Πάνακ: Από το χείλος του θανάτου μέχρι τα «αστέρια», κάθε του βήμα σημαίνει περισσότερα
Ένα μειδίαμα ταύτισης κάπου ανάμεσα στο αργόσυρτο, βαρύ beat του Ortiz και τους σκοτεινούς στίχους του Εθισμού που ξεδιπλώνονται πάνω του με ταχύτητα και ρυθμό. «Θέλω να χάσω τα πάντα, μήπως κι εκτιμήσω όλα αυτά που κέρδισα». Οι λέξεις στο «Σόλο Εθισμός» του ομώνυμου Αθηναίου ράπερ ζωγραφίζουν το ζόρι μιας καθημερινότητας με χαμηλό ταβάνι και μπόλικο γκρίζο. Και ταυτόχρονα, με κάποιον τρόπο, κι εκείνο το παιδί που σχεδόν έχασε τα πάντα για να φτάσει πράγματι να εκτιμά κάθε τι λίγο περισσότερο.
Μια διοργάνωση, 36 ομάδες, περισσότεροι από 900 ποδοσφαιριστές. Κι όμως, το Champions League δεν σημαίνει για κανέναν πιο πολλά από ό,τι για τον Φίλιπ Πάνακ, τον αρχηγό της Σπάρτα Πράγας. Και το ίδιο δεν ισχύει μόνο για την πιο λαμπερή σκηνή, αλλά και για κάθε άλλο παιχνίδι, για κάθε προπόνηση, για κάθε μέρα δίχως πόνο. «Πλέον απολαμβάνω και το παραμικρό που μου συμβαίνει», έχει πει. Γιατί το δικό του ταξίδι προς τα «αστέρια» ξεκίνησε από το κρεβάτι της εντατικής και έναν - φαινομενικά - απλό τραυματισμό που κόντεψε να τον κάνει να χάσει τα πάντα. Τη ζωή του.
Ο Τσέχος χρειάστηκε να μείνει εκτός δράσης για σχεδόν τρία χρόνια, και να φτάσει μια ανάσα μακριά από το να παρατήσει τα όνειρά του, πριν βρει τον τρόπο να οπλιστεί με πίστη για να πετύχει αυτό που φαινόταν απίθανο και να αναρριχηθεί εκκωφαντικά στην κορυφή. Από τον γκρεμό, μέχρι τα αστέρια κάθε βήμα κάποιου σαν τον Πάνακ, που λίγο έλειψε να χάσει τα πάντα, σημαίνει περισσότερα.
«Όταν είσαι στην εντατική, δεν έχει σημασία αν είσαι ποδοσφαιριστής»
Όλα έδειχναν να βγάζουν νόημα, ο Φίλιπ βάδιζε στις ράγες του ονείρου του. Ξεκίνησε στα φυτώρια της ομάδας του τόπου του, της Κάρβινα, και γρήγορα ανδρώθηκε εκεί ως βασικό της μέλος για να τη βοηθήσει να πάρει την άνοδο στην πρώτη κατηγορία της Τσεχίας. Έμεινε μαζί της στα σαλόνια για δυόμιση γεμάτα χρόνια και προσέλκυσε το ενδιαφέρον των μεγαλύτερων συλλόγων της χώρας του.
Η Σπάρτα Πράγας ήταν αυτή που έσπευσε να τον κάνει δικό της τον Ιανουάριο του 2019. Άλλωστε, ήταν μόλις 23 χρονών, μια από τις μεγαλύτερες ελπίδες της Τσεχίας στα στόπερ με όλο το μέλλον μπροστά του. Ή τουλάχιστον έτσι φαινόταν.
Ο Πάνακ κουβάλησε μαζί του στην πρωτεύουσα κα τη μεγάλη του μεταγραφή ένα μικρό πρόβλημα τραυματισμού που τον ταλαιπωρούσε. Πέρασε κανονικά τα ιατρικά του και στρώθηκε στη δουλειά για να βρεθεί στην καλύτερη δυνατή κατάσταση. Οι γιατροί τού είπαν πως θα χρειαστεί να μείνει εκτός δράσης για περίπου έναν μήνα μα η πραγματικότητα αποδείχθηκε πολύ διαφορετική.
Από χειρουργείο σε χειρουργείο, ο χόνδρος που είχε ξεκολλήσει μέσα στο δεξί γόνατό του δεν έλεγε να συνεργαστεί με τους γιατρούς. Η επιστροφή του και το ντεμπούτο του με τη νέα του ομάδα έπαιρνε συνεχώς παράταση και η κατάσταση έδειχνε όλο και πιο σοβαρή. Ξαφνικά το πρόβλημα έπαψε να βρίσκεται στο πόδι του, η φλεγμονή στο γόνατό του επηρέαζε πια ολόκληρο τον οργανισμό του.
«Ποτέ δεν πίστευα ότι μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο. Σκεφτόμουν μόνο το πότε θα επιστρέψω και από τη μια στιγμή στην άλλη όλα άλλαξαν. Τα νεφρά μου δεν λειτουργούσαν, πέρασα ολόκληρες εβδομάδες στην εντατική. Εκείνη τη στιγμή η κατάσταση δεν είχε να κάνει πια με το ποδόσφαιρο, αλλά με τη ζωή μου. Διαλυόμουν, τα νεφρά και το συκώτι μου πέθαιναν. Οι γιατροί είχαν ξεχάσει πλήρως την καριέρα μου, νοιάζονταν μόνο για το πώς θα μου σώσουν τη ζωή», είπε πριν λίγο καιρό. «Στην εντατική δεν έχει σημασία αν είσαι ποδοσφαιριστής, οικοδόμος ή υπάλληλος. Δεν υπάρχει διαφορά. Όλοι παλεύουν για τη ζωή τους. Αυτό ήμουν κι εγώ, απλά άλλος ένας».
Είχαν περάσει μήνες από τη μεταγραφή του και η παραμικρή αχτίδα αισιοδοξίας αγνοούταν. Η Σπάρτα βρισκόταν δίπλα του, τον στήριζε, αλλά κανείς δεν ήξερε τι μπορεί να του επιφυλλάσσει το μέλλον. Από μέρα σε μέρα, από εβδομάδα σε εβδομάδα, ο Πάνακ χρειάστηκε να βρεθεί στον πάτο. Υποβλήθηκε σε τρία συνολικά χειρουργεία, τού χορηγήθηκαν αμέτρητα χάπια και πέρασε εκατοντάδες ώρες κάνοντας θεραπεία.
Όταν μετά από μήνες μπόρεσε να ισορροπήσει στο χείλος του θανάτου και να ξεπεράσει τον κίνδυνο για τη ζωή του, άρχισε δειλά δειλά να βάζει κάτω τα δεδομένα για το μέλλον του στο ποδόσφαιρο. Μα δυσκολευόταν να διακρίνει το φως. «Υπήρξαν πολλές στιγμές που σκέφτηκα πως δεν έχω κανέναν λόγο να συνεχίσω να ελπίζω και να προσπαθώ. Μια μέρα ήμουν αρκετά καλά, είχε περάσει καιρός από τα χειρουργεία και οι θεραπείες μου πήγαιναν καλά. Ξάπλωσα στο κρεβάτι μου και όταν ξύπνησα δεν μπορούσα να λυγίσω το γόνατό μου, είχε μελανιάσει σαν τρελό. Χωρίς να έχει συμβεί τίποτα! Έβαλα τα κλάματα, σκέφτηκα πως δεν γίνεται να ξαναπαίξω ποτέ», θα πει.
Κανείς δεν είχε την απαίτηση από εκείνον να το κάνει. Ούτε οι δικοί του, ούτε η Σπάρτα. Είχε ήδη νικήσει, μα, όπως ομολόγησε ο ίδιος, ήξερε πως κάποτε θα το μετάνιωνε αν δεν κυνηγούσε μέχρι τέλους τις πιθανότητές του. Και αυτό έκανε. Ο μήνας που του είχαν πει οι γιατροί έγινε τρία σχεδόν χρόνια, μα ο Πάνακ επέστρεψε. Βήμα, βήμα. Πρώτα στις μέρες δίχως πόνο, μετά στο περπάτημα, στο τρέξιμο, στις προπονήσεις, στην ομάδα νέων. Μέχρι την απόλυτη επιστροφή. Τρία χρόνια, ένας τραυματισμός που μετατράπηκε σε μια εφιαλτική Λερναία Ύδρα. Είχε φτάσει η στιγμή ο Φίλιπ να ζήσει - επιτέλους - τα όνειρά του.
Αναρρίχηση υπομονής ως την κορυφή
«Έζησε μια κόλαση, αλλά δεν σταμάτησε να βρίσκει τον τρόπο να πιστεύει στον εαυτό του. Ανέπτυξε μια σπάνια πνευματική σκληράδα που τον χαρακτηρίζει από τότε», έχει πει για εκείνον ο πρώην συμπαίκτης του Κάρελ Τβάρο. Και ήταν ακριβώς αυτή η «πνευματική σκληράδα» που αποτέλεσε τον οδηγό για τη συνέχεια του Πάνακ. Δεν επαναπαύτηκε, κατάλαβε πως τα πάντα κρέμονταν από τα δικά του πόδια και αναπλήρωσε με τον καλύτερο τρόπο τον χαμένο χρόνο των... prime του από τα 23 μέχρι τα 26 του χρόνια.
Ο Φίλιπ επέστρεψε σε πραγματικά φουλ ρυθμούς πριν περίπου δύο χρόνια και έκτοτε έχει καταφέρει να κάνει άλματα βελτίωσης, να γίνει κάποιος που ούτε ο ίδιος, ούτε οι γύρω του θα περίμεναν να μπορεί να γίνει. Εδώ καλά καλά κανείς δεν ήξερε αν θα καταφέρει να παίξει ξανά ποδόσφαιρο. Το κίνητρό του όμως ήταν μεγαλύτερο από ποτέ. «Θέλω να σας κάνω να ξεχάσετε όσα πέρασα, να σας αναγκάσω να μιλάτε για όσα κάνω στο γήπεδο, όχι όσα μου συνέβησαν έξω από αυτό», είπε όταν επέστρεψε στη δράση. Και τήρησε ευλαβικά τη δική του προφητεία.
Κατέκτησε δύο σερί πρωταθλήματα με τη Σπάρτα Πράγας κι έγινε αρχηγός της, την οδήγησε στους ομίλους του Champions League και έλαμψε στην πιο λαμπερή σκηνή, κερδίζοντας το βραβείο του MVP στο ντεμπούτο του στο Champions League και τη νίκη απέναντι στη Ζάλτσμπουργκ. Μόνο ο ίδιος ξέρει πόσο δύσκολο ήταν να φτάσει σε αυτό το επίπεδο και από ποιο εσωτερικό χρυσωρυχείο του «είναι» του εξόρυξε όλη τη δύναμη που χρειάστηκε για να τα καταφέρει.
Βρέθηκε στο σημείο μηδέν κι όμως μπόρεσε να γίνει ο - μάλλον - καλύτερος κεντρικός αμυντικός στην Τσεχία αυτή τη στιγμή. Ένας ξεχωριστός στόπερ με εντυπωσιακή τεχνική και όμορφη, μπαλάτη φύση. «Είναι σπουδαίο το ότι βλέπουμε τον Πάνακ ξανά, η τεχνική του ξεχωρίζει ακόμα κι ανάμεσα σε επιθετικούς. Έχει φτιάξει έναν δικό του ρόλο με τον τρόπο που παίζει τη θέση. Ακόμα και ο Πεπ Γκουαρδιόλα θα ήταν χαρούμενος να τον έχει. Είναι κάτι σαν... Τσέχος Στόουνς», έχει γράψει για εκείνον ο Τσέχος δημοσιογράφος Γιάρομιρ Μπόσακ.
Ένας «Τσέχος Στόουνς» που κανείς δεν θα μπορούσε να ελπίζει πως θα ανθίσει μέσα από όλη αυτή την περιπέτεια. Ο Πάνακ ταξίδεψε από το χείλος του γκρεμού, μέχρι τα «αστέρια» και το κορυφαίο επίπεδο και μόνο εκείνος ξέρει πόσα σημαίνουν τα κατορθώματά του. Βέβαια, αυτό που, όπως λέει και ο ίδιος, άλλαξε μέσα του δεν έχει να κάνει με τον τρόπο που αντιμετωπίζει τα μεγάλα πράγματα, αλλά όλα εκείνα τα μικρά. «Συνέβησαν τόσα που άλλαξε ο τρόπος που κοιτάω το ποδόσφαιρο. Είμαι απλά ενθουσιασμένος κάθε μέρα που σηκώνομαι, πατάω στα πόδια μου και μπορώ να παίζω».