Η ποιοτική ποσότητα και η ελαττωματική συνεργασία
Πέρασαν σχεδόν πέντε μήνες από τον τελικό της 30ης Μαϊου στην Κολωνία και το 3ο διαδοχικό Final 4 χωρίς ελληνική ομάδα και η επιστροφή στην μπασκετική πανδαισία της Euroleague, είναι πλέον γεγονός.
Από πλευράς αποτελέσματος ο απολογισμός του 50% (μία νίκη και μία ήττα) στην πρώτη αγωνιστική ήταν λίγο-πολύ αναμενόμενος για τους «αιώνιους αντιπάλους», με την όποια έκπληξη να εντοπίζεται στην ευκολία της επικράτησης και στο ολοκληρωτικό - για την εποχή - μπάσκετ που έπαιξαν οι Πειραιώτες και στην «λευκή πετσέτα» που πέταξαν στο Μοντεκάρλο οι «πράσινοι».
Ας ξεκινήσουμε, όμως, με τον Ολυμπιακό, που πέτυχε την δεύτερη πιο ευρεία νίκη στην πρεμιέρα, με την Ρεάλ είχε ηχηρή ολική επαναφορά και εκ πρώτης, έστειλε μήνυμα ότι έχει τα φόντα για να επιστρέψει στα playoffs.
Έχει το ιδανικό ρόστερ για το σύγχρονο μπάσκετ
Να σας πω την αλήθεια, οι απουσίες με τις οποίες ταξίδεψε στην Αθήνα η Μπασκόνια (Πίτερς και Μπάλντουιν) και ο κόσμος που επέστρεψε στις κερκίδες του Σταδίου «Ειρήνης και Φιλίας» (άγγιξε τις 6.000), δεν άφηναν πολλά περιθώρια για να αμφισβητηθεί το σαφές πλεονέκτημα που είχαν οι γηπεδούχοι πριν από το τζάμπολ.
Γι' αυτό κατέβηκα στο Φάληρο χωρίς την ψευδαίσθηση ότι θα δω ένα κλειστό ματς. Για να το θέσω πιο σωστά, πίστευα ότι εύκολα ή δύσκολα οι «ερυθρόλευκοι» θα έβρισκαν τον τρόπο να ξεκινήσουν με το δεξί την ευρωπαϊκή τους διαδρομή, μετά από δύο χρόνια και ισάριθμες αποτυχημένες πρεμιέρες (πέρυσι 67-68 εντός από την Ζάλγκιρις και πρόπερσι 63-82 στη Λιόν από την Βιλερμπάν.
Επομένως, αν στέκομαι κάπου αυτό έχει να κάνει με την εντυπωσιακή - για την χρονική περίοδο - αγωνιστική παρουσία που είχαν στο παρκέ, τις σπουδαίες αμυντικές ικανότητες που εμφάνισαν, την πληθώρα εναλλακτικών και ποιοτικών λύσεων και του πολύ σύγχρονου μπάσκετ που έπαιξαν.
Το τελικό 75-50 απέναντι σε ένα συγκρότημα με προπονητή τον Ντούσκο Ιβάνοβιτς (ακόμη και με δύο κομβικές ελλείψεις) δεν είναι ένα αποτέλεσμα που μπορεί να περάσει απαρατήρητο. Ειδικότερα όταν έχει προέλθει μέσα από μία εμφάνιση που τα είχε όλα, εκτός από υψηλά ποσοστά ευστοχίας (62,5% βολές, 54,8% διπ. και 29,6% τρίποντα).
Αυτό, όμως, ήταν και το πλέον ενθαρρυντικό για την ομάδα του Γιώργου Μπαρτζώκα, που επέβαλλε πλήρως την κυριαρχία της και "διέλυσε" έναν αντίπαλο με τους ίδιους στόχους (την είσοδο στην 8άδα), χωρίς να χρειαστεί να κάνει ένα παρά φύσιν επιθετικό παιχνίδι.
Το μεγάλο προτέρημα του εφετινού Ολυμπιακού θαρρώ πως είναι η ποιοτική ποσότητα που διαθέτει το ρόστερ του. Ο 56χρονος τεχνικός έχει την πολυτέλεια να χρησιμοποιήσει ανά πάσα στιγμή 11+1 (ο Λούντζης δεν είναι ακόμη στο επίπεδο των υπολοίπων) άκρως ετοιμοπόλεμους παίκτες, με αποτέλεσμα να κάνει αλλαγές και να αλλάζει από ελάχιστα έως καθόλου ο ρυθμός της ομάδας στην άμυνα και την επίθεση.
Ο Ουόκαπ που μαζί με τον Ντόρσεϊ ξεκίνησαν στην πεντάδα, είναι ίσως ο πιο ουσιαστικός και απέριττος playmaker που μετακόμισε τα τελευταία χρόνια στο «λιμάνι». Το παλικάρι κάνει τους πάντες καλύτερους, έχει μέγεθος και σκληράδα που δεν βρίσκει κανείς συχνά στον «άσο», είναι αμυντικός άνω του μέσου όρου και δίνει την εντύπωση ότι δεν κάνει ποτέ λάθος.
Ο Ελληνοαμερικανός scoring guard βγάζει τρομερή ενέργεια και πέραν του σουτ και της εξαιρετικής επαφής που έχει με το καλάθι, στον Πειραιά δείχνει να έχει καταλάβει ότι όσο πιο θετικός είναι στα μετόπισθεν, τόσο περισσότερο χρόνο θα μένει στο παρκέ.
Η ευχάριστη έκπληξη της βραδιάς ήταν ο Παπανικολάου που ξεκίνησε στο "3". Έχω ξαναγράψει ότι ο "Παπ" είναι ο ίσως ο πιο κομβικός παίκτης της «ερυθρόλευκης» άμυνας και τα ριμπάουντ, τα deflections και η εξαιρετική δουλειά που έκανε στον Γκεντράιτις στο πρώτο μέρος (άποντος με 0/4 σουτ), έβαλε τις βάσεις για το ξέσπασμα από τα τέλη της 1ης περιόδου μέχρι τα μέσα της 2ης.
Από κοντά και ο Μουσταφά Φαλ, που ήταν σχεδόν αλάνθαστος στα 17'47" που βρέθηκε στο παρκέ κι έδειξε ότι όσο περισσότερο τον μαθαίνουν οι συμπαίκτες του, τόσο θα αυξάνεται η κυριαρχία του μέσα στις δύο ρακέτες.
Πολύ θετικοί ο Ζαν Σαρλ (για πολλοστή φορά φέτος) και ο ΜακΚίσικ (ίσως για πρώτη), που ήταν ενεργοί και στις πλευρές του γηπέδου, πολύ βοηθητικός στο λίγο που έπαιξε ο Πρίντεζης, ενώ παρά την αστοχία του (και λόγω μερικών κακών επιλογών), ο Λαρεντζάκης έδειξε ότι φέτος δεν χρειάζεται να σκοράρει (2ρ., 3ασ. & 3κλ.) για να γίνεται παράγων του ματς και να μένει στο παρκέ.
Μοναδικός υστερήσας ο Χασάν Μάρτιν, ο οποίος φορτώθηκε με φάουλ και δεν κατάφερε να είναι επιδραστικός απέναντι σε σαφώς ψηλότερους αντιπάλους. Για το τέλος άφησα τους δύο παίκτες που πήραν τον περισσότερο χρόνο συμμετοχής και δείχνουν ότι θα είναι οι ηγέτες του εφετινού Ολυμπιακού.
Ο εκπληκτικός Βεζενκοφ του πρώτου μέρους (12π.) συνυπέγραψε την διαφορά των 25 πόντων στην ανάπαυλα, ενώ ο Σλούκας είχε τα ηνία όταν οι Πειραιώτες έτρεξαν ένα σερί 19-0 στην 2η περίοδο, ανοίγοντας την ψαλίδα μέχρι και το +29 (47-18 στο 19'20").
Συμπερασματικά, οι «ερυθρόλευκοι» είχαν υπερτριπλάσια αναλογία ασίστ/λαθών (20/6) και διψήφιο αριθμό στα κλεψίματα (11) και μετά βίας επέτρεψαν στους Βάσκους να αγγίξουν τους 50 πόντους (!), υποχρεώνοντάς του σε 20 λάθη, 31% εντός πεδιάς και 16,7% στα τρίποντα.
Όλα τα λεφτά, όμως, ήταν η ενέργεια, τα τρεξίματα, οι αλληλοκαλύψεις, η ροπή στο transition και η αναζήτηση του πλεονεκτήματος στο set παιχνίδι και όλα αυτά, χωρίς σοβαρές «κοιλιές» και μεγάλα νεκρά διαστήματα. Το επόμενο ματς με την Ρεάλ, θα αποτελέσει σαφέστατα ένα πολύ πιο ασφαλές "crash-test", ωστόσο, ο συνδυασμός ποιότητας, βάθους και αθλητικότητας, καθιστά τον εφετινό Ολυμπιακό ως τον πλέον πολλά υποσχόμενο από το 2017 και μετά.
Το έλλειμμα δημιουργίας «αδικεί» το συνολικό εγχείρημα
Δεν σας κρύβω ότι τον Παναθηναϊκό τον περίμενα πολύ καλύτερο στο Πριγκιπάτο του Μονακό και δεν στέκομαι τόσο στην ήττα (75-63) και την ευκολία με την οποία ήρθε, όσο στην εικόνα που ήταν απογοητευτική. Σεβαστό το άγχος της πρεμιέρας, ειδικότερα για μία ομάδα με πρωτοεμφανιζόμενο προπονητή και τέσσερις rookies (Πέρι, Ουάιτ, Φλόιντ και Μέικον) στην διοργάνωση, αλλά τι να πουν επ' αυτού οι Μονεγάσκοι, που έκαναν την παρθενική τους εμφάνιση και χρησιμοποίησαν πέντε παίκτες (Χολ, Φαγιέ, Ουαταρά, Μπουτσιέλ και Λι), οι οποίοι δεν είχαν πατήσει ποτέ τα πόδια τους στα μεγάλα σαλόνια του ευρωπαϊκού μπάσκετ.
Το χειρότερο απ' όλα για τους «πράσινους» είναι ότι δεν μπόρεσαν να παρουσιάσουν έστω μία ανταγωνιστική εικόνα και να βάλουν δύσκολα στην κάτοχο του Eurocup, σε ένα ματς που θεωρητικά πάντα και με βάση τα ρόστερ των ομάδων, ίσως ήταν το πιο βατό για την ομάδα του Δημήτρη Πρίφτη απ' όλα όσα θα κληθεί να δώσει μέχρι και την 6η αγωνιστική.
Κακά τα ψέματα, ο σοβαρός, μαχητικός και ο ψυχωμένος παθητικός Παναθηναϊκός που είδαμε στο τουρνουά "Παύλος Γιαννακόπουλος" και στο Super Cup, δεν χρειαζόταν μεγαλύτερη ποιότητα (από την υπάρχουσα) για να κοιτάξει στα μάτια τη νεοφώτιστη στην Euroleague, γαλλική ομάδα.
Ούτε καν καλύτερες συνεργασίες και μία στοιχειωδώς μεγαλύτερη ευστοχία στα τρίποντα (είχε 20% με 4/20) για να απειλήσει την ομάδα του Ζβέζνταν Μίτροβιτς, να της προκαλέσει προβλήματα και προϊόντος του αγώνα να της αυξήσει την πίεση.
Για μία ομάδα που ταξιδεύει ανά την Ευρώπη κουβαλώντας τον μύθο του “εξάστερου”, θεωρείται κάτι παραπάνω εκ των ων ουκ άνευ, ότι κάτι τέτοια ματς πρέπει να «κερδίζονται» μέσα από έναν συνδυασμό, που προκύπτει από την δυναμική της φανέλας και τον τσαμπουκά που πρέπει να χαρακτηρίζει τους παίκτες που την φορούν.
Να δεχθώ ότι οι «πράσινοι» παρουσιάζουν αξιοσημείωτο έλλειμμα ποιότητας, είναι ελλιπείς στην θέση του point-guard και μοιραία παρουσιάζονται κατώτεροι των περιστάσεων στην δημιουργία. Αυτό που δεν μπορώ να χωνέψω, ειδικότερα για έναν οργανισμό με την ευρωπαϊκή ιστορία και παράδοση των πρωταθλητών Ελλάδας και υπό την γενική διεύθυνση των Αλβέρτη και Διαμαντίδη, είναι το άψυχο και απαθές αγωνιστικό πρόσωπο που παρουσίασαν στην “αίθουσα του γιατρού Γκαστόν” (Salle Gaston Medecin), η οποία έμοιαζε περισσότερο με θέατρο παρά με γήπεδο μπάσκετ.
Πάμε τώρα και στις εγγενείς αδυναμίες του «τριφυλλιού» που δεν έχουν να κάνουν τόσο με την έλλειψη ικανοτήτων σε παίκτες-κλειδιά, όσο με την έλλειψη παραστάσεων, οι οποίες μοιραία παίζουν ρόλο σε ένα επίπεδο τόσο υψηλό όσο αυτό της Euroleague.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν θα δούμε ξανά βραδιές σαν κι αυτή του Νεμάνια Νέντοβιτς (0/7 σουτ σε 12'). Ο Σέρβος διεθνής guard πέρασε ένα δύσκολο εξάμηνο από πλευράς υγείας και είναι λογικό να χρειάζεται χρόνο για να βρει ρυθμό. Μέχρι εδώ καλά.
Το πρόβλημα, όμως, ξεκινάει όταν βασικά μέλη του rotation είναι οι τέσσερις προαναφερθέντες παίκτες, οι οποίοι δεν έχουν τις απαραίτητες προσλαμβάνουσες από τέτοια παιχνίδια και γίνεται ακόμη μεγαλύτερο όταν ταυτόχρονα έχεις και μόνο έναν καθαρό point-guard.
Είναι γνωστό τοις πάσι που ασχολούνται με τα μπασκετικά δρώμενα, πολλώ δε μάλλον στον 52χρονο προπονητή, ότι οι οικονομικές δυνατότητες του Παναθηναϊκού ήταν και παραμένουν περιορισμένες. Επομένως, ήταν ευθύς εξαρχής δύσκολο να καλυφθεί το διόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό μπασκετικής ποιότητας που «έκανε φτερά» με την αποχώρηση των Μήτογλου και Χεζόνια.
Αυτό που, ωστόσο, παραμένει μυστήριο, είναι το πως στην ευχή δεν εξοικονομήθηκε ένα ποσό από τα χρήματα δαπανήθηκαν για τις θέσεις "5" και "4", για να αποκτηθεί άλλος ένας καθαρός δημιουργός, από την στιγμή που ο Πρίφτης δεν φαίνεται να υπολογίζει ιδιαίτερα στον Λευτέρη Μποχωρίδη στην Ευρώπη.
Θα μου πείτε ότι είναι ακόμη πολύ νωρίς και ότι με μία εκτός έδρας ήττα στην πρώτη αγωνιστική δεν ήρθε καμία καταστροφή και θα έχετε απόλυτο δίκιο. Άλλωστε, όταν μιλάμε για αθλητισμό και για μπάσκετ, δεν χωρούν στην ίδια πρόταση λέξεις που συνήθως χρησιμοποιούμε ως συνώνυμα του δράματος, ενός σεισμού ή μίας πλημμύρας.
Επειδή, όμως, η πρεμιέρα της Euroleague έδειξε ότι δεν υπάρχουν πολλές ομάδες που δείχνουν χειρότερες από πέρυσι, καλό θα είναι να ληφθούν σύντομα αποφάσεις, έτσι ώστε να ξεκαθαρίσει το τοπίο. Θα γίνει προσπάθεια ενίσχυσης στον "άσο" για να μπορέσει σταδιακά ο οργανισμός να κοιτάξει ψηλότερα; Ή το ρόστερ θα μείνει ως έχει και μοιραία θα αδικηθεί η σπουδαία κίνηση που έκανε το καλοκαίρι με την επένδυση στον πρώην προπονητή της Ούνικς.
Υγ.: Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Μέικον μπορεί να σταθεί στην Euroleague. Κατά την ταπεινή μου άποψη, όμως, όχι στον ρόλο playmaker. Δεν διαφωνώ ότι το παιδί μπορεί να πασάρει και κάποιες φορές το κάνει πολύ καλά, γιατί είναι πασέρ της στιγμής (instant). H αίσθησή μου, όμως, είναι στον Παναθηναϊκό προσπαθεί να το κάνει λόγω του «πρέπει» και όχι επειδή το επιθυμεί, γι' αυτό και δεν γίνεται με συνέπεια. Το παλικάρι είναι γεννημένος σκόρερ σε βαθμό που έχει μάθει να δημιουργεί πρωτίστως για τον εαυτό και αυτό μοιραία, αφαιρεί αντί να προσθέτει πράγματα στον τομέα των συνεργασιών.
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.