Βινς Κάρτερ: Πάντα λίγο ψηλότερα
Κανείς δεν ξέρει ποιος, πότε, και γιατί δίνει το δεύτερο όνομα των παικτών. Μάλλον, δεν ξέρει με ακρίβεια. Γιατί, λοιπόν, ο Βινς Κάρτερ είναι ο Vinsanity, ο Air Canada και ο Half Man Half Amazing; Ναι, η εύκολη απάντηση είναι η εικόνα. «Μα, δεν είδες τι έκανε;». «Καλά, τι ήταν αυτό που είδαμε τώρα;». «Ουάου! Απίστευτο!». Ίσως στην αυθόρμητη απόκριση, στην αδιαμεσολάβητη αντίδραση να βρίσκεται η εξήγηση. Το «ίσως» όμως επιμένει και παιδεύει τη σκέψη, ενισχύει την αμφιβολία και τονώνει την επιμονή. Τι μεσολαβεί στην ταχύτητα της στιγμής, στην λάμψη του ξαφνικού, συμπιεσμένου, φωτός; Ποια είναι, τελικά, η σπίθα που δημιούργησε το φαινόμενο «Βινς Κάρτερ». Όχι, δεν είμαστε υπερβολικοί στην πρώτη αποτίμηση. Ο εν λόγω πήρε αυτό που άφησε ο Ντομινίκ Ουίλκινς και το ανέβασε ψηλότερα. Το κλίσε θέλει τον ουρανό να είναι το όριο και αυτός ακούμπησε τη συγκεκριμένη άκρη. Ναι, με τα απίστευτης ομορφιάς και δύναμης καρφώματα, αλλά και με την αντοχή, την προσαρμοστικότητά του… Χαιρόσουν να τον βλέπεις να παίζει, να προκαλεί αντιπάλους και το απίθανο. Κάπου εκεί, στη σύλληψη και τη συνειδητοποίηση του «απίθανου», ολοκληρώθηκε η διαδικασία της προσωνυμίας. Τα αμέτρητα θαυμαστικά που γέμισαν τα μάτια, αυτά έφτιαξαν τον Βινς Κάρτερ, αυτόν που πάντα υψωνόταν λίγο ψηλότερα. [οι φωτό από τον λογαριασμό του στο instagram]
Το προσωπικό και συλλογικό επίτευγμα
Ο Βινς Κάρτερ στον αέρα και εμείς εδώ, κάτω, να τον υπερασπιζόμαστε. Και θα το κάνουμε γιατί όλοι κοιτάνε -και καλά κάνουν- τις πτήσεις, τα άλματα, τα καρφώματα, τα θαύματα και τα μαγικά θραύσματα που σκόρπισε, όμως πώς να προσπεράσουμε την ανθεκτικότητα, την επιμονή και τη διάρκεια του; Ο λόγω κύριος είδε τις δεκαετίες να περνούν αλλά να μην τον προσπερνούν! Αυτό το παράδοξο, αυτές οι χρονικές ανορθογραφίες, οφείλεται στην τύχη, στην ωριμότητα, στη θέληση και το πάθος του V.C. Κοιτάζοντας και διαβάζοντας το βιογραφικό του, απομονώνεις το εξής: 1998 Τορόντο Ράπτορς-2020 Ατλάντα Χοκς. Κάντε τα μαθηματικά, επιβεβαιώστε το αποτέλεσμα και μετά τα σέβη σας παρακαλώ. Το να παίζεις στη μεγαλύτερη μπασκετική σκηνή του κόσμου, τα περισσότερα χρόνια να είσαι πρωταγωνιστής και στα τελευταία να είσαι απαραίτητος για την ομάδα σου, ε, αυτό είναι κάτι που ελάχιστοι το έχουν καταφέρει. Και μετά έρχονται τα καρφώματα. Εδώ η εικόνα, ο ήχος, το «play» και στο «stop» τα λένε όλα. Η συνεισφορά του στο θέαμα είναι τεράστια, ανεκτίμητη. Ο «Air Canada» ήταν από τους λίγους που εξέφρασαν την κυριαρχία του παιχνιδιού. Και ποια η πεμπτουσία αυτού; Μα, το ασταμάτητο σόου. Για το προσωπικό και κατ’ επέκταση συλλογικό επίτευγμα, πάντα θα ευχαριστούμε τον Βινς Κάρτερ.
Η performance του ξαφνικού
Η κοινή παραδοχή επιτάσσει πως δεν μπορείς να κρατήσεις μόνο μία στιγμή από κάποιον που έδωσε πολλές μεγάλες. Όχι στην περίπτωση του Βινς Κάρτερ. Και δεν το αναφέρουμε για κακό. Αν υπάρχει ένα γεγονός, μία ενέργεια, έκφραση, που συμπυκνώνει όλα όσα κατάφερε, προσπάθησε να καταφέρει, εξύψωσε, μας έδωσε, μας κληροδότησε, αυτό είναι «το κάρφωμα των αιώνων!». Αναφερόμαστε, φυσικά, στο αξέχαστο «πόστερ» που έφτιαξε, στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2000, με τον άτυχο Φρεντερίκ Βάις. Οι ΗΠΑ αντιμετώπιζαν τη Γαλλία για τη φάση των ομίλων του ολυμπιακού τουρνουά. Απέμενα 16 λεπτά για να τελειώσει ο αγώνας. Οι Γάλλοι προσπαθούν να βγουν στον αιφνιδιασμό αλλά ο Κάρτερ κλέβει την μπάλα. Ο Βάις μένει μόνος του πίσω και τότε δεν ήταν πουλί, δεν ήταν αεροπλάνο, ήταν ο «Air Canada» που πέρασε πάνω από τον σέντερ των «Τρικολόρ»! Όλο αυτό ήταν, και είναι φυσικά, η πεμπτουσία του ανθρώπου που θυμόμαστε και τιμάμε. Σε αυτή τη φάση αποτυπώνεται, ενσαρκώνεται, εκτελείται στον μέγιστο βαθμό το διαχρονικό I love this game! Σε αυτό το κάρφωμα ενώνονται όλα τα σημεία στα οποία συντίθεται η μπασκετική ζωή, του ίδιου και του αθλήματος! Ο Κάρτερ πάντα ήταν αυτός που μπορούσε να πηδήξει ψηλότερα, να τρέξει πιο γρήγορα, να επιτεθεί με δύναμη στο καλάθι. Πάντα ήταν αυτός που είχε κίνητρο να αποδείξει πολλά στον εαυτό του και στους άλλους. Κι εδώ, σε αυτήν την υπέρβαση, σε αυτήν την performance του ξαφνικού, είδαμε, βλέπουμε, την έκρηξη και την αντοχή του να ξεπερνά το δυνατό και να καταρρίπτει το αδύνατο. Εδώ η ανθεκτικότητα, ο ήχος, το φως, το σόου του κόσμου όλου.
Προκαλούσε έκπληξη σε όλους
Ο Βινς Κάρτερ ανήκει σε αυτούς που αδικήθηκαν από την εποχή τους. Όχι μπασκετικά, αλλά… τεχνολογικά! Και ναι, μπορείτε να βάλετε στην εξίσωση όλους τους σταρ των 80’s, 90’s. Παρ’ όλα αυτά, η περίπτωσή του είναι ιδιαίτερη. Βλέποντας (ξανά και ξανά) τις καλύτερές του στιγμές, σκέφτεσαι το εξής: ο παίκτης αυτός ήρθε στο ΝΒΑ για να σώσει το θέαμα, την εικόνα δηλαδή. Τι θα γινόταν, λοιπόν, αν στην ακμή του υπήρχαν ψηφιακές πλατφόρμες αναπαραγωγής βίντεο και social media; Χαμός! Αν τώρα τα «κλικ» είναι πάρα πολλά, φανταστείτε πόσα θα ήταν εκείνη την εποχή. Και δικαίως, μια και ο V.C προκαλούσε έκπληξη, σε τακτά διαστήματα, σε όσους τον παρακολουθούσαν να παίζει. Φίλαθλοι, ανιχνευτές ταλέντων, αντίπαλοι, ακόμα και οι κατά καιρούς συμπαίκτες του, όλοι εντυπωσιάζονταν με αυτά που έκανε στο παρκέ. Ας πάμε, όμως, πίσω κι ας πιάσουμε το νήμα από την αρχή, τότε που δημιουργήθηκε αυτό που σήμερα αποκαλούμε «Vinsanity».
Ο δρόμος ήταν ένας για τον Κάρτερ και αυτός ήταν το ΝΒΑ. Εντάξει, είναι κοινός τόπος, κλισέ, βάσει τωρινών στοιχείων και εμπειριών, όμως ο ίδιος διάλεξε αυτό το μονοπάτι και το έκανε από πολύ μικρός. Η μητέρα του, η Μισέλ Κάρτερ-Σκοτ, θυμάται ότι ο γιος της έπαιζε πάντα ένα επίπεδο πάνω από τους συνομήλικους του. Ναι, η μάνα μπορεί να είναι μεροληπτική, όμως υπάρχουν γεγονότα και μαρτυρίες πολλών. Πριν απ’ αυτό, μια υπενθύμιση. Ως ο μαθητής δεν ήταν κακός και μπορούσε εύκολα να δοκιμάσει τις δυνάμεις του στο ακαδημαϊκό πεδίο. Παρ’ όλα αυτά, έμεινε στο αθλητικό. Και δεν ήταν καλός μόνο στο μπάσκετ. Το ταλέντο του φάνηκε στο φούτμπολ και στο βόλεϊ. Το μπάσκετ, ωστόσο, ήταν πάνω απ’ όλα. Όταν ήταν οκτώ ετών, πήγαινε τρίτη Δημοτικού, είπε στη μητέρα του πως θα παίξει στο ΝΒΑ. Όταν αυτή τον ρώτησε αν είχε εναλλακτική, αυτός δεν το συζήτησε καν. Ποτέ δεν υπήρχε εναλλακτική επιλογή.
Μέχρι να εγγραφεί στο Γυμνάσιο-Λύκειο (Mainland High School) η φήμη του είχε εξαπλωθεί. Ο Τσαρλς Μπρίνκερχοφ, στην αρχή βοηθός, μετά βασικός προπονητής του σχολείου, ήταν δύσπιστος απέναντί του. Τα πάντα άλλαξαν μόλις είδε το κάθετο άλμα του. Το επιτόπιο του πιτσιρικά έφτανε το ένα μέτρο! «Ήταν απίστευτο», δήλωνε ο Μπρίνκερχοφ. Και μετά είναι οι μαρτυρίες-αναμνήσεις του φίλου Τζο Γκίντενς. Θυμάται 2-3 σπασμένα καλάθια και τον αγκώνα του να φτάνει στη στεφάνη. Ξέρετε, όπως αυτό που είδαν όλοι στο Ολ Σταρ Γκέιμ του 2000. Οι ικανότητες του Κάρτερ στο «above the rim» παιχνίδι δεν μπορούσαν να κρυφτούν και ούτε να περιοριστούν. Κανείς από τους τότε συμπαίκτες του, ούτε ο Γκίντενς φυσικά, δεν έμπαινε σε διαγωνισμό καρφωμάτων μαζί του. Θα υπάρξουν και οι δύσπιστοι. Μα, αφού δεν έχουμε εικόνα από πότε. Εντάξει. Όταν, όμως, ακούς συνέχεια τέτοιες ιστορίες, τι θα πιστέψεις; Ο Μπρίνκερχοφ το συνοψίζει: «Δεν μπορώ να αποδείξω τίποτα. Δεν έχω βίντεο. Όμως αυτά που είδα να κάνει ήταν…». Και κάπως έτσι άρχισε να διαχέεται η «Vinsanity».
Έδωσε ένα αξέχαστο σόου
Η προσοχή για το άτομό του μεγάλωσε. Οι φήμες, οι ψίθυροι, οι κρίσεις όλα ήταν αληθινά γι’ αυτόν. Ο ίδιος εντυπωσιαζόταν από τους μεγαλύτερους και πιο γνωστούς, αλλά δεν έκανε πίσω. Εκθείαζε την απόδοση του Στεφόν Μάρμπερι, σε μεταξύ τους αγώνα, και την ίδια στιγμή είχε βγει «co-MVP»! Το 1995 πήρε μέρος στον διαγωνισμό καρφωμάτων του «Nike All Star Camp», στο Σικάγο. Το όνομα του Κέβιν Γκαρνέτ κυριαρχούσε στο καμπ. Λογικό, ανήκε στα σπάνια ταλέντα εκείνου του ντραφτ. Ο Κάρτερ, ωστόσο, έδωσε ένα αξέχαστο σόου. Οι συμμετέχοντες στον διαγωνισμό ένιωσαν το δέος. Ανάμεσα τους ο Κόρεϊ Μπέντζαμιν και ο Ρόνι Φιλντς, ο Τζα Μοράντ της εποχής του. Από κει και μετά, όλοι ήξεραν τον Βινς Κάρτερ. Φυσικά, αργότερα έδειξε ότι μπορούσε να παίξει και σε οργανωμένο παιχνίδι. Πώς αλλιώς θα έπαιζε 22 χρόνια στο ΝΒΑ; Πώς αλλιώς θα ξεπερνούσε τους 24 χιλιάδες πόντους; Έγινε ντραφτ το 1998 από τους Γουόριορς (σ.σ δόθηκε αμέσως στους Ράπτορς για τον Α. Τζέιμισον) και φόρεσε τη φανέλα των: Ράπτορς, Νετς, Μάτζικ, Σανς, Μάβερικς, Γκρίζλις, Κινγκς, Χοκς. Κέρδισε τον τίτλο του ρούκι της χρονιάς, έγινε οκτώ φορές Ολ Σταρ, πήρε το χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο και κατοχύρωσε μια για πάντα τον τίτλο του πιο θεαματικού και ανθεκτικού παίκτη όλων των εποχών.
*Χρησιμοποιήθηκαν πληροφορίες από “Strength Shoes And Backboard Fingerprints: The Making of Vinsanity” [bleacherreport.com]