια της Μπέρμιγχαμ, η οποία απέσυρε για πάντα (!) την φανέλα με το «22» που φορούσε, προφητεύοντας από πολύ νωρίς τι επρόκειτο να ακολουθήσει.
Ταξίδεψε στο Ντόρτμουντ μαζί με την μητέρα του, η οποία τον πήγαινε με το αυτοκίνητο στις προπονήσεις και του έφτιαχνε μέχρι και το κρεβάτι. Στα τρία χρόνια παρουσίας του στο «Signal Iduna Park», δεν φοβήθηκε να κουβαλήσει επανειλημμένως τον κόσμο της Μπορούσια στους ώμους του, σκοράροντας μάλιστα και στο ντεμπούτο του.
Δέθηκε με την ομάδα, παρ’ ότι ενδιάμεσα υπήρξε η πανδημία και η σιωπή των γηπέδων, έμαθε γρήγορα τα γερμανικά και δεν επέτρεψε στον εαυτό του να κάνει τον κόσμο του λίγο πιο ψυχρό, έστω και αν μέσα στον αγωνιστικό χώρο χαρακτηρίζεται από απίστευτη ψυχραιμία και καθαρό μυαλό, παρά το νεαρό της ηλικίας του.
Έσπασε μόνο στο τελευταίο του ματς με τους Βεστφαλούς και την απώλεια – θρίλερ του πρωταθλήματος, στον αγώνα τελικό με την Μάιντς όπου δεν μπόρεσε να βοηθήσει όσο θα ήθελε και μπορούσε, λόγω ενός τραυματισμού στο γόνατο.
Ήξερε, όμως, ότι είχε ήδη κλείσει στην Ρεάλ Μαδρίτης των 14 Champions League, απορρίπτοντας προτάσεις άλλων μεγαθήριων της Ευρώπης. Μέσα σε τρία χρόνια, τα 30,15 εκατομμύρια ευρώ που είχε δώσει η Ντόρτμουντ στην Μπέρμιγχαμ είχαν γίνει… 103, τα οποία θα ξεπεράσουν σίγουρα τα 130 με τα διάφορα (συμφωνημένα) μπόνους!
«Hey Jude, μη με απογοητεύσεις»
«Την έχεις βρει, τώρα πήγαινε και κέρδισέ την. Θυμήσου να την αφήσεις να μπει στην καρδιά σου και τότε θα μπορέσεις να αρχίσεις να τα καταφέρνεις καλύτερα».
Δεν απογοητεύεται ποτέ και φροντίζει να μην απογοητεύει και τους άλλους. Ο Μάικ Ντοντς, ο προπονητής του στους μικρούς της Μπέρμιγχαμ, θυμάται τι του απάντησε όταν ο μικρός Τζουντ του ζήτησε να πάρει την φανέλα με το «10».
«Νομίζω ότι μπορείς να είσαι το ‘22’» τον αιφνιδίασε. Και του εξήγησε στη συνέχεια: «Μπορείς να είσαι το τεσσάρι, το οκτάρι και το δεκάρι, ένας παίκτης που μπορεί να κάνει τα πάντα». Έτσι τον έπεισε να φορέσει το «22», το οποίο τον ακολουθεί πλέον μόνο στην Εθνική Αγγλίας.
Στα 17 του έγινε διεθνής, στα 19 του έπαιξε (και σκόραρε) σε Παγκόσμιο Κύπελλο, στο μεταίχμιο μεταξύ 20 και 21 φιλοδοξεί να κατακτήσει τον πρώτο τίτλο του με τα Τρία Λιοντάρια: Το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα που θα διεξαχθεί στο μέχρι πρότινος σπίτι του, την Γερμανία. Θέλει να τα καταφέρνει όλο και καλύτερα, γιατί απλούστατα μπορεί!
«Άφησέ τη να μπει και να βγει, hey Jude, ξεκίνα»
«Περιμένεις κάποιον να δώσεις παράσταση. Και δεν ξέρεις ότι αυτός είσαι εσύ, hey Jude; Εσύ θα το κάνεις, η κίνηση που περιμένεις είναι στον ώμο σου».
Χαρακτήρισε ως την «πιο ευτυχισμένη μέρα της ζωής μου» την παρουσίασή του στη Ρεάλ Μαδρίτης, υπό το βουρκωμένο βλέμμα των γονιών του. Επέλεξε, χωρίς να φοβηθεί την βαρύτητα και τον συμβολισμό του, το «5» που φορούσε το μεγάλο του είδωλο, Ζινεντίν Ζιντάν, εξελισσόμενος σε έναν πανάξιο διάδοχό του.
Η κίνηση που περιμένει δεν είναι στον ώμο του, αλλά στο μυαλό του, το οποίο τον βοηθάει να βρίσκεται στην κατάλληλη θέση την κατάλληλη στιγμή, κάνοντας την κατάλληλη ενέργεια για να έρθει το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Πάντα ταπεινός, απλός, επικεντρωμένος στην καριέρα του, εύστροφος και με υψηλή συναισθηματική ευφυΐα, ο Τζουντ είναι ευλογία για τους προπονητές και τους συμπαίκτες. Στη Ντόρτμουντ ο Έμρε Τσαν, στην Αγγλία ο Ντέκλαν Ράις και στην Ρεάλ ο Ορελιέν Τσουαμενί είναι οι «προστάτες πολυτελείας» που κάνουν ευχαρίστως την βρώμικη δουλειά για να επιτρέψουν στον Τζουντ να λάμψει ακόμα περισσότερο. Και ο ίδιος φροντίζει να μην τους απογοητεύει με μια ακόμα παράσταση. Όπως, άλλωστε, έχει πει ο ίδιος, «μπορείς να έχεις πολλά λεφτά και να αγοράζεις σπίτια και αυτοκίνητα, αλλά εμένα αυτό που μου δίνει κίνητρο είναι να δημιουργώ αναμνήσεις».
«Hey Jude, μην το παίρνεις στραβά»
«Πάρε ένα λυπητερό τραγούδι και κάν’ το καλύτερο. Θυμήσου να την αφήσεις να μπει στο πετσί σου, τότε θα αρχίσεις να τα καταφέρνεις καλύτερα, καλύτερα, καλύτερα, καλύτερα, καλύτερα, καλύτερα»
Κάθε παιχνίδι που περνάει, μοιάζει απίστευτο, αλλά τα καταφέρνει καλύτερα, καλύτερα, καλύτερα, καλύτερα, καλύτερα, καλύτερα. Και, εφόσον τον σεβαστούν οι τραυματισμοί, τα κατορθώματά του δεν έχουν ταβάνι.
Γιατί, παρ’ ότι ο κλασικός πανηγυρισμός του με τα χέρια ανοιχτά μπορεί να κρύβει εν μέρει μια υπεροψία, ο Τζουντ Βίκτορ Γουίλιαμ Μπέλινγκχαμ παραμένει ταπεινός και αφοσιωμένος στην μπάλα που έχει μπει για τα καλά στο πετσί του. Δεν είναι τέλειος, βεβαίως, αφού κατά καιρούς τα βάλει με συμπαίκτες και διαιτητές. Είναι και αυτό, όμως, μέρος της μοναδικής του παράστασης. Hey Jude, τι μας επιφυλάσσεις στο επόμενο παιχνίδι;