Παίζοντας μπάσκετ σε ένα ορφανοτροφείο στην Πάτρα το 1969

Παίζοντας μπάσκετ σε ένα ορφανοτροφείο στην Πάτρα το 1969

Άκης Κατσούδας

1969. Το ελληνικό μπάσκετ, το οποίο ένα χρόνο μόλις πριν είχε πανηγυρίσει την πρώτη του ευρωπαϊκή επιτυχία στο Καλλιμάρμαρο, με την ΑΕΚ να κατακτά το Κύπελλο Κυπελλούχων κόντρα στη Σλάβια Πράγας, βρίσκεται ακόμη σε εμβρυικό στάδιο. Τα περισσότερα ματς γίνονται σε ανοιχτά τσιμεντένια γήπεδα, οι παίκτες αγωνίζονται φορώντας πάνινα παπούτσια, ενώ στην τηλεόραση οι μόνες μεταδόσεις έρχονται από το μαγικό κόσμο του NBA που έχει καταφέρει ήδη να εδραιωθεί ως το καλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου.

Αρκετά χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, δυο έφηβοι αφήνουν τα σπίτια τους, προκείμενου να φτιάξουν ένα νέο. Το μπάσκετ τους ενώνει. Παρέα με μερικούς ακόμη στέκονται μπροστά από την οθόνη και παρακολουθούσαν «τα θηρία», όπως τα αποκαλούν μεταξύ τους. Πρόκειται για τρόφιμους του Σκαγιοπούλειου ορφανοτροφείου στην Πάτρα που μόλις έχουν περάσει τις πύλες του. Ένας από αυτούς θυμάται τις πρώτες μέρες στο ίδρυμα.

«Όταν μπήκα εγώ πρέπει να ήμασταν γύρω στα 150 παιδιά. Τα περισσότερα ήμασταν από τις τριγύρω περιοχές και τα χωριά. Άλλα ορφανά, άλλα από άπορες και πολύτεκνες οικογένειες» εξηγεί ο πρώην τρόφιμος, Τάκης Κατσούδας.

image

«Πήγαμε τρεις μέρες πριν για να συνηθίσουμε το παρκέ. Την πρώτη φορά που έτρεξα και πήγα να σταματήσω, γλίστρησα, έπεσα κάτω και έκανα μια μεγάλη μελανιά»

Το πρόγραμμα, ειδικά τα τρία πρώτα χρόνια, ήταν πολύ αυστηρό. Σχολείο, διάβασμα και εργασία στο αγρόκτημα που υπήρχε πίσω από το ορφανοτροφείο και το βράδυ μπάσκετ. «Είχαμε στρέμματα πίσω από το κτίριο και καλλιεργούσαμε ντομάτες, μελιτζάνες, πιπεριές, πορτοκάλια».

Όταν τελείωναν οι δουλειές, έμενε χρόνος για παιχνίδι και κυρίως μπάσκετ. Αν κάποιος ξεχώριζε στους αυτοσχέδιους αγώνες που διοργανώνονταν, έπαιρνε μεταγραφή στην ανδρική ομάδα του Σκαγιοπούλειου. «Παίζαμε με τις λάμπες το βράδυ. Όλοι μας μάθαμε να σουτάρουμε στα 14 μας. Υπήρχε πολύ ακατέργαστο ταλέντο, χωρίς, όμως, τις υποδομές και τον εξοπλισμό του σήμερα».

Οι εντός έδρας αγώνες της ομάδας του ορφανοτροφείου γινόταν στο γηπεδάκι που υπάρχει μέχρι σήμερα στο προαύλιο του κτιρίου. Κερκίδες δεν υπήρχαν, παρά μόνο μερικά πεζούλια. Οι άνθρωποι του συλλόγου, μάλιστα, έδεναν μερικές τριχιές ανάμεσα στις κολώνες για να περνούν οι θεατές στον αγωνιστικό χώρο. Αυτός ήταν το μόνο μέτρο ασφαλείας.

Μία από τις πρώτες ομάδες του Σκαγιοπούλειου.
Μία από τις πρώτες ομάδες του Σκαγιοπούλειου.

«Δεν είχες άλλη επιλογή. Κλειστά γήπεδα με παρκέ, εκείνη την εποχή, είχε ο Απόλλωνας Πάτρας που έπαιζε στην πρώτη κατηγορία, το Παλαί Ντε Σπορ στη Θεσσαλονίκη και το Σπόρτινγκ στην Αθήνα». Ο ίδιος θυμάται την πρώτη του φορά σε τέτοια επιφάνεια. Επρόκειτο για έναν τελικό ανόδου στις εθνικές κατηγορίες κόντρα στην Κέρκυρα.

«Πήγαμε τρεις μέρες πριν για να συνηθίσουμε το παρκέ. Δεν είχε καμία σχέση η αίσθηση. Αφού την πρώτη φορά που έτρεξα και προσπάθησα να σταματήσω, έπεσα κάτω και έκανα μια μεγάλη μελανιά. Γλίστραγε πάρα πολύ». Η ομάδα μπορεί τελικά να μην κέρδισε, ωστόσο, έδειξε ότι ήταν ακόμη εδώ.

Ο ΑΟ Σκαγιοπούλειο είναι μία από τις παλαιότερες μπασκετικές ομάδες στην Ελλάδα. Ιδρύθηκε το 1925, ενώ όλοι οι παίκτες του ήταν παιδιά που διέμεναν στο ορφανοτροφείο. Από το 1929 συμμετείχε στα τοπικά πρωταθλήματα της Πάτρας, ενώ τα χρυσά της χρόνια ήταν μεταξύ του 1948 και του 1953, όταν και κατέκτησε τα τρία από τα έξι διαθέσιμα. Τότε, μάλιστα, είχε την ευκαιρία, για πρώτη και τελευταία φορά στην ιστορία της, να αγωνιστεί στο πανελλήνιο πρωτάθλημα κόντρα στον Παναθηναϊκό, τον Ολυμπιακό, τον Άρη και όλους τους μεγάλους συλλόγους της χώρας.

image

«Με αυτά τα παιδιά δεν είμαστε απλά φίλοι. Είμαστε αδέρφια. Κοιμόμασταν στα ίδια δωμάτια, φορούσαμε τα ίδια σώβρακα»

Στα περισσότερα από τα παιχνίδια, οι ήττες ήταν ευρείες. Υπήρχε, όμως, ένα παιχνίδι που είδα τα θηρία στα μάτια. «ΠΑΟ - Σκαγιοπούλειον 38-31 (19-19). Δεν γνωρίζομεν τι εφοβείτο ο Παναθηναϊκός την Τετάρτην από το Σκαγιοπούλειον και δεν κατήλθεν με την α’ ομάδα του. Νομίζομεν όμως ότι οι αντικαταστάτες αυτών ευρέθησαν προ μιας θαυμάσιας εμφανίσεως των Πατρινών μπασκετμπολιστών. Βέβαια αν και νεαροί οι Παναθηναϊκοί εγνώριζον καλύτερον από τους αντιπάλους το μπάσκετ μπωλ. Βέβαια και οι νεαροί πρωταθληταί των Πατρών δεν υστέρησαν εις εμφάνησιν. Ορισμένοι καλοί συνδυασμοί και μερικά εύστοχα σουτ προκαλούσαν τα χειροκροτήματα των φιλάθλων».

Αυτό ήταν μόνο ένα μέρος του ρεπορτάζ αθλητικής εφημερίδας της εποχής που εκθείασε την προσπάθεια των παικτών της πατρινής ομάδας κόντρα στον Παναθηναϊκό. «Είναι οι τρεις μεγαλύτερες επιτυχίες μας. Αργότερα παίξαμε τρεις φορές στη Γ’ Εθνική. Συμμετείχαμε και στα μπαράζ για τη Β’ αλλά δεν τα καταφέραμε» λέει ο Μίκης Θεοδωράκης, πρόεδρος της ομάδας από το 1984 ως σήμερα.

Ο ίδιος αποφάσισε να αναλάβει τη διοίκηση της ομάδας όταν αυτή ήταν στα πρόθυρα της διάλυσης. «Όταν πήγα φαντάρος, το 1979, ο διευθυντής του ορφανοτροφείου, ο Σωτήρης Μαντούβαλος, δεν μπορούσε να συνεχίσει πλέον και αποφάσισε να σταματήσει τη λειτουργία της. Μετά την απόλυσή μου, γύρισα, έβαλα τα κλάματα στο γραφείο του και τη φτιάξαμε πάλι. Από τότε δεν έφυγα ποτέ» λέει γελώντας.

Το ρεπορτάζ της εφημερίδας της εποχής από το ιστορικό παιχνίδι κόντρα στον Παναθηναϊκό.
Ρεπορτάζ εφημερίδας της εποχής από το ιστορικό παιχνίδι κόντρα στον Παναθηναϊκό.

Ο σύλλογος ο οποίος πλέον αγωνίζεται στις ερασιτεχνικές κατηγορίες της Πάτρας, διαθέτει εδώ και μερικά χρόνια ακαδημίες. Τα μέλη του πλέον δεν είναι αποκλειστικά τρόφιμοι του «Κέντρου Παιδικής Μέριμνας Αρρένων Πατρών», όπως είναι η ακριβής ονομασία του σήμερα, αλλά και παιδιά της τριγύρω γειτονιάς. Όπως εξηγεί όμως ο κύριος Θεοδωράκης, σε πρώτο πλάνο είναι πάντοτε οι αθλητές από το Σκαγιοπούλειο.

«Σήμερα η ακαδημία μας έχει γύρω στα 90 παιδιά. Το 1/3 αυτών μένουν ακόμη εκεί. Πάντα λέω στους γονείς ότι εκείνα προηγούνται. Δεν μπορεί να γίνει αλλιώς. Αυτή η ομάδα είναι ταυτισμένη με το Σκαγιοπούλειο. Και θα είναι για πάντα» σημειώνει ο πρόεδρος.

Μπορεί τα χρόνια να έχουν περάσει και τα μέλη εκείνης της παρέας που είχαν φτιάξει στο οικοτροφείο το 1969 να έχουν τραβήξει διαφορετικούς δρόμους, ωστόσο, η σύνδεση δε χάνεται. «Αν τους πάρω ένα τηλέφωνο και τους ζητήσω μια οικονομική βοήθεια για τον σύλλογο θα το κάνουν» καταλήγει. «Με αυτά τα παιδιά δεν είμαστε απλά φίλοι. Είμαστε αδέρφια. Κοιμόμασταν στα ίδια δωμάτια. Φορούσαμε τα ίδια σώβρακα. Όλα αυτά δεν ξεχνιούνται όσα κι αν αλλάξουν».

@Photo credits: Άκης Κατσούδας / Αρχείο ΑΟ Σκαγιοπούλειου