O επαναστάτης δρομέας που σκοτώθηκε τόσο νέος!
Ήταν η 30η Μαϊου 1975, όταν ο κορυφαίος Αμερικανός δρομέας εκείνης της εποχής, ο Στιβ Πριφοντέιν, άφηνε την τελευταία του πνοή στην άσφαλτο. Ο θάνατος τον νίκησε οριστικά, αντιθέτως με τους αντιπάλους του που δεν το κατάφεραν, καθώς ως τη μέρα του θανάτου, είχε όλα τα ρεκόρ των Ηνωμένων Πολιτειών από τα 2 χιλιόμετρα ως τα 10. Ένας ροκ σταρ των στίβων λόγω της μακριάς κώμης του ή για άλλους ο Τζέιμς Ντιν του κλασσικού αθλητισμού λόγω του τρόπου που πέθανε, κατάφερε μέσα στα λίγα χρόνια της ζωής του, να γίνει ένας θρύλος!
Και όχι τυχαία, καθώς εκτός από τις αθλητικές του επιδόσεις, ο Στιβ Πριφοντέιν έμεινε στην ιστορία για τη διαμάχη του με την Ερασιτεχνική Αθλητική Ένωση των ΗΠΑ αλλά και για τις φιλοσοφημένες ατάκες που αποτελούν ακόμα moto για εκατομμύρια αθλητές.
To gazzetta.gr θυμίζει τη ζωή του...
Γεννημένος αθλητής
Ο Πριφοντέιν γεννήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 1951 στην παραλιακή πόλη Coos Bay στο Όρεγκον των Ηνωμένων Πολιτειών. Από μικρός ήταν ένα αρκετά δραστήριο άτομο και συμμετείχε σε πολλές αθλητικές δραστηριότητες, ενώ ήταν και στις ομάδες μπάσκετ και αμερικανικού ποδοσφαίρου του σχολείου του. Ωστόσο το χαμηλό του ανάστημα δεν του δημιουργούσε προοπτικές σε αυτά τα αθλήματα και μία μέρα, βλέποντας κάποια άλλα παιδιά να τρέχουν δίπλα στο γήπεδο του ποδοσφαίρου, αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του. Μόλις στη δεύτερη εβδομάδα προπονήσεων, ο Πριφοντέιν τερμάτισε δεύτερος στην ομάδα του, αποδεικνύοντας ότι είχε όλες τις προοπτικές να φτάσει ψηλά. Ένα αστέρι γεννιόταν...
Στο γυμνάσιο κατάφερε με τη σωστή εξάσκηση να ξεχωρίσει και στα τελευταία του χρόνια, το 1968 και το 1969 πέτυχε να γίνει ο πρώτος αθλητής στην Πολιτεία του Όρεγκον!
Τα κολεγιακά χρόνια και η εκτόξευση
Το όνομα του, όπως ήταν φυσικό ξεπέρασε τα στενά όρια του Όρεγκον και ο 18χρονος τότε αθλητής έγινε περιζήτητος! Ούτε λίγο, ούτε πολύ 40 πανεπιστήμια του ζήτησαν να πάει σε αυτά, προσφέροντας υποτροφίες και πολλά άλλα κίνητρα για να τον κερδίσουν. Αυτός, όμως που τον έπεισε ήταν ο προπονητής του Πανεπιστημίου του Όρεγκον, Μπιλ Μπάουερμαν, ο οποίος από το 1964 είχε ιδρύσει την εταιρεία Blue Ribbon Sports, την μετέπειτα Nike!
Υπό την καθοδήγηση του, ο Πριφοντέιν ανέβηκε στην κορυφή. Με το χαρακτηριστικό του στιλ και το επιθετικό του τρέξιμο, ήθελε να κυριαρχεί στις κούρσες από τα πρώτα μέτρα. Ποτέ δεν κρατούσε δυνάμεις για το τέλος, τα έδινε όλα από την αρχή. Μάλιστα ο ίδιος είχε πει: «Θα δουλέψω τόσο ώστε στο τέλος η κούρσα να αφορά αυτόν που έχει τα περισσότερα κότσια. Στο τέλος εάν γίνει έτσι, τότε θα είμαι ο μοναδικός που θα μπορεί να την κερδίσει!».
Οι υποστηρικτές του, φώναζαν σε κάθε αγώνα: “Pre, Pre, Pre” και φορούσαν μπλουζάκια με τη λέξη «Θρύλος», ενώ οι πολέμιοι του απαντούσαν με μπλουζάκια που έγραφαν: “Stop Pre”. Στα 19 του έγινε εξώφυλλο στο διάσημο περιοδικό Sports Illustrated...
Xωρίς ίχνος υπερβολής ο Πριφοντέιν έμοιαζε ανίκητος! Στη καριέρα του κέρδισε τις 120 από τις 153 κούρσες που έτρεξε (78%) ενώ δεν έχασε ποτέ κούρσα στη κολεγιακή του καριέρα.
Η συμμετοχή στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου
Στα 21 θα αντιμετώπιζε την ύψιστη πρόκληση των Ολυμπιακών Αγώνων. Ήταν το μεγάλο αστέρι των Ηνωμένων Πολιτειών και το αποδείκνυε. Στα trials για τους Ολυμπιακούς στο Γιουτζίν, στις 9 Ιουλίου 1972 για τη δημιουργία της αμερικανικής ομάδας, τερμάτισε πρώτος στα 5.000 μέτρα με νέο ρεκόρ! Πήγε στο Μόναχο ως το αουτσάιντερ της κούρσας και τελικά δεν κατάφερε να ανέβει στο βάθρο, τερματίζοντας στην πιο άχαρη θέση, την 4η! Οπως φάνηκε ο Πριφοντέιν πλήρωσε την απειρία του, καθώς αντιθέτως με το εκρηκτικό του ταμπεραμέντο και το επιθετικό τρέξιμο, στον τελικό των Ολυμπιακών κράτησε αρκετά τον εαυτό του.
Πήρε την πρωτοπορία μόλις στο τελευταίο 1,5 χιλιόμετρο, έχοντας τρέξει αρκετά αργά τα πρώτα τρία χιλιόμετρα. Όταν χτύπησε το καμπανάκι για τον τελευταίο γύρο ήταν δεύτερος, αλλά εκεί άρχισε να ξεμένει από δυνάμεις και με τους βασικούς αντιπάλους του, σε απόσταση αναπνοής. Ο διάσημος Νορβηγός Λάσε Βίρεν βγήκε μπροστά στην τελευταία στροφή και δεύτερος ανέβηκε ο Γκαμουντί. Στα τελευταία 10 μέτρα τον πέρασε και ο Βρετανός Ιαν Στιούαρτ... Το όνειρο του μεταλλίου είχε χαθεί. Ο Πριφοντέιν αντί να φέρει την κούρσα στα μέτρα του και να εξουδετερώσει τους αντιπάλους του με το γρήγορο τρέξιμο από την αρχή, έφερε τον αγώνα στα μέτρα τους κι άφησε τον τελικό να κριθεί στον τελευταίο γύρο...
Ενας επαναστάτης αθλητής
Ο Στιβ Πριφοντέιν δεν ήταν αιρετικός μόνο στον τρόπο που έτρεχε αλλά και στην εν γένει συμπεριφορά του. Σε εποχές που ο αθλητισμός ήταν ακόμα ερασιτεχνικός, ήταν ο πρώτος που απαίτησε να πληρώνονται οι δρομείς και μην θησαυρίζουν μόνο οι διοργανωτές των αγώνων. Έτσι συγκρούστηκε μετωπικά με την Ερασιτεχνική Αθλητική Ένωση η οποία απαιτούσε να μην πληρώνονται οι αθλητές για τις εμφανίσεις τους στους στίβους και είναι χαρακτηριστικό ότι στο παρελθόν είχε αποκλείσει για κάποιο διάστημα τον θρυλικό Τζέσε Οουεν, επειδή μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1936, πήρε χρήματα για κάποιες εμφανίσεις του. Με τον Πριφοντέιν το μέτωπο άνοιξε, επειδή φορούσε – δωρεάν όπως έλεγε ο ίδιος – αθλητικό υλικό από τη Nike. H κόντρα συνεχίστηκε και αργότερα, όταν κατηγορήθηκε για χορηγία από την Adidas, με την Ερασιτεχνική Αθλητική Ένωση να ζητά τον αποκλεισμό του από τους Ολυμπιακούς του 1976. Η απάντηση δόθηκε από τη μοίρα, καθώς ένα χρόνο πριν από το Μόντρεαλ, ο Πριφοντέιν σκοτώθηκε στην άσφαλτο.
Στην κούρσα με τον θάνατο, δεν νικάς...
Την άνοιξη του 1975, οργάνωσε μια περιοδεία πέντε στάσεων στις ΗΠΑ με σπουδαίους Φινλανδούς αθλητές που θα συναγωνίζονταν τον ίδιον και άλλους δρομείς ώστε να παρακινήσουν τον κόσμο να ξεκινήσει το τρέξιμο. Τελευταίος σταθμός το Γιουτζίν του Όρεγκον στις 29 Μαΐου. Ο «Πρι» νίκησε για 25η συνεχόμενη φορά σε αγώνα άνω του ενός μιλίου τερματίζοντας πρώτος στα 5.000μ. σε 13:23.8. Το βράδυ, όλοι μαζί οι αθλητές πήγαν σε πάρτι και λίγο μετά τα μεσάνυχτα, ο Πριφοντέιν έφυγε. Οδηγώντας στη Λεωφόρο Skyline ανατολικά του Πανεπιστημίου που δοξάστηκε, έχασε τον έλεγχο του αυτοκινήτου του το οποίο αναποδογύρισε και έπεσε με ταχύτητα σε τοίχο από πέτρες. Ένας αυτόπτης μάρτυρας που πήγε πρώτος στο σημείο, είπε ότι τον είδε ξαπλωμένο, ζωντανό αλλά με ακατάσχετη αιμορραγία από τα πολλαπλά τραύματα. Όταν έφτασε το ασθενοφόρο ο Στιβ Πριφοντέιν ήταν ήδη νεκρός. Σύμφωνα με έλεγχο που έγινε για αλκοόλ στο αίμα του, το ποσοστό ήταν αρκετά χαμηλό, αν και κάποιοι αμφισβήτησαν αυτή τη μέτρηση. Το πένθος ήταν μεγάλο, όχι μόνο στο Όρεγκον αλλά σε όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες. «Το τέλος μιας εποχής», ήταν ο τίτλος της εφημερίδας του Γιουτζίν, Register Guard, στην αναγγελία του θανάτου του Πριφοντέιν. Στο σημείο όπου άφησε την τελευταία του πνοή υπάρχει αναμνηστική πλάκα και ακόμα και τώρα, ο κόσμος αφήνει στη μνήμη του, μπλούζες, παπούτσια και μετάλλια, ενώ από το 1975 και μετά, κάθε χρόνο γίνεται ο αγώνας Prefontaine Classic.
Ένας Θρύλος που έφυγε νωρίς
Ο Στιβ Πριφοντέιν μαζί με τους Φρανκ Σόρτερ, Τζιμ Ράιαν και Μπιλ Ρότζερς ήταν οι αθλητές που άλλαξαν το δρομικό κίνημα και κυρίως πως το αντιμετωπίζει ο απλός πολίτης με αποτέλεσμα την τεράστια ανάπτυξη του στη δεκαετία του '70.
Ο Πριφοντέιν ενέπνευσε εκατομμύρια ανθρώπους να αρχίζουν να τρέχουν, όχι μόνο το ξεχωριστό και απαράμιλλο στιλ του αλλά και με όσα έλεγε στις συνεντεύξεις του. Δείτε μερικές από τις ατάκες του, που έμειναν, όχι τυχαία, στην ιστορία!
«Κάποιος μπορεί να με νικήσει αλλά πρέπει να ματώσει για να το κάνει αυτό.»
«Το να δίνεις κάτι λιγότερο από το καλύτερο σου είναι σα να θυσιάζεις το δώρο.»
«Κάποιοι άνθρωποι δημιουργούν με λέξεις ή με τη μουσική ή με ένα πινέλο και μπογιές. Εγώ θέλω να φτιάχνω κάτι ωραίο κάθε φορά που τρέχω. Θέλω να κάνω τους ανθρώπους να σταματάνε και να λένε “δεν έχω ξαναδεί κάποιον να τρέχει έτσι”. »
«Ο καλύτερος ρυθμός είναι ο ρυθμός της αυτοκτονίας και σήμερα μοιάζει μία καλή ημέρα για να πεθάνεις.»
«Πολλοί άνθρωποι τρέχουν σε έναν αγώνα για να δουν ποιος είναι ο ταχύτερος. Εγώ τρέχω για να δω ποιος έχει τα περισσότερα κότσια, ποιος μπορεί να τιμωρήσει τον εαυτό του με εξοντωτικό ρυθμό και στο τέλος, να πιέσει τον εαυτό του ακόμα περισσότερο.»
«Αυτό που μου αρέσει περισσότερο στον στίβο είναι το συναίσθημα που έχω μετά από κάθε καλή κούρσα.»
«Αυτό που θέλω είναι να είμαι το νούμερο ένα.»