Τοχούρογλου στο Gazzetta: «Ο Τζιοβάνι ήταν μάγος στη μπάλα κι εγώ στο παπατζιλίκι»
Design: Χρήστος Ζωίδης
Φωτογραφίες: Τζίνα Σκανδάμη
Τα πρώτα του βήματα στο ποδόσφαιρο τα έκανε το 1981 στην ομάδα Νέων της Γλέιντσβιλ Ράιντ Μάτζικ.
Η οικογένειά του, λίγο αργότερα, επιστρέφει στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στον τόπο καταγωγής της, την Δράμα. Ετσι, προκύπτει η Δόξα. Η ομάδα της καρδιάς του.
Από εκεί στον Ολυμπιακό, μετά στον Πανηλειακό και πάλι πίσω στο Λιμάνι, ο ΠΑΟΚ και μετά... πίσω στην Αυστραλία. Σταμάτησε το ποδόσφαιρο στα 52 του πριν από λίγες εβδομάδες και μέσω του Gazzetta... γράφει το βιβλίο της ζωής του.
Ο Κυριάκος Τοχούρογλου, είναι αυτό που λέμε «έξω καρδιά». Η ψυχή της παρέας. Πολύ ταλέντο, πολλή πλάκα και αρκετό τσιγάρο. Μ' αυτά τα τρία στοιχεία έμεινε όρθιος στο υψηλότερο επίπεδο και άφησε το στίγμα του στο ελληνικό ποδόσφαιρο ως ένας από τους πιο σημαντικούς τερματοφύλακες της εποχής του.
Ανέκδοτες ιστορίες με Μπάγεβιτς, Χατζίδη, Αλέφαντο, Κόκκαλη, Μπατατούδη, Αναστασιάδη, Καραπιάλη κι άλλους πολλούς.
Τα ματς που τον σημάδεψαν, τα μπουζούκια, αυτό που τον ενόχλησε όσο τίποτα, το καπέλα του Ολυμπιακού σ' ένα «Πανηλειακός-Παναχαϊκή» και ο πάτερ που του επέτρεψε να καπνίσει έξω από το αυτοκίνητο παρά την εντολή του Αναστασιάδη!
Ο Κυριάκος Τοχούρογλου, είχε πολλά παραπάνω να πει από το να μας διηγηθεί απλά μια καριέρα με τρία πρωταθλήματα και τρία Κύπελλα.
«Όταν ήρθα στην Ελλάδα από την Αυστραλία ήμασταν "οι ανθρωποφάγοι"»
Γεννήθηκατε στην Αυστραλία, στο Σίδνεϊ, από μετανάστες γονείς...
«Ναι, οι γονείς μου πήγαν εκεί το 1966 για ένα καλύτερο μέλλον, όπως έκαναν πολλοί τότε. Το 1983 ήρθαμε στη Δράμα, εκεί απ' όπου κατάγομαι».
Τι δουλειές έκαναν οι γονείς σας;
«Φαστφουντάδικα, αλλά ξεκίνησαν να δουλεύουν σε ζαχαρότευτλα και στα Goodyear τα λάστιχα. Ετσι σιγά σιγά άρχισαν να ανοίγουν τις επιχειρήσεις τους».
Τα παιδικά σας χρόνια πώς τα θυμάστε; Η αδερφή σας ήταν μεγαλύτερη ή μικρότερη;
«Μεγαλύτερη έξι χρόνια, συγχωρέθηκε κιόλας πέρυσι, 57 ετών. Εμείς στο σχολείο, βοηθούσαμε και στο μαγαζί... Ήμασταν όλοι μαζί».
Σας άρεσε το σχολείο;
«Ναι, πολύ. Τι να σου πω. Γι' αυτό όταν ήρθα στην Ελλάδα, έκατσα πέντε χρόνια στο γυμνάσιο, για να τα μάθω καλύτερα». (γέλια)
Το ποδόσφαιρο πώς μπήκε στη ζωή σας;
«Το 1979, πήγα να παίξω στην Γλέιντσβιλ Ράιντ Μάτζικ. Εκεί ξεκίνησα να παίζω δεξί μπακ».
Και το τέρμα πώς προέκυψε;
«Μου άρεσε το ράγκμπι και ερχόμενος στην Ελλάδα σε ηλικία 12 ετών, είπα "θέλω να γίνω τερματοφύλακας". Είπα ότι αν δεν γίνω τερματοφύλακας δεν θα παίξω μπάλα, φτάνει. Τελικά, πήρα και το ύψος».
Αρα στην Ελλάδα καθιερωθήκατε ως τερματοφύλακας;
«Ναι, στη Δόξα Δράμας».
Και σε μια Δόξα Δράμας που αγωνιστικά ήταν μεγάλη. Πώς ήταν για ένα παιδί 12 ετών να αλλάζει χώρα, περιβάλλον;
«Μεγάλη αλλαγή και μεγάλη καταστροφή για εμένα γιατί δεν ήξερα τη γλώσσα».
Σπίτι δεν μιλούσατε ελληνικά;
«Ε, λίγα... Τσάτρα πάτρα, μισά αγγλικά και μισά ελληνικά. Ήταν πολύ δύσκολα».
Ήταν μόνο η γλώσσα; Γιατί φαντάζομαι ότι τότε δεν ήταν και σύνηθες σε μια κλειστή κοινωνία ειδικά ένα παιδί μιλάει άλλη γλώσσα. Σωστά;΄Υπήρχε τότε bullying;
«Ετσι. Υπήρχε, ναι. Ημασταν οι ανθρωποφάγοι που ήρθαμε από την Αυστραλία, που τρώγαμε τους ανθρώπους. Το bullying ήταν διαφορετικό απ' αυτό που είναι τώρα».
Το μακρύ το μαλλί το είχατε από τότε;
«Από πάντα, δεν έχει κοπεί ποτέ. Αφού πέφτει τώρα».
Και πάτε στη Δόξα Δράμας. Η πρώτη ομάδα που παίζετε στην Ελλάδα;
«Η πρώτη γιατί είμαι από τη Δράμα, ο πατέρας μου είναι Δόξα Δράμας, έχει αρρώστια με το ποδόσφαιρο και μου είπε "πάμε στη Δόξα Δράμας". Αρχικά πήγα στο τσικό, μετά έφηβοι και μετά αντρών. Τότε δεν είχε Κ13, Κ14 κι όλα αυτά. Υπήρχαν δύο ομάδες».
Ποιος ξεχώρισε ότι είχατε ένα ταλέντο πιο ιδιαίτερο από τ' άλλα παιδιά;
«Ο συγχωρεμένος ο Γιάννης Τσεβρετζής ήταν... Πολλοί! Κάθε χρόνο και ένας διαφορετικός προπονητής».
Ο προπονητής όμως που σας ενσωματώνει στην πρώτη ομάδα και λέει να υπογράψετε επαγγελματικό συμβόλαιο;
«Ήταν ο Χρήστος Αρχοντίδης. Αυτός, όμως, που με έβαλε να υπογράψω και με έπαιρνε στην πρώτη ομάδα ήταν ο Κώστας Καραπατής, ήταν και τερματοφύλακας. Με το που έφυγε εκείνος, προπονητής ήταν ο Μιχάλης Φιλίππου και εκεί καθιερώθηκα, μετά από ένα ατύχημα του Θοδωρή Παπαδόπουλου που έσπασε το χέρι του στην Κρήτη σ' ένα ματς Κυπέλλου και δεν μπορούσε να γίνει μεταγραφή. Οι δύο μικροί που ήμασταν πίσω από τον Θόδωρο ήμασταν εγώ κι ο Παναγιώτης Λογαράς. Ξεκίνησε ο Παναγιώτης για 2-3 ματς και μετά μπήκα εγώ».
Τότε ήταν οι περίφημες επταετίες στα συμβόλαια;
«Ναι, 2 + 5. Δύο χρόνια ημιεπαγγελματίας και πέντε χρόνια επαγγελματίας».
Το πρώτα χρήματα που πήρατε από το συμβόλαιό σας, πως τα χαρήκατε;
«Όταν είσαι 18 ετών και παίρνεις 89.000 δραχμές μισθό... Ήταν πολλά!».
Ο μπαμπάς σας είχε όνειρο να σας δει να παίζετε επαγγελματικά;
«Εννοείται, εννοείται. Είχε αρρώστια με το ποδόσφαιρο. Όταν ξεκίνησαν να παίζω βασικός στη Δόξα Δράμας δεν ξαναήρθε στο γήπεδο, δεν ήθελε να ακούει όλα αυτά που γινόντουσαν. Φεύγω, παίρνω μεταγραφή στον Ολυμπιακό και ξεκίνησε να πηγαίνει να βλέπει και πάλι τη Δόξα. Είναι άνθρωπος που κάθεται και βλέπει όποια ομάδα μπορείς να φανταστείς».
Όταν του είπατε ότι θα υπογράψετε επαγγελματικό συμβόλαιο στη Δόξα Δράμας πώς αντέδρασε;
«Δεν ήταν άνθρωπος που αντιδρούσε. Χαιρόταν».
Η μαμά;
«Ευτυχώς ήταν άσχετη με το ποδόσφαιρο. Είχε έρθει να δει ένα παιχνίδι όταν ήμουν στο τσικό και πετάχτηκα να πιάσω ένα σουτ κι άρχισε να φωνάζει: "Θα χτυπήσει το παιδί", επειδή έπεσα κάτω. "Α, το παιδί χτύπησε"».
Ποιο ήταν το παιχνίδι που σας καθιέρωσε;
«Δεν μπορώ να πω ότι έκανα ένα ματς τόσο ξεχωριστό όπως έκανα αργότερα στην καριέρα μου. Ωστόσο, θυμάμαι πως όταν πήρα μεταγραφή στον Ολυμπιακό, ο κύριος Λούβαρης μού είχε πει με είχε δει σ' ένα Δόξα Δράμας - ΑΕΚ 1-3. Τότε ήμασταν μικροί, προσπαθούσαμε να διορθώνουμε τα λάθη μας, γιατί κάναμε συνέχεια λάθη. Μικροί ήμασταν!».
Ως όνειρο υπήρχε από μικρός ότι θα κατακτήσετε τίτλους;
«Όχι, αυτό ήρθε μετά».
Με το θέμα εθνική ομάδα τι έγινε και δεν σας είδαμε να παίζετε;
«Μπορούσα να παίξω και στην Αυστραλία και στην Ελλάδα αλλά έμεινε εκεί. Ήταν όποιος με καλούσε πρώτος. Από την Αυστραλία είχαν πει ότι με κάλεσαν αλλά εγώ δεν ήξερα κάτι».
Αυτό έχει μείνει ως παράπονο;
«Όχι, δεν μπορώ να πω ότι είναι παράπονο. Όταν έχεις παίξει Champions League και στις δύο μεγαλύτερες ομάδες της Ελλάδας δεν μπορείς να πεις ότι έχεις και παράπονο».
«Όταν είσαι 18 ετών και παίρνεις 89.000 δραχμές.... Είναι πολλά!»
«Ο Ολυμπιακός ήρθε όταν... χάλασε το πούλμαν στη Βουλγαρία»
Η Δράμα, λοιπόν, σας ψήνει επαγγελματικά και σας ετοιμάζει για το επόμενο βήμα;
«Ναι, ακριβώς».
Και όταν έρχεται η πρόταση από τον Ολυμπιακό πώς την υποδέχεστε; Πείτε μας λίγο το story...
«Όταν είχα έρθει... Λόγω ενός χαλασμένου πούλμαν. Ημασταν προετοιμασία με τη Δόξα Δράμας στη Βουλγαρία και τότε δεν υπήρχαν κινητά τηλέφωνα. Υπήρχαν το φαξ του ξενοδοχείου και το τηλέφωνο της ρεσεψιόν. Φύγαμε, λοιπόν, το πρωί με το πούλμαν για να πάμε να παίξουμε ένα φιλικό. Δεν επρόκειτο να μας βρει κανένας. Το λεωφορείο χάλασε και αναγκαστήκαμε να γυρίσουμε πίσω. Ο πρόεδρος καλούσε συνέχεια για να μας βρει και με το που γυρίζουμε πίσω, παίρνει τηλέφωνο ο γενικός αρχηγός, ο Κώστας Τσιτσόπουλος επικοινώνησε με τον πρόεδρο, ο οποίος του είπε: "Ετοίμασε τον, φεύγει για Ολυμπιακό". Την τελευταία μέρα των μεταγραφών. Πρόεδρος ήταν ο Γιώργος Χαραλαμπίδης».
Αρα εσάς δεν σας ρώτησε κάποιος;
«Δεν με ρώτησε κανένας. Με έβαλαν στο αυτοκίνητο, από εκεί στο αεροπλάνο και στην Αθήνα».
Χωρίς μάνατζερ;
«Μάνατζερ δεν είχα ποτέ».
Ερχεστε στην Αθήνα νέος, 20 ετών. Ποιοι σας περίμεναν στο αεροδρόμιο;
«Με περίμενε στη Θεσσαλονίκη ο πρόεδρος της Δόξας, μπήκαμε μαζί στο αεροπλάνο και από εκεί στα γραφεία της ΠΑΕ. Εκεί μας περίμενε ο κ. Λούβαρης κι ο Γενικός Αρχηγός ο Μιχάλης Φωτίου».
Πήγατε στον Ολυμπιακό στα πρώτα χρόνια του Κόκκαλη.
«Ναι ήταν η 2η ή η 3η χρονιά του...».
Στα γραφεία δεν ήταν ο Κόκκαλης;
«Όχι, μας περίμενε ο κ. Λούβαρης με τον κ. Φωτίου».
Στα δύσκολα χρόνια του Ολυμπιακού...
«Ήταν δύσκολα τα χρόνια του Ολυμπιακού, αλλά ήταν κι ένα μεγάλο όνειρο για εμένα».
Δεν ήσασταν Ολυμπιακός μικρός.
«Όχι, ήμουν και είμαι Δόξα Δράμας. Το πρώτο ματς που είδα όταν ήρθα από την Αυστραλία ήταν το Δόξα Δράμας-ΟΦΗ 2-0. Αν νικούσε ο ΟΦΗ, μπορεί να ήμουν ΟΦΗ. Όταν είσαι σε μια τέτοια ηλικία και δεν ξέρεις το ελληνικό ποδόσφαιρο, η πρώτη επαφή είναι αυτή που σε στιγματίζει. Και φυσικά ο μπαμπάς μου είναι Δόξα Δράμας».
Πώς είναι οι πρώτες μέρες στην Αθήνα;
«Δεν μένω καθόλου στην Αθήνα. Υπογράφω και φεύγω για την Ιταλία, εκεί έκανε η ομάδα προετοιμασία».
«Ο Αλέφαντός είχε ζητήσει τον Μήνου και του πήγαν εμένα»
Το Nintendo στο δωμάτιο του Χατζίδης κι η... τακτική Αλέφαντου
Προπονητής ο Αλέφαντος;
«Αλέφαντος».
Για πείτε μου γι' αυτόν.
«Μεγάλος γνώστης του ποδοσφαίρου, αλλά όπως λένε και όσοι τον έχουν γνωρίσει, είχε τη δικιά του τρέλα».
Εχετε κάποια ωραία ιστορία να μας πείτε;
«Πολλές... Χρειαζόμαστε μέρες για να τις πούμε. Όλος ο κόσμος τις ξέρει. Είναι γνωστές οι ατάκες του».
Εσάς σάς είχε πει κάτι που σας είχε μείνει;
«Όχι, τίποτα. Απλά, έμαθα μετά ότι ήθελε τον Μήνου και τελικά του πήραν εμένα».
Μία ιστορία από τις τόσες, που μπορούμε να πούμε;
«Θυμάμαι, μια μέρα στο δωμάτιο του Χατζίδη. Μπαίνω μέσα κι ο Μηνάς έπαιζε ποδοσφαιράκι στο Νιτέντο. Εγώ έκανα κάνα τσιγαράκι και κοιτούσα πώς παίζει με κάποιους άλλους. Ε, σε μια φάση χτύπησε την πόρτα ο Αλέφαντος, μπήκε μέσα και ρώτησε τι κάνουμε. Είδε ότι παίζαμε και την άλλη μέρα στην προπόνηση μάς εξηγούσε μια άσκηση θέλοντας να μας δείξει το πώς θα πρέπει να γίνει η ανάπτυξη: Η μπάλα απ' αυτόν, σ' αυτόν, απ' αυτόν σ' αυτόν, μετά τον Ίβιτς, Ίβιτς ελεύθερος. Μετά μας εξήγησε πάλι το ίδιο με άλλη σειρά στις πάσες και με τον Ίβιτς πάλι ελεύθερο. Του λέμε τότε, "κόουτς αυτά δεν γίνονται" και μας απάντησε: "Πηγαίντε στο δωμάτιο του Μηνά να δείτε αν γίνεται ή όχι". Εντάξει, υπάρχουν πολλές, που δεν λέγονται ειδικά από τη στιγμή που ο άνθρωπος δεν είναι εν ζωή».
Το πρώτο πέρασμά σας από τον Ολυμπιακό, ωστόσο, δεν συνδυάζεται με γεμάτες παρουσίες.
«Ναι, όχι... Η καλύτερη χρονιά που έκανα στην καριέρα μου ήταν με τον Πανηλειακό. Όταν έφυγα από τον Ολυμπιακό και πριν επιστρέψω. Στον Πανηλειακό πήγα λόγω της μεταγραφής των Τζόλε - Γιαννακόπουλου. Αν πήγαιναν στον Παναθηναϊκό, θα έπρεπε να πάει ο Χαλκιάς στον Πανηλειακό. Πήγαν, όμως, στον Ολυμπιακό κι έτσι ήταν να πάω εγώ στον Πύργο».
Στον Ολυμπιακό, στο πρώτο πέρασμά σας, έχετε συμπαίκτες όπως οι Καραταΐδης, Εστάι, Καραπιάλης, Γιεκινί, Ίβιτς, Χατζίδη...
«... Αλεξανδρής, Αμανατίδης, Τσιαντάκης. Ονόματα και ελληνικά ονόματα. Ο Παχατουρίδης, ο Θόδωρας με βοήθησε πολύ, είναι κι αυτός Δραμινός. Τότε, σε μια ομάδα ήταν λίγοι οι ξένοι, όχι όπως σήμερα που θες διερμηνέα».
Δύσκολα τα αποδυτήρια του Ολυμπιακού;
«Επειδή είναι μεγάλη ομάδα, είχε χρόνια να πάρει πρωτάθλημα και την πρώτη χρονιά μη ξεχνάμε ότι είχαμε μείνει 17 πόντους πίσω από την κορυφή. Βέβαια και ήταν δύσκολα. Υπήρχε μουρμούρα από τον κόσμο, υπήρχε πίεση».
Το ματς με τη Μαρσέιγ πώς το θυμάστε;
«Σαν να έγινε χθες. Τοι καλύτερο ματς που έκανα με τον Ολυμπιακό. Εντάξει, μετά μπορεί να νικήσαμε την Πόρτο 1-0, στο Champions League, που έκανα καλό ματς και εκεί, όπως και στο 0-0 με την Ρεάλ Μαδρίτης στο ΟΑΚΑ, αλλά αυτό που το ματς που με σύστησε στον κόσμο ήταν αυτό με τη Μαρσέιγ».
Προπονητής ο Γιούτσος;
«Ο Γιούτσος, γιατί απέλυσαν τον Αλέφαντο μετά το πρώτο ματς».
Θρύλος για τον Ολυμπιακό ο Γιούτσος...
«Ε, τι να λέμε... Ο άνθρωπος ήρθε μέχρι να βρεθεί προπονητής και έμεινε για πέντε μήνες (;)...».
Από τον Γιούτσο τι θυμάστε;
«Δεν υπήρχε κάτι προσωπικό, αλλά με εμπιστεύτηκε. Ο άνθρωπος ήθελε να μας μεταφέρει τις εμπειρίες του από το ελληνικό ποδόσφαιρο και βαδίζουμε βάσει αυτού».
Ήσασταν, τότε, ένα νέο παιδί. Κάνατε πλάκες από τότε ή δεν...μασάγατε από την αρχή;
«Από την αρχή το είχα αυτό».
Με ποιους κάνατε καλαμπούρια;
«Με τον Αλέκο Αλεξανδρή, τον Καραταΐδη, τον Καραπιάλη, τον Παχατουρίδη. Όλοι οι Ελληνες είχαμε...».
Για πείτε καμιά ωραία ιστορία.
«Αυτά θα πρέπει να στα πουν οι άλλοι, όχι εγώ. Αν γράψω ποτέ βιβλίο για τις πλάκες μόνο που κάναμε, θα χρειαστώ τόμους. Ήμασταν συνέχεια μαζί, πιο πολύ βλέπαμε ο ένας τον άλλον παρά την οικογένειά μας. Φεύγαμε για προετοιμασία 28-35 μέρες, τα ταξίδια ήταν συνεχόμενα. Από τον Ιούνιο μέχρι τον Δεκέμβριο ήμασταν Τετάρτη - Κυριακή, Τετάρτη - Κυριακή».
Πώς σας άρεσε να αποφορτίζεστε;
«Εγώ με καφέ, τσιγάρο και κουβέντα. Γυρνούσαμε ο ένας στο δωμάτιο του άλλου για να περάσει η ώρα, γιατί ήμασταν κλεισμένοι».
Στον Ολυμπιακό έπαιζε καφές από τον Λέντζο;
«Εγώ όχι. Στην προετοιμασία έπαιρνα το σετ για τον ελληνικό. Μπρίκι, μιξεράκι για τον φραπέ, τέτοια... Είχα κάνει ένα μικρό μίνι μπαράκι. Μπισκότα, φιστίκια, πατατάκια. Είχε σαλτάρει η Λυκομήτρου (τότε διατροφολόγος του Ολυμπιακού)».
Όταν έπρεπε να φύγετε από τον Ολυμπιακό για τον Πανηλειακό, σας είχε πειράξει ότι δεν πήρατε τις ευκαιρίες που πιθανώς θα θέλατε;
«Όχι, γιατί εγώ ήθελα να παίξω. Τα παιχνίδια είναι αυτά που σε ψήνουν».
«Σαν χθες θυμάμαι το ματς με τη Μαρσέιγ»
«Σαν δεύτερος πατέρας μου ο Κόκκαλης»
Τον Κόκκαλη τον είχατε γνωρίσει;
«Ναι, βέβαια...».
Η γνώμη σας;
«Σαν δεύτερος πατέρας μου. Αν μου βάλεις τον πατέρα μου και τον Κόκκαλη και με βάλεις να συγκρίνω, έρχομαι σε δίλημμα. Τόσο καλός άνθρωπος, ήταν πάντα κοντά στην ομάδα».
Σε εσάς όμως τι σας έκανε και τον έχετε τόσο ψηλά;
«Ήταν πάντα κοντά στην ομάδα και τότε στην στραβή με τον Παναθηναϊκό, που είχαν πει ότι τα είχα πάρει στο Κύπελλο όταν έχασε ο Αλεξανδρής το πέναλτι στο 90', είχαμε περιπέτειες κι ο άνθρωπος μας στάθηκε. Μας πήρε τηλέφωνο, μας είπε "ό,τι χρειαστείτε είμαι εδώ". Ήταν πάντα κοντά στους παίκτες. Είναι πολύ σημαντικό για τον παίκτη να ξέρει ότι τη στιγμή που όλοι τον κατηγορούν, εκείνος που τον πληρώνει είναι μαζί του».
Δεν σκέφτηκε ότι ίσως να είχε δίκιο ο κόσμος, δηλαδή...
«Ποτέ, ποτέ... ».
Πώς σας κέρδισε δηλαδή; Τι σας είπε;
«Θυμάμαι ότι μου είπε: "Μην ακούς κανέναν, συνέχισε, εσύ είσαι δικό μας παιδί και σε εμπιστευόμαστε"».
Λούβαρης; Ήταν ο άνθρωπος που σε έκανε να νιώθεις τη δύναμή του και την επιρροή του στην ομάδα
«Ναι, ναι... Πολύ δυνατός».
Είχατε συμπαίκτες Καραπιάλη, Ίβιτς... Κι άλλους πολλούς φυσικά. Βάζατε στοιχήματα στις προπονήσεις;
«Ο κολλητός μου στον Ολυμπιακό ήταν ο Μαυρογενίδης, ήμασταν και δωμάτιο μαζί στη δεύτερη θητεία μου στον Ολυμπιακό. Με όλους όμως είχα καλές σχέσεις, γιατί όταν τους πειράζεις όλους, είσαι αγαπητός. Στην αρχή ήμουν δωμάτιο με τον Αλεξανδρή. Ήμασταν όλοι Ελληνες, είναι αυτό που σου λέω... Δεν ήταν οι κλίκες, που λένε: "Αυτοί οι 3-4 μια παρέα". Ήμασταν όλοι μαζί στον χαβαλέ και στα δύσκολα».
Άγχος πριν από τα ματς υπήρχε;
«Άγχος ποτέ, αυτό που μας έβγαζε ο αρχηγός μας, ο Κυριάκος Καραταΐδης, το εμπεδώναμε εμείς και το βγάζαμε στο γήπεδο όσον αφορά στο πάθος και στην αποφασιστικότητα».
Ο Καραταΐδης ήταν το σημείο αναφοράς για την ομάδα;
«Ναι κι αυτό φαίνεται και από τις συμμετοχές του».
Στον Πανηλειακό που πήγατε άλλαξε κάτι μέσα σας;
«Όχι, απλά πήγα για να το απολαύσω γιατί ήταν δανεισμός για έναν χρόνο».
Προπονητής ο Βασίλης Δανιήλ, έτσι;
«Ναι, Καβαλιώτης. Μετά αυτός πήγε στον Παναθηναϊκό κι εγώ στον Ολυμπιακό. Εθνική ομάδα... Δεν είναι ένας τυχαίος προπονητής».
«Μετά την 5άρα από την Ρόζενμποργκ έλεγαν "ο Τοχούρογλου δεν έκανε καλή προπόνηση σήμερα"»
Παρεξηγημένος; Λόγω και της δήλωσης που είχε κάνει «είμαι 100 χρόνια μπροστά».
«Ε, στην Ελλάδα ό,τι και να πεις θα σε παρεξηγήσουν. Με το που πεις κάτι ή ανέκδοτο θα βγάλουν ή θα σε κατηγορήσουν. Όπως συνέβη και μ' εμένα. Πριν από το ματς με την Πόρτο είχα πει πως πρέπει να είμαστε σοβαροί, όπως είμαστε σοβαροί και στην προπόνηση. Και μετά τα πέντε γκολ από την Ρόζενμποργκ έλεγαν "ο Τοχούρογλου δεν έκανε καλή προπόνηση σήμερα". Δεν μπορούσες να μιλήσεις και στους δημοσιογράφους. Τα έκαναν όλα όπως ήθελαν».
Καμιά ωραία ιστορία από τον Πανηλειακό;
«Το χαρτί εκεί πήγαινε σύννεφο. Από τον Πύργο, το πιο κοντινό αεροδρόμιο είναι στην Αθήνα. Τσιγάρο σύννεφο επίσης...».
Και τι παίζατε;
«Ό,τι να 'ναι... Μέχρι και μονά-ζυγά. Βάζαμε κάνα χιλιαρικάκι. Τέτοιον τζόγο είχαμε, όχι χοντρά πράγματα. Ο Δανιήλ φώναζε, επειδή ήξεραν ότι καπνίζω εγώ, "να καπνίζουμε ένας ένας". Σε μια φάση ανάψαμε όλοι μαζί και τι να σου κάνει το παραθυράκι που είχαμε ανοιχτό. Γυρίζει και λέει: "Ρε Τοχούρογλου, φτάνει, μας μπάφιασες". Ε, τι να του έλεγα; Ότι κάπνιζαν οι 8; "Ε, κυρ Βασίλη έχω σκάσει μ' αυτό το δρομολόγιο».
Υπήρχε προπονητής που δεν ήθελε καθόλου το τσιγάρο;
«Δεν μας δημιούργησε κανείς πρόβλημα».
Είναι παρεξηγημένο το τσιγάρο για τους αθλητές;
«Ναι... Επηρεάζει τώρα μου είμαι 52, τότε που παίζαμε κάθε μέρα, τι να μας κάνει;».
Καμιά άλλη ιστορία από τον Πανηλειακό;
«Στον Πύργο, είχα καβαλήσει το κάγκελο, αλλά τι είχε γίνει... Κάποιος με έβριζε. Τρελάθηκα και πήδηξα τα κάγκελα. Στον Πύργο ήταν καλά, γιατί τον κόσμο μπορούσες να τον... σταμπάρεις. Α! Τώρα που το θυμήθηκα, να σου πω και την ιστορία με το καπέλο του Ολυμπιακού που φορούσα στο ματς του Πανηλειακού με την Παναχαϊκή. Όλοι έλεγαν "ο Ολυμπιακάκιας" και το καπέλα αυτό μου το είχε δώσει ο Βασίλης Δανιήλ, γιατί είχε ήλιο και το έκαναν ολόκληρο θέμα».
Και που το βρήκε ο Δανιήλ το καπέλο του Ολυμπιακού;
«Ε, κάποιο ball boy το φορούσε, του το πήρε και μου είπε "βάλτο". Εγώ δεν φορούσα και καπέλα και είπα "δεν γ@μιEτa!"».
Πανηλειακός: Τσιγάρο & χαρτί στο πούλμαν, επεισόδιο με οπαδό και καπελάκι Ολυμπιακού στο Πανηλειακός-Παναχαική
«Διαρροές υπήρχαν στα αποδυτήρια του Ολυμπιακού, δεν είχα ποτέ καλές σχέσεις με δημοσιογράφους»
Διαρροές από τα αποδυτήρια του Ολυμπιακού στις προπονήσεις υπήρχαν;
«Ναι, υπήρχαν».
Εσάς αυτό σου έκανε κακό στην καριέρα σας;
«Σίγουρα. Όταν ειδικά κάποιος δεν ήταν σε φόρμα και έγραφαν κάτι, επηρέαζε και τον κόσμο και φυσικά και τον παίκτη που έβλεπε να γράφονται διάφορα γι' αυτόν».
Αυτό που γράφτηκε για εσένα και σας ενόχλησε πιο πολύ;
«Τώρα μου βάζεις δύσκολα... Είμαι και 52 ετών! Εντάξει, δεν είχα ποτέ καλές σχέσεις με δημοσιογράφους κι αυτό φαίνεται από τις συνεντεύξεις που έχω δώσει. Είναι ελάχιστες».
Ετυχε ποτέ να πάρεις κάποιον και να τον πεις «τι είναι αυτό που έγραψες»;
«Όχι, δεν ασχολήθηκα το να ψάξω γιατί και πότε. Μετά με μια καλή εμφάνιση θα τον κερδίσεις τον δημοσιογράφο, τον φίλαθλο, τον προπονητή, τον συμπαίκτη... Ποτέ δεν ήμουν της φάσης να πάρω κάποιον και να του πω "ρε μ@λ@κ@ τι έγραψες"».
Το ποδόσφαιρο είναι ομαδικό αλλά παράλληλα και ατομικό άθλημα;
«Ομαδικό είναι. Αν είναι να το δούμε ατομικό, ας πάμε να παίξουμε γκολφ».
Το λέω από την άποψη του ανταγωνισμού και από το ότι κάποια θα κοιτούσαν πιο πολύ την προσωπική τους ανάδειξη.
«Ε, αυτό πάντα υπήρχε».
Όταν υπήρχαν τέτοιες συμπεριφορές, όμως, στον Ολυμπιακό δεν υπήρχαν οι προσωπικότητες να βγουν μπροστά να πουν «εδώ που είσαι είναι αλλιώς τα πράγματα»;
«Υπήρχε αυτό. Γιατί και πριν από τα πρωταθλήματα ήταν έτσι. Δηλαδή, πιο πριν θα έβγαζες εσύ τον κώλο σου απ' έξω και να κυνηγούν εμάς; Γινόντουσαν αυτά και το ξέρουν όλοι αυτό».
Με τον Καραπιάλη πώς κολλήσατε και γίνατε και κουμπάροι;
«Μέναμε κοντά, στο Παλαιό Φάληρο. Ε και τότε που είχε γίνει το επεισόδιο με τον Αλεξανδρή και το χαμένο πέναλτι με τον Παναθηναϊκό, μου στάθηκε πάρα πολύ ο Βασίλης και μετά μου βάφτισε τη δεύτερη κόρη. Και έγινα και οδηγός του, γιατί δεν ήξερε να οδηγά ο Βασίλης και κάποιος έπρεπε να τον πηγαίνει και να τον φέρνει από την προπόνηση».
Πώς ήταν οι προπονήσεις στον Ολυμπιακό; Μου έχουν πει ότι ήταν «αίμα κι άμμος».
«Ναι, έτσι ήταν γιατί ήταν μια μεγάλη ομάδα και όλοι ήθελαν να παίξουν».
Το Ρέντη τότε δεν ήταν αυτό που είναι σήμερα και παρόλα αυτά περνούσατε πολλές ώρες εκεί.
«Ναι και στο μεγάλο σεισμό του 1999 εκεί μείναμε. Κοιμόμασταν στα στρώματα. Παίζαμε στα Γιαννιτσά ή στη Νάουσα και γυρίσαμε πίσω και κοιμόμασταν για τρεις μέρες στου Ρέντη».
Αν και έχετε τελειώσει την καριέρα σας μόλις λίγο καιρό...
«Μόνο πέντε εβδομάδες». (γέλια)
Δεν έχετε προλάβει να κάνει τον απολογισμό σας, αλλά αυτό που λησμονείτε πιο πολύ από τον Ολυμπιακό ποιο είναι;
«Αυτή είναι μια καλή ερώτηση... Τα ντέρμπι ήταν το καλύτερο. Τα ματς γινόντουσαν με τους οπαδούς και των δύο ομάδων, τώρα δε υπάρχει κανένας. Τώρα, μου λείπει και δεν μου λείπει. Θα ήθελα να συνεχίσω, αλλά το σώμα δεν αντέχει άλλο με όσα πέρασα».
Εχετε παίξει και Ολυμπιακός-Παναθηναϊκός και ΠΑΟΚ-Άρης. Ξεχωρίζετε κάποιο από άποψη αντιπαλότητας ή σπουδαιότητας;
«Είναι ακριβώς το ίδιο πράγμα».
Το ΠΑΟΚ-Ολυμπιακός είχε πιο έντονη αντιπαλότητα;
«Η αντιπαλότητα προέκυψε λόγω Κούδα. Δεν υπήρχε κάτι πιο πριν».
Στον Ολυμπιακό αγαπηθήκατε;
«Ναι».
Το πιο ωραίο που έχετε βιώσει από τον κόσμο ποιο είναι;
«Αυτό που συμβαίνει τώρα. Ερχομαι από την Αυστραλία και με σταματούν για μια φωτογραφία, με αναγνωρίζουν. Αυτή η αγάπη είναι ό,τι πιο ωραίο».
Τα νέα παιδιά σας αναγνωρίζουν;
«Ναι, ναι... Αυτό σου δίνει χαρά και σε κάνει να λες "κάτι έκανα κι εγώ είτε καλό είτε κακό, κάτι έκανα"».
«Ολυμπιακός-Παναθηναϊκός και ΠΑΟΚ-Άρης είναι ακριβώς το ίδιο πράγμα»
«Ο Μπάγεβιτς, ποτέ δεν μου έκοβε την πλάκα. Τρελαινόταν με το ποδοτένις και δεν ήθελε να χάνει»
Στον Ολυμπιακό εξελιχθήκατε; Βάλατε κι άλλα στοιχεία στο παιχνίδι σας;
«Ναι, όταν γύρισα από τον Πανηλειακό. Ο Πανηλειακός, αυτόν τον έναν χρόνο, ήταν μεγάλο σχολείο».
ΜΙλάτε με πολύ καλά λόγια γι' αυτήν την ομάδα. Είναι επειδή εκεί αποδείξατε στον Ολυμπιακό ότι κακώς σε έδωσαν;
«Αφού ο Μπάγεβιτς με πήρε πίσω 8 μήνες μετά. Ηξερα ότι θα γυρίσω πίσω».
Ο Μπάγεβιτς είναι ο καλύτερος προπονητής που είχατε στην καριέρα σας;
«Ναι, αφού μ' αυτόν πήγα και στον ΠΑΟΚ».
Ο Γιασεμάκης στη συνέντευξή του στο Gazzetta, είπε πρόσφατα ότι ο Μπάγεβιτς ο πρώτος που κοιτούσε ήταν ο παίκτης του.
«Ναι, τον είχε πάνω απ' όλους και απ' όλα. Δηλαδή, μπορούσε να σκοτώσει για τον παίκτη του κι αυτό λέει πολλά».
Στην επιστροφή σας στον Ολυμπιακό, συναντάς τον Μπάγεβιτς και βλέπεις την ομάδα να είναι στο απόγειό της. Τι αλλάζει ο Ντούσκο;
«Αυτό που είπαμε: Πάνω απ' όλα ήταν ο παίκτης του και μετά όλα τ' άλλα. Υπήρχαν παίκτες ας πούμε που έπαιζαν ένα ματς, αλλά σ' αυτό το ματς έδιναν το 110%. Μπορεί να έπαιζε πάλι στον επόμενο γύρο, αλλά δεν τον κατηγορούσε κανείς. Εκεί, προπόνηση και μετά πάλι όταν έμπαινε, έδινε πάλι ό,τι είχε. Και από χιούμορ... Ήταν πολύ της πλάκας. Το μόνο που έπρεπε να ξεκινήσει εκείνος πρώτα και μετά έμπαινα εγώ».
Οταν πηγαίνατε να κάνετε πλάκα, δεν στο έκοβε;
«Εμένα ποτέ. Η αρρώστια του ήταν το ποδοτένις κι όταν έχανε γινόταν χαμός. Η μπάλα μπορεί να ήταν έξω κι εκείνος έλεγε ότι ήταν μέσα».
Και πολύ τάβλι;
«Ναι, τάβλι, πινγκ πονγκ».
Εσείς παίζατε;
«Απ' όλα παίζαμε... Τόσες ώρες στο ξενοδοχείο κάτι έπρεπε να κάνεις».
Ποιος ήταν πιο καλός σ' όλα αυτά;
«Στον πινγκ πονγκ ήμουν καλός, έχω παραπάνω κινητικότητα».
Τι στοιχήματα μπορεί να βάζατε;
«Τραπέζια στα Βλάχικα ή κάνα μπουκαλάκι στα μπουζούκια...».
Σε ποια μπουζούκια τη βρίσκατε περισσότερο εσείς;
«Παντού, λίγο παραπάνω στους παλιούς. Σφακιανάκη, Τερζή... Παντού! Σε κάθε μαγαζί. Ειδικά όταν τελείωνε το πρωτάθλημα και το παίρναμε μαθηματικά, που ήταν και 7 μέρες την εβδομάδα... Κυριακή, Δευτέρα, Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη και μετά πηγαίναμε να χαλαρώσουμε γιατί είχαμε το ματς και θέλαμε να τελειώσει το πρωτάθλημα».
Τα μεσοβδόμαδα έπαιζαν πολύ μπουζούκια.
«Κάθε μέρα. Αν μπορούσαμε θα πηγαίναμε κάθε μέρα».
Ποιος ήταν ο κανόνας του Μπάγεβιτς που δε μπορούσε κανείς να παραβλέψει;
«Ήθελε να τα ξέρει όλα. Δηλαδή, αν θέλαμε να κάνουμε κάτι, έπρεπε να πάρουμε άδεια. Αυτό που λέμε, για να πας για κατούρημα έπρεπε να πάρεις άδεια; Ε, έτσι ήταν. Αν ήσουν ντόμπρος και ξηγημένος μαζί του, ήσουν το αγαπημένο του παιδί και δεν είχες κανένα πρόβλημα».
Το τσιγάρο το επέτρεπε; Εχω μάθει ότι δεν το γούσταρε.
«Ε, δεν το γούσταρε, αλλά δεν μπορούσαμε να το κόψουμε κιόλας».
Μου είχε πει ο Τζόρτζεβιτς μια ιστορία από μια προετοιμασία που του είχε πει να το κόψει.
«Ναι... Εγώ είχα τις κούτες μέσα στην τσάντα κι ένα πρωί είχαμε προπόνηση στις 6.30 το πρωί. Είχα ξυπνήσει στις 5.30 και βγαίνω στο μπαλκόνι με τον ελληνικό καφέ και το τσιγαράκι μου για να προετοιμαστώ για την προπόνηση και βλέπω κάτι στάχτες να πέφτουν πάνω μου. Γυρίζω προς τα πάνω για να βρίσω και ήταν ο Μπάγεβιτς. Εχασα τα λόγια μου. "Καλημέρα μίστερ". Και σε εκείνη την προετοιμασία με είχε πιάσει δύο φορές. Την άλλη φορά πήγαινα στο μηχάνημα του ξενοδοχείου να πάρω τσιγάρα γιατί είχα ξεμείνει. Ε, κοίταξα μία φορά, κοίταξα και μία δεύτερη... Πόση ώρα θέλει να βάλεις το κέρμα και να πάρεις το πακέτο; Εκείνη τη στιγμή, σηκώνω το κεφάλι και τον βλέπω. "Με 'μένα τα 'χεις βάλει ρε μίστερ;", του είπα και γελούσε. Αφού ήξερε...».
Πριν από ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό, ποια ήταν η ψυχολογική προετοιμασία;
«Δεν υπήρχε... Γυρνούσαμε από δωμάτιο σε δωμάτιο για να χαλαρώσουμε. Δεν είχαμε κάτι συγκεκριμένο για να προετοιμαστούμε. Εγώ δεν μπορούσα να κοιμηθώ και έκοβα βόλτες στα δωμάτια, για να δω ποιος δεν κοιμάται και να κάνω χαβαλέ. Εμπαινα στο δωμάτιο του Αμανατίδη και του Γιαννακόπουλου επειδή ήξερα ότι τσαντιζόντουσαν με τον καπνό. Τέτοια πράγματα...»
Με ποιον ταιριάζατε πιο πολύ;
«Με όλους.. Με Μαρινάκη, Αλεξανδρή. Με όλα τα παιδιά. Μόνο με το χαβαλέ την πάλευες».
Τότε, οι σχέσεις των παικτών ήταν πιο άμεσες;
«Ναι, αλλά τότε ήταν κι όλοι Ελληνες, ενώ τώρα είναι όλοι ξένοι. Κι αυτοί οι ξένοι ήταν τρεις και καλοί».
Τζιοβάνι;
«Μάγος».
Στην προπόνηση σας είχε ξεφτιλίσει ή υπήρχαν στιγμές που τον ξεφτλιίζατε εσείς;
«Όχι, αν ήθελε να σε ξεφτιλίσει θα το έκανε. Ο Τζιοβάνι όταν είχε πρωτοέλθει στον Ολυμπιακό βγαίναμε μισή ώρα πριν την προπόνηση να δούμε τι έκανε και μέναμε με το στόμα ανοιχτό. Την εξαφάνιζε».
Τι σας έχει μείνει απ' αυτόν;
«Ότι ήταν ένα απλό παιδί. Απ' όσα ονόματα έχουν έρθει, δεν το έπαιξε βεντέτα».
Ο Ζάχοβιτς έδειχνε ότι δεν ήθελε να είναι εκεί;
«Μα το έδειχνε και το είχαν καταλάβει όλοι».
Μιλήσατε εσείς μ' αυτόν τον άνθρωπο, να καταλάβετε πώς νιώθει;
«Με εμένα μιλούσε, γιατί μιλούσα αγγλικά και μπορούσαμε να συνεννοηθούμε. Με τους άλλους υπήρχε πρόβλημα. Ναι, εγώ έκανε και τον διερμηνέα για τον Μπάγεβιτς στους ξένους. Αμπονσά κι όλους αυτούς..».
Τότε το προπονητικό σταφ αποτελούνταν από μετρημένους στα δάχτυλα του ενός χεριού συνεργάτες. Αυτό δημιουργούσε και μια μεγαλύτερη άνεση στο να μιλήσεις πιο εύκολα στον προπονητή;
«Ήταν πολύ σημαντικό αυτό, γιατί όλα μας τα προβλήματα μπορούσαμε να τα πούμε στους Περσία - Μπουρουτζίκα χωρίς να γίνουμε κακοί εμείς. Αυτοί οι δύο ήταν η μεγάλη δύναμη του Μπάγεβιτς».
Θεωρείτε τον Μπάγεβιτς αναμορφωτή του ελληνικού πρωταθλήματος;
«Με την ΑΕΚ, τον Ολυμπιακό, τον ΠΑΟΚ πήρε τίτλους παντού. Δεν είναι τυχαίο».
Το μεγαλύτερό του ταλέντο ποιο ήταν;
«Αυτό που είπαμε, ότι πάντα έβαζε τον παίκτη πάνω απ' όλα. Δίκαιος, νιώθαμε ασφάλεια. Και να μην γούσταρε έναν παίκτη δεν το έδειχνε».
Είναι άδικο να λένε γι' αυτήν την ομάδα ότι ήταν «ομάδα της παράγκας»;
«Ναι. Δείτε τους παίκτες που είχε... Εκείνη την εποχή, επί Μπάγεβιτς, όλοι οι Ελληνες ήταν οι αφρόκρεμα του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ο Αλεξανδρής πρώτος σκόρερ της ΑΕΚ, ο Μαρινάκης ο καλύτερος παίκτης του ΟΦΗ... Όλοι ήταν οι πρωτοκλασάτοι παίκτες της ομάδας που ήταν. Και μέχρι το '96 δεν υπήρχε ο προπονητής για να τους δέσει όλους αυτούς. Ηρθε ο Μπάγεβιτς κι ό,τι έκανε στην ΑΕΚ το έκανε και στον Ολυμπιακό».
Η μεγάλη ομάδα θα πάρει το σφύριγμα;
«Πώς να το πω για να μην παρεξηγηθεί απ' όσους μας διαβάσουν; Ναι, θα το πάρει αλλά δεν το χρειάζεται. Μπορεί και χωρίς αυτό».
Αργότερα, έλειψε από τον Ολυμπιακό η αντιπαλότητα με τον Παναθηναϊκό;
«Ναι, έλειψε ο Καπετάνιος, ήξερε από ποδόσφαιρο και ήταν το πρώτο βιολί».
Ποιο ντέρμπι θα παίζατε πάλι;
«Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός 0-2 στο ΟΑΚΑ, γιατί ήταν αυτό που λέγαμε.. .Το ντέρμπι που αν το παίρναμε ήμασταν και μαθηματικά πρωταθλητές ουσιαστικά, θα φεύγαμε 6 βαθμούς μπροστά σε γεμάτο ΟΑΚΑ. Και έκανα και καλό ματς, έπιασα το πέναλτι του Γεωργιάδη. Εκεί το 0-1, θα γινόταν 1-1».
«Η μεγάλη ομάδα δεν έχει ανάγκη το σφύριγμα»
Η πλάκα στον... άνεργο Μπιγκόν και από την τότε 11άδα που θα επέλεγε... 18άδα
Αν σας βάζαμε τώρα να διαλέξετε την καλύτερη 11άδα του Ολυμπιακού, ποια θα ήταν αυτή;
«Θα έβαζα 18άδα, δεν αλλάζω κανέναν».
Ο Μπιγκόν δεν κόλλησε με τον Ολυμπιακό;
«Να σου πω κάτι ωραίο εδώ... Ο άνθρωπος δεν ήξερε την ελληνική πραγματικότητα. Νόμιζε ότι είχε τον Μαραντόνα στη Νάπολι, προσπάθησε να περάσει κάποια πράγματα αλλά δεν κόλλησε,
Εκανα το διερμηνέα του Μπιγκόν. Γενικός αρχηγός ήταν ο Μητρόπουλος, με τον οποίο είχαμε άριστη σχέση. Μου ζήτησε να στηρίξουμε τον άνθρωπο, από τη στιγμή που είχε φύγει κι ο Μπάγεβιτς. Ήμασταν στο ξενοδοχείο, στον Πύργο Ηλείας, στο πρώτο ματς του Μπιγκόν. Τον βοήθησα λέγοντάς του πώς θα παίξει ο Πανηλειακός, επειδή ήξερα την ομάδα. Με ευχαρίστησε και φεύγοντας του είπα: "Εχουμε και ένα κοινό οι δυο μας. Είσαι αήττητος δύο χρόνια", μου λέει "ναι, αλλά δεν δούλεψα πουθενά". Και του απάντησα: "Είδες; Και εγώ έχω να δεχτώ γκολ δύο χρόνια, αφού ο Ελευθερόπουλος έπαιζε". Κι άρχισε να γελάει. Ετσι του έδωσα ψυχολογία. Με το χαβαλέ. Άμα ξεκινήσω... Είναι πολλά!».
Όταν έφυγε ο Μπάγεβιτς πώς το πήρατε;
«Σε κάθε αλλαγή προπονητή δεν μπορείς να κάνεις κάτι εσύ σαν παίκτης. Αν είναι απόφαση της διοίκησης ειδικά... Τι να κάναμε; Απεργία;».
Πώς ήταν το να έχετε μια τόσο δυνατή διοίκηση;
«Μεγάλη υπόθεση, δεν είχαμε άγχος για λεφτά κι οτιδήποτε θέλαμε».
Το εξωτερικό υπήρξε ως προοπτική για εσάς;
«Το πρόβλημα ήταν το ύψος. Ο Φαν ντερ Σαρ, ο Κανιθάρες ήταν 3 μέτρα ο καθένας. Εγώ είμαι 2 μέτρα παρά 21 εκατοστά...». (γέλια).
Τελειώνει το κεφάλαιο Ολυμπιακός με τρία Πρωταθλήματα και 1 Κύπελλο. Τι σας μένει πιο έντονα;
«Η σεζόν 1997-1998 που πήγαμε και στους 16 με το γκολ του Γιαννακόπουλου στο Ζάγκρεμπ».
Πώς το θυμάστε εκείνο το ματς;
«Πολύ κρύο... Στον πάγκο ειδικά».
Στα αποδυτήρια τι έγινε μετά απ' αυτό το ματς;
«Πανηγύρια. Είμαστε και πανηγυρτζήδες εμείς... Ωραίες στιγμές. Ήταν όλο πειράγματα και πανηγύρια».
Στον Γιαννακόπουλο του κάνατε πλάκα;
«Σ' εκείνο το ματς έτρεξε πιο πολύ στα πανηγύρια παρά στον αγώνα. Πλάκα κάνω φυσικά». (γέλια)
Τζόρτζεβιτς;
«Μπορεί να μην ήμασταν κολλητοί αλλά κάναμε την πλάκα μας, είχαμε καλή σχέση».
Η δύναμη της ομάδας ποια ήταν;
«Ο Καραταΐδης, έβγαινε πάντα μπροστά, αλλά και εγώ ήμουν της φάσης πως ό,τι κι αν γίνει έπρεπε να το λύσουμε εκείνη τη στιγμή».
Τον Ολυμπιακό του Μαρινάκη πως τον βλέπεις;
«Η ομάδα έκανε κάτι ιστορικό και ανεπανάληπτο! Τον Μαρινάκη δεν τον έχω ζήσει, αλλά βλέπω ότι αγαπάει την ομάδα του, στηρίζει με κάθε τρόπο και τον Ερασιτέχνη. Δίνει χρήματα και θέλει να μεγαλώνει τον Ολυμπιακό. Αποτελεί εγγύηση για το παρόν και το μέλλον του συλλόγου».
«Δεν πήγα εξωτερικό λόγω ύψους. Είμαι 2 μέτρα παρά 21 εκατοστά»
«Ο Μπατατούδης ήταν μια χαρά. Μέχρι που τελείωσαν τα λεφτά...»
Θέλατε να ανανεώσετε στον Ολυμπιακό;
«Δε τα βρήκαμε στα λεφτά, αλλά και στο ότι ήθελα να παίζω. Ο Ελευθερόπουλος επέστρεφε από τον χιαστό και το 2000 ήμουν 28 ετών και έπρεπε να παίζω. Ο Μπάγεβιτς είχε πάει στον ΠΑΟΚ και είχαμε πει ότι θα ξεκινάει από εμένα. Η παρουσία του Μπάγεβιτς ήταν καθοριστική».
Ο Μπατατούδης πώς ήταν;
«Ήταν μια χαρά μέχρι να τελειώσουν τα λεφτά. Είχαμε άλλα εκεί... Κοίταξε να δεις. Εγώ, ο Γεωργιάδης που είχαμε κάνει μια καριέρα, είχαμε και μια πισινή. Οι νέοι δεν είχαν πισινή κι αυτό επηρέασε πολύ».
Υπήρχαν και παιδιά που χρειάστηκαν να τα στηρίξετε οικονομικά.
«Ναι... Η κάτω βόλτα ήρθε όταν έφυγε ο Μπάγεβιτς».
Φαντάζομαι ζήσατε κι αρκετές διοικήσεις στον ΠΑΟΚ.
«Πιο πολλές ήταν οι διοικήσεις από τα χρόνια που έμεινα στην ομάδα».
Ο κόσμος του ΠΑΟΚ είναι και απαιτητικός.
«Ο κόσμος ήθελε να βοηθήσει οικονομικά όταν είχαμε βγει σε απεργία. Κι ως αρχηγός είχα βγει εγώ και είχα πει ότι δεν θέλουμε τα λεφτά του κόσμου, δεν κάναμε συμφωνία με τον κόσμο αλλά με τη διοίκηση. Ο φίλαθλος του ΠΑΟΚ όμως ήταν αυτός που στήριζε την ομάδα - χωρίς αυτόν ο ΠΑΟΚ θα ήταν τίποτα».
Στα χρόνια σας στον ΠΑΟΚ, παίρνετε κι ένα Κύπελλο...
«Δύο. Είμαστε η μόνη ομάδα που έκανε διπλό στο γήπεδό της. Αναφέρομαι στον τελικό με τον Αρη στην Τούμπα, το 0-1 και είχα πάρει το τρόπαιο και το είχα έξι μήνες στο πορτ μπαγκάζ στο αμάξι. Αφού δεν υπήρχε διοίκηση και το έψαχναν...».
Πώς είναι να παίρνεις τρόπαιο χωρίς διοίκηση;
«Πήραμε το ένα με τον Μπάγεβιτς και το άλλο με τον Αναστασιάδη. Στο πρώτο με τον Μπάγεβιτς, κάναμε την αποχή από τις προπονήσεις. Το είπαμε στον Μπάγεβιτς και εκείνος ρώτησε τον Μπουρουτζίκα για το αν μας παίρνει να πάμε στον τελικό χωρίς προπονήσεις. Εκείνος μας είπε ότι γίνεται, γιατί ήμασταν καλά προπονημένοι αρκεί να παίζαμε λίγο 5Χ5 ή να κάναμε γυμναστική μόνοι μας. Ίσα ίσα για να συντηρηθούμε. Κι έτσι κατεβήκαμε στον τελικό χωρίς προπόνηση και πήραμε το Κύπελλο».
Αυτά τα δύο τρόπαια σάς έχουν χαράξει;
«Ναι λόγω των δυσκολιών. Και επειδή σας είπα και για τη στήριξη του κόσμου, κάναμε αεροδρόμιο - Λευκό Πύργο, 45 λεπτά από την αποθέωση. Γεμάτοι οι δρόμοι... Τρέλα! Είχαν να πάρουν τρόπαιο 25 χρόνια και παρά τα οικονομικά προβλήματα, ήμασταν μια οικογένεια».
«Τότε, χωρίς τον κόσμο του ο ΠΑΟΚ θα ήταν τίποτα»
«Υπήρχε μερίδα του κόσμου που δεν δέχτηκε ότι είχα έρθει από τον Ολυμπιακό. Μπινελίκια φουλ»
Το πιο δύσκολο στον ΠΑΟΚ, πέρα από το οικονομικό ποιο ήταν;
«Ότι υπήρχε μια μερίδα κόσμου που με έβριζε επειδή είχα έρθει από τον Ολυμπιακό. Μπινελίκια φουλ...».
Αυτό έσβησε αργότερα;
«Νομίζω δεν έσβησε. Μια μερίδα από τον κόσμο με αγαπά και μια μερίδα ακόμη λέει "γιατί ήρθε". Υπάρχει ένα ματς που δεν ήμουν καλός, είχαμε χάσει 2-4 και το δέχομαι ότι δεν ήμουν καλός. Υπήρχαν κάποιοι που έλεγαν ότι είμαι πουλημένος. Την επόμενη χρονιά κάνω καλό ματς το οποίο τελειώνει ισόπαλο (1-1), τρώω γκολ και λένε ότι το έφαγα επίτηδες το πέναλτι επειδή ξέρω τον Τζόρτζεβιτς. Και στο δεύτερο γύρο που έπιασα πέναλτι του Τζόρτζεβιτς στην Ριζούπολη έλεγαν "είδες που σας είπαμε ότι ήξερε, γιατί να μην πιάσει το άλλο;"».
Σας εκνευρίζει αυτό;
«Ναι, γιατί προσπαθώ να κάνω τη δουλειά μου. Αν τα έπιανα όλα δεν θα ήμουν εδώ. Αυτές είναι βλακείες που σκέφτεται γενικά ο κόσμος. Οι ΠΑΟΚτζήδες λένε ότι είμαι Ολυμπιακός και οι Ολυμπιακοί ότι είμαι ΠΑΟΚτζής. Στη μία ομάδα έκανα 6 χρόνια και στην άλλη 8 χρόνια. Παιδιά, είμαι Δόξα Δράμας, αυτό δεν θα βγει, δεν αλλάζει. Εζησε όμως καλές στιγμές και στις δύο ομάδες, νομίζω ότι προσέφερα στα τρόπαια που κατακτήσαμε. Ετσι νομίζω εγώ, ο κόσμος μπορεί να μην το νομίζει. Δικαίωμά του αλλά δεν με νοιάζει τι λέει ο κόσμος».
Απ' όλα αυτά που έχεις ζήσει στον ΠΑΟΚ, ένιωθες ότι ο Αναστασιάδης ήταν αυτός που χρειαζόταν η ομάδα επειδή ήταν ΠΑΟΚτζής ή αυτό του έκανε και κακό;
«Του έκανε κακό γιατί τρεις φορές επέστρεψε. Ο Μπάγεβιτς δεν πήγε τρεις φορές στον Ολυμπιακό ή στον ΠΑΟΚ. Ο Αναστασιάδης είχε πρόβλημα γιατί είχα μακρύ μαλλί. Πήγαμε στη Μονή Εσφιγμένου στο Άγιο Όρος και δεν με άφηνε να μπω, λες κι οι παπάδες δεν έχουν μακρύ μαλλί. Απλά το δικό μου είναι κομμωτηρίου. Και πήγαινα στον δικό μου πνευματικό, έξω από τη μονή. Τσίπουρα, ψαράκι... πιο καλά ήταν.
Και ξέρεις τι είχε γίνει; Είχε έρθει ο πνευματικός να με πάρει με το Datsun... Πηγαίναμε με 20 χιλιόμετρα, τρεις ώρες από τη μία μονή στην άλλη. Και ο Αναστασιάδης του λέει: "Είσαι άνθρωπος του Θεού δεν θα τον αφήσεις να καπνίσει μέσα στο αμάξι, δεν θα πεις ψέματα". Ο πάτερ με έβλεπε ότι τρωγόμουν και μου είπε να κατέβω να κάνω τσιγάρο. Του λέω: "Μα ο Αναστασιάδης είπε να μην κάνω τσιγάρο", για να μου απαντήσει: 'Σου είπε να μην κάνεις μέσα στο αμάξι, κατέβα και κάπνισε". Μετά από μισή ώρα κάναμε κι άλλη στάση».
Μου κάνει εντύπωση που λέτε ότι δεν είχατε καλή σχέση. Πίστευα ότι λόγω της πίστης, γιατί και εσείς είστε κοντά στην εκκλησία.
«Κάθε Κυριακή πήγαινα, απλά δεν το έλεγα και δεν το έδειχνα».
Το κεφάλαιο ΠΑΟΚ το κλείνετε και κλείνετε και την επαγγελματική σας διαδρομή.
«Είχα κάνει κάτι συζητήσεις στην Κύπρο και ήμουν και ελεύθερος αλλά δεν με συνέφερε οικονομικά. Τότε είχα μάθει από τις εφημερίδες ότι είμαι ελεύθερος, δεν υπήρχε διοίκηση. Εκεί έμαθα ότι τελείωσα από τον ΠΑΟΚ».
«Ο Αναστασιάδης είχε πρόβλημα μαζί μου γιατί είχα μακρύ μαλλί»
«Φεύγοντας από τον ΠΑΟΚ πήρα όλα τα λεφτά μου, κρατάω τις καλές στιγμές»
Τα λεφτά σας από τον ΠΑΟΚ τα πήρατε;
«Ναι, μόλις τελείωσα τα πήρα όλα».
Από τον ΠΑΟΚ τι κρατάτε;
«Τα τρόπαια, τις καλές στιγμές, τους συμπαίκτες και τις καλές εμφανίσεις».
Στον ΠΑΟΚ με ποιον παίκτη ήσασταν κοντά;
«Με τον Εγκωμίτη ήμασταν πολύ δεμένοι. Όπως ήμουν με τον Μαυρογενίδη στον Ολυμπιακό, ήμουν και μ' αυτόν στον ΠΑΟΚ».
Στον ΠΑΟΚ σας κράτησε το χιούμορ;
«Μ' αυτό ξεχνάς τα προβλήματα».
Στον ΠΑΟΚ, όταν νικούσατε, βγαίνατε στην παραλία και νιώθατε Θεός;
«Ναι, αυτό δεν αλλάζει».
Ο κόσμος έξω σας έλεγε κάτι;
«Για ένα διάστημα όταν νικούσαμε δεν έβγαινα, στις ήττες έβγαινα. Ελα να μου πεις γιατί. Δεν έχω να σου απαντήσω κάτι. Από κοντά κανείς δεν μου είπε "γιατί είσαι έξω', αλλά στα ραδιόφωνα γινόταν χαμός».
Με ποιον επιθετικό δεν τα πηγαίνατε καλά;
«Με τον Βαζέχα. Η μπάλα χτυπούσε στα κορδόνια του και έμπαινε γκολ».
Και με ποιον είχατε καλό ρεκόρ;
«Όταν έβγαλαν το σύνθημα: "Σε βλέπει η μάνα του Τοχούρογλου και τρέμει, γεια σου Ντέμη", δεν ξέρω γιατί το έβγαλαν. Ο Ντέμης το μόνο γκολ που μου έβαλε ήταν όταν έπαιζα στον Πανηλειακό και το παιδί προς τιμήν του το είπε και στη συνέντευξη που κάναμε στη Nova».
Μάλλον έβγαιναν οι στιχοι.
«Ε, κάπου ο συνθέτης τα μπέρδεψε».
Σας πείραξε αυτό;
«Ε, εντάξει, αλλά μετά το ξεπερνάς».
Γούρια είχατε;
«Όχι! Το μόνο που έχω είναι να ξυρίζομαι Δευτέρα και Παρασκευή»
Σας τρελαίνει η αδικία και το να λένε ότι τα «πήρατε»;
«Εντελώς».
Αυτή η καχυποψία στην Ελλάδα μεγαλώνει όσο περνούν τα χρόνια;
«Ακριβώς. Αν γίνει ένα λάθος δεν θα πουν "έκανε λάθος", θα πουν "τα πήρε". Και το έχεις ακούσει και εσύ πάρα πολλές φορές».
Σήμερα κάποιοι ζητούν βοήθεια από το ψυχολόγο. Πιστεύετε ότι βοηθάει αυτό ειδικά έναν αθλητή;
«Πιστεύω ότι ο καθένας είναι ψυχολόγος του εαυτού του. Ο ψυχολόγος μπορεί να σε βοηθήσει αρκεί να είναι στο δικό σου χέρι να το κάνεις. Αν δεν το θέλω να αισθανθώ καλά;».
«Με τον Βαζέχα, η μπάλα χτυπούσε στα κορδόνια του και έμπαινε γκολ. Κάπου τα μπέρδεψε ο συνθέτης στο σύνθημα με τον Ντέμη»
«Μετά την Ξάνθη, ως βοηθός του Μαντζουράκη, έφυγα σε μια νύχτα για την Αυστραλία»
Τελειώνει ο ΠΑΟΚ, λοιπόν, και τι έγινε;
«Είμαι 36-37 ετών κι οι προτάσεις από την Κύπρο δεν προχωρούν. Ε, ξαφνικά χτύπησε το τηλέφωνο από την Ξάνθη και λέω "βρήκαμε ομάδα". Ηταν ο Μαντζουράκης, ο οποίος ζητούσε βοηθό. Με ήξερε από τον Ολυμπιακό. Ο Μαντζουράκης με φώναζε "βουλευτή", γιατί είχαμε έναν κοινό φίλο που ήταν βουλευτής. Εγώ του είπα "είμαι έτοιμος', νόμιζα ότι ζητούσε τερματοφύλακα, αλλά τελικά ήθελε βοηθό. Είχα βγάλει ήδη το UEFA A και τελικά πήγα, παρόλο που άντεχα 2-3 χρόνια ακόμα. Ετσι άφησα το ποδόσφαιρο και έγινα βοηθός. Ε, μετά άρχισαν τα... όργανα».
Ποια όργανα;
«Στην Ελλάδα όμως αν φύγει ο προπονητής, φεύγει και το team. Ε, αυτά δεν ήταν για εμένα και τα μάζεψα και πήγα στην Αυστραλία».
Άρα το κομμάτι της προπονητικής έκλεισε πολύ σύντομα;
«Ναι, παρόλο που ο κ. Μαντζουράκης μου είπε να μείνω. Του είπα «κύριε Γιάννη, άστο, δεν είναι για εμένα όλα αυτά. Πήρα την απόφαση και έφυγα"».
Ήταν σημαντικό ότι σε ακολούθησε κι η οικογένεια;
«Ήμουν χωρισμένος κι η νυν γυναίκα μου με την οποία είμαστε μαζί από τότε, με ακολούθησε ύστερα από 5 χρόνια».
Πώς το καταφέρατε αυτό;
«Είμαι μάγος σ' αυτά... Σαν τον Ζιοβάνι. Εκείνος ήταν στη μπάλα βέβαια κι εγώ στο παπατζιλίκι...» (γέλια)
Τρομερό.
«Εντάξει, τότε είχε πάρει την κάτω βόλτα κι η Ελλάδα. Όταν έφυγα "σε μια νύχτα, που λένε", όλοι μου έλεγαν "που πας ρε μ@λ@κ@" και δύο χρόνια μετά ήρθε η καταστροφή και όλοι μου έλεγαν "γιατί δεν μας το είπες και σ' εμάς, κάτι ήξερες". Δεν ήξερα τίποτα,προφανώς, απλά ήθελα να είμαι κάπου και να αισθάνομαι εγώ καλά. Ξεκίνησα από το μηδέν στην Αυστραλία στα 39 μου και έχτισα αυτό που έχτισα.
Ο Γιώργος ο Γκανιάτσας, που έχει την ομάδα στην Αυστραλία, είναι φίλος μου και όταν πήγα κάτω έτυχε να είναι αυτός εκεί. Μαθαίνει ότι το 2011 που ήμουν κάτω πήγα να ξεκινήσω μια προσπάθεια για να βάλουμε τον Ολυμπιακό στην κοινωνία του Σίδνεϊ και πάνω σ' αυτό μου πρότεινε να το κάνουμε μαζί. Ο Βαγγέλης Μαρινάκης δεν είχε πρόβλημα σ' αυτό. Ξέρετε πώς είναι ο Μαρινάκης με τα παιδιά, τα στηρίζει πολύ. Ετσι εγώ κι ο Κρις Καλαντζής ξεκινήσαμε αυτό το εγχείρημα αρχικά και σήμερα το "τρέχουμε" μαζί με τον Γκανιάτσα, ο οποίος μου ζήτησε να παίξω έναν χρόνο για να φέρουμε τα παιδιά κοντά μας και να μάθουν τον Ολυμπιακό.
"Τρία χρόνια έχω σταματήσει ρε μ@λ@κ@", του είπα αλλά μου εξήγησε ότι στη Γ' εθνική Σίδνεϊ είναι εύκολο το επίπεδο. Ε, στο πρώτο ματς είχαμε 1.000 άτομα. Ο ένας χρόνος έγινε τελικά... 13 χρόνια, σταμάτησα πριν από 5 εβδομάδες».
Πώς είναι να παίζεις σε τέτοια ηλικία;
«Κοίταξε, όταν έχεις παίξει τόσα χρόνια στον Ολυμπιακό και στον ΠΑΟΚ και είσαι κάτω από πίεση 14 χρόνια, μετά το απολαμβάνεις και δεν σταματάς».
Ναι, αλλά θα μπορούσατε να κάνετε κάτι άλλο. Ήθελε μια συνέπεια.
«Ναι, αλλά αφού δεν είχα να κάνω κάτι άλλο. Μόνος μου ήμουν κάτω».
Και αναδειχτήκατε πέντε φορές ο καλύτερος παίκτης;
«Ναι, ο καλύτερος παίκτης της χρονιάς».
Για πόσα σερί ματς είχατε να δεχτείτε γκολ;
«Δεν θυμάμαι, πρέπει να είναι 7-8, τη χρονιά που πήραμε και το πρωτάθλημα και ψηφίστηκα στα 42 μου ο καλύτερος τερματοφύλακας και παίκτης του πρωταθλήματος».
Η Ακαδημία πόσα παιδάκια έχει;
«Δεν υπάρχει Ακαδημία, είναι αυτή η ομάδα που φέρνουμε στην Ελλάδα και τους κάνουμε το τουρ για να γνωρίσουν τον Ολυμπιακό, τη χώρα μας. Η Ομοσπονδία δεν επιτρέπει σε ομάδες εκτός της Αυστραλίας να βάλει το σήμα τους σε Ακαδημίες».
Άρα πρέπει να αλλάξει η Ομοσπονδία τους κανονισμούς της.
«Δεν θα το κάνει, γιατί δεν θέλουν να σβηστούν το κρίκετ και το ράγκμπι».
Άποψη για το ελληνικό ποδόσφαιρο σήμερα έχετε;
«Δεν παρακολουθώ πολύ. Δεν είναι η διαφορά ώρας, αλλά οι δύο εταιρίες που έχω, όπου απαιτούν πολύ από το χρόνο μου».
Τι εταιρίες έχετε;
«Με τσιμέντα. Παίρνουμε δημόσια έργα και παράλληλα εξετάζουμε το τσιμέντο πριν το ρίξουμε. Τη δυναμικότητά του κι όλα αυτά...».
Άρα το ποδόσφαιρο, τι θέση έχει στη ζωή σας τώρα;
«Ε, πηγαίνω να δω τα πιτσιρίκια, να τα δω και να τα πειράξω. Ως εκεί...».