Μιλόγεβιτς στο Gazzetta: «Αν σε καλούσε ο Βαρδινογιάννης στη Motor Oil, καλύτερα να έπαιρνες το αεροπλάνο να φύγεις»
ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ: Παναγιώτης Δαλαταριώφ, Γιάννης Σαπουντζάκης, Βασίλης Τσίγκας
Στο πλαίσιο της αποστολής του Gazzetta στην Κύπρο με την υποστήριξη της Novibet, συναντήσαμε τον Βλάνταν Μιλόγεβιτς, ο οποίος εκείνη την περίοδο ήταν στον πάγκο του Απόλλωνα Λεμεσού.
Ο Σέρβος κόουτς, έκανε μια... βαθιά βουτιά στο παρελθόν. Γύρισε το χρόνο στις μέρες που ήταν παίκτης και μας μίλησε για το πώς ήρθε στην Ελλάδα. Ο εμφύλιος, ο ΠΑΣ Γιάννινα που τον έβγαλε από το σκοτάδι, ο Παναθηναϊκός και το γεμάτο ΟΑΚΑ, ο Βαρδινογιάννης κι η τρελή ιστορία με τη μεταγραφή του στον Παναθηναϊκό. Η εμπλοκή του Κυράστα και το «αν αυτό γίνει, θα με βρεις νεκρό σε κάποιο κοντέινερ», που είχε πει στη σύζυγό του.
Ο ρόλος της γυναίκας του για να αναλάβει τον Πανιώνιο, γιατί δεν πέτυχε η συνεργασία με την ΑΕΚ, το ενδιαφέρον του Παναθηναϊκού κι οι φήμες για τον Ολυμπιακό.
Ο Βλάνταν Μιλόγεβιτς, που σήμερα είναι στον Ερυθρό Αστέρα και που σίγουρα ο πατέρας του θα καμάρωνε ξανά βλέποντας το γιο του να προπονεί την αγαπημένη του ομάδα, σε μια ξεχωριστή εξομολόγηση.
«Στον εμφύλιο ελπίζαμε να μην έρθει η κλήση μας για τον πόλεμο»
Πως ξεκινήσατε να παίζετε ποδόσφαιρο;
«Εγώ γεννήθηκα περίπου 80 χλμ. δυτικά από το Βελιγράδι σε μία μικρή πόλη 35.000 κατοίκων. Εκεί πήγα σχολείο μέχρι το Λύκειο και μετά πήγα στο Βελιγράδι στις ακαδημίες του Ερυθρού Αστέρα. Έχω ζήσει την Ενωμένη Γιουγκοσλαβία και ήταν τα παιδικά μου χρόνια εξαιρετικά - θυμάμαι πάρα πολλά. Έχω έναν αδερφό 6 χρόνια μεγαλύτερο από μένα που είχε κάνει μεταγραφή στον Ερυθρό Αστέρα. Όπως συνήθως, ο πατέρας μου και η μάνα μου, μας στήριξαν πάρα πολύ. Ο αδερφός μου ήταν ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα εκείνης της εποχής και όταν ήταν στον Ερυθρό Αστέρα, τον ακολούθησα ως ο μικρότερος αδερφός».
Οι γονείς σας με τι ασχολούνταν;
«Ο πατέρας μου ήταν CEO σε μία εταιρεία που πλέον δεν υπάρχει και η μάνα μου δούλευε σε τράπεζα. Ήταν μορφωμένοι με πτυχία πανεπιστημίων. Πάντα αναρωτιέμαι γιατί δεν με ώθησαν να πάω κι εγώ να σπουδάσω. Η Ενωμένη Γιουγκοσλαβία είχε 25 εκατ. ανθρώπους και ένα big-4 ομάδων ανάλογο με αυτό που υπάρχει στην Ελλάδα. Ήταν ο Ερυθρός Αστέρας, η Παρτιζάν Βελιγραδίου, η Ντινάμο Ζάγκρεμπ και η Χάιντουκ Σπλιτ. Δεν μπορείτε να φανταστείτε για τι πρωτάθλημα μιλάμε. Ήταν πάρα πολύ δύσκολο παράλληλα με τις προπονήσεις να αφιερώσεις και χρόνο σε σπουδές. Ακολούθησα, λοιπόν, τον αδερφό μου και ήταν υποχρεωτικός ένας χρόνος στον στρατό. Όταν γύρισα ήταν που θα αποφασιζόταν αν θα παίξω ποδόσφαιρο ή όχι. Τελικώς, έπαιξα στην Ραντνίτσκι του Βελιγραδίου και μετά ξεκίνησε ο εμφύλιος πόλεμος που κράτησε μία δεκαετία. Η κατάσταση ήταν πολύ δύσκολη, είχαμε το εμπάργκο. Κάθε πόλεμος έχει πολύ αρνητικές συνέπειες για όλους και εγώ είχα την ευκαιρία να παίξω, ενώ κανείς μας δεν το πίστεψε. Τότε ο Ερυθρός Αστέρας είχε πάρει το Τσάμπιονς Λιγκ. Σιγά – σιγά φαινόταν, όμως, ότι τα πράγματα θα είναι δύσκολα. Αρχίσαμε να χωρίζουμε οι Σέρβοι με τους Κροάτες, τους Βόσνιους και τους Σλοβένους».
Τι ταλέντο ο σέρβικος αθλητικός γενικότερα;
«Ήμασταν πάρα πολύ δυνατοί σε όλα τα αθλήματα αλλά κυρίως σ' όσα έχουν μπάλα. Στο ποδόσφαιρο, το μπάσκετ, το βόλεϊ, το πόλο και το χάντμπολ».
Εχετε κάποια ανάμνηση από τον εμφύλιο;
«Θυμάμαι ότι τότε ελπίζαμε όλοι πως δεν έρθει η κλήση να πάμε στον πόλεμο. Είχα πολλούς φίλους που πήγαν στον πόλεμο, πολλούς που πέθαναν στον πόλεμο. Ήμουν τότε 22 χρονών και ήταν όλα τόσο αβέβαια. Ήταν όλοι εναντίον μας, για όλα έφταιγαν οι Σέρβοι. Εκεί που είχαμε ένα διαβατήριο που δεν απαιτούσε καμία βίζα και μπορούσες να ταξιδέψεις παντού, φτάσαμε να έχουμε ένα διαβατήριο που όλοι κοιτούσαν περίεργα».
Αισθάνεστε τώρα, κοιτώντας πίσω, τυχερός που εν τέλει κάνατε μία τόσο μεγάλη καριέρα γλιτώνοντας τις τραγικές συνέπειες του πολέμου;
«Τότε όλοι μας ψάχναμε έναν τρόπο να φύγουμε, δεν υπήρχε μέλλον. Είχαμε όνειρα αλλά δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε τι πραγματικά συμβαίνει. Βλέπαμε κόσμο να ταξιδεύει, να σπουδάζει. Εμείς, όμως, δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα. Ευτυχώς το καλοκαίρι του ’93 μου έγινε η πρόταση να πάω στα Γιάννενα με τον Μουφ, από τον τότε προπονητή Κοκότοβιτς. Πραγματικά, δεν ήξερα ούτε που είναι τα Γιάννενα. Είναι υπέροχη πόλη, αλλά εγώ τότε δεν ήξερα τίποτα. Είπα αμέσως "ναι". Ο Ντράγκαν Κοκότοβιτς ήταν προπονητής και ήμασταν μόνο δύο ξένοι. Διάλεξε τον Μουφ και μου είπε αν ήθελα να πάω κι εγώ. Δεν μιλήσαμε για χρήματα, ψάχναμε μόνο τρόπο να φύγουμε. Εμάς τους Σέρβους, όπου και αν μας πετάξεις, θα ζήσουμε. Εγώ έζησα από τα 16 στο Βελιγράδι, μακριά από το πατρικό μου και τους παιδικούς μου φίλους. Ξεκινήσαμε, λοιπόν, στα Γιάννενα. Μας δέχθηκαν πολύ όμορφα οι άνθρωποι εκεί, όλοι μας αγκάλιασαν. Καταπληκτική έδρα και έχω ακόμα μέχρι σήμερα πολλούς φίλους στα Γιάννενα.
Είχαμε κάνει πολύ καλή χρονιά στη Β’ Εθνική. Περισσότερο το πρωτάθλημα πήγαινε στη δύναμη, ενώ εμείς στη Γιουγκοσλαβία πηγαίναμε περισσότερο στην τεχνική. Πήγαμε, όμως, αρκετά καλά και μας ήρθε μία οικονομικά καλή πρόταση από την Καλαμάτα. Βλέπαμε ότι πλέον δεν υπήρχε σενάριο επιστροφής στη Σερβία, τα πράγματα είχαν χειροτερεύσει. Αρχίσαμε να σκεφτόμαστε με δεδομένο ότι μας άρεσε η Ελλάδα και ότι μαθαίναμε τη γλώσσα, ότι θα μέναμε.Πρόεδρος ήταν ο Σταύρος Παπαδόπουλος, το αθλητικό κέντρο ήταν απίστευτο. Παίξαμε Β’ Εθνική και παλέψαμε με τον Πανηλειακό για το ποια ομάδα θα ανέβει. Ανεβήκαμε κατηγορία μετά από πάνω από 20 χρόνια. Εγώ ήμουν στην Καλαμάτα αλλά ο Λιούπκο Πέτροβιτς είχε επιστρέψει στον Ερυθρό Αστέρα.
«Όταν έγινα προπονητής στον Ερυθρό Αστέρα ο μπαμπάς μου σκεφτόταν ότι μπορεί να φύγει ήσυχος από τη ζωή»
Στον Ερυθρό Αστέρα τότε έπαιζαν ποδοσφαιριστές από όλη την Ενωμένη Γιουγκοσλαβία. Μιλάμε αυτή η ομάδα φτιάχτηκε από ό,τι καλύτερο υπήρχε εκείνη την περίοδο. Εκεί που ήθελα να φύγω, γύρισα πίσω από την αγάπη για τον Ερυθρό Αστέρα. Για να καταλάβετε, στην Ελλάδα υπάρχει το big-4, στη Σερβία υπάρχουν μόνο δύο ομάδες. Ο Ερυθρός Αστέρας και η Παρτιζάν. Το να παίζεις στον Ερυθρό Αστέρα, είναι θρησκεία. Δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο χαρούμενος ήταν ο μπαμπάς μου όταν έγινα προπονητής του Ερυθρού Αστέρα. Ήταν σαν να σκεφτόταν πως "εγώ τώρα μπορώ να φύγω από αυτή τη ζωή". Δεν θα το άλλαζε ούτε με το να ήμουν καθηγητής στο Χάρβαρντ ή στη Σορβόννη. Ούτε με το να είχα πάρει το Νόμπελ για την Ειρήνη. Θυμάμαι που με έπαιρνε εκατό φορές τηλέφωνο να με ρωτήσει αν υπέγραψα. Ήταν πολλά τα ανέκδοτα από εκείνη την ιστορία. Όταν πήγαινα να τον επισκεφθώ, δεν με ρωτούσε πως είναι τα παιδιά μου αλλά γιατί δεν έτρεχε η ομάδα. Του έλεγα "κάτσε να σε φιλήσω και να με φιλήσεις πρώτα"».
«Ο ΠΑΣ Γιάννινα ήρθε σε μια εποχή που δεν υπήρχε μέλλον στη Γιουγκοσλαβία»
«Στην Ελλάδα δεν μου έλειπε τίποτα και στη Σερβία η βενζίνη κόστιζε 5 ευρώ το λίτρο»
Αυτό, όμως, συνέβαινε επειδή εσείς ήσασταν προπονητής εκεί ή επειδή έχουν τόσο πολύ μέσα τους την ομάδα;
«Από την υπερηφάνεια του που ήμουν στον Ερυθρό Αστέρα. Στη Λεμεσό είδα πολλούς ανθρώπους με μπλούζες των οργανωμένων οπαδών του Ερυθρού Αστέρα. Θέλουν όπου πηγαίνουν, να δείχνουν ποια ομάδα υποστηρίζουν. Το 1995 που έπρεπε να γυρίσω σαν παίκτης, ο πατέρας μου ήταν πολύ περήφανος. Ο αδερφός μου πήγε με μεταγραφή στην Παρτιζάν. Παιδί του ήταν, αλλά, ο πατέρας μου δεν μπορούσε να το χωνέψει. Όλη μου η οικογένεια ήταν οπαδοί του Ερυθρού Αστέρα. Το 1995 γύρισα και ενώ στην Ελλάδα δεν μου έλειπε τίποτα, πήγαινα στη Σερβία στο σούπερ μάρκετ και έβλεπα μόνο άδεια ράφια. Η βενζίνη κόστιζε 5 ευρώ το λίτρο, γεμίζαμε από μπιτόνια.
Πολύ γρήγορα έφυγα και πήγα στον Απόλλωνα Αθηνών με τον Αλαμάνο. Πάντα μου άρεσε η Ελλάδα, από την πρώτη στιγμή που ήρθα. Τώρα μπορώ να λέω πως στην οικογένειά μου είμαστε μισοί Έλληνες, μισοί Σέρβοι. Κάναμε πολύ καλή χρονιά στον Απόλλωνα με τον Μπάμπη Τεννέ, παρά το γεγονός ότι είχαν φύγει παίκτες – κλειδιά».
Ο Αλαμάνος τι άνθρωπος είναι;
«Ένας πάρα πολύ καλός παράγοντας, πάρα πολύ έξυπνος. Δεν είναι εύκολο να έχεις στα χέρια σου μία ιστορική ομάδα. Δεν ξέραμε που θα κάνουμε προπόνηση, κάθε μέρα μας έστελναν μήνυμα για την τοποθεσία. Εγώ που δεν ήξερα και την Αθήνα, δυσκολευόμουν. Αλλά ο Αλαμάνος ήταν ένας πρόεδρος που ήξερε να μιλήσει και να μας φτιάξει την ψυχολογία».
Ο Μπάμπης Τεννές;
«Ήρθε από τον Αθηναϊκό και αλλάξανε με τον Παθιακάκη. Αυστηρός και πειθαρχημένος άνθρωπος. Ήθελε να βάζει αρχές και αυτές να ακολουθούν οι ποδοσφαιριστές του. Είχαμε καλή ομάδα, μετά ήρθαν ο Καραγκούνης και ο Χαλκιάς που στην πορεία έκαναν τρομερή καριέρα. Ο Μπάμπης είναι πολύ τίμιος άνθρωπος. Όταν δεν παίζει, πολλές φορές φταίει ο προπονητής στο μυαλό του παίκτη. Τώρα, όμως, που είμαι εγώ στη θέση του προπονητή, καταλαβαίνω πως μόνο μέσα από την πειθαρχία μπορεί μία ομάδα να πάει καλά. Όλοι έλεγαν τότε ότι ο Απόλλωνας είναι ο πρώτος υποψήφιος να πέσει, αλλά εμείς σωθήκαμε πολύ εύκολα και γρήγορα».
Από τον Γιώργο Καραγκούνη τι θυμάσαι;
«Ο Γιώργος είναι ένα καταπληκτικό παιδί, διαφορετικό από τα άλλα. Κάθε προπόνηση, κάθε αγώνας, δεν ήθελε να τελειώσει. Ήταν λίγο σπαστικός, ζητούσε συνέχεια την μπάλα και φώναζε. Έτσι είναι ακόμα και τώρα, παίξαμε τελευταία στη Λαμία ένα ματς και έκανε πάλι τα ίδια! Αυτό, όμως, τον έκανε μεγάλο παίκτη και τον βοήθησε να κάνει μεγάλη καριέρα».
«Καταπληκτικό παιδί αλλά λίγο σπαστικός ο Καραγκούνης, ζητούσε συνέχεια τη μπάλα»
«Καταπληκτικό να βλέπω γεμάτο το ΟΑΚΑ, δεν έπεφτε καρφίτσα»
Και έρχεται η πρόταση από τον Παναθηναϊκό.
«Εγώ έπαιζα λίμπερο τότε και ήμουν δανεικός από τον Ερυθρό Αστέρα. Ήθελα να φύγω, αλλά δεν με άφηναν και έτσι βρέθηκε η λύση του δανεισμού. Στον Παναθηναϊκό ήταν τότε ο Ζάετς και η ομάδα προερχόταν από μία πάρα πολύ κακή σεζόν. Είχε χάσει ένα ματς από τον ΟΦΗ στο φινάλε και δεν είχε βγει στην Ευρώπη μετά από πολλά χρόνια. Στην κατάσταση στην οποία είχε βρεθεί η ομάδα, είχε παίξει ρόλο και η προσωπική τραγωδία του Γιώργου Βαρδινογιάννη με τον θάνατο του αδερφού του Θόδωρου. Αν δεν είχε συμβεί αυτό, η ομάδα θα έβγαινε στην Ευρώπη. Είναι πολύ σημαντικό ο πρόεδρος να είναι κοντά στην ομάδα, να τον βλέπουν οι παίκτες. Ο Ουζουνίδης πήρε μεταγραφή και πήγε στη Γαλλία και ο Παναθηναϊκός χρειαζόταν έναν αμυντικό. Έτσι, πήγα εγώ στην ομάδα. Πέρασα πάρα πολύ καλά ακόμα και αν την τελευταία χρονιά δεν έπαιξα πολύ. Ήταν καταπληκτικό να βλέπω το γεμάτο ΟΑΚΑ, δεν έπεφτε καρφίτσα».
Από τον Βασίλη Δανιήλ τι σας έχει μείνει;
«Πολύ ισχυρή προσωπικότητα. Είχαν, όμως, αρχίσει σιγά – σιγά να αλλάζουν τα πράγματα. Άνηκε στους προπονητές προηγούμενης γενιάς που ήταν πιο απόμακροι. Παλαιότερα, αν έλεγε κάτι ο προπονητής ήταν νόμος. Αυτός ήταν ο απόλυτος άρχοντας. Τα πράγματα, όμως, είχαν αρχίσει να αλλάζουν και οι παίκτες να αποκτούν μεγάλη αξία. Έτσι, οι προπονητές δεν μπορούσαν πλέον να διατάζουν. Είχαν αρχίσει να μπαίνουν για τα καλά στο παιχνίδι τα λεφτά. Το βλέπετε και τώρα πως τα «αστέρια» είναι πιο πάνω από τους προπονητές. Εμείς στην ομάδα είχαμε ισχυρά ονόματα. Για παράδειγμα, ο Ασάνοβιτς μιλούσε πολύ. Παλαιότερα δεν υπήρχαν μάνατζερ, δεν ξέραμε τι είναι. Τώρα στην κορυφή είναι οι παίκτες και μετά έρχονται οι μάνατζερ. Νομίζω ότι ο Βασίλης Δανιήλ, λόγω και ηλικίας, είχε μείνει στην παλιά νοοτροπία. Οι παίκτες ήθελαν κάτι μοντέρνο, να χρησιμοποιούν περισσότερο το γυμναστήριο. Μετά ήρθε ο Γιάννης Κυράστας. Ήμασταν πάρα πολύ καλοί φίλοι και μου έπεσε πολύ βαρύ όταν "έφυγε"».
Τι θυμάστε από τον Γιάννη Κυράστα;
«Ενώ με Δανιήλ παίζαμε με λίμπερο, όταν ήρθε ο Κυράστας παίξαμε με τετράδα πίσω. Θυμάμαι πολύ καλά το καλοκαίρι με φώναξε και μου είπε "εμείς πλέον δεν παίζουμε με λίμπερο. Δεν σε βλέπω να παίζεις στόπερ γιατί εκεί θέλω διαφορετικά χαρακτηριστικά παικτών. Σε βλέπω στη μεσαία γραμμή, να παίζεις αμυντικό χαφ". Τότε είπα "εγώ θέλω να παίξω στόπερ, μην με βάζεις στα χαφ. Θα περιμένω την ευκαιρία μου". Κοιτάζοντας τώρα πίσω, ξέρω ότι έκανα μεγάλο λάθος γιατί αυτός ο άνθρωπος έκανε τα πάντα για μένα. Όταν τώρα, ως προπονητής, μιλάω σε κάποιον παίκτη, του φέρνω αυτό το παράδειγμα.
Τελικά, δεν έπαιξα και ήμουν μεταξύ πάγκου και εξέδρας. Εγώ, όμως, δεν δημιούργησα ποτέ πρόβλημα. Πάντα ήθελα να λένε για μένα πως είμαι εντάξει σαν άνθρωπος, ακόμα και αν κάποιος έλεγε πως δεν είμαι καλός ποδοσφαιριστής. Μπορεί να έφευγα από την προπόνηση με πικρία, γιατί ήταν Παρασκευή και ήξερα πως δεν θα παίξω ή ακόμα και ότι δεν θα είμαι στην αποστολή. Παρ’ όλα αυτά, ο Παναθηναϊκός και ο Κυράστας συγκεκριμένα, είχαν φτιάξει μία πολύ ωραία ομάδα. Είχα πλέον πάρει την απόφαση ότι θα φύγω, αλλά έπρεπε να βρεθεί τρόπος γιατί είχα συμβόλαιο για δύο ακόμα χρόνια. Από τον Παναθηναϊκό δεν μπορούσες να φύγεις απλά επειδή έτσι ήθελες εσύ».
«Ο Κυράστας έκανε τα πάντα για να παίξω, έκανα μεγάλο λάθος που δεν δέχτηκα να παίζω χαφ»
«Είχα συμφωνήσει με τον Ηρακλή και λέω στη γυναίκα μου "αν αυτό γίνει, θα με βρεις νεκρό σε κάποιο κοντέινερ"»
Τα έκανε κανείς αυτά στον Γιώργο Βαρδινογιάννη;
«Εγώ είχα την τύχη εκείνη την εποχή, ο Γιώργος (Βαρδινογιάννης) να έχει αποσυρθεί και να έχει αναλάβει ο Φιλιππίδης. Ο Φιλιππίδης δεν ήξερε πολλά από ποδόσφαιρο, έχει μάθει άλλα πράγματα στη ζωή του. Με πήρε τηλέφωνο ένας φίλος και μου είπε ότι ενδιαφερόταν ο Ηρακλής, στον οποίο μόλις είχε μπει ο Μυτιλιναίος. Του λέω "εγώ πάω και με τα πόδια, αλλά πως θα φύγω από τον Παναθηναϊκό;".
Μιλούσα, λοιπόν, με τον Ηρακλή και είχα συμφωνήσει. Πάω στην γυναίκα μου και της λέω "αν αυτό γίνει, θα με βρεις νεκρό σε κάποιο κοντέινερ". Εγώ συμφωνούσα με τον Ηρακλή αλλά ήταν και… καλά όλα μυστικά. Πως γίνεται αυτό; Τι είναι στην Ελλάδα μυστικό; Μέσα στη συμφωνία ήταν και ο Ερυθρός Αστέρας. Ο Ηρακλής μού έλεγε τότε να τα αφήσω όλα σε εκείνους. Το πρώτο που τους ρώτησα ήταν αν θα κολλήσω με τον Άγγελο. Μου απάντησαν ότι προπονητής την επόμενη σεζόν, δεν θα ήταν ο Άγγελος. Ρώτησα ποιος με θέλει και μου απάντησαν ότι με ήθελε προσωπικά ο πρόεδρος. Παρακαλούσα, έκανα τον σταυρό μου, να μην βγει η ιστορία στην εφημερίδα. Ευτυχώς, είχε αποσυρθεί ο Γιώργος Βαρδινογιάννης. Όταν ήταν ενεργός, αν σε έπαιρνε ο Γιώργος Βαρδινογιάννης και σου έλεγε "έλα στο γραφείο μου στη Motor Oil", ήταν καλύτερα να τρέξεις να προλάβεις το πρώτο αεροπλάνο να φύγεις, πριν σε προλάβει αυτός.
Μετά από εκείνη τη δύσκολη χρονιά που δεν είχα παίξει, ήξερα ότι έφταιγα εγώ. Το καλοκαίρι πλησίαζε, το πρωτάθλημα τελείωνε. Εγώ ήμουν, όμως, χαρούμενος γιατί θα πήγαινα στον Ηρακλή. Σε μία προπόνηση με φώναξε ο Κυράστας στο γραφείο του και με ρώτησε τι κάνω εγώ και πως είναι η οικογένειά μου. Άρχισα να αναρωτιέμαι τι δεν πάει καλά. Η τρίτη ερώτηση ήταν αν πηγαίνω στον Ηρακλή. Μόλις το άκουσα αυτό, κόπηκαν τα πόδια μου. Του απαντάω "ποιον Ηρακλή; Δεν ξέρω τι λέτε". Μου λέει "έλα ρε μ@λ@κ@". Είχαμε αποκτήσει πολύ καλές σχέσεις. Συνεχίζει λέγοντάς μου "τα ξέρω όλα. Εγώ μιλάω με τον Ηρακλή". Εγώ επέμεινα "μπορείς να με σκοτώσεις, εγώ δεν μιλάω με τον Ηρακλή".
Γύρισα σπίτι και ρώτησα την γυναίκα μου αν όλα αυτά συμβαίνουν μόνο σε μένα. Τότε με πήραν από τον Ηρακλή και μου είπαν ότι μιλάνε με τον Κυράστα και είναι πολύ κοντά να τον κλείσουν. Τότε τους απάντησα "αφού είναι έτσι, εγώ δεν έρχομαι". Μου εξήγησαν πως όταν ρώτησαν τον Κυράστα ποιους παίκτες θέλει τους απάντησε εμένα. "Άλλος μου κάνει τώρα πλάκα", απάντησα. Δεν μου έμοιαζε καθόλου ρεαλιστικό όλο αυτό. Τελικώς, ο Κυράστας πήγε στον Ηρακλή και κάναμε καλή ομάδα. Ο Μυτιληναίος είναι ένας gentleman και είναι πολύ κρίμα που έφυγε, όπως έφυγε. Το ελληνικό ποδόσφαιρο τον χρειαζόταν αλλά κατάλαβα πως δεν ταιριάζει σ' αυτό το περιβάλλον. Δεν γίνεται να έχεις τόση τιμιότητα, όταν ασχολείσαι με το ποδόσφαιρο.
Σκεφτείτε τι ομάδα έφτιαξε, τι προπονητικό κέντρο. Ήμασταν βασιλιάδες στον Ηρακλή, τα λεφτά μας τα παίρναμε πάντα στην ώρα μας. Δυστυχώς, δεν μπορέσαμε εμείς να του γυρίσουμε όλα αυτά που έκανε εκείνος για εμάς. Είναι πάρα πολύ δύσκολο σε χώρες όπως η Ελλάδα, μία ομάδα σαν τον Ηρακλή να πάρει πρωτάθλημα. Μετά τον Κυράστα ήρθε ξανά ο Αναστασιάδης. Σκέφτηκα ότι θα μπλέξουμε. Ακούγαμε ότι δεν του αρέσουν οι ξένοι.
Τον Άγγελο πρέπει να τον καταλάβεις, είναι ένας καταπληκτικός άνθρωπος. Είχε απόλυτο δίκιο να είναι αυστηρός. Για προπονητική δεν θέλω να μιλήσω καν με όσα έχει πετύχει. Είναι, όμως, ένας πολύ ξεχωριστός άνθρωπος. Μιλούσε για την κοινωνική ζωή και για την εκκλησία. Μας έλεγε πράγματα που τα βλέπαμε μετά να συμβαίνουν. Όταν σου μιλάει ο Άγγελος πρέπει να πας πολύ βαθιά για να καταλάβεις τι εννοεί. Μας έμαθε να ζούμε σωστά, να προσέχουμε τις οικογένειές μας. Τον αγαπώ πάρα πολύ. Ήθελε να μας κάνει οικογένεια, να προσέχουμε ο ένας τον άλλον. Αν έβλεπε ότι κάποιος δεν κουμπώνει σε αυτό, γινόταν πολύ αυστηρός. Γι’ αυτό και ο Άγγελος δεν ήθελε τα "αστέρια", αυτοί είναι εγωιστές».
Εχετε συνυπάρξει με πολλούς παράγοντες στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Με ποιον θα λέγατε ότι θα είχατε την πιο σκληρή συνεργασία;
«Είναι διαφορετικό να είσαι παίκτης και διαφορετικό να είσαι προπονητής. Τον Γιώργο Βαρδινογιάννη τον έχω δει πέντε φορές. Ερχόταν μόνο στην αρχή της σεζόν ή στα εκτός έδρας ματς του Champions League. Τον Μυτιληναίο τον έχω πετύχει, επίσης, λίγες φορές. Ως προπονητής είσαι με τον πρόεδρο σε καθημερινή βάση. Κάθε ένας είναι διαφορετικός, αλλά εγώ έχω μάθει ότι πρέπει να είμαι κοντά με τους προέδρους. Δεν θέλω εγώ να διατάζω, με ενδιαφέρει να λειτουργήσω ως μέλος της ομάδας. Εμείς οι προπονητές ερχόμαστε και μετά από κάποιο διάστημα φεύγουμε. Υπάρχουν προπονητές που θέλουν συγκεκριμένα πράγματα και πιέζουν τους προέδρους.
Οι πρόεδροι αγαπούν υπερβολικά τις ομάδες που διοικούν. Εγώ πάντα δένομαι με το κλαμπ που συνεργάζομαι. Ήμουν στον ΑΠΟΕΛ και έβλεπα έναν πρόεδρο που σε καθημερινή βάση ήταν εκεί. Από την άλλη δεν μπορούσε να κάνει πράξη τις υποσχέσεις του σε ό,τι είχε να κάνει με τις πληρωμές. Στον Πανιώνιο έπεσα σε μία πλήρη ομάδα, στρωμένη από τον Μαρίνο Ουζουνίδη. Μετά πήγα στην ΑΕΚ σε μία περίοδο που έκανε ριζικές αλλαγές. Οικονομικά ο κάθε πρόεδρος κοιτάζει τα λεφτά να πέσουν στο τέλος των μεταγραφών γιατί θα πέσουν οι τιμές. Αν θέλεις να πάρεις έναν παίκτη τον Ιούνιο, είναι τελείως διαφορετική η τιμή του από την τελευταία μέρα των μεταγραφών. Δεν είναι εύκολο ως προπονητής να έχεις άμεσα αποτελέσματα, μπορεί να χρειαστεί και ένας χρόνος να φανεί η δουλειά σου. Κάποιοι πρόεδροι ξηλώνουν ομάδες πολύ εύκολα. Όλα είναι θέμα ισορροπίας. Οι στόχοι της ομάδας είναι πάνω από όλα. Φυσικά, παίζει ρόλο και το μέγεθος της κάθε ομάδας. Οι μεγάλες ομάδες έχουν από πίσω κόσμο και δημοσιογράφους να ασκούν μεγάλη πίεση. Πολλές φορές μπορεί να έχεις μπάτζετ αλλά πρέπει να λύσεις αλλά προβλήματα. Δεν θέλω να μιλήσω συγκεκριμένα, αλλά υπήρχε περίπτωση που η ομάδα πήγαινε για πρωτάθλημα και οι παίκτες ήταν απλήρωτοι από τον Φεβρουάριο. Ξαφνικά έρχονται οι παίκτες και λένε πως δεν έχουν να πληρώσουν το νοίκι ή να πάρουν γάλα για το παιδί τους.
Τι λέγατε εσείς; Τι απαντούσατε;
«Να προσπαθήσουμε να φτάσουμε στο φινάλε της χρονιάς με τον καλύτερο τρόπο και μετά ο καθένας να τραβήξει το δρόμο του. Εγώ δεν κατηγορώ κανέναν, όλοι θέλουν κάτι να φτιάξουν».
Κλείνοντας το κεφάλαιο «ποδοσφαιριστής», τι κρατάτε από την καριέρα σας;
«Είναι ένα επάγγελμα πάρα πολύ δύσκολο. Είχα την τύχη να γνωρίσω τη γυναίκα μου που με στήριξε σε κάθε βήμα. Ο κόσμος πιστεύει ότι παίζουμε μπάλα γιατί είναι πολλά τα λεφτά. Αλλά, όπως στο τένις όλοι βλέπουν τον Τζόκοβιτς και δεν σκέφτονται τόσους άλλους, έτσι και στο ποδόσφαιρο. Κάποιοι ποδοσφαιριστές στο τέλος έχασαν τα πάντα. Σαν ποδοσφαιριστής πέρασα πάρα πολύ καλά. Έκανα επάγγελμα αυτό που αγαπούσα. Γνώρισα πολύ καλούς ανθρώπους από συμπαίκτες μέχρι προέδρους. Μπορεί να ήθελα να έχω κάνει κάποια πράγματα διαφορετικά, όμως όλα με έχουν βοηθήσει να βλέπω διαφορετικά την προπονητική μου καριέρα».
«Υπήρχε ομάδα που πήγαινε για πρωτάθλημα κι οι παίκτες ήταν απλήρωτοι από τον Φεβρουάριο»
«Η γυναίκα μου με έσπρωξε να αναλάβω τον Πανιώνιο»
Προπονητής ξεκινήσατε από την Τσουκαρίτσκι. Κάνατε πολλές νίκες εκεί.
«Εγώ άρχισα την προπονητική μου καριέρα από τις ακαδημίες του Ερυθρού Αστέρα. Ο Ερυθρός Αστέρας είναι για μένα που μου έχει δώσει επαγγελματικά όσα έχω πετύχει. Μετά όταν έφυγα από τις ακαδημίες, πήγα στην Τσουκαρίτσκι που τότε ήταν στη δεύτερη κατηγορία. Ένας φοβερός ιδιοκτήτης μου έδωσε τη δυνατότητα να κάνω μεταγραφές. Μετά πήγα στην Ομόνοια για έναν χρόνο, ήταν η πρώτη μου ομάδα στο εξωτερικό. Πήγαμε πολύ καλά και η Ομόνοια τότε δεν ήταν στην ίδια κατάσταση με αυτήν που είναι τώρα. Μετά ήρθε η πρόταση από τον Πανιώνιο και το σκεφτόμουν πάρα πολύ. Η γυναίκα μου ήταν αυτή που με έσπρωξε να αναλάβω τον Πανιώνιο γιατί εγώ αρχικά ήμουν πολύ αρνητικός».
Για ποιο λόγο;
«Μόλις είχε φύγει ο Μαρίνος και ήξερα ότι θα ήταν πολύ δύσκολο. Οι παίκτες ήταν πολύ δεμένοι με τον Μαρίνο. Οι πρώτες 2-3 εβδομάδες ήταν πάρα πολύ δύσκολες, ήξερα ότι χρειαζόμασταν χρόνο για να το ξεπεράσουμε. Αλλά για τον προπονητή δεν υπάρχει ποτέ χρόνος. Τα αποτελέσματα καθορίζουν την πορεία ενός προπονητή. Τα θετικά αποτελέσματα, τελικώς, μας έδεσαν και με τον Ζαμάνη είχα καταπληκτική συνεργασία. Το ήξερα ότι πάλι δεν θα υπάρχουν γήπεδα για προπόνηση. Τελικά, κάναμε μία καταπληκτική χρονιά. Είχαμε απίστευτη ομάδα. Θυμάμαι μια φορά είχα πάρει τηλέφωνο τον Κόρμπο και του είπα ότι θα καθυστερήσουν οι πληρωμές. Μου απάντησε "Κόουτς, αφήστε τις πληρωμές. Εμείς είμαστε μια χαρά. Αν κάποιος έχει πρόβλημα, θα τα βρούμε μεταξύ μας".
Ο Ζαμάνης είχε αποκτήσει άλλη σχέση με τους παίκτες, δεν ήξερες αν είναι φίλος τους ή πρόεδρός τους. Θυμάμαι μαζεύονταν και έπαιρναν πρωινό όλοι μαζί. Τέτοια αποδυτήρια δεν είχα ξαναδεί. Κατάλαβα στον Πανιώνιο, τι σημαίνει αποδυτήρια. Υπήρχαν παίκτες ηγέτες που αγαπούσαν την ομάδα. Μασούντ, Ανσαριφάρντ, Ρισβάνης, Σιώπης, Μασούρας, ήταν απίστευτα παιδιά. Ο Κόρμπος ήταν σαν μπαμπάς τους, αν έλεγε κάτι, αυτό ήταν, τελεία και παύλα. Όπου και αν παίζαμε, ήξερα ότι δεν υπάρχει περίπτωση να χάσουμε. Για να χάσουμε, έπρεπε ο αντίπαλος να είναι πάρα πολύ καλός.
Κάναμε προπόνηση στους Θρακομακεδόνες στο χώμα. Και έβλεπα να κάνουν τις ασκήσεις σαν να έπαιζαν στο καλύτερο γήπεδο. Δεν διαμαρτυρήθηκε ποτέ κανείς που δεν είχε ζεστό νερό να κάνει μπάνιο. Όλο αυτό με βοήθησε γιατί όταν πήγα στον Αστέρα ήξερα την δύναμη των καλών αποδυτηρίων. Όταν φτιάξαμε τα αποδυτήρια του Αστέρα, έβλεπα εικόνες ανάλογες με αυτές στον Πανιώνιο. Είχε παίξει καθοριστικό ρόλο και το γεγονός ότι στον Πανιώνιο ήταν πολλοί οι Έλληνες παίκτες. Αντίστοιχα, στον Αστέρα είχαμε έντονο το σέρβικο στοιχείο. Αν υπάρχουν πολλοί ξένοι, είναι δύσκολο να συνδυάσεις πολλές διαφορετικές κουλτούρες. Το να είναι ο παίκτης ηγέτης, είναι πιο σημαντικό από το να είναι ο καλύτερος τεχνίτης. Ο ηγέτης κερδίζει τον σεβασμό όλων, αυτό το στοιχείο δεν πληρώνεται. Κάθε ένας από τους παίκτες εκείνους, είχε φιλοδοξίες. Σήμερα, μπορείτε να δείτε τι καριέρα έκαναν. Ο Πανιώνιος άρχισε να έχει πτωτική πορεία, όταν έχασε το ελληνικό στοιχείο. Η απαγόρευση μεταγραφών είχε βοηθήσει τον Πανιώνιο να στραφεί στους Έλληνες παίκτες».
Γιατί φύγατε από τον Πανιώνιο;
«Όταν μίλησα με τον Ερυθρό Αστέρα, είχα αποφασίσει ότι θα φύγω. Κάποια στιγμή οι δύσκολες συνθήκες σε κουράζουν. Μαζέψαμε αρκετό κόσμο στη Νέα Σμύρνη, περίμεναν την επόμενη σεζόν το κάτι παραπάνω. Προοπτική για κάτι παραπάνω, δεν υπήρχε. Οι παίκτες είναι επαγγελματίες, μετά από μία καλή χρονιά άρχισαν να ψάχνουν το επόμενο συμβόλαιό τους. Δεν είμαι από τους ανθρώπους που κάθονται όταν βλέπουν ότι κάτι δεν μπορούν να το πετύχουν».
Η ΑΕΚ πότε ήρθε σε εσάς;
«Είχα μιλήσει δύο φορές με την ΑΕΚ. Όταν μιλήσαμε για τη συνεργασία ήταν μετά από μία χρονιά της ΑΕΚ που δεν ήταν τόσο καλή και είχε αποφασιστεί να γίνουν αλλαγές. Σε ένα κλαμπ με μεγάλες απαιτήσεις, είναι δύσκολο. Έγινε φιλτράρισμα και παρά το ότι δεν ήταν καλή η χρονιά, βοήθησε την ΑΕΚ να φτιάξει καλό ρόστερ ενόψει της εισόδου στο νέο γήπεδο. Είναι μεγάλη υπόθεση για μία μεγάλη ομάδα να έχει την έδρα της, το ΟΑΚΑ δεν ήταν ποτέ έδρα. Αν δείτε την περσινή ΑΕΚ, πήρε αποτελέσματα στο τέλος με τη βοήθεια του κόσμου της. Στο ΟΑΚΑ με 20.000 είναι σαν το γήπεδο να είναι άδειο. Η Original έχει τόση αγάπη για την ομάδα, αλλά κάθονταν μακριά. Μπράβο στον πρόεδρο για το γήπεδο που έφτιαξε. Εγώ είχα την τύχη να παίξω αντίπαλος με τον Μανωλά ή τον Σαβέφσκι στη Φιλαδέλφεια. Δεν είναι ίδια η αίσθηση σήμερα, αλλά και πάλι είναι υπέροχο να βλέπεις το καινούργιο γήπεδο. Με το φιλτράρισμα, λοιπόν, που έγινε τότε και με συμπλήρωμα στον κορμό που δημιουργήθηκε, φτιάχτηκε πολύ καλή ομάδα. Επίσης, πέραν του νέου γηπέδου έχει φτιαχτεί ένα υπέροχο αθλητικό κέντρο στα Σπάτα. Τώρα, πλέον, η ΑΕΚ είναι πλήρης».
Πως ήταν ο Μελισσανίδης ως πρόεδρος;
«Νομίζω ότι είχα τη στήριξή του αλλά τα πράγματα δεν πήγαν καλά. Πηγαίναμε στην Ολλανδία να κάνουμε προετοιμασία και από εκείνη την προετοιμασία έμεινε μόνο ο Τζαβέλλας και ο Μάνταλος. Όλοι οι άλλοι έφυγαν. Στην προετοιμασία είχα τελείως διαφορετική ομάδα από αυτήν που εν τέλει κατέβηκε στο πρωτάθλημα. Άρχισαν μετά οι παίκτες να έρχονται ένας – ένας. Έπαιξε ρόλο και ο κορονοϊός. Η ομάδα νομίζω πέτυχε το στόχο που είχε τότε, ανεξαρτήτως του τι συνέβη με μένα».
Θα θέλατε, όμως, λίγο χρόνο παραπάνω για να δουλέψετε;
«Εγώ θέλω πάντα χρόνο, αλλά αυτό είναι και το μόνο που δεν έχω ποτέ. Αυτές οι ομάδες έχουν πολλή πίεση. Πολλές φορές όταν φεύγεις σου λέει ο πρόεδρος "όλα καλά, όλα super, αλλά η ομάδα πρέπει να ηρεμήσει". Πολύ φιλικά χωρίσαμε με την ΑΕΚ. Έβλεπα ότι ούτε εγώ μπορούσα να δώσω κάτι παραπάνω».
Τι θεωρείτε ότι πληρώσατε περισσότερο;
«Δεν το ξέρω. Ήρθαν πολλοί παίκτες και έπρεπε να φτιάξουμε το επίπεδο της φυσικής τους κατάστασης. Μετά έπρεπε να βρούμε την καλύτερη δυνατή ενδεκάδα. Χρειαζόταν να βοηθήσουν και τα αποτελέσματα και ταυτόχρονα να παίζουμε καλό ποδόσφαιρο. Κάθε φίλαθλος είναι περήφανος, θέλει η ομάδα του να παίζει ωραία μπάλα. Μέσα στους αγώνες μπορεί να υπάρξει ένα διάστημα πάρα πολύ καλό και μετά ένα άλλο πολύ άσχημο. Για παράδειγμα, σε εκείνο το ματς με τον ΟΦΗ, ήμασταν μπροστά με 3-0 και στα τελευταία λεπτά έγινε 3-3 και αν είχε λίγο ακόμα χρόνο θα χάναμε. Είναι πράγματα που θέλουν χρόνο, δεν γίνονται από την μία μέρα στην άλλη».
«Στην ΑΕΚ έβλεπα ότι ούτε εγώ μπορούσα να δώσω κάτι παραπάνω»
Ο Παναθηναϊκός κι ο Ολυμπιακός...
Μετά είχες την ευκαιρία να πας στον Παναθηναϊκό; Από τον Παναθηναϊκό είχαν πει ότι δεν τους απάντησες και το πήραν ως προσβολή.
«Εγώ δεν το ξέρω αυτό. Αυτά γίνονται μέσω των ατζέντηδων. Με τον Γιοβάνοβιτς, ο Παναθηναϊκός έχει πετύχει. Είναι ένας πολύ καλός προπονητής, με υπομονή και στρατηγική. Ο Γιάννης Αλαφούζος ήξερε ακριβώς πως έπρεπε να οδηγήσει την ομάδα. Πίστεψε στον προπονητή και πλέον ο Παναθηναϊκός είναι το πρώτο φαβορί να πάρει το πρωτάθλημα. Με υπομονή και στήριξη από τον κόσμο στο πρότζεκτ του Γιοβάνοβιτς. Σαν προπονητής, αν δεν έχεις στήριξη, νιώθεις πολλές φορές ότι είσαι μόνος. Το ποδόσφαιρο είναι ομαδική δουλειά. Δεν είναι όπως παλιότερα που ένας μόνο διέταζε».
Είχες μιλήσει και με τον Μαρινάκη για να αναλάβεις τον Ολυμπιακό;
Αν σας πω με πόσους έχω μιλήσει… Δεν ξέρεις ποτέ τι θα μπορούσε να είχε γίνει. Δεν είναι ωραίο να μιλάμε για πράγματα που δεν έχουν γίνει.