Γκαβέλας-Νυφαντόπουλος στο Gazzetta: Ο ένας για τον άλλο και οι δύο δεμένοι για το χρυσό, με τα μάτια κλειστά
Στην κατηγορία Τ11 των Παραολυμπιακών Αγώνων συμμετέχουν αθλητές/τριες που τυφλοί ή με μερική όραση και τρέχουν με ένα κάλυμμα στα μάτια, μαζί με τους συνοδούς τους. Δίπλα δίπλα, συνδεδεμένοι με ένα σχοινί που κάνει τους δύο αθλητές ένα, κυριολεκτικά. Ταυτόχρονα όλα από την εκκίνηση ως και μερικά μέτρα πριν τον τερματισμό. Πρέπει ακόμη και το μυαλό τους να λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο, να κάνει τις ίδιες σκέψεις, να έχει τον ίδιο σκοπό. Και λίγο πριν τον τερματισμό, αυτή η τέλεια αρμονία στην οποία βρίσκονται διαλύεται με μία μόνο λέξη. “Τώρα”.
Όλα έγιναν σε έναν μήνα και κάτι ψιλά. 15 κομμάτια στο σύνολο, 5-6 τερματισμοί το πολύ, κανένας αγώνας πριν τη μεγάλη μέρα. Φτάνει ο ένας μήνας και τα κάτι ψιλά; Αν είσαι το "αφεντικό" των 100μ της κατηγορίας Τ11, Νάσος Γκαβέλας, και συναντήσεις τον πολεμιστή πρωταθλητή των σπριντ, Γιάννη Νυφαντόπουλο, φτάνει και περισσεύει.
Ούτε εύκολη, ούτε απλή στη διαχείριση. Η πρόκληση που τέθηκαν να αντιμετωπίσουν οι Νάσος Γκαβέλας και Γιάννης Νυφαντόπουλος όταν αποφάσισαν να δουλέψουν μαζί για το όνειρο, δηλαδή περίπου ενάμιση μήνα πριν τον μεγάλο στόχο των τελευταίων τριών ετών, ήταν τεράστια. Δεν παίρνεις κάθε μέρα ένα χρυσό Παραολυμπιακό μετάλλιο, δεν διατηρείς έτσι απλά τον τίτλο σου στη μεγαλύτερη σκηνή του κόσμου. Για να συμβεί, θέλει να έχεις πολεμήσει. Και οι δυο τους πολέμησαν μέσα κι έξω από τα στάδια.
Από τη μία ο Νάσος, ο οποίος λόγω μίας πάθησης στα μάτια έχει χάσει την όρασή του, είχε κληθεί να βρει τον ιδανικό συνοδό, μετά από μια σειρά ατυχιών με τους προηγούμενους αθλητές που είχε συνεργαστεί, όσο ο χρόνος λιγόστευε και από την άλλη ο Γιάννης που έχασε τους Ολυμπιακούς Αγώνες από τη στραβή ενός αγώνα και πλέον είχε να σηκώσει στις πλάτες του το βάρος του να είσαι συνοδός του χρυσού Παραολυμπιονίκη. Με ανασφάλεια πια για τον εαυτό του, ο 24χρονος Παραολυμπιονίκης χρειαζόταν κάποιον να εμπιστευτεί και να του δείξει τον δρόμο.
Ο μόνος τρόπος να πετύχουν ήταν η απόλυτη εμπιστοσύνη μεταξύ τους και να γίνει αυτό το “κλικ”. Και έτσι έγινε. Ο Γκαβέλας, νέος και γνωρίζοντας πολύ καλά πως είναι η πίεση του τίτλου, έχοντας ήδη κατακτήσει Παραολυμπιακό, Παγκόσμιο και Ευρωπαϊκό χρυσό, πανέτοιμος για ένα ακόμη και από την άλλη ο Νυφαντόπουλος, έμπειρος, έχοντας φάει τα 100άρια με το κουτάλι και βρισκόμενος μπροστά σε μία μεγάλη ευκαιρία.
Μπορεί ο ένας μήνας να ήταν λίγος όμως το μυαλό τους είχε ήδη κλειδώσει τον στόχο και αμέσως μπήκαν παρωπίδες. Προπόνηση, καλή επικοινωνία και αντίληψη, κάθε πρόβλημα λυνόταν αμέσως και δεν έμενε τίποτα με ερωτηματικό. Όλα έμπαιναν σε μία σειρά. Ο προπονητής του Νάσου Γκαβέλα, Νέστορας Κολοβός, παρακολουθούσε με ικανοποίηση όσο οι δύο αθλητές συνεννοούνταν άψογα και κάθε μέρα συνδέονταν ακόμη και πιο πολύ.
«Μετά τον Τζέσι Όουενς, μόνο ο Νάσος έχει καταφέρει να διώξει τον αρχηγό του κράτους από το στάδιο σε διοργάνωση Ολυμπιακών ή Παραολυμπιακών Αγώνων», λέει ο κόουτς του Γκαβέλα αναφερόμενος στο γεγονός πως ο αθλητής του μαζί με τον Νυφαντόπουλο κατάφεραν να νικήσουν (για πολλοστή φορά) τον Γάλλο αντίπαλό τους, που ήταν το μεγάλο φαβορί και γι’ αυτό τη μέρα του τελικού στο στάδιο βρισκόταν ο Εμανουέλ Μακρόν ώστε να κάνει εκείνος την απονομή. Αλλά τα σχέδια του ανατράπηκαν… Η ελληνική σημαία βρέθηκε στο πρώτο σκαλί του βάθρου και το χρυσό μετάλλιο άνηκε στους Γκαβέλα και Νυφαντόπουλο.
Οι δυο τους μίλησαν στο Gazzetta για τη συνεργασία τους και την πορεία ως το χρυσό στο Παρίσι, στιγμή προς στιγμή.
Φωτογραφίες: Τζίνα Σκανδάμη
Όλα έγιναν σε έναν μήνα και... κάτι ψιλά
Η συζήτηση ξεκινάει με τον Νυφαντόπουλο να αστειεύεται πως για τον Νάσο η επιλογή ήταν μία, μόνο το χρυσό, και τον Γκαβέλα να εξηγεί πώς έδεσαν μεταξύ τους και έφτασαν στο πρώτο σκαλί του βάθρου.
Νυφαντόπουλος: «Δεν είχε άλλη επιλογή ο Νάσος, ή θα έπαιρνε το χρυσό ή τίποτα άλλο, ούτε ασημένιο ούτε τίποτα άλλο. Δεν θα τύχαινε τίποτα. Το είχα μέσα μου, ήταν ο υπερασπιστής του τίτλου, του άξιζε να το ξαναπάρει. Το προηγούμενο ήταν χρυσό, ή θα έπαιρνε πάλι χρυσό ή τίποτα. Ή θα έπεφτε κάτω δηλαδή, γιατί θα πηγαίναμε για το χρυσό, ή τίποτα. Γι’ αυτό δουλέψαμε δύο μήνες».
Γκαβέλας: «Με βοήθησε πάρα πολύ. Ήμουν πολύ πιεσμένος ψυχολογικά φέτος. Ήθελα έναν άνθρωπο να μπορώ να ταιριάξω στο τρέξιμο γιατί είχα απογοητευτεί, είχα δυσκολευτεί πάρα πολύ να το βρω με έναν άνθρωπο μετά τον Δημήτρη (σ.σ. Χρυσάφη) και ήθελα να ξαναπάρω τα πάνω μου. Να βρω έναν άνθρωπο με τον οποίο να έχω σωστή επικοινωνία, να μπορούμε να ταιριάξουμε, να τρέξουμε σωστά και να ηρεμήσει το κεφάλι μου.
Μετά το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, κάναμε άλλες δύο κούρσες με τον Θοδωρή (σ.σ. Βροντινό) και μετά γύρισα και είπα στον προπονητή μου ότι “Νέστορα, εγώ φεύγω να ηρεμήσει το κεφάλι μου”. Και έκανα reset, για να μπω μετά έτοιμος. Έτσι, ξεκίνησα μετά με πολύ καλή ψυχολογία.
Μου το έβγαλε ο Γιάννης αυτό και πιστεύω του το έβγαλα κι εγώ, δεν ήταν μονόπλευρο. Τον εμπιστεύτηκα φουλ, τυφλά αν θέλεις… Με την προπόνηση βγήκε, όλο το παιχνίδι ήταν στη σωστή επικοινωνία. Ο Νέστορας ήταν στην άκρη και μας κοιτούσε κι εμείς μιλούσαμε και λέγαμε πώς θα το κάνουμε».
Νυφαντόπουλος: «Όλοι μας ρωτάνε αν μιλάμε μέσα στην κούρσα, αυτό δεν υπάρχει. Όλη η συζήτηση γίνεται στην προπόνηση. Πριν από κάθε κομμάτι του έλεγε “Νάσο, τι έχουμε τώρα; Ωραία, πρέπει να κάνουμε αυτό, αυτό κι αυτό. Πάμε”. Πριν από κάθε κομμάτι το προετοιμάζαμε τόσο πολύ συζητώντας το, και στο μυαλό μας βέβαια, και έτσι έβγαινε. Μόνο έτσι θα γινόταν, να συζητάμε συνέχεια. Επικοινωνία και feedback, πώς νιώθαμε το κομμάτι, πώς ήταν, το χέρι πώς ήταν εκεί και πάμε παρακάτω. Δεν έγινε προπόνηση που να φεύγαμε προβληματισμένοι, θα λύνονταν όλα εκείνη τη στιγμή. Ερχόμασταν και οι δύο με φόρα, γιατί έχουμε προπόνηση και γουστάραμε, και φεύγαμε χαρούμενοι από κάθε προπόνηση».
Γκαβέλας: «Έχει αντίληψη ο Γιάννης, αυτό βοήθησε. Και η εμπειρία του, φυσικά, τόσα χρόνια στον πρωταθλητισμό και τα 100 μ. Και η εμπειρία η δική μου στο κομμάτι του πώς να τρέξουμε δεμένοι. Το ένα φέρνει το άλλο μετά. Ακόμη κι αν έκανε ο Γιάννης κάποιο λάθος συγχρονισμού, το έβρισκα εγώ γιατί εμένα δεν μου είναι δύσκολο να συγχρονιστώ με κάποιον. Απλά να αισθανθούμε ο ένας τον άλλο στο τρέξιμο, είναι ένας συνδυασμός πολύ συγκεκριμένος και ο τρόπος είναι πάντα διαφορετικός για κάθε αθλητή. Και το βρήκαμε!».
Πως είναι να τρέχετε δεμένοι;
Νυφαντόπουλος: «Με τον Νάσο που ήμασταν δίπλα-δίπλα δεμένα, ήταν λες και ο αντίπαλος που είχα στη διπλανή διαδρομή ήρθε ακόμη πιο κοντά μου. Ναι μεν μπορεί να έχουμε μία απόσταση στις ταχύτητες, αλλά ήταν σα να τρέχω για να κερδίσω και τον Νάσο. Δηλαδή, ήταν οριακά σαν να τον βλέπω ως αντίπαλο. Γιατί δεν μπορούμε να συμβαδίσουμε στις ταχύτητες. Πρέπει αυτός να κυνηγήσει να φάει εμένα, να με δαγκώσει, κι εγώ να προσπαθήσω να μην με πιάσει ποτέ ο Νάσος.
Η μόνη ανυπομονησία ήταν να φτάσουμε στον τερματισμό για να του φωνάξω το “Τώρα”. Πρέπει να τον “φτάσω” γρήγορα εκεί γιατί δεν βλέπει, δεν ξέρει πού είναι ο τερματισμός αν δεν του το πω. Αν δεν φωνάξω το “τώρα” θα συνεχίσει να τρέχει. Αυτό είχα lockάρει στο μυαλό μου, να φτάσω στο σημείο γρήγορα, να του φωνάξω, να τερματίσει, να νικήσει και μετά να συνεχίσουμε την πορεία μας».
Γκαβέλας: «Και με τον Μήτσο συζητούσα τα ίδια ακριβώς πράγματα. Αυτός εδώ θα με σκοτώσει, άρα πρέπει να τρέξω γρήγορα γιατί είμαστε δεμένοι. Ή θα σωριαστώ και θα σκοτωθώ ή θα τρέξω γρήγορα, δεν υπάρχει άλλη επιλογή. Αλλά για να το χτίσεις αυτό πρέπει να έχεις τον απόλυτο συγχρονισμό και την απόλυτη σχέση. Γιατί δεν κάνεις 1,5 χιλιόμετρο, 100 μ είναι και δεν συγχωρούνται λάθη. Εκεί τρέχεις ντουγρού, δεν υπάρχει τίποτα άλλο, ό,τι τεχνικό υπάρχει το έχει το κορμί μόνο του από την προπόνηση».
Δεν είχατε πολύ καιρό κοινής προετοιμασίας αλλά τελικά το αποτέλεσμα ήταν φοβερό. Θα ήθελα να μάθω πώς το καταφέρατε αυτό…
Νυφαντόπουλος: «Ένας μήνας και κάτι ψιλά ήταν η προπόνησή μας. Αν βγάλεις κάτι βάρη, κάτι αλτικά, κάτι Κυριακές, 15 κομμάτια κάναμε δεμένοι (σ.σ. με το λουρί). Ο πρώτος αγώνας μας μαζί ήταν ο προκριματικός στο Παρίσι, στους Παραολυμπιακούς».
Γκαβέλας: «Αυτό ήταν που με ανησυχούσε εμένα πολύ. Σκεφτόμουν πως εγώ δεν μπορούσα να τρέξω, γιατί για να μην μπορώ να το βρω με άλλον συνοδό μετά τον Μήτσο ένιωθα πως εγώ κάνω κάτι λάθος. Εν τέλει, απλά δεν μπορείς να ταιριάξεις με όλους. Εγώ δεν είχα κανένα άγχος για το χρυσό ή οτιδήποτε άλλο, ούτε καν με ενδιέφερε. Δεν το σκεφτόμουν, με ένοιαζε να τρέξουμε εμείς σωστά και έδινε boost ο ένας στον άλλο. Κάποιες φορές είχα και άγχος, φυσικά, αλλά πιστεύω πως είχα το άγχος λόγω της κατάστασης που είχα περάσει. Γιατί έχω υπάρξει αδιάφορος σε αγώνα, να είμαι χαλαρός».
«Είχε φάει όλη αυτή την αμφιβολία», συμπληρώνει ο Νυφαντόπουλος: «Σκεφτόταν πως δεν μπορεί να τρέξει πια. Άρα σκεφτόταν πως πρέπει να τρέξει κάπως και μετά να δει το μετάλλιο. Εγώ ήμουν το αντίθετο. Από τη στιγμή που είπαμε πως θα πάμε να τρέξουμε μαζί και θα συνεργαστούμε, ήμουν σίγουρος πως θα πάμε να πάρουμε το χρυσό μετάλλιο και θα φύγουμε. Δεν είχα καμία δεύτερη σκέψη, ότι μπορεί να αποτύχει αυτό. Θα γινόταν ό,τι έπρεπε να γίνει για να πετύχει αυτό.
Είχα εμπιστοσύνη στον εαυτό μου 100%, ότι μπορώ να το καταφέρω αυτό. Και φυσικά είχα εμπιστοσύνη και στον Νάσο, ότι μπορεί να με βοηθήσει και να ακολουθήσει αυτή τη σιγουριά».
«Έλεγα στον εαυτό μου "Και που δεν βλέπεις, θα τρέξεις. Σήμερα θα δεις"»
Και φτάνουμε στο Παρίσι. Ξεκίνησατε τρομερά και ολοκληρώσατε αυτή την εμφάνιση πετυχαίνοντας τον στόχο. Θέλω να μου τα πείτε όλα, ξεκινάμε από τον προκριματικό και τον ημιτελικό.
Νυφαντόπουλος: «Στον προκριματικό άκουγα εκεί τις ιαχές του κόσμου, είχαν τον Γάλλο μέσα. Περίμενα απλά να περάσει η ώρα να έρθει το απόγευμα, να κάνουμε τη δεύτερη διαδικαστική κούρσα - γιατί έτσι το είχα εγώ στο μυαλό μου - και να ξεκουραστούμε μετά για να ετοιμαστούμε για τον τελικό. Το παίρναμε μεν βήμα-βήμα αλλά ήθελα απλά να φύγουν γρήγορα αυτές οι πρώτες κούρσες για να έρθει ο τελικός!».
Γκαβέλας: «Ήθελα απλά να τρέξουμε και να φύγουμε. Ήταν πολύ πρωί, είχε πάρα πολύ κρύο. Εγώ κρυώνω γενικά και γι’ αυτό φοβόμουν μήπως ήμουν και άρρωστος.
Ο προκριματικός με βοήθησε να δω τη λειτουργία εκεί, πώς είναι το προθερμαντήριο, το call room, όλα. Συζητήσαμε τι θέλουμε να κάνουμε εκεί, να ξέρουμε πού είναι τι, να εξοικειωνόμαστε με τον χώρο πλήρως. Όσο περνούσε ο χρόνος, ήταν θετικό για εμάς και κρίμα για τους υπόλοιπους. Είχα ξυπνήσει πολύ ευδιάθετος, γενικά ήμουν έτσι. Αλλά είχα απίστευτο πονοκέφαλο, πήρα μέχρι και παυσίπονο εγώ που δεν παίρνω ποτέ τίποτα. Δεν ξεκουραστήκαμε καλά εκείνο το μεσημέρι, είχαμε και οι δύο φρικτό πονοκέφαλο. Κάτι μου συνέβαινε δηλαδή. Ίδρωνα και κρύωνα παράλληλα και τότε λέω πρέπει να πάρω ένα παυσίπονο».
Νυφαντόπουλος: «Μου λέει σε κάποια φάση πως έχει πυρετό και πήγαινα κοντά του σαν τη γιαγιά να δω από το μέτωπό του αν έχει πυρετό, γιατί δεν είχαμε θερμόμετρο. Και του λέω “Μια χαρά είσαι”, αλλά μέσα μου σκεφτόμουν ότι μπορεί να είχε κολλήσει κάτι και έλεγα “Πώς θα τρέξουμε;”. Αλλά δεν του το έλεγα, του έλεγα ότι για σήμερα το βράδυ και αύριο δεν έχεις τίποτα, μεθαύριο πάθε ό,τι θες.
Μετά λίγο κοιμήθηκε στο λεωφορείο, λίγο πριν το ζέσταμα, και έλεγα πώς θα ξυπνήσει αυτός τώρα; Γιατί δεν είναι μόνο να ανοίξει τα μάτια του, είναι δυναμικό το αγώνισμα, πρέπει να ενεργοποιηθεί. Αλλά όλα εντάξει ήταν! Πριν τον τελικό πονούσε κι εμένα το κεφάλι μου εξωφρενικά αλλά δεν είπα κουβέντα. Στον ημιτελικό, όταν ήμουν στη θέση και είχα ρίξει το κεφάλι μου, ένιωθα πως θα σπάσει το κεφάλι μου. Αλλά εκείνη την ώρα τι να πεις; Να πω στον Νάσο ότι πονάω τώρα εκεί που βρισκόμουν; Λέω “100μ είναι, θα βγουν”».
Γκαβέλας: «Εγώ συνήθως σε όποιο στάδιο πάμε, θέλω να το περπατήσω γιατί επειδή δεν βλέπω, θέλω να αισθανθώ το στάδιο να αντιληφθώ πώς είναι. Στον προκριματικό, μου είπε ο Γιάννης πως η κορμοστασιά μου στο τρέξιμο δεν ήταν σωστή, είχα κάτσει λίγο πίσω και δεν είχα θετικές γωνίες. Νόμιζα πως πήγαινα επιθετικά αλλά πήγαινα σούζα, γιατί δεν είχα σωστή αντίληψη.
Στον ημιτελικό δεν ήξερα καν αν μπορούσα να τρέξω, ήμουν χάλια. Αυτό, βέβαια, δεν το είπα στον Γιάννη, τώρα του το λέω».
Νυφαντόπουλος: «Εκεί ξεκίνησαν οι απειλές, τον απειλούσα. Του λέω “Νάσο, κάνε μου μια χάρη ρε φίλε, σε παρακαλώ. Κάνε αυτό που ξέρεις μέχρι τα 60μ, να το πάμε έτσι, αλλά μετά τα 60μ έλα πάνω μου να φύγουμε γιατί αν δεν έρθεις, θα σε σύρω και θα σε κάνω σημαία. Θα φας ταρτάν. Άμα θες, του λέω, έλα, εγώ πάντως θα τρέξω”. Ήθελα να τον ξυπνήσω, γουστάρει τέτοια αυτός. Ή θα πηγαίναμε μπροστά και θα παίρναμε χρυσό ή τίποτα. Ήταν λίγο risky γιατί δεν ήξερα πόσο θα το αντέξει τέτοια τακτική πάνω στον αγώνα, μπορεί να μην ήθελε τώρα να ακούει έναν… καράφλα από δίπλα του να τον απειλεί. Το έπαιξα κορώνα-γράμματα. Άλλα δούλεψε. Στον τελικό μου είπε μόνος του «απειλήσέ με λίγο».
Γκαβέλας: «Αφού έφυγε ο ημιτελικός, με το που τερματίσαμε, λέω “Ω μάγκες, τη βάψατε”. Δεν ξέρω αν το είπα δυνατά και το άκουσε ο Γιάννης ή το είχα μόνο στο μυαλό μου. Δεν περίμενα να νιώσω έτσι στην κούρσα τελικά γιατί μετά τον προκριματικό ένιωθα άθλια. Μετά, αφού κοιμήθηκα λίγο στο στάδιο, λίγο στο λεωφορείο, λίγο… όπου έβρισκα, φύγαμε γρήγορα και πέθαινα στο κρύο. Κάναμε τα μασάζ μας, ό,τι χρειάζεται, και μετά ξεκουραστήκαμε. Νιώθαμε πολύ καλά πια. Τότε σβήστηκαν όλα, είπα “ό,τι κι αν έχεις προχώρα! Και που δεν βλέπεις, θα τρέξεις. Σήμερα θα δεις”, έτσι έλεγα στον εαυτό μου».
Άρα δεν βγήκε όσο εύκολα φάνηκε όμως φτάσατε στον τελικό ως πρώτοι με στόχο να είστε και πάλι οι πρώτοι. Πως ήταν η μέρα του τελικού;
Γκαβέλας: «Κάτι με στριφογύρναγε και πριν τον τελικό. Δεν μπορούσα να κοιμηθώ γιατί είχα πάλι πονοκέφαλο. Αφού πήγαμε στο στάδιο, βρήκα ένα κρεβάτι του μασάζ και πρέπει να λιποθύμησα, δεν κοιμήθηκα απλά. Με ξύπνησαν λίγο πριν το ζέσταμα, ήμουν άρρωστος τότε ξεκάθαρα. Έβρεχε κι εκείνη τη μέρα, σταματούσε μόνο όταν βγαίναμε για τον αγώνα.
Και ακούγεται “On your marks”», λέει ο Γκαβέλας και κάνει μία παύση. «Πω με έχει πιάσει ταχυπαλμία, μου έρχεται να σηκωθώ να τρέξω» μας λέει, αφού η περίγραφη του αγώνα επανέφερε τα συναισθήματα που ένιωθε εκείνη τη μέρα. Αφού παίρνει μία ανάσα, συνεχίζει:
«Παίρνω την ανάσα μου, τη βγάζω και θυμώνω. Κάθομαι, βάζω πολύ σωστά τα πόδια μου και περιμένουμε. Όταν περιμέναμε την εκκίνηση, ξεκίνησαν όλοι να φωνάζουν “Αντόλφ, Αντόλφ” (σ.σ. ο Γάλλος αντίπαλος, αργυρός Ολυμπιονίκης) και εγώ τρελάθηκα εκείνη τη στιγμή. Τους είχα αριστερά μου τους Γάλλους, τους ένιωθα και είπα “Κρίμα, αγχωθήκατε”. Γιατί εγώ δεν καταλαβαίνω τι λένε στα γαλλικά, δεν με ενδιαφέρει τι λένε. Εγώ ξέρω ότι έχει πλάκα. Ανυπομονούσα να πει το “set” για να φύγουμε.
Μέχρι που το δίνει το μπαμ και μετά δεν θυμάμαι τι έγινε. Περίμενα απλά να μου πει ο Γιάννης το “τώρα”, γιατί άκουγα τους Γάλλους να προετοιμάζονται. Εκείνη τη στιγμή, ήταν λες και περνούσε οπτική ίνα μέσα από το λουράκι που κρατούσαμε και οι δύο, και σαν να άκουγε ο ένας τις σκέψεις του άλλου ότι “Τους ακούω κι εγώ, άστους. Κρίμα για εκείνους”. Όταν μου φώναξε ο Γιάννης, έπεσα σαν να κάνω μακροβούτι.
Ήμουν κάτω, πτώμα, είχα πέσει απλά κάτω. Και του λέω “Τι έγινε;” και μου έλεγε “Περίμενε να δω», δεν μπορούσα να σηκωθώ εγώ. Μετά μου φώναξε στο αυτί “Εσύ είσαι!”. Νομίζω τότε έκανα το καλύτερο επιτόπιο άλμα της ζωής μου. Του είπα “Ναι, ρε φίλε” και έπειτα η γλώσσα του σώματός μου έδειξε όλα όσα ήθελα να του πω.
Για μένα όλα έλαμπαν εκείνη τη στιγμή, όλα λαμπύριζαν. Να στα πει και ο Γιάννης, όμως, να ακούσεις και πως το έζησε αυτός. Θέλω να ακούσω κι εγώ...».
«Είχα δώσει υπόσχεση στον πατέρα του - Έπρεπε να δώσω ό,τι έχω και δεν έχω, να πετύχει»
Γιάννη… Το έζησες κι εσύ πολύ έντονα, μετά τον τερματισμό κάτι έλεγες στον Νάσο.
Νυφαντόπουλος: «Εκεί στον τερματισμό του έλεγα “Εσύ είσαι”, εγώ μετά του κουνούσα το δάχτυλο, εκείνος δεν το έβλεπε… Στην αρχή εγώ ήθελα να τον κρατήσω σε αγωνία αλλά δεν μπορούσα να κρατηθώ μετά. Όταν τερματίσαμε, είδα ότι είμαστε πρώτοι αλλά είπα καλύτερα να περιμένω και να μην πω κάτι. Νόμιζα πως θα είμαι ΟΚ εγώ όταν δω το αποτέλεσμα, αλλά, τι λέμε τώρα, τρελάθηκα κι εγώ δεν μπορούσα να το κρατήσω. Σίγουρα ήταν όλα τα συναισθήματα στον Θεό.
Δεν είχα κανένα άγχος για τη διαδικασία, για τον αγώνα, τίποτα. Τα στήνουμε όλα, ρωτάω τον Νάσο αν είναι όλα ΟΚ, δίνω τη μεζούρα στον Νέστορα, βγάζω και μια κραυγή και τέλος. Είχα πλήρη διαύγεια. Μπορώ να σου πω από το μπαμ μέχρι τον τερματισμό, το τελευταίο βήμα, όλα όσα συνέβησαν μέσα στην κούρσα, τα πάντα. Το μόνο που δεν μου άρεσε μέσα στην κούρσα ήταν που δεν μπορούσα να ελέγξω τον Γάλλο, γιατί είχα τον Νάσο στα αριστερά μου και έπρεπε να βλέπω το μόνιτορ.
Είχα άγχος για την υπόσχεση που είχα δώσει στον πατέρα του. Είχαμε κάτσει μία μέρα, όταν είχαμε διπλές και πήγαινα σπίτι του Νάσου για να ξεκουραστούμε. Πρώτη φορά γνώριζα τον πατέρα του, καθόμασταν εκεί στο μπαλκόνι και τα λέγαμε. Ο πατέρας του συμμεριζόταν όλη την αγωνία, τον ζει μέσα στο σπίτι του και είναι και παιδί του φυσικά. Και μου έλεγε πως εκείνος για το παιδί του θέλει το καλύτερο, να είναι χαρούμενο, να πάει εκεί (σ.σ. στο Παρίσι) και να το ζήσει, αλλά πάνω από όλα να είναι ευτυχισμένο. Μου έλεγε πως “Ξέρεις, εγώ συγκινούμαι εύκολα και κλαίω και φωνάζω” και του είπα “Άστο πάνω μου”. Αν δώσεις μία υπόσχεση σε έναν πατέρα, είναι ιδιαίτερο φόρτωμα αλλά γλυκό φόρτωμα. Όταν εμπιστεύεσαι σε έναν άνθρωπο να κάνει κάτι για το παιδί σου, πρέπει να το φέρεις εις πέρας.
Επίσης, ο Νάσος με τους προηγούμενους συνοδούς του είχε μεγάλες επιτυχίες. Δεν μπορούσα εγώ λοιπόν να έρθω και να βγει ο Νάσος δεύτερος. Θα βγει πρώτος. Είναι και το ανταγωνιστικό που μπαίνει εδώ. Τόσα χρόνια σε ένα τόσο ανταγωνιστικό αγώνισμα που είμαστε πάνω σε τεντωμένο σκοινί, πρέπει να έχω συνεχώς ένα κίνητρο για τον εαυτό μου.
Ξεκινάει η κούρσα, ξεκολλάμε, φεύγουμε αλλά όχι με την καλύτερη δυνατή αντίδραση. Επειδή είχαμε δει άκυρες εκκινήσεις, θες στον τελικό να μην διακινδυνεύσεις τίποτα, να ακούσεις μπαμ γεμάτο. Είχαμε την πιο αργή αντίδραση, 170 ο Νάσος, 180 εγώ. Στα 50 μέτρα περίπου, άκουσα τον Γάλλο να προετοιμάζει τον αθλητή. Αυτοί έχουν αυτό το στυλ, ο Νάσος δεν έχει- μόνο ένα μπαμ στην αρχή και ένα “τώρα” στο τέλος.
Μας είχαν κοντά αλλά δεν με άγχωνε αυτό εμένα, ειδικά μετά τα 60-70 μέτρα που είχαμε σηκωθεί και πηγαίναμε. Δεν με φόβιζε. Τον ακούω τον Γάλλο να τον προετοιμάζει και λέω φίλε, εδώ είσαι, με το που ακούσω την εντολή του Γάλλου τον καθάρισα. Του φωνάζει λοιπόν στα 5 μέτρα και απλά περιμένω να έρθει το χέρι πίσω, να έχει φυσιολογική ροή και το λέω εγώ στον Νάσο μισό μέτρο μετά. Είχα όση διαύγεια μέσα στην κούρσα και ενώ διαδραματίζονταν όλα τόσο γρήγορα, εγώ είχα τον χρόνο να το σκεφτώ γιατί κάτι έπρεπε να γίνει στον τερματισμό. Παίζαμε στο χιλιοστό. Ο Γάλλος με βοήθησε με τη συζήτηση που έκαναν, το προσπάθησαν αλλά…
Στην προπόνηση εμείς είχαμε κάνει… και 5 τερματισμούς; Ίσως. Όμως εγώ τους είχα κάνει στο μυαλό μου μπορεί και 150 φορές. Κάπως έπρεπε να το προετοιμάσω, να το οραματιστώ. Πώς θα έρθει το χέρι, να το περιμένω, έκανα όλη την κούρσα στο μυαλό μου σε slow motion. Όπως και πολλά άλλα, με το λουρί, με τη συχνότητα, για να μου βγει πιο εύκολα και ήρθε και κούμπωσε.
Αν όλα εξελιχθούν ομαλά, και είναι και τυχερός γιατί ικανός είναι, θα πάει για απόλυτο ρεκόρ. Δηλαδή τις επόμενες τρεις διοργανώσεις Ολυμπιακών Αγώνων, δεν θα έχει κάποιος άλλος την τύχη να τις κερδίσει. Θα πάρει πέντε Ολυμπιακά. Μέχρι τα 34, καλή ώρα όπως είμαι εγώ τώρα, θα πηγαίνει για τα χρυσά, δηλαδή θα καθαρίσει άλλες τρεις Ολυμπιάδες.
Και αυτό ήταν ένα έξτρα κίνητρο για μένα, ότι θα πάει να κάνει το back to back, θα είναι ο μοναδικός που θα το έχει κάνει. Και αν δεν συνέβαινε τώρα, θα έπρεπε να περιμένει άλλα 8 χρόνια για το back to back. Έπρεπε να δώσω ό,τι έχω και δεν έχω, να το πετύχει, να το χαρεί».
Το χρυσό, ευθύνη και χρέος του ενός προς τον άλλο
Οι δυο σας έχετε δημιουργήσει ένα ιδιαίτερο δέσιμο και όπως αντιλαμβάνομαι αναλάβατε ο ένας την ευθύνη για τον άλλο, το βάρος της χαράς του άλλου…
Νυφαντόπουλος: «Δεν γινόταν αλλιώς. Δεν ήταν απλά μια κούρσα που θα έλεγα πως “Οκ, ας φτάσω απλά στον τερματισμό για να φωνάζω στον Νάσο απλά το τώρα”. Ήμουν εγώ για τον Νάσο κι ο Νάσος για μένα εκείνη τη στιγμή. Αυτός ο άνθρωπος με εμπιστεύτηκε. Ξέρεις τι είναι να κλείνεις τα μάτια και να έχεις έναν τύπο δίπλα να σε οδηγεί; Που εγώ μπορεί να κάνω χίλια δυο λάθη μέσα στην κούρσα. Αλλά ενώ τον είχα δει, πως έχει ξυπνήσει το θηρίο μέσα του, να του στερήσω εγώ το δικαίωμα στην επιτυχία; Δεν πάει έτσι. Είναι πολλά που φορτώνεσαι, αλλά μετά είναι πώς τα διαχειρίζεσαι.
Εκείνη τη στιγμή, όταν μπαίνεις στον τελικό, έχει τις ίδιες συνθήκες για όλους. Ο πιο δυνατός χαρακτήρας, όποιος το θέλει περισσότερο και αυτός που είναι πιο έτοιμος να μπει μέσα και να ανταπεξέλθει, αυτός νικάει. «Όλη αυτή η διαδικασία πρέπει να είναι ευχάριστη. Πρέπει να χαίρεσαι σε αυτόν τον χώρο που βρίσκεσαι κτλ. Περιμένεις να χαρείς στο “Λάβετε θέσεις”; Δεν γίνεται…».
Γκαβέλας: «Δεν του το έλεγα αλλά είχα στο μυαλό μου ότι “Φίλε, μπορεί να έχασες τους Ολυμπιακούς αλλά εδώ θα πάρεις χρυσό”. Το είχα στο μυαλό μου αυτό, ότι ήταν καιρός να έρθει και να ζήσει κάτι μεγαλύτερο. Ήθελα και γούσταρα που το ζούσα μαζί του. Μου είχε δείξει απίστευτα στοιχεία ως άτομο και χαρακτήρας, κουμπώσαμε και γουστάραμε. Εγώ θέλω να περνάω όμορφα! Εννοείται ότι το χρυσό σου φέρνει χαρά, αλλά εγώ θέλω να χαμογελάμε από πριν, πρέπει να είσαι χαρούμενος, να έχεις ωραία παρέα, να γουστάρεις. Αλλιώς περνάς μίζερα».
Νάσο, μετά τον αγώνα μίλησες για ανθρώπους που σε χλεύαζαν και προσπαθούσαν να σε ρίξουν. Τι είχε γίνει;
Γκαβέλας: «Το έζησα και στο Κόμπε, στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα. Είχαν υπάρξει πολλές περίεργες συμπεριφορές, και από ανθρώπους γύρω μου που δήθεν με στήριζαν. Όταν κερδίζεις, όλα είναι καλά, όταν περνάς δύσκολα όμως, εκεί βλέπεις τι γίνεται. Για 6-7 μήνες, που περνούσα άσχημα, είχαν υπάρξει άτομα που προσπαθούσαν να με ρίξουν ακόμη πιο κάτω. Πιστεύω πως πήρα πολλά μαθήματα, έκανα μεταπτυχιακό, μη σου πω διδακτορικό. Άλλαξα».
Παρ’ όλα αυτά ανταπεξήλθες. Για την ακρίβεια το έκανες για πολλοστή φορά καθώς αυτό δεν ήταν το πρώτο εμπόδιο στον δρόμο σου.
«Εγώ ό,τι κάνω το κάνω για μένα και τους δικούς μου ανθρώπους, για τον άνθρωπο που τρέχω, για τον κόουτς, για τις οικογένειές μας και γι’ αυτούς που με έχουν στηρίξει όλα αυτά τα χρόνια. Δεν με ενδιαφέρουν όλοι οι άλλοι. Απλά τα ακούς και αντιλαμβάνεσαι πως, ξέρεις, υπάρχουν κι αυτοί. Και απλά είχα νεύρα, είχα νευριάσει, αυτό.
Την προσπάθειά μας τη δείχνουν σε κάθε Παραολυμπιακούς Αγώνες. Τι Παγκόσμια, τι Ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, δεν υπάρχουν πουθενά. Πουθενά. Αυτό είναι άσχημο. Να θέλουν να σε δουν οι δικοί σου και να ψάχνουν να βρουν την πλατφόρμα στο διαδίκτυο για να με βρουν. Ε, δεν είναι το σωστό. Θέλουμε στήριξη από την ΕΡΤ, δεν μπορεί να θυμόμαστε τα πάντα μόνο όταν έχει Παραολυμπιακούς ή Ολυμπιακούς.
Εγώ συγκινήθηκα πολύ με την προσπάθεια όλων των παιδιών της ομάδας μας, είχε αγώνες συναθλητών μου που με έκαναν να κλάψω. Όλα τα παιδιά έδωσαν το 100%».
«Εννοείται πως έχω ακούσει και το “Δεν ασχολούμαστε με ΑμεΑ”, αυτό όμως ευτυχώς δεν είναι η πλειονότητα»
Γιάννη, άλλαξε κάτι για σένα μετά από αυτή την επιτυχία; Και μέσα σου, για σένα τον ίδιο, αλλά και από έξω, για τους χορηγούς ίσως.
«Μέσα μου, σίγουρα άλλαξαν πράγματα. Να έχεις στο σπίτι σου ένα χρυσό μετάλλιο από Παραολυμπιακούς Αγώνες είναι κάτι μεγάλο, δεν συμβαίνει κάθε μέρα. Και πολύ περήφανος ένιωσα και ανακουφισμένος, ότι έγινε, ήρθε η ώρα. Και για τους δυο μας αλλά και ατομικά ο καθένας, ότι κάτι έκανε σωστά. Γιατί μπορεί να είμαστε δεμένοι αλλά τρέχουμε ατομικά. Ακόμη δεν έχω συνειδητοποιήσει όλα όσα έχουν γίνει, έχουν γίνει όλα τόσο γρήγορα, σε παίρνουν τηλέφωνα, ξέρεις. Περιμένω τη στιγμή να πάω στο χωριό μου να σβήσω μηχανές.
Από χορηγό; Τίποτα, δεν έχει αλλάξει κάτι. Όταν τόσα χρόνια κυνηγάμε να βρούμε χορηγούς και άντε αν τους βρεις να τους κρατήσεις, είναι πολύ ψυχοφθόρο αυτό. Και είμαι σε αυτή τη διαδικασία πάρα πολύ καιρό. Ευτυχώς είχα βρει 2-3 ανθρώπους που με είχαν στηρίξει για μεγάλο διάστημα, δεν περιμένω κάτι πια.
Το μοναδικό που έχει αλλάξει είναι πως έχει ανέβει λίγο η αναγνωρισιμότητα και θα μου πουν εκεί στη γειτονιά μου πως με είδαν στην τηλεόραση και μου λένε συγχαρητήρια. Άτομα που πριν δεν με ήξεραν».
Νάσο, μπορεί να έχεις κάνει σημαντικές επιτυχίες όμως ο πρωταθλητισμός δεν είναι καθόλου εύκολος, ειδικά για τους Παραολυμπιονίκες. Πως είναι τα πράγματα για σένα;
«Είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα, ζορισμένα. Και από την ομοσπονδία και από την Παραολυμπιακή Επιτροπή, οι απολαβές είναι αρκετά μικρότερες σε σύγκριση με τους αθλητές των Ολυμπιακών Αγώνων. Είναι πιο δύσκολα τα πράγματα. Εγώ στηρίζομαι κατά βάση στους χορηγούς μου και στην οικογένειά μου.
Πλέον, δεν βάζει χρήματα η οικογένειά μου. Δεν ήθελα άλλο δηλαδή. Μέχρι και το 2022, δεν ξέρω πόσα χρήματα μπορεί να είχαν χαλάσει. Εμείς πηγαίνουμε σε αγώνες στο εξωτερικό και τον πληρώνουμε, δεν έχουμε Diamond League που μας πληρώνουν. Και πληρώνω για τρία άτομα: εμένα, τον συνοδό και τον κόουτς. Δεν λέω, μου πλήρωσε και η Παραολυμπιακή Επιτροπή κάποια, αλλά πριν; Εδώ μας λένε πως για να αγωνιστείς, για τη διαπίστευση και μόνο, 2 χιλιάρικα το άτομο. Επί τρία; Και διαμονή και αεροπορικά; Πολλά χρήματα. Είναι κάποια μίτινγκ που με καλούν και πηγαίνουμε και κάνουμε δυο καλούς αγώνες, αλλά είναι λίγα αυτά τα μίτινγκ. Θα βάλουν στο πρόγραμμα τα 100μ Τ11 γιατί μπορεί π.χ. να είναι η Ισπανία που έχει έναν καλό Ισπανό σε αυτό το αγώνισμα ή γιατί γουστάρουν από μόνοι τους και τους φαίνεται εντυπωσιακή η κούρσα.
Αλλά και στα Diamond League αν πάμε, είμαστε πριν ξεκινήσει το βασικό πρόγραμμα, δηλαδή δεν θα μας έδειχναν πουθενά. Εδώ για το μίτινγκ στις Βρυξέλλες κλείσαμε τα αεροπορικά, θα μας πλήρωναν ένα ποσό για τα εισιτήρια, αλλά αφού δεν πήγαμε… μπήκαμε και μέσα. Δεν πειράζει βέβαια.
Αυτό θα πρέπει να αλλάξει όμως. Γιατί να μην παίρνω έναν μισθό κάθε μήνα από την Παραολυμπιακή Επιτροπή, να μπορώ να κινούμαι; Να είναι με κατηγορίες ή όπως νομίζουν, εκείνοι ξέρουν. Εγώ δεν είμαι σε επιτροπές για να ξέρω πώς μπορεί να γίνει αυτό. Εγώ είμαι αθλητής και θέλω να κάνω αυτό.
Πάντως, εγώ πήρα στήριξη από ανθρώπους που με πίστεψαν. Εννοείται πως έχω ακούσει και το “Δεν ασχολούμαστε με ΑμεΑ”. Αν έρθει ο ίδιος άνθρωπος να μου προτείνει κάτι, θα του πω πως δεν με ενδιαφέρει. Όμως αυτό δεν είναι η πλειονότητα».
Νυφαντόπουλος: «Είναι εντυπωσιακό αυτό που βλέπεις στους Παραολυμπιακούς. Να βλέπεις τώρα έναν άνθρωπο να κολυμπάει χωρίς χέρια, έναν τυφλό να τρέχει 100 μέτρα, όλα μέσα. Η προσπάθεια σε επίπεδο πρωταθλητισμού είναι ίδια. Και δεν χρειάζεται να γίνεται δακρύβρεχτο αυτό. Όχι, φίλε, προσπαθεί όσο προσπαθείς κι εσύ. Ο Νάσος προσπαθεί όσο προσπαθώ κι εγώ.
Αλλά εδώ… Ήμασταν στη γειτονιά μου προχθές και με ρωτάει “Γιατί δεν πάμε από το πεζοδρόμιο;”, “Γιατί έχει δέντρα” του λέω. Δεν χωρούσαμε και οι δύο, άρα πάμε σιγά σιγά από τον δρόμο. Σε πατάει, δεν σε πατάει κανένα αυτοκίνητο και ανεβαίνουμε στο πεζοδρόμιο μετά. Ήταν αστείο αυτό από τη μία, γελάσαμε, αλλά δεν είναι για γέλια…»
Και τώρα; Έχετε συζητήσει ποιο είναι το επόμενο βήμα σας;
Νυφαντόπουλος: «Δεν έχουμε συζητήσει ακόμη. Θα κάνουμε τις διακοπές μας, να χαλαρώσουμε και να φύγει λίγο από το μυαλό μας όλο αυτό. Αφού γυρίσουμε πίσω, θα μιλήσουμε για να βγάλουμε την άκρη».
Γιάννης Νυφαντόπουλος, Πηνελόπη Γκιώνη, Νέστορας Κολοβός, Νάσος Γκαβέλας // κλειστό προπονητήριο στίβου, ΟΑΚΑ