Πιέρος Σωτηρίου στο Gazzetta Cyprus: «Ο Ολυμπιακός, ο ΠΑΟΚ και ο στόχος της Ελλάδας»
Όταν κάποιος ακούει για την Ιαπωνία, σίγουρα το ποδόσφαιρο δεν είναι το πρώτο που του έρχεται στο νου. Αν και η εθνική ομάδα έχει σταθεί αξιοπρεπέστατα στις μεγάλες συναντήσεις του Παγκοσμίου Κυπέλλου, το στιλ παιχνιδιού του πρωταθλήματος δεν ταιριάζει και τόσο με αυτό της Ευρώπης.
Ωστόσο ανάμεσα στους συλλόγους της J1 League (πρώτη κατηγορία) υπάρχουν κάποιοι που έχουν αρκετά μεγάλη ιστορία πίσω τους και έχουν μεγαλώσει αρκετές γενιές στη χώρα. Μεταξύ αυτών είναι και η Σανφρέτσε Χιροσίμα, η οποία ιδρύθηκε το μακρινό 1938 και θεωρείται μία εκ των πιο πετυχημένων κλαμπ στην Ιαπωνία καθώς έχει κατακτήσει οκτώ πρωταθλήματα.
Το όνομά της (όπως και στις περισσότερες ομάδες της χώρας) δεν είναι τυχαίο. Το Sanfrecce προέρχεται από τις λέξεις San και Frecce. Το πρώτο σημαίνει τρία στα ιαπωνικά ενώ το δεύτερο είναι ιταλικό και μεταφράζεται ως «βέλη». Η ονομασία προήλθε από μία ιστορία του φεουδάρχη Μόρι Μοτονάρι ο οποίος είχε πει στους τρεις γιους του, το εξής: «Το ένα βέλος μπορεί εύκολα να σπάσει όμως τα τρία βέλη που κρατούνται μαζί, δεν θα σπάσουν ποτέ».
Γιατί σταθήκαμε στο συγκεκριμένο κλαμπ; Επειδή εκεί αγωνίζεται από το καλοκαίρι του 2022 ο Πιέρος Σωτηρίου. Ο 30χρονος φορ κόστισε σχεδόν δύο εκατ. ευρώ για να αφήσει τη Λουντογκόρετς και την Ευρώπη για χάρη της ιαπωνικής ομάδας.
Φυσικά αυτή δεν είναι η πιο ακριβή μεταγραφή, καθώς το καλοκαίρι του 2017, η Κοπεγχάγη έβγαλε από τα ταμεία της το ποσό των 2,5 εκατ. ευρώ για να τον κάνει δικό της από τον ΑΠΟΕΛ, κερδίζοντας στη... μάχη τον Ολυμπιακό, ο οποίος έχει πληγωθεί δύο φορές από τον έμπειρο ποδοσφαιριστή.
Ο 60 φορές διεθνής Κύπριος επιθετικός ξετύλιξε το... κουβάρι της ιστορίας του στο Gazzetta Cyprus και μοιράστηκε ιστορίες από την εποχή που έκανε τα πρώτα του επαγγελματικά βήματα στον Ολυμπιακό Λευκωσίας μέχρι την εκτόξευση στον ΑΠΟΕΛ, το πέρασμα από την Κοπεγχάγη και την Αστάνα και από εκεί, στην «αναγέννηση» της Λουντογκόρετς πριν μετακομίσει στην Ιαπωνία, με συνολικό κόστος για όλες αυτές τις μεταγραφές, οκτώ εκατ. ευρώ.
Αrt direction/Design: Ευαγγελία Λώλου
«Μικρός είχα παίξει λίμπερο λόγω ενός προβλήματος στις πατούσες»
- Πότε ξεκίνησες το ποδόσφαιρο;
«Ξεκίνησα το ποδόσφαιρο από τις ακαδημίες του Ευθυμιάδη, όταν ήμουν έξι ετών. Εκεί οι προπονητές μου κατάλαβαν ότι έχω ταλέντο και δούλεψα, εξελίχθηκα και έκανα τα πρώτα μου βήματα. Έμεινα εκεί για έξι χρόνια περίπου, ο πατέρας μου με πήγαινε στις προπονήσεις. Αγαπούσα το ποδόσφαιρο. Από μικρός ήμουν πολύ χαρούμενος όταν πήγαινα για προπόνηση και να παίξω ποδόσφαιρο. Εξελίχθηκε ως επάγγελμα γιατί το ήθελα πολύ να γίνω επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Γνώριζα τις δυσκολίες αλλά με δουλειά, επιμονή και υπομονή, κατάφερα να πετύχω τον στόχο μου. Ακολούθησε ο Εθνικός Λατσών και έπειτα πήγα στον Ολυμπιακό Λευκωσίας, όπου εντάχθηκα στην Κ15».
- Ποιον είχες είδωλο;
«Από την Κύπρο είχα τον Μιχάλη Κωνσταντίνου και από το εξωτερικό μου άρεσε ο Φαλκάο, ο Ιμπραϊμοβιτς. Μου άρεσε το στιλ παιχνιδιού και αρμόζει σε αυτό που παίζω εγώ αυτή τη στιγμή».
- Έχεις παίξει σε άλλη θέση εκτός από φορ;
«Σε πολύ μικρή ηλικία είχα παίξει ως λίμπερο. Επειδή ψήλωνα απότομα, είχα έναν πόνο στις πατούσες και δεν μπορούσα να τρέξω. Έτσι με έβαλαν λίμπερο στον Ολυμπιακό Λευκωσίας. Γενικά στην καριέρα μου έχω παίξει και ως εξτρέμ και ως 10άρι και ως κρυφός κυνηγός πίσω από τον φορ»
- Πώς είχες νιώσει στο πρώτο σου γκολ ή στην πρώτη σου επαγγελματική συμμετοχή;
«Όταν είσαι 18 χρονών, κάνεις επαγγελματικό συμβόλαιο με τον Ολυμπιακό Λευκωσίας και σκοράρεις κιόλας, νιώθεις ότι τα όνειρα σου πραγματοποιούνται. Είναι μεγάλη χαρά. Αλλά για να πετύχεις κάποιους άλλους στόχους πρέπει να δουλεύεις σκληρά. Δεν χαλάρωσα, πάλευα όλο και πιο πολύ».
- Ποια στιγμή θυμάσαι από τον Ολυμπιακό Λευκωσίας;
«Η καλύτερη στιγμή μου ήταν όταν μου ανακοίνωσαν ότι θα πάω για πρώτη φορά προετοιμασία με την πρώτη ομάδα. Εκεί ένιωσα πάρα πολύ χαρούμενος αλλά αγχώθηκα κιόλας».
- Μόλις έμαθες για την πρόταση του ΑΠΟΕΛ πώς αντέδρασες;
«Βασικά είχα να επιλέξω ανάμεσα στην Ανόρθωση και τον ΑΠΟΕΛ. Και οι δύο με ήθελαν αλλά ο ΑΠΟΕΛ έκανε καλύτερη προσφορά στον Ολυμπιακό Λευκωσίας και έτσι με πήρε. Εντάξει, και ο πατέρας μου υποστηρίζει τον ΑΠΟΕΛ, ήθελα να πάω σε μία ομάδα που διεκδικεί τίτλους, ανταγωνιστική εντός και εκτός συνόρων. Δεν με πίεσε εκείνος να πάω».
- Τι θυμάσαι από τη στιγμή που μπήκες για πρώτη φορά στα αποδυτήρια του ΑΠΟΕΛ και έκανες την πρώτη προπόνηση;
«Η πρώτη σκέψη από εκείνες τις στιγμές είναι ότι οι Κύπριοι με... αγκάλιασαν από την αρχή, με φιλοξένησαν. Ένιωσα σαν στο σπίτι μου. Μου στάθηκαν, με βοήθησαν να ενταχθώ στο κλαμπ αλλά σίγουρα, η διαφορά το να πας στον ΑΠΟΕΛ από τον Ολυμπιακό Λευκωσίας είναι αρκετά μεγάλη. Και κόσμου και ποιότητας παικτών. Ήμουν πολύ χαρούμενος αλλά παράλληλα και αγχωμένος σε κάθε προπόνηση γιατί έπρεπε να τα κάνω όλα σωστά, να δουλέψω σκληρά, να μην κάνω λάθος πάσες, να μην κάνω λάθος επιλογές. Το κάθε μου πόδι άρχισε να ζυγίζει... 100 κιλά. Αλλά μέρα με τη μέρα έφυγε το άγχος. Προσαρμόστηκα δύσκολα αλλά γρήγορα τουλάχιστον».
«Είχα σκεφτεί να τα παρατήσω αλλά ο μόνος που θα έχανε, θα ήταν ο Πιέρος»
- Είδα ότι στην πρώτη του σεζόν δεν είχες πολλά λεπτά συμμετοχής. Σε είχε απογοητεύσει αυτό;
«Ναι είχα απογοητευθεί γιατί πάντα έδινα τον καλύτερο εαυτό μου και ένιωθα ότι αδικούμαι αλλά είναι επιλογές του προπονητή. Εγώ δούλευα καθημερινά και απλώς περίμενα την ευκαιρία από τον προπονητή».
- Ο Γιώργος Δώνης πώς ήταν ως προπονητής;
«Ήταν πάρα πολύ καλός προπονητής. Μιλούσε συνεχώς στους παίκτες, στο τακτικό κομμάτι ήταν άψογος, έκανε πολύ καλές προπονήσεις και γενικά ήταν ένας εξαιρετικός προπονητής».
- Εσένα προσωπικά σε βοήθησε;
«Ναι, ναι με βοήθησε πολύ όπως και άλλοι προπονητές που πέρασαν από τον ΑΠΟΕΛ».
- Στους αριθμούς σου είδα ότι έκανες την πρώτη σου γεμάτη σεζόν όταν ήρθε ο Τιμούρ Κετσπάγια...
«Είναι αυτός που μου έδωσε την ευκαιρία να παίξω παραπάνω και εκεί απέδειξα τι μπορώ να κάνω. Θυμάμαι ότι ήταν πολύ αυστηρός τόσο στις προπονήσεις όσο και στα παιχνίδια αλλά ήξερε να κερδίζει τους παίκτες. Πολύ καλός προπονητής που έκανε τους παίκτες να βγάλουν το 100%, κάτι που είναι σημαντικό σε μία ομάδα».
- Ήταν αυτό που χρειαζόσουν για να πάρεις ψυχολογία;
«Εκείνη η σεζόν ήταν το βήμα που χρειαζόμουν για το κάτι παραπάνω. Ήταν η βάση για την επόμενη σεζόν, για να δουλέψω ακόμα περισσότερο και να πετύχω ακόμα περισσότερα γκολ».
- Είχες σκεφτεί να τα παρατήσεις μέχρι τότε;
«Κάποια στιγμή ναι αλλά στην ουσία, αυτός που θα έχανε θα ήταν ο ίδιος ο Πιέρος. Έκανα δεύτερες σκέψεις εκείνη τη στιγμή ότι θα δουλέψω πιο σκληρά, θα πεισμώσω γιατί δουλεύοντας έρχονται οι επιτυχίες».
- Και πάμε στη σεζόν 2016/17, επί Κρίστιανσεν στον πάγκο, όπου τα... σάρωσες όλα.
«Με τον Κρίστιανσεν καθιερώθηκα ως βασικός φορ του ΑΠΟΕΛ. Είναι από τις καλύτερες σεζόν της καριέρας μου. Βοήθησα την ομάδα να πάρει το πρωτάθλημα, να μπούμε σε ευρωπαϊκούς ομίλους, να πάρω σ' ένα παιχνίδι το περιβραχιόνιο του αρχηγού. Εκείνη η σεζόν ήταν που έχει μείνει ανεξίτηλη στο μυαλό μου και στην καριέρα μου».
- Είχες αγωνιστεί και κόντρα στον Ολυμπιακό. Πώς ήταν εκείνο το ματς στην Ελλάδα;
«Το να παίξεις κόντρα στον Ολυμπιακό μέσα στο "Γ. Καραϊσκάκης" είναι κάτι υπέροχο. Είναι ένα πολύ όμορφο γήπεδο. Κάθε Κύπριος θέλει να παίξει εκεί και έχει καυτή ατμόσφαιρα από τους οπαδούς. Καταφέραμε να επιβιώσουμε εκεί μέσα και να πάρουμε μία μεγάλη νίκη».
«Ο ΑΠΟΕΛ έχει τον πρώτο λόγο όταν επιστρέψω στην Κύπρο»
- Είχε γραφτεί ότι σε προσέγγισαν ελληνικές ομάδες τότε...
«Μετά τα παιχνίδια μας, με είχαν προσεγγίσει από τον Ολυμπιακό»
- Ποια είναι η καλύτερη στιγμή σου με τον ΑΠΟΕΛ;
«Η καλύτερη στιγμή μου ήταν το γκολ που είχα βάλει κόντρα στην Μπιλμπάο στο Europa League. Ήταν απίστευτο γκολ. Σκέψου το βλέπω ακόμα και τώρα λέω "εγώ είμαι αυτός που το έβαλε αυτό;" (γέλια)».
- Κατέκτησες τέσσερα πρωταθλήματα. Ποιο ξεχωρίζεις;
«Πω, δύσκολη ερώτηση. Πανηγύρισα τέσσερα πρωταθλήματα σε ισάριθμα χρόνια που είχα συμβόλαιο. Θα πω ίσως εκείνο που είχε κριθεί στις τελευταίες αγωνιστικές και είχαμε νικήσει την ΑΕΚ Λάρνακας».
- Ποιες ήταν οι δυνάμεις εκείνης της εποχής εκτός του ΑΠΟΕΛ;
«Εκείνη την εποχή ήταν η ΑΕΚ Λάρνακας. Το κλάσικο πάντα είναι δύσκολο κόντρα στην Ομόνοια αλλά και τα ματς με τον Απόλλωνα Λεμεσού. Αυτές ήταν οι δυσκολότερες».
- Θα επέστρεφες στον ΑΠΟΕΛ;
«Όταν επιστρέψω πίσω στην Κύπρο, τον πρώτο λόγο τον έχει ο ΑΠΟΕΛ».
«Με προσέγγισε ο ΠΑΟΚ, ήμουν ανάμεσα σε Ολυμπιακό και Κοπεγχάγη»
- Από ποιες ελληνικές ομάδες είχες δεχθεί πρόταση πριν πας στην Κοπεγχάγη;
«Εκτός από τον Ολυμπιακό, είχε κάνει κίνηση και ο ΠΑΟΚ αλλά δεν τα είχε βρει με τον ΑΠΟΕΛ. Ουσιαστικά ήταν μεταξύ Ολυμπιακού και Κοπεγχάγης για το πού θα πάω. Εν τέλει κατέληξα στην Κοπεγχάγη γιατί τα βρήκε στο οικονομικό με τον ΑΠΟΕΛ».
- Ήταν δύσκολη απόφαση να πας στη Δανία;
«Θα έφευγα πρώτη φορά από την Κύπρο και σίγουρα ήταν κάτι δύσκολο για εμένα. Μία δύσκολη περίοδος. Προσαρμόστηκα δύσκολα στη Δανία γιατί το να φύγει Κύπριος παίκτης από τον ΑΠΟΕΛ και να πάει στο εξωτερικό δεν ήταν κάτι που γινόταν συνέχεια. Ανεξάρτητα από τα γκολ που είχα βάλει, όσα είχα πετύχει, τα πρωταθλήματα... απλά είσαι Κύπριος και υποτιμούν την εθνικότητα. Αλλά εμένα ο στόχος μου ήταν να φύγω από την Κύπρο και τα κατάφερα. Ήθελα να αγωνιστώ έξω και είχα τη στήριξη της γυναίκας μου και του ατζέντη μου που ήταν μαζί μου στη Δανία».
- Τι προβλήματα αντιμετώπισες εντός και εκτός αγωνιστικού χώρου;
«Εξωγηπεδικά είναι μέχρι να βρεις σπίτι αρχικά. Μέναμε ένα μήνα σε ξενοδοχείο και έπρεπε να καταλάβουμε τι γίνεται γύρω μας, πως λειτουργούν εκεί τα πράγματα, τον τρόπο ζωής, την κουλτούρα. Χρειαζόταν χρόνος για να μπεις στο κλίμα και αυτό με είχε επηρεάσει και στον αγωνιστικό χώρο. Είχα κουραστεί από τα εξωγηπεδικά και δεν μπορούσα να βγάλω τον καλύτερο μου εαυτό. Όταν μπήκα σε μία... σειρά και βρήκα σπίτι, είχα το αμάξι μου, όλα κυλούσαν ομαλά, τότε μπορούσα να παίξω καλύτερα και να ανταποδώσω».
- Εκεί συνάντησες και τον Ζέκα...
«Η παρουσία του Ζέκα με βοήθησε περισσότερο από όλα να προσαρμοστώ. Κάναμε πολύ καλή παρέα και έναν χρόνο μετά ήρθε και ο Παπαγιαννόπουλος. Ήμασταν τρεις αχώριστοι φίλοι που ακόμα κρατάμε επαφές».
- Πες μου για εκείνον..
«Για τον Ζέκα τι να πω; Είναι χρυσό παιδί. Με βοήθησε πάρα πολύ, είναι έμπειρος ποδοσφαιριστής, με στήριξε και μέσα στο γήπεδο. Ήταν ένας ηγέτης. Σκέψου μία εβδομάδα μετά τη μεταγραφή μου, έγινε αρχηγός. Λέει πολλά αυτό».
- Είχες προλάβει και τον Μπιέλ που είναι στον Ολυμπιακό τώρα...
«Τον πρόλαβα λίγο. Πολύ καλός ποδοσφαιριστής και εξελίχθηκε πολύ γρήγορα. Ειδικά σε τεχνική κατάρτιση ήταν απίστευτος. Όταν ο κόουτς τον έβαζε 10άρι και πίσω από τον φορ, ήταν πραγματικά πολύ καλός και ήξερα ότι αυτό το παιδί θα εξελιχθεί πολύ και γρήγορα».
«Το πρώτο γκολ με την Κοπεγχάγη και η πιο δύσκολη στιγμή στο Καζακστάν»
- Ποια είναι η πιο ιδιαίτερη στιγμή σου στην Κοπεγχάγη;
«Το πρώτο μου γκολ στη Κοπεγχάγη θυμάμαι. Ο λόγος είναι επειδή δεν είχα σκοράρει μέχρι τότε μετά από επτά παιχνίδια και ο προπονητής μου είχε πει να μην αγχώνομαι γιατί ο προηγούμενος φορ, είχε χρειαστεί 14 ματς για να βρει δίχτυα, οπότε μου είπε να δουλέψω σκληρά και θα έρθει το γκολ. Τελικά στο αμέσως επόμενο παιχνίδι είχα βάλει δύο τέρματα και ξέσπασα».
- Είχες αντιμετωπίσει σκληρούς αμυντικούς;
«Στην αρχή που πήγα ένιωθα ότι είμαι στην Premier League (γέλια). Ήταν όλοι σκληροί αντίπαλοι και έπαιζαν δυνατά, "βρόμικα" και μου πήρε λίγο χρόνο μέχρι να συνηθίσω αλλά μετά προσαρμόστηκα στο επίπεδο της Δανίας»
- Πώς ένιωσες όταν κατέκτησες το πρωτάθλημα Δανίας;
«Όπως κάθε ποδοσφαιριστής με τον τίτλο του πρωταθλητή στα χέρια. Νιώθεις ότι οι κόποι σου ανταμείβονται με αυτόν τον τρόπο και ένιωσα πάρα πολύ χαρούμενος και περήφανος που πήρα ένα πρωτάθλημα μακριά από την Κύπρο».
- Τι σκέφτηκες μόλις πήρες το τρόπαιο στα χέρια σου;
«Ευγνώμων ένιωσα εκείνη τη στιγμή. Οι κόποι μιας χρονιάς...»
- Τι πήγε στραβά στο τέλος και αποχώρησες;
«Είχα μιλήσει με τον προπονητή τότε και μου είχε πει ότι θα προωθήσουν κάποιους νέους παίκτες για να τους πουλήσουν και ότι ο χρόνος μου θα είναι περιορισμένος. Έτσι ήρθε η πρόταση από την Αστάνα, η οποία ήταν πολύ καλή για το κλαμπ. Βέβαια μου ξεκαθάρισαν πως δεν θα με πιέσουν να πάω και να το κάνω μόνο αν το θέλω και εγώ. Ζύγισα τα δεδομένα και αποφασίσαμε να πάρω μεταγραφή εκεί. Τα λεφτά ήταν καλά αλλά όταν πήγα εκεί, μετά από έναν μήνα ο κορωνοϊός τα... πάγωσε όλα. Σταμάτησε το πρωτάθλημα, μείναμε σε ξενοδοχείο μόνοι μας, δεν μας άφησαν να πάμε πίσω στις οικογένειες μας. Ήταν περίπλοκη κατάσταση. Μετά τον κόβιντ κάποιες ομάδες έπρεπε να μειώσουν τα μπάτζετ και κάποιοι παίκτες να πουληθούν. Έτσι ήρθε η Λουντογκόρετς και έφυγα».
- Οπότε δεν κατάφερες να ζήσεις τίποτα εκεί...
«Δεν είδα τίποτα. Ήταν όλα χιονισμένα, μέσα σε ξενοδοχείο, πήγαμε σε άλλη πόλη, στο Αλμάτι όπου παίζαμε κάτι σαν ένα μίνι τουρνουά. Ήταν πολύ δύσκολη εκείνη η περίοδος αλλά δέκα μήνες μετά κατάφερα να φύγω».
- Μετά από δέκα μήνες, πώς είχες τη δύναμη να ξανασηκωθείς;
«Το ποδόσφαιρο το αγαπώ και έτσι είχα τη δύναμη να δουλέψω για να επιστρέψω. Δεν το έβαλα κάτω. Ήθελα να παίζω στο επίπεδο που ήμουν σε προηγούμενες χρονιές και πείσμωσα να τα καταφέρω»
- Ποια ήταν η πιο δύσκολη στιγμή στο Καζακστάν;
«Όταν πήγα στο Καζακστάν, πέρασα μία πολύ άσχημη περίοδο γιατί ήμουν μόνος μου εκεί, η γυναίκα μου ήταν έγκυος και δεν γινόταν να ταξιδέψει λόγω των μέτρων».
- Να φανταστώ χάρηκες πολύ όταν την ξαναείδες...
«Όταν κάνεις κάποιους μήνες να δεις τη γυναίκα σου και τη βλέπεις ξανά μετά από καιρό.... Όταν τα κατάφερα... την αγκάλιασα, τη φίλησα. Ήταν ιδιαίτερη στιγμή για εμένα».
«Ο Ντεσπόντοφ μπορεί να σου δώσει την μπάλα με ακρίβεια εκεί που τη θες»
- Πάμε στο κεφάλαιο της Λουντογκόρετς. Ποια χαρακτηριστικά ξεχώρισες εκεί;
«Ήταν επαγγελματική ομάδα. Ζούσαμε σε ένα χωριό, στο Ράζγκραντ που έχει 33 χιλιάδες κατοίκους. Οι άνθρωποι που δούλευαν στο προπονητικό κέντρο ήταν επαγγελματίες. Είχε πολύ καλή οργάνωση, εξαιρετικό προπονητικό κέντρο που θα το ζήλευαν μεγάλες ομάδες χωρίς υπερβολή. Μου δόθηκε η ευκαιρία να παίξω σε μία ευρωπαϊκή ομάδα που είναι ανταγωνιστική εντός και εκτός συνόρων».
- Αγωνίστηκες ξανά κόντρα στον Ολυμπιακό και μάλιστα τον απέκλεισες. Τι το ιδιαίτερο είχαν τα ματς;
«Ήταν εντελώς διαφορετικά παιχνίδια. Και στην Ελλάδα και στην Βουλγαρία δεν είχαμε κρατήσει το μηδέν. Στο Φάληρο σκοράραμε πρώτοι αλλά δεν καταφέραμε να κρατήσουμε ανέπαφη την εστία μας. Στην έδρα μας ήταν ένα πολύ σκληρό και καλό παιχνίδι που τα είχε όλα».
- Είχες ευστοχήσει και στη διαδικασία των πέναλτι. Ποιο είναι το μυστικό εκείνη τη στιγμή;
«Πρέπει να είσαι ήρεμος εκείνη τη στιγμή και συγκεντρωμένος για να ευστοχήσεις».
- Φυσικά δεν θα... ξεχνούσαμε τον Βάλντας Νταμπράουσκας με τον οποίο συνεργάστηκες και ήταν στον ΟΦΗ μέχρι πριν λίγες εβδομάδες. Για πες μου για εκείνον.
«Είναι ένας προπονητής εξαιρετικός. Ξέρει πως να προσεγγίζει τους ποδοσφαιριστές και είναι πολύ καλό και το είδος της προπόνησης που κάνει. Εξάλλου όταν δεις αποτελέσματα πέρσι στον ΟΦΗ, μπορείς να αντιληφθείς τι προπονητής είναι. Φέτος έφυγε γρήγορα. Κάποιοι προπονητές έχουν τις δικές τους εμμονές. Είτε αυτές είναι σωστές, είτε λάθος, κρίνονται από τα αποτελέσματα. Δυστυχώς ο Νταμπράουσκας έφυγε γρήγορα από τον ΟΦΗ».
- Παράλληλα είχες ως συμπαίκτη τον Ντεσπόντοφ που τα πάει περίφημα στον ΠΑΟΚ. Τι το ιδιαίτερο έχεις ως ποδοσφαιριστής και για έναν φορ πόσο σημαντικός είναι;
«Δεν τον έχω δει πολύ με τον ΠΑΟΚ. Κόντρα στον ΟΦΗ τον παρακολούθησα. Είναι ένας πολύ καλός ποδοσφαιριστής, ένα εξαιρετικό παιδί. Αγωνιστικά μπορεί να σου δώσει την μπάλα με ακρίβεια εκεί που τη θες και το επαληθεύει με τις ασίστ που έχει συνολικά με τον ΠΑΟΚ. Επίσης είναι εξαιρετικός εκτελεστής σε φάουλ και κόρνερ. Ο ΠΑΟΚ αυτή τη στιγμή έχει γενικά πολύ καλούς ποδοσφαιριστές. Ακόμα και αυτοί που είναι στον πάγκο, θα μπορούσαν να σταθούν και στην εντεκάδα. Είναι μία χρονιά όπου ο ΠΑΟΚ θα διεκδικεί το πρωτάθλημα μέχρι το τέλος. Τους έχει οργανώσει εξαιρετικά ο Λουτσέσκου».
- Αναδείχθηκες πρώτος σκόρερ στη Βουλγαρία, κάτι που έγινε για πρώτη φορά για εσένα. Πώς είναι αυτό το... κυνήγι για το συγκεκριμένο βραβείο;
«Ήταν η πρώτη φορά που βγήκε πρώτος σκόρερ. Στην αρχή δεν το είχα βάλει ως στόχο να βγω πρώτος σκόρερ αλλά όταν είδα προς το τέλος της σεζόν ότι είχα πετύχει πολλά γκολ, άρχισα να το σκέφτομαι. Τότε ήταν το "άσχημο" γιατί δεν έβρισκα εύκολα γκολ και είχε αρχίσει να με γεμίζει άγχος και στρες για να μην βγει κάποιος άλλος πρώτος σκόρερ (γέλια). Είναι μία προσωπική αγχώδης διαδικασία μέχρι να πάρεις το βραβείο. Ευτύχως κατάφερα να βγω πρώτος σκόρερ και δεν σου κρύβω ότι το ήθελα πάρα πολύ».
«Στην αρχή δεν ήθελα να πάω στην Ιαπωνία»
- Το transfer story για την Ιαπωνία ποιο είναι; Πώς πήρες την απόφαση;
«Όταν πρωτοήλθε η πρόταση για την Ιαπωνία ήμουν αρνητικός αλλά στην πορεία, επειδή ρωτούσα για τη ζωή εκεί και το ποδόσφαιρο, όλοι μου έλεγαν τα καλύτερα και ότι θα είναι αξέχαστη η πορεία μου εκεί. Έτσι πείστηκα να μετακομίσουμε με την οικογένεια μου στην Ιαπωνία και είμαι εκεί 1,5 χρόνο τώρα. Έχω έναν χρόνο ακόμα συμβόλαιο. Τερματίσαμε στην 3η θέση που θα μας πάει στο Champions League Ασίας, φτιάχνουμε νέο γήπεδο. Ευελπιστώ η φετινή να είναι διαφορετική γιατί πέρσι είχα πολλούς τραυματισμούς και δεν έδωσα αυτό που μπορούσα».
- Πώς είναι το επίπεδο εκεί;
«Το επίπεδο είναι υψηλό. Οι Ιάπωνες είναι σαν... μηχανάκια, τρέχουν ασταμάτητα, υπάρχει υψηλή φυσική κατάσταση και μπορώ να πω ότι έκανα πολύ καλά που πήγα γιατί με τέτοιες προπονήσεις και σε αυτή την ένταση μπορώ να παίζω μέχρι τα 40 μου (γέλια)».
- Θεωρείς ότι μπορούν να σταθούν οι Ιάπωνες παίκτες στην Ευρώπη και το ανάποδο;
«Γιατί όχι; Βλέπεις Ιάπωνες που παίζουν σε μεγάλα πρωταθλήματα στην Ευρώπη αλλά είναι πολύ δύσκολο. Όπως και για τους Ευρωπαίους είναι δύσκολο να παίξουν στην Ιαπωνία γιατί είναι διαφορετικό το στιλ και η ένταση στο παιχνίδι».
- Πόσο σε έχει βοηθήσει που έχεις την οικογένεια σου μαζί;
«Είναι πολύ σημαντικό ότι είναι μαζί μου και η οικογένεια μου. Με έχει βοηθήσει πάρα πολύ».
- Έχεις σκεφτεί να επιστρέψεις στην Ευρώπη;
«Έχω ακόμα έναν χρόνο συμβόλαιο στην Ιαπωνία. Δεν ξέρω αν θα το ανανεώσουμε ή όχι, τώρα σε λίγες μέρες θα επιστρέψω για προετοιμασία και αρχίζουμε τα ματς».
- Στην Ιαπωνία έχεις ως προπονητή τον Μίκαελ Σκίμπε. Πώς είναι η συνεργασία σας;
«Είναι τρομερός προπονητής και άνθρωπος. Δεν είναι τυχαίο ότι δύο χρονιές στην Ιαπωνία, η ομάδα βγήκε στην 3η θέση και πήρε και ένα κύπελλο. Ξέρει τη δουλειά, είναι έμπειρος προπονητής».
«Θέλω να παίξω στην Ελλάδα, μετάνιωσα που πήγα στην Αστάνα»
- Αν πήγαινες τον χρόνο πίσω, και περνούσε από το χέρι σου για να διαλέξεις την Κοπεγχάγη ή τον Ολυμπιακό, θα διάλεγες το ίδιο ή θα πήγαινες στον Ολυμπιακό;
«Να σου πω την αλήθεια, δεν ξέρω. Αλλά αυτό που μπορώ να σου απαντήσω είναι ότι θα ήθελα να παίξω σε μία ελληνική ομάδα πριν επιστρέψω στην Κύπρο για να τελειώσω την καριέρα μου. Δεν έχω κάποια προτίμηση σε ομάδα, απλώς θα ήθελα να αγωνιστώ στην Ελλάδα».
- Έχεις μετανιώσει για κάτι στην καριέρα σου;
«Μετάνιωσα που πήγα στην Αστάνα. Θα άλλαζα την απόφασή του και θα έμενα στην Κοπεγχάγη άσχετα αν δεν έπαιζα τόσο πολυ. Το επίπεδο της Δανίας θα μου έδινε μία άλλη μεταγραφή κάποια στιγμή, ακόμα και αν δεν είχα πολλά λεπτά συμμετοχής».
- Όταν σκοράρεις, ποιο ή ποια πρόσωπα σκέφτεσαι;
«Τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου. Μου έχουν σταθεί και με έχουν βοηθήσει τόσο πολύ και είναι εκεί να με στηρίζουν».
- Παρακολουθείς καθόλου ελληνικό ποδόσφαιρο;
«Δεν βλέπω καθόλου το ελληνικό ποδόσφαιρο είναι η αλήθεια. Είναι πολλές ώρες μπροστά και όταν έχει ματς στην Ελλάδα, εγώ το πιο πιθανό είναι να κοιμάμαι (γέλια)».
- Αν ο μικρός Πιέρος, έβλεπε τον τωρινό, θα ήταν περήφανος;
«Σίγουρα ναι, θα ήταν περήφανος γιατί πέτυχα το όνειρο μου».