Οι τελικοί θέλουν αντάρτικο, όχι σουτάκια...
H ατμόσφαιρα της επόμενης ημέρας σε μία πόλη που αδειάζει από τους επισκέπτες της γιορτής είναι πάντοτε περίεργη, αφού πίσω δεν μένει τίποτε, πέρα από το hangover και από λίγα ξεχασμένα κονφετί. Βοηθάει, όμως, το μυαλό να καθαρίζει και το βλέμμα να γίνεται πιο διαυγές.
Τα τσάρτερ έφυγαν και πήραν μαζί τη στενοχώρια και την πίκρα, αλλά αυτά είναι για τα τσάρτερ, για τους παίκτες, για τους οπαδούς και για τις οπαδικές στήλες των βασιλικότερων του βασιλέως. Τελευταίος στην ελληνικότατη λιακάδα του Κάουνας, παρακολουθώ ξανά τον χθεσινό τελικό για να βεβαιωθώ ότι η μεσονύκτια κριτική της Κυριακής ήταν ορθή. Και τελικά δεν νιώθω την ανάγκη να αλλάξω ούτε ένα -με το συμπάθιο- κόμμα, ούτε μία απόστροφο.
Για να πατήσω καλύτερα σε αυτό που προσπαθώ να πω, επιστρέφω σε κάτι που γράφω ξανά και ξανά από το ξεκίνημα της περιόδου. Αθεράπευτα ερωτευμένος με τον εαυτό του, ο Ολυμπιακός επιμένει να αντιμετωπίζει όλους τους αντιπάλους του και όλες τις δυσκολίες με τον ίδιο τρόπο, δίχως παρεκκλίσεις, δίχως ριζικές προσαρμογές και δίχως να πτοείται από τις αναποδιές της βραδιάς.
«Όποιος και αν είσαι, θα σε παίξω με το μπάσκετ μου και στο τέλος θα χάσεις», είναι το κάπως αλαζονικό σλόγκαν του. Σε μεγάλο βαθμό, αυτή η νοοτροπία υπήρξε αξιοθαύμαστη και δικαιώθηκε, με τρανό επιχείρημα τον στριφνό ημιτελικό της Παρασκευής. Αλλά τα πλέι-οφ και το φάιναλ-φορ, τοπίο κατοικημένο από ομαδάρες και από παιχταράδες όπως ο δικός μου MVP Τσάτσο Ροντρίγκεθ, δεν είναι κανονική περίοδος.
Ο Ολυμπιακός παρουσιάστηκε στο Κάουνας καμαρωτός με τη λαμπερή στολή του και απαίτησε από τους αντιπάλους να τον προσκυνήσουν. Στον ημιτελικό Αρμένοι σε αμέριμνος κατ' ευθείαν στη φουρτούνα όπου τον έστελνε η Μονακό, ώσπου αφυπνίστηκε από το ασήκωτο -12 του ημιχρόνου, έβγαλε στο προσκήνιο το πείσμα και την προσωπικότητά του και εκμεταλλεύτηκε την απειρία και την ελαφριά φανέλα του αντιπάλου. Και κάπως έτσι απέφυγε τα βράχια.α
Ο τελικός, όμως, ήταν μία έκπληξη τόσο δυσάρεστη όσο και το πρώτο ημίχρονο του ημιτελικού, καθώς και μεγάλα διαστήματα της σειράς με τη Φενέρ. Ο Ολυμπιακός καταβρόχθισε το μαντσέγκο τυράκι που του πρόσφερε η Ρεάλ και έπεσε στη φάκα σαν τυφλό ποντικάκι. Οι Ισπανοί έστησαν τέσσερις καρέκλες γύρω από τον Ταβάρες προκειμένου να τον προστατεύσουν και επέτρεψαν στους «ερυθρόλευκους» να σουτάρουν κατά βούληση, με αποτέλεσμα να σπάσουν όλα τα ρεκόρ των τελικών.
Τριανταέξι απόπειρες για τρίποντο! Από τον Ολυμπιακό, που δεν έχει πολλούς αξιόπιστους σουτέρ, που δεν χτίστηκε για να σουτάρει τρίποντα και που τις τελευταίες εβδομάδες λιθοβολεί!
Ακόμα και το αρχικό 24-12 του τελικού, περισσότερο τους Ισπανούς ευνόησε, αφού έγινε προπέτασμα καπνού, παρά τους Έλληνες. Aντιμέτωπος με τον καθρέφτη του, ο Ολυμπιακός ξεμυαλίστηκε και βάλθηκε να μπουμπουνίζει τρίποντα, αναζητώντας την πηγή της αυτοπεποίθησης εκεί όπου δεν υπάρχει comfort zone: στην επίθεση. Η έμπειρη Ρεάλ τελείωσε το ημίχρονο με 45 εύκολους πόντους, ο Ταβάρες πήγε στα αποδυτήρια με τη φανέλα ξεΐδρωτη χρεωμένος με μόλις 1 φάουλ και έτοιμος να παίξει απνευστί το δεύτερο εικοσάλεπτο (όπερ και εγένετο), η δε άμυνα του Ολυμπιακού δεν υπήρχε πουθενά.
Όταν έγινε η σούμα του αγώνα οι Πειραιώτες είχαν στη στατιστική τους μόλις 1 κλέψιμο και μόνο 5 σκόρερς. Ο τελικός χάθηκε νωρίς, όχι 3 δευτερόλεπτα πριν το φινάλε. Η Ρεάλ έφτασε στην τελική ευθεία με μειονέκτημα -φυσιολογικό, αφού υστερούσε σαφώς σε ποιότητα και σε λύσεις- αλλά παρέμενε σε απόσταση επαφής, ένιωθε μισογεμάτο το ρεζερβουάρ της και είχε τα όπλα της ακουμπισμένα στο πολυβολείο και γεμισμένα με πυρομαχικά.
Ο Ταβάρες προκαλούσε τους αντιπάλους του να πλησιάσουν με επιχείρημα το ολοστρόγγυλο μηδενικό του Μουσταφά Φαλ (ο οποίος ωστόσο χρεώθηκε με το κρισιμότερο σουτ της βραδιάς…) και εκείνοι απαντούσαν με θολωμένα μακρινά σουτ, ένα μπαράζ από προσευχές που δεν εισακούονταν. Ο Τσάτσο κρατούσε τη μπαγκέτα δίχως να ενοχλείται από τη χλιαρή άμυνα που έβρισκε απέναντί του (έμελλε να τελειώσει το ματς με +15 στο plus/minus), o δε Σέρχι Γιουλ κατέφτασε ξεκούραστος από τον πάγκο και με μανταρίνια γεμάτα ξυράφια στην τσέπη.
«Το αρχικό πλάνο ήταν να του δώσω ένα σκριν, αλλά θυμήθηκα ποιος είναι και παραμέρισα, για να κάνει τα μαγικά του», είπε ο Μάριο Χέζονια. Εάν κάποιος πίστευε ότι ο Γιουλ θα αστοχούσε, τον καλωσορίζω στον πλανήτη γη και του χαρίζω μια αρμαθιά dvd για να καταλάβει πού προσγειώθηκε. Άκουσα και κάτι κουφά ότι ο Ολυμπιακός έπρεπε να κάνει φάουλ, αλλά εδώ είμαστε για να μιλήσουμε σοβαρά.
Προσπαθώ να πω, ότι ο Ολυμπιακός αποδείχθηκε κατώτερος των περιστάσεων: πνευματικά, προπονητικά, ομαδικά, ατομικά, παντού. Έχασε έναν τελικό ο οποίος δεν ήταν δυσκολότερος από τον ημιτελικό, ούτε καν από τους προημιτελικούς. Επισημαίνω εδώ, ότι οι «κόκκινοι» του Πειραιά ευτύχησαν να βγάλουν τη σεζόν δίχως τραυματισμούς και απώλειες, ενώ η Ρεάλ έπαιξε στο φάιναλ-φορ δίχως τους Γιαμπουσέλ, Ντεκ, Πουαριέ (τρία κορμιά που θα πολλαπλασίαζαν τη δύναμη πυρός της), η δε Φενέρ παρατάχθηκε στα πλέι-οφ χωρίς τους Ουίλμπεκιν, Μπούκερ, Μπιέλιτσα.
Αφαιρείς από την εξίσωση ένα ημίχρονο απέναντι στη Μονακό και δυόμισυ αγώνες ενάντια στον Ιτούδη και φτάνεις σε ένα συμπέρασμα δυσάρεστο, αλλά -φοβάμαι- καίριο: ο Ολυμπιακός μπορεί να θάμπωσε το σύμπαν στην κανονική περίοδο, αλλά μέχρι ενός σημείο αποδείχθηκε ομάδα της κανονικής περιόδου. Τα πλέι-οφ θέλουν ανταρτοπόλεμο και μπαρούτι, όχι ένδυμα περιπάτου και τριποντάκια.
Ακόμα και έτσι, με τις κάπως δυσδιάκριτες παθογένειες που παρουσίασε, νικημένος ή στην καλύτερη περίπτωση ισόπαλος στη σκακιέρα του τελικού, διέθετε την ποιότητα και το βάθος για να φτάσει πρώτος στο νήμα. Κρατούσε στα χέρια του τη μεγάλη ευκαιρία για το τέταρτο τρόπαιο και την άφησε να του ξεγλιστρήσει, όπως συνέβη στον παρθενικό τελικό της Ιστορίας του, πριν από τρεις δεκαετίες απέναντι στη Μπανταλόνα του Ομπράντοβιτς.
Οι τρεις από τους τελικούς του Ολυμπιακού κρίθηκαν στη ζαριά της ύστατης στιγμής: Τελ Αβίβ 1994, Κωνσταντινούπολη 2012, Κάουνας 2023, ήττα, νίκη, ήττα. Θα μπορούσε να τελειώσει αυτές τις τιτανομαχίες με 3/3, θα μπορούσε και με 0/3. Δεν γίνεται να μετακινούμαι τα γκολπόστ όποτε μας αρέσει και να τα τοποθετούμε εκεί που μας αρέσει.
Να ανοίξω περισσότερο την περίφραξη για να χωρέσουν μέσα και οι ημιτελικοί; Στο Βελιγράδι και στο Βερολίνο ο Ολυμπιακός ηττήθηκε στο τελευταίο σουτ, αλλά στο Παρίσι, στη Μαδρίτη και στην Κωνσταντινούπολη του ’17 ήταν αυτός που ισορρόπησε στο τεντωμένο σχοινί. Το ταξίδι έχει νίκες, έχει και ήττες. Έχει τραύματα, έχει και θαύματα. Όπως θα έλεγε ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, δεν υπάρχουν αποτυχίες, παρά μόνο μαθήματα ζωής και βήματα προς το μέλλον.
Το πρόβλημα είναι, ότι το Κάουνας μπορεί να αποδειχθεί τελευταίος χορός για τη συγκεκριμένη βερσιόν του Ολυμπιακού, που πιθανότατα αποχαιρετάει τον ΜVP της (Βεζένκοβ), κινδυνεύει να χάσει τον ηγέτη της (Σλούκας) και κουβαλάει τα χρονάκια της. Τον Ολυμπιακό του Παπανικολάου (1990), του Σλούκα (1990), του Γουόκαπ (1992), του Φαλ (1992), του ΜακΚίσικ (1990), του Μπλακ (1991), του Κάνααν (1991) και του Λαρεντζάκη (1993), νεανικό τον λες μόνο αν τη συγκρίνεις με τη Ρεάλ των 36άρηδων και των 37άρηδων.
Πέρα από τον 27χρονο Βεζένκοβ, που όπως είδαμε είναι υπ’ ατμόν, ο μοναδικός από τους «παραμένοντες» που ήταν αγέννητος τη βραδιά του Τελ Αβίβ και κοιτάζει τα 30 από τη σωστή πλευρά είναι ο Μιχάλης Λούντζης. Φρεσκάρισμα απαιτείται όχι μόνο στη συνταγή, αλλά και στα ίδια τα πρόσωπα που θα την υπηρετήσουν. Και αυτό δεν θα είναι καθόλου, μα καθόλου εύκολο.
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.