Λυκογιάννης στο Gazzetta: «Μπορεί να είμαστε νεοφώτιστοι αλλά δεν είμαστε πρωτάρηδες»
Ο Πανιώνιος την περασμένη σεζόν κατάφερε να πραγματοποιήσει μία εντυπωσιακή σεζόν στο πρωτάθλημα της Elite League και επέστρεψε στην κορυφαία κατηγορία. Η ομάδα της Νέας Σμύρνης παρά το γεγονός ότι διανύει την πρώτη της χρονιά μετά από καιρό στη Stoiximan GBL, έχει παρουσιαστεί άκρως ανταγωνιστική και έχει κάνει αισθητή την παρουσία της ανάμεσα στις υπόλοιπες παραδοσιακές δυνάμεις του πρωταθλήματος.
Ενδεικτικό άλλωστε είναι το γεγονός ότι μπορεί να μην αγωνίζεται στη φυσική του έδρα αλλά έχει μετατρέψει σε «κάστρο» του τη Γλυφάδα, μετρώντας συνολικά 7 νίκες και 8 ήττες, με το εντός έδρας ρεκόρ να είναι στο 5-2.
Στο τιμόνι του «ιστορικού» σε αυτή την προσπάθεια είναι ένας προπονητής ο οποίος μετράει περίπου 30 χρόνια στους ελληνικούς πάγκους, έχοντας παράλληλα σταθερή παρουσία στη μεγάλη κατηγορία. Ο Άρης Λυκογιάννης, αποφάσισε την περασμένη σεζόν να «κατέβει» στην Elite League για λογαριασμό του Πανιωνίου ενώ φέτος έχει μπορέσει να οδηγήσει τον σύλλογο της Νέας Σμύρνης σε μία εντυπωσιακή έως τώρα πορεία.
Ο ίδιος, μίλησε στο Gazzetta για τη θητεία που διανύει στον πάγκο του Πανιωνίου, αναφέρθηκε στην προσπάθεια που γίνεται από τη διοίκηση, τη διαρκή υποστήριξη του κόσμου ενώ εξέφρασε την άποψή του και για τη γενικότερη κατάσταση που επικρατεί στο ελληνικό μπάσκετ, αποκαλύπτοντας μεταξύ άλλων το… βινύλιο το οποίο ξεχωρίζει από τη μεγάλη συλλογή του.
«Η διοίκηση ήρθε με ένα συγκεκριμένο πλάνο εξυγίανσης, να είμαστε φειδωλοί στις υποσχέσεις μας»
- Τι κρατάει ο κόουτς Λυκογιάννης από τον πρώτο γύρο του πρωταθλήματος:
«Ήταν ένας πρώτος γύρος αρκετά δύσκολος, στη δεύτερη ταχύτητα του πρωταθλήματος με πολλές ομάδες οι οποίες πάνω κάτω βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο. Πολλά παιχνίδια τα οποία βλέπουμε ότι κρίνονται στο τέλος και είναι αρκετά δύσκολο το να μείνει η έδρας μας αλώβητη. Εξαιρώντας τα παιχνίδια με Παναθηναϊκό και Ολυμπιακό που μέχρι στιγμής δεν έχει βρεθεί ομάδα ώστε να μπορέσει να νικήσει μία από αυτές τις δύο, παρά το γεγονός ότι κάποιες, μεταξύ αυτών και εμείς, ο Πανιώνιος, φτάσαμε κοντά στο να το κάνουμε».
- Τι είναι αυτό που κάνει τον Πανιώνιο τόσο δυνατό, ανάμεσα στις ομάδες της δεύτερης ταχύτητας;
«Νομίζω το αμυντικό κομμάτι. Είμαστε μία σταθερά καλή αμυντική ομάδα. Ξεκινάμε την προσέγγιση όλων των παιχνιδιών από την άμυνά μας. Είμαστε μέσα στις top 3 καλύτερες άμυνες του πρωταθλήματος και νομίζω ότι αυτό είναι το πρώτο και κυριότερο χαρακτηριστικό το οποίο μας κάνει να είμαστε ανταγωνιστικοί μέχρι στιγμής, αν εξαιρέσουμε το ματς με τον Κολοσσό, σε όλα τα υπόλοιπα παιχνίδια που έχουμε παίξει».
- Στην πρώτη απάντηση, εξαιρέσατε τα ματς με τον Παναθηναϊκό και τον Ολυμπιακό, ωστόσο ακόμα και σε αυτά ο Πανιώνιος ήταν άκρως ανταγωνιστικός. Ήταν η ίδια προσέγγιση και σε αυτά τα ματς;
«Νομίζω και σε αυτά τα δύο παιχνίδια, η άμυνα ήταν εκείνη όπου μας έδωσε τη δυνατότητα να είμαστε κοντά. Ήταν δύο διαφορετικά βέβαια παιχνίδια καθώς με τον Παναθηναϊκό, θεωρώ ότι είχαμε πολύ μεγαλύτερη ευκαιρία να κερδίσουμε. Με τον Ολυμπιακό κυνηγάγαμε, επανερχόμασταν, πάλι κυνηγάγαμε, πάλι επανερχόμασταν αλλά ήμασταν για πολύ μεγάλη χρονική διάρκεια της αναμέτρησης μέσα στη διεκδίκηση. Όλα όμως άρχισαν πάλι από την αμυντική συμπεριφορά μας».
- Πόσο εύκολο είναι για μία ομάδα να κρατηθεί στην πρώτη κατηγορία, όντας η νεοφώτιστη;
«Ο χαρακτηρισμός του νεοφώτιστου, πάντα κρύβει δυσκολίες και θέματα. Παρόλα αυτά, επειδή ο Πανιώνιος είναι ένα λίγο διαφορετικό μέγεθος, είναι μία ομάδα που έχει μεγάλη ιστορία με ένα τεράστιο παρελθόν στην Α1, νομίζω ότι δεν είμαστε ακριβώς αυτό που λέμε πρωτάρηδες. Μπορεί να είμαστε νεοφώτιστοι αλλά δεν είμαστε πρωτάρηδες».
- Παίζει δηλαδή ρόλο η ιστορία και η φανέλα της ομάδας σε αυτό;
«Σίγουρα παίζει ρόλο τόσο η ιστορία με τη φανέλα όπως και σίγουρα παίζει ρόλο ότι όλοι όσοι είμαστε εμπλεκόμενοι εδώ αυτή την περίοδο στην ομάδα, έχουμε πολλά χρόνια εμπειρίας στην Α1 στην πλάτη μας. Και το προπονητικό επιτελείο και οι παίκτες. Δηλαδή δεν είμαστε rookies σε αυτή τη διαδικασία».
- Έχετε πολύ δυνατή έδρα, η οποία όμως δεν είναι η φυσική του Πανιωνίου. Αυτό όμως δεν έχει κρατήσει τον κόσμο μακριά από την ομάδα:
«Παρά το γεγονός ότι δεν παίζουμε στη Νέα Σμύρνη αλλά στη Γλυφάδα, είναι πολύ σημαντικά δύο στοιχεία. Πρώτο ότι έχουμε φτιάξει ένα πάρα πολύ ωραίο γήπεδο και δεύτερον ότι νομίζω πως είναι η πρώτη φορά όπου ο κόσμος του Πανιωνίου ακολουθεί την ομάδα εκτός της Νέας Σμύρνης. Και αυτό είναι ένα στοιχείο πολύ σημαντικό. Παίζουμε κάθε φορά και έχουμε σχεδόν γεμάτο το γήπεδο, οπότε η ατμόσφαιρα είναι δυνατή και αυτό δίνει πολύ μεγάλη ώθηση στην υπόλοιπη ομάδα».
- Για τους ξένους παίκτες, όπως ο Κένταλ Σμιθ αλλά και αυτοί που είναι ακόμα στην ομάδα, οι οποίοι έχουν βοηθήσει αρκετά σε αυτή την προσπάθεια, τι έχετε να πείτε;
«Έγιναν κάποιες επιλογές το καλοκαίρι. Δεν είμαι από τους προπονητές που προχωρά σε αλλαγές παικτών. Δεν είναι στη φιλοσοφία μου, παρά μόνο εάν υπάρχει ανάγκη. Είτε τραυματισμού, όπως συνέβη με τον Αλεξάντερ που δεν πιάστηκε ως αλλαγή καθώς έγινε στη διάρκεια της προετοιμασίας. Ο Κένταλ Σμιθ ήταν ο πρώτος σκόρερ της ομάδας, έκανε νούμερα αλλά δεν ήταν ο παίκτης ο οποίος θέλαμε να είναι η απαραίτητη “κόλλα” για όλους τους υπόλοιπους. Πήραμε λοιπόν την απόφαση να κάνουμε μία αλλαγή. Έχουμε καλούς χαρακτήρες. Οι Αμερικάνοι είναι καλοί χαρακτήρες. Είναι παιδιά τα οποία έχουν τη διάθεση να συνεργαστούν και να ακούσουν. Έχει δημιουργηθεί ένα καλό κλίμα μεταξύ τους. Αρκετοί από τους παίκτες έχουν ξαναπαίξει στην Ελλάδα, οπότε αυτό είναι πολύ μεγάλο προσόν. Δηλαδή πλην του Νόκο και του Κάναντι, γνωρίζουν την ελληνική πραγματικότητα, που είναι πολύ σημαντικό στοιχείο. Δεν χρειάζονται χρόνο προσαρμογής. Ξέρουν που έρχονται, ξέρουν πως είναι το πρωτάθλημα. Οπότε αυτό το στοιχείο βοήθησε. Έχουμε δημιουργήσει μία σωστή χημεία και ελπίζω να συνεχιστεί αυτό».
- Έχετε κρατήσει βέβαια και παίκτες οι οποίοι ήταν και στο περυσινό ρόστερ, πράγμα ως έναν βαθμό σπάνιο τα τελευταία χρόνια στο ελληνικό μπάσκετ:
«Νομίζω ότι αν μία ομάδα θέλει να έχει συνέπεια και συνέχεια, είναι σημαντικό να δημιουργεί κορμό. Δηλαδή καλό θα είναι, η ομάδα και την επόμενη χρονιά να κρατήσει παιδιά από το φετινό ρόστερ. Είναι πραγματικά πολύ δύσκολο για έναν προπονητή να δημιουργεί κάτι με 12 καινούριους παίκτες. Αυτή η λογική και η φιλοσοφία υπήρχε στις επιλογές του καλοκαιριού. Δηλαδή, ακόμα και τα παιδιά που ήρθαν φέτος, ήταν παιδιά που είχαν συνεργαστεί πολλές φορές μαζί μου, όπως ο Σαλούστρος, ο Τσαλμπούρης. Παιδιά με τα οποία γνωριζόμασταν, οπότε ήταν πολύ εύκολο να μπούμε κατευθείαν στη λογική του τι ψάχνω εγώ από τον παίκτη και τι περιμένει εκείνος από εμένα».
- Για την απόφαση να πάτε στην Α2 μετά από πολλά χρόνια στην Α1 και οδήγησε τον Πανιώνιο σε αυτή την άνοδο;
«Η απόφαση πάρθηκε με το σκεπτικό της προοπτικής. Σαν επαγγελματική απόφαση, δεν είχα να κερδίσω κάτι προσωπικά. Περισσότερο θα έλεγα ότι είχα να χάσω, αν φυσικά η ομάδα δεν πετύχαινε τους στόχους της. Παρόλα αυτά, υπάρχει μία σοβαρή διοίκηση, είδα μία σταθερότητα εδώ, μία συνέπεια. Οπότε είδα μία προοπτική μπροστά μου, να δημιουργήσω κάτι καλό, σε έναν σύλλογο ο οποίος έχει και τα υπόλοιπα στοιχεία. Δηλαδή έχει την προϊστορία, έχει μία δυναμική δηλαδή από μόνος του ως όνομα. Αυτοί ήταν οι λόγοι, συν το γεγονός ότι υπήρχαν κάποιοι οικογενειακοί λόγοι, οι οποίοι με ανάγκαζαν να μείνω στην Αθήνα γιατί έχω βρεθεί πολλά χρόνια στην επαρχία και εκτός Αθηνών, οπότε και αυτό έπαιξε τον ρόλο του».
- Γενικότερα πείτε μας για το πρότζεκτ του Πανιωνίου και τη σχέση σας με τη διοίκηση:
«Ο Πανιώνιος, αυτή τη στιγμή έχει την τύχη να καθοδηγείται από δύο ανθρώπους οι οποίοι αφιερώνουν τον χρόνο και το χρήμα τους για τη συγκεκριμένη ομάδα. Ήρθαν με ένα συγκεκριμένο πλάνο εξυγίανσης. Κατάφεραν η αλήθεια είναι μέσα σε δύο χρόνια να κερδίσουν γρήγορα δύο ανόδους, στη Β' Εθνική και στην Α2 και να επαναφέρουν την ομάδα στην Α1. Οικονομικά η ομάδα δεν έχει θέματα. Τα πάντα είναι λυμένα στην ώρα τους. Είναι πολύ σημαντικό ότι είναι άνθρωποι οι οποίοι στηρίζουν τις επιλογές τους. Δεν επεμβαίνουν στο έργο του εκάστοτε επαγγελματία. Δεν είναι μόνο ο προπονητής, είναι και άλλοι άνθρωποι τριγύρω και κρίνουν από τα αποτελέσματα, όπως πρέπει να κάνουν όλοι οι τεχνοκράτες. Οπότε, συνολικά, είναι μία αρκετά καλή κατάσταση για να δουλέψει κάποιος απερίσπαστος και να προσπαθήσει να εφαρμόσει το πλάνο του».
- Εσείς νιώθετε πλέον μέρος της ιστορίας του Πανιωνίου και γενικότερα της οικογένειάς του;
«Όταν μπαίνεις στο ρόστερ της οποιαδήποτε ομάδας, αυτομάτως γίνεσαι και κομμάτι της ιστορίας της. Είναι η δεύτερη χρονιά που είμαι προπονητής στον Πανιώνιο, οπότε θέλοντας και μη είσαι κομμάτι της ιστορίας του συγκεκριμένου συλλόγου. Γενικότερα, οι προπονητές και οι παίκτες είναι επαγγελματίες. Υποστηρίζουν τα συμφέροντα του εκάστοτε σωματείου του οποίου εργάζονται».
- Πώς είναι να βρίσκεστε στον πάγκο και λίγο πιο δίπλα, μαζί σας, να βρίσκεται ο Φάνης Χριστοδούλου;
«Είναι δεδομένο ότι μία τέτοια προσπάθεια που ξεκίνησε πριν από μερικά χρόνια, με τον κύριο Μητρόπουλο και τον κύριο Ηλιάδη, δεν θα μπορούσε να προχωρήσει εάν ο πιο εμβληματικός παίκτης της συγκεκριμένης ομάδας και ένας εκ των σπουδαιότερων Ελλήνων μπασκετμπολιστών στην ιστορία, δεν ήταν κομμάτι αυτής της προσπάθειας. Νομίζω δηλαδή ότι η επιλογή του να επανέλθει στα μπασκετικά δρώμενα ο Φάνης, μέσα από την προσπάθεια την οποία κάνει ο Πανιώνιος, ήταν απαραίτητη προκειμένου η ομάδα να μπορέσει να επανέλθει εκεί όπου έχουν θέσει ως στόχο τους οι άνθρωποι. Ο Πανιώνιος και ο Χριστοδούλου είναι δύο έννοιες οι οποίες είναι πολύ κοντά η μία με την άλλη. Υπάρχει πολύ μεγάλη προϊστορία, πολύ μεγάλο παρελθόν. Ο Φάνης είναι ένας ακομπλεξάριστος άνθρωπος, ο οποίος είναι πολύ εύκολο να μιλήσεις μαζί του για το οτιδήποτε. Να συμφωνήσεις ή να διαφωνήσεις, δεν έχει σημασία και είναι ένας άνθρωπος ανεξαρτήτως καταστάσεων, θα σου πει πάντα την προσωπική του άποψη χωρίς φόβο. Εγώ προσωπικά, εκτιμώ τους συγκεκριμένους ανθρώπους».
- Δηλαδή βοηθάει αρκετά στην προσπάθεια σας;
«Σίγουρα, η παρουσία του είναι σημαντική για τη λειτουργία της ομάδας».
- Θέλετε να δώσετε μία υπόσχεση στον κόσμο του Πανιωνίου;
«Δεν μου αρέσουν οι υποσχέσεις και νομίζω ότι οι προπονητές και οι παίκτες πρέπει να μιλάνε μέσα από τη δουλειά τους. Ούτως ή άλλως, είναι τόσο ιδιαίτερη η φύση της δικής μας δουλειάς, που κρίνεται σχεδόν και μόνο αποκλειστικά από τα αποτελέσματα. Και όχι από την προσπάθεια την οποία μπορεί να έχεις κάνει. Οπότε καλό είναι να είμαστε φειδωλοί στις υποσχέσεις μας και να προσπαθούμε μέσα από τη δουλειά να φέρουμε τα αποτελέσματα εκείνα, τα οποία έχει θέσει ως στόχο η διοίκηση».
«Λειτουργώ με τον ίδιο τρόπο εδώ και 30 χρόνια, δεν υπάρχει περίπτωση να αλλάξει αυτό, ανεξάρτητα τι πιστεύει ο οπαδός της αντίπαλης ομάδας είτε ο οποιοσδήποτε»
- Ποία είναι η άποψή σας για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται τα τελευταία χρόνια το ελληνικό μπάσκετ;
«Το δικό μας το πρωτάθλημα έχει και συν αλλά έχει και πλην, όπως όλα τα πρωταθλήματα του κόσμου. Ένα από τα βασικά συν είναι ότι υπάρχει υψηλό επίπεδο προπονητών, υπάρχει πολλή τακτική και αυτό βοηθάει, ειδικά, ξένους παίκτες να έρχονται εδώ και να δημιουργούν προϋποθέσεις για μεγάλη καριέρα. Είναι ένα πρωτάθλημα το οποίο μπορεί να σε προετοιμάσει για τα πάντα καθώς υπάρχει πολλή τακτική και είναι από τα λίγα πρωταθλήματα στην Ευρώπη όπου οι προπονητές επεμβαίνουν τόσο πολύ στα δρώμενα της κάθε ομάδας. Από εκεί και πέρα όμως υπάρχουν πολλών ειδών προβλήματα. Καταρχήν είμαστε ένα πρωτάθλημα το οποίο είναι με πολύ λίγες ομάδες. Αυτό από μόνο του είναι αρνητικός παράγοντας για την πρόοδο, ειδικά αν βλέπουμε προηγμένα πρωταθλήματα, όπως είναι η Ισπανία, η Ιταλία, η Γερμανία, η Τουρκία. Εκεί οι ομάδες είναι από 14 και πάνω, 16, 18. Οπότε ένα στοιχείο είναι αυτό, πρέπει να αυξηθούν οι ομάδες, να απλωθεί το μπάσκετ σε όλη την Ελλάδα. Σε περιοχές οι οποίες ενδεχομένως αυτή τη στιγμή “διψούν” αλλά δεν υπάρχουν ομάδες ή συνθήκες, όπως τα Γιάννινα, η Ξάνθη, η Κρήτη, η Λάρισα. Θα ήταν πάρα πολύ καλό να υπάρχουν ομάδες εκεί για να απλωθεί το μπάσκετ και να υπάρχει η δυνατότητα να δει περισσότερος κόσμος. Έχουμε θέμα με την παραγωγή Ελλήνων παικτών, τα έχω πει και στο παρελθόν. Νομίζω ότι τα τελευταία χρόνια με την επαναδραστηριοποίηση του αναπτυξιακού από την Ομοσπονδία, βρισκόμαστε σε έναν καλύτερο δρόμο. Απλά πιστεύω ότι θα υπάρχει ένα κενό το οποίο χρονικό ενδεχομένως να επηρεάσει πράγματα».
- Γενικότερα, είστε αισιόδοξος για το μέλλον του ελληνικού μπάσκετ;
«Πάντα θα υπάρχουν κάποιοι παίκτες οι οποίοι θα έχουν ποιότητα και θα μπορούν να στελεχώνουν τις μεγάλες ομάδες και την Εθνική ομάδα. Δεν νομίζω ότι έχουμε φτάσει στο σημείο να έχουμε τόσο μεγάλο πρόβλημα εκεί. Θα ήθελα όμως να επανέλθουμε σε εποχές όπου θα έχουμε μεγαλύτερη παραγωγή παικτών, ικανών να μπορούν να στελεχώσουν και τις μικρότερες ομάδες, έτσι ώστε το πρωτάθλημα μας να γίνει πιο ανταγωνιστικό. Ανταγωνιστικό το πρωτάθλημα ήταν τις εποχές όπου ο Πανιώνιος κέρδιζε τον Ολυμπιακό, ο Άρης κέρδιζε τον Παναθηναϊκό, ο ΒΑΟ τον Ολυμπιακό και τα λοιπά. Αυτά τα αποτελέσματα δεν θεωρούνταν εκπλήξεις. Ήταν νίκες μεγάλες αλλά ήταν κάτι το φυσιολογικό γιατί όλες οι ομάδες ήταν δυνατές. Νομίζω ότι αυτή πρέπει να είναι η κατεύθυνση. Να δυναμώσουν οι μικρότεροι και να μικρύνει η “ψαλίδα” από τους “αιώνιους”. Είναι δύσκολο αρκετά να γίνει αυτό γιατί έχει ανοίξει υπερβολικά αλλά αυτός πρέπει να είναι ο στόχος».
- Εσείς προσωπικά ως προπονητής, τι σχέση έχετε με τους παίκτες σας;
«Με την πλειοψηφία των παικτών που έχω συνεργαστεί έχω εξαιρετικές σχέσεις. Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι με αρκετούς παίκτες βρίσκομαι ξανά και ξανά και σε άλλες ομάδες. Πολλά χρόνια στους πάγκους. Θα κλείσουμε τριακονταετία σε λίγο. Θεωρώ ότι η σχέση μου με τους παίκτες σε γενικές γραμμές είναι καλή. Πάντα θα υπάρχουν περιπτώσεις με στις οποίες με κάποιους δεν θα κολλήσεις, είτε σα φιλοσοφία, είτε σα νοοτροπία. Με την πλειοψηφία όμως των παικτών που έχω συνεργαστεί έχω καλές σχέσεις».
- Είστε ένας άνθρωπος που όταν είναι στον πάγκο δεν κρύβει την ένταση και το πάθος που έχει. Μερικές φορές όμως αυτό δεν αρέσει στους αντίπαλους φιλάθλους. Εσείς πώς το βιώνετε αυτό μέσα στον αγώνα;
«Λειτουργώ με τον ίδιο τρόπο εδώ και 30 χρόνια. Φυσικά με λιγότερη ένταση γιατί τα χρόνια περνάνε και ηλικιακά μεγαλώνουμε, οπότε ο τρόπος με τον οποίο συμπεριφερόμαστε και κινούμαστε είναι αρκετά διαφορετικός. Κάνω αυτό που γνωρίζω με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και με τον τρόπο που το κάνω εδώ και 30 χρόνια και δεν υπάρχει περίπτωση να αλλάξει αυτό, ανεξάρτητα τι πιστεύει ο οπαδός της αντίπαλης ομάδας είτε ο οποιοσδήποτε».
- Μία στιγμή που θα θυμάστε για πάντα από όλα αυτά τα χρόνια στους πάγκους;
«Δυστυχώς η στιγμή που θυμάμαι και δεν πρόκειται να φύγει ποτέ από τη μνήμη μου είναι κάτι πάρα πολύ αρνητικό. Δυστυχώς όμως ήταν τόσο έντονα τα συναισθήματα τότε και είναι το πιο τραγικό συμβάν που έχει συμβεί στην προπονητική μου καριέρα, που δεν μπορείς να το ξεχάσεις. Είναι ο χαμός του Γιάννη Βούλγαρη όταν ήμουν προπονητής στο Παγκράτι, στη Β' Εθνική. Είχαμε προπόνηση, δεν εμφανίστηκε ποτέ στο γήπεδο και μάθαμε ότι είχε σκοτωθεί σε τροχαίο. Αυτή είναι η πιο δύσκολη στιγμή που έχω βιώσει ως προπονητής, όλα τα χρόνια που ασχολούμαι και υπερκαλύπτει όλα τα υπόλοιπα θετικά ή αρνητικά που μπορεί να θυμάσαι. Θυμάμαι τα πάντα, όλες τις καλές και κακές στιγμές. Έχω αυτό το κακό ή καλό, δεν ξέρω πως μπορείς να το πεις και θυμάμαι τα πάντα. Θυμάμαι πριν 15 χρόνια το τάδε παιχνίδι που κερδίσαμε ή χάσαμε, από σουτ από ποιον στο τελευταίο δευτερόλεπτο. Όλα τα θυμάσαι αλλά αυτό που περιέγραψα πριν, δυστυχώς τα καλύπτει όλα».
- Έχετε κάποιο παράπονο από την καριέρα σας;
«Όχι, δεν έχω κανένα απολύτως παράπονο. Είμαι ευτυχής που είμαι 3 χρόνια σε αυτόν τον χώρο. Ξεκίνησα από πολύ μικρός, έχω περάσει από όλα τα στάδια τα προπονητικά. Έχω δουλέψει σε ακαδημίες, στα τοπικά, σε όλες τις εθνικές κατηγορίες. Όπου έχω φτάσει, έχω φτάσει με τον κόπο μου και τη δουλειά μου και είμαι απόλυτα ικανοποιημένος από αυτό το ταξίδι. Έχω βιώσει πολύ έντονες στιγμές, έχω γνωρίσει πάρα πολλούς ανθρώπους, μου έχει δώσει αναγνωρισιμότητα, μου έχει δώσει οικονομική ανεξαρτησία, μου έχει δώσει πολλά πράγματα το μπάσκετ, μακάρι να έχω δώσει και εγώ κάτι πίσω στο παιχνίδι».
- Είπατε ότι είστε ικανοποιημένος από την καριέρα σας, ωστόσο συνεχίζεται να βάζετε συγκεκριμένους στόχους ή έχετε κάποιον άλλον μεγάλο τον οποίο ακόμα κυνηγάτε;
«Φιλοδοξίες πάντα υπάρχουν. Να μπορείς να δουλέψεις στο υψηλότερο επίπεδο, να προπονείς όσο το δυνατόν καλύτερες ομάδες, να προπονείς όσο το δυνατόν καλύτερους παίκτες. Αυτά δεν σταματάνε ποτέ για κάποιον που είναι σε αυτή τη δουλειά. Στόχοι και φιλοδοξίες πάντα θα υπάρχουν, τη στιγμή που θα σταματήσουν να υπάρχουν, είναι η στιγμή όπου θα σταματήσουμε να είμαστε σε αυτή τη δουλειά».
- Είχατε ποτέ κάποιον προπονητή σαν πρότυπό σας;
«Όχι! Στοιχεία μπορείς να πάρεις από πολλούς προπονητές και δεν χρειάζεται να είναι κάποιος μεγάλο όνομα ή να έχει μεγάλη πορεία. Μπορείς να δεις μία ιδέα ή να δεις ένα play ή να δεις κάτι απλό και να σου αρέσει και να το πάρεις. Ούτως ή άλλως, έτσι όπως έχει γίνει αυτή τη στιγμή μέσα από το διαδίκτυο η πληροφορία, η πρόσβαση στην οποιαδήποτε πληροφορία είναι πάρα πολύ εύκολη. Οπότε, πρέπει συνεχώς να ψάχνεσαι και πρέπει συνεχώς να βρίσκεις πράγματα τα οποία θα κολλήσουν στο δικό σου σκεπτικό και στην ομάδα την οποία έχεις φτιάξει. Δεν ταιριάζουν τα πάντα σε όλους. Πρέπει να μπορείς να διακρίνεις τι είναι αυτό που στη δική σου ομάδα μπορεί να λειτουργήσει. Δεν σημαίνει ότι κάτι επειδή το κάνει για παράδειγμα ο Ολυμπιακός ή ο Ομπράντοβιτς ή ο οποιοσδήποτε μπορείς να το χρησιμοποιήσεις και εσύ στην ομάδα σου. Πρέπει να ταιριάζει στα χαρακτηριστικά των δικών σου παικτών».
- Η περίοδος του 2012-13 ήταν η μοναδική σεζόν όπου προπονήσατε εκτός Ελλάδος, στη Σουηδία. Πώς ήταν αυτό το πέρασμα και πώς είναι το μπάσκετ εκεί πάνω;
«Τότε που πήγα εγώ ήταν πολύ ενδιαφέρον. Ήταν μία λίγκα που προσέγγιζε το παιχνίδι με διαφορετικό τρόπο από ότι εδώ. Ήταν η δομή του πρωταθλήματος διαφορετική, με 3 γύρους. Μετρούσαν τα αποτελέσματα της προηγούμενης περιόδου. Δηλαδή έπαιζες δύο φορές εντός έδρας με αυτούς που τερμάτισαν από πάνω σου και μία εκτός έδρας και έπαιζες δύο εκτός έδρας και μία εντός με αυτούς που τερμάτισαν από κάτω σου την προηγούμενη χρονιά. Είχε πολλές ιδιαιτερότητες. Ήταν ένα πολύ ενδιαφέρον πρωτάθλημα, μία πολύ ενδιαφέρουσα εμπειρία, χαμηλότερου επιπέδου από το ελληνικό αλλά με πολλά όμορφα στοιχεία. Παρόλα αυτά, με το πέρασμα των χρόνων, γιατί πάντα παρατηρώ το τι γίνεται στην Ευρώπη, η συγκεκριμένη λίγκα έχει πέσει σιγά σιγά. Παραδοσιακές ομάδες έχουν είτε εξαφανιστεί είτε αλλάξει μορφή. Ήταν μία ωραία εμπειρία».
- Από όσα καταλαβαίνουμε παρακολουθείται πολύ μπάσκετ μέσα στην ημέρα, ειδικότερα ευρωπαϊκό:
«Παρακολουθείς τα πάντα, είναι κομμάτι της δουλειάς αυτό. Πρώτα από όλα για λόγους σκάουτινγκ, για να έχεις μία βάση πληροφοριών με παίκτες και από εκεί και πέρα για ενδιαφέρον. Να κοιτάζεις παιδιά με τα οποία έχεις συνεργαστεί και παίζουν σε άλλες ομάδες, να βλέπεις την πορεία τους. Έχω επικοινωνία σχεδόν με όλους τους Αμερικάνους που έχουν περάσει από τα χέρια μου, οπότε έτσι απλά από ενδιαφέρον φιλοσοφικό, παρακολουθείς τις ομάδες που παίζουν, τι κάνουν κάθε αγωνιστική και γενικότερα είσαι ενημερωμένος».
- Όταν φτάσετε σε σημείο όπου «γεμίζετε» από το μπάσκετ, τι κάνετε;
«Υπάρχουν πολλά πράγματα να ασχοληθείς. Είμαι φανατικός συλλέκτης βινυλίων. Έχω μία πολύ μεγάλη συλλογή δίσκων οπότε αφιερώνω πολύ χρόνο σε αυτό το κομμάτι».
- Αγαπημένο βινύλιο;
«Δεν μπορεί να είναι μόνο ένα... Έρικ Μπάρτον είναι το αγαπημένο και το έψαχνα μάλιστα και πολύ καιρό και δεν το έβρισκα. Τον τραγουδιστή των “The Animals”, που έχει το “Woman of the rings”, αυτόν τον δίσκο».
- Για το ελληνικό στοιχείο που υπάρχει στην Euroleague τόσο στις ομάδες όσο και στους προπονητές:
«Στο προπονητικό κομμάτι, το ελληνικό πρωτάθλημα έχει καλή παραγωγή προπονητών. Είμαστε σε πολύ υψηλό επίπεδο. Νομίζω ότι στην Euroleague πάντα θα υπάρχει ελληνικό στοιχείο, το θέμα είναι να υπάρχει περισσότερο ελληνικό στοιχείο όσων αφορά το παικτικό κομμάτι. Αυτό είναι το στοιχείο στο οποίο υστερούμε».
- Πιστεύετε ότι θα φτάσουμε πάλι και τρίτη και τέταρτη ελληνική ομάδα στην Euroleague;
«Μακάρι να γίνει αλλά το βλέπω δύσκολο έτσι όπως έχει εξελιχθεί η Ευρωλίγκα. Πιο πιθανό είναι να γίνει ένα κλειστό πρωτάθλημα τα επόμενα χρόνια και να φύγουν από τα πρωταθλήματα τα εγχώρια οι ομάδες που συμμετέχουν εκεί και λιγότερο να ανοίξει η διοργάνωση ώστε να μπουν και άλλες ομάδες μέσα. Τουλάχιστον με την ισχύουσα κατάσταση, αυτή τη στιγμή».
- Αυτή η προοπτική για συνεργασία της FIBA με το NBA για την Ευρώπη;
«Πολλά ακούγονται. Το πιο σημαντικό είναι να μικρύνει το gap, το χάσμα που υπάρχει ανάμεσα στη FIBA και την Ευρωλίγκα, να μπορέσουν οι ευρωπαϊκές διοργανώσεις κάπως να τα βρουν και να υπάρξει μία μεγαλύτερη σύνδεση μεταξύ τους».