Γιάννης Μυστακίδης στο Gazzetta: «Εχω κλάψει πολύ, πάλευα με φαντάσματα και ήθελα να σταματήσω εδώ και τρία χρόνια»
Ο Γιάννης Μυστακίδης ανοίγει την καρδιά του στο Gazzetta, μετά την απόφασή του να βάλει τέλος στην καριέρα του στα 30 του χρόνια.
Μία διαδρομή με πολύ κλάμα, άφθονο ιδρώτα, πόνο αλλά και επιτυχίες. Ποτέ δεν θα μάθουμε πού θα μπορούσε να είχε φτάσει ένα ατόφιο ταλέντο το οποίο πάντα έμενε πίσω λόγω της άγνοιας κινδύνου που είχε αλλά και της τεράστιας δίψας του να παίξει μπάλα.
Από την Παιανία για τον Παναθηναϊκό και τις εγκαταστάσεις στου Ρέντη για τον Ολυμπιακό στη Γερμανία. Τα προβλήματα στο γόνατο, το... απαγορευτικό για να παίξει στη Γερμανία κι η οικογένεια Σαββίδη στην οποία χρωστάει τα πάντα.
Το διπλό στο Ντόρτμουντ, το γκολ με την ΑΕΚ, η χειρότερη απόφαση που ήταν η Β' Εθνική κι όχι μόνο. Ο Γιάννης Μυστακίδης, σε μια συνέντευξη από καρδιάς δηλώνει πως ο 10χρονος Γιάννης θα ήταν περήφανος σήμερα για τον 30χρονο άντρα που πάλεψε πολύ. Εμεινε όρθιος παρά τις τρικλοποδιές και δεν το έβαλε κάτω ποτέ!
Συνέντευξη στους Νότη Χάλαρη, Παναγιώτη Δαλαταριώφ
«Είχα πάει σε Παιανία Ρέντη για να πάω στον Παναθηναϊκό ή στον Ολυμπιακό, αλλά αποφασίσαμε να πάμε στη Γερμανία»
Ας αρχίσουμε με τα πρώτα σου ποδοσφαιρικά βήματα και το είδωλο που είχες μικρός;
«Μέχρι τα 15 ήμουν στην Κατερίνη. Μεγάλωσα εκεί, έπαιζα στην ακαδημία του Βατανιακού που τότε ήταν ουσιαστικά ακαδημία του Ολυμπιακού. Προπονητής ήταν ο πατέρας μου. Στα 15 μου με είδαν σ' ένα τουρνουά από τη Γερμανία και με κάλεσαν εκεί. Ως είδωλο είχα τον Ροναλντίνιο».
Σου άρεσε κάποιο άλλο άθλημα;
«Ποτέ δεν είχα σκεφτεί κάτι άλλο πέρα από το ποδόσφαιρο. Και πριν το σχολείο, τα πρωινά, πήγαινα με τον αδερφό και τον πατέρα μου, κάναμε ατομική προπόνηση. Μιλάμε για 13 με 14 ετών τότε. Κάναμε την ατομική μας, μετά ταπεράκι από τη μαμά, σχολείο και μετά προπόνηση με την ομάδα και φροντιστήριο. Δεν πήγαινα σε εκδρομές, δεν έκανα πράγμα που έκαναν παιδιά της ηλικίας μου».
Έχεις μετανιώσει που δεν έζησες τα εφηβικά σου χρόνια όπως άλλα παιδιά στην ηλικία σου;
«Δεν τα έχω μετανιώσει επειδή ήταν επιλογή μου. Εγώ ήθελα να ακολουθήσω αυτόν το δρόμο».
Πώς ήταν η σχέση με τον πατέρα σου που ήταν και προπονητής σου;
«Μεγάλωσα σε ποδοσφαιρικό περιβάλλον γιατί κι ο μπαμπάς μου έπαιζε ποδόσφαιρο. Επειδή ήταν και προπονητής μου, θα έλεγα ότι μεγάλωσα κάπως... σκληρά. Είχαμε επαγγελματική και πατρική σχέση και εκεί μπερδευόταν το πράγμα. Ήθελα και εγώ να πετύχω, ήθελε κι εκείνος - ήμασταν όλη μέρα στα γήπεδα. Ήταν τέτοια η καθημερινότητα».
Πώς σε προσέγγισαν από τη Γερμανία και αν ήταν δύσκολη απόφαση να πας...
«Θυμάμαι ήταν καλοκαίρι που είχε γίνει ένα τουρνουά. Εκεί με προσέγγισαν ο Νάνγκελσμαν με τον Ζέμπροντ που ήταν προπονητές στην Κ17 της Χοφενχάιμ. Μίλησαν με τον πατέρα μου για την ακρίβεια. Εγώ είχα πάει και στην Παιανία και στου Ρέντη για να πάω ή στον Παναθηναϊκό ή στον Ολυμπιακό αλλά μετά από αυτό το τηλεφώνημα, αποφασίσαμε με τον πατέρα μου να φύγουμε για Γερμανία. Τότε, έπαιζε στη Σάλκε ο Κυριάκος Παπαδόπουλος κι επειδή τους γνωρίζαμε, μας είχαν εξηγήσει την κατάσταση με τις ακαδημίες. Οπότε όσο δύσκολη και αν ήταν η απόφαση, είπαμε να πάμε στο εξωτερικό».
Τι σχέση είχες με τον Νάνγκελσμαν;
«Ο Νάνγκελσμαν ως βοηθός του Ζέμπροντ έκανε ατομικές στα παιδιά που μέναμε μέσα στις εγκαταστάσεις. Κυρίως το πρωί κάναμε προπόνηση μαζί του, γύρω στις 7 το πρωί πριν το σχολείο. Από τότε φαινόταν πόση όρεξη είχε για τη συγκεκριμένη δουλειά».
Πώς ήταν η προσαρμογή σου στη Γερμανία;
«Ήταν πολύ δύσκολη κι αυτό διότι τις πρώτες μέρες μου εκεί είχα κολλήσει γρίπη των χοίρων. Μετά έβγαλα ένα ψυχοσωματικό αυτοάνοσο, ενώ το πάλευα πολύ και να ζήσω το όνειρο. Υπήρχαν πολλές δυσκολίες αλλά ποτέ δεν ξύπνησα και είπα να γυρίσω στην Ελλάδα. Δεν είχα σκεφτεί να τα παρατήσω ούτε μία φορά».
Είχες κι έναν σοβαρό τραυματισμό στο γόνατο...
«Όταν ήμουν στη Χονφεχάιμ τραυματίστηκα, έκανα ένα απλό χειρουργείο στο μηνίσκο, στα 17 μου και μετά στα 18 μου πήρα μεταγραφή στη Φράιμπουργκ. Με πήρε ο Ζέμπροντ μαζί του, έφτασα μέχρι την Κ23 και εκεί που ξεκίνησα να κάνω προπονήσεις με την πρώτη ομάδα, τραυματίστηκα σοβαρά στο δεξί γόνατο. Έπαθα χόνδρο, έκανα χειρουργείο και θυμάμαι χαρακτηριστικά, τον γιατρό να λέει ότι έχω μόνο 10% πιθανότητες να παίξω ποδόσφαιρο και να σκεφτώ να σπουδάσω κάτι άλλο καλύτερα. Ήταν μία δύσκολη στιγμή...».
Πώς αντέδρασες μόλις το άκουσες;
«Γενικά δεν φοβόμουν ποτέ. Πάντα έψαχνα να βρω τη λύση. Είχα άγνοια κινδύνου και απλώς έψαξα να βρω λύσεις. Μας βοήθησε και η οικογένεια του Κυριάκου Παπαδόπουλου γιατί και εκείνος είχε θέμα με το γόνατο. Είχε βρει έναν γιατρό στον Πειραιά και με βοήθησε πολύ και εμένα. Πήγαμε στην Αθήνα οικογενειακώς για 2-3 μήνες και δούλευα 8 ώρες τη μέρα για να γίνει καλά το γόνατο».
Γιατί δεν συνέχισες στη Γερμανία;
«Στη Γερμανία δεν είχα συνέχεια γιατί κοιτούν τις αναφορές των γιατρών και αφού είχε γραφτεί αυτό με το 10%, θα ήταν δύσκολο να με εμπιστευτούν. Κάπου εκεί ήρθε ο ΠΑΟΚ. Είχα πάντα στο μυαλό μου το γεγονός ότι δεν έπαιξα στη Γερμανία γιατί ήταν το όνειρο μου να αγωνιστώ στη Bundesliga αλλά από την άλλη υποστήριζα τον ΠΑΟΚ από μικρό παιδί».
Ο Νάγκελσμαν, το ψυχοσωματικό αυτοάνοσο, το χειρουργείο στο μηνίσκο στα 17 και το "σπούδασε κάτι άλλο"»
«Χρωστάω τα πάντα στην οικογένεια Σαββίδη»
Πώς σε πλησίασαν από τον ΠΑΟΚ;
«Η οικογένεια του Σαββίδη με προσέγγισε γιατί έψαχναν ταλέντα από το εξωτερικό. Με πλησίασαν πολύ όμορφα, μου έδωσαν πολλά και τους χρωστάω τα πάντα»
Πώς χειριστήκαν το θέμα με τον γόνατο;
«Δεν υπέγραψα κατευθείαν συμβόλαιο. Πρώτα είδε ο Αναστασιάδης ότι είμαι καλά και μετά αποφάσισαν να υπογράψω συμβόλαιο. Αρχικά με έστειλαν δανεικό στον Πιερικό για να δουν σε τι κατάσταση είμαι. Ήταν δίκαιο για να δείξω τι μπορώ να κάνω και μετά επέστρεψα για την προετοιμασία».
Πώς ήταν για εσένα να παίζεις στην ομάδα που υποστήριζες από μικρό παιδί; Θυμάσαι το ντεμπούτο σου;
«Θυμάμαι το ντεμπούτο μου. Ήταν εκτός έδρας για την Ευρώπη κόντρα στην Λοκομοτίβα, είχα μπει αλλαγή, χάναμε και έκανα ασίστ στον Μακ για το 2-1. Βέβαια και μόνο που πατάς στην προπόνηση και φοράς τη φανέλα με τον Δικέφαλο, είναι ανεπανάληπτο. Νιώθω περήφανος που το κατάφερα».
Ο Ίγκορ Τούντορ σε καθιέρωσε στην πρώτη ομάδα του ΠΑΟΚ. Ποια ήταν η σχέση σου μαζί του;
«Είναι ο ποδοσφαιρικός μου πατέρας. Αξιοκρατικός στο 100%, έβλεπε όλους τους παίκτες στην ίδια γραμμή. Από τον μικρότερο μέχρι τον μεγαλύτερο, ήμασταν όλοι ίδιοι. Τον δικαίωσα βέβαια. Έκανα ό,τι μου ζητούσε, βοηθούσα την ομάδα να κερδίζει, έβαζα γκολ, έκανα ασίστ. Ήταν η πρώτη μου γεμάτη χρονιά και σε μεγάλα ματς. Πήγε αρκετά καλά η ομάδα παρότι δεν πήραμε κάποιον τίτλο».
Εκείνη τη σεζόν ήταν και το ιστορικό διπλό στη Ντόρτμουντ, όπου από δική σου ασίστ έγινε το τελικό 0-1 με τον Μακ...
«Το όνειρο να παίξω στην Bundesliga μού το πραγματοποίησε ουσιαστικά ο ΠΑΟΚ. Μέσα από τη σκληρή δουλειά και την πορεία μου, έφτασα να παίξω σ' αυτό το ματς. Θα το θυμάμαι για πάντα εκείνο το διπλό και έχει μείνει και στην ιστορία του ΠΑΟΚ. Νικήσαμε με έξι Έλληνες και οι τέσσερις ήμασταν από την Κατερίνη. Αυτή η νίκη έδειξε πως στο ποδόσφαιρο όλα είναι δυνατά».
Κάποιες εικόνες που θυμάσαι από εκείνο το ματς;
«Όταν έκανα την ασίστ, ήμουν στην αριστερή πλευρά και είχα πίσω μου τον Τζαβέλλα. Συνεχώς μού έδινε οδηγίες κι εγώ τον κοιτούσα πάντα. Όταν μπήκαμε στα αποδυτήρια στο ημίχρονο, δεν μιλήσαμε πολύ μεταξύ μας γιατί ξέραμε ότι θα μας πιέσει η Ντόρτμουντ επειδή προηγούμασταν και θέλαμε να κρατήσουμε το σκορ. Μου έλεγαν να μην ασχολούμαι με τίποτα άλλο. Θυμάμαι που βγήκα στον αγωνιστικό χώρο πρώτος από την ομάδα μου και χάζευα το πέταλο της Ντόρτμουντ».
Μετά την αποχώρηση του Τούντορ, ήρθε ο Ίβιτς, με τον οποίο επίσης είχε κάνει εξαιρετικές εμφανίσεις. Τι σχέση είχες μαζί του;
«Από την πρώτη μέρα με είχε προσεγγίσει. Στην αρχή με είχε καλέσει στο γραφείο του και μου είχε πει ότι ξεκινάω ως 4ος εξτρέμ στην ιεραρχία αλλά να παλέψω για τη θέση του βασικού. Αυτό έκανα και μέσα σε δύο μήνες τα είχα καταφέρει. Μου έδωσε πολλά πράγματα ο Ίβιτς και του το ανταπέδωσα».
Εκείνη τη σεζόν είχες και τη ρήξη χιαστού προς τις τελευταίες αγωνιστικές. Τι θυμάσαι από εκείνη τη στιγμή;
«Ήταν στο ματς με την ΑΕΛ. Πριν από αυτό είχα ενδιαφέρον από μεγαλύτερες ομάδες του εξωτερικού ενόψει του καλοκαιριού. Επίσης είχε έρθει αρκετές φορές ο Σκίμπε για την Εθνική Ελλάδας και θυμάμαι ότι ήταν Απρίλιος κι οι κλήσεις ήταν τον Μάιο. Κατά τη διάρκεια του αγώνα λοιπόν, θυμάμαι ότι σ' ένα άλμα στο 10', δεν κατάλαβα ακριβώς τι έγινε στο γόνατο. Στο ημίχρονο δεν είχε πρηστεί το γόνατο, το δοκίμαζα, δεν είχα θέμα και συνέχιζα να παίζω. Και στο 65-70 έκανα μία παρόμοια κίνηση και μόλις κατέβηκα στο έδαφος, ένιωσα ότι έφυγε όλο το γόνατο. Δεν γινόταν να συνεχίσω. Απλώς γύρισα σπίτι, δεν κοιμήθηκα το βράδυ καθόλου, το πρωί σηκώθηκα, πήγα με τον πατέρα και τα αδέρφια μου μαζί στο νοσοκομείο. Πήγα στον γιατρό, είχα πάρει μαζί και τον φορτιστή μου. Του είπα "δεν έχω φάει τίποτα, πάμε κατευθείαν χειρουργείο". Το πήρα γρήγορα απόφαση για να τελειώνει γρήγορα».
Η ψυχολογία σου πώς ήταν;
«Με διέλυσε... Θα σας πω γιατί. Ήταν όλα αυτά τα προβλήματα που είχα από μικρός κι έλεγα ότι θα με αφήσουν για 5-6 χρόνια να το χαρώ. Είπα "όχι πάλι ρε π@@@@". Η οικογένειά μου στάθηκε δίπλα μου σε όλη αυτή την αποχή. Ήταν δύσκολη περίοδος αλλά είχα τη φλόγα να συνεχίσω, να επιστρέψω και να παλέψω ξανά. Ακόμα και να στεναχωριόμουν και να ξενέρωνα αλλά όταν ξυπνούσα έβαζα πείσμα και ήθελα να επιστρέψω. Δούλευα συνεχώς. Είχε έρθει και ο Λουτσέσκου και στις πρώτες ομιλίες μού είχε πει ότι με πίστευε και αυτό με έκανε να θέλω να επιστρέψω ακόμα πιο γρήγορα».
Το χειρουργείο πώς πήγε;
«Δεν είχε πάει καλά. Από τον πρώτο μήνα είχα πολλές επιπλοκές. Το πόδι μου τουμπάνιαζε. Από την αρχή έπαιρνα χάπια που ήταν off προγράμματος. Είχε επιπλοκή και στο χειρουργείο και στην αποκατάσταση. Έμεινα έξω για περίπου 7,5 μήνες αν θυμάμαι καλά πριν πάω τον Γενάρη στον Παναθηναϊκό. Αυτός ο τραυματισμός με ακολούθησε και μετά. Έπαιζα με tape στο γόνατο συνέχεια. Σκέψου στον Παναθηναϊκό, στο 6ο ματς δεν μπορούσα να σφίξω το γόνατο να κάνω πλασέ. Με ενοχλούσε ο μηνίσκος και θυμάμαι πόσο με στήριξε ο Παναθηναϊκός αλλά κι ο Ουζουνίδης σε όλο αυτό. Απίστευτη συμπεριφορά απέναντί μου και δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Ήταν άπαντες δίπλα μου».
Πώς το πάλεψες ψυχολογικά;
«Πάντα έψαχνα τρόπους να μην πονάω και να παίρνω δεύτερες και τρίτες γνώμες για οτιδήποτε είχα. Καμιά φορά έπαιρνα και χάπια, έκανα ενέσεις. Για να μην πονάω ουσιαστικά αλλά αυτό δεν μου έκανε καλό στη συνέχεια - γι' αυτό με άφησε τελείως το γόνατό μου στο τέλος. Είχα ανθρώπους που με στήριξαν πραγματικά και δοκίμασα κι εγώ τα όρια μου. Πάλευα για να επιστρέψω, είχα μεγάλη θέληση».
«Θα θυμάμαι για πάντα το διπλό στη Ντόρτμουντ, με διέλυσε ο τραυματισμός στο γόνατο»
«Δεν θα ξεχάσω την αγκαλιά των Ιβάν και Γιώργου Σαββίδη όταν ήμουν με τις πατερίτσες»
Πες μας για τον Ιβάν Σαββίδη. Πώς είναι σαν χαρακτήρας και πώς ήταν οι σχέσεις μεταξύ σας;
«Είχα πατρική σχέση. Αυτή η οικογένεια με έφερε στην Ελλάδα. Δεν θα ξεχάσω την αγκαλιά στο Κύπελλο Ελλάδας που ήμουν με τις πατερίτσες, ήρθε και με αγκάλιασε τόσο εκείνος όσο κι ο γιος του. Ήταν τρομερό συναίσθημα. Ακόμη κι όταν έφυγα δανεικός με καλούσαν συνέχεια να δουν πώς τα πηγαίνω. Μετά, όσες φορές με κάλεσε στο γραφείο του, μου μιλούσε όπως θα μου μιλούσε κι ο πατέρας μου».
Εκείνη τη σεζόν ο ΠΑΟΚ έφτασε στον τελικό και το πήρε κιόλας. Πώς ήταν τα συναισθήματα σου από την εξέδρα;
«Πολύ παράξενο (γέλια). Από τη μία πονάς και από την άλλη χαίρεσαι. Ό,τι ζεις μία ολόκληρη ζωή, το ζεις σε 90 λεπτά με τον πόνο και τη χαρά. Από τη μία η στεναχώρια που δεν μπορώ να μπω να παίξω και να σκοράρω στον τελικό και εν τελεί να είμαι με πατερίτσες στην κερκίδα, να με προσέχει ο αδερφός μου μην με σπρώξει κάποιος και πέσω κάτω και από την άλλη να παίρνουμε τον τίτλο και να γίνεται χαμός στη Θεσσαλονίκη. Είχα τόση χαρά που είχα αφήσει τις πατερίτσες κι ο αδερφός μου με κυνηγούσε από πίσω. Καλά πήγε αυτό (γέλια)».
Ήσουν έτοιμος να μπεις να παίξεις...
«Μπορεί και να έμπαινα με τέτοια μυαλά που έχω. Αν μου έλεγαν μπες για πέντε λεπτά, θα έπαιζα (γέλια)».
Θεωρείς πως αυτή η άγνοια κινδύνου που είχες, ήταν ένας από τους λόγους που είχες αυτή την εξέλιξη στην καριέρα σου;
«Πιστεύω πως ναι. Είναι ένας από τους λόγους που με οδήγησε σ' όλα αυτά που πέρασα. Η άγνοια κινδύνου φαίνεται και από το γεγονός ότι επέλεξα να πάω στη Γερμανία στα 15 μου, έβλεπα όλους τους φίλους μου τι ζωή έκαναν και εγώ εσώκλειστος σ' ένα κέντρο, έχοντας περάσει κι όλα αυτά και χωρίς να μπορώ να δω την οικογένειά μου. Δεν θα τα έκανε φυσιολογικός άνθρωπος αυτά. Είναι πραγματικά δύσκολο».
«Εικόνισμα η φωτογραφία με τον Κλάους να πανηγυρίζουμε στο πέταλο της Τούμπας»
Ο Στέφανος Αθανασιάδης ανέβασε ένα story για τα γενέθλια με μία φωτογραφία των δύο σας να πανηγυρίζετε στο πέταλο και να σου γράφει «Η αγαπημένη φωτογραφία, ξέρεις γιατί». Τι σημαίνει για σένα;
«Ο Αθανασιάδης από την πρώτη μέρα ήταν δίπλα μου. Ακόμη και τώρα που είναι μία δύσκολη περίοδος για εμένα, είναι πάντα δίπλα μου. Με παίρνει τηλέφωνο, ενδιαφέρεται για εμένα και είναι ένας πολύ καλός μου φίλος. Ποδοσφαιρικά μόνο κέρδος είχα από εκείνον. Όταν πήγα στον ΠΑΟΚ ήταν ήδη εκεί ως αρχηγός. Σ' αυτή τη φωτογραφία, το γεγονός ότι βρίσκομαι δίπλα στο είδωλό μου, να πανηγυρίζουμε στο πέταλο μαζί, την κάνει ξεχωριστή. Εικόνισμα».
Η καλύτερη στιγμή σου με τον ΠΑΟΚ;
«Τα ματς με Ντόρτμουντ και Σάλκε επειδή συνδύασα το όνειρο μου να παίξω με ομάδες της Bundesliga με τον ΠΑΟΚ».
Ο ΠΑΟΚ με μία λέξη
«Οικογένεια θα πω».
«Τιμητικό να παίξω στον Παναθηναϊκό φορώντας το "9", παντελονάτος ο Πετράκης»
Κι έρχεται ο δανεισμός στον Παναθηναϊκό, σε μία δύσκολη περίοδο για τον σύλλογο. Εσύ τι βρήκες εκεί όταν πήγες;
«Δεν κατάλαβα ότι η ομάδα είχε κάποιο θέμα ουσιαστικά. Στο οικονομικό σκέλος ήταν το πρόβλημα. Ο Παναθηναϊκός είτε είναι στα καλά του είτε στα κακά του, η φανέλα πολλές φορές στέκεται και μόνη της. Είναι τιμητικό να παίζεις εκεί και να φοράς το "9" στην πλάτη. Στην διοίκηση ήταν καταπληκτικοί άνθρωποι, γεμάτοι και μόνο καλά πράγματα είχαν να δώσουν».
Ο Ουζουνίδης τι το ξεχωριστό είχε;
«Είχε πολλές ιδιότητες. Δεν ήταν μόνο καλός προπονητής. Ήταν και ψυχολόγος και πατέρας και αδερφός και φίλος. Τα πάντα. Ένας προπονητής που χαίρεται να τον έχει ένας ποδοσφαιριστής! Μία τις συμβουλές του προς εμένα ήταν ότι: "η δεύτερη σου καριέρα θα είναι ως επιθετικός", γιατί με είχε βάλει φορ».
Έπειτα επέστρεψες στον ΠΑΟΚ και ακολούθησε μία σειρά δανεισμών. Με τον Λουτσέσκου πώς ήσασταν;
«Είχα μια... ΟΚ επαφή. Είχα πάει στην προετοιμασία μετά τον Παναθηναϊκό και θυμάμαι που ο Πρίγιοβιτς ήταν στο Μουντιάλ και έμεινα μόνος φορ και ξαφνικά ήρθαν πολλοί παίκτες τέλη Ιουλίου. Στην αρχή υπήρξε έντονο πρέσινγκ από τον Παναθηναϊκό και τους Νταμπίζα-Δώνη για να μείνω εκεί. Εγώ ήθελα να πάω επειδή δεν με υπολόγιζαν στον ΠΑΟΚ. Ωστόσο, άργησε να πάρει την απόφαση ο Λουτσέσκου και έτσι κατέληξα στον ΠΑΣ Γιάννινα όπου συναντήθηκα μ' έναν ακόμα άνθρωπο που με βοήθησε πάρα πολύ, ειδικά εκτός γηπέδου. Αναφέρομαι στον κ. Πετράκη. Έμεινα για λίγο βέβαια γιατί το κλίμα δεν με βοηθούσε. Είχε αρκετή υγρασία η πόλη για να μείνω εκεί λόγω των τραυματισμών μου».
Πώς σε βοήθησε;
«Είναι καθηγητής. Τρομερός άνθρωπος, παντελονάτος, με τον χαβαλέ του... Θυμάμαι που του είχα πει ότι θέλω να φύγω Πολωνία και μου έλεγε "κάτσε εδώ παλικαράκι μου, θα το σώσουμε" (γέλια)».
Περίμενες να κάνει τέτοια πορεία ο Παναιτωλικός με εκείνον στο... τιμόνι;
«Είναι λογικό για εμένα γιατί όλα ξεκινούν από τα αποδυτήρια σε κάθε ομάδα και ο κ. Πετράκης το έχει στο 100%. Εμπνέει τον σεβασμό των ποδοσφαιριστών».
Μετά από μία σειρά με δανεισμούς, έλυσες το συμβόλαιο με τον ΠΑΟΚ και πήγες στην Ολλανδία. Σε στεναχώρησε ο τρόπους που έκλεισε ο κύκλος εκεί;
«Σίγουρα μου άφησε μία στεναχώρια επειδή μετά τον χιαστό δεν ήμουν αυτό που θα ήθελα να είμαι. Όχι μόνο στον ΠΑΟΚ βέβαια».
Σε μία συνέντευξη σου, είχες πει ότι η Β' Εθνική ήταν η χειρότερη επιλογή σου. Γιατί το είπες αυτό;
«Από την αρχή μέχρι το τέλος. Από τις εγκαταστάσεις, από το γεγονός ότι οι ομάδες δεν έχουν θεραπευτή στο προπονητικό κέντρο - οι περισσότερες τουλάχιστον. Οι συμπεριφορές, τα άδεια γήπεδα, η προβολή που δεν υπάρχει στη Β' Εθνική. Το ντοκιμαντέρ του ΠΣΑΠ με τον κ. Αρωνιάδη, το "ΧΑΟΣ" δείχνει 100% τα προβλήματα της Β' Εθνικής. Υπάρχουν κάποιες ομάδες που προσπαθούν να κάνουν καλύτερα πράγματα αλλά δεν γίνεται. Είναι στη βάση το πρόβλημα. Ας πούμε η διαφορά με τη Β' κατηγορία Ολλανδίας είναι τεράστια».
Όσον αφορά στην απόφαση να σταματήσεις, έγινε τρεις μέρες πριν κλείσεις τα 30 σου. Ήταν τυχαίο; Κι αν είναι μία απόφαση που πήρες τώρα ή που την επεξεργάζεσαι καιρό;
«Έτυχε είναι η αλήθεια (γέλια). Ήθελα να σταματήσω εδώ και τρία χρόνια αλλά δυσκολευόμουν να πάρω αυτήν την απόφαση. Μετά την επιστροφή μου από την Ολλανδία, όπου είχαμε τα πάντα ως υποδομές και με βοήθησαν να μην έχω προβλήματα, στην Ελλάδα δεν είχα τίποτα από αυτά. Κάπως έτσι άρχισε το σώμα μου να δυσκολεύεται. Έψαχνα να βρω λύσεις για να μπορώ να παίξω. Ταξίδευα στη Γερμανία για να κάνω κάποιες ενέσεις, πηγαινοερχόμουν στους γιατρούς και στους θεραπευτές για να κάνω απλά προπόνηση. Δοκίμασα τα πάντα για να προσπαθώ να παίζω ποδόσφαιρο χωρίς να πονάω. Δεν τα κατάφερα τελικά και δεν έβρισκα λύση. Ουσιαστικά τα τελευταία τρία χρόνια πάλευα με φαντάσματα, ότι κάτι μπορεί να γίνει ή να αλλάξει».
Ένιωθες πίεση με όλο αυτό;
«Ένιωθα πίεση και με ξενέρωνε συνεχώς. Όσο περνούσε ο καιρός από όταν γύρισα από την Ολλανδία, έψαχνα συνεχώς τρόπο και λόγο και μην θέλω να παίξω ξανά ποδόσφαιρο. Να βρεθώ έξω από αυτό και να βοηθήσω ανθρώπους που περνούν το ίδιο».
Χρειάστηκε να απευθύνεις σε κάποιον ειδικό;
«Συζητούσα τα προβλήματά και με είχαν συμβουλέψει να πάω σ' έναν ειδικό γιατί χρειάζομαι ψυχολογική υποστήριξη. Απλά δεν το έκανα επειδή από νεαρή ηλικία έμαθα να αντιμετωπίζω τα πάντα μόνος μου και να τα λύνω εγώ. Βέβαια, τώρα που το κοιτάω ξανά, θεωρώ ότι θα έπρεπε να έχω μία ψυχολογική υποστήριξη από τότε που ήμουν καλά στον ΠΑΟΚ».
Το προτείνεις σε επαγγελματίες ποδοσφαιριστές;
«100%. Όσοι έχουν τη δυνατότητα και από νεαρή ηλικία να το κάνουν. Είναι το καλύτερο και θα τους βοηθήσει να αντιμετωπίσουν την κατάσταση».
Είπες ότι σκεφτόσουν τρία χρόνια να σταματήσεις. Τι σου έκανε το... κλικ για να πεις τώρα το τέλος;
«Πέρσι έκανα ένα ακόμα χειρουργείο προκειμένου να σώσω το γόνατό μου γιατί δεν... έκανα ενέσεις συνέχεια. Ο κ. Ζαγοράκης έμαθε για την κατάσταση μου, μου πρότεινε έναν γιατρό, τον κύριο Γκοδόλια και τον θεραπευτή κ. Καλαμπάκα και όντως με βοήθησαν να διορθωθεί το πρόβλημα σε μεγάλο βαθμό. Έπαιξα στον Καμπανιακό για έξι μήνες, σώσαμε την ομάδα αλλά δεν ήταν αυτό που θέλει ο Γιάννης. Δεν είναι αυτό που αγαπάω και δεν ήθελα να το ζορίσω ούτε να περάσω όσα πέρασα. Οπότε πήρα αυτή την απόφαση».
Ήταν δύσκολο να πεις «αντίο» ως ποδοσφαιριστής;
«Είναι δύσκολη η απόφαση αλλά βασανίζομαι τρία χρόνια μ' αυτή (γέλια). Ο Θεός επέλεξε να γίνει έτσι, ήταν γραφτό οπότε κάτι σημαίνει αυτό. Δεν θέλω να τα βάφω... μαύρα. Θέλω να βλέπω τα πάντα ως ευκαιρία και να κάνω πράγματα για να με οδηγεί στο καλύτερο. Κάτι σαν το «γιν-γιανκ».
«Ήθελα να σταματήσω εδώ και τρία χρόνια»
«Ο 10χρονος Γιάννης θα ήταν περήφανος για τον 30χρονο Γιάννη, Εχω κλάψει πολύ για το ποδόσφαιρο»
Αν σε κοιτούσε ο 10χρονος Γιάννης, θα ήταν υπερήφανος για τον 30χρονο Γιάννη με όσα πέτυχε;
«Θα ήταν σίγουρα περήφανος. Όχι μόνο για όσα κατάφερε αλλά που ποτέ δεν τα παράτησε! Αυτό είναι που με αφήνει γεμάτο από αυτή την καριέρα. Δεν με νοιάζει τι πέτυχα. Για κάποιον φαίνεται ουάου, για άλλους όχι αλλά είναι η διαδικασία που περνάει ένα παιδί. Τραυματισμοί, χειρουργεία, επιτυχία, ξανά χειρουργεία, ξανά τραυματισμοί αλλά παραμένεις και παλεύεις».
Υπάρχει κάτι που θα άλλαζες;
«Δεν μετανιώνω ποτέ αλλά το μόνο που θα άλλαζα θα ήταν ο χειρουργείο στον χιαστό. Θα είχα μία άλλη αντιμετώπιση και θα το πρόσεχα πολύ περισσότερο».
Μία ιστορία που σου έρχεται τώρα στο μυαλό και είναι δυνατή για εσένα;
«Στην προετοιμασία με τον ΠΑΟΚ το καλοκαίρι του 2015, με τον Τούντορ τότε, στο εξωτερικό. Παίζαμε φιλικό προετοιμασίας με την Ντνίπρο που ήταν και ο Λέο Μάτος εκεί. Κάνω ένα απίθανο γκολ σε εκείνο το φιλικό και μετά το παιχνίδι, έκανα μπάνιο στα αποδυτήρια, πήγα πρώτος στο πούλμαν, έκατσα μόνος μου και άρχισα να κλαίω. Ήταν δυνατή στιγμή για εμένα. Ήταν από χαρά γιατί έλεγα "τώρα ξεκινάω. Ήρθε η ώρα να δείξω την αξία μου"».
Έχεις κλάψει πολύ για το ποδόσφαιρο;
«Ουυυ (γέλια). Ειδικά στη Γερμανία. Όλη τη μέρα αλλά μόνο όταν είμαι μόνος μου, όχι με κόσμο (γέλια). Και για χαρά και για λύπη... για όλα».
Καλύτερος ποδοσφαιριστής που είχες ως συμπαίκτης;
«Αν και δεν τον έζησα πολύ, ο Λούκας Πέρεθ. Αυτά που έκανε δεν υπήρχαν αλλά του έκανα 2-3 ασίστ και πήρε μεταγραφή στην Άρσεναλ (γέλια). Φυσικά και ο φίλος μου ο Αθανασιάδης που σου είπα και πριν».
Αντίπαλος που είδες και εντυπωσιάστηκες;
«Θα πω τον Φορτούνη ξεκάθαρα και είχα εντυπωσιαστεί και με τον Μικιταριάν».
Αγαπημένο γκολ
«Με την ΑΕΚ».
Καλύτερος προπονητής;
«Θα βάλω στην ίδια ευθεία τον Τούντορ με τον Ίβιτς»
Με ποια ομάδα θα ήθελες να παίξεις ως αντίπαλος;
«Θα ήθελα να παίξω στο Μπερναμπέου με τη Ρεάλ Μαδρίτης ή με την Μπόκα Τζούνιορς».
Μετά το ποδόσφαιρο, τι ακολουθεί;
«Αυτή τη στιγμή είμαι στο γραφείο του αδερφού μου που έχει ως ατζέντης διάφορους παίκτες. Μου αρέσει αυτό που κάνει και θέλω να πάρω πτυχία αλλά θα ήθελα να έχω ένα πόστο σε κάποια ομάδα. Και να βοηθήσω στην ανάδειξη ποδοσφαιριστών στη Β' Εθνική γιατί υπάρχει μεγάλο ταλέντο αλλά σίγουρα να μείνω κοντά στο ποδόσφαιρο»
Μία συμβουλή προς τα νέα παιδιά;
«Να καταλάβουν ότι κάθε μέρα που περνάει δεν γυρνάει ξανά. Αν δεν δουλεύουν στα μέγιστα, κάποιος άλλος θα το κάνει και θα τους προσπεράσει. Να κάνουν όνειρα και να τα πιστεύουν».