Αρχίζουμε με την Μάρετ Γκρόθες η οποία έχει και τις περισσότερες πιθανότητες να αναδειχθεί πολυτιμότερη παίκτρια. Η Ολλανδέζα στα 34 της έδειξε γιατί κουβαλάει ένα τόσο μεγάλο όνομα. Η καριέρα της άλλωστε μιλούσε από μόνη της και γι’ αυτό όταν ήρθε στην χώρα μας όλοι μιλούσαν για μια μεγάλη μεταγραφή. Μια μεταγραφή που στα κρίσιμα παιχνίδια όπως λένε και στο ποδόσφαιρο «έβγαλε και με το παραπάνω τα λεφτά της». Η Γκρόθες όλη την χρονιά ήταν η παίκτρια που βοηθούσε πάρα πολύ στην πίσω ζώνη, ενώ στα ντέρμπι έκανε την διαφορά και στην επίθεση. Με αποκορύφωμα τον 5ο τελικό, όταν ήταν ασταμάτητη, ειδικά στο 4ο και τελευταίο σετ, το οποίο θα λέγαμε πως πήρε μόνη της. Η 34χρονη ήταν από τα πιο βασικά γρανάζια του «τριφυλλιού» και δικαίως είναι το μεγάλο φαβορί για να αναδειχθεί πολυτιμότερη παίκτρια του φετινού πρωταθλήματος.
Μια ακόμα παίκτρια που με την παρουσία της βάζει υποψηφιότητα για πολυτιμότερη είναι χωρίς αμφιβολία η Αθηνά Παπαφωτίου. Όταν το καλοκαίρι ο Παναθηναϊκός κατάφερε να πείσει την έμπειρη πασαδόρο να επιστρέψει στην χώρα μας, δεν ήταν λίγοι όσοι έλεγαν πως πρόκειται για μια κίνηση που μπορεί να κάνει την διαφορά. Άλλωστε μιλούσαμε για μια παίκτρια με σημαντική καριέρα στην Ευρώπη και ειδικά σε πρωτάθλημα όπως αυτό της Γερμανίας. Η Παπαφωτίου δικαίωσε και με το παραπάνω τις προσδοκίες όλων. Ήταν ο εγκέφαλος των νταμπλούχων, η παίκτρια από την οποία περνούσε όλο το παιχνίδι του «τριφυλλιού». Εκτός από την οργάνωση του παιχνιδιού των «πρασίνων», η 33χρονη πασαδόρος ήταν εξαιρετική στο σερβίς, χαλώντας πολλές φορές την υποδοχή των αντιπάλων, ενώ συνολικά μιλάμε για τον ορισμό του ηγέτη που χρειάζεται μια ομάδα για να μπορέσει να φτάσει ως την κορυφή.
Το τρίτο σημαντικό «γρανάζι» της «πράσινης μηχανής» ήταν η Εύα Χαντάβα. Η αρχηγός του Παναθηναϊκού, που ειδικά στα μεγάλα ντέρμπι πήγαινε από το καλό στο καλύτερο. Για την ακρίβεια θα λέγαμε πως ζούσε για τα μεγάλα παιχνίδια. Η Χαντάβα ξεχώρισε όλη την χρονιά για το πάθος της, ενώ πολλές ήταν η φορές που έπαιρνε και τελείωνε κρίσιμες επιθέσεις. Φυσικά αν βάλουμε μέσα την πίεση στο σερβίς, αλλά και το καλό μπλοκ (μόνο στον 5ο τελικό είχε 4), μπορεί ο καθένας να καταλάβει την διαφορά που έκανε στο «τριφύλλι» την φετινή χρονιά. Μια διαφορά που ξαναλέμε είναι σημαντική γιατί έγινε στα μεγάλα παιχνίδια, εκεί που κρίθηκαν τίτλοι, τόσο στο Κύπελλο όσο και στο πρωτάθλημα.
Τα χρόνια που ο Παναθηναϊκός κατακτούσε το ένα πρωτάθλημα μετά το άλλο στο γυναικείο βόλεϊ, τα φώτα της δημοσιότητας δεν έπεφταν μόνο στις παίκτριες που έκαναν την διαφορά με τους πόντους, αλλά και στην λίμπερο, Ξανθή Μυλωνά. Αυτό συμβαίνει πλέον και με την Πέννυ Ρόγκα. Η 35χρονη λίμπερο ήταν κομβικότατη στο φετινό νταμπλ για δύο λόγους. Ο προφανής είναι ο αγωνιστικός, καθώς ήταν μια παίκτρια που στα περισσότερα παιχνίδια κράτησε σε μεγάλο βαθμό την υποδοχή, βοηθώντας την Παπαφωτίου να είναι ακόμα καλύτερη στην πάσα. Εκτός όμως από την πρώτη μπάλα ήταν εξαιρετική και στην άμυνα, καθώς δεν άφηνε μπάλα να πέσει κάτω «σκουπίζοντας» όλη την πίσω ζώνη. Παικτικά μιλάμε για μια από τις καλύτερες λίμπερο του πρωταθλήματος, αν όχι την καλύτερη. Ωστόσο η βοήθεια της Ρόγκα στον Παναθηναϊκό ήταν μεγαλύτερη, καθώς θα λέγαμε πως ήταν η φυσική αρχηγός. Αυτή που στα δύσκολα είπε δύο κουβέντες παραπάνω, βοηθώντας να αλλάξει η ψυχολογία, μια λίμπερο που όπως αναφέραμε θυμίζει σε πολλά την Μυλωνά τόσο αγωνιστικά, όσο και σε ηγετικές ικανότητες.
Αν θέλαμε να βγάλουμε πολυτιμότερη παίκτρια των τελικών και όχι συνολικά του πρωταθλήματος, βασική υποψηφιότητα βάζει η Μανωλίνα Κωνσταντίνου. Η Κύπρια ακραία ήταν θετική σε όλη την χρονιά, χωρίς όμως να κάνει κάτι φοβερό και ουσιαστικά θεωρούνταν η τρίτη ακραία των «πρασίνων». Με την απομάκρυνση του Οικονόμου, ο Γκάιτς αποφάσισε να την βάλει στη θέση της διαγώνιας και η 29χρονη τον δικαίωσε απόλυτα. Ειδικά στους τελικούς έκανε μεγάλα παιχνίδια συμβάλλοντας τα μέγιστα στο να κατακτηθεί ο τίτλος και τα έκανε σε μια θέση που δεν γνώριζε, κάτι που κάνει ακόμα πιο δύσκολη και σημαντική την συμβολή της. Η Κωνσταντίνου μάλιστα αναδείχθηκε πολυτιμότερη παίκτρια του 2ου τελικού, ενώ και στον 5ο ήταν επίσης πολύ καλή έχοντας 14 πόντους. Συνολικά μιλάμε για μια παίκτρια που άλλαξε την σειρά με την χρησιμοποίησή της σε άλλη θέση και δικαίως θεωρείται εξαιρετικά κομβική για την κατάκτηση του πρωταθλήματος από τον Παναθηναϊκό.
Για την Τζένιφερ Κρος τα λόγια είναι περιττά. Η Καναδή κεντρική ήταν μια από τις καλύτερες παίκτριες συνολικά του πρωταθλήματος. Μια παίκτρια που όπως έχουμε αναφέρει στο παρελθόν έμοιαζε σε μεγάλο βαθμό στην Μαρίσα Φερνάντες, που ήταν από τις ελάχιστες παίκτριες της συγκεκριμένης θέσης που πραγματικά μπορούσε να κάνει την διαφορά. Η Κρος στο μεγαλύτερο μέρος του πρωταθλήματος ήταν εξαιρετική τόσο επιθετικά, όσο και στο μπλοκ. Κυρίαρχη σε κάθε αγώνα και στην μέρα της δεν είχε αντίπαλο. Το ακόμα πιο σημαντικό όμως είναι η παρουσία της στους τελικούς. Και είναι πιο σημαντικό γιατί ναι μεν οι εμφανίσεις της δεν ήταν οι καλύτερες, αλλά από την άλλη παρότι τραυματίας, έσφιξε τα δόντια και προσέφερε όσα περισσότερα μπορούσε. Πολλές στην θέση της θα έλεγαν πως δεν θα παίξουν κοιτάζοντας την υγεία της, αλλά η Κρος δεν το έκανε και αυτό δείχνει πως εκτός από μεγάλη παίκτρια, είναι και μεγάλη μαχήτρια.
Μπορεί να μην ακούστηκε όσο οι προηγούμενες, αλλά από τις πιο χρήσιμες παίκτριες του Παναθηναϊκού στην κατάκτηση του τίτλου ήταν και η Ειρήνη Χατζηευστρατιάδου. Η ήρεμη δύναμη των «πρασίνων», μια παίκτρια που μαζί με την Κρος έφτιαξαν το καλύτερο δίδυμο πάνω στο φιλέ. Η πρώην παίκτρια του ΑΟ Θήρας ήταν εξαιρετική στο μπλοκ, επικίνδυνη στο σερβίς και επιθετικά στην μέρα της δύσκολα πιανόταν. Στους τελικούς δεν είχε την εμφάνιση της κανονικής διάρκειας ή του Κυπέλλου, αλλά θεωρείται και δικαίως από τα πλέον σημαντικά «γρανάζια» των «πράσινων».
Φυσικά εκτός από τα βασικά γρανάζια, εξαιρετικά σημαντικά ήταν και τα «βοηθητικά». Οι παίκτριες που ήρθαν από τον πάγκο και βοήθησαν πάρα πολύ. Πρώτη βάζουμε την Στεπανένκο. Η Ουκρανή αποκτήθηκε για βασική διαγώνια και ήταν μέχρι να ξεσπάσει ο πόλεμος στην χώρα της. Από εκείνο το σημείο προσπάθησε, αλλά ήταν λογικό το μυαλό της να ήταν αλλού. Ωστόσο παρότι έχασε την θέση της, στους τελικούς όσες φορές χρειάστηκε ήταν εκεί, ειδικά στο 2ο και 4ο παιχνίδι.
Σημαντική ήταν και η βοήθεια της Ναταλίας Μεταξά. Έχοντας μπροστά της τις Κρος και Χατζηευστρατιάδου, η Μεταξά αγωνίστηκε λίγες φορές. Ωστόσο παρότι δεν είχε τον ρυθμό των αγώνων, στους τελικούς όταν μπήκε ήταν θετικότατη κάτι που το πιστώνεται και με το παραπάνω.
Λιγότερη αγωνιστική παρουσία, αλλά σημαντική βοήθεια ακόμα και στις προπονήσεις, κάτι που είναι εξίσου σημαντικό, είχαν οι Ξηντάρα, Μπραμπίλα, Τσιτσιγιάννη, Παπαστεργίου και Κωνσταντέλλου. Όλες ήταν κρίκοι μιας αλυσίδας που όχι μόνο δεν έσπασε, αλλά στα δύσκολα αποδείχθηκε εξαιρετικά δυνατή φτάνοντας ως το τέλος.
Και κλείνουμε με τους προπονητές. Και λέμε προπονητές γιατί την φετινή χρονιά ο Παναθηναϊκός είχε δύο. Αρχικά τον Απόστολο Οικονόμου που ήταν ο άνθρωπος που οδήγησε το «τριφύλλι» στην κατάκτηση του Κυπέλλου που ήταν και ο πρώτος τίτλος της ομάδας μετά από 10 χρόνια. Ο Λαρισαίος προπονητής εκτός από το Κύπελλο είχε καταφέρει να έχει τον Παναθηναϊκό μπροστά και στο πρωτάθλημα, ωστόσο πλήρωσε τα συνεχόμενα άσχημα αποτελέσματα και την απώλεια της πρωτιάς, με την διοίκηση του «τριφυλλιού» να λύνει την συνεργασία μαζί του πριν την έναρξη των playoffs. Στον Οικονόμου πιστώνεται και το στήσιμο της ομάδας, κάτι εξαιρετικά σημαντικό για την επίτευξη των στόχων της.
Και φυσικά τελευταίος και όχι καταϊδρωμένος είναι ο Μπράνκο Γκάιτς. Ο Σέρβος προπονητής ανέλαβε πριν την έναρξη των playoffs και συνέβαλε τα μέγιστα στην κατάκτηση του πρωταθλήματος. Αρχικά έριξε το βάρος στην ψυχολογία και προσπάθησε να «σφίξει λίγο τα λουριά», αλλά δεν έμεινε μόνο εκεί. Έκανε σημαντικές αλλαγές στην ομάδα. Έβαλε την Κωνσταντίνου διαγώνια, παίρνοντας απίστευτα μεγάλο ρίσκο γιατί ουσιαστικά ο Παναθηναϊκός έπαιζε χωρίς τρίτη ακραία, αλλά η κίνηση αυτή του βγήκε και με το παραπάνω. Όπως του βγήκε και η χρησιμοποίηση της Μεταξά στους δύο τελευταίους τελικούς. Και επειδή τα πάντα μετράνε με το αποτέλεσμα, ο Γκάιτς πέτυχε απόλυτα κατακτώντας τον τίτλο.