Σαμπντόρια: Η οικογένεια της «Sampgloria» που έγραψε ιστορία
Οι τελευταίοι 12 μήνες ήταν οδυνηροί για τους φίλους της Σαμπντόρια. Όχι μόνο για τον πρώτο υποβιβασμό στη Serie B μετά το 2011 και συνολικά τρίτο από το 1999. Μέσα σε αυτό το διάστημα η οικογένεια της Σαμπ θρήνησε την απώλεια τόσο του σπουδαίου Σίνισα Μιχαΐλοβιτς όσο και του θρυλικού πρωταθλητή Τζανλούκα Βιάλι.
Σήμερα οι Γενοβέζοι συνεχίζουν δεν πατάνε καλά, καθώς βρίσκονται στην 16η θέση της Serie B. Σε αυτό το διάστημα ο μέχρι πρότινος ιδιοκτήτης της ομάδας Μάσιμο Φερέρο, συνελήφθη, μπήκε στη φυλακή San Vittore, στη συνέχεια τέθηκε σε κατ' οίκον περιορισμό και εν τέλει αφέθηκε ελεύθερος εν αναμονή της πρώτης ακροαματικής διαδικασίας, η οποία θα διεξαχθεί στις 23 Νοεμβρίου. Σε αυτές τις τραγικές συνθήκες o παλαίμαχος πρωταθληματικός παίκτης της Ντόρια, Μάρκο Λάνα, έχει αναλάβει ως πρόεδρος.
Μια στενάχωρη πορεία για μια αρκετά συμπαθητική ομάδα, με μια από τις πιο χαρακτηριστικές και όμορφες εμφανίσεις στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Φυσικά υπάρχουν οι εξαιρέσεις, αν είσαι οπαδός της Τζένοα ή φίλος της Ρόμα που δεν κατάφερε ποτέ να ξεπεράσει τα δυο γκολ του Τζιαμπάολο Πατζίνι που τις κατέστρεψαν τα όνειρα για πρωτάθλημα το 2010.
To Gazzetta θυμάται τα ένδοξα χρόνια της Σαμπντόρια και σας παρουσιάζει την ιστορία ενός μοναδικού θαύματος στην ιστορία του ιταλικού πρωταθλήματος. Το Σκουντέτο της σεζόν 1990-91.
Το στήσιμο της χρυσής ομάδας του Μαντοβάνι
Ακούγεται κλισέ όμως πρόκειται για μια κλασική... οικογενειακή ιστορία. Η Σαμπντόρια του Βούγιαντιν Μπόσκοφ αντιπροσώπευε το ποδόσφαιρο όπως θα έπρεπε να είναι. Ένα ποδόσφαιρο που ίσως έχει χαθεί για πάντα.
Οι Γενοβέζοι την σεζόν 1990-91 είχαν μια ομάδα διαφορετική από τις υπόλοιπες της Ιταλίας. Πως στήθηκε αυτό το γκρουπ, οι παίκτες και ο ελκυστικός τρόπος παιχνιδιού με τον οποίο νικούσαν έκανε «τικ» σχεδόν όλα τα... κουτάκια του τι θα ήθελε κάθε φίλαθλος να δει από μια ποδοσφαιρική ομάδα. Μια ομάδα «φωτιά» στις αντεπιθέσεις και τακτικά άρτια μεσοαμυντικά, η οποία ολοκλήρωσε το πρωτάθλημα με την καλύτερη επίθεση.
Τα λεφτά του ιδιοκτήτη Πάολο Μαντοβάνι προέρχονταν από την αγορά του πετρελαίου αλλά δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί τους Ανιέλι και τους Μπερλουσκόνι αυτού του κόσμου. Το μεγάλο του σχέδιο ήταν να βασίσει την ομάδα σε έναν ιταλικό κορμό. Ο Μαντοβάνι έστειλε τον αθλητικό του διευθυντή Πάολο Μπορέα για να βρει τους καλύτερους νεαρούς παίκτες στη χώρα και τους υποσχέθηκε χρόνο και υπομονή για να εκπληρώσουν τις δυνατότητές τους.
Ο Λούκα Πελεγκρίνι, ο αρχηγός, ήταν 17 ετών όταν ήρθε από τη Βαρέζε. Ο Μαντσίνι δεν ήταν πολύ μεγαλύτερος όταν έφυγε από την υποβιβασμένη Μπολόνια, την χρονιά που η Σαμπ πήρε την άνοδο στην πρώτη κατηγορία. Ο Τζανλούκα Παλιούκα ήταν δεύτερος τερματοφύλακας στην Μπολόνια και ήταν περίπου 20 ετών. Ο Βιάλι ήταν επίσης σε αυτή την ηλικία και προερχόταν από την Κρεμονέζε, όπως και ο Ατίλιο Λομπάρντο. Ο Μάρκο Λάνα, ο σημερινός πρόεδρός του κλαμπ, ανέβηκε στην πρώτη ομάδα από την ακαδημία της ομάδας.
Η ομάδα μεγάλωσε μαζί τους. Η Σαμπ ήταν η εφηβεία τους. «Δεν είμαστε φίλοι, είμαστε αδέλφια», είχε πει ο Βιάλι, για τον Μαντσίνι. Μια οικογένεια που ήθελε να κάνει περήφανη την μαμά Σαμπ και τον μπαμπά Μαντοβάνι.
Οι «Goal Twins»
Αδιαμφισβήτητα το δίδυμο που ξεχωρίζει από αυτή τη φουρνιά είναι ο Τζανλούκα Βιάλι και ο Ρομπέρτο Μαντσίνι. Το «φονικό» ντουέτο των πρωταθλητών. Ο πρώτος ήταν ο κορυφαίος σκόρερ του πρωταθλήματος με 19 γκολ, τρία περισσότερα από τον Λόταρ Μετέους, ενώ ο Μαντσίνι ήταν δεύτερος σκόρερ των πρωταθλητών με απολογισμό 12 γκολ. Με άλλα λόγια πέτυχαν 31 από τα 57 γκολ που έβαλε η Σαμπ στις 34 αγωνιστικές της Serie A.
Οι δυο τους εκτός από ένα άκρως επιτυχημένο επιθετικό δίδυμο ήταν και αχώριστοι φίλοι. Αδέλφια. Μια σχέση που κράτησε για περίπου 40 χρόνια μέχρι που ο καρκίνος νίκησε τον Τζανλούκα Βιάλι τον περασμένο Γενάρη.
«Ο Ρομπέρτο είναι ο ήρωάς μου από τα 14 μου», είχε πει ο Βιάλι στην εκπομπή Che Tempo Che Fa στο RAI. «Συναντηθήκαμε για πρώτη φορά στο Coverciano. Ο κόσμος μιλούσε ήδη για αυτόν ακόμα και τότε. Πρέπει να γνωριζόμαστε για πόσο καιρό; Σαράντα χρόνια;».
Τέτοιοι φίλοι είναι αυτό που όλοι αναζητούμε στη ζωή. Ο Μαντοβάνι ήταν πατρική φιγούρα για τους δυο Ιταλούς επιθετικούς και είχε εκτιμήσει πόσο ιδιαίτερος ήταν ο δεσμός μεταξύ τους. Όταν ήθελε ένα νέο κατοικίδιο, δεν αγόρασε ένα σκυλάκι, αλλά δύο και τους έδωσε το όνομα Ρόμπι και Λούκα. «Δεν είμαι σίγουρος αν πρέπει να είμαι χαρούμενος για αυτό ή όχι αλλά είναι αλήθεια», είχε πει ο γελαστός Βιάλι.
Ο Λούκα και ο il Mancio ήταν συγκάτοικοι στο ξενοδοχείο Astor όπου έμενε η Σαμπ πριν από τους εντός έδρας αγώνες τους. Καλούσαν τον σεφ της ομάδας Τζόρτζιο Πάρι, τον οποίο αποκαλούσαν... King George, για μεταμεσονύκτια «πανηγυρικά» Spaghetti alla bucaniera. «Όταν περνάς τη νύχτα πριν από μια μάχη κάτω από την ίδια στέγη, όταν περνάς την ίδια χαρά και πόνο, όταν εκτελείς την ίδια αποστολή και είσαι λίγο πολύ στην ίδια ηλικία, πώς να μην είσαι φίλος», είχε πει ο Βιάλι.
Οι «Goal Twins» συνήθιζαν να χορεύουν μέχρι τα ξημερώματα στο Carillon στο Πορτοφίνο ή έπαιζαν χαρτιά στο Edilio, το εστιατόριο δίπλα στο «Λουίτζι Φεράρις», με τους άλλους... Επτά Νάνους όπως ήταν γνωστό ένα μέρος της οικογένειας της Σαμπ. Ο Βιάλι ήταν ο Γκρινιάρης, ο Μαντσίνι ο Χαζούλης και ο Μορένο Μανίνι ο Συναχωμένος.
Σταδιακή πορεία προς την κορυφή
Πέρα από τον Μαντοβάνι πατρική φιγούρα για τους ποδοσφαιριστές ήταν και ο Μπόσκοφ. «Εκτός από ικανότατος προπονητής, ήταν και σαν πατέρας για όλους μας. Ήταν πανέξυπνος, μιλούσε 6 γλώσσες και μας έδινε τρομερή αυτοπεποίθηση. Μας έκανε να πιστεύουμε ότι μπορούμε να κερδίσουμε τα πάντα. Το κύπελλο, το πρωτάθλημα, ακόμα και το ευρωπαϊκό!», είχε πει ο Βιάλι για τον Σέρβο προπονητή.
Ήταν ένα σύνολο που χτίστηκε σταδιακά με ορίζοντα το Σκουντέτο. Η Σαμπ έφτασε σε οκτώ τελικούς τη δεκαετία μετά την άφιξη του Ρομπέρτο Μαντσίνι, κατακτώντας το Coppa Italia το 1985 (μοναδικός τίτλος στην προ-Μπόσκοφ εποχή), το 1988 και το 1989, ενώ στο παλμαρέ τη ομάδας ξεχωρίζει το Κύπελλο Κυπελλούχων του 1990, το οποίο κατέκτησε με νίκη επί της Άντερλεχτ με 2-0, χάρη σε δυο γκολ του Βιάλι στην παράταση.
Ωστόσο, λίγοι άνθρωποι πίστευαν ότι θα μπορούσαν να δημιουργήσουν μια ομάδα που θα μπορούσε να σηκώσει το πρωτάθλημα. Η Σαμπ στην πορεία της προς τον τίτλο αντιμετώπισε τη Νάπολι του Μαραντόνα, την ολλανδική Μίλαν των Μάρκο Φαν Μπάστεν, Ρουντ Γκούλιτ και Φρανκ Ράικαρντ, τους Πρωταθλητές Κόσμου με τη Γερμανία, Λόταρ Ματέους, Αντρέας Μπρέμε και Γιούργκεν Κλίνσμαν, οι οποίοι έπαιζαν στην Ίντερ και τη Γιουβέντους του Ρομπέρτο Μπάτζιο.
Η κατάκτηση του πρωταθλήματος αντιπροσώπευε ένα μεγάλο άλμα για τη Σαμπ, η οποία μέχρι τότε είχε φτάσει στο «peak» της στο πρωτάθλημα ως την 4η θέση το 1985 και το 1988.
Αυτή η έκδοση της Σαμπ πιθανότατα δε θα ήταν δυνατή τη σημερινή εποχή. Το σύγχρονο ποδοσφαιρικό περιβάλλον απλά δεν το επιτρέπει. Η ιδέα ενός μικρού συλλόγου που διατηρεί έναν πυρήνα λαμπρών και ταλαντούχων παικτών αποτελεί ουτοπική, καθώς έχουν μπει πια στη μέση μεγάλες οικονομικές δυνάμεις αλλά και η «λάμψη» των μεγάλων κλαμπ που προσελκύουν τους φιλόδοξους νεαρούς ποδοσφαιριστές.
Η εμπειρία που ανέπτυξαν μαζί και η κατανόηση του ενός για τον άλλο συνέβαλαν στην πορεία για το απίθανο Σκουντέτο του 1991. Η Σαμπ τόλμησε να το κάνει και αψήφησε τις πιθανότητες, οι οποίες δεδομένα ήταν εναντίον της.
Το Μουντιάλ του 1990 τους πείσμωσε
Στα τέλη των 80's οι παίκτες της Σαμπντόρια είχαν ξεγραφτεί ως αιώνια ταλέντα που άφησαν ανεκπλήρωτες υποσχέσεις και θεωρήθηκαν κακομαθημένοι από τον τρόπο που τους συμπεριφερόταν ο Μαντοβάνι. Στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990, το οποίο έγινε στην Ιταλία, πληγώθηκε η περηφάνια των αστέρων της Σαμπ.
Ο Βιάλι επισκιάστηκε από τον Σαλβατόρε Σκιλάτσι, o «Τσάρος» Πιέτρο Βιέρκοβουντ έπαιξε μόνο στον μικρό τελικό εναντίον της Αγγλίας, ενώ ο Παλιούκα και ο Μαντσίνι δεν πήραν ούτε λεπτό συμμετοχής. Ο ενοχλημένος από αυτή την κατάσταση Βιάλι ζήτησε από τον Μαντοβάνι μια επιπλέον εβδομάδα διακοπές για να ξεπεράσει την απογοήτευση. Τέτοια ήταν η σχέση πατέρα-γιου μεταξύ του Μαντοβάνι και των παικτών του.
Από την πλευρά του ο Βιάλι υποσχέθηκε στον ισχυρό άνδρα του κλαμπ πως αν έπαιρνε την έξτρα άδεια θα οδηγούσε τη Σαμπ στο Σκουντέτο την ερχόμενη σεζόν. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία.
Οι τέσσερις τους επέστρεψαν στις προπονήσεις πιο αποφασισμένοι από ποτέ. Η χρονιά ξεκίνησε με αναποδιά, καθώς ο Βιάλι υπέστη ρήξη μηνίσκου και έχασε τους πρώτους δύο μήνες της σεζόν. Όλως παραδόξως αυτή η απουσία δεν στοίχισε στους Γενοβέζους.
Τα ματς - ορόσημα, η «οικογενειακή» λειτουργία και ο όρκος τίτλου
Η Ντόρια απροσδόκητα νίκησε την πρωταθλήτρια Ευρώπης Μίλαν του Αρίγκο Σάκι στο «Σαν Σίρο» με ένα γκολ του Τονίνο Κερέζο. Στη συνέχεια η Σαμπ έκανε την ανατροπή και συνέτριψε την πρωταθλήτρια Ιταλίας Νάπολι, με 4-1 στο «Στάδιο Σαν Πάολο», με τους Βιάλι και Μαντσίνι να πετυχαίνουν από δυο γκολ. «Τα δύο γκολ του Βιάλι σήμερα άξιζαν 20 γιατί έχουμε πίσω τον πραγματικό Βιάλι», είχε πει ο κόουτς Βούγιαντιν Μπόσκοφ. Αυτά τα δυο ματς αποτέλεσαν - σταθμοί προς την κατάκτηση του πρωταθλήματος.
Η Σαμπ ήταν μια οικογένεια και εκτός των προπονήσεων και των αγώνων. Διασκέδαζαν μαζί, συνήθως γύρω από ένα τραπέζι σε κάποιο τοπικό εστιατόριο. Ήταν αχώριστοι. Κλασικό τους στέκι ήταν το La Piedigrotta,στο οποίο πήγαιναν δυο φορές την εβδομάδα. Εκεί οι παίκτες έκαναν μια συμφωνία να μην φύγουν ποτέ από τη Σαμπ μέχρι να κερδίσουν το πρωτάθλημα. Σε αυτό το εστιατόριο μαζεύτηκε εκείνη η «φουρνιά» της Ντόρια το 2021 για να γιορτάσουν την 30η επέτειο του θριάμβου.
Ένα βράδυ στο La Barcaccia, όταν η ομάδα ήταν σε μια αγωνιστική πτώση με σερί τριών παιχνιδιών τον Ιανουάριο χωρίς νίκη οι ποδοσφαιριστές μίλησαν ανοιχτά για όσα είχαν στο μυαλό τους και τα έβγαλαν από μέσα τους, όπως πρέπει να γίνεται σε κάθε υγιές οικογενειακό περιβάλλον.
Βέβαια δεν ήταν μια εντελώς ευτυχισμένη οικογένεια, όμως μετά από αυτή τη συζήτηση η ομάδα επέστρεψε στις νίκες και παρέμεινε αήττητη μέχρι το τέλος της σεζόν.
Το «ροζ» gossip που πήγε να βάλει βόμβα στα αποδυτήρια
Εκείνη την εποχή «διακινούταν» στις εξέδρες και στον Τύπο μια ιστορία που αν όντως ήταν αληθινή θα μπορούσε να τινάξει στον αέρα την πρωταθληματική ομάδα της Σαμπντόρια. Ένα κουτσομπολιό που δημοσιοποιήθηκε από το gossip περιοδικό της εποχής Novella 2000 και έγινε γνωστό σε όλη την ιστορία.
Ο «θρύλος» λέει πως ο Μπέπε Ντοσένα ζήτησε από τον Βιάλι να του δανείσει το σπίτι του για λίγες ώρες για να πάει με μια γυναίκα, την οποία δεν μπορούσε να την πάει σε ξενοδοχείο. Φυσικά δεν θα μπορούσε να πει όχι σε έναν αδελφό του για ένα τέτοιο ζήτημα.
Ο Βιάλι φέρεται να είχε μια... φαεινή ιδέα που μοιράστηκε με τον κολλητό του, Ρομπέρτο Μαντσίνι. «Ο Ντοσένα είναι στο σπίτι μου με γυναίκα. Αρχισαν πρόσφατα, απ’ ό,τι κατάλαβα. Και δεν μπορεί να την πάει σε ξενοδοχείο. Πάμε να του κάνουμε πλάκα;».
Ο Μαντσίνι δέχτηκε, όμως αυτή η πλάκα τελικά δεν είχε... γέλιο. Οι δυο συμπαίκτες μπήκαν στο σπίτι και έπιασαν τον Ντοσένα με τη σύζυγο του Μαντσίνι!
Η ομάδα αγωνιστικά δεν επηρεάστηκε από αυτή την ιστορία που είδε το φως της δημοσιότητας και μέχρι σήμερα κανείς δεν ξέρει αν τα πράγματα έγιναν έτσι ή ήταν όλα μια fake ιστορία. Πάντως το καλοκαίρι του 1991, αμέσως μετά την κατάκτηση του πρωταθλήματος, ο Ντοσένα έφυγε από την Ντόρια παρόλο που ήταν ο βασικός της χαφ...
Ο τελικός τίτλου με ήρωα Παλιούκα
Στις 5 Μαΐου του 1991 διεξήχθη στο «Σαν Σίρο» ένα από τα πιο εμβληματικά παιχνίδια στην ιστορία του ιταλικού ποδοσφαίρου. Η απόλυτη μάχη της Σαμπντόρια με την Ίντερ με φόντο το Σκουντέτο. Τέσσερις αγωνιστικές είχαν μείνει στο πρωτάθλημα με την Ντόρια στους 45 βαθμούς, τους Νερατζούρι στους 42 και τη Μίλαν στους 41.
Η Σαμπ κατάφερε να θριαμβεύσει σε ένα... ματς ειδικών συνθηκών, το οποίο για ένα ημίχρονο ήταν 10 εναντίον 10! O συνήθως ήρεμος Μπέπε Μπέργκομι και ο πιο... έντονος, Μαντσίνι αποβλήθηκαν στις καθυστερήσεις του πρώτου μέρους μετά από μια αψιμαχία.
Η Ίντερ σε όλο το ματς ήταν ανώτερη, όμως βρήκε απέναντι της έναν τρομερό Τζανλουίτζι Παλιούκα, ο οποιος εκείνη τη μέρα έμοιαζε ανίκητος. Με τη συμπλήρωση μιας ώρας ο Μπέπε Ντοσένα άνοιξε το σκορ για τους φιλοξενούμενους και περίπου επτά λεπτά αργότερα έγινε η πιο κομβική φάση του αγώνα.
Οι Νερατζούρι κέρδισαν πέναλτι, ο κάτοχος της Χρυσής Μπάλας, Λόταρ Ματέους ανέλαβε την εκτέλεση αλλά ο Παλιούκα του είπε «όχι». Ο Γερμανός Legend εκείνη τη σεζόν είχε 7/7 πέναλτι και είχα να αστοχήσει από την άσπρη βούλα πάνω από δυο χρόνια. Στο 76' ο Βιάλι έδωσε προβάδισμα δυο γκολ στη Ντόρια και ουσιαστικά τελείωσε το ματς.
Η Ίντερ σε εκείνο το ματς έκανε 24 τελικές αντί μόλις έξι της Σαμπ και ο Παλιούκα έκανε 14 αποκρούσεις! «Ήταν κανονική πολιορκία αλλά ο Παλιούκα έκανε τρομερές επεμβάσεις» θυμόταν ο Βιάλι σε μια συνέντευξη του: «Όσο το σκέφτομαι εκείνο το ματς καταλήγω στο ότι ήταν γραφτό να κερδίσουμε το πρωτάθλημα εκείνη τη χρονιά».
Με αυτό τον θρίαμβο η Σαμπ πήγε στο +4 από την δεύτερη Μίλαν και στο +5 από την τρίτη Ίντερ, με τρεις αγώνες να απομένουν. Αξιοσημείωτο πως εκείνη την εποχή η νίκη ήταν δυο πόντοι και όχι τρεις.
Ο Μαντσίνι λόγω της αποβολής του δεν μπόρεσε να συμμετάσχει στα αμέσως επόμενα ματς και συνεπώς έχασε το παιχνίδι της κατάκτησης του τίτλου κόντρα στη Λέτσε στο «Λουίτζι Φεράρις», δυο εβδομάδες ύστερα από τον θρίαμβο στο Μιλάνο. Μετά τη νίκη με 3-0 και την κατάκτηση του τίτλου έτρεξε στον αγωνιστικό χώρο για να πανηγυρίσει με τα αδέλφια του.
Το τέλος εποχής
Ήταν ένα μοναδικό θαύμα. Το πρώτο και το τελευταίο πρωτάθλημα της Σαμπ. Πλην της Νάπολι καμία ομάδα εκτός των μεγάλων μητροπόλεων του Τορίνο, του Μιλάνου και της Ρώμης δεν έχει πανηγυρίσει το Σκουντέτο από τότε. Την επόμενη χρονιά αυτή η «παρέα» έφτασε μέχρι τον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών στο «Γουέμπλεϊ», όπου «λύγισε» στην παράταση από την Μπαρτσελόνα και έχασε με 1-0 από μια απευθείας εκτέλεση φάουλ του Κούμαν.
Η Σαμπ δεν είχε είχε πάει στον τελικό με την κατάλληλη ψυχική κατάσταση, καθώς είχε διαρρεύσει η μεταγραφή του Βιάλι στη Γιουβέντους. Οι Γενοβέζοι τερμάτισαν στην έκτη θέση εκείνη τη σεζόν και η διοίκηση προχώρησε σε αλλαγή προπονητή με τον Μπόσκοφ να αποχωρεί και τον Σβεν-Γκόραν Έρικσον να τον διαδέχεται.
Η εποχή της «Sampgloria» έφτασε στη δύση της και τελείωσε οριστικά με τον θάνατο του Μαντοβάνι το 1993. Ο Μαντσίνι έχει πει ότι δεν θα έφευγε ποτέ από το κλαμπ όσο ήταν ζωντανός ο ποδοσφαιρικός του πατέρας και εκπλήρωσε την υπόσχεση του, καθώς έφυγε από τη Γένοβα, έπειτα από 15 χρόνια, το 1997 και μετακόμισε στη Ρώμη για λογαριασμό της Λάτσιο.
Διαβάστε επίσης:
- Ντιναμό Κιέβου: Τα υπερηχητικά «εγγόνια» του Βαλερί Λομπανόφσκι
- Νιούκαστλ: Όταν η αρμάδα των Κίγκαν και Σίρερ κέρδισε το δικαίωμα στο όνειρο!
- Λάτσιο: Όταν οι «μαχητές» της Ρώμης σημάδεψαν τη χιλιετία
- Όταν η Πάρμα των Κρέσπο, Μπουφόν, Βερόν και Τουράμ «μάγευε» την Ευρώπη...
- Άγιαξ: Οι ανίκητοι μπέμπηδες του Λουίς Φαν Χάαλ
- Πόρτο: Όταν οι Δράκοι του Μουρίνιο κατέκαψαν την Ευρώπη!
- Ρίβερ Πλέιτ: Ένα ανεπανάληπτο στέμμα με τρία πετράδια στο κεφάλι των Μιγιονάριος
- Στεάουα Βουκουρεστίου: Το ευρωπαϊκό «θαύμα» του 1986
- Βαλένθια: Οι Νυχτερίδες στη ρωγμή του χρόνου
- Ρόμα: Η συμπυκνωμένη ευτυχία στο Scudetto του 2001
- Λιντς Γιουνάιτεντ: Χτίζοντας παλάτια στην «άμμο» του Champions League!
- Ντεπορτίβο Λα Κορούνια: Ο κομήτης της «Σούπερ Ντέπορ»