Ξεκινάμε με τον Μίταρ Τζούριτς, τον πολυτιμότερο παίκτη του Ολυμπιακού τόσο στο Κύπελλο και το Final-4 της Λάρισας, όσο και στο Πρωτάθλημα. Ο Έλληνας διεθνής κεντρικός κατάφερε να αναδειχθεί MVP και στις δύο διοργανώσεις δείχνοντας πως σε παιχνίδια που καίει η μπάλα έχει το κρύο αίμα που πρέπει να έχει ένας ηγέτης. Ο Τζούριτς ήταν κυρίαρχος πάνω στο φίλε. Και δεν μιλάμε μόνο στο μπλοκ όπου εκεί δεν έχει αντίπαλο εδώ και πολλά χρόνια (με διαφορά του δεύτερου ο καλύτερος Έλληνας μπλοκέρ), αλλά και στην επίθεση.
Η επιθετική του παρουσία έλυσε σε πολλά παιχνίδια και τα χέρια του Τράβιτσα, καθώς πάντα ο αντίπαλος κεντρικός ήταν απέναντί του, μιας και δεν μπορούσε να τον αφήσει χωρίς μπλοκ γνωρίζοντας το πόσο καλός επιθετικός είναι και ο ακραίος και διαγώνιος έκαναν πολλές φορές επιθέσεις με έναν αντίπαλο απέναντί τους. Η παρουσία του σε απλά ελληνικά είναι από τους βασικούς λόγους που σε πολλά παιχνίδια ο Ολυμπιακός είχε υψηλά ποσοστά στην επίθεση. Συνολικά η βοήθεια του Τζούριτς ήταν μεγάλη, καθώς προσέφερε σε μπλοκ, σε επίθεση και σερβίς, ενώ ακόμα περισσότερο βοήθησε τους Πειραιώτες με την ηγετική του παρουσία.
Συνεχίζουμε με τον αρχηγό των νταμπλούχων. Ο Ντράγκαν Τράβιτσα είναι ο ορισμός της λέξης αρχηγός. Ο άνθρωπος που στα δύσκολα θα βγει μπροστά και θα ανεβάσει τους συμπαίκτες του. Είναι ο εμψυχωτής που χρειάζεται κάθε ομάδα που κάνει πρωταθλητισμό. Καλοί πασαδόροι φυσικά υπάρχουν πολλοί και καλύτεροι από τον Ιταλό εννοείται πως υπάρχουν, δύσκολα όμως βρίσκεις παίκτης με την ηγετική φυσιογνωμία του Τράβιτσα και αν τον βρεις συνεχίζεις να τον κρατάς, μέχρι ο ίδιος να αποφασίσει να φύγει.
Ο έμπειρος πασαδόρος μπορεί φέτος να μην έκανε αγωνιστικά την περσινή χρονιά, αλλά όταν κρινόντουσαν οι τίτλοι ήταν εκεί. Στον 4ο τελικό με τον Παναθηναϊκό στο Ρέντη, το 69% επίθεση στο 1ο σετ και 71% στο 2ο οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στον ίδιο. Μιλάμε για τον ιδανικό μαέστρο που όσο μεγαλώνει, τόσο καλύτερος και πιο ώριμος γίνεται. Ο Τράβιτσα συνέβαλε τα μέγιστα στην κατάκτηση του νταμπλ, τόσο αγωνιστικά, όσο και εξωαγωνιστικά και αναφερόμαστε στα αποδυτήρια, καθώς μια τέτοια προσωπικότητα με τις δικές του επιτυχίες είχε λόγο που σέβονταν οι συμπαίκτες του. Σίγουρα έχει ένα μεγάλο μερίδιο επιτυχίας και δικαίως το όνομά του μπαίνει σε αυτά των καλύτερων ξένων πασαδόρων που έχουν αγωνιστεί στην χώρα μας.
Και φέτος ο αθόρυβος πρωταγωνιστής του Ολυμπιακού δεν ήταν άλλος από τον Τόνσεκ Στερν. Ο Σλοβένος διαγώνιος η αλήθεια είναι πως δεν ξεκίνησε καλά την χρονιά λόγω και των συνεχόμενων τραυματισμών που είχε, ωστόσο συνεχώς ανέβαζε την απόδοσή του και στους τελικούς ήταν καθοριστικός παράγοντας της κατάκτησης του νταμπλ από τον Ολυμπιακό. Στο Κύπελλο στην Λάρισα είχε στον ημιτελικό κόντρα στον ΠΑΟΚ 26 πόντους με 55% στην επίθεση και στον τελικό με τον Μίλωνα 22 με 49%. Το ίδιος κομβικός και στο πρωτάθλημα, όπου στους τελικούς με τον Παναθηναϊκό είχε 20 πόντους με 54% στην επίθεση μαζί και με 4 άσους, στον 2ο 12 με 44% και 3 άσους, ενώ στον τελευταίο είχε 25 με 53% και 2 άσους.
Ο Στερν μπορεί να μην είναι ο διαγώνιος που θα σου έχει σε κάθε παιχνίδι πάνω από 25 πόντους, είναι όμως αυτός που δεν θα σου δημιουργήσει ποτέ πρόβλημα και στα κρίσιμα παιχνίδια θα είναι εκεί. Αυτό έχει δείξει τα δύο τελευταία χρόνια που βρίσκεται στην χώρα μας. Αθόρυβα έχει συμβάλλει τα μέγιστα στο να κατακτήσουν οι Πειραιώτες το Challenge Cup και το πρωτάθλημα πέρσι και το νταμπλ φέτος. Όπλο του το σερβίς και το κρύο αίμα στην επίθεση, όπου κάνει λίγα λάθη, ενώ φέτος ανέβασε και το συγκεκριμένο ποσοστό στο 50%. Συνολικά είναι ο ιδανικός διαγώνιος για ομάδα με δυνατά άκρα, όπως είχε τα δύο τελευταία χρόνια ο Ολυμπιακός.
Για πολλά χρόνια ο Ραφαήλ Κουμεντάκης ήταν ο παίκτης που οι ομάδες περίμεναν πολλά από αυτόν, καθώς το ταλέντο σε καμία περίπτωση δεν του λείπει, ωστόσο τις περισσότερες φορές στα δύσκολα δεν έκανε το βήμα παραπάνω. Δεν αναλάμβανε τα ηνία ενός συλλόγου για να τον οδηγήσει πιο ψηλά. Αυτό την τελευταία τριετία έχει αλλάξει και με το παραπάνω, με τον έμπειρο ακραίο να δείχνει σε όλους πως δεν θα είναι ένας ακόμα παίκτης που δεν μπόρεσε να πλησιάσει το ταβάνι του. Δεν λέμε να το πιάσει γιατί και ο ίδιος συνεχώς το ανεβάσει, αλλά σίγουρα να το πλησιάσει.
Και φέτος ο διεθνής ακραίος ήταν κομβικότατος όσον αφορά το νταμπλ του Ολυμπιακού, αλλά και στην αξιοπρεπέστατη πορεία στο Champions League. Πήρε και τελείωσε πολλές κρίσιμες επιθέσεις (δεν είναι τυχαίο πως ένας έμπειρος πασαδόρος όπως ο Τράβιτσα τον προτιμούσε για τις λεγόμενες «σκοτωμένες μπάλες»), πίεσε πάρα πολύ στο σερβίς παίρνοντας σημαντικούς άσους και χαλώντας τις αντίπαλες υποδοχές, ενώ με την σειρά του κράτησε σε μεγάλο βαθμό την πρώτη μπάλα των «ερυθρολεύκων». Ό,τι δηλαδή χρειάζεται να κάνει ένας καλός ακραίος, συν το μπλοκ που και αυτό το είχε. Ο Κουμεντάκης πλέον δεν είναι το ταλέντο που έμεινε ταλέντο, αλλά ένας ηγέτης, ένας ακραίος που δεν θα τον πάρουν οι ελληνικές ομάδες επειδή είναι Έλληνας και δεν θα καλύψει θέση ξένου, αλλά γιατί μπορεί να κάνει την διαφορά όπως την έκανε και φέτος.
Ο Ολυμπιακός τα δύο τελευταία χρόνια έχει φτιάξει ένα εξαιρετικό δίδυμο ακραίων, καθώς δίπλα στον Ραφαήλ Κουμεντάκη βρίσκεται ο Σαλβαντόρ Ιντάλγκο. Ο Κουβανός με γερμανικό διαβατήριο και γεννημένος στην Ρωσία όσο μεγαλώνει γίνεται όλο και καλύτερος όπως έδειξε και φέτος. Παίζοντας με την εμπειρία των 38 ετών ξέρει να κρατάει δυνάμεις για το τέλος, όταν κρίνονται οι τίτλοι κάτι που και φέτος έκανε εξαιρετικά. Στους τελικούς ήταν από τους παίκτες που έκριναν σε μεγάλο βαθμό την σειρά. Τόσο με την επίθεση, όσο κυρίως με τα σερβίς του. Και επειδή από την τελική γραμμή κάνει την διαφορά, δεν είναι τυχαίο πως το πρωτάθλημα τελείωσε με δικό του άσο!
Είναι όπως και ο Κουμεντάκης και όπως ο κάθε σύγχρονος ακραίος, ο παίκτης που ζητήσει την «σκοτωμένη μπάλα» και θα την τελειώσει. Ο παίκτης που με μία θεαματική επίθεση θα ανεβάσει και την ψυχολογία των συμπαικτών του και θα ξεσηκώσει την εξέδρα. Σε απλά ελληνικά ένας ακόμα ηγέτης για την ομάδα του Ντανιέλ Καστελάνι. Ένας ηγέτης που στα δύσκολα βγήκε μπροστά, ενώ έχει και στο ενεργητικό του την καλύτερη άμυνα του πρωταθλήματος που έβγαλε μαζί με τον Στερν. Δεν ξέρουμε αν συνεχίσει για 3η χρονιά στον Ολυμπιακό, αλλά ό,τι και να κάνει η παρουσία του τα δύο χρόνια στους Πειραιώτες είναι άκρως πετυχημένη.
Μια από τις θέσεις που θεωρούνται νευραλγικές στο βόλεϊ (γιατί σημαντικές είναι όλες), είναι αυτή του λίμπερο. Του παίκτη που σε αυτό το υψηλό επίπεδο πρέπει να κρατάει την υποδοχή στα εξαιρετικά δυνατά σερβίς των αντιπάλων και να βγάζει όσες περισσότερες άμυνες γίνεται. Αυτό το κάνει και με το παραπάνω ο Δημήτρης Τζιάβρας. Πέρσι από το πουθενά έπεσε στα βαθιά και κολύμπησε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, καθώς από δεύτερος δίπλα στον Γκαρά, αλλά ο τραυματισμός του έμπειρου λίμπερο, έριξε όπως αναφέραμε στα βαθιά τον 24χρονο πέρσι παίκτη.
Ο Τζιάβρας έπιασε την ευκαιρία από τα μαλλιά και φέτος ξέροντας πως θα είναι βασικός μόνο άγχος δεν είχε. Έχοντας δίπλα του τον Ιντάλγκο, έναν ακραίο που η υποδοχή δεν είναι και το βασικό του προσόν, κράτησε μαζί με τον Κουμεντάκη την πρώτη μπάλα, πραγματοποιώντας δεύτερη συνεχόμενη καλή χρονιά. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το ότι ο Ολυμπιακός κινήθηκε άμεσα και συμφώνησε μαζί του για τα επόμενα χρόνια, δείχνοντάς του πως επενδύει επάνω του. Το μέλλον ανήκει στον Τζιάβρα, χωρίς αυτό να σημαίνει πως και στο παρόν δεν βοηθάει τους Πειραιώτες. Τους βοηθάει και με το παραπάνω, συμβάλλοντας σε αυτό το δύο στα δύο.
Με τον Αλμπέρτο Τζουλιάνι να αποφασίζει την τελευταία στιγμή να αποχωρήσει από τον Ολυμπιακό για να συνεχίσει στην Βουλγαρία, οι Πειραιώτες βρήκαν στο πρόσωπο του Ντανιέλ Καστελάνι τον τέλειο αντικαταστάτη του. Ο Αργεντίνος που έχει φάει τα γήπεδα με το κουτάλι, είτε γιατί δεν μπορούσε καθώς δεν υπήρχε χρόνος, είτε γιατί δεν ήθελε γιατί ομάδα που κερδίζει δεν αλλάζει, δεν έκανε πολλές αλλαγές. Παίζοντας με την ίδια συνταγή που πέρσι έδωσε πρωτάθλημα και Ευρωπαϊκό οδήγησε τον Ολυμπιακό στο νταμπλ.
Όταν χρειάστηκε μάλιστα άφησε εκτός τον Παγένκ που δεν είχε καμία σχέση με τον περσινό MVP του πρωταθλήματος με τον Γκουσταβάο και δικαιώθηκε απόλυτα. Στον 4ο τελικό μάλιστα έβαλε και πάλι τον Σλοβένο αφήνοντας εκτός των Βραζιλιάνο και αυτή η αλλαγή έπιασε και πάλι. Το πλούσιο βιογραφικό του δείχνει πόσο μεγάλος προπονητής είναι, κάτι που απέδειξε και φέτος και με την πορεία του Ολυμπιακού στο Champions League, αλλά φυσικά και με το νταμπλ.