Γιάννης Ιωαννίδης: Το χαμόγελο που έσβηνε τις "φωτιές" που άναβε!
Στην δεκαετία του '80 που ήμουν σχολιαρόπαιδο και δεν έχανα αγώνα του μπάσκετ στην κρατική τηλεόραση, τον «ξανθό» του Άρη, μεσοβδόμαδα τον συμπαθούσα και το Σαββατοκύριακο τον αντιπαθούσα! Θα μου πείτε τώρα πως γίνεται αυτό; Απλά, τις Πέμπτες έπαιζε στο Κύπελλο Πρωταθλητριών με ξένες ομάδες και όλη η Ελλάδα ήταν Άρης, ενώ τα Σάββατα που αγωνιζόταν στην Α1 Κατηγορία και επειδή κέρδιζε συνέχεια (ακόμη και τον ΠΑΟΚ), ζούσα για την ώρα και την στιγμή που θα έχανε!
Για να τον έβλεπα να βγαίνει από τα ρούχα του, να χαλάει τον κόσμο και να χρησιμοποιεί ακόμη και τις πιο απίθανες μεθόδους ώστε να αναστρέψει την εις βάρος του κατάσταση! Το εντυπωσιακό με τον Γιάννη Ιωαννίδη ήταν ότι τον γούσταρες με τα χίλια και συνάμα λάτρευες να τον... μισείς! Γιατί λόγω του «αυτοκράτορα» που είχε δημιουργήσει, στην δεκαετία του '80 το πρωτάθλημα μπάσκετ δεν είχε νόημα. Ήξερες από την αρχή ποιος θα το κατακτήσει.
Τον γνώρισα καλύτερα το 1991 (μαθητής της 3ης Λυκείου), όταν κατέβηκε στον Πειραιά για τον Ολυμπιακό, γιατί έμενε δύο τετράγωνα από το πατρικό μου στο Παλαιό Φάληρο και τον έβλεπα συχνά-πυκνά τα πρωινά και τα βράδια να βγάζει βόλτα τον “θρυλικό” σκύλο του, τον Άρη (ο οποίος παρεμπιπτόντως κάποτε μου "έφαγε" ολοκαίνουρια παπούτσια).
Και φυσικά τον έμαθα από την καλή και την από ανάποδη ως ρεπόρτερ μπάσκετ το 1996, όταν έφυγε από το «λιμάνι» και ανηφόρισε στο ΟΑΚΑ για την κραταιά ΑΕΚ εκείνης της εποχής, με τον Γιάννη Φιλίππου στην προεδρία. Κοινώς, δημοσιογραφικά τον έζησα στην τελευταία 7ετία της 35χρονης προπονητικής του θητείας (1978-2003), όταν πλέον είχε χαλαρώσει αρκετά και ξέφευγε μόνο σε ειδικές περιπτώσεις.
Τι να πρωτοθυμηθώ και τι να ξεχάσω; Το δέος της πρώτης μου παρουσίας στις εβδομαδιαίες συναντήσεις με τους δημοσιογράφους που καθιέρωσε στην «Ένωση» (κάτι πρωτοποριακό για τα δεδομένα του) και το τρέμουλο της φωνής μου όταν πρωτοπήρα τον λόγο για ερώτηση; Τον τρόπο που σε κοιτούσε όταν δεν σε ήξερε; Ήταν σαν να έλεγε μέσα του “τώρα τι φρούτο είναι αυτό;”; Ή το κόμπιασμα με το γελάκι, πριν αρχίσει να φορτώνει (“τώρα εσύ ήρθες να μας πεις στο και πέντε, αυτά που λέγαμε εμείς παρά πέντε!”), όταν δεν του άρεσε κάποια ερώτηση ή έβρισκε μία «ακατάλληλη» λέξη στην διατύπωση.
Ο τύπος ήταν επιστήμη ολόκληρη! Ισχυρογνώμων και απόλυτος, ενώ η βαθιά θρησκευτική του πίστη δεν τον εμπόδιζε να “στολίζει” με... Παναγίες τους παίκτες του στα τάιμ άουτ. Αλλά και στο πως έπρεπε να προετοιμάζει την ομάδα, στην σημασία που έδινε στα γύρω-γύρω και σε όλες τις λεπτομέρειες και φυσικά είχε την δύναμη του χαρακτήρος για να παίρνει το 101% από κάθε παίκτη του, δίνοντας υπεραξία στο σύνολο. Ταυτόχρονα ήταν και απίστευτος γνώστης των κανονισμών, οπότε δεν υπήρχε περίπτωση να του βγει αντίπαλος προπονητής ή να συμβεί κάτι που δεν έπρεπε σε έναν αγώνα και να του ξεφύγει!
Τον θυμάμαι στο Final 4 του 1998 στην Βαρκελώνη, όταν οδήγησε την αναγεννημένη (εν πολλοίς απ' αυτόν) «βασίλισσα» στον τελικό της Euroleague, κερδίζοντας στον ημιτελικό την Μπενετόν Τρεβίζο του Ζέλικο Ομπράντοβιτς. Του ανθρώπου που 4 χρόνια νωρίτερα στο Τελ Αβίβ (1994), του είχε “κλέψει” μέσα από τα χέρια έναν ευρωπαϊκό τίτλο που φαινόταν άχαστος (με την Μπανταλόνα) και τον είχε νικήσει και την επόμενη χρονιά (1995) στην Σαραγόσα. Αλλά με σαφώς πολύ καλύτερη ομάδα (Ρεάλ).
Ήταν σαν να είχε πετύχει την μεγαλύτερη νίκη της καριέρας του (μέχρι την επόμενη) και “τρωγόταν με τα ρούχα του” για ερωτήσεις για την σχετική κόντρα με τον “Ζοτς”... Μόνο και μόνο για να βγάλει από μέσα του τον ρεβανσισμό που αισθανόταν...
Δεν πρόκειται ποτέ να ξεχάσω να ξεχάσω την κοκορομαχία με τον Φάνη Χριστοδούλου στην ημιτελική σειρά των playoffs της σεζόν 1997-98, όταν ο Παναθηναϊκός απέκλεισε (με 2-1 στις νίκες) την ΑΕΚ και εν συνεχεία κατέκτησε το πρώτο πρωτάθλημα μετά από 14 χρόνια (με 3-0 στις νίκες επί του ΠΑΟΚ).
Ο «Μπέμπης» που τότε ήταν στα τελειώματα του και είχε “υποφέρει” πολλά χρόνια αλλά και κουραστεί από τα “τερτίπια” του, όταν “στράβωσε” ένα ματς, πήγε να τον αρπάξει δίπλα στην γραμματεία του αγώνα! Όταν ο “ξανθός” ξεστόμισε την περίφημη ατάκα “εγώ θα πεθάνω όρθιος” (κομπάζοντας μετά την ισοφάριση της σειράς σε 1-1), τον περίμενε στην γωνία. Η πρόκριση των «πρασίνων» του Σούμποτιτς στους τελικούς, συνοδεύτηκε με την αλήστου μνήμης δήλωση του Φάνη (”τώρα μπορεί να πεθάνει όρθιος”) σε όσους από μας τον περιμέναμε έξω από τα αποδυτήρια για δηλώσεις.
Αυτός ήταν ο Γιάννης Ιωαννίδης. Μία άκρως σεβάσμια, ευχάριστη και πολύ ισχυρή προσωπικότητα με φανατικούς υποστηρικτές και ορκισμένους εχθρούς, με άποψη επί παντός επιστητού κι ένας τρομερά ανταγωνιστικός τύπος, που όμως όταν ήταν αντίπαλος σου, γινόταν τόσο αντιπαθητικός που σου ερχόταν να τον “πλακώσεις στις μάπες”.
Εδώ ολόκληροι Γιαννακόπουλοι κινητοποιήθηκαν για να τον φέρουν στον Παναθηναϊκό, το καλοκαίρι του (και) 1999 και μόλις κυκλοφόρησαν τα νέα, η “εξέγερση” της Θύρας 13, απέτρεψε μία μετεγγραφή που θα ήταν η πιο ιντριγκαδόρικη στην ιστορία του ελληνικού μπάσκετ.
Όπως για παράδειγμα θα ήθελαν να κάνουν οι οπαδοί του Παναθηναϊκού στις 11 Δεκεμβρίου του 1999 στο ΟΑΚΑ (όλη την εβδομάδα τα “στοιχήματα” έδιναν και έπαιρναν για το ύψος της διαφοράς που θα κέρδιζαν οι γηπεδούχοι), όταν ο “ξανθός” οδήγησε τον πολύ υποδεέστερο Ολυμπιακό σε ένα απρόσμενο “διπλό” (69-68) επί του «αιώνιου αντιπάλου» (με ήρωα τον Αμερικανό Τζέιμς “Χόλιγουντ” Ρόμπινσον) και εντελώς προκλητικά, έφυγε για τα αποδυτήρια με τα χέρια υψωμένα και κοιτώντας προς την κερκίδα των «πρασίνων».
Εκείνη ήταν και η τελευταία του σεζόν (1999-2000) στους πάγκους σε διασυλλογικό επίπεδο. Το δεύτερο “διαζύγιο” με τον Σωκράτη Κόκκαλη τον έστειλε για λίγο στην αγαπημένη “αγρανάπαυση” (ένας όρος που ο ίδιος λανσάρισε στην μπασκετική διάλεκτο). Μετά από έξι μήνες, ανέλαβε τεχνικός σύμβουλος της Εθνικής ομάδας στο πλάι του τότε ομοσπονδιακού τεχνικού, Κώστα Πετρόπουλου, ο οποίος ήταν θέμα χρόνου να κάνει στην άκρη, για να αναλάβει ο “ξανθός”.
Η αποτυχία στο Ευρωμπάσκετ του 2001 στην Αττάλεια, όπου η “γαλανόλευκη” είχε πολύ ποιοτικό ρόστερ, του άνοιξε τον δρόμο και η διετία 2001-2003 στον πάγκο της «επίσημης αγαπημένης», ήταν ίσως το διάστημα που απέκτησα την μεγαλύτερη οικειότητα μαζί του, σε σημείο που να μην με αφήνει να κοιμηθώ στις αποστολές που ακολουθούσα στο εξωτερικό.
Ήταν ικανός, βέβαια, να παίζει “σφαλιάρες” μαζί σου και να συζητάτε μέχρι το πρωί και την επομένη, μπορούσε άνετα να σε “μπινελικώσει” δημοσίως, αν σε έβλεπε να έχεις “κολλητιλίκια” με κάποιον παίκτη του. «Ρε Ρεντζιά που να παίξεις μπάσκετ, αγόρι μου; Αυτοί οι Καλκαβούρες θα σε φάνε!», φώναξε εν μέσω ακροατηρίου στο lobby του ξενοδοχείο της Εθνικής ομάδας στη Στοκχόλμη (Ευρωμπάσκετ 2003), με αποδέκτη τον Ευθύμη που είχε κοντοσταθεί λίγο, για να μιλήσουμε.
Η ήττα στον προημιτελικό εκείνης της διοργάνωσης από την Ιταλία και ο αποκλεισμός από την 4άδα, έβαλε γρηγορότερα απ' ό,τι αναμενόταν τους τίτλους τέλους σε μία προπονητική καριέρα, που τον κατέστησε πολυνίκη Έλληνα coach με συνολικά 18 εγχώριους τίτλους (12 πρωταθλήματα και 6 Κύπελλα με Άρη και Ολυμπιακό) και με 6 αποτυχημένα Final 4, 3 χαμένους τελικούς Euroleague και με μεγάλο απωθημένο, το... μηδέν εις το πηλίκο σε ευρωπαϊκούς τίτλους.
Το μεγάλο του εγώ και η πανίσχυρη προσωπικότητά του δεν γινόταν να μείνει στο περιθώριο μετά τον αποχαιρετισμό στα γήπεδα. Η εκλογή του στις βουλευτικές εκλογές του 2004 τον έβαλε στην Βουλή, ενώ η επανεκλογή του το 2007, τον έστειλε για σχεδόν μία 6ετία στο γραφείο του υφυπουργού Αθλητισμού.
Εκεί πιστεύω ότι ο Γιάννης Ιωαννίδης απέτυχε παταγωδώς και δεν ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες των απανταχού ανθρώπων του χώρου, που στο πρόσωπό του έβλεπαν αρχικά τον κατάλληλο άνθρωπο για την κατάλληλη θέση. Βοήθησε πολύ κόσμο, ωστόσο, αρκετοί εξ' όσων τον γνωρίζαμε καλά, απογοητευτήκαμε από την χαμηλή επίδραση που είχε στα αθλητικά δρώμενα, ως ο πλέον γνώστης πολιτικός προϊστάμενος.
Μπλέκοντας στα γρανάζια της πολιτικής, συνθηκολόγησε με όλα τα μεγάλα συμφέροντα και ουσιαστικά απώλεσε εντελώς τον ακριβοθώρητο χαρακτήρα του. Δεν θα ξεχάσω την επίσκεψη που κάναμε μαζί στο Σινικό Τείχος, έξω από το Πεκίνο, στην διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων, τις ατελείωτες νυχτερινές συζητήσεις στα lobbies των ξενοδοχείων, την πάντα ζεστή φιλοξενία του στην Βάρη αλλά και τις δυο τελευταίες συναντήσεις μας.
Πριν από πέντε χρόνια στο σπίτι του για μία επετειακή συνέντευξη, με φόντο τα 30 χρόνια από το 1ο Final 4 της Γάνδης. Η άτιμη αρρώστια είχε αρχίσει να τον... επηρεάζει με αποτέλεσμα να παθαίνει διαλείψεις και η σύζυγός του Γιούλα, να κάνει νοήματα από πίσω για να μετριάσει την έκπληξή μου.
Η τελευταία ήταν πριν από σχεδόν τέσσερα χρόνια, στην κηδεία ενός ακόμη αγαπημένου Φαληριώτη μπασκετανθρώπου, του Αντώνη Νταή, που έφυγε τόσο πρόωρα. Ήρθε υποβασταζόμενος χωρίς να αναγνωρίζει τον περισσότερο κόσμο και η αδύναμη εικόνα ενός πάλαι ποτέ κραταιού ανθρώπου, σκόρπισε μεγάλη στενοχώρια.
Τα νέα για την επιδείνωση της κατάστασής του και της αποχώρησης από τα εγκόσμια, ήταν πολύ βαρύ χτύπημα για τον αθλητισμό μας. Δεν ξέρω αν θα ξαναπεράσει πιο ισχυρή προσωπικότητα από τα ελληνικά παρκέ. Καλό ταξίδι coach... Το χαμόγελό σου είχε μία μοναδική ικανότητα να «σβήνει» όλες τις φωτιές που άναβες...
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.