Σα Πίντο στο Gazzetta: «Μετάνιωσα που είπα "όχι" στην ΑEΚ, πήγα να υπογράψω στον Παναθηναϊκό, αλλά...»
Γεννήθηκε στο Οπόρτο στις 10 Οκτωβρίου του 1972. Και παρόλο που κάθε παιδί που αγαπά το ποδόσφαιρο θέλει να συνδέσει το όνομά του με την ομάδα της πόλης, ο Ρικάρντο Σα Πίντo έμελλε να αποτελέσει στο μέλλον έναν από τους θρύλους της Σπόρτινγκ Λισαβόνας.
Στην Πορτογαλία έχουν μια παροιμία. «É difícil agradar a Gregos e Troianos». Δηλαδή «είναι δύσκολο να ευχαριστήσεις τους Ελληνες και τους Τρώες». Κι αν για τους Τρώες δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι, για την Ελλάδα, μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε ότι ο Σα Πίντο δεν επιβεβαιώνει όσα λένε στην πατρίδα του. Κι αυτό διότι και στον ΟΦΗ και στον Ατρόμητο, φρόντισε να αφήσει το στίγμα του, με τους φίλους των δύο ομάδων να έχουν ωραίες αναμνήσεις απ' αυτόν. Η ομάδα του Ηρακλείου είχε φτάσει, υπό τις οδηγίες του στα ημιτελικά του Κυπέλλου και με τον Ατρόμητο αποκλείστηκε από τον Ολυμπιακό για ένα μόλις γκολ από τα προημιτελικά.
Στο πλαίσιο της περιοδείας του Gazzetta στην Κύπρο, με την υποστήριξη της Novibet, συναντήσαμε τον κόουτς που γεννήθηκε για τα δύσκολα, υπηρετώντας το πάθος του με πίστη και αφοσίωση.
Στην εξομολόγηση της ζωής του, ξεκινάει από τα παιδικά του χρόνια και ταξιδεύει στο χρόνο μέσα απ' όσα έζησε στα γήπεδα. Ως παίκτης κι ως προπονητής, όπου σήμερα με τον ΑΠΟΕΛ έχει βάλει στόχο να προσθέσει στη συλλογή του ακόμα έναν τίτλο. Απέναντι σε πολλές δυσκολίες δείχνει το λόγο που είναι εκεί και πιστεύει το όραμά του.
Τι λέει για το «όχι» στον Μελισσανίδη όταν η ΑEΚ ήταν στη Β' Eθνική, γιατί τελικά δεν υπέγραψε στον Παναθηναϊκό, υπήρξε ποτε προοπτική να πάει στον Ολυμπιακό και τι σχολιάζει για την υπόθεση με το ματς του Ατρόμητου στο Καραϊσκάκης.
Αποστολή στην Κύπρο: Παναγιώτης Δαλαταριώφ, Βασίλης Τσίγκας
Φωτογραφίες: Βασίλης Τσίγκας, Intime
Art Director: Χρήστος Ζωίδης
Επιμέλεια: Βασίλης Μπαλατσός
«Επαιζα ράγκμπι και τένις αλλά το ποδόσφαιρο ήταν το μεγάλο μου πάθος»
Πώς θυμάστε την παιδική σας ηλικία, πώς ήταν τα χρόνια σας στο Πόρτο όπου και γεννηθήκατε;
«Ήταν όμορφα, ήμουν ένα χαρούμενο παιδί. Ήμουν τυχερός διότι γεννήθηκα σε μια καλή οικογένεια, με καλή παιδεία. Μου πρόσφεραν καλές συνθήκες και μου έδωσαν τα πάντα. Σπούδασα στα καλύτερα σχολεία και κολέγιο στο Οπόρτο».
Τι σπουδάσατε;
«Όταν τελείωσα το ποδόσφαιρο, σπούδασα στον τομέα της επικοινωνίας στον Iscem. Κάτα κάποιον είμαστε συνάδελφοι, όμως, εγώ δεν έγινα δημοσιογράφος, αλλά ασχολήθηκα με την επικοινωνία στις επιχειρήσεις και έκανα master στο sports management. Όσον αφορά στο ποδόσφαιρο, ξεκίνησα στην ακαδημία της Πόρτο παίζοντας εκεί επτά χρόνια, ύστερα πήγα στην Σαλγκέιρος όπου έμεινα εκεί για τέσσερα χρόνια στην Ακαδημία της ομάδας και άλλα τρία χρόνια στην πρώτη ομάδα. Στη συνέχεια πήγα στην Σπόρτινγκ Λισαβόνας όπου πέρασα εκεί 10 χρόνια από την καριέρα μου».
Πόσο σημαντικό ήταν για εσάς να γνωρίζετε ότι έχετε την πλήρη στήριξη των γονέων σας; Γνωρίζουμε ότι πολλοί γονείς δεν είναι τόσο υποστηρηκτικοί προς τα παιδιά τους ώστε να αφοσιωθούν στο ποδόσφαιρο παρά να κάνουν το focus τους στις μελέτες τους. Εσείς, ωστόσο, συνδυάσατε και τα δύο. Πόσο δύσκολο ήταν αυτό;
«Σίγουρα με άφησαν να παίζω και ήμουν πολύ καλός. Επαιζα ράγκμπι και τένις. Με το τένις ασχολήθηκα μέχρι τα 14 μου και ταυτόχρονα έπαιζα ποδόσφαιρο. Όμως σ' αυτήν την ηλικία έπρεπε να επιλέξω».
Και γιατί τελικά επιλέξατε το ποδόσφαιρο;
«Γιατί ήταν το μεγάλο μου πάθος. Ήμουν αθλητής, έτρεχα, έκανα τα πάντα, αλλά το ποδόσφαιρο ήταν το μεγάλο μου πάθος και εν τέλει ακολούθησα αυτό. Ο πατέρας μου ήταν σπουδαίος τερματοφύλακας. Εγώ, όμως, ήμουν καλός με τα πόδια. Στα 17 μου είχα την ευκαιρία να γίνω επαγγελματίας και η μητέρα μου μού είπε: "Πήγαινε να σπουδάσεις επειδή με το ποδόσφαιρο ποτέ δεν ξέρεις τι θα συμβεί".
Της απάντησα: "Είμαι ένα παιδί που έχει την ευκαιρία να γίνει επαγγελματίας. Δεν θέλω να χάσω αυτήν την ευκαιρία, άσε με να δοκιμάσω. Ασε να δούμε τι θα γίνει και αν δεν τα καταφέρω, είμαι 17-18 ετών και θα έχω το χρόνο να επιστρέψω στις σπουδές μου". Ο πατέρας μου ως άνθρωπος που αθλητισμού με καταλάβαινε περισσότερο και με έσπρωξε ώστε να δει τι καριέρα μπορώ να έχω. Και εγώ υποσχέθηκα στη μητέρα μου πως ακόμα και επαγγελματίας να γίνω, θα τελειώσω τις σπουδές μου».
Και τι καριέρα!
«Στη μητέρα μου είχα υποσχεθεί πως αν καταφέρω να παίξω και να κάνω καριέρα, κάποια στιγμή θα ολοκληρώσω τις σπουδές μου. Κι αυτό έκανα. Ο πατέρας μου πέθανε όταν τελείωσα την καριέρα μου, ήταν σαφώς κάτι που με σημάδεψε. Μόλις τελειώσεις το ποδόσφαιρο μπορείς να γίνεις προπονητής, ατζέντης. Αν δεν βρεις ένα δεύτερος πάθος μετά το ποδόσφαιρο, είναι δύσκολο να κάνεις κάτι. Και εγώ δεν ήθελα να μείνω στο ποδόσφαιρο απλά και μόνο για να υπάρχω σ' αυτό.
Ήθελα να αποκτήσω αφόδια, εμπλούτισα τις γνώσεις μου, πήρα master, εκπαιδεύτηκα. Και βρήκα ένα δεύτερο πάθος. Ξεκίνησα ως δεύτερος προπονητής, μετά έγινε προπονητής σε ομάδα νέων και μετά έγινε προπονητής σε πρώτη ομάδα. Αυτό είναι το δεύτερο πάθος μου, πάντα είχε πολλή υπομονή».
Αυτό που κρατάω είναι ότι κρατήσατε το λόγο σας και τελειώσατε τις σπουδές σας για τη μαμά σας και μετά γίνατε προπονητής. Όταν παίζατε νιώθατε προπονητής μέσα στο γήπεδο;
«Ναι, είχα αυτοπεποίθηση. Μπορούσα να παίζω σε όλες τις θέσεις της επίθεσης, ήμουν καλύτερος ως δεύτερος επιθετικός, μου άρεσε πολύ η ντρίμπλα, να κινούμε ανάμεσα στις γραμμές και να εκτελώ και γι' αυτό μου άρεσε η θέση του δεύτερου επιθετικού. Νομίζω ότι έχασα κάποια πράγματα επειδή δεν ήμουν εγωιστής και έδινα τα πάντα για την ομάδα. Πρέσαρα πολύ και έχανα πολλή ενέργεια για την ομάδα. Αν έβλεπε ότι το αριστερό μπακ είναι στην επίθεση γύριζα εγώ ώστε να τον καλύψω. Είμαι αυτό το είδους ανθρώπους».
Η υπόσχεση στη μητέρα του που δεν την ξέχασε ποτέ!
«Θέλω να βγάζω το πάθος μου στην ομάδα μου. Απίστευτο αυτό που συνέβη με την Ανόρθωση»
Βλέπουμε πως κι ως προπονητής έχετε τρομερό πάθος.
«Θέλω να βγάζω αυτή την αφοσίωση κι αυτό το πάθος στην ομάδα μου. Υπάρχουν άνθρωποι που δεν σέβονται τα αισθήματά μου και το τί νιώθω για το παιχνίδι. Προσωπικά, δεν είναι ποτέ ότι δεν σεβάστηκα κάποιον ή κάποιος αντίπαλο προπονητή, αλλά είναι σαν να με προκαλούν συνέχεια και αναρωτιέμαι το γιατί».
Ως άνθρωπος πιστεύετε ότι είναι άδικο αυτό που έγινε με την τιμωρία σας φέτος στο κυπριακό πρωτάθλημα;
«Είναι απίστευτο αυτό που συνέβη, δεν το έχω ξαναδεί στη ζωή μου. Κι ο άλλος μού προπονητής απολογήθηκε στο ημίχρονο, γιατί προκάλεσε λεκτικά κι ο βοηθός προπονητή της άλλης ομάδας με έσπρωξε. Γι' αυτό κι εγώ αντέδρασα. Δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί με τιμώρησαν τόσο αυστηρά. Κανείς δεν τραυματίστηκε, συνέβη κάτι για λίγα δευτερόλεπτα και τελείωσε. Ευτυχώς είχα την υποστήριξη των παικτών μου και του επιτελείου μου. Κάναμε και κάνουμε μια πολύ καλή δουλειά, συνεχίσαμε με νίκες στο διάστημα που ήμουν τιμωρημένος. Κάναμε και έφεση στην ΚΟΠ (Κυπριακή Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου) και η ομάδα συνέχισε να παίρνει νίκες. Ξέραμε ότι κάναμε καλή δουλειά, αλλά δεν ήταν εύκολο για εμένα να ζω με μια τέτοια αδικία. Είμαι ένας προπονητής με πλούσιο βιογραφικό, έχω κερδίσει τίτλους στην καριέρα μου... Εντάξει, πέρασε αυτό, συνεχίσαμε να προσπαθούμε και καταλήξαμε να είμαστε εκεί που αξίζουμε: Στην κορυφή».
Δεν μπορώ να σας φανταστώ να κάθεστε στην εξέδρα και να βλέπετε τους παίκτες σας από εκεί.
«Είμαι αυτός που παίρνει όλες τις αποφάσεις, έχω την άμεση επικοινωνία με τους συνεργάτες μου. Επίσης, κάνουμε την προετοιμασία όλη την εβδομάδα και ξέρουμε τι ακριβώς δουλεύουμε στις προπονήσεις. Είμαι αυτός που βγάζει τις προπονήσεις και σχεδιάζει την στρατηγική».
Ναι, το καταλαβαίνω, αλλά νομίζω πως είναι σαν τον στρατιώτη που πρέπει να ρίχνει δοκιμαστικές βολές κι όταν πρέπει να πάει στον πόλεμο να κάθεται να βλέπει. Δεν σας ταιριάζει αυτός ο ρόλος.
«Μου αρέσει να είμαι στο γήπεδο με τους παίκτες μου, να τους περνάω τη θετικότητά μου, την ενέργειά μου. Ετσι είμαι στη ζωή μου και ως προπονητής. Το να είσαι στην εξέδρα, δηλαδή από ψηλά, έχεις ένα πλεονέκτημα: Τα βλέπεις όλα και μπορείς να κάνεις πιο γρήγορα διορθωτικές κινήσεις και να προλαβαίνεις πράγματα. Το επιτελείο μου ήταν υπέροχο και έκαναν όσα ήθελα».
Κόουτς, είχατε μια σπουδαία καριέρα ως παίκτης και δεν θα ήθελα να την ξεπεράσουμε τόσο σύντομα. Όταν κλείνετε τα μάτια, ποια είναι η στιγμή που σας έρχεται πιο έντονα;
«Είχα πολλές καλές στιγμές στο ποδόσφαιρο και πάντα τα μεγάλα ματς ήταν η ζωή μου. Δεν μπορώ να ξεχάσω τον τελικό του UEFA το 2005 με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας. Επρεπε να νικάμε 3 ή 4-0 στο ημίχρονο, αλλά στο τέλος χάσαμε αυτόν τον τελικό. Είναι κάτι που πας σπίτι και αισθάνεσαι ότι έχεις χάσει κάτι πολύ σημαντικό στη ζωή σου. Το να χάνεις ένα ματς είναι πάντα δύσκολο, αλλά όταν χάνεις τον τελικό του Europa League είναι κάτι που σε σημαδεύει στην καριέρα σου. Είναι κάτι που με σκότωσε, δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Ήταν λες και πέθανε κάποιο μέλος της οικογένειάς μου και με επηρέασε πάρα πολύ.
Αλλη μια κατάσταση που με σημάδεψε, αλλά θετικά, ήταν με την εθνική Πορτογαλίας, όπου πήραμε την τρίτη θέση στο Euro του Βελγίου το 2000 όπου και πήραμε την τρίτη θέση. Επίσης με την Σπόρτινγκ Λισαβόνας. Όταν νίκησα τη Σίτι και φτάσαμε ως τα ημιτελικά του Europa League το κατάφερα αυτό ως παίκτης και προπονητής. Είχα μια ομάδα με 30.000.000 ευρώ μπάτζετ και έπαιξα κόντρα σε ομάδα που είχε 500.000.000 ευρώ μπάτζετ. Η Μάντσεστερ Σίτι είχε παίκτες όπως οι Μπαλοτέλι, Αγουέρο και Τζέκο.
Ήταν μια απίστευτη ομάδα και έχουν μέχρι σήμερα μια φανταστική ομάδα. Αγαπώ να κερδίζω. Όταν κερδίζεις μια τέτοια ομάδα ως προπονητής και προκρίνεσαι στην έδρα τους, που είχαν μια τρομερή ατμόσφαιρα, συνειδητοποιείς ότι ανεβαίνει το status σου ως προπονητής. "Σκότωσα" έναν "δεινόσαυρο" του ποδοσφαίρου - κάτι που μπορεί να γίνει σε ένα ματς, αλλά σε δύο αγώνες; Αυτό σημαίνει ότι έχεις στρατηγική για να το πετύχεις, είναι κάτι ξεχωριστό. Εχω κερδίσει αρκετούς τίτλους ως προπονητής και γι' αυτό ήρθα στον ΑΠΟΕΛ, για να πάρω ακόμα έναν.
Μου αρέσει να είμαι σε ομάδες όπως ο Ατρόμητος κι ο ΟΦΗ, έκανα σπουδαία δουλειά εκεί. Με τον ΟΦΗ πήγαμε ως τα ημιτελικά του Κυπέλλου και ήμασταν κοντά στο να πάμε στον τελικό και στα προημιτελικά κοντράραμε τον Ολυμπιακό, αποκλειστήκαμε για ένα γκολ, αλλά κάναμε μια πολύ καλή δουλειά. Παλέψαμε απέναντι σε έναν μεγάλο αντίπαλο. Παλέψαμε για τις πρώτες θέσεις του πρωταθλήματος ώστε να πάρουμε το εισιτήριο για το Europa League και μετά να πάμε στους ομίλους.
Τώρα θέλω να είμαι σε ομάδες που θα μου δίνουν τη δυνατότητα να κερδίζω τίτλους. Δεν είναι κάτι εύκολο, υπάρχει πίεση. Τώρα είμαι στον ΑΠΟΕΛ, όπου μπορεί να μην είναι στη χρυσή περίοδό της οικονομικά αλλά παραμένει ο ΑΠΟΕΛ. Είμαστε ανταγωνιστικοί, έχουμε σπουδαίους οπαδούς, καλές συνθήκες προπόνησης και παλεύουμε για τον τίτλο. Ξεχνάμε τα όποια προβλήματα μπορεί να υπάρχουν, κάνουμε τη δουλειά μας και είμαστε αφοσιωμένοι για να αποδίδουμε αυτό που πολύ σκληρά κάνουμε στις προπονήσεις. Είμαστε πρώτοι αυτή τη στιγμή. Είμαι πολύ χαρούμενος με τη δουλειά μου και πιστεύω ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε. Είμαστε στο σωστό δρόμο, πρέπει να μείνουμε συγκεντρωμένοι τακτικά και τεχνικά και να σεβόμαστε τον κάθε αντίπαλο και να παραμείνουμε αφοσιωμένοι στο στόχο της κατάκτησης του τίτλου».
«"Σκότωσα" έναν "δεινόσαυρο" του ποδοσφαίρου όπως είναι η Σίτι»
«Ανήκω στη χρυσή γενιά της Πορτογαλίας»
Θα ήθελα να γυρίσουμε το χρόνο πίσω. Όταν φύγατε από την Πόρτο για την Σαλγκέιρος, νιώσατε ότι είχατε κάτι παραπάνω από τα άλλα παιδιά κι ότι θα κάνετε το επόμενο βήμα;
«Το αισθάνθηκα σε ηλικία 8 ετών. Από τα 14 ήμουν ένα κοντό παιδί και ξαφνικά πήρα 12 πόντους. Ήμουν 1.55-1.60. Σ' αυτήν την ηλικία η σωματοδομή κάνει τη διαφορά, επειδή η τεχνική δεν είναι από μόνη της αρκετή. Τότε ένιωσα ότι μπορώ να πάω στο επόμενο επίπεδο και πήγα και είπα στη μάνα μου ότι θα πάω στην πρώτη ομάδα της Σαλγκέιρος. Τώρα υπάρχουν πολλά παιδιά που παίζουν στις πρώτες ομάδες, αλλά πριν από 30 χρόνια δεν ήταν κάτι σύνηθες αυτό».
Θυμάστε το πρώτο σας ματς ως επαγγελματίας παίκτης; Η μητέρα σας ήταν στην εξέδρα;
«Όχι, γιατί ήταν εκτός έδρας και χάσαμε. Ήταν το δεύτερο ματς της σεζόν και το πρώτο για εμένα. Μπήκα στο τελευταίο τέταρτο και ήδη χάναμε. Ενας παίκτης που αγωνιζόταν στη θέση μου τραυματίστηκε και έτσι μπήκα εγώ. Στο επόμενο ματς, πάλι ήταν τραυματίας ένας παίκτης και έτσι μπήκα αλλαγή στο 0-0 και νικήσαμε 1-0. Από το επόμενο ματς ήμουν βασικός και δεν σταμάτησα να παίζω».
Υπήρξε προπονητής που ήταν το «κλειδί» στην καριέρα σας;
«Στην πρώτη ομάδα είχα τον Φιλίποβιτς και τον Μάριο Ρέις κι οι δύο με πίστεψαν και με έβαλαν να παίξω. Ο Φιλίποβιτς ήταν ο τεχνικός που άρχισε να με βάζει κι ο Ρέις που ήρθε στα μέσα της χρονιάς, ήταν ο προπονητής με τον οποίο έπαιζα περισσότερο και με σημάδεψε στην πρώτη μου επαγγελματική σεζόν».
Πόσο δύσκολο ήταν να ξεχωρίσεις σε μια χώρα όπως η Πορτογαλία. Πρέπει να ήσασταν κάτι το ιδιαίτερο.
«Εκείνη την εποχή, τη γενιά μου την αποκαλούσαν "χρυσή". Ζόρζε Κόστα, Αμπέλ Σαβιέ, Ρουί Κόστα, Καπούτσο, Πάουλο Μπέντο, Παουλέτα, Μπαΐα, Φίγκο, Κοστίνια, Κονσεϊσάο, Ζοάο Πίντο... Ήταν μια φανταστική γενιά. Πήγαμε στον τελικό με την Κ21 στον τελικό του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος κόντρα στην Ιταλία. Αυτό το σύνολο έδειξε στις ομάδες της Πορτογαλίας ότι έπρεπε να βάλουν τα παιδιά να παίξουν και μετά η δική μου γενιά άρχισε να επενδύει στους νέους. Ήταν πολύ δύσκολα να βάλουν παιδιά 19 και 20 ετών να παίξουν. Ενας από τους προπονητές που με επηρέασαν στην καριέρα μου και με έφεραν στην Σπόρτινγκ Λισαβόνας ήταν ο Κάρλος Κεϊρός. Μετά με πήρε και στην εθνική ομάδα και πίστευε σε εμένα».
Θυμάστε κάτι ιδιαίτερο από τον Κάρλος Κεϊρός; Κάτι που να σας είπε;
«Ναι, είναι ο μετρ της μεθοδολογίας στην προπόνησης όσον αφορά στη φυσική κατάσταση και στην τεχνική. Εκανα πολύ αναλυτική δουλειά στα τελειώματα. Τετάρτη είχαμε διπλό, Πέμπτη τελειώματα. Δουλέψαμε στην ταχύτητα και στη δύναμη. Πάντα είχε ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα. Εισήγαγε τακτικές στο ποδόσφαιρο, όπως η ανάπτυξη από την πίσω ζώνη, μας έμαθε να διαβάζουμε το παιχνίδι και μας έδωσε μια διαφορετική ιδέα για το ποδόσφαιρο. Παίζαμε 4-4-2 αλλά δεν είχαμε τις κινήσεις μέσα στο παιχνίδι, παίζαμε άναρχα».
Πώς καταφέρατε να παραμείνετε προσγειωμένος, παίζοντας σε μία από τις μεγαλύτερες ομάδες της χώρας σε τόσο μικρή ηλικία; Θεωρείτε ότι τα παιδιά χάνουν το μυαλό τους από έλλειψη παιδείας;
«Ναι, τώρα αρχίζουν και κερδίζουν χρήματα από τα 14 τους, έχουν ατζέντηδες. Αυτό στη δική μας εποχή ξεκινούσε από τα 18-19 χρόνια. Τώρα είναι μια διαφορετική γενιά, το ποδόσφαιρο δίνει πάρα πολλά χρήματα και τα παιδιά θέλουν να γίνου σαν τον Μέσι, αλλά δεν δουλεύουν τόσο. Ο ανταγωνισμός είναι πολύ πιο σκληρός σε σχέση μ' αυτό που υπήρχε. Το status του ποδοσφαιριστή δεν είναι αυτό που ήταν πριν μερικά χρόνια. Τώρα έχουν όλα αλλάξει. Η επιστήμη έχει μπει στο ποδόσφαιρο».
Τα παιδιά κοιτάζουν το εύκολο χρήμα.
«Ναι, κοιτάζουν περισσότερο την εικόνα τους αλλά προετοιμάζονται και περισσότερο σε σχέση με τα παιδιά πριν από 30 χρόνια. Αυτή η γενιά πρέπει να είναι πιο ώριμη, γίνοντας τα παιδιά σταρ πιο νωρίς και πρέπει να αποδείξουν πράγματα κι οι ομάδες έχουν κάνει λάθη σ' αυτήν την περίπτωση επειδή δίνουν πολλή προβολή στα νέα παιδιά. Πριν 30 χρόνια ο προπονητής ήταν πιο πολύ σαν πατέρας, δεν ήταν δικτάτορας, αλλά υπήρχε πιο πολύ σεβασμός. Τώρα οι παίκτες είναι πιο δυνατοί από τους προπονητές. Οι ομάδες ζουν απ' αυτά τα παιδιά κι όχι από τους προπονητές. Η κάθε ομάδα θέλει να πουλάει αυτούς τους παίκτες για να βγάζει κέρδος».
Δεν σας αρέσει οι παίκτες σας να έχουν τατουάζ και να ρίχνουν τόσο βάρος στην εικόνα τους; Ως προπονητής τι δεν δέχεστε από τους παίκτες σας;
«Δεν έχω πρόβλημα μ' αυτό, αυτή είναι μια κατάσταση πολύ συνηθισμένη. Κατ' αρχάς έχουμε κανόνες, οι παίκτες τος ξέρουν κι όταν δεν τους ακολουθούν πληρώνουν πρόστιμο. Το 90% των προστίμων είναι για να τους βάλεις κάποια όρια».
Τι είναι αυτό όμως που σας τρελαίνει;
«Δεν μου αρέσουν οι παίκτες που έρχονται στην προπόνηση και δεν τα δίνουν όλα, που δεν προπονούνται σκληρά. Είναι απαράδεκτο, είμαστε επαγγελματίες. Είτε παίζεις είτε δεν παίζεις, στην εποχή αυτή, πρέπει να είσαι επαγγελματίας, δεσμεύεσαι με το συμβόλαιό σου κι αυτοί είναι οι κανόνες. Είμαι ο πρώτος που απαιτώ αυτά από τον εαυτό μου. Πάω πρώτος στην προπόνηση, είμαι πάντα εκεί και δίνω το παράδειγμα σε όλους και προσπαθώ για το καλύτερο. Αυτά είναι μη διαπραγματεύσιμα».
Επειδή σας βλέπω πολύ παθιασμένο άνθρωπο και προπονητή, νομίζω ότι δεν τα πάτε καλά με όσους δεν μπορούν να σας ακολουθήσουν.
«Αυτή είναι η μεγάλη πρόκλησή μου ως προπονητής. Δεν μπορείς να έχεις 27 παίκτες που θες και πολλές φορές δεν έχει την ευκαιρία να φέρει άλλους τόσους. Οπότε είναι μεγάλη πρόκληση να κάνεις την ομάδα να παίζει το ποδόσφαιρό σου με τη δική σου νοοτροπία και τη δική σου στρατηγική. Υπάρχουν παίκτες με εμπειρία που είναι κοντά στη διοίκηση και κοντά στους οπαδούς και πρέπει να είσαι έξυπνος για να διαχειριστείς κάποια πράγματα. Ενας προπονητής πρέπει να έχει υπομονή. Αν δεν μπορείς να διαχειριστείς τα αποδυτήριά σου είσαι "νεκρός" και μερικές φορές είναι δύσκολο να κουμαντάρεις μια ομάδα αν δεν έχεις ικανοποιημένους τους πάντες. Αν έχεις ένα γκρουπ με επαγγελματίες δεν έχεις τέτοια προβλήματα, αλλά αν έχεις παίκτες που παραπονιούνται ή που δημιουργούν προβλήματα, πρέπει να διαχειριστείς αυτές τις περιπτώσεις με ευφυία. Είμαι πολύ ξεκάθαρος τύπος, κρυστάλλινος.
Δεν είμαι τέλειος, λειτουργώ πολύ με το συναίσθημα. Τις περισσότερες φορές είμαι προετοιμασμένος αλλά αυτό δεν γίνεται να συμβαίνει πάντα και το πιο δύσκολο είναι να αντιμετωπίσεις τις εκπλήξεις που μπορούν να σου προκύψουν. Προσπαθώ να είμαι ειλικρινής, τίμιος και δίκαιος. "Γι' αυτό παίζεις, γι' αυτό δεν παίζεις". Είναι απλό. Πάντα κάνω το καλό για την ομάδα μου. Το πιο σημαντικό από την τεχνική και την τακτική είναι να επιλέξεις τους κατάλληλους παίκτες και να κάνεις αλλαγή αυτούς που πρέπει, κάνοντας τη διαφορά με την τακτική σε σχέση με τον άλλο προπονητή. Προετοιμάζεις τη στρατηγική σου αλλά στο παιχνίδι σου προκύπτουν διάφορα πράγματα και πρέπει να κάνεις αλλαγές. Αυτό που δεν ανέχομαι είναι η έλλειψη σεβασμού επειδή είναι επαγγελματίες. Πρέπει να έχεις @ρχίδι@ για να πάρεις κάποιες αποφάσεις. Πρέπει ο παίκτης να είναι συνεπής, να κάνει το ζέσταμά του 45' πριν την προπόνηση και να είναι προετοιμασμένος. Απ' όταν ξεκινάει το ματς έχεις 50 ' να δείξεις αν είσαι έτοιμος ή όχι. Αν σε κάνω αλλαγή δεν είναι έλλειψη σεβασμού, απλά κάποιος άλλος μπορεί να είναι πιο έτοιμος από κάποιον άλλον.
Οι αποφάσεις που παίρνω είναι βασισμένες στον επαγγελματισμό, δεν έχει να κάνει με κάτι προσωπικό. Μερικοί το μπερδεύουν αυτό. Και κάτι άλλο που είναι σημαντικό να καταλάβουν οι παίκτες είναι ότι δεν σε κρίνω επειδή μπορεί να μην έκανες μια πάσα ή επειδή έχασες μια μπάλα. Αυτό το βλέπουν όλοι. Μπορεί κάποιος να ξεκίνησε σε ένα ματς άσχημα αλλά του δίνεις χρόνο. Αυτό που μετράει είναι η συμπεριφορά του. Διαβάζεις τη συμπεριφορά του όχι τα λάθη που κάνει. Υπάρχουν παίκτες που τους αφήνω να παίζουν ακόμα κι όταν κάνουν λάθη, επειδή έχουν πάθος. Προετοιμάζουμε μια στρατηγική κι όλοι πρέπει να είναι έτοιμοι να την υπηρετήσουν. Όταν κάποιος βγει θα είναι λόγω τις συμπεριφοράς του κυρίως. Μια άλλη συνθήκη που δημιoυργείται μέσα στο παιχνίδι και γίνονται αλλαγές είναι ότι πρέπει να αλλάξουμε ή να προσαρμώσουμε το σύστημά μας γιατί πρέπει να εκπλήξουμε τον αντίπαλο. Ετσι, είναι απαραίτητο να θυσιάσουμε κάποιον στρατιώτη μας».
Ποιο είναι το πιο ωραίο πράγμα που έχετε ακούσει από παίκτη ή και κάτι που δεν σας άρεσε;
«Το "κόουτς μου αρέσει που πάντα είσαι ειλικρινής μαζί μου, μ' αρέσει γιατί πάντα δίνεις το καλύτερό σου", είναι κάτι που μ' αρέσει να ακούω γιατί έτσι είμαι. Όταν κάνεις μια κίνηση από τον πάγκο και οι παίκτες σου σε ακολουθούν, είτε πρέπει να βάλεις γκολ είτε για να "σκοτώσεις" το παιχνίδι. Αυτά τα πράγματα είναι που σε κάνουν ευτυχισμένο, σου δίνουν κίνητρο και σε βοηθούν να συνεχίζεις.
«Πρέπει να έχεις @ρχίδι@ για να πάρεις κάποιες αποφάσεις. Είμαι ξεκάθαρος και κρυστάλλινος τύπος»
«Όλοι οι φίλοι μου πήγαιναν βόλτες και ταξίδια. Εγώ από τα 17 μέχρι τα 35 μου δεν είχα αυτήν την ελευθερία»
Όταν οι παίκτες σου σε καταλαβαίνουν.
«Είμαι σίγουρος ότι με καταλαβαίνουν, ακόμα κι αν δεν ξέρουν την γλώσσα. Για παράδειγμα, στη Βάσκο ντα Γκάμα δεν είχα πρόβλημα επικοινωνίας λόγω γλώσσας με τους παίκτες γιατί ήταν Βραζιλιάνοι κι εγώ είμαι Πορτογάλος, όμως μιλούσαμε άλλη "ποδοσφαιρική γλώσσα". Ήταν πολύ ταλαντούχοι παίκτες, όμως όχι τόσο πειθαρχημένοι τακτικά. Στην Πολωνία από την άλλη, είχαμε πρόβλημα επικοινωνίας λόγω γλώσσας, όμως ήταν πιο πειθαρχημένοι τακτικά.
Εμένα μου αρέσει συνεχώς να μαθαίνω. Και δεν έχω πρόβλημα να θυσιάζω πράγματα. Όταν ήμουν 18 ετών, όλοι οι φίλοι μου έβγαιναν έξω, πήγαιναν βόλτες, ταξίδια. Εγώ από τα 17 μου μέχρι τα 35, δεν είχα ποτέ αυτή την ελευθερία. Και τώρα, δίνω το 100% μου στις ομάδες μου, όμως έχει αλλάξει το βλέμμα μου ως προς τη ζωή. Τώρα απολαμβάνω ακόμα περισσότερο τη δουλειά μου, γιατί ξέρω να δίνω χρόνο στην οικογένεια και τους φίλους μου. Το να είσαι μόνο "ποδόσφαιρο, ποδόσφαιρο, ποδόσφαιρο" δεν είναι υγιές».
«Με τη γυναίκα μου γνωριζόμαστε από τα 14 μας. Ποτέ, όμως, δεν μιλάμε για το ποδόσφαιρο»
Φαντάζομαι ότι είστε πολλά χρόνια με τη σύζυγό σας.
«Γνωριζόμαστε από τα 14 μας και παντρευτήκαμε όταν εγώ ήμουν 22 και η γυναίκα μου 21! ».
Η σύζυγός σας είναι πάντα δίπλα σας;
«Είναι πάντα δίπλα μου, όμως δεν μιλάμε ποτέ για το ποδόσφαιρο. Το φαντάζεσαι; Είναι δύσκολο για μένα. Ειδικά όταν χάνω. Τότε, επιστρέφοντας στο σπίτι πάω στο γκαράζ και μιλάω μόνος μου. Θέλω να αποφορτιστώ και να βγάλω όλη την αρνητική ενέργεια από μέσα μου για να μη τη μεταφέρω στο σπίτι μου!»
Πόσα παιδιά έχετε;
«Έχουμε δύο παιδιά! Δύο κόρες. Η μία κόρη είναι οδοντίατρος και έχει master στην αισθητική, η άλλη έxει master στα τουριστικά. Κι έχω και τρία σκυλιά που είναι όλα θηλυκά! Οπότε στο σπίτι είμαι μειοψηφία! Δεν μπορώ να πω τίποτα! Είμαι πολύ τυχερός, είναι εκπληκτική η οικογένειά μου. Τα παιδιά δεν μας δημιούργησαν ποτέ πρόβλημα, όλα είναι πολύ έξυπνα. Μόνο ο μπαμπάς είναι περίεργος!»
Έχετε ταξιδέψει σε τόσες χώρες σε όλο τον κόσμο. Πόσο δύσκολο ήταν για την οικογένεια σας να σας ακολουθήσει; Ειδικά τώρα που είστε προπονητής, γιατί οι ευθύνες του προπονητή είναι πολύ περισσότερες από αυτές του παίκτη. Έχετε να μανατζάρετε όλους τους παίκτες, έχετε την διοίκηση, το τεχνικό επιτελείο…
«Και δεν ξέρεις και πότε θα φύγεις! Αυτό είναι πολύ δύσκολο. Δεν μπορείς να φτιάξεις ένα πρόγραμμα. Οι παίκτες υπογράφουν ένα συμβόλαιο 2-3 ετών και ξέρουν ότι αν θέλουν να μείνουν, θα μείνουν και θα πάρουν τα χρήματά τους. Εμείς οι προπονητές, όχι. Δεν ξέρουμε αν θα φύγουμε μετά από 2-3 παιχνίδια.
Η οικογένειά μου μένει στην Πορτογαλία και η γυναίκα μου έρχεται να με επισκεφθεί για κάποιες ημέρες, όποτε θέλει. Πάντα έτσι το κάναμε και μας έχει βολέψει. Είμαι πολύ τυχερός γιατί πάντα με υποστηρίζει να ακολουθώ το όνειρό μου. Δεν ξέρω για πόσο καιρό θα προπονώ, όμως μέχρι στιγμής με βοηθά πάρα πολύ. Αν μια μέρα πρέπει να αποφασίσω ανάμεσα στο ποδόσφαιρο και την οικογένεια, θα είναι δύσκολο, όμως μέχρι στιγμής δεν έχει χρειαστεί».
Η γυναίκα σας είναι ψυχολόγος. Στις ημέρες μας είναι πλέον κοινό να βλέπουμε ανθρώπους να ζητούν βοήθεια. Όταν ήσασταν ποδοσφαιριστής κι έπρεπε να αντιμετωπίσετε κάποιες δύσκολες καταστάσεις, ζητήσατε κάποια βοήθεια από έναν ψυχολόγο;
«Το πιο σημαντικό είναι να θες να παλέψεις για τον εαυτό σου. Θα έρθουν και δύσκολες καταστάσεις. Κι εγώ ήμουν μακριά από την οικογένεια μου και είχα έναν πολύ σημαντικό τραυματισμό. Ήμουν θλιμμένος, μακριά από τους δικούς μου, ήταν δύσκολα, όμως το είδα ως άλλη μία πρόκληση. Το δύσκολο είναι όταν έρχονται συνεχόμενοι τραυματισμοί. Τότε ήταν πολύ δύσκολα. Δεν μπορώ να σου πω ότι δεν ζήτησα βοήθεια.
Μίλησα με αρκετούς γιατρούς, γιατί δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί είχα αυτή την τύχη. Δούλευα πολύ σκληρά, ζούσα για τη δουλειά μου, σε όλα τα τεστ ήμουν πάντα πρώτος. Γιατί είχα τόσους τραυματισμούς; Ίσως γιατί δούλευα τόσο πολύ. Δεν είχαμε τότε τις γνώσεις που έχουμε σήμερα. Δεν ξέραμε τι θα πει ισορροπία στην εκγύμναση. Και το σώμα μου δεν άντεχε. Τώρα τα γνωρίζουμε όλα. Και όσον αφορά το σώμα, αλλά και το μυαλό. Δεν μπορώ να πω ότι ακόμα και σήμερα ελέγχω τα πάντα. Είμαι πολύ συναισθηματικός, αφήνω τα συναισθήματά μου μερικές φορές. Ξέρω όμως τα εργαλεία για να τα ελέγχω και να συμπεριφέρομαι σωστά σε διάφορες καταστάσεις».
«Ήμουν μακριά από την οικογένειά μου όταν είχα έναν πολύ σημαντικό τραυματισμό. Ήμουν θλιμμένος, δεν μπορώ να σου πω ότι δεν ζήτησα βοήθεια»
«Ονειρευόμουν να γίνω ο Άλεξ Φέργκιουσον της Σπόρτινγκ»
Όταν αρχίσατε την προπονητική σας καριέρα, τον πρώτο χρόνο ήσασταν στην Σπόρτινγκ Λισαβόνας, μια ομάδα στην οποία είχατε δώσει τόσα πολλά ως παίκτης. Πώς θυμάστε εκείνες τις ημέρες;
«Ήταν ένα όνειρο μου! Πήγα στην πρώτη ομάδα γιατί απέλυσαν τον τότε προπονητή στην μέση της σεζόν κι εγώ ήμουν στην δεύτερη ομάδα, με την οποία πήραμε το πρωτάθλημα. Ήταν τέλεια. ανεβήκαμε στη βαθμολογία και τα πήγαμε πολύ καλά στην Ευρώπη, καθώς προχωρήσαμε μέχρι τον ημιτελικό του Europa League, όμως χάσαμε στον τελικό του Κυπέλλου από μια χειρότερη ομάδα, σε μια ημέρα που όλα ήταν εναντίον μας. Μου ανανέωσαν το συμβόλαιο μου για άλλα τρία χρόνια. Μετά από εκείνη τη χρονιά όμως ξεκινήσαμε την επόμενη σεζόν με αρκετά προβλήματα. Το μεγαλύτερο ήταν το οικονομικό. Είναι η κατάρα μου αυτή. Όπου πηγαίνω υπάρχουν οικονομικά προβλήματα... δυστυχώς».
Οι οπαδοί της Σπόρτινγκ είναι πολύ παθιασμένοι,
«Ναι, ισχύει αυτό. Είναι πολύ παθιασμένοι, όπως είναι κι αυτοί του ΑΠΟEΛ».
Τότε, τι φιλοδοξίες είχατε;
«Όταν ήμουν στον πάγκο της Σπόρτινγκ, εκείνη την εποχή έκανα τόσα πολλά όνειρα. Είχα πολλές προσδοκίες. Ονειρευόμουν να γίνω ο Άλεξ Φέργκιουσον της Σπόρτινγκ. Ήμουν 38 χρονών, ξέρω πως δεν ήμουν έτοιμος, έπρεπε να βελτιωθώ και χρειαζόμουν στήριξη. Επίσης εκείνη την εποχή οι στόχοι μας ήταν διαφορετικοί σε σχέση με σήμερα που κερδίζουν πρωταθλήματα. Είχαμε διαφορετικούς στόχους. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε την οικονομική κατάσταση που δεν ήταν καλή. Μετά από πέντε παιχνίδια ήμασταν 4oι ή 5οι στη βαθμολογία, τρεις πόντους μακριά από την πρώτη θέση και με έδιωξαν. Είχαμε προκριθεί από τους ομίλους στους ομίλους του Europa League για ακόμα μια χρονιά και σκεφτόμουν "τι γίνεται;". Ένιωθα πολύ λυπημένος. Εντάξει θα βελτιωθώ αλλά χρειαζόμουν στήριξη. Εκείνη τη χρονιά άλλαξαν τρεις προπονητές και τελείωσαν στην 7η θέση.
Υπήρχαν πολλά προβλήματα αλλά δεν ήταν θέμα προπονητή. Ήταν μια ομάδα με πολλά προβλήματα που είχε θέμα συγκέντρωσης. Δεν είχαμε ισορροπία στο ρόστερ. Τι να πω; Ήταν δύσκολο για εμένα να διαχειριστώ αυτή την κατάσταση. Αγαπώ τη Σπόρτινγκ».
Είναι η ομάδα που στηρίζετε μέχρι σήμερα;
«Ναι, φυσικά και υποστηρίζω ακόμα τη Σπόρτινγκ. Είμαι συνδεδεμένος μ' αυτή την ομάδα. Ήταν το σπίτι μου. Είναι η ομάδα μου. Όταν περνάς 20 χρόνια σε μια ομάδα μένει πάντα στην καρδιά σου».
Έχετε στο μυαλό σας να επιστρέψετε μια μέρα στη Σπόρτινγκ;
«Πάντα. Είναι μια ομάδα που πάντα υπάρχει η πιθανότητα να επιστρέψω. Ποτέ δε λέω ποτέ».
Τι έγινε στην καριέρα σας και από ένα κλαμπ όπως η Σπόρτινγκ πήγατε για παράδειγμα στον ΟΦΗ; Είχατε το όνομα, την ποιότητα και τις ικανότητες για να συνεχίσετε σε υψηλό επίπεδο. Αποδείξατε με τη Μάντσεστερ Σίτι τις ικανότητες σας.
«Τις απέδειξα αρκετές φορές. Δεν ξέρω. Λατρεύω να κοουτσάρω και έψαχνα άμεσα την ευκαιρία μου να συνεχίσω να είμαι ενεργός. Ο ΟΦΗ ήταν τότε τελευταίος. Ήταν ρίσκο για εμένα να φύγω από τη Σπόρτινγκ για να πάω στον τελευταίο ΟΦΗ. Είχα μιλήσει και με κάποιους Πορτογάλους παίκτες για την ομάδα. Πίστευα πως μπορούσαν να πάνε καλύτερα. Ρίσκαρα. Παίρνω κακές αποφάσεις. Στην καριέρα μου δεν έχω κάνει πάντα έξυπνες επιλογές. Ίσως μετά τη Σπόρτινγκ δεν ήμουν έτοιμος να φύγω για το εξωτερικό και έπρεπε να περιμένω. Είμαι ένας άνθρωπος που λειτουργώ πολύ με το συναίσθημα. Πήγα στον ΟΦΗ λειτουργώντας με το συναίσθημα. Πήγα στον Ερυθρό Αστέρα χωρίς να σκεφτώ πως ήταν τρίτος, νικήσαμε σε οκτώ διαδοχικά παιχνίδια και φτάσαμε κοντά στο να πάρουμε το πρωτάθλημα. Και εκεί λειτούργησα με το συναίσθημα. Η Παρτιζάν ήταν σε τρομερή κατάσταση και υπήρχε πίεση. Αγαπώ τις προκλήσεις. Τις χρειάζομαι».
Δεν μπορείτε να ζήσετε χωρίς κάποια πρόκληση;
«Ναι. Λατρεύω τις προκλήσεις και την πίεση. Σαν άνθρωπος είμαι ήσυχος, είμαι ευγενικός αλλά δεν πρέπει να μου φερθείς άσχημα γιατί θα υπάρξει ανταπόδοση. Όπως έγινε και στο περιστατικό με την Ανόρθωση».
Πως προέκυψε η πρόταση του ΟΦΗ;
«Με προσέγγισε ένας ατζέντης που δεν ήξερα και μου είπε πως ο τότε πρόεδρος, Μάνθος Πουλινάκης, με θέλει και είπα "εντάξει ας κάνουμε μια συνέντευξη". Είχα καλή σχέση μαζί του, ακόμα έχω και με τη Μαρία τη γυναίκα του και με όλη την οικογένεια του. Μιλάμε μερικές φορές. Όπως είπα, πήγα εκεί για συναισθηματικούς λόγους, με "συγκίνησαν" μ' αυτά που μου είπαν. Ήταν μια μεγάλη ομάδα στο παρελθόν. Δεν είχαν τις εγκαταστάσεις αλλά είχαμε ένα καλό ρόστερ. Μου είπαν πως μπορούσα να τους βοηθήσω με την ενέργεια και τις γνώσεις μου. Δεν είχαμε πολλά χρήματα αλλά με στήριξαν. Πήρα δύσκολες αποφάσεις. Όταν έφτασα υπήρχαν τρεις παίκτες που είχαν τελειώσει ήδη την καριέρα τους και έπρεπε να βγάλω κάποια αστέρια.
Έλεγαν: "Ο Γκαλέτι είναι ο καλύτερος μας παίκτης στην επίθεση". Ήταν. Εγώ είμαι ο προπονητής. Εμπιστευτείτε τη δουλειά μου. Έφερα τον Ντουντού, ήταν υπέροχος παίκτης. Είχαν αυτόν τον Αργεντινό χαφ που έπαιζε στον ΠΑΟΚ (Ρικάρντο Βερόν) που ήταν καλός μέσος. Ήθελα περισσότερη ένταση, περισσότερη πίεση από την ομάδα. Είχα τον Μπούρμπο, τον Γιάννη Στάθη, τον Καλάιτζιτς. Μπροστά είχα τον Παπάζογλου που ήταν πολύ ομαδικός παίκτης, τον Βασίλη που ήταν πολύ γρήγορος (Κουτσιανικούλης), τον Αλέξανδρο (Περογαμβράκη), τον Λαμπρόπουλο που είχε ένα προσωπικό πρόβλημα. Είχαμε καλή ομάδα. Ο Ντάνιελ Φερνάντες ήταν πολύ καλό τερματοφύλακας, είχαμε έναν ταλαντούχο τερματοφύλακα τον Δασκαλάκη, εγώ τον έβγαλα από βασικό και είχα προβλήματα. Πήρα δυο, τρεις επιλογές που αν δεν μου έβγαιναν θα με "σκότωναν". Όπως είπα ο κόουτς πρέπει να κάνει τις επιλογές του με σεβασμό, να έχει αρχ!#!@, πίστη και να ακολουθεί τις ιδέες του. Μερικές φορές δεν παίρνει αρκετό χρόνο, προσπαθείς να κάνεις πράγματα που δεν πιστεύεις, αρχίζεις να χάνεις και μετά είναι αργά. Μερικές φορές κάνω λάθη, καθώς πρέπει να πάρω πάρα πολλές αποφάσεις, ταυτόχρονα, υπό πίεση και δεν έχω χρόνο».
«Ήταν ρίσκο για εμένα να φύγω από τη Σπόρτινγκ για να πάω στον τελευταίο ΟΦΗ»
«Στην Ελλάδα όλοι είναι προπονητές, ήθελα να μείνω στον ΟΦΗ»
Και είναι πολύ εύκολο για τους άλλους να σας κρίνουν.
«Το 90% των οπαδών είναι προπονητές!» (γέλια).
Στην Ελλάδα ακόμα περισσότεροι....
«Στην Ελλάδα όλοι είναι προπονητές. Επίσης όλοι ξέρουν τι πρέπει να κάνει ο άλλος με τη γυναίκα του αλλά ξεχνάνε να κάνουν το ίδιο αυτοί με τη δικιά τους. Είχα έναν φίλο που μου έδινε συμβουλές για το πως να μείνω με την κοπέλα μου».
Πόσο δύσκολη ήταν η δουλειά στον ΟΦΗ;
«'Ηθελαν να μείνω. Ο Μάνθος ήθελε πολύ να συνεχίσω στον ΟΦΗ. Σωθήκαμε και μάλιστα βγήκαμε 6οι. Πήρα την ομάδα τελευταία, βγήκαμε 6οι και φτάσαμε στα ημιτελικά του Κυπέλλου Ελλάδας με τον Παναθηναϊκό. Μου χρωστούσε τρεις μήνες αλλά ήθελε να συνεχίσω. Η χρονιά ήταν δύσκολη. Του είπα: "Πρέπει να πληρώσεις τα χρέη. Είναι το καλύτερο και τους δυο. Πες μου αν δεν μπορείς να πληρώσεις. Αν το σεβαστείς αυτό μπορούσαμε να μιλήσουμε για το μέλλον, αν όχι είναι δύσκολο για εμένα. Θα ρισκάρουμε κάτι που δεν αξίζεις και δεν αξίζω". Ήθελα να μείνω, ο κόσμος με αγαπούσε, ήθελα να μείνω στην Κρήτη είναι ένα από τα καλύτερα μέρη για να ζεις, ο καιρός πάντα είναι καλός, δεν έχει κίνηση, έχει ασφάλεια, καλό φαγητό, βραδινή ζωή, κλαμπ, υπέροχους οπαδούς στο "Γεντί Κουλέ". Είναι δύσκολη έδρα για να περάσει κάποια ομάδα, βάζει πίεση στον αντίπαλο. Ήμουν χαρούμενος.
Ξέρετε για την τωρινή κατάσταση στον ΟΦΗ;
«Πολύ καλύτερη από τότε. Καλύτερες συνθήκες, εγκαταστάσεις, τα πάντα. Το γνωρίζω».
Ίσως στον σημερινό ΟΦΗ ο Σα Πίντο θα μπορούσε να κάνει καλή δουλειά...
«Ίσως. Ποτέ δεν ξέρεις τι θα γίνει στο μέλλον. Τώρα το μέλλον μου είναι στον ΑΠΟΕΛ, είμαι πολύ ευτυχισμένος εδώ και θέλω να είμαι εδώ και να βοηθήσω την ομάδα».
«Ο Μελισσανίδης προσπάθησε να με πάρει δύο φορές, όταν η ΑΕΚ ήταν στη Β' Εθνική»
Τι σας άρεσε και τι δε σας άρεσε στο ελληνικό ποδόσφαιρο;
«Αγάπησα τα πάντα στην Ελλάδα. Στην αρχή τα πράγματα ήταν δύσκολα, όχι στον ΟΦΗ. Το λέω λόγω των χαρακτηριστικών των παικτών. Ο πρώτος μου καιρός στον Ατρόμητο ήταν πιο δύσκολος. Μερικές φορές δεν ήταν τόσο επαγγελματίες. Είχα τη δυσκολία πως έπρεπε να βάλω κάποιους κανόνες και να τους πιέσω. Στην πρώτη μου θητεία. Ένιωθα πως ήθελα περισσότερα πράγματα από εκείνη τη φορά. Τη δεύτερη φορά που πήγα στον Ατρόμητο κάναμε ένα καλό δεύτερο μισό της σεζόν».
Γιατί επιστρέψατε στον Ατρόμητο;
«Επειδή μου άρεσε το κλαμπ. Μου άρεσαν οι άνθρωποι που δούλευαν εκεί, είχα καλή σχέση με τον κύριο Αγγελόπουλο, το ιατρικό επιτελείο, ο γυμναστής μου που ήταν μαζί μου στον ΟΦΗ και με ακολούθησε στον Ατρόμητο, ο Σωτήρης (Ρούσσης) και δούλεψε μαζί μου και πριν δυο χρόνια».
Πως είναι ο Σπανός ως πρόεδρος;
«Ο Σπανός δεν ήταν τόσο εκεί, όμως ερχόταν μερικές φορές. Είναι κι αυτός συναισθηματικός. Έχουμε καλή σχέση. Ο Αγγελόπουλος είναι ο CEO, είναι εκεί κάθε μέρα, είναι αυτός που ξέρει τα πάντα. Ο Σπανός είναι ο ιδιοκτήτης και πηγαίναμε κάποιες φορές σε αυτόν. Ο Αγγελόπουλος είναι έμπειρος, έξυπνος, ξέρει πως να διαχειριστεί τους πάντες, είναι πολύ επαγγελματίας. Μου αρέσει να δουλεύω μαζί του. Βοηθήσαμε ο ένας τον άλλον για το μέλλον. Έμαθα κάποια πράγματα από αυτόν για το ελληνικό ποδόσφαιρο και αυτός έμαθε κάποια πράγματα από τον επαγγελματισμό μου. Ταιριάζαμε στη δουλειά. Μετά ήρθε η πρόταση της Σταντάρ Λιέγης και πήγα εκεί. Αν δεν πήγαινα θα έμενα για άλλη μια χρονιά στον Ατρόμητο».
Στην Ελλάδα έχετε παίξει κόντρα σε όλες τις μεγάλες ομάδες. Ποια ήταν η πιο δύσκολη;
«Είναι πάντα δύσκολο να παίζεις στην έδρα του Παναθηναϊκού. Όταν ήμουν στην Ελλάδα, η ΑΕΚ ήταν στις χαμηλότερες κατηγορίες και δεν έπαιξα στην έδρα της. Τώρα μπορώ να το πω. Ο Μελισσανίδης προσπάθησε να με πάρει δυο φορές, όταν ήταν στη Β' Εθνική. Είχαμε κάνει ραντεβού μετά τον ΟΦΗ. Μια φορά στο γραφείο του και άλλη μια στο σκάφος του. Είναι φανταστικό. Ήθελα να πάω και μου έδινε εξαιρετικές προϋποθέσεις, αλλά το πρόβλημα ήταν πως έκανα κακή επιλογή. Νομίζω έπρεπε να πάω στην ΑΕΚ. Ήταν όπως η Γιουβέντους και η Σπόρτινγκ είχαν πάει στη δεύτερη κατηγορία. Ξέρεις πως θα επιστρέψουν αργά ή γρήγορα στην πρώτη κατηγορία επειδή είναι καλές ομάδες. Όμως εκείνη την περίοδο είχα κάνει μια καλή σεζόν στον ΟΦΗ και ήθελα να πάω σε μια ομάδα που αγωνιζόταν για τίτλους, είτε ήταν στην Ελλάδα, στην Πορτογαλία ή σε άλλη χώρα. Η σεζόν τελείωσε Απρίλιο - Μάιο, είχα κάνει καλή δουλειά στον ΟΦΗ, πιο πριν ήμουν στη Σπόρτινγκ και περίμενα πως θα επέστρεφα σε αυτό το επίπεδο. Έπρεπε να πάω στην ΑΕΚ. Είναι μια κορυφαία ομάδα. Δεν ήξερα καλά την ομάδα, επειδή ήταν στη δεύτερη κατηγορία, όμως ήξερα πως θα ανέβουν και ότι είχαν καλούς παίκτες. Δεν ήξερα την πραγματικότητα στο κλαμπ. Τότε δεν είχαν ακόμα το νέο γήπεδο. Δεν είχα την ολοκληρωμένη εικόνα. Ίσως κάποιος έπρεπε να με συμβουλεύσει καλύτερα εκείνη τη στιγμή. Ο πρόεδρος μού είπε να παώ και θα μου έδινε τα πάντα και ήταν πολύ φιλικός. Δεν είναι εύκολο να πεις "όχι" στον Μελισσανίδη. Μετά ήταν να πάω μια - δυο φορές αλλά δεν ήθελε ο πρόεδρος, είπε ότι προτιμούσε άλλον προπονητή. Δεν του άρεσε η απόφαση μου. Έχω καλή σχέση μαζί του. Είναι κρίμα που δεν πήγα».
Είχατε πάει να δείτε και το που θα γίνει η OPAP Arena»;
«Όχι. Μου είχε δείξει το project του νέου γηπέδου. Είχα δει τις μακέτες. Εκείνη τη στιγμή δεν είχα καταλάβει το μέγεθος του. Βλέπεις τόσα πράγματα στην Ελλάδα και δεν ξέρεις ποιο θα συμβεί και ποιο όχι. Τώρα ξέρω. Σήμερα θα πήγαινα. Την επόμενη χρονιά το μετάνιωσα».
«Από την πρώτη στιγμή που άκουσα γι' αυτή την υπόθεση, τηλεφώνησα αμέσως στον Υπουργό Δικαιοσύνης»
Ισχύει ότι σας ήθελε κι ο Παναθηναϊκός;
«Σε μια άλλη περίσταση υπήρχε ενδιαφέρον από τον Παναθηναϊκό. Πριν τρία - τέσσερα χρόνια. Είχα μια συζήτηση με τον πρόεδρο του Παναθηναϊκού μέσω zoom, μου άρεσαν αυτά που άκουσα, συμφώνησα και πήγα να υπογράψω. Όταν έφτασα στα γραφεία με τον ατζέντη μου μού είπαν ότι συμφώνησαν με άλλον προπονητή».
Υπήρξε ποτέ πρόταση από τον Ολυμπιακό;
«Έχω εξαιρετική σχέση με τον Ντάρκο Κοβάσεβιτς. Γνωριστήκαμε στη Σοσιεδάδ. Είναι υπέροχος άνθρωπος και συμπαίκτης. Πριν από αρκετά χρόνια, ο Ντάρκο σε μια ανεπίσημη κουβέντα μας με ρώτησε για την κατάστασή μου. Όμως είχα συμβόλαιο με τη Σπόρτινγκ για άλλα δύο χρόνια. Ίσως, αν ήμουν ελεύθερος θα είχα την ευκαιρία να ήμουν προπονητής του Ολυμπιακού».
Θα θέλατε να σχολιάσετε κάτι για την υπόθεση που δημιουργήθηκε από το ματς Ολυμπιακός-Ατρόμητος;
«Από την πρώτη στιγμή που άκουσα γι' αυτή την υπόθεση, τηλεφώνησα αμέσως στο δικαστήριο και στον Υπουργό Δικαιοσύνης. Ενημέρωσα ότι είμαι διαθέσιμος να με ακούσουν το συντομότερο δυνατό εφόσον ήθελαν. Πήρα το αεροπλάνο από την Πορτογαλία για την Ελλάδα αμέσως. Δέχτηκαν αυτά που τους είπα και μέχρι σήμερα δεν μου τηλεφώνησε κανείς γι' αυτό. Το θέμα έκλεισε. Είμαι εργατικός, πολύ παθιασμένος με τη δουλειά μου, είμαι πολύ σοβαρός σ' αυτό που κάνω και δίνω πάντα τον καλύτερό μου εαυτό σε όποιον σύλλογο κι αν είμαι».
Eίστε πολύ νέος και πολύ παθιασμένος μ' αυτό που κάνετε κι αυτό το καταλαβαίνει πολύ εύκολα κάποιος. Πώς ονειρεύεστε το μέλλον; Φαντάζεστε τον εαυτό σας και πάλι στην Eλλάδα;
«Αυτό που εύχομαι πάντα για την επόμενη χρονιά είναι: Ποτέ να μην είσαι χειρότερος από την προηγούμενη κι αν συμβεί αυτό, τότε είναι όλα καλά. Είναι φανταστικό, είναι θετικό. Είμαι και 'γω από τη φύση μου θετικό άτομο, πιστεύω ότι πάντα μπορώ να βελτιώνομαι και να γίνομαι όλα και καλύτερος σ' όλους τους τομείς, επειδή αυτή είναι η φιλοδοξία μου ως προπονητής και ως άνθρωπος. Όσο για το αν θα επέστρεφα στην Ελλάδα, το αίσθημά μου είναι αυτό που θα σας πω: "Θα επιστρέψω"».