Χάρης Λυμπερόπουλος: 100 χρόνια από τη γέννηση ενός πρωτεργάτη της αθλητικής δημοσιογραφίας
Σαν σήμερα πριν από έναν αιώνα ήρθε στη ζωή ένας πρωτοπόρος της αθλητικής δημοσιογραφίας στη χώρα μας, ο Χάρης Λυμπερόπουλος.
Γεννήθηκε στις 11 Φεβρουαρίου του 1922 στην Αθήνα. Υπήρξε Πρωταθλητής Ελλάδας στο άλμα εις μήκος και στο πένταθλο (1946) και μέλος της Εθνικής Ομάδας Στίβου και ποδοσφαιριστής της Α ́ Ομάδας του Πανιωνίου, καθώς και βραβευμένος οδηγός αγώνων, μεταξύ άλλων, και στο Ράλι Ακρόπολις.
Παρακολούθησε μαθήματα δημοσιογραφίας στο Syracuse University των ΗΠΑ.
Ξεκίνησε την επαγγελματική του πορεία στην «Αθηναϊκή» το 1951 και συνέχισε στο «Ελληνικό Μέλλον», τον «Ελεύθερο Λόγο», και από το 1959 στην «Ακρόπολη» και την «Απογευματινή» έως το 1988. Εργάστηκε παράλληλα και στον «Ελεύθερο Τύπο» ενώ διετέλεσε Διευθυντής του Αθλητικού Τμήματος της ΕΡΤ και ιδρυτικό στέλεχος του «Αθήνα 9,84».
Ορόσημο στην καριέρα του αποτέλεσε η θητεία του ως Διευθυντής του Αθλητικού Τμήματος της «Απογευματινής», με εκδότη τον Νάσο Μπότση, όπου μεγαλούργησε αλλάζοντας για πάντα το τοπίο του αθλητικού έντυπου Τύπου, με την καινοτομία της τοποθέτησης ένθετου αθλητικού φύλλου μέσα σε πολιτική εφημερίδα που εδραιώθηκε το 1968.
Τιμήθηκε με πολλές διακρίσεις. Υπήρξε πρόεδρος της Φιλίππου Ενώσεως Ελλάδος. Από τις δυο του κόρες, απέκτησε τέσσερα εγγόνια. Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 98 ετών, την 1η Ιουνίου 2020.
Τέσσερις μεγάλοι μιλούν για τον Χάρη Λυμπερόπουλο
Τέσσερα σπουδαία ονόματα της αθλητικής δημοσιογραφίας που θήτευσαν δίπλα στον Χάρη Λυμπερόπουλο, μίλησαν για τον δάσκαλό τους. Διαβάστε τι είπαν οι Γιάννης Θεοδωρακόπουλος, Κώστας Μυλωνάς, Νίκος Κατσαρός και Φαίδων Κωνσταντουδάκης.
Γιάννης Θεοδωρακόπουλος: «Στις εποχές που δεν υπήρχε τηλεόραση, τα μάτια του φιλάθλου ήταν ο δημοσιογράφος»
Τη δεκαετία του ΄70 επικρατούσε μια λογική, ότι πήγαινες στο γήπεδο για να παρακολουθήσεις την προπόνηση του Παναθηναϊκού ή του Ολυμπιακού, ενώ το Καραϊσκάκη ήταν το σπίτι του στίβου.
Ο κόσμος του αθλητισμού γνώριζε τον δημοσιογράφο από την καλή και την κακή. Εγώ πήγα στην Απογευματινή το ’75, ενώ είχα δουλέψει «λαθραία» νωρίτερα για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου και μάλιστα έπαιρνα τις ανταποκρίσεις του Χάρη Λυμπερόπουλου που κάλυπτε το γεγονός. Μετά από τρία χρόνια ελευθερώθηκε μια θέση και πήγα να εργαστώ στην εφημερίδα.
Τώρα δεν υπάρχουν αυτές οι πιο στενές επαφές, διότι απαγορεύεται να πλησιάζεις. Οι προπονήσεις των αθλητών του στίβου, ας πούμε, δεν είναι μαζικές. Εχουν μια μυστικότητα. Υπάρχει κάποιο τέταρτο στο τέλος που μπορείς να παρακολουθήσεις.
Τότε μπαίναμε στα αποδυτήρια, ήταν αλλιώς, κι όχι μόνο στον στίβο αλλά σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της αθλητικής δημοσιογραφίας. Ήμασταν πάνω στο ρεπορτάζ. Εκεί τα μάθαινες όλα.
Προσωπικά δεν είχα καμία εμπειρία. Δεν ήμουν αθλητής. Είχα έρθει από το χωριό μου. Μια φορά πιτσιρίκος στην Τρίπολη πίσω από ένα καγκελάκι είδα κάποιους που έτρεχαν κι αγάπησα τον στίβο.
Η εποχή της Απογευματινής μού έμαθε επίσης να πηγαίνω πέρα από το αγωνιστικό. Κι ακόμα και σήμερα δεν πηγαίνω στο «τυπικό» ρεπορτάζ. Λέμε «Ο Τσιτσιπάς λυγισε τον τάδε…», ή «θρίαμβος η Σάκαρη…» και βλέπεις ότι είναι πιο χαμηλά στην παγκόσμια κατάταξη απ’ ό.τι περιμένεις.
Όταν γράφαμε τότε δεν θεωρούσαμε τίποτα δεδομένο. Ακόμα κι όταν φτιάχναμε πενήντα λέξεις για να μπουν στην πρώτη σελίδα – κι είχαμε πάρα πολλά «χτυπήματα».
Έπρεπε να εξηγούμε σεβόμενοι των αναγνώστη. Δεν έλεγες «Δομάζος», έλεγες «ο ποδοσφαιριστής Δομάζος». Αυτό το έμαθα εκεί.
Τότε επίσης που δεν υπήρχε η πληροφορία διαθέσιμη όπως σήμερα, έπρεπε να είσαι κινητή βιβλιοθήκη. Να πηγαίνεις παντού με τον σάκο σου. Επρεπε να έχεις απαντήσεις σε ό,τι συμβαίνει: βιογραφικά αθλητών, τεχνικά ζητήματα σε αγωνίσματα ας πούμε. Χρειαζόταν συγκρότηση, οργάνωση και να έχει κανείς ένα καλό αρχείο.
Κι επίσης, δεν σημαίνει ότι επειδή κάλυπτα, ας πούμε, στίβο δεν μπορούσα να καλύψω και κάτι άλλο. Δεν υπήρχαν στεγανά.
Μπορούσα να γράψω κάτι για τον Ολυμπιακό και τον Παναθηναϊκό και να παίξω πρώτο θέμα.
Επίσης ο Λυμπερόπουλος απέφευγε να πάει να καλύψει αγώνα σημαντικό κάποιας ομάδας συντάκτης που κάλυπτε την συγκεκριμένη ομάδα.
Είχε εμπιστοσύνη στους δημοσιογράφους και δεν υπήρχαν παρεμβάσεις. Και δεν χαριζόμασταν σε καμιά ομάδα. Μπορεί να έπαιζε το βράδυ χαρτιά με τον Γιώργο Βαρδινογιάννη του Παναθηναϊκό ή τον Λουκά Μπάρλο της ΑΕΚ, αλλά ποτέ δεν ήρθε να μας πει να «περιποιηθούμε» κάποια ομάδα.
Σημειώστε, δε, στις εποχές που δεν υπήρχε τηλεόραση, τα μάτια του φιλάθλου ήταν ο δημοσιογράφος. Ο αναγνώστης διάλεγε εφημερίδα για να μάθει τι έγινε στο γήπεδο.
Κώστας Μυλωνάς: «Φανταστικό tip Λυμπερόπουλου: Άκου τους φιλάθλους πώς σχολιάζουν τον αγώνα φεύγοντας από το γήπεδο κι έχεις ολόκληρο “βιβλίο” για το παιχνίδι».
Ο Χάρης Λυμπερόπουλος, πατριάρχης για εμένα του αθλητικού ρεπορτάζ, ήταν ο πρώτος που έπεισε τον εκδότη της εφημερίδας Απογευματινή, Νάσο Μπότση να δώσει χώρο στα αθλητικά, στις αθλητικές σελίδες.
Ως εκείνη την εποχή το αθλητικό ρεπορτάζ ήταν ένα δίστηλο σε κάποια προτελευταία σελίδα πολιτικής εφημερίδας. Όταν, λοιπόν, έκανε αυτή την επανάσταση, ο Μπότσης το δέχτηκε κι εμφανίστηκε η εφημερίδα μ’ ένα έξτρα αθλητικό τετρασέλιδο που θεωρείτο τεράστιος χώρος για τα αθλητικά και όταν είδαν την απήχηση που είχε, ήρθαν οι επόμενοι να μιμηθούν με πρώτη την Βραδυνή.
Αυτή η πρωτοβουλία έδωσε ώθηση και οντότητα στο αθλητικό ρεπορτάζ.
Για πολλά χρόνια το αθλητικό ρεπορτάζ ήταν δευτέρας διαλογής. Όπως μου έχουν πει ο Πέτρος Λινάρδος, ο Γιώργος Παντούρης, εκείνοι που κάλυπταν αθλητικά γεγονότα, ήταν εφάμιλλοι εκείνων που έγραφαν για τα φαρμακεία.
Το αθλητικό ρεπορτάζ δεν θεωρούνταν πρώτης γραμμής. Ούτε καν τους έγραφε η ΕΣΗΕΑ. Και μάλιστα οι αθλητικοί συντάκτες εκείνης της εποχής φρόντιζαν να κάνουν κι άλλο ρεπορτάζ, ναυτιλιακό, υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Απήχηση και σεβασμός στο αθλητικό ρεπορτάζ δεν υπήρχε.
Αργότερα βέβαια θα δούμε ανθρώπους σε υψηλές θέσεις στον χώρο να έχουν ξεκινήσει από το αθλητικό ρεπορτάζ. Όπως, ας πούμε, ο Γιάννης Μαθιουδάκης, διευθυντής σύνταξης της Απογευματινής.
Μα και στις άλλες εφημερίδες αυτό συνέβηκε – ας πούμε με την περίπτωση του Ντίνου Βεντίκου. Ιδιαίτερη περίπτωση είναι και του δασκάλου Μίμη Παπαναγιώτου που εργάστηκε σε νευραλγικές θέσεις στην Προεδρία της Δημοκρατίας.
Σήμερα λοιπόν έχει αποκατασταθεί αυτή η αδικία, αλλά βλέπει κανείς ότι το αθλητικό ρεπορτάζ κάπου πάσχει, κάπου χωλαίνει, κάπου επηρεάζεται – κι όχι μόνο το αθλητικό.
Υπάρχουν παρεμβολές κι όχι τόσο «καθάριο» πλαίσιο παλιότερα.
Θυμάμαι όταν ήταν η ώρα για τους τίτλους κάναμε όλοι διάλειμμα. Κι εκεί αναπτυσσόταν από τον καθένα συντάκτη το ρεπορτάζ του, κι οι τίτλοι έβγαιναν μέσα από αυτή τη διαδικασία γιατί ακολουθούσε συζήτηση.
Είχε κι ο Ηρακλής Κοτζιάς ως υπεύθυνος ύλης μεγάλη συμμετοχή σ’ αυτό. Έπρεπε να είμαστε αποφασισμένοι ότι πρέπει να σκεφτόμαστε και να το δουλεύουμε στο μυαλό μας – είτε στο γεγονός που είχαμε πάει να καλύψουμε, είτε στα άλλα των συναδέλφων μας.
Ο Χάρης Λυμπερόπουλος μάς είχε συστήσει: «Φεύγοντας από το γήπεδο μαζί με τον υπόλοιπο κόσμο – μαζί με τους φιλάθλους ή τους οπαδούς – κατεβαίνοντας στο δρόμο ακούς χίλια μύρια σχόλια. Κάποια απ’ αυτά μπορούν να σου δώσουν ολόκληρο “βιβλίο” για το παιχνίδι που είδες».
Και μια σημείωση για τον φανατισμό, μια και μιλήσαμε για γήπεδο: και τότε δεν έλειπαν οι συγκρούσεις μεταξύ των οπαδών των ομάδων, αλλά πλέον βλέπουμε ότι έχουν παρεισφρύσει άνθρωποι που δεν είναι του αθλητισμού και δεν έχουν σχέση με τον αθλητισμό αλλά με το κοινό ποινικό δίκαιο.
Νίκος Κατσαρός: «Το πρώτο αθλητικό 4σέλιδο στον ελληνικό Τύπο: Μια πρωτοβουλία με σημασία»
Το αθλητικό τετρασέλιδο της Απογευματινής εντός πολιτικού φύλλου – μια αλλαγή που εδραιώθηκε το 1968 – ήταν μια τομή στην αθλητική δημοσιογραφία, αλλά και γενικότερα στον χώρο του Τύπου που έγινε με τον Χάρη Λυμπερόπουλο στο τιμόνι του αθλητικού τμήματος.
Ουσιαστικά αθλητικές ειδήσεις δεν μπορούσες να διαβάσεις την δεκαετία του ’60, παρά μόνο από τις αθλητικές εφημερίδες Φως και Ηχώ. Ηταν εξαφανισμένο κι υποτυπώδες. Καθιερώθηκε μια σελίδα για τις αθλητικές ειδήσεις καθημερινά κι ένα 4σέλιδο στο φύλο της Δευτέρας.
Δεν ήταν πρωτότυπο μόνο ως προς την έκταση, όμως, αλλά κι ως προς τον τρόπο το 4σέλιδο: καθημερινά κυνηγούσαμε τις αποκλειστικές ειδήσεις, ενώ προσπαθούσαμε να καλύψουμε όλα τα παιχνίδια, τόσο του εσωτερικού όσο και του εξωτερικού – κύπελλο Πρωταθλητριών και κύπελλο Κυπελλούχων.
Επίσης είχαμε αποστολές στους Ολυμπιακούς Αγώνες – π.χ. Χάρης Λυμπερόπουλος, μόνο ως διευθυντής του αθλητικού τμήματος κάλυψε 6 αγώνες διά ζήσης – ενώ σταμάτησε η κυριαρχία του ποδοσφαίρου.
Αυτή η επανάσταση στον Τύπο συντελέστηκε φυσικά υπό την εποπτεία του εκδότη, Νάσου Μπότση, με τον οποίο ο Λυμπερόπουλος διατηρούσε φιλικές σχέσεις και μπορούσε να τον επηρεάζει, αλλά την στήριξε κι ο τότε διευθυντής της Απογευματινής που είχε διορίσει ο Μπότσης, ο Αλέκος Φιλιππόπουλος.
Αν σκεφτεί κανείς την απουσία τηλεόρασης εκείνη την περίοδο – η μακροβιότερη αθλητική εκπομπή της Ελληνικής τηλεόρασης «Αθλητική Κυριακή» ξεκίνησε να προβάλλεται το 1972 – αντιλαμβάνεται τη σημασία αυτής της πρωτοβουλίας, διότι η εφημερίδα ήταν ο απόλυτος κυρίαρχος της ειδησεογραφίας της εποχής.
Φαίδων Κωνσταντουδάκης: Όταν σε μια ώρα έμπνευσης πρότεινα τον τίτλο «ΠΑΝΑΓΟΥΛΙΑΣΑΜΕ» στην σύσκεψη του αθλητικού τμήματος, ο Λυμπερόπουλος σηκώθηκε όρθιος και με φίλησε.
Ο Λυμπερόπουλος ήταν πρωταθλητής στις μεταγραφές στο ιστορικό αθλητικό τμήμα της Απογευματινής. Είχε συγκεντρώσει τους καλύτερους συντάκτες της εποχής του. Να πω για τους Χρήστο Σωτηρακόπουλο, Γιάννη Θεοδωρακόπουλο, Νίκο Κατσαρό, Κώστα Μυλωνά, Δημήτρη Παπανικολάου, Γιάννη Αργυρίου, και τόσους άλλους – θυμάμαι στο θρυλικό team συμμετείχε κι ο θεατρικός συγγραφέας που δυστυχώς έφυγε γρήγορα από την ζωή, Λάκης Μπέλλος.
Μετά από 60 χρόνια θητείας στη δημοσιογραφία μπορώ να πω ότι τότε νιώθαμε την ηδονή της αποκλειστικής είδησης. Κι είχαμε διευθυντή έναν δημοσιογράφο που μας ενθάρρυνε και μας στήριζε.
Έχοντας αυτή την εποχή στο μυαλό, θα ήθελα να πω στους νεότερους συναδέλφους να γίνουν κυνηγοί, να γίνουν ελαφοκυνηγοί της είδησης. Μόνο έτσι θα νιώσουν τη χαρά της δημοσιογραφίας.
Να πω κάτι τελευταίο και για το ζήτημα των τίτλων: μαζευόμασταν, όπως τώρα στον πρωινό καφέ του Πρωθυπουργού, και συζητούσαμε τι θέμα έχει ο καθένας. Κι έτσι βγάζαμε τους τίτλους.
Θυμάμαι το 1981 η εθνική ομάδα μας έδωσε τον πιο κρίσιμο αγώνα της για να προκριθεί στο Μουντιάλ του 1982, στην Ισπανία.
Αντίπαλος η πανίσχυρη ομάδα της Γιουγκοσλαβίας· χρειαζόμασταν τη νίκη ώστε να πάρουμε την πρόκριση. Το παιχνίδι διεξήχθη εκτός έδρας, στο Σπλιτ της Κροατίας. Ο προπονητής της ομάδας μας, Αλκέτας Παναγούλιας (έφυγε από τη ζωή το 2012), επέλεξε έναν τρόπο παιχνιδιού ο οποίος δεν βοήθησε ιδιαίτερα τους παίκτες του. Αποτέλεσμα: η Ελλάδα ηττήθηκε εύκολα με 5-1 –3-0 από το πρώτο ημίχρονο– χωρίς να έχει σημαντική κατοχή της μπάλας.
Λόγω του αποκλεισμού, το αθλητικό τετρασέλιδο κυκλοφόρησε την επόμενη μέρα με τον αξέχαστο τίτλο «ΠΑΝΑΓΟΥΛΙΑΣΑΜΕ». Όταν σε μια ώρα έμπνευσης πρότεινα τον τίτλο στην σύσκεψη του αθλητικού τμήματος, ο Λυμπερόπουλος σηκώθηκε όρθιος και με φίλησε.
*Οι φωτογραφίες ανήκουν στο αρχείο της οικογένειας Χάρη Λυμπερόπουλου
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.