Στο Θησείο ένα εστιατόριο είναι αφιερωμένο στον Ντιέγκο Μαραντόνα
Όποιος έχει περπατήσει τον τελευταίο καιρό στην οδό Νηλέως στο Θησείο, το μάτι του σίγουρα θα έχει πέσει πάνω σε μια εντυπωσιακή τοιχογραφία του Ντιέγκο Μαραντόνα με τη φανέλα της εθνικής Αργεντινής. Όχι δεν πρόκειται για ένα ακόμη γκραφίτι της Αθήνας αλλά την πλαϊνή όψη ενός αμιγώς αργεντίνικου εστιατορίου που άνοιξε πριν από μερικούς μήνες.
Την αρχική ιδέα για τη δημιουργία του είχε ο Ντιέγκο. Ο Ντιέγκο γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Μπουένος Άιρες. Όπως εξηγεί, δεν μπορούσε να μην αγαπήσει το ποδόσφαιρο. «Στην Αργεντινή η μπάλα είναι κάτι σαν θρησκεία. Όταν σε γνωρίζουν οι ντόπιοι, για παράδειγμα, δε σε ρωτάνε πώς σε λένε αλλά τι ομάδα είσαι» λέει γελώντας, ενώ στέκεται στο μπαρ του μαγαζιού.
Από την είσοδο κιόλας καταλαβαίνουμε ότι δεν πρόκειται για ένα ακόμη εστιατόριο της Αθήνας. Πρόκειται, ουσιαστικά, για έναν χώρο που είναι αφιερωμένος εξ ολοκλήρου στο αργεντίνικο ποδόσφαιρο και τους ήρωες του. Παντού υπάρχουν φανέλες της εθνικής ομάδας της χώρας, αυτοκόλλητα με τη μορφή του Μαραντόνα και του Μέσι και λάβαρα όλων των μεγάλων ομάδων της χώρας: της Μπόκα Τζούνιορς, της Ρίβερ Πλέιτ, της Ρασίνγκ, της Ιντεπεντιέτε και φυσικά της αγαπημένης του Σαν Λορέντζο.
«Θέλαμε το μαγαζί να έχει το τάνγκο, το ποδόσφαιρο, το κρέας, τις εμπανάδας και το κρασί»
«Θέλω εδώ να αντιπροσωπεύσω την καλή πλευρά του ποδοσφαίρου της Αργεντινής. Φυσικά και εκεί υπάρχουν κόντρες μεταξύ των ομάδων, αλλά δεν είναι όπως στην Ελλάδα. Πολλοί κυκλοφορούν με τις φανέλες των αγαπημένων τους ομάδων στο δρόμο, κάνουν πλάκα μεταξύ τους για τα αποτελέσματα» προσθέτει. Κι όλοι φυσικά γίνονται όταν παίζει η εθνική ομάδα.
Η πρώτη του έντονη ποδοσφαιρική ανάμνηση ήταν το «Χέρι του Θεού» κόντρα στην Αγγλία στο Μουντιάλ του 1986 στο Μεξικό. «Το θυμάμαι πολύ καλά. Ήμουν 14 χρονών. Δεν ήταν μόνο το ποδόσφαιρο. Είχε προηγηθεί και ο πόλεμος των Φώκλαντ. Ήταν πολύ ευχάριστο το συναίσθημα. Το ότι εκείνο το γκολ μάλιστα μπήκε με το χέρι ήταν μια εκδίκηση για όλους μας» σημειώνει.
Την ακριβώς επόμενη κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου, ο Ντιέγκο την είδε στην Αθήνα και όχι στο Μπουένος Άιρες. Στην Ελλάδα ήρθε πριν από 22 χρόνια για σπουδές πάνω στη γυμναστική. Για αρκετά χρόνια έζησε στην Πελοπόννησο και δούλεψε στη Σπάρτη, τη Μονεμβάσια και τον Ελαφόνησο. Αυτή η μεγάλη επιτυχία στο Κατάρ, λοιπόν, τον ενέπνευσε για τη δημιουργία του αργεντίνικου εστιατορίου.
«Πέρασαν πολλά από το μυαλό μου. Μαζί με έναν φίλο μου, με τον οποίο είμαστε πια συνέταιροι στο μαγαζί, σκεφτήκαμε να φτιάξουμε ένα εντελώς αργεντίνικο εστιατόριο. Θέλαμε να έχει το τάνγκο, το ποδόσφαιρο, το κρέας, τις εμπανάδας και το κρασί» εξηγεί ο Ντιέγκο. Και το όνομα αυτού: Chimichuri.
«Το τσιμιτσούρι είναι μια παραδοσιακή μας σάλτσα. Όπως έχετε εσείς εδώ το τζατζίκι για παράδειγμα. Δημιουργήθηκε στην Αργεντινή. Απ’ ό,τι λέγεται την έφερε πρώτος ένας Βρετανός που λεγόταν Τζίμι Κάρι. Και μέσα στο πέρασμα των χρόνων βγήκε αυτό το όνομα. Φτιάχνεται ουσιαστικά με επτά υλικά. Πάει κυρίως με το κρέας».
Όπως εξηγεί, όλα τα κρέατα, τα κρασιά και τα υλικά για τη δημιουργία των πιάτων έρχονται από την Αργεντινή. Το Chimichuri, μάλιστα, έχει πάρει τέτοια φήμη μεταξύ των κύκλων της αργεντίνικης κοινότητας στην Αθήνα σε τέτοιο βαθμό που το έχουν επισκεφτεί αρκετοί ποδοσφαιριστές που αγωνίζονται στις μεγάλες ομάδες της πόλης, όπως ο Παλάσιος, ο Ματσίνι και ο Έσε.
«Είμαστε ανοικτά περίπου επτά μήνες. Το 70% των πελατών μας είναι τουρίστες, κυρίως λόγω της τοποθεσίας. Αλλά το μαθαίνουν όλο και περισσότεροι ντόπιοι» λέει. Αυτοί, όμως, που ξετρελαίνονται είναι οι ποδοσφαιρόφιλοι. «Βγάζουν φωτογραφίες μπροστά από την τοιχογραφία το Μαραντόνα. Μπαίνουν μέσα να δουν τις φανέλες. Πολλοί με έχουν ρωτήσει αν τις πουλάω» προσθέτει γελώντας.
«Εγώ μεγάλωσα με το Μαραντόνα. Οι νεότερες γενιές όμως προτιμούν τον Μέσι»
Αυτό που τα κάνει τόσο ξεχωριστά, κατά τον ίδιο, είναι το γεγονός το γεγονός ότι τα έχει αγοράσει όλα από την Αργεντινή. Η τελευταία φορά που επισκέφτηκε την πατρίδα του ήταν πρι από δύο χρόνια. Το Μπουένος Άιρες όμως δεν ήταν το ίδιο. «Έχει γίνει πια πολύ τουριστικό, όπως και ολόκληρη η Αργεντινή. Και η οικονομία της είναι τώρα σε πολύ άσχημη φάση. Έχει απότομα ανεβοκατεβάσματα. Τη μία στιγμή μπορεί να είναι μια πλούσια χώρα και να τα έχει όλα και την άλλη να μην έχει τίποτα». Το ποδόσφαιρο, όμως, αποτελεί πάντοτε μια σταθερά.
Στο ερώτημα για το ποιον θεωρεί μεγαλύτερο ποδοσφαιριστή, τον Ντιέγκο Μαραντόνα ή τον Λιονέλ Μέσι, απαντά και τους δύο. «Εγώ μεγάλωσα με το Μαραντόνα. Οι νεότερες γενιές όμως προτιμούν τον Μέσι. Οι δικοί μου αγαπημένοι βέβαια είναι ο Σιμεόνε, ο Ρεντόντο, ο Μπατιγκόλ» εξηγεί.
Ο ίδιος δε σκοπεύει να επιστρέψει άμεσα στην Αργεντινή, καθώς έχει χτίσει πια τη ζωή του εδώ. Πλέον μιλάει πολύ καλά τα ελληνικά, ενώ η ζωή στην Αθήνα το αρέσει. Λατρεύει τον μουσακά και το παστίτσιο αλλά θεωρεί ότι οι κουζίνες των δύο λαών διαφέρουν αρκετά. «Εδώ έχετε περισσότερο τα μαγειρευτά φαγητά και τα λαδερά. Εμείς έχουμε το κρέας και το ιταλικό στιλ λόγω των παλιότερων επιρροών».
Αυτό όμως δεν ισχύει όσον αφορά την κουλτούρα μεταξύ των δύο λαών. «Είμαστε και οι δύο πολύ ανοιχτοί άνθρωποι. Πολλά ανέκδοτα να ξέρεις είναι κοινά ανάμεσά μας. Και επίσης αγαπάμε και οι δύο το ποδόσφαιρο» συνεχίζει γελώντας. Σε μια μεριά του εστιατορίου υπάρχει μια μεγάλη τηλεόραση, η οποία ανοίγει όταν πρόκειται για κάποιο μεγάλο παιχνίδι.
Ένα από αυτά πρόκειται να είναι σίγουρα και ο ερχόμενος τελικός του Κόπα Αμέρικα, μεταξύ της Αργεντινής και της Κολομβίας. Ο Ντιέγκο είναι αισιόδοξος, ωστόσο κρατάει τις επιφυλάξεις του. «Η ομάδα έχει πέσει λίγο τελευταία. Είναι λογικό όμως να συμβαίνει αυτό, όταν τα έχεις κερδίσει όλα. Και η Κολομβία είναι πολύ καλή ομάδα».
Μπορεί ο αγώνας, λόγω της μεγάλης διαφοράς ώρας, να μεταδοθεί στις 3 τα ξημερώματα live στην Ελλάδα, ωστόσο, αυτό δεν είναι κάτι που τον απασχολεί. «Είναι λίγο δύσκολη η ώρα, αλλά θα το δούμε εδώ. Έχω καλέσει και τους φίλους μου. Ελπίζω να κερδίσουμε» καταλήγει.
Η κουβέντα μας διακόπτεται καθώς ο Ντιέγκο πρέπει να επιστρέψει στη δουλειά. Μπαίνει στην κουζίνα φορώντας μια φανέλα της εθνικής Αργεντινής με το όνομα του Ντιέγκο Μαρτίνεθ στην πλάτη. Είναι σίγουρα ο κατάλληλος ρουχισμός για τον χώρο που βρισκόμαστε.
Info: Chimichurri Athens - Νηλέως 11 (Τηλ. επικοινωνίας: 21 0342 6999)