Η αλήθεια του Κέβιν Μιραλάς στο Gazzetta: «Το όνειρό μου είναι να επιστρέψω στον Ολυμπιακό»
Η κάμερα ανοίγει. Στο μεγαλύτερο μέρος της οθόνης φαίνονται οι φανέλες που κουβαλούν τη δική τους ιστορία. Βέλγιο-Αργεντινή από το Μουντιάλ του 2014, τα μπλε της Έβερτον, τα πράσινα της Σεντ-Ετιέν και στο... βάθος η ξεχωριστή εμφάνιση του Βελγίου για τις 60 συμμετοχές.
Δεν θα έλειπε το... ερυθρόλευκο στοιχείο, με τον Ολυμπιακό να έχει τη δική του γωνιά σε όλο αυτό. Και στη μέση της οθόνης, ένα πρόσωπο γνώριμο στην Ελλάδα και από τα πιο αγαπητά στην κερκίδα.
Ανάμεσα στις «οπτασίες» εκείνης της ομάδας του Ολυμπιακού, τη σεζόν 2010/11 και 2011/12, ήταν και ο Κέβιν Μιραλάς. Στιγμές μαγείας, γκολ και ασίστ ήταν μέσα στο «ρεπερτόριο» του Βέλγου επιθετικού που μετά από μία διετία πουλήθηκε στην Έβερτον για να ζήσει από κοντά στο όνειρο της Premier League. Όσο επιτυχημένο ήταν το πρώτο του πέρασμα, τόσο... αποτυχημένο ήταν το δεύτερο μετά από 5,5 χρόνια.
Ο Μιραλάς επέστρεψε στον Ολυμπιακό τον Γενάρη του 2018 και μέσα σε λίγους μήνες αποχώρησε από το κλαμπ, κλείνοντας με αυτόν τον τρόπο, τον «ερυθρόλευκο» κύκλο του. Το 2023, σε ηλικία 35 ετών, ο Βέλγος επιθετικός αποφάσισε να... κρεμάσει τα παπούτσια του όμως το όνειρο παραμένει ένα. Να επιστρέψει στον Ολυμπιακό, κάτι που ο ίδιος μετέφερε στο Gazzetta, όπου μίλησε για όσα έζησε στην Ελλάδα και όχι μόνο.
Κοιτώντας τις φανέλες που είχε γύρω του μία-μία, του ερχόταν και μία ξεχωριστή ιστορία. Τα πρώτα βήματα, οι δυσκολίες ως επαγγελματίας ποδοσφαιριστής, ο ρόλος του Κλοντ Πιέλ αλλά και του Ταυλαρίδη, το όνειρο στην πρώτη θητεία του στον Ολυμπιακό, το background της μεταγραφής του στην Έβερτον αλλά και η δεύτερη θητεία που ήταν εφιάλτης.
Η ιστορία της καριέρας του Κέβιν Μιραλάς μέσα από τις φανέλες στο γραφείο του
Με το φινάλε της συνέντευξης, τα κάδρα με τις φανέλες που κοσμούσαν το γραφείο του Κέβιν Μιραλάς, δεν πέρασαν απαρατήρητα και ο ίδιος έκανε μία μίνι-ξενάγηση στις εμφανίσεις που έχουν το όνομά του.
Μία ιστορία... ζωής και ποδοσφαιρικής καριέρας μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα και μπροστά από τις φανέλες της Φιορεντίνα, της Έβερτον, της Λιλ, της Σεντ Ετιέν και φυσικά του Ολυμπιακού.
Ας τα βάλουμε τη σειρά όμως. Αρχικά, ο Μιραλάς μάς έδειξε τη μωβ φανέλα της Φιορεντίνα όπου φορούσε τον αριθμό «11» τη σεζόν 2018/19 (είχε πάει ως δανεικός από την Έβερτον). Σειρά είχε μία ιδιαίτερη εμφάνιση για τον ίδιο, αυτή της Εθνικής Βελγίου από τα προημιτελικά του Μουντιάλ του 2014.
Η χώρα του έφτασε μέχρι τους 8 του Παγκοσμίου Κυπέλλου αλλά αποκλείστηκε από την Αργεντινή του Μέσι. Μετά είναι το «11» με την Έβερτον και την μπλε εμφάνιση ενώ ακολουθεί μία από τις πρώτες του φανέλες με τη Λιλ, όταν αγωνιζόταν με τον αριθμό «27».
Αν και δεν αγωνίστηκε ποτέ, σε κορνίζα βρίσκεται και μία φανέλα της Ρεάλ Μαδρίτης (ομάδα που υποστηρίζει), η οποία έχει προσωπική αφιέρωση από τον Ραούλ (το είδωλο του). Από κάτω βρίσκεται η Αντβέρπ με την οποία κατέκτησε το πρωτάθλημα της χώρας στα τελευταία χρόνια της καριέρας του (φορούσε το 87) και δίπλα της Σεντ Ετιέν με τον αριθμό «10».
Και πάμε στην... ερυθρόλευκη πλευρά, όπου ο Μιραλάς έχει δύο φανέλες από τα δύο πρωταθλήματα που κατέκτησε με τον Ολυμπιακό. Η μία είναι από το 38ο τίτλο πρωταθλητή και η δεύτερη από το 39ο, όπου το «to be continued...» που έγραφε από κάτω ήταν αυτό που έλεγε συνέχεια για εκείνον και την ομάδα.
Τέλος, ο επίλογος στην ξενάγηση, μπήκε με μία φανέλα που του έδωσε η βελγική ομοσπονδία για τις 60 συμμετοχές με την Εθνική Βελγίου.
«Είχα ως είδωλο τον Στόιτσκοφ και τον Ραούλ»
- Πώς ξεκίνησες το ποδόσφαιρο και ποιους είχες ως είδωλο;
«Ξεκίνησα το ποδόσφαιρο στα 5 μου, επειδή έπαιζε και ο αδερφός μου. Γενικά όλη η οικογένεια μου έπαιζε ποδόσφαιρο. Ήταν εύκολο και αναμενόμενο να γίνω ποδοσφαιριστής. Το είδωλο μου ήταν ο Στόιτσκοφ γιατί είχαμε πάει στην Μπαρτσελόνα για να δούμε με την οικογένεια μου ένα ματς. Ήταν η πρώτη φορά που μπήκα σε γήπεδο, παρακολούθησα ένα παιχνίδι και μόλις είδα αυτόν τον παίκτη, τρελάθηκα. Βέβαια δεν υποστηρίζω Μπαρτσελόνα, μου αρέσει η Ρεάλ Μαδρίτης αλλά αυτός ο παίκτης με εντυπωσίασε. Όταν μεγάλωσα λίγο, στα 10 μου περίπου, παρακολουθούσα πολύ τον Ραούλ επειδή έπαιζε και στην ομάδα που υποστήριζα».
- Από την αρχή ήσουν επιθετικός;
«Από ότι μου έχει πει ο πατέρας μου, επειδή εγώ δεν θυμάμαι (γέλια), από την πρώτη μου προπόνηση με την ομάδα, με έβαλαν επιθετικό επειδή δεν είχαν. Πέτυχα 11 γκολ σε εκείνη την προπόνηση, οπότε μετά από αυτό, ο προπονητής μου είπε ότι στο επόμενο ματς θα παίξω στράικερ. Από εκείνη την στιγμή έμεινα για πάντα στράικερ, δεν άλλαξα ποτέ θέση».
- Η Στάνταρ Λιεγής πώς προέκυψε;
«Πήγα όταν ήμουν 7 ετών. Είχαν έρθει κάποιοι σκάουτ στην ομάδα του χωριού μου που έπαιζα όταν ήμουν 5-6 χρονών, με κάλεσαν να πάω στην Σταντάρ αλλά ο πατέρας μου τους είπε ότι είμαι πολύ μικρός για κάτι τέτοιο. Τελικά, στα 7 μου πήγα για προπόνηση εκεί και έμεινα. Ήταν κάτι εντυπωσιακό γιατί ήταν η ομάδα που υποστήριζα από το Βέλγιο, όπως και ο πατέρας μου. Η Σταντάρ Λιέγης είναι ένας δημοφιλής σύλλογος, με δυνατούς οπαδούς, όπως ο Ολυμπιακός στην Ελλάδα. Ήμουν πολύ χαρούμενος που έπαιζα εκεί».
- Ήταν μακριά από το χωριό σου;
«Ήταν περίπου 25 λεπτά μακριά. Ο πατέρας μου με πήγαινε στις προπονήσεις και μετά, όταν έγινα 12 ετών, έμεινα μόνιμα στο κέντρο της πόλης που ήταν δίπλα από το προπονητικό κέντρο».
- Πότε κατάλαβες ότι μπορείς να γίνεις επαγγελματίας;
«Για να είμαι ειλικρινής, από την πρώτη στιγμή που άρχισα το ποδόσφαιρο, ονειρευόμουν να γίνω επαγγελματίας. Κατάλαβα ότι μπορώ να γίνω επαγγελματίας, όταν έβλεπα ότι πολλές ομάδες άρχισαν να παίρνουν τον πατέρα μου τηλέφωνο για να με αποκτήσουν. Ειδικά όταν πήγα στη Λιλ, αντιλήφθηκα ότι εκεί είναι η αρχή και είμαι έτοιμος να γίνω επαγγελματίας. Όλα έγιναν αρκετά γρήγορα».
«Όταν ανέβηκα στην πρώτη ομάδα της Λιλ δεν ήθελα να πηγαίνω προπόνηση, ο Ταυλαρίδης με βοήθησε»
- Πάμε στη Λιλ. Ήταν δύσκολο να αλλάξεις χώρα;
«Ήταν εύκολη προσαρμογή. Μιλούσαν την ίδια γλώσσα, οπότε για εμένα δεν ήταν κάτι διαφορετικό και είναι ένα κλαμπ που του αρέσει να προωθεί νεαρούς ποδοσφαιριστές. Για αυτό πήγα εκεί. Θυμάμαι που υπέγραψα στη Λιλ και μου είπαν ότι σε έναν χρόνο θα μπω στην πρώτη ομάδα. Ήμουν 16 ετών τότε. Μέσα σε έναν χρόνο πήγα στην Κ21 και λίγο πριν τελειώσει η πρώτη μου σεζόν, μπήκα στις προπονήσεις της πρώτης ομάδας. Από την αρχή της επόμενης, ήμουν μέλος της πρώτης ομάδας. Οπότε όλα έγιναν πολύ γρήγορα. Ο προπονητής μου είπε ότι έχω τις δυνατότητες να γίνω σπουδαίος ποδοσφαιριστής όμως όταν είσαι 16 και βρίσκεσαι στα αποδυτήρια με ανθρώπους είναι 25-30 ετών, δεν είναι το πιο απλό. Έπαιξα τέσσερα χρόνια και ήταν υπέροχο για εμένα. Όταν κοιτάω πίσω, βλέπω τα στατιστικά μου και παρότι δεν ακούγονται εντυπωσιακά (95 συμμετοχές, 15 γκολ, 9 ασίστ), για την ηλικία μου σε εκείνο το επίπεδο, είναι σημαντικά. Έπαιξα Champions League, Europa League...»
- Όταν ανέβηκες στην πρώτη ομάδα, τι δυσκολίες αντιμετώπισες;
«Τον πρώτο μήνα νομίζω, δεν ήμουν χαρούμενος. Ήταν τελείως διαφορετικά όλα, το mentality, οι αντοχές, κανείς δεν μου μιλούσε επειδή ήμουν πολύ μικρός. Εκείνη την περίοδο δεν απολάμβανα το ποδόσφαιρο. Σκέψου ότι δεν ήθελα να πηγαίνω στις προπονήσεις επειδή δεν ένιωθα καλά, δεν ήμουν χαρούμενος. Ωστόσο, βήμα-βήμα, οι συμπαίκτες μου και η ομάδα είδε τις δυνατότητες μου και άρχισε να με προστατεύει. Άρχισα να αντιλαμβάνομαι το επίπεδο, να ακούω περισσότερο, να δουλεύω. Μετά από αυτό άρχισα να το απολαμβάνω περισσότερο. Πήγαινα με την ομάδα στα εκτός έδρας και ας μην ήμουν στην αποστολή, γνωρίστηκα καλύτερα με τους συμπαίκτες μου, πήγαινα στα γήπεδα για να βλέπω πράγματα και να παίρνω εμπειρίες. Έπειτα ήμουν και στην αποστολή και παρότι έμενα στον πάγκο, έβλεπα στα αποδυτήρια τη φανέλα με το όνομα μου και άρχισα να αντιλαμβάνομαι ότι δεν χόμπι αλλά η δουλειά μου».
- Σε είχε βοηθήσει κάποιος ποδοσφαιριστής από τους πιο έμπειρους;
«Ναι, ναι, ένας Έλληνας παίκτης. Ο Ταυλαρίδης. Ήταν εκείνος που με είχε από κοντά, με βοηθούσε συνεχώς γιατί είχε έρθει από την Άρσεναλ και καθόταν ακριβώς δίπλα μου στα αποδυτήρια. Αρχίσαμε να μιλάμε, αν και δεν ήξερα αγγλικά. Ένα μιξ γλωσσών (γέλια). Με προστάτευε, μου έδινε πολύ καλές συμβουλές και μετά τον ακολούθησα και στη Σεντ-Ετιέν. Μέχρι τώρα έχουμε εξαιρετική σχέση. Ως χαρακτήρας, ήταν ένας τζέντλεμαν, πολύ ωραίος τύπος, ευγενικός αλλά μέσα στο γήπεδο, δεν θα ήθελα να είμαι αντίπαλος του. Ήταν πολύ aggressive, πολύ ισχυρό στυλ, πολύ καλές τοποθετήσεις, ήταν έμπειρος και πραγματικά, όταν έπαιζα μαζί του, ήμουν πολύ χαρούμενος, δεν θα ήθελα να τον έχω αντίπαλο μου».
- Πες μου και για τον Κλοντ Πιέλ. Ήταν ο άνθρωπος που ουσιαστικά σε... έβαλε στον κόσμο του επαγγελματικού ποδοσφαίρου.
«Ήταν αρκετά... σκληρός με εμένα. Προσπαθούσε να με κάνει να καταλάβω ότι μπορώ να είμαι σε υψηλό επίπεδο αλλά ήταν δύσκολο να το καταλάβω. Ήταν σε κάθε προπόνηση από πάνω μου, με πίεζε αλλά μετά από κάποια χρόνια άρχισα να καταλαβαίνω τι θέλει. Ήθελε να μου δώσει συμβουλές και να με κάνει να δουλεύω, στα ρεπό μου, μου έλεγε να προπονούμαι. Ουσιαστικά ήθελε να δουλέψει πάνω στο ταλέντο μου. Στο τέλος της μέρας, για εμένα ήταν εξαιρετικός παρότι ήταν σκληρός. Ήταν ο πρώτος που πίστεψε σε εμένα και μόνο καλά πράγματα έχω να πω».
- Η απόφαση για να πας στη Σεντ-Ετιέν ήταν εύκολη και πώς προέκυψε να πάρεις μεταγραφή εκεί;
«Δεν ήταν καθόλου εύκολο να πάω εκεί. Είχα διάφορες προτάσεις από ομάδες. Ήταν το καλοκαίρι που είχαμε τους Ολυμπιακούς Αγώνες με το Βέλγιο στο Πεκίνο και ήμουν στην αποστολή. Η πρώτη ομάδα που με ήθελε ήταν η Σεντ-Ετιέν, πίεσε πολύ για να με αποκτήσει, με επισκέφτηκε ο προπονητής, ο πρόεδρος. Δεν ήταν εύκολο να πάρω την απόφαση να πάω γιατί ήμουν χαρούμενος στη Λιλ, όμως όταν έμαθα ότι ο Πιέλ θα φύγει, είπα ότι ίσως είναι ένα σημάδι για να δω κάτι καινούργιο. Η Σεντ-Ετιέν είχε ένα εξαιρετικό ρόστερ με Ματουιντί, Παγιέτ και όλοι σε νεαρή ηλικία. Ήθελε να φτιάξει μία ομάδα για το μέλλον και το project με κέρδισε γιατί θα έπαιζαν και Ευρώπη. Σκέφτηκα ότι ήταν το επόμενο βήμα για εμένα. Δεν ήταν εύκολο όμως...»
- Τι συνέβη;
«Τσακώθηκα με τον πρόεδρο της Λιλ, τον νέο προπονητή, τους οπαδούς... Δεν ήταν η καλύτερη στιγμή για εμένα γιατί ήταν η πρώτη μεταγραφή και δεν είχα την εμπειρία να διαχειριστώ και τα μίντια. Δεν κατάλαβα το λάθος που έκανα όταν είπα κάποια άσχημα πράγματα. Ήταν λάθος».
- Όταν έπαιξες κόντρα στη Λιλ μετά από αυτό, πώς ήταν το κλίμα;
«Θυμάμαι ότι στο πρώτο παιχνίδι που έπαιξα στην έδρα της Λιλ, όποτε έπιανα την μπάλα, ο κόσμος με γιούχαρε, με αποδοκίμαζε, χάσαμε και το παιχνίδι. Γενικά ήταν κακή εμπειρία αλλά αυτό είναι μέρος του ποδοσφαίρου και όταν απέκτησα περισσότερες εμπειρίες, κατάλαβα ότι κάποιες λέξεις που είπα όταν έφυγα, δεν ήταν σωστές».
«Είχα δύο εβδομάδες διακοπές και ο Λίνεν μού είπε την επόμενη μέρα να ξεκινήσω, δεν είχα ούτε παπούτσια»
- Από τα ματς κόντρα στον Ολυμπιακό για το UEFA Cup τι θυμάσαι;
«Ο προπονητής θυμάμαι που μας μιλούσε τρεις εβδομάδες πριν από το παιχνίδι στο Φάληρο. Μας έλεγε ότι πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, θα παίξουμε με μία πολύ δύσκολη ομάδα, σε δύσκολη έδρα και με έναν εξαιρετικό προπονητή, ήταν ο Βαλβέρδε τότε. Όλοι μιλούσαν για εκείνο το παιχνίδι όλη τη μέρα και κάθε μέρα. Όταν αναχωρήσαμε για την Ελλάδα, είδα τους παίκτες πιεσμένος αλλά μία μέρα πριν το ματς, στην προπόνηση, όλοι ήταν πιο ήρεμοι και με αυτοπεποίθηση. Η ατμόσφαιρα ήταν φανταστική, όμως παραμείναμε ήρεμοι επειδή και η έδρα μας είχε δυνατούς οπαδούς. Μείναμε πιστοί στο πλάνο να χτυπάμε σε αντεπιθέσεις επειδή ο Βαλβέρδε ήθελε να έχει την κατοχή και να παίζει με ψηλά την άμυνα».
- Είχες παίξει και κόντρα στην ΑΕΚ αλλά σε κέρδισε πιο πολύ η ατμόσφαιρα με τον Ολυμπιακό;
«Η πρώτη φορά που έπαιξα ήταν κόντρα στην ΑΕΚ στο ΟΑΚΑ. Ήμουν στον πάγκο σε εκείνο το ματς αλλά θυμάμαι ότι ήταν καλή ομάδα και θυμάμαι και την ατμόσφαιρα στο γήπεδο όμως όταν έπαιξα με τον Ολυμπιακό με την Σεντ-Ετιέν, ήταν τελείως διαφορετικό. Ήταν κάτι εντυπωσιακό. Μετά το ματς στο "Καραϊσκάκης" πήρα τηλέφωνο την οικογένεια μου και τους είπα "πωπώ... δεν το έχω ξαναδεί αυτό, είναι τοπ". Στο γήπεδο της ΑΕΚ ήταν απλά νορμάλ. Δεν ήταν σαν τον Ολυμπιακό».
- Σου είχε μιλήσει κάποιος από τον Ολυμπιακό εκείνη την περίοδο;
«Όχι, όχι εκείνη την περίοδο. Θυμάμαι στο τέλος της σεζόν, ο ατζέντης μου είχε μιλήσει με κάποιους ανθρώπους από τον Ολυμπιακό αλλά τους είχε απαντήσει ότι ήταν τοπ η πρώτη μου σεζόν και δεν ήταν η κατάλληλη στιγμή να φύγω. Στην επόμενη σεζόν βέβαια, οι πρώτοι έξι μήνες ήταν πολύ καλοί αλλά μετά τα πράγματα δεν πήγαν και τόσο καλά. Ήταν πραγματικά καταστροφή. Ήρθε νέος προπονητής, μαλώσαμε κατευθείαν, δεν ένιωθα χαρούμενος και έτσι το καλοκαίρι είχα αποφασίσει να φύγω»
- Γιατί ήταν καταστροφή;
«Θα σου εξηγήσω. Δεν ευθυνόταν μόνο η Σεντ-Ετιέν, έφταιγα και εγώ. Ήμουν πολύ νέος, ήταν η πρώτη φορά που θα έμενα μόνος μου σε μία πόλη. Όταν είσαι νέος και μένεις μόνος, είναι πιο εύκολο να... ξεφύγεις, να βγεις έξω, να αργήσεις να γυρίσεις, να μην είσαι συγκεντρωμένος στον στόχο, να μην είσαι σε καλή φόρμα. Είχα τσακωθεί και με τον προπονητή. Θεωρώ πως ήταν 50-50 αλλά πλέον, στα 36 μου, με το χέρι στην καρδιά, είναι δικό του λάθος στο 100%. Έπρεπε να είμαι πιο επαγγελματίας, να είμαι περισσότερο focus αλλά σε εκείνη την ηλικία δεν το καταλαβαίνεις. Γενικά όμως, είμαι πραγματικά χαρούμενος που έπαιξα για την Σεντ-Ετιέν γιατί είναι από τα πιο ιστορικά κλαμπ της Γαλλίας».
- Η πρόταση από τον Ολυμπιακό πώς προέκυψε;
«Το καλοκαίρι είχα πάει διακοπές, ο ατζέντης μου με πήρε τηλέφωνο και μου είπε: "Μία ομάδα από την Ελλάδα σε θέλει" και εγώ τον ρώτησα: "Ποια ομάδα; Επειδή εγώ για μία ομάδα θα ήθελα να παίξω στην Ελλάδα". Εκείνος με ρώτησε ποια ομάδα εννοώ και του απάντησα για τον Ολυμπιακό. Μου αποκάλυψε πως αυτή ήταν η ομάδα που με ήθελε και του είπα "Εντάξει, δεν έχω κανένα πρόβλημα, κανόνισε τα διαδικαστικά για να πάω". Γύρισα για λίγες μέρες στο Βέλγιο, ο ατζέντης μου με κάλεσε και απλά μπήκα στο αεροπλάνο και πήγα. Όλα έγιναν πολύ γρήγορα. Σκέψου ότι πήγα και στον Ολυμπιακό ακόμα δεν υπήρχε προπονητής και σε εκείνη την περίοδο, ο κ. Μαρινάκης πήρε το κλαμπ και ήταν αρκετά περίεργο. Έβλεπα τους ανθρώπους από τα γραφεία να φεύγουν, άλλοι να έρχονται. Όλα άλλαζαν κάθε στιγμή αλλά ο ατζέντης μου είπε να μην ανησυχώ, ότι θα έχω ό,τι χρειάζομαι και θέλω.
Μπορώ να σου παραδεχθώ ότι από την πρώτη στιγμή που πάτησα στην Αθήνα, είπα μέσα μου ότι εδώ θα κάνω μεγάλα πράγματα. Υπέγραψα το συμβόλαιο μου και λίγες μέρες μετά είχε έρθει ο νέος προπονητής, ο Έβαλντ Λίνεν. Κανονικά είχα άλλες δύο εβδομάδες διακοπές λόγω των εθνικών ομάδων. Εκείνος το ήξερε και ήρθε και μου είπε: "Ξέρω ότι έχεις άλλες δύο εβδομάδες διακοπές αλλά θέλω να ξεκινήσεις αύριο με την ομάδα".
Σοκαρίστηκα εκείνη τη στιγμή γιατί δεν είχα τίποτα μαζί. Ούτε παπούτσια, ούτε εξοπλισμό και είχα ετοιμαστεί για να φύγω διακοπές. Είπα από μέσα μου: "σ@@@@α" (γέλια). Ο ατζέντης μου, μού είπε ότι τώρα είσαι εδώ, οπότε θα κάνεις αυτό που είπαν, να ξεκινήσω αύριο δηλαδή. Έκανα την πρώτη προπόνηση και ήταν λίγο περίεργο επειδή ήταν Γερμανός προπονητής και ενώ συνήθως την πρώτη μέρα κάνεις λίγο τρέξιμο, εκείνος μας έβαλε να παίξουμε "διπλό" μεταξύ μας.
Έβαλα δύο γκολ και μετά την προπόνηση ένιωσα ότι είμαι καλά. Με τον Λίνεν είχαμε καλή σχέση, είχαμε βρει χημεία αλλά μετά τον αποκλεισμό από την Μακάμπι, θυμάμαι που ήμουν στο ξενοδοχείο γιατί δεν είχα πάει στην αποστολή του δεύτερου ματς και τότε με κάλεσε ένας συμπαίκτης μου και μου είπε: "Ο προπονητής απολύθηκε". Έπαθα σοκ (γέλια). Ήταν πολύ περίεργο γιατί έμεινε μόνο έναν μήνα και λίγες εβδομάδες. Μετά ήρθε ο Βαλβέρδε».
- Πώς ήταν η πρώτη επαφή με τον Βαλβέρδε;
«Δεν ήταν καλή. Δεν μου μιλούσε τις πρώτες μέρες επειδή ήμουν τραυματίας και σκεφτόμουν "ήρθα εδώ για να παίξω, με τον Λίνεν τα είχαμε βρει αλλά τώρα ήρθε νέος κόουτς και θα με αφήσει εκτός". Λίγο πριν την πρεμιέρα του πρωταθλήματος, δύο μέρες νομίζω, είχα επιστρέψει σε κανονικούς ρυθμούς, σκόραρα στην προπόνηση και τότε ήρθε ο Βαλβέρδε και μου είπε ότι φαίνομαι μια χαρά, του είπα ότι όντως είμαι καλά και μου είπε ότι θα με πάρει μαζί στην αποστολή για το ματς με τον Ηρακλή στη Θεσσαλονίκη».
«Ο Βαλβέρδε ήταν σαν πατέρας μου, στην αρχή που με έβαλε εξτρέμ νευρίασα αλλά τελικά είχε δίκιο»
- Πώς θυμάσαι το πρώτο σου παιχνίδι με τον Ολυμπιακό;
«Χάσαμε με 2-1, είχα μπει ως αλλαγή θυμάμαι. Μετά το ματς, όλοι ήταν τόσο στεναχωρημένοι σαν να χάσαμε το Champions League (γέλια). Ήμουν σε φάση: "γιατί στεναχωριέστε, είναι το πρώτο παιχνίδι, θα κερδίσουμε τα επόμενα". Ήμουν πολύ χαλαρός. Και τότε ένας Έλληνας παίκτης, νομίζω ο Αβραάμ, ήρθε και μου είπε: "Δεν καταλαβαίνεις την κατάσταση. Τώρα ο Παναθηναϊκός έχει τρεις βαθμούς και εμείς μηδέν. Οπότε τώρα έχει προβάδισμα για το πρωτάθλημα και τώρα είναι δύσκολο". Δεν μπορούσα να καταλάβω (γέλια).
Όλη την ώρα είχα απορία γιατί το λέμε αυτό αφού είναι η πρώτη αγωνιστική. Δεν είχα συνειδητοποιήσει πως είναι τα πράγματα στην Ελλάδα. Εκείνη την εβδομάδα, όλοι μασούσαν... σίδερα αν λέω σωστά την έκφραση. Ήταν agressive, δυναμικοί στην προπόνηση και εγώ είχα παραμείνει χαλαρός. Και τους το έλεγα... να απολαύσουν τις ωραίες μέρες, να μείνουν ήρεμοι αλλά αυτό άρεσε στον Βαλβέρδε γιατί άπαντες ήταν στρεσαρισμένοι, αγχωμένοι. Εγώ είχα συνέχεια χαμόγελο και έλεγα ότι πάμε να κερδίσουμε τα επόμενα παιχνίδια.
Μετά από εκείνο το ματς, έπαιξα περισσότερο στη δεύτερη αγωνιστική, ήμουν καλός αλλά ο Βαλβέρδε με άφησε στον πάγκο στο αμέσως επόμενο παιχνίδι. Είχα νευριάσει λίγο και απορούσα γιατί συνέβη αυτό από τη στιγμή που τα πήγα καλά. Δεν μίλησα στον Βαλβέρδε για αυτό αλλά στην προπόνηση έδωσα το 100% και ο προπονητής μου είπε ότι θα είμαι βασικός. Σε εκείνο το παιχνίδι, με τον Ολυμπιακό Βόλου, πέτυχα δύο γκολ και τότε άρχισε η ανοδική πορεία μου στην Ελλάδα. Σκόραρα σε αρκετά παιχνίδια και άλλαξε όλη μου η ζωή στην Ελλάδα».
- Πάμε στον Ερνέστο Βαλβέρδε. Πες μου τα πάντα για εκείνον. Είχες πει σε παλιότερες συνεντεύξεις σου ότι τον είχε σαν... πατέρα σου.
«Για εμένα είναι ο καλύτερος προπονητής. Όχι επειδή έπαιξα δύο φανταστικά χρόνια μαζί του αλλά γιατί είχαμε εξαιρετική σχέση μεταξύ μας. Είμαστε φίλοι. Κάποιοι θυμάμαι που έλεγαν ότι μιλάει όλη την ώρα μαζί μου και είναι σαν ο μπαμπάς με τον γιο του. Όντως, ήταν σαν πατέρας μου αλλά ποτέ δεν μου μιλούσε (γέλια). Με εμπιστευόταν και τον εμπιστευόμουν οπότε δεν χρειαζόταν να μου μιλάει πολύ. Όταν δεν θα έκανα καλή εμφάνιση, θα ερχόταν μπροστά σε όλους στα αποδυτήρια και θα μου έλεγε: "σήμερα, έπαιξες σκ@@@α".
Κάτι light σου λέω τώρα. Όταν θα έπαιζα καλά όμως, δεν θα έλεγε τίποτα γιατί είναι νορμάλ να παίζω καλά λόγω της ποιότητας μου. Με εμπιστευόταν. Ακόμα και αν έχανα 3-4 ευκαιρίες στο πρώτο ημίχρονο, δεν με έκανε αλλαγή γιατί ήξερε ότι θα σκοράρω. Όταν ένα ματς δυσκόλευε, έλεγε στους παίκτες "δώστε μία καλή πάσα στον Κέβιν και αυτός θα κάνει τη δουλειά του". Μου είχε δώσει τρομερή αυτοπεποίθηση. Όταν με άλλαξε θέση από φορ σε εξτρέμ, η αλήθεια είναι πως στις πρώτες μέρες ήμουν θυμωμένος επειδή είχα κάνει μία καλή σεζόν ως φορ και δεν ήθελα να αλλάξω θέση. Εκείνος επέμενε ότι μπορώ εύκολα να παίξω σε εκείνη τη θέση και θα με βοηθούσε.
Μέσα σε λίγες εβδομάδες κατάλαβα γιατί το έκανε και άρχισε να μου αρέσει. Είχα περισσότερο χώρο, βρισκόμουν πιο εύκολα στην περιοχή για να σκοράρω και σε συνδυασμό με τον Τζιμπούρ, μπορούσα να βρω πολύ πιο εύκολα χώρο να τρέξω. Πήγα και του είπα ότι είχε δίκιο. Ήταν δύο εξαιρετικά χρόνια».
- Σου είχε μιλήσει για την απόφαση να φύγει;
«Όχι, έγινε κάτι διαφορετικό (γέλια). Είχαμε πάει στην Αυστραλία για φιλικά μετά το τέλος της δεύτερης σεζόν. Ήμασταν τελείως ελεύθεροι από τον κόουτς και θα κάναμε προπονήσεις πριν τα φιλικά. Ουσιαστικά ήθελε όλοι να περάσουμε χρόνο με τους συμπαίκτες μας, να γνωριστούμε καλύτερα, να περάσουμε καλά. Μία μέρα με κάλεσε ξαφνικά και με ρώτησε πού βρίσκομαι. Ήμουν στο κέντρο με τους συμπαίκτες μου και μου ζήτησε να πάω στο ξενοδοχείο να μου μιλήσει. Είχα φοβηθεί. Σκεφτόμουν διάφορα. Ότι έκανα κάποιο λάθος, ότι κάτι δεν πήγε καλά ή έγινε κάτι με την οικογένεια μου, ήταν και έγκυος η γυναίκα μου. Ήταν εκεί με όλο το σταφ, μου είπαν ευχαριστώ για τα δύο χρόνια συνεργασίας, ήταν όνειρο που συνεργάστηκαν μαζί μου και μου είπαν ότι έχει έρθει η ώρα να φύγω. Και είπα απλά: "Τι;"».
- Γιατί;
«Τους εξήγησα πως έχω ακόμα δύο χρόνια συμβόλαιο. Ο Βαλβέρδε μου είπε πως ήθελε να με κρατήσει αλλά η ποιότητα μου είναι για μεγαλύτερο πρωτάθλημα. Είχα σοκαριστεί. Μετά πήγα διακοπές στην Κρήτη γιατί όπως είπα η γυναίκα μου ήταν έγκυος και δεν ήθελα να πάω πολύ μακριά».
«Όταν μου είπαν ότι θα πάω στην Έβερτον, γύρισα σπίτι και έκλαιγα»
- Οπότε είχες προτάσεις...
«Όσο ήμουν στην Κρήτη, ο ατζέντης μου με έπαιρνε τηλέφωνο και μου έλεγε ότι έχω πρόταση από εδώ, πρόταση από εκεί και η απάντηση μου για τρεις εβδομάδες ήταν η ίδια: "Δεν με νοιάζει, δεν φεύγω από τον Ολυμπιακό". Μετά επέστρεψα και βρήκα νέο προπονητή, τον Λεονάρντο Ζαρντίμ. Είπα από μέσα μου: "Σ@@@@α, ο Βαλβέρδε έφυγε...". Εγώ ήθελα να μείνω αλλά το γεγονός ότι έφυγε ο Βαλβέρδε δεν ήταν τόσο καλό. Ειδικά από τη στιγμή που ο Ζαρντίμ και μου είπε: "Ξέρω ότι είσαι ο σταρ εδώ αλλά με εμένα, αρχίζεις από το μηδέν".
Και μονολογούσα τι έγινε (γέλια). Ωστόσο πίστευα σε εμένα και απλά θα συνέχιζα τη δουλειά μου. Τελικά στις πρώτες προπονήσεις χτύπησα στο γόνατο και τότε άρχισα να αγχώνομαι. Δεν ήθελα να χάσω την προετοιμασία και ο γιατρός μου είπε ότι θα μείνω εκτός το λιγότερο για ένα με ενάμιση μήνα. Είχα φοβηθεί και για το γόνατο. Τότε ο ατζέντης μου, μου είπε ότι αν είναι να μείνω στον Ολυμπιακό θα κάνω την αποκατάσταση αλλά αν είναι να φύγω, πρέπει να το κοιτάει ο γιατρός συνεχώς. Και τον ρώτησα: "γιατί μιλάς για να φύγω;".
Μου είπε ότι θα δω σε λίγες μέρες. Δεν με ένοιαζε. Έκανα προπονήσεις μόνος μου, έκανα έξτρα προπονήσεις στο σπίτι, δούλευα συνεχώς για να επιστρέψω άμεσα. Όταν άρχισα να τρέχω και να βρίσκομαι σε καλή κατάσταση, ο ατζέντης άρχισε ξανά να με παίρνει τηλέφωνο και να μου λέει για προτάσεις. Του έλεγα ότι δεν με νοιάζει τίποτα, αν θέλει να μιλήσει με τον κ. Μαρινάκη».
- Και τελικά τι έγινε;
«Μία εβδομάδα πριν φύγουμε για την Πορτογαλία για φιλικά, θυμάμαι που προπονήθηκα με την ομάδα και είχα ένα μικρό πόνο στο γόνατο αλλά ήταν φυσιολογικό. Όμως κάτι είχε αλλάξει. Ο προπονητής με έβγαζε από την προπόνηση, δεν μου μιλούσε, σαν κάτι να είχε συμβεί. Στην αρχή πίστεψα ότι ήταν προστατευτικός με το γόνατο αλλά μετά, στο φιλικό με την Σπόρτινγκ Λισσαβόνας, έπαιξα μόνο 15 λεπτά. Τα έδωσα όλα σε αυτά τα λεπτά και μετά το ματς, ο ατζέντης μου, μου είπε ότι έχουμε επίσημη πρόταση από την Έβερτον. Η απάντηση μου ήταν απλά: "Ωραία και εμένα τι με νοιάζει; Αφού δεν θέλω να φύγω". Εκείνη την μέρα, ήθελε και η Πόρτο να κάνει επίσημη πρόταση για εμένα αλλά και πάλι δεν με ένοιαζε. Ήθελα να μείνω. Είχε γεννηθεί και το παιδί μου και δεν ήθελα να φύγω».
- Με τον Βαγγέλη Μαρινάκη τι είπες;
«Μόλις γυρίσαμε, ο κ. Μαρινάκης με κάλεσε να μιλήσουμε. Μου είπε ότι είχε έρθει η στιγμή να φύγω γιατί η πρόταση της Έβερτον ήταν μεγάλη για τον σύλλογο και θα κάνει καλό και στην στρατηγική μας. Φέραμε έναν καλό παίκτη, εξελίχθηκε και τον πουλάμε σε ένα μεγαλύτερο πρωτάθλημα με καλά λεφτά. Σαν αυτό που κάνει και η Πόρτο για παράδειγμα. Του είπα: "το καταλαβαίνω πρόεδρε, εγώ όμως θα ήθελα να μείνω και να μιλήσουμε για νέο συμβόλαιο. Θέλω να μείνω πολλά χρόνια εδώ". Μου εξήγησε ότι είναι καλό τόσο για εμένα όσο και για τον Ολυμπιακό και ότι πρέπει να φύγω. Σοκαρίστηκα».
- Ποια ήταν η πρώτη σου αντίδραση;
«Πήγα στο σπίτι, το είπα στη γυναίκα μου, άρχισα να κλαίω, το ίδιο και εκείνη και την επόμενη μέρα ετοίμασα τα πράγματα μου για να πάω στην Αγγλία. Όταν πήγαινα στο αεροδρόμιο έλεγα "δεν θέλω να ταξιδέψω, δεν θέλω να ταξιδέψω" και είχα μαζί μου κάποιους ανθρώπους του Ολυμπιακού για να κλείσουν το deal. Όταν φτάσαμε στην Αγγλία, ετοιμάσαμε τα συμβόλαια, έκανα και τις ιατρικές εξετάσεις αλλά το βράδυ, κάτι βρήκαν στο γόνατο μου μέσα από τις εξετάσεις που δεν έπρεπε.
Ήταν από τον τραυματισμό και τα μεσάνυχτα είπα μπροστά σε όλους: "Αύριο θέλω πτήση για να επιστρέψω στην Ελλάδα" (γέλια). Στις 6 τα ξημερώματα, ο ατζέντης μου ήρθε με τον τεχνικό διευθυντή της Έβερτον και έφεραν το συμβόλαιο. Μου είπαν ότι όλα είναι καλά και τώρα μπορώ να υπογράψω. Εγώ έλεγα όχι. Ο ατζέντης μου, μου εξήγησε ότι όλα έχουν συμφωνηθεί, δεν γίνεται να κάνουμε πίσω. Πρέπει να υπογράψω και έτσι έγινε. Κάποιες ώρες μετά έκανα την πρώτη μου προπόνηση με την Έβερτον αλλά μετά από λίγες μέρες, ήμουν στο ξενοδοχείο, κοιτούσα γύρω μου και έλεγα "τι κάνω εδώ τώρα; γιατί είμαι εδώ; θέλω να πάω πίσω"».
«Αγάπησα τον Ολυμπιακό, ο Παναθηναϊκός μου είχε κάνει πρόταση αλλά δεν το συζήτησα καν»
- Ήταν δύσκολη η προσαρμογή στην Αγγλία;
«Αγωνιστικά έπαιζα, σκόραρα, ήμουν στην Premier League αλλά εγώ δεν ήμουν χαρούμενος. Η σύζυγός μου απορούσε πώς γίνεται να μην μου αρέσει η Premier League, ειδικά από τη στιγμή που τα πάω καλά. Όλοι μιλούσαν για εμένα, κάποιοι έγραφαν ότι είμαι από τους καλύτερους εξτρέμ του πρωταθλήματος αλλά εγώ δεν ένιωθα χαρούμενος. Δεν είχα το συναίσθημα που είχα πριν. Θυμάμαι ότι γύρισα στην Ελλάδα το επόμενο καλοκαίρι για διακοπές και κατάλαβα ότι για την καριέρα μου ήταν το σωστό βήμα αλλά προσωπικά για εμένα δεν ήταν τόσο. Δεν μπορούσα όμως να πάω τον χρόνο πίσω, ούτε να γυρίσω στον Ολυμπιακό, οπότε το πήρα απόφαση για να δώσω τα πάντα στην Αγγλία γιατί είχα και μεγάλο συμβόλαιο. Άρχισα να απολαμβάνω περισσότερο το ποδόσφαιρο στην Αγγλία».
- Αγάπησες τον Ολυμπιακό έτσι;
«Αγάπησα τον Ολυμπιακό και βέβαια. Και ακόμα τον αγαπάω. Ο κόσμος το γνωρίζει παρότι στη δεύτερη θητεία μου τα πράγματα δεν πήγαν πολύ καλά. Δεν ήμουν σε καλή φόρμα, η ομάδα δεν ήταν στο σωστό δρόμο, άλλαξαν πολλοί προπονητές, οι παίκτες τσακωνόντουσαν στα αποδυτήρια, δεν ήταν η καλή στιγμή».
- Ποιο ήταν το αγαπημένο σου ντέρμπι;
«Αυτή είναι δύσκολη ερώτηση... μάλλον θα πω κόντρα στον Παναθηναϊκό επειδή εκείνη τη χρονιά που ήρθα, είχε κατακτήσει το πρωτάθλημα την περασμένη σεζόν και είχαν καλή ομάδα. Όταν έπαιξα κόντρα στον Παναθηναϊκό την πρώτη φορά χάσαμε 2-1 παρότι στο πρώτο ημίχρονο ήμασταν πολύ καλύτεροι, τους είχαμε... διαλύσει όμως στο δεύτερο ημίχρονο, η ατμόσφαιρα τους βοήθησε, ανέβηκαν και στο τέλος χάσαμε. Έπειτα, όταν είδα το ντέρμπι με τον ΠΑΟΚ, άρχισα να καταλαβαίνω ότι ίσως υπάρχει μεγαλύτερη κόντρα. Η ατμόσφαιρα με τον ΠΑΟΚ ήταν τελείως διαφορετική από τα άλλα ντέρμπι. Μπορώ να σου πω ότι όταν σκόραρα κόντρα στον ΠΑΟΚ ήταν πιο όμορφο από ό,τι με τον Παναθηναϊκό και θα σου εξηγήσω. Οι οπαδοί του Παναθηναϊκού δεν είχαν κάτι με εμένα. Ναι, ήμουν αντίπαλος μέσα στο γήπεδο αλλά έξω από αυτό, με σεβόντουσαν, μου ζητούσαν φωτογραφίες, αυτόγραφα. Του ΠΑΟΚ ήταν και εντός και εκτός αγωνιστικού χώρου πολύ εχθρικοί με εμένα. Καταλαβαίνω ότι ήμουν ο σταρ του αντιπάλου τους αλλά δεν ξέρω γιατί ήταν τόσο πολύ εναντίον μου. Για αυτό και ήθελα όταν σκοράρω εκεί μέσα να κάνω έναν ιδιαίτερο πανηγυρισμό. Όπως δεν με σέβονται, δεν θα τους σεβαστώ. Βέβαια πλέον δεν έχω θέμα με καμία ομάδα, όλα αυτά είναι μέρος του ποδοσφαίρου».
- Ποιο ήταν ο δυσκολότερος που αντιμετώπισες στην καριέρα σου και για ποιον συμπαίκτη είπες «ουάου»;
«Για έναν μπορώ να πω ότι με δυσκόλεψε περισσότερο από όλους. Εκείνη την περίοδο ήταν στη Μονακό. Ήταν ο Πατρίς Εβρά. Ήταν σε εξαιρετική φόρμα, λίγους μήνες μετά πήγε και στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Ήταν τόσο δυνατός, τόσο γρήγορος, αρκετά δύσκολος για εμένα. Θυμάμαι που πήγα σπίτι μετά από έναν αγώνα μαζί του και έλεγα "Θεέ μου, τι ήταν αυτό;". Βέβαια λίγα χρόνια μετά έπαιξα αντίπαλος του και ήμουν καλύτερα εγώ από εκείνον. Γενικά δεν κοιτάω τους αντιπάλους μου, παρά μόνο το δικό μου παιχνίδι. Μόνο αν τον δω το από την τηλεόραση θα πω ότι μου αρέσει κάποιος αλλά από κοντά δεν μπορώ να τον δω γιατί κοιτάω μόνο εμένα. Όσον αφορά συμπαίκτη, είχα πραγματικά φανταστικούς παίκτες δίπλα μου όλα αυτά τα χρόνια. Είναι δύσκολο αλλά θα ξεχωρίσω κάποιους. Ο Μούσα Ντεμπελέ για παράδειγμα είναι φανταστικός παίκτης. Ο κόσμος βλέπει ότι δεν σκοράρει πολύ αλλά με την μπάλα στα πόδια, δεν έχω ξαναδεί τέτοιο παίκτη. Επίσης ο Αριέλ Ιμπαγάσα. Την πρώτη μου εβδομάδα μαζί του έλεγα το πόσο καλός είναι και είμαστε και φίλοι ακόμα. Μου έδινε συνεχώς απίστευτες μπαλιές. Ήταν τρομερό να έχω έναν τέτοιο συμπαίκτη. Ήξερε το που και πότε να δώσει την μπάλα για να βγω κοντά στο γκολ».
- Το αγαπημένο σου γκολ με τον Ολυμπιακό;
«Έχω δύο γκολ. Το πρώτο μου γκολ κόντρα στον ΠΑΟΚ στο Φάληρο. Πριν το παιχνίδι ήμουν πολύ ήρεμος και οι Έλληνες παίκτες αρκετά αγχωμένοι. Μου εξηγούσαν πόσο σημαντικό παιχνίδι ήταν για την ομάδα. Εγώ δεν ένιωσα πίεση ούτε την ώρα την αγώνα, όμως όταν έβαλα το γκολ, η ατμόσφαιρα ήταν αδιανόητη. Εκεί κατάλαβα πόσο σημαντικό ήταν και θυμάμαι μέχρι και σήμερα αυτό το συναίσθημα. Επίσης το πρώτο μου γκολ κόντρα στον Παναθηναϊκό στην έδρα του. Ήταν τόσο καυτή η ατμόσφαιρα και την ώρα που έβαλα το γκολ, ξαφνικά όλοι... πάγωσαν και ήταν απίστευτο συναίσθημα».
- Τη σεζόν 2011/12 αποκλειστήκατε με ψυχρό τρόπο από τη Μέταλιστ. Πιστεύατε ότι θα πάρετε το Europa League; Τι είχε συμβεί σε εκείνο ματς;
«Ήμουν σίγουρος ότι θα πάμε στον τελικό του Europa League. Κάναμε εξαιρετική πορεία στη φάση των ομίλων του Champions League, για λίγο δεν πήγαμε στους «16» και είχαμε απέναντι μας την Άρσεναλ, τη Μαρσέιγ και την πρωταθλήτρια Γερμανίας, Ντόρτμουντ. Για λίγο αποκλειστήκαμε και τότε είπαμε ότι πάμε για τον τελικό στο Europa League. Περάσαμε την Ρουμπίν Καζάν παρότι όλοι έλεγαν ότι θα αποκλειστούμε, αλλά περάσαμε. Νικήσαμε και τη Μέταλιστ που ήταν σε δύσκολες συνθήκες το ματς.
Στη ρεβάνς θυμάμαι που σκοράραμε, είχαμε τον έλεγχο, είχαμε ευκαιρίες. Δεν περιμέναμε ότι θα αποκλειστούμε ή θα στραβώσει κάτι. Τα πάντα άλλαξαν στα τελευταία πέντε λεπτά. Ήμασταν πολύ στεναχωρημένοι επειδή είχαμε σχεδόν εξασφαλίσει το πρωτάθλημα και έτσι θα ρίχναμε το βάρος στην Ευρώπη. Ήταν ευκαιρία για το κάτι παραπάνω στην Ευρώπη. Μετά το παιχνίδι ήμασταν πολύ στεναχωρημένοι όμως αυτό είναι το ποδόσφαιρο. Θυμάμαι την στεναχώρια του κόσμου και πραγματικά δεν μου άρεσε να τους βλέπω έτσι, δεν άξιζαν να είναι στεναχωρημένοι. Ήταν η πρώτη φορά που τους είδα έτσι».
- Κατέκτησες δύο πρωταθλήματα. Ποιο ήταν καλύτερο για εσένα;
«Το δεύτερο. Στο πρώτο ήμουν χαρούμενος επειδή ήταν ο πρώτος τίτλος της καριέρας μου αλλά το κατακτήσαμε σχετικά εύκολα. Ήμασταν καλύτεροι και ήμασταν σίγουροι ότι θα το πάρουμε. Αλλά τη δεύτερη σεζόν είχαμε πολλά παιχνίδια μαζί με την Ευρώπη και έπρεπε να κάνουμε μεγάλα πράγματα σε όλα τα ματς για να το κατακτήσουμε. Ήταν αρκετά δύσκολη σεζόν και θα μιλήσω για εμένα γιατί έπαιξα σχεδόν σε όλα τα ματς. Σε κάποια παιχνίδια ήμουν κουρασμένος γιατί παίξαμε τα διπλάσια παιχνίδια περίπου από την πρώτη σεζόν. Ήμουν πιο κουρασμένος, πιο πιεσμένος αλλά τερμάτισα πρώτος σκόρερ, κάτι που οφείλεται σε όλη την ομάδα και συνέβη γιατί είχα αυτούς τους συμπαίκτες».
- Είχες πρόταση από άλλη ελληνική ομάδα;
«Στην πρώτη μου σεζόν στον Ολυμπιακό, τον Γενάρη, ο Παναθηναϊκός προσπάθησε να με πάρει. Όταν μου το είπε ο ατζέντης μου, είπα κατευθείαν "όχι". Μου είπε κάτσε να δούμε την προοπτική και συνέχισα να λέω όχι. Όταν με ρώτησε γιατί, του απάντησα: "αρχικά ο Μαρινάκης θα πει όχι και δεύτερον δεν θα μπορώ να βγω στην πόλη" (γέλια). Δεν θα έπαιζα σε άλλη ελληνική ομάδα ποτέ. Ακόμα και αν δεν υπήρχε ο Ολυμπιακός, δεν θα ερχόμουν στην Ελλάδα να παίξω. Σέβομαι όλες τις ομάδες αλλά δεν θα μπορούσα να νιώσω όσα ένιωσα για τον Ολυμπιακό».
«Έριξα 50% τον μισθό μου για να γυρίσω στον Ολυμπιακό, στη δεύτερη θητεία μου δεν ήμασταν... οικογένεια»
- Στην Έβερτον, συνεργάστηκες και με τον Ρομπέρτο Μαρτίνεθ. Πώς ήταν οι σχέσεις σας;
«Στην αρχή ήταν τρομερά. Ήταν σαν τον Βαλβέρδε. Του άρεσε να μιλάει πολύ με τους παίκτες και τους πρώτους μήνες μου μιλούσε συνεχώς, με βοηθούσε και ήταν φανταστικό. Όμως, οι σχέσεις μας χάλασαν όταν ήταν να φύγω γιατί είχα προτάσεις από την Τότεναμ και την Ατλέτικο Μαδρίτης. Με σταμάτησε και μπλόκαρε τη μεταγραφή. Αυτή τη στιγμή τον καταλαβαίνω από την πλευρά του γιατί δεν ήθελε να με χάσει αλλά εκείνη την στιγμή είχα την ευκαιρία να παίξω ξανά στο Champions League, κάτι που με την Έβερτον δεν θα το κατάφερνα. Δεν ήθελα να φύγω από το κλαμπ επειδή δεν μου άρεσε εκεί, αλλά για να εξελιχθώ στην καριέρα μου. Εκείνος με κράτησε στην Έβερτον και έπειτα με άφησε εκτός ομάδας. Δεν ήταν δίκαιο για εμένα. Από τη στιγμή που δεν αφήνεις έναν παίκτη να κάνει το επόμενο βήμα, τότε δεν τον βγάζεις και εκτός ομάδας. Αυτό είναι το ποδόσφαιρο όμως. Μετά από αυτό άλλαξα στον τρόπο που έκανα focus, ήμουν διαφορετικός στις προπονήσεις».
- Είχες άλλες προτάσεις όσο ήσουν στην Έβερτον;
«Είχα πρόταση και από τη Γουέστ Χαμ που έδινε 20 εκατ. ευρώ και πίεζε αρκετά. Μετά η Φενέρμπαχτσε έκανε επίσης μεγάλη πρόταση αλλά είχα πει ότι αν είναι να πάω εκεί, ας πάω στον Ολυμπιακό».
- Ποιο είναι το transfer story πίσω από την επιστροφή στον Ολυμπιακό;
«Έξι μήνες πριν γυρίσω στον Ολυμπιακό, τον Μάιο του 2017, υπέγραψα νέο συμβόλαιο με την Έβερτον που ήταν και το μεγαλύτερο της καριέρας μου. Ήταν για 4 ή 5 χρόνια, δηλαδή σχεδόν θα τελείωνα την καριέρα μου εκεί. Πήγα διακοπές, ξεκίνησα προετοιμασία με τον Κούμαν ως προπονητή, στην αρχή ήταν όλα εντάξει και σε ένα παιχνίδι του Europa League, ο Κούμαν επέλεξε μία εντεκάδα με εμένα μέσα και στο επόμενο παιχνίδι, έπαιξε ακριβώς με την ίδια εντεκάδα, με μοναδική αλλαγή εμένα. Την επόμενη μέρα πήγα σε εκείνον να ρωτήσω αν έκανα κάποιο λάθος και έμεινα εκτός εντεκάδας και να μου εξηγήσει τι συνέβη.
Η απάντηση του ήταν: "Αν δεν σου αρέσει, μπορείς να φύγεις". Ο χαρακτήρας μου είναι ότι όταν μου επιτεθείς ή δεν με σεβαστείς, τότε θα σου επιτεθώ και εγώ. Πήρα τηλέφωνο τον πρόεδρο, του εξήγησα την κατάσταση, εκείνος ήταν πάντα ήρεμος και μου έλεγε να ηρεμήσω και να χαλαρώσω και πως όλα θα φτιάξουν. Μου εξηγούσε ότι έτσι είναι οι Ολλανδοί και να μην τον παρεξηγώ. Εγώ είχα αποφασίσει να φύγω και του το είπα. Το είπα στον ατζέντη μου και εκείνος μου είπε τα ίδια με τον πρόεδρο. Εγώ του ζήτησα να βρούμε ομάδα να φύγω.
Το θέμα είναι ότι το νέο συμβόλαιο που υπέγραψα ήταν μεγάλο και σε διάρκεια και σε λεφτά. Όταν με ρώτησε σε ποια ομάδα θέλω να πάω, εγώ του απάντησα στον Ολυμπιακό. Μου εξήγησε ότι είναι αδύνατον για τα λεφτά και εγώ του είπα: "δεν με νοιάζει, ας ρίξω τις απολαβές μου, θέλω απλώς να πάω πίσω στον Ολυμπιακό". Οπότε κάλεσε τον κ. Μαρινάκη, εκείνος του απάντησε ότι θα κάνει ό,τι μπορεί για να με πάρει στον Ολυμπιακό. Μέχρι την τελευταία μέρα των μεταγραφών εκείνο το καλοκαίρι προσπαθήσαμε με κάθε τρόπο να τα καταφέρουμε, αλλά η Έβερτον έλεγε συνεχώς όχι και έτσι δεν πήγα στον Ολυμπιακό.
Έπαιξα κάποια παιχνίδια μετά, ο Κούμαν έφυγε, ήρθε νέος προπονητής και όταν μίλησα μαζί του, μου είπε ότι ξέρει ότι θέλω να φύγω. Του εξήγησα ότι ήθελα να φύγω λόγω του Κούμαν αλλά με εκείνον δεν είχα κάποιο θέμα για να μείνω στην Έβερτον. Εκείνος μου είπε ότι καλύτερα να φύγω επειδή ήθελε να φέρει Άγγλους παίκτες στη θέση μου. Όταν μου το είπε αυτό, τότε άρχισα να φτιάχνω τα πάντα για να πάω στον Ολυμπιακό. Μίλησα στον κ. Μαρινάκη και του είπα ότι θέλω να γυρίσω το συντομότερο δυνατόν για να μπω γρήγορα στην ομάδα και να παίξω. Εκείνος κράτησε τον λόγο του και έτσι η μεταγραφή ολοκληρώθηκε στις 06/01. Ήταν δύσκολο γιατί χρειαστήκαμε πολλές διαπραγματεύσεις με την Έβερτον, έπρεπε να φιξάρουμε τις απολαβές μου και να τις ρίξουμε κατά 50%. Δεν πήγα στον Ολυμπιακό για τα λεφτά, απλώς ήταν το καλύτερο για εμένα και την οικογένεια μου. Είχα πρόταση από Αγγλία και Γερμανία αλλά δεν ήθελα να πάω αλλού. Ήθελα να πάω στον Ολυμπιακό, να παίξω, να μείνω μόνιμα και μετά να πάω και στο Μουντιάλ του 2018. Στο τέλος όμως όλα πήγαν σ@@@α (γέλια)».
- Τι είχε πάει στραβά σε εκείνη τη σεζόν; Ο Ομάρ Ελαμπντελαουί είχε πει στο Gazzetta για κάποιους παίκτες που ήταν στο ρόστερ εκείνη τη σεζόν που δεν άξιζαν να είναι. Εσύ τι λάθος είχες εντοπίσει;
«Είχαμε κάποιους καλούς παίκτες, όπως ο Ελαμπντελαουί, αλλά το κυριότερο πρόβλημα είναι πως δεν ένιωθα ότι ήμασταν... οικογένεια. Όπως στην πρώτη θητεία. Είδα παίκτες που ήταν εγωιστές, που δεν έπαιζαν και δεν τους ένοιαζε επειδή θα έπαιρναν τον μισθό τους. Αυτό έβλεπα και αρκετοί ζήλευαν και εμένα. Το ένιωθα στο γήπεδο επειδή δεν μου έδιναν την μπάλα, δεν μου μιλούσαν. Ένιωθαν πως είμαι ο σταρ και δεν ήθελαν να παίζουν μαζί μου. Αυτό αισθανόμουν στο γήπεδο για αυτό και σου είπα ότι ήμουν περίεργα και δεν ένιωθα χαρούμενος. Το κλαμπ και ο κόουτς έδωσαν τα πάντα για να είμαι καλά και εγώ ήμουν θετικός στα μίντια, στους ανθρώπους, παρά την κατάσταση. Θέλαμε να είμαστε focus για να τερματίσουμε στην καλύτερη θέση. Ένα μήνα πριν τελειώσει η σεζόν, ο ένας έλυνε το συμβόλαιο του με το κλαμπ, άλλος δεν ενδιαφερόταν για την ομάδα γιατί είχε ενημερωθεί πως θα φύγει... πολλοί παίκτες θα έφευγαν οπότε δεν ενδιαφερόντουσαν κιόλας».
- Δεν ήσουν χαρούμενος που γύρισες;
«Μετά από μερικές εβδομάδες είπα στη γυναίκα μου ότι μάλλον δεν πήρα τη σωστή απόφαση. Εκείνη ξαφνιάστηκε και με ρώτησε γιατί, αφού είχα γυρίσει στον Ολυμπιακό που τόσο πολύ ήθελα. Της εξήγησα πως ένιωθα ότι δεν θα μείνω παραπάνω από έξι μήνες, κάτι είχε αλλάξει, ήταν περίεργα τα πράγματα. Δεν είχα εμπιστοσύνη για μερικούς ανθρώπους στην ομάδα, κάποιοι δεν με ήθελαν. Φυσικά δεν μιλάω για τον κόσμο που ήταν δίπλα μου όλη την ώρα. Ξέρεις τη συνέχεια. Έφυγα ένα ματς πριν τελειώσει η σεζόν, δεν πήγε τίποτα καλά».
«Δεν άξιζα τον τρόπο που μου φέρθηκαν κάποιοι άνθρωποι μέσα στην ομάδα»
- Είχε έρθει και ο Βαγγέλης Μαρινάκης στα αποδυτήρια...
«Στην πρώτη θητεία είχε έρθει 2-3 φορές, γιατί ο κ. Μαρινάκης ήθελε να νικάμε. Δεν δεχόταν την ήττα. Οπότε σκέψου την κατάσταση στη δεύτερη θητεία μου που χάναμε, που δεν ήμασταν καλοί, που οι οπαδοί μάς αποδοκίμαζαν. Αυτό ήταν σημάδι ότι ήμασταν σ@@@@α. Ήταν δυσαρεστημένος με την κατάσταση και δικαίως γιατί είχε βάλει πολλά λεφτά για αυτό το ρόστερ και το αποτέλεσμα δεν ήταν καλό. Έτσι είναι οι ομάδες και το ποδόσφαιρο, όμως. Δεν μπορείς να το εξηγήσεις».
- Γενικά πώς ήταν οι σχέσεις σου με τον Βαγγέλη Μαρινάκη;
«Ήταν σαν τρενάκι του λούνα παρκ (γέλια). Τη μία πάνω την άλλη κάτω. Στην αρχή ήταν κακή, μετά ήταν καλή. Όταν έφυγα ήταν πάλι κακή, μετά όταν γύρισα ήταν τοπ, μετά όταν δεν πήγαινα καλά ήταν πάλι κακή. Είναι δύσκολο να εξηγήσω γιατί είναι έτσι, αλλά είναι ένας πρόεδρος που μου αρέσει πολύ και σέβομαι άπειρα. Κάποιες φορές τον καταλάβαινα, άλλες όχι, αλλά πιστεύω το ίδιο συμβαίνει και με εκείνον προς εμένα, γιατί όταν έφυγα από την ομάδα, είδα πολλούς ανθρώπους από τη διοίκηση να μιλούν άσχημα για εμένα. Οπότε ήταν δύσκολο για εμένα, γιατί εγώ πάντα έδινα τον καλύτερο μου εαυτό για τον Ολυμπιακό και προσπαθούσα να πω την αλήθεια ότι δεν ήθελα να φύγω από τον Ολυμπιακό».
- Τι σε στεναχώρησε μετά τη δεύτερη θητεία;
«Αυτή τη στιγμή, αν με ρωτήσεις σε ποιο κλαμπ θα ήθελα να επιστρέψω, αυτό είναι ο Ολυμπιακός. Δεν καταλαβαίνω όταν έφυγα γιατί έγιναν όλα τα παραπάνω. Δεν είπα ποτέ κακό λόγο για κάποιον, πάντα έδινα το 100% για τον Ολυμπιακό, πάντα ήμουν ο πρώτος που μιλούσα όταν δεν έπαιζα καλά, έδινα εξηγήσεις και δεχόμουν και την κριτική φυσικά. Όταν έφυγα είδα άσχημα πράγματα στα μίντια και πραγματικά στεναχωρήθηκα γιατί δεν το αξίζω. Έδωσα τα πάντα για τον Ολυμπιακό και αυτή τη στιγμή μου αρκεί που οι οπαδοί ακόμα με αγαπούν».
- Κάποια ιστορία...
«Επειδή έμεινα εκτός και ήταν το Μουντιάλ του 2018 εκείνο το καλοκαίρι, η Εθνική Βελγίου μου έδωσε ένα πρόγραμμα για να μη μείνω σε φόρμα μέχρι τη διοργάνωση. Ρώτησα το κλαμπ αν μπορώ να χρησιμοποιήσω το προπονητικό κέντρο και τις προπονήσεις, μου έδωσαν το οκ. Ήμουν εκεί κάθε μέρα αλλά μία μέρα πήγα και δεν με άφησαν να μπω. Τους ρώτησα τι συνέβη και μου είπαν ότι είναι εντολή να μην μπω, είχε τελειώσει η παρουσία μου στον Ολυμπιακό. Ήταν πραγματικά πολύ περίεργο. Τελικά δεν πήγα στο Μουντιάλ, πήγα διακοπές, που ήταν οι χειρότερες της ζωής μου. Σκεφτόμουν συνεχώς τον τρόπο που τελείωσε η παρουσία μου στον Ολυμπιακό.
Αυτό είναι το ποδόσφαιρο όμως. Για εμένα είναι το όνειρο μου να επιστρέψω στον Ολυμπιακό, να λάβω ένα πόστο, να τον βοηθήσω, χάρηκα με το Conference League γιατί ήταν ο στόχος του κ. Μαρινάκη εδώ και χρόνια. Εμένα μου το είχε πει από τότε ότι ήταν ο μεγάλος του στόχος να κατακτήσει ένα ευρωπαϊκό τρόπαιο και τώρα τα κατάφερε. Πριν λίγες μέρες μίλησα με έναν άνθρωπο στον Ολυμπιακό για να επιστρέψω σε ένα πόστο. Είτε στο σταφ, είτε ως τεχνικός διευθυντής... οπουδήποτε για να βοηθήσω όμως, δεν ξέρω γιατί, ίσως κάποιοι δεν με θέλουν στον Ολυμπιακό μέσα από την ομάδα και το θεωρώ απίθανο αυτή τη στιγμή».
«Ο Ολυμπιακός έπρεπε να πάρει ένα ευρωπαϊκό, ήταν το όνειρο μου να το δω»
- Είδες το ευρωπαϊκό του Ολυμπιακού; Πώς ένιωσες για την επιτυχία;
«Ήταν να έρθω στην Ελλάδα για τον τελικό αλλά συνέβη κάτι με την οικογένεια μου και έμεινα στο Βέλγιο. Είδα το παιχνίδι από την τηλεόραση με τα παιδιά μου. Ήταν σπέσιαλ παιχνίδι για εμένα, επειδή έπαιζαν δύο ομάδες στις οποίες έχω αγωνιστεί. Αλλά, βέβαια, δεν συγκρίνονται όσα έζησα με τον Ολυμπιακό με αυτά που έζησα με τη Φιορεντίνα. Ήταν περίεργο επειδή έπαιζαν κάποιοι συμπαίκτες που είχα.
Είχα άγχος για τον Ολυμπιακό, γιατί το άξιζε για δύο λόγους. Ο πρώτος ήταν γιατί έπαιζαν στην έδρα της ΑΕΚ και αν έχαναν, τότε οι οπαδοί της θα αστειεύονταν για αυτή την ήττα συνέχεια και ο δεύτερος ήταν ότι από αυτή την ομάδα έλειπε ένα ευρωπαϊκό και το άξιζε να το πάρει με την πορεία που έκανε. Ήμουν πολύ χαρούμενος που το κατέκτησε ο Ολυμπιακός. Στη δεύτερη θητεία μου, πήγαμε με τον κ. Μαρινάκη σε ένα εστιατόριο στην Αθήνα και του είπα ότι το όνειρο μου είναι ο Ολυμπιακός να κατακτήσει ένα ευρωπαϊκό τρόπαιο.
Με κοίταξε, με ρώτησε αν είμαι τρελός και του είπα ναι (γέλια). Το πίστευα ότι, κάποια στιγμή, ο Ολυμπιακός θα κατακτήσει ένα ευρωπαϊκό τρόπαιο. Δεν ήταν ο καλύτερος τελικός από πλευράς θεάματος αλλά το σημαντικό ήταν που το πήρε ο Ολυμπιακός. Τα παιδιά μου φορούσαν φανέλα του Ολυμπιακού, είχαν σημαίες και πανηγύριζαμε όλοι μαζί τη νίκη. Επίσης έχουμε και πολλούς Έλληνες οπαδούς στο Βέλγιο, ο καλύτερος μου φίλος είναι στη Θύρα 7. Οπότε για πολλούς λόγους το χάρηκα».
- Πάμε στην εθνική Βελγίου. Είχες αγωνιστεί στο Μουντιάλ του 2014. Πες μου για αυτή την εμπειρία...
«Πάντα λέω στον κόσμο πως ήταν η χειρότερη διοργάνωση που έχω παίξει. Και με κοιτούν όπως εσύ (γέλια). Με ρωτούν αν είμαι τρελός που το λέω αυτό αλλά θα σου εξηγήσω. Το Μουντιάλ έγινε στη Βραζιλία και τίποτα δεν ήταν έτοιμο. Τα γήπεδα δεν είχαν ολοκληρωθεί, η οργάνωση ήταν κακή, το χορτάρι τραγικό, οι εγκαταστάσεις δεν ήταν καλές. Επίσης, επειδή ήταν στη Βραζιλία, όταν παίξαμε με την Αργεντινή στα προημιτελικά, ήταν περίπου 1.000 οπαδοί από το Βέλγιο και περίπου 50 με 60.000 οπαδοί της Αργεντινής. Ήταν να παίζουμε στο Μπουένος Άιρες. Το συναίσθημα ήταν περίεργο. Εντάξει ήταν υπέροχο που έπαιξα στο Μουντιάλ και έζησα αυτή την εμπειρία, αλλά όταν έπαιξα στους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Πεκίνο, ήταν πολύ πιο όμορφο και μένει πιο έντονα στη μνήμη μου. Όλα ήταν τοπ».
- Πώς ήταν που είχες αντίπαλο τον Λιονέλ Μέσι στα προημιτελικά;
«Ήταν η πρώτη φορά που έπαιξα κόντρα στον Μέσι. Όπως σου είπα, στα παιχνίδια είμαι focus σε εμένα και δεν κοιτάω τους άλλους. Όμως όσες φορές είδα τον Μέσι στα δύο μέτρα από εμένα και με την μπάλα, πάντα λες ότι κάτι θα συμβεί. Διπλασιάζεται η προσοχή σου στο αμυντικό κομμάτι γιατί με μία κίνηση μπορεί να κάνει τη διαφορά. Σε εκείνο το παιχνίδι ακόμα θυμάμαι ότι τον έκοψα 2-3 φορές. Ο γιος μου βλέπει τα βίντεο τώρα και μου λέει: "μπαμπά, έκλεψες την μπάλα από τον Μέσι, το κάνεις να φαίνεται εύκολο". Εγώ του λέω πως ο πατέρας του είναι ένας πολύ καλός παίκτης επίσης (γέλια). Το γεγονός όμως οτι δεν περάσαμε στα ημιτελικά με έκανε να ξεχάσω αυτές τις στιγμές».
- Τώρα θα σου λέω έναν αστέρα με τον οποίο υπήρξες συμπαίκτη και θα μου λες την άποψη σου. Αρχίζουμε με Λουκάκου.
«Θεωρώ πως είναι ο καλύτερος στράικερ που έχω παίξει ως συμπαίκτης. Έχουμε παίξει για πολλά χρόνια στην Έβερτον και την Εθνική Βελγίου. Είναι ένας πολύ καλός τύπος, δεν έχω κάτι αρνητικό να πω για αυτόν. Όταν είναι σε τοπ φόρμα, κάνει τρομερά πράγματα».
- Γουέιν Ρούνεϊ
«Τρελός τύπος (γέλια). Φανταστικός παίκτης, πάντα με βοηθούσε, μου έδινε οδηγίες στις προπονήσεις με τον τρόπο που θα πρέπει να παίζω και αυτά έβγαιναν στο γήπεδο με επιτυχία»
- Εντέν Αζάρ
«Ήμασταν στη Λιλ μαζί στις ακαδημίες και μετά στην εθνική ομάδα. Ό,τι και να λένε για την παρουσία του στη Ρεάλ Μαδρίτης, θεωρώ πως είναι ο καλύτερος ποδοσφαιριστής που έχω δει στη ζωή μου. Έχει κάνει τρομερά πράγματα με την Τσέλσι, ήταν από τους καλύτερους παίκτες στον κόσμο».
- Κέβιν Ντε Μπρόινε
«Στην αρχή στην εθνική ομάδα, ήταν αργός παίκτης. Είχε την ποιότητα αλλά δεν κάτι σπέσιαλ. Όμως βήμα-βήμα άρχισε να δείχνει το ταλέντο του, εξελίχθηκε πολύ με τη δουλειά του και πάντα έβλεπες τη διαφορά. Μιλούσε περισσότερο στο γήπεδο, έπαιρνε περισσότερο μπάλα, η ομάδα στηριζόταν σε εκείνον. Είναι διαφορετικός παίκτης από τον Αζάρ αλλά οι πάσες και η αντίληψη είναι πραγματικά φανταστική».
- Βλέπω τις φανέλες που έχεις στο γραφείο σου. Είχες ανταλλάξει τη φανέλα σου με κάποιον ποδοσφαιριστή;
«Στην αρχή αντάλλαζα συνέχεια. Είχα ανταλλάξει με τον Ρικέλμε για παράδειγμα, με τον Κριστιάνο Ρονάλντο όταν ήταν στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, αλλά το έκανα μέχρι τα 21 μου. Μετά δεν έδινα τη φανέλα μου εύκολα επειδή ήθελα να τις κρατάω και να τις έχω ως ανάμνηση από κάθε αγώνα. Βέβαια αν κάποιος παίκτης ήθελε να ανταλλάξουμε, ποτέ δεν έλεγα όχι αλλά μόνο αν το ζητούσαν οι ίδιοι. Μου είπαν ότι τώρα θα είχα μεγάλη συλλογή από φανέλες άλλων παικτών, όμως ήδη δεν έχω χώρο στο γραφείο μου από δικές φανέλες, οπότε σκέψου τι θα γινόταν αν τις έβαζα και από αντιπάλους (γέλια)».
- Αν γυρνούσες τον χρόνο πίσω, θα άλλαζες κάτι;
«Είναι μία ερώτηση που μου κάνουν συνεχώς από τη μέρα που σταμάτησα το ποδόσφαιρο. Με ρωτούν αν θα άλλαζα κάτι ή θα μετάνιωνα για κάτι. Δεν μετανιώνω για τίποτα, γιατί όλα κάποιον λόγο γίνονται. Αλλά αν θα άλλαζα κάτι, ίσως αυτό ήταν η μεταγραφή από τον Ολυμπιακό στην Έβερτον. Θα ήθελα να μείνω στον Ολυμπιακό για δύο ακόμα χρόνια».