Σάντορ Τόργκελε στο Gazzetta: «Όταν δεν έπαιζα πάντα τσακωνόμουν με τους προπονητές!»
Από την πρώτη στιγμή που πέρασε την πόρτα του «Twentysix», ουκ ολίγοι άνθρωποι τον αναγνώρισαν. Δεν είναι και λίγο σε ηλικία 21 ετών να έχεις πετύχει δύο γκολ (στο τελικό 2-0) κόντρα στη Γερμανία και από τότε όλοι να μιλούν για εσένα.
Η φυσιογνωμία του Σάντορ Τόργκελε ξεχώριζε στο πλήθος και από την πρώτη στιγμή που άρχισε να μιλάει για ποδόσφαιρο, τα μάτια του γυάλιζαν όπως και όταν φορούσε τα ποδοσφαιρικά παπούτσια. Πλέον στα 41 του, ο άλλοτε φορ των Παναθηναϊκό και ΠΑΟΚ έχει δικό του γραφείο ως ατζέντης όπου ανήκουν σχεδόν 25 Ούγγροι ποδοσφαιριστές από τις μεγάλες και μη κατηγορίες της χώρας.
Ένας φορ που ξεχώρισε με τη Χόνβεντ και την ΜΤΚ πριν ζήσει το όνειρο της Premier League με την Κρίσταλ Πάλας και έπειτα να έρθει στην Ελλάδα για τον Παναθηναϊκό το καλοκαίρι του 2005. Για έναν χρόνο ήταν ντυμένος στα πράσινα και στη συνέχεια, το επόμενο καλοκαίρι, αγοράστηκε από το «τριφύλλι» για να βρεθεί στα ανταλλάγματα για την απόκτηση του Δημήτρη Σαλπιγγίδη, με αποτέλεσμα να μετακομίσει στη Θεσσαλονίκη για τον ΠΑΟΚ.
Παρότι έμεινε μόνο για δύο χρόνια στην Ελλάδα, παρέμεινε μία γνωστή φυσιογνωμία του ελληνικού ποδοσφαίρου. Το Gazzetta βρέθηκε στην Ουγγαρία, συνάντησε τον παλαίμαχο επιθετικό και εκείνος μοιράστηκε ιστορίες και καταστάσεις που έζησε στη χώρα μας αλλά και στην πορεία του ως ποδοσφαιριστής.
ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΤΗ ΒΟΥΔΑΠΕΣΤΗ: ΝΟΤΗΣ ΧΑΛΑΡΗΣ
«Είχα προβλήματα με κάποιους προπονητές, αυτό είχε συμβεί με Μαλεζάνι»
- Από πότε αρχίσατε να παίζετε ποδόσφαιρο;
«Ξεκίνησα να παίζω ποδόσφαιρο όταν άρχισα να... περπατάω. Αυτό μου είχαν πει οι γονείς μου γιατί εγώ δεν το θυμάμαι. Ο παππούς μου έπαιζε ποδόσφαιρο, μόλις άρχισα να περπατάω και να τρέχω, η μπάλα ήταν δίπλα μου. Θυμάμαι πως στο σχολείο ξεκίνησα να παίζω πιο έντονα ποδόσφαιρο και είχαμε μία μπάλα από χαρτί και παίζαμε. Ένα καλοκαίρι λοιπόν πήγα σε ένα καμπ για δύο εβδομάδες και έπειτα ο προπονητής μου είπε "αν θέλεις να παίξεις ποδόσφαιρο, έλα μαζί μας και να κάνουμε κάτι». Η απάντηση μου ήταν απλώς: "ναι, γιατί όχι;". Ήμουν περίπου 11 ετών τότε».
- Ποιον είχατε ως είδωλο;
«Πρώτα από όλα τον παππού μου, αλλά έφυγε νωρίς από τη ζωή, μετά ο πατέρας μου ο οποίος επίσης έφυγε νωρίς από τη ζωή. Οι συμβουλές που μου έδωσαν... κάθε φορά τις έχω στο μυαλό μου. Πάντα σκέφτομαι πως είναι εδώ για εμένα. Κανείς τους και ποτέ δεν μου είπε κάτι αρνητικό για το πώς έπαιζα ποδόσφαιρο. Ποτέ (γέλια). Για όλα τα υπόλοιπα μου έλεγαν διάφορα γιατί ήμουν κάπως άτακτος όταν ήμουν μικρός αλλά αυτό είναι άλλο (γέλια). Για το ποδόσφαιρο πάντα μου έλεγαν θετικά πράγματα. Ακολούθησα τις συμβουλές τους αλλά στα 18 μου συνάντησα έναν προπονητή, ο οποίος έγινε επίσης το είδωλό μου. Του άρεσα πολύ. Ήταν ο Κάλμαν Κόβατς που είχε παίξει στην Οσέρ, ήταν παίκτης της Εθνικής Ουγγαρίας και του άρεσα πολύ με τον τρόπο που έπαιζα. Είχα προπονητές που τους άρεσα στην καριέρα μου αλλά όχι όλοι (γέλια)».
- Γιατί;
«Ήμουν και είμαι δύσκολος χαρακτήρας. Δεν είναι εύκολο να δουλέψεις με εμένα. Αν κάποιος με καταλαβαίνει τι θέλω να κάνω και γιατί το κάνω, μπορούμε να συνεργαστούμε. Αν όμως είναι διαφορετικός, τότε υπάρχει πρόβλημα. Για παράδειγμα, ο Πάουλο Σόουζα. Είχα ταιριάξει πολύ καλά γιατί είχε παίξει ποδόσφαιρο και μπορούσα να συνεργαστώ μαζί του πολύ εύκολα. Ήξερε ποιος είμαι, ποια είναι τα θετικά μου στοιχεία. Αν κάποιος κοιτάξει τα αρνητικά μου στοιχεία, τότε υπάρχει θέμα, δεν γίνεται να συνεργαστούμε. Κάθε ποδοσφαιριστής έχει τα θετικά και τα αρνητικά. Αν κάποιος κοιτάζει μόνο τα αρνητικά, τότε ο παίκτης δεν είναι καλός και είναι εκτός ομάδας. Αν κάποιος καταλαβαίνει τον ποδοσφαιριστή, είναι εύκολο να συνεργαστεί μαζί του. Δεν είμαι ο τύπος που θέλω κάποιος να μου επιβάλλει κάτι. Δεν θέλω ο κόουτς ή ο οποιοσδήποτε να μου λέει "κάτσε και μην μιλάς". Αν πάντα πρέπει να ακολουθώ κάποιον, τότε δεν θα πηγαίνω πάντα στη σωστή κατεύθυνση. Θέλω να κάνω κάτι με τον δικό μου τρόπο».
- Έχετε κάποια παραδείγματα;
«Είχα πολλά προβλήματα με τους προπονητές (γέλια). Για παράδειγμα στον Παναθηναϊκό με τον Μαλεζάνι που ήταν προπονητής εκεί. Είχαμε παίξει με την Βέρντερ Βρέμης και την Μπαρτσελόνα και τις δύο φορές με έκανε αλλαγή και τον ρώτησα "γιατί; αφού παίζω καλά;". Και μετά είχα πρόβλημα. Μετά το παιχνίδι με την Μπαρτσελόνα βγήκε στη συνέντευξη Τύπου και τον ρώτησαν ποια ήταν τα θετικά και ποια τα αρνητικά. Είπε: "Παίξαμε με την Μπαρτσελόνα, πήραμε ένα καλό αποτέλεσμα, κάναμε μία καλή εμφάνιση, δείξαμε καλά πράγματα αλλά το αρνητικό είναι ο Σάντορ Τόργκελε για την αντίδραση του όταν έγινε αλλαγή". Ήταν αρκετά κακό θα έλεγα. Αλλά εντάξει, τα έζησα αυτά».
«Στην Κρίσταλ Πάλας ήταν ο Έντι Τζόουνς και άλλοι έξι φορ που πάλευαν για τη θέση του πάγκου»
- Η παρουσία σας στη Χόνβεντ και στην ΜΤΚ πόσο βοήθησε την καριέρα σας;
«Στη Χόνβεντ ήμουν 17 ετών όταν έπαιξα για πρώτη φορά στην πρώτη ομάδα. Τα πρώτα 2-3 χρόνια ήταν όπως λειτουργούν σε όλους τους νέους παίκτες. Θες να παίρνεις περισσότερες ευκαιρίες αλλά είσαι κυρίως στη δεύτερη ομάδα, μετά πας ως δανεικός σε ομάδα δεύτερης κατηγορίας και έπειτα από τρία χρόνια πήρα την ευκαιρία να αγωνιστώ στην πρώτη ομάδα ως βασικός. Μέχρι τότε έπαιζα για 3-5-10 λεπτά. Στα 21 μου έπαιζα συνεχώς βασικός, κλήθηκα στην εθνική ομάδα Κ21. Όλα ήταν πολύ καλά αλλά στην ομάδα δεν ήταν η καλύτερη περίοδος.
Υπήρχαν προβλήματα γύρω από το κλαμπ, οικονομικά θέματα κυρίως. Πέσαμε στη δεύτερη κατηγορία και τότε αυτόματα το συμβόλαιο μου τερματίστηκε. Έτσι πήγα στην ΜΤΚ. Δεν ήταν εύκολο για εμένα γιατί είχα προτάσεις από το εξωτερικό για να φύγω όπως η Ρωσία, η Ελβετία, η Αυστρία. Εκείνη τη στιγμή αποφάσισα να μην φύγω στο εξωτερικό ακόμα και να μείνω στην Ουγγαρία ώστε να κάνω ένα ακόμη βήμα. Πήγα αρκετά καλά στην ΜΤΚ, αγωνίστηκα στην εθνική ανδρών της Ουγγαρίας και εν τέλει φάνηκε ως σωστή απόφαση. Το επόμενο καλοκαίρι παίξαμε κόντρα στη Βραζιλία, νικήσαμε τη Γερμανία, τη Σκωτία... Από αυτά τα παιχνίδια πολλοί παίκτες μπήκαν στα μπλοκάκια αρκετών ομάδων από το εξωτερικό. Όπως και εγώ άλλωστε που εν τέλει πήγα».
- Από εκεί σας είδε και η Κρίσταλ Πάλας και ποια είναι η ιστορία από αυτή τη μεταγραφή;
«Με είδαν στο παιχνίδι με τη Γερμανία όπου νικήσαμε 2-0 και είχα βάλει τα δύο γκολ κιόλας. Αμέσως μετά, όλοι ρωτούσαν: "Ο τύπος που σκόραρε δύο γκολ στη Γερμανία, ποιος είναι και σε ποια ομάδα". Αυτός ήμουν εγώ. Από τότε ήρθαν πολλές ευκαιρίες από το εξωτερικό για εμένα. Από Γερμανία, από Σουηδία, Αγγλία, Αυστρία... πολλά κλαμπ μου ζητούσαν να πάω. Επέλεξα την Κρίσταλ Πάλας εν τέλει γιατί όταν είσαι 21 και 22 ετών, όταν έχεις την ευκαιρία να παίξεις στην Premier League με καλά λεφτά, ποιος λέει όχι; (γέλια). Δεν είμαι ο τύπος που λέει "είμαι απλά ποδοσφαιριστής". Όχι. Είναι και τα λεφτά σημαντική παράμετρος. Είναι δουλειά, από αυτό ζούμε... Είχα ένα πολύ καλό συμβόλαιο και πήγα εκεί για να παίξω».
- Ήταν εύκολη η προσαρμογή ή δύσκολη;
«Δεν ήταν καθόλου εύκολη. Καταλαβαίνεις... Από την Ουγγαρία στην Αγγλία, υπάρχει μεγάλη διαφορά. Αν το ποδόσφαιρο στην Ουγγαρία είναι σε μέσο επίπεδο, η Αγγλία είναι το τοπ! Είναι μεγάλο βήμα. Αυτό το βήμα δεν κατάφερα ποτέ να το κάνω. Υπήρχαν επτά στράικερ στο ρόστερ αλλά μόνο ένας ήταν βασικός. Ο Έντι Τζόνσον. Δεν έβγαινε ποτέ από την εντεκάδα. Οι υπόλοιποι έξι απλώς παλεύαμε για να είμαστε στον πάγκο. Εκείνη την εποχή στον πάγκο ήταν ένας τερματοφύλακας, ένας αμυντικός, ένας μέσος και ένας στράικερ. Οπότε έξι παίκτες πάλευαν για μία θέση στον πάγκο. Δεν ήταν εύκολο, αυτά ήταν τα δεδομένα».
- Τι δυσκολίες αντιμετωπίσατε;
«Ήταν πολύ δύσκολα τα πράγματα. Όταν έπαιξα στην Ουγγαρία, με τα χαρακτηριστικά μου μπορούσα να τα βάλω και να νικήσω πολλούς ποδοσφαιριστές αλλά στην Αγγλία, όλοι ήταν δύο μέτρα (γέλια). Ήταν δυνατοί, γρήγοροι και δεν ήταν εύκολο. Δούλεψα στην Ουγγαρία αλλά για την Αγγλία ήταν το... ελάχιστο. Οπότε δεν προσαρμόστηκα εύκολα. Στην αρχή δεν μιλούσα και καμία γλώσσα, οπότε είχα θέμα και στην επικοινωνία. Επίσης όταν δεν έπαιζα στην πρώτη ομάδα, ήταν κακό στη ψυχολογία και ήθελα να φύγω από την Αγγλία. Ήμουν μεταξύ εξέδρας και πάγκου και αυτή η σεζόν δεν ήταν η καλύτερη για εμένα».
- Έχετε μετανιώσει για αυτή την απόφαση;
«Όχι, όχι. Είμαι χαρούμενος με την απόφαση μου. Υπάρχουν δύο δρόμοι. Ή βήμα-βήμα ή απευθείας στο τοπ. Αν έκανα το πρώτο, ίσως ποτέ να μην έφτανα στο επίπεδο της Premier League. Θα είχα ταβάνι, οπότε διάλεξα τον δεύτερο, αλλά κανείς δεν μου είπε ότι η επιτυχία είναι 1%. Οπότε αυτή η απόφαση δεν ήταν λάθος. Δεν ήταν η καλύτερη αλλά ούτε η χειρότερη. Έπαιξα κόντρα στην Άρσεναλ, στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, συνάντησα αντιπάλους που ήταν αστέρες, δεν έχω μετανιώσει για αυτή την απόφαση».
«Δεν είχα χρόνο να σκεφτώ την πρόταση του Παναθηναϊκού, δεν είχα μιλήσει με κανέναν από εκεί»
- Σε τι σας βοήθησε η παρουσία σας στην Αγγλία;
«Με βοήθησε να μάθω πράγματα. Πώς να χρησιμοποιώ το σώμα μου, πώς να δουλεύω εκτός προπονήσεων. Ήθελες δύναμη αλλιώς θα σε... σκοτώσουν στα ματς και στο πρώτο εξάμηνο δούλευα συνεχώς ακόμα και αν δεν έπαιζα. Έμαθα πολλά πράγματα που με βοήθησαν πολύ στο μέλλον».
- Ποιο είναι το transfer story με τον Παναθηναϊκό;
«Κοίτα, δεν είχα χρόνο να σκεφτώ για τον Παναθηναϊκό. Έγινε στο τέλος της μεταγραφικής περιόδου στην Ελλάδα και δεν είχα πολύ χρόνο. Ήξερα τον Παναθηναϊκό από την ιστορία του Φέρεντς Πούσκας, γνώριζα την ιστορία και πολλά πράγματα. Τη μία μέρα έγινε η πρόταση και την επόμενη ήθελαν απλώς την απάντηση. Ναι ή όχι. Δεν πρόλαβα να το σκεφτώ και απλώς είπα "ΟΚ, ας το κάνουμε". Ήθελα να πάρω λεπτά συμμετοχής, να παίξω και ο Παναθηναϊκός ήταν στο Champions League τότε. Για αυτό είπα ναι».
- Είχατε μιλήσει κάποιον πριν έρθετε;
«Με κανέναν (γέλια). Ο ατζέντης μου τα είχε κάνει όλα. Είχε έναν συνεργάτη στην Ελλάδα και το κανόνισαν. Δεν είχα μιλήσει ούτε με τον προπονητή, ούτε με κάποιον από τον Παναθηναϊκό. Μετά όμως, δεν ήταν το καλύτερο πράγμα. Έπρεπε να έχω μιλήσει με τον προπονητή ή τον τεχνικό διευθυντή αλλά δεν συνέβη. Δεν σκέφτηκα "κάτσε να μιλήσω με τον προπονητή ή τον τεχνικό διευθυντή" πρώτα. Απλώς είπα “ναι, να το κάνουμε”. Δεν είχα τον χρόνο βέβαια. Αυτή τη στιγμή, επειδή δουλεύω ως ατζέντης, καταλαβαίνω ότι ίσως ο προπονητής να μην με ήθελε; Κανείς δεν ξέρει. Σίγουρα έχεις ακούσει περιπτώσεις που λένε ότι ο προπονητής θέλει έναν παίκτη αλλά ο τεχνικός διευθυντής όχι ή το ανάποδο. Κανείς δεν ξέρει αν ο Μαλεζάνι με ήθελε τελικά. Δεν είχα συζητήσει μαζί του. Ήταν ρίσκο για εμένα. Αν κάνεις ένα λάθος, τότε είσαι εκτός. Αν ένας προπονητής θέλει έναν ποδοσφαιριστή, αυτός μπορεί να κάνει ένα λάθος αλλά θα έχει και δεύτερη ευκαιρία. Έχει περάσει αρκετός καιρός αλλά ποιος ξέρει;».
- Τι θυμάστε από την πρώτη σας προπόνηση;
«Θυμάμαι ότι είχε πάρα πολύ ζέστη. Δεν θυμάμαι κάτι από την πρώτη προπόνηση αλλά κατάλαβα πως κάποιοι ήταν φιλικοί με εμένα και κάποιοι όχι. Είναι λογικό βέβαια. Με τον Χαραλαμπίδη γίναμε φίλοι, με τον Γκέκα ήταν έτσι και έτσι, όπως και με τον Παπαδόπουλο. Οι ξένοι παίκτες είναι πιο ανοιχτοί γενικά. Υπήρχε ένας ανταγωνισμός μεταξύ των στράικερ αλλά μόνο στο θέμα της θέσης. Δεν είχα ποτέ πρόβλημα με παίκτες στον Παναθηναϊκό».
- Ποιοι παίκτες σας άρεσαν περισσότερο;
«Ο Γκέκας και ο Γκονζάλες μου άρεσαν περισσότερο. Ειδικά ο Έκι ήταν άριστος παίκτης. Θα μπορούσε να πάει ακόμα ψηλότερα, είχε την ποιότητα. Ηταν απίστευτος ποδοσφαιριστής».
- Είπατε για τον Μαλεζάνι πιο πριν. Πώς ήταν ως προπονητής;
«Στον τρόπο προπόνησης ήταν τέλειος. Όλοι ήξεραν τι ρόλο έχουν και τι πρέπει να κάνουν και εκείνος προσπαθούσε να μας βοηθήσει και να μας διδάξει πράγματα. Ήταν Ιταλός προπονητής, όλα σε κουτάκια, οργανωμένος και προπόνηση τακτικής. Ήθελε να μας δείξει πράγματα, τρόπους παιχνιδιού. Ήταν πολύ καλός προπονητής. Εντάξει, με έσπρωξε στο να φύγω αλλά ήταν πολύ καλός προπονητής».
«Είχα νοικιάσει σπίτι στην Αγγλία όταν με ενημέρωσαν ότι θα πάω στον ΠΑΟΚ»
- Τι έφταιξε θεωρείτε και δεν μείνατε στον Παναθηναϊκό; Είχε να κάνει με την σχέση σας με τον Μαλεζάνι;
«Οχι θα έλεγα. Ήταν όλα μαζί. Κοίτα, ο Μαλεζάνι δεν μου έδωσε πολλές ευκαιρίες, ήμουν συνέχεια στον πάγκο και δεν μπορούσα να σκοράρω. Αν είχα σκοράρει δέκα γκολ σε εκείνη τη σεζόν, θα έμενα. Την ίδια στιγμή ο Γκέκας έβαζε πολλά γκολ, ήταν όλα μαζί. Δεν γινόταν να μείνω στον Παναθηναϊκό. Αλλά θέλω να πω ότι αν έπαιρνα ευκαιρίες θα είχα προσφέρει περισσότερα στον Παναθηναϊκό. Επειδή γνωρίζω τον εαυτό μου. Αν με πίστευαν και μου έδιναν ευκαιρίες, θα έδειχνα τον καλό μου εαυτό. Δεν υπήρχε κάποιο πρόβλημα προς εμένα. Ήταν η κατάσταση. Υπήρχε τρεις Έλληνες φορ που σκόραραν παράλληλα».
- Ποιο ματς θυμάστε μέχρι τώρα;
«Τα παιχνίδια στο Champions League. Νικήσαμε τη Βέρντερ Βρέμης, η ισοπαλία με την Μπαρτσελόνα.... Αυτά τα ματς έχουν μείνει χαραγμένα στη μνήμη μου».
- Τι συνέβη και καταλήξατε στον ΠΑΟΚ μετά;
«Είναι μία περίεργη ιστορία. Έφυγα από τον Παναθηναϊκό αλλά επέστρεψα στην Κρίσταλ Πάλας γιατί ήμουν ως δανεικός. Πήγα πίσω και ξεκίνησα προπονήσεις εκεί. Σκέψου ήταν να μείνω κανονικά, είχα νοικιάσει σπίτι, είχα μεταφέρει τα πράγματα μου. Ο Παναθηναϊκός δεν ήθελε να με αγοράσει και το πλάνο ήταν να παραμείνω στο ρόστερ. Πήγα στην προετοιμασία, ξεκίνησε το πρωτάθλημα...»
- Και τι συνέβη στην πορεία;
«Ο ΠΑΟΚ με κάλεσε γιατί ο Σαλπιγγίδης θα πήγαινε στον Παναθηναϊκό. Πλήρωσαν με κάποια λεφτά τον ΠΑΟΚ αλλά έδωσαν ως αντάλλαγμα και κάποιους παίκτες. Ήταν τρεις παίκτες ως ανταλλάγματα. Ο Χαραλαμπίδης, ο Τσίγκας και... εγώ (γέλια). Ο Παναθηναϊκός ουσιαστικά με αγόρασε για να με δώσει στον ΠΑΟΚ ως αντάλλαγμα. Δεν ξέρω πως συνέβη αλλά αυτό ήταν το deal (γέλια)».
- Εσείς το θέλατε;
«Το πλάνο ήταν να μείνω στην Αγγλία. Όταν ο Παναθηναϊκός μίλησε με την Κρίσταλ Πάλας, ήρθε ο προπονητής και ο τεχνικός διευθυντής και μου είπαν: "Κοίτα, αν δεν πας εκεί, δεν θα πάρεις καμία ευκαιρία στην Κρίσταλ Πάλας". Λοιπόν, όταν κάποιος μου το πει στα ίσια αυτό, τον πιστεύω. Από τη στιγμή που δεν με θες, δεν με νοιάζει, θα φύγω. Δεν θα κάτσω να παλέψω για λεφτά ή οτιδήποτε. Το μόνο που ήθελα ήταν να παίζω και να με πιστεύουν. Αν δεν ισχύει αυτό, τότε φεύγω. Όταν μου το είπαν αυτό λοιπόν, αποφάσισα να φύγω και να πάω στον ΠΑΟΚ. Έχασα πολλά λεφτά στην Κρίσταλ Πάλας. Είχα νοικιάσει σπίτι, είχα δώσει προκαταβολή, όλη η οικογένεια είχε εγκατασταθεί στο Λονδίνο... δεν ήταν εύκολο αλλά έπρεπε να πάρω την απόφαση».
«Δεν πήρα ούτε ένα εύρω στον ΠΑΟΚ αλλά είμαι πραγματικά χαρούμενος που έπαιξα στην Τούμπα»
- Εκεί τι βρήκατε;
«Όταν πήγα εκεί, κάτι δεν πήγαινε καλά από την αρχή. Μίλησα με τους παίκτες και μου έλεγαν ότι δεν πληρώνονται, ότι έχουν θέματα με τους οπαδούς, δεν υπήρχε πρόεδρος. Μόνο προβλήματα. Και τότε έλεγα: "Θεέ μου, τι συμβαίνει εδώ;". Η απόφαση δεν ήταν η καλύτερη αλλά είμαι πραγματικά χαρούμενος που είχα την ευκαιρία να παίξω σε ένα κλαμπ σαν τον ΠΑΟΚ. Για έναν χρόνο δεν πήρα ούτε ένα ευρώ, τίποτα. Αλλά έπαιξα μέσα στην Τούμπα για τον ΠΑΟΚ. Είμαι πραγματικά πολύ χαρούμενος που υπήρξα μέρος αυτού του κλαμπ».
- Πώς ήταν η πορεία σας στον ΠΑΟΚ;
«Δεν έπαιξα στη θέση μου αλλά... έπαιξα και αυτό ήταν το πιο σημαντικό για εμένα. Τα λεφτά είναι σημαντικά αλλά μετά από πέντε χρόνια περίπου τα πήρα (γέλια). Δεν ήταν το καλύτερο αλλά τώρα θυμάμαι μόνο τα καλά από τότε. Έπαιξα μπροστά στους οπαδούς του ΠΑΟΚ στα μεγάλα ντέρμπι με Ολυμπιακό, με Άρη. Έρχομαι στην Ελλάδα γιατί έχω ένα διαμέρισμα στη Χαλκιδική και οι οπαδοί του ΠΑΟΚ ακόμα με θυμούνται. Αυτό μου αρέσει πάρα πολύ. Αυτός ο ένας χρόνος ήταν πραγματικά καλή απόφαση. Τα αρνητικά τα ξέρουμε αλλά τα έχω ξεχάσει».
- Καλύτερο παιχνίδι με τον ΠΑΟΚ;
«Μου αρέσουν τα ντέρμπι. Σε κάθε χώρα που έπαιξα, ήθελα να παίζω στα ντέρμπι πάρα πολύ! Αυτή η ατμόσφαιρα που προσφέρουν μου έδινε τόση δύναμη. Μπροστά στους οπαδούς».
- Είχε συμβεί και ένα περιστατικό με τον Ζαγοράκη...
«Απλώς συνέβη στην προπόνηση (γέλια). Παίζαμε δυνατά, όπως είναι το ποδόσφαιρο. Κάτι μου είπε κάτι, του απάντησα πίσω και μετά... πρόβλημα. Δεν γίναμε φίλοι (γέλια). Ας πούμε δεν θα τον καλέσω στα γενέθλια του. Δεν κυκλοφορούμε με όπλο αλλά δεν θα τον πάρω στα γενέθλιά του (γέλια)».
- Όταν σας αναφέρει κάποιος το ελληνικό ποδόσφαιρο, τι σας έρχεται πρώτα στο μυαλό;
«Οι οπαδοί. Είναι κλισέ απάντηση αλλά αυτό νιώθω να πω. Αν κάποιος μου πει για το ελληνικό ποδόσφαιρο, θυμάμαι τους οπαδούς αρχικά. Αυτό που συνέβαινε γύρω σου κατά τη διάρκεια των αγώνων ήταν συναρπαστικό».
- Ο πιο δύσκολος αντίπαλος στην Ελλάδα;
«Δεν θυμάμαι ακριβώς ονόματα αυτή τη στιγμή (γέλια). Έχουν περάσει χρόνια από τότε. Ως ομάδα θα έλεγα τον Ολυμπιακό που ήταν πραγματικά δυνατή ομάδα και κατακτά συνεχώς τίτλους. Είναι το μεγαλύτερο κλαμπ στην Ελλάδα».
«Οι χειρότερες στιγμές μου ήταν όταν δεν έπαιζα»
- Θα παίζατε σε άλλη ελληνική ομάδα;
«Όχι, δεν νομίζω. Ήταν αρκετά από όσα έζησα στην Ελλάδα με Παναθηναϊκό και ΠΑΟΚ (γέλια)».
- Ποια ήταν η χειρότερη στιγμή σας;
«Οποιαδήποτε στιγμή δεν έπαιζα. Όταν ήμουν στον πάγκο. Ήταν πάντα η χειρότερη στιγμή. Το μισώ. Για αυτόν τον λόγο είχα πολλά προβλήματα. Όταν δεν έπαιζα πάντα τσακωνόμουν με τους προπονητές. Τους έλεγα "γιατί δεν με βάζεις;". Δεν ήμουν ο παίκτης που απλώς περίμενα στον πάγκο και δεν με ένοιαζε. Απευθείας. Πέντε λεπτά μετά άρχιζα να μιλάω. Ήθελα σαν τρελός να παίζω. Δεν είναι σωστό, αλλά αυτό έκανα. Όλοι έχουμε μόνο μία καριέρα και δεν θέλω να περάσει με το να είμαι στον πάγκο και απλώς να πληρώνομαι. Έχω χάσει πολλά λεφτά έτσι. Έφευγα χωρίς να πληρώνομαι, μόνο και μόνο για να παίζω.
Τα λεφτά έρχονται συνέχεια αλλά η καριέρα περνάει, τα χρόνια περνούν. Τώρα που είμαι 42 ετών καταλαβαίνω τι αξία έχει να έχω στον λογαριασμό μου 20 ή 25 ευρώ; Το ζητούμενο είναι ότι έχω αυτές τις ιστορίες και νιώθω καλά. Για παράδειγμα στον ΠΑΟΚ όταν έφυγα. Ο Ζαγοράκης ήταν ο πρόεδρος και θυμάμαι ότι δεν πήρα τα λεφτά μου. Απλώς έφυγα. Δεν έκατσα να λέω "αυτό είναι το συμβόλαιο μου, τα λεφτά". Έχασα πολλά λεφτά στον ΠΑΟΚ όπως και παντού. Δεν μαλώσαμε με τον Ζαγοράκη για τα λεφτά. Μιλήσαμε, είδαμε ότι δεν μπορεί να συνεχιστεί η συνεργασία και απλά τέλος. Είχα ακόμα δύο χρόνια συμβόλαιο αλλά δεν πάλεψα για τα λεφτά. Απλά έφυγα».
- Τι κάνει ο Σάντορ Τόργκελε μετά το ποδόσφαιρο;
«Ξεκίνησα να δουλεύω ως βοηθός προπονητής στη Βίντι αλλά δεν μου άρεσε. Ήθελα να ξεκινήσω κάτι δικό μου και έτσι άρχισα ως ατζέντης και δημιούργησα τη δική μου εταιρία. Έχουμε 25 ποδοσφαιριστές αυτή τη στιγμή και ένας από αυτούς είναι διεθνής με την πρώτη ομάδα της Ουγγαρίας και το καλοκαίρι ίσως βρίσκεται στην αποστολή για το EURO. Προσπαθώ να τους συμβουλεύω και να τους δείχνω ποιο είναι το σωστό και ποιο το λάθος από την εμπειρία μου. Η συμβουλή που δίνω κυρίως είναι ότι "το ταλέντο είναι όπως το νερό". Δηλαδή βρίσκει τον δρόμο του ότι και να γίνει, οπότε να μην πιέζουν τον εαυτό τους. Αν δουλεύουν και έχουν την ποιότητα, οι ευκαιρίες θα έρθουν στον δρόμο τους. Δεν χρειάζονται να βιάζονται ή να παθαίνουν πανικό με τα προβλήματα».
- Για εσάς ποια είναι η πιο ξεχωριστή στιγμή της ζωής σας ως ποδοσφαιριστής;
«Όταν άκουσα για πρώτη φορά τον Εθνικό Ύμνο της Ουγγαρίας με την εθνική ομάδα, τότε σκέφτηκα τον παππού μου και τον πατέρα μου να ήταν εκεί να με έβλεπαν».