3 μέρες στο Μπάρι, μια πόλη που ζει και αναπνέει για το ποδόσφαιρο
Βρισκόμαστε στις αρχές του φθινοπώρου. Ο καιρός στο Μπάρι, την πρωτεύουσα της Απούλιας, είναι ακόμη καλοκαιρινός. Αφού αφήνουμε γρήγορα τις βαλίτσες μας στο ξενοδοχείο, αρχίζουμε να σουλατσάρουμε στο κέντρο της πόλης και κυρίως στο ιστορικό κέντρο της, το οποίο είναι γεμάτο με πετρόχτιστα σπίτια, τα οποία παραμένουν αναλλοίωτα στο πέρασμα του χρόνου.
Όσο περπατάμε στα στενά σοκάκια της Bari Vecchia, το μάτι μας πέφτει πάνω σε μερικές κατακόκκινες σημαίες της ποδοσφαιρικής ομάδας της πόλης, που, ύστερα από μια περίοδο βαθιάς οικονομικής ύφεσης, κατάφερε πριν από δύο χρόνια να κατακτήσει το πρωτάθλημα της τρίτης εθνικής κατηγορίας, και να προκριθεί στη Serie B.
Η αγάπη των ντόπιων για το ποδόσφαιρο είναι αισθητή παντού. Γηπεδάκια ποδοσφαίρου υπάρχουν παντού κατά μήκος της πόλης (ακόμη και δίπλα στη θάλασσα), ενώ σε κάθε στενάκι κάποιο μικρό παιδί κλωτσάει και μια μπάλα. Όνειρό του είναι φυσικά μια μέρα να παίξει στην Μπάρι.
Το κέντρο τύπου του Τζουζέπε που μοιάζει με μουσείο της ομάδας
Όσο τα λεπτά περνούν, η παρουσία του συλλόγου γίνεται ακόμη πιο έντονη. Χαρακτηριστικό είναι πως δεν υπάρχει μαγαζί στην πόλη που να μην μπεις μέσα και να μην πέσεις πάνω σε κάποια φωτογραφία, σε κάποιο τατουάζ με τον χαρακτηριστικό κόκορα, σε κάποια αφίσα, ή σε κάποια φανέλα του συλλόγου. Το μαγαζί του Τζουζέπε είναι το κάτι άλλο.
Με το περνάμε την είσοδο και του ζητάμε να βγάλουμε μερικές φωτογραφίες τον χώρο εκείνος ενθουσιάζεται. Οι τοίχοι του κέντρου τύπου που διαθέτει στο Μπάρι μπορεί να είναι ξεχαρβαλωμένοι, ωστόσο, είναι ασφυκτικά γεμάτοι με φωτογραφίες και αποκόμματα εφημερίδων από ιστορικά παιχνίδια του συλλόγου.
Είναι τόσο πολλά τα αντικείμενα που υπάρχουν στους τοίχους που νιώθεις πως με ένα και μόνο του άγγιγμα θα πέσουν όλα σαν ντόμινο. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν συμβαίνει. Ο ίδιος, μάλιστα, είναι τόσο χαρούμενος με το ενδιαφέρον που δείχνουμε για τη συλλογή του, φτάνοντας στο σημείο να ξεκολλήσει ορισμένες από τις φωτογραφίες και να μας της κάνει δώρο.
Η επικοινωνία μαζί του είναι δύσκολη καθώς δεν γνωρίζει αγγλικά. Με το που ακούει, όμως, πως έχουμε έρθει από την Grecia ενθουσιάζεται. Ο ίδιος έχει ταξιδέψει αρκετές φορές στην Ελλάδα, ενώ τρέφει μεγάλη αγάπη για τον Παναθηναϊκό. Έχοντας γεμίσει τις τσάντες με τα δώρα του, αποχωρούμε. Εκείνος μας ευχαριστεί για την επίσκεψη και μας δίνει έναν χάρτη με τα καλύτερα σημεία για φαγητό στην πόλη.
Ο χάρτης είναι πράγματι βοηθητικός, ωστόσο, δε χρειάζεται να ψάξεις πολύ για να βρεις καλό φαγητό. Κι αυτό γιατί σε κάθε γειτονιά του Μπάρι υπάρχουν δεκάδες μαγαζιά που πουλούν πεντανόστιμες πίτσες και πανίνι με μερικά ευρώ. Το ταξίδι, όμως, που έχουμε έρθει να κάνουμε δεν είναι γαστρονομικό.
Στόχος μας είναι να παρακολουθήσουμε τον ματς κόντρα στη Σπαλ που πρόκειται να πραγματοποιηθεί στην έδρα της Μπάρι, το San Nicola, στο πλαίσιο της τρίτης αγωνιστικής του πρωταθλήματος. Αφού τρώμε μερικές μαργαρίτες και κατεβάζουμε μερικές Peroni, κατευθυνόμαστε προς το ξενοδοχείο γιατί ξέρουμε πως η επόμενη μέρα πρόκειται να είναι μακρά.
Το ματς είναι προγραμματισμένο για τις 2 το μεσημέρι του Σαββάτου. Από το διαμέρισμα βγαίνουμε φορώντας αυτή τη φορά δυο κατακόκκινες μπλούζες της ομάδας, πάνω στις οποίες αναγράφεται το θρυλικό σύνθημα της ομάδας «Che Bello E». Ήταν να μην το κάνουμε.
Χωρίς να το πολυκαταλαβαίνουμε, στον δρόμο μάς σταματούν αρκετοί κάτοικοι της πόλης που μας ρωτούν για το ματς και τραγουδούν δυνατά το σύνθημα. Η τρέλα των Ιταλών για το ποδόσφαιρο είναι γνωστή τοις πάσι, αλλά αυτές οι εικόνες ξεπερνούν κάθε προσδοκία μας.
Ο Αντόνιο Κασάνο που είναι ένας από αυτούς
Αφού στηνόμαστε στην ουρά της μπουτίκ της ομάδας που βρίσκεται στο κέντρο της πόλης για να προμηθευτούμε τα εισιτήρια, τριγυρνάμε όλη την πόλη προκειμένου να βρούμε ένα ταξί που θα μας μεταφέρει στο γήπεδο. Τελικά, τα καταφέρνουμε σε μια απόμερη πιάτσα μερικά μέτρα μακριά από την παλιά πόλη.
Ο οδηγός του ταξί είναι ένας πανύψηλος Ιταλός που δε γνωρίζει γρι αγγλικά. Με το που μας βλέπει με τις φανέλες της Μπάρι καταλαβαίνει. Η απόσταση από το κέντρο της πόλης μέχρι το γήπεδο είναι περίπου 15 λεπτά με το αυτοκίνητο, αλλά λόγω της κίνησης για το ματς, η αναμονή μας παρατείνεται.
Με τα χίλια ζόρια τελικά φτάνουμε έξω από το San Nicola. Ενώ το ταξίμετρο γράφει 15 ευρώ, εκείνος μας χρεώνει 20. Του τα δίνουμε και βγαίνουμε βιαστικά. Άλλωστε δεν θα ήταν και το πιο σώφρον να μπλέξεις σε καυγά μ’ έναν δίμετρο ταξιτζή από το Μπάρι.
Με το που φτάνουμε έξω από τις θύρες, η θέα του θεόρατου αυτού γηπέδου μας συνεπαίρνει. Το Stadio San Nicola, το οποίο είναι αφιερωμένο στον Άγιο Νικόλαο, τον πολιούχο του Μπάρι, χτίστηκε σχετικά πρόσφατα, το 1990, προκειμένου να φιλοξενήσει μερικούς από τους αγώνες του Παγκοσμίου Κυπέλλου της ίδιας χρονιάς που έλαβε χώρα στην Ιταλία.
Σε αυτό το γήπεδο, το οποίο είναι το τρίτο μεγαλύτερο σε χωρητικότητα στην Ιταλία, πίσω από το Σαν Σίρο και το Ολίμπικο διεξήχθη μεταξύ άλλων ο μικρός τελικός της διοργάνωσης μεταξύ της Ιταλίας (η οποία είχε αποκλειστεί στα ημιτελικά από τη μεγάλη Αργεντινή του Ντιέγκο Μαραντόνα) και της Αγγλίας.
Εκεί έχει επίσης διεξήχθη ο τελικός του Κυπέλλου Πρωταθλητριών του 1991, το οποίο κατέκτησε ο Ερυθρός Αστέρας, ενώ οι αστέρες του ποδοσφαίρου που έχουν πατήσει το χορτάρι του είναι αμέτρητοι. Αυτός που ξεχωρίζει, όμως, είναι ο Αντόνιο Κασάνο.
Αυτός ο εξαιρετικά ταλαντούχος αλλά συνάμα και εξαιρετικά παλαβιάρης Ιταλός ποδοσφαιριστής γεννήθηκε, μεγάλωσε και ξεκίνησε το ποδοσφαιρικό του ταξίδι από το Μπάρι του. Το φτωχικό σπίτι στο οποίο έζησε τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια βρίσκεται σ’ ένα στενό της παλιάς πόλης.
Ο ίδιος μπορεί να μη ζει σήμερα στο Μπάρι, αλλά όλοι οι ντόπιοι ξέρουν πολύ καλά που βρίσκεται το πατρικό του. Μερικοί από αυτούς, μάλιστα, όταν τους ρωτάμε για την ακριβή του τοποθεσία, μας δίνουν οδηγίες προκειμένου να μην κάνουμε κάποιο λάθος. Για εκείνους πάντοτε ο Κασάνο θα είναι ένα παιδί από τον νότο που κατάφερε να βάλει τα γυαλιά στον μονίμως εριστικό και προνομιούχο Βορρά.
Ένα τεράστιο γήπεδο με μια τεράστια κερκίδα
Η ώρα έχει πάει περίπου 1 το μεσημέρι και αρκετοί έχουν αρχίσει να κάθονται στις θέσεις τους. Η θέα του γηπέδου εσωτερικά είναι ακόμη πιο εντυπωσιακή. Πρόκειται, όμως, για ένα γήπεδο που όλοι στην πόλη γνωρίζουν πως είναι πολύ δύσκολο να γεμίσει. Άλλωστε, τους έμελλε να παίζουν σε ένα στάδιο σχεδόν 60 χιλιάδων κατοίκων.
Οι θέσεις μας βρίσκονται στο πάνω διάζωμα και συγκεκριμένα στη Curva Nord, εκεί βρίσκονται παραδοσιακά οι σκληροπυρηνικοί της Μπάρι. Τα νούμερα των θέσεων, όμως, που αναγράφονται πάνω στα εισιτήρια δεν έχουν καμία απολύτως σημασία, καθώς όλοι στέκουν γυμνοί και όρθιοι, τραγουδώντας για την ομάδα της πόλης τους, τη μεγάλη τους αγάπη.
Όλοι είναι πεπεισμένοι ότι η νίκη είναι κοντά. Η αισιοδοξία των οπαδών της ομάδας ξεχειλίζει. Δεν είναι, άλλωστε, λίγα αυτά που πέρασαν. Χρεοκοπίες, συνεχείς αλλαγές ονόματος και εμπορικού σήματος, συμμετοχές στη τέταρτη κατηγορία της χώρας. Σήμερα, όμως, όλα είναι διαφορετικά. Η διοικητική σταθερότητα έχει γυρίσει και το όνειρο της επιστροφής στη Serie A είναι εφικτό.
Το πρώτο ημίχρονο κυλάει ονειρικά για τους γηπεδούχους. Το σκορ: 2-0. Όλοι στα κάγκελα. Γυμνοί, να πανηγυρίζουν μέχρι δακρύων και να κατεβάζουν τις μπύρες σαν νεράκι. Οι σημαίες και τα κασκόλ που σηκώνονται στον αέρα του San Nicola είναι αμέτρητα. Το ίδιο και οι οπαδοί. Είναι τόσο εντυπωσιακό να βλέπεις τόσο πολύ κόσμο στο γήπεδο, ενώ μιλάμε ουσιαστικά για μια πόλη που δεν ξεπερνά κατά πολύ τον πληθυσμό των 300 χιλιάδων κατοίκων.
Στο δεύτερο ημίχρονο, τα πράγματα στραβώνουν. Τα δυο απανωτά γκολ της Σπαλ φέρνουν το ματς στα ίσια. Η ισοπαλία παραμένει μέχρι το τέλος του αγώνα. Παρά την απογοήτευση, οι οπαδοί της Μπάρι φεύγουν χαρούμενοι από το γήπεδο. Όλοι ξέρουν ότι η ομάδα έχει επιστρέψει εκεί που ανήκει.
Εμείς αυτή τη φορά παίρνουμε το λεωφορείο για να γυρίσουμε στο κέντρο της πόλης. Ούτε θέλαμε να φανταστούμε πόσα θα μας χρέωνε εκείνος ο Ιταλός ταξιτζής μετά από αυτό το στραβοπάτημα.