Ολυμπιακός, Παναθηναϊκός: Ο ένας ψάχνεται, ο άλλος το έχει βρει!

Ολυμπιακός, Παναθηναϊκός: Ο ένας ψάχνεται, ο άλλος το έχει βρει!
Ο Αντώνης Καλκαβούρας σχολιάζει τα πεπραγμένα των δύο ελληνικών ομάδων στην 2η αγωνιστική της Euroleague και αναλύει την εκ διαμέτρου αντίθετη περίοδο που διανύουν οι «αιώνιοι αντίπαλοι» λίγες μέρες πριν την πρώτη «διαβολοβδομάδα» της εφετινής σεζόν.

Η δεύτερη στροφή του εφετινού «μαραθωνίου», όπως συνηθίζουμε να αποκαλούμε την regular season των 34 αγωνιστικών στην Euroleague, κύλησε λίγο-πολύ, όπως αναμενόταν για τους δύο εκπροσώπους του ελληνικού μπάσκετ.

Ο Παναθηναϊκός «γιόρτασε» με ένα εύκολο και ξεκούραστο το 2/2 το πρώτο του εντός έδρας παιχνίδι στη νέα σεζόν απέναντι στην Μπάγερν, εγκαινιάζοντας με περηφάνια το ανακαινισμένο σπίτι του, που θύμισε εν πολλοίς το “TD Garden” των Μπόστον Σέλτικς.

O Ολυμπιακός, με τον οποίο και θα αρχίσουμε στην ανάλυση, έκανε σεφτέ στις ευρωπαϊκές νίκες και παρ’ ότι προβλημάτισε με την απόδοσή του, επιβεβαίωσε όλους όσοι πίστευαν ότι θα δυσκολευόταν απέναντι στην Ζάλγκιρις, που παίζει με έναν πολύ physical τρόπο παιχνιδιού που έχει ως στόχο να «καταστρέψει» τις ομάδες με μεγάλη ποιότητα στην επίθεση.

Ολυμπιακός: Είναι πολύ δύσκολο να βγάλει από τώρα αυτό που ονειρεύεται ο κόσμος!

Όσο κλισέ κι αν ακούγεται κι όσο πολυφορεμένο κι αν είναι, στην παρούσα φάση που η διοργάνωση μόλις ξεκίνησε, οι νίκες αποτελούν το μοναδικό και αναγκαίο «λίπασμα» για να μπορέσει «να ανθίσει το χωράφι»!

 

Πολλώ δε μάλλον, για μία ομάδα σαν τους «ερυθρόλευκους» που αναγκάστηκαν να αρχίσουν την σεζόν χωρίς τους δύο «πύργους» τους (Φαλ και Μιλουτίνοφ), είχαν τους περισσότερους διεθνείς (5) στο προολυμπιακό τουρνουά και τους Ολυμπιακούς Αγώνες (οπότε επιπλέον επιβάρυνση το καλοκαίρι) και το κυριότερο, προχώρησαν σε μία ηχηρή μετεγγραφή (ο Φουρνιέ ήταν εκτός αρχικού σχεδιασμού), η οποία ανέβασε πολύ ψηλά τον βαθμό δυσκολίας στο κομμάτι της κατανομής των ρόλων και της εύρεσης «χημείας».

Πραγματικά πολύ δύσκολο project και όσο παρατηρεί κάποιος την ομάδα από κοντά, τόσο περισσότερο συνειδητοποιεί πόσο δυνατούς λύτες θέλει το εφετινό «σταυρόλεξο» των Πειραιωτών! Και πραγματικά δεν μπορώ να φανταστώ τι θα γίνει αν η ομάδα είναι υγιής τον Φεβρουάριο, οπότε υπολογίζεται να επιστρέψει στην αγωνιστική δράση ο Κίναν Έβανς...

Με βάση όλα τα παραπάνω δεδομένα, λοιπόν, είναι ξεκάθαρο ότι ο Ολυμπιακός χρειάζεται πολύ χρόνο για να πλησιάσει τα standards απόδοσης, που απορρέουν από την ατομική ποιότητα των παικτών του και τις προσδοκίες της διοίκησης και του κόσμου.

Ακριβώς γι’ αυτό λόγο, είμαι της ταπεινής άποψης ότι στην παρούσα φάση, δεν πρέπει να κοιτάει μακριά, αλλά να βλέπει τον κάθε αγώνα ξεχωριστά και να στοχεύει στην «κεφαλαιοποίηση» των μικρών κερδών και στην βελτίωση των «ανορθογραφιών» που προκύπτουν από την εκάστοτε αναμέτρηση. Με βασικό στόχο, πάντα, το τελικό αποτέλεσμα!

Υπ’ αυτό το πρίσμα, λοιπόν, σε μία βραδιά που άρχισε εντυπωσιακά, αλλά συνεχίστηκε με περίσσιο προβληματισμό από την απόδοση της ομάδας, η οποία ζορίστηκε αλλά τελικά έφτασε στην πρώτη της νίκη στην διοργάνωση, ο Γιώργος Μπαρτζώκας πρέπει να κρατήσει ότι η ομάδα του ανταποκρίθηκε στο «πρέπει» της βραδιάς και «λύγισε» (74-68) έναν αντίπαλο «δευτερότριτης» κλάσης (βάσει των αρχικών «συσχετισμών» της διοργάνωσης), αποφεύγοντας το εντός έδρας «στραβοπάτημα».

Από ‘κει και πέρα, στα κέρδη λογίζεται η πρώτη «ζωηρή» (στο εκτελεστικό κυρίως κομμάτι) παρουσία του Έβαν Φουρνιέ. Ο Γάλλος guard (15π., 5ρ., 2ασ. & 1κοψ. με 5/11 σουτ σε 25’) έψαχνε από την αρχή τις φάσεις με τις οποίες θα συνδεόταν με το καλάθι, χωρίς να εκβιάσει προσπάθειες, να μην βλέπει τους συμπαίκτες του ή να κλέβει στην άμυνα.

Στα θετικά της βραδιάς ήταν δίχως άλλο η επανεμφάνιση του Μουστάφα Φαλ μετά από απουσία 4,5 μηνών. Έστω κι αν δεν έχει διορθώσει το μεγάλο «θεματάκι» που έχει με τις βολές, ο «Μους» έδωσε άλλη οντότητα (αμυντικά κι επιθετικά) μέσα στην ρακέτα και στο διάστημα που αγωνίστηκε (6’) βοήθησε αισθητά στην καλύτερη κυκλοφορία της μπάλας.

Στα συν του «ταμείου» πρέπει να προσμετρηθεί η εξαιρετική αμυντική απόδοση των πρώτων 14 λεπτών, διάστημα στο οποίο οι γηπεδούχοι δέχτηκαν μόλις 10 πόντους (φτάνοντας την διαφορά ακόμη και στο +18) και υποχρέωσαν την ομάδα του Αντρέα Τρινκιέρι σε 7 λάθη και 4/24 σουτ!

Καθώς επίσης και η στιβαρή αγωνιστική παρουσία του Βιλντόζα, στον οποίο πιστώνεται και η καλύτερη λειτουργία της ομάδας στην 1η περίοδο που προηγήθηκε με 21-6 και φυσικά η σταθερά υψηλού επιπέδου απόδοση του Βεζένκοβ (17π. & 11ρ. σε 25’), που με 5 σουτ μοιράστηκε το βραβείο του MVP της 2ης αγωνιστικής.

Πάμε τώρα στα κακώς κείμενα, που ειδικότερα σε μία ομάδα με τόσο ποιοτικό ρόστερ, χτυπάνε περισσότερα άσχημα από ό,τι θα έπρεπε και αυτό συμβαίνει και γιατί τους λόγους που επισημάναμε στην αρχή, αλλά και γιατί τα λεπτά συμμετοχής ενός αγώνα δεν φτάνουν για να «ικανοποιηθούν» και οι 12 υψηλού επιπέδου παίκτες που είναι στον πάγκο.

Θα μου πείτε και θα έχετε δίκιο ότι το ζητούμενο είναι η ομαδική λειτουργία και όχι η ικανοποίηση του κάθε παίκτη ξεχωριστά, αλλά η απάντηση έχει να κάνει και με το ότι κάθε μπασκετμπολίστας αυτό του επιπέδου, έχει ένα άλφα «εγώ» και παράλληλα κρύβει μέσα του κι ένα παιδί, που πάντα είναι δυσαρεστημένο όταν δεν παίζει ή παίζει λιγότερο απ’ όσο θέλει.

Μοιραία, λοιπόν, όταν του δίνεται η ευκαιρία να πατήσει παρκέ, είναι πολύ πιο εύκολο να επιχειρήσει το κάτι παραπάνω για τον εαυτό του (το οποίο ίσως να αποβεί βλαβερό για την ομάδα) από το να σπάσει την μπάλα, να τρέξει το σύστημα ή να ψάξει για την καλύτερη δυνατή επιλογή.

Μιλάμε για ένα ματς, στο οποίο ο εκ των πιο επιδραστικών παικτών της ομάδας στο προηγούμενο με την Φενερμπαχτσέ (ΜακΚίσικ 13π. σε 20’), έπαιξε μόλις 1’48”, την ίδια ώρα που ο περυσινός πρώτος σκόρερ (Πίτερς με μ.ο. 13,1π. σε 28,5’), έχει μ.ο. 15 λεπτά συμμετοχής και 3,5 πόντους! Τόσο πολύπλοκο είναι το εφετινό εγχείρημα στον Πειραιά.

Κάπως έτσι, λοιπόν, προκύπτουν τα 19 λάθη, τα 18 χαμένα ριμπάουντ, οι 15 άστοχες βολές και τα πολλά ελεύθερα άστοχα τρίποντα (4/17), οι μόλις 74 πόντοι εντός έδρας και τα τρία χαμένα δεκάλεπτα (επιμέρους σκορ 53-62 μετά την πρώτη περίοδο).

Δεν ξέρω τι σκέφτεται ο Μπαρτζώκας και πως προσανατολίζεται να λειτουργήσει όταν θα έχει πλήρες ρόστερ (ενοχλήσεις στον οπίσθιο μηριαίο ένιωσε ο Γουίλιαμς-Γκος), ούτε είμαι προπονητής, ωστόσο, η δική μου εξωτερική οπτική λέει ότι ο Ολυμπιακός δύσκολα θα βρει ρυθμό με τόσο μεγάλο rotation ή χωρίς να αποχωριστεί (μέσω δανεισμού ή παραχώρησης) κάποιον από τους παίκτες του.

Ο χρόνος θα δείξει και αναμφίβολα η εβδομάδα που έρχεται με δύο πολύ απαιτητικά παιχνίδια (με Αρμάνι εντός και Εφές εκτός), θα μας δώσει την ευκαιρία να βγάλουμε ελαφρώς πιο ασφαλή συμπεράσματα.

Παναθηναϊκός: Η τεράστια πολυτέλεια να κερδίζει με τον Σλούκα στο μηδέν!

Όταν έγραφα ότι η εφετινή Euroleague (σε συνδυασμό με τα ρόστερ που δημιούργησαν οι δύο κορυφαίες ελληνικές ομάδες) προσφέρει στους «αιώνιους αντιπάλους» την σπάνια ευκαιρία να τερματίσουν στην 1η και την 2η θέση της κανονικής περιόδου, να αποφύγουν ο ένας τον άλλον στα playoff και τα ημιτελικά του Final 4 και να κάνουν πραγματικότητα το σενάριο του ελληνικού «εμφύλιου» τελικού με φόντο το βαρύτιμο τρόπαιο, σε καμία περίπτωση δεν πίστευα ότι ο Παναθηναϊκός θα είχε την ευχέρεια να νικάει τόσο ξεκούραστα και από τόσο νωρίς.

Σύμφωνοι, οι πρωταθλητές Ευρώπης έχουν όλα τα εχέγγυα για να διαγράψουν μία πορεία-τρένο και να πρωταγωνιστήσουν σε όλη την διάρκεια της regular season!

Με μόλις τρεις, αλλά πολύ ποιοτικές προσθήκες (Μπράουν, Γιούρτσεβεν και Όσμαν), οι οποίες, όμως, έχουν σημαντικότερο ρόλο από τους παίκτες που έφυγαν. Με την διατήρηση του βασικού και άκρως πετυχημένου βασικού κορμού (έμειναν οι 12 από τους 15 παίκτες που χρησιμοποιήθηκαν πέρυσι).

Με την παραμονή του πλέον πολυνίκη προπονητή της διοργάνωσης στην τελευταία πενταετία (ο Αταμάν μετράει 3 τίτλους και 4 τελικούς στην Euroleague από το 2019 και μετά) και με το ανακαινισμένο ΟΑΚΑ να δημιουργεί τις ιδανικές συνθήκες για ένα σχεδόν μόνιμο sold out στα εντός έδρας παιχνίδια (με ό,τι αυτό συνεπάγεται), αντιλαμβάνεται κανείς ότι ο «επτάστερος» έχει βάλει τα θεμέλια για να κυνηγήσει το repeat.

Κάτι που μόλις 4 ομάδες (Γιουγκοπλάστικα, Μακάμπι, Ολυμπιακός και Εφές) έχουν πετύχει στην ιστορία της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης στην Ευρώπη.

Ωστόσο, βλέποντας τους «πράσινους» στα τελευταία φιλικά παιχνίδια, αλλά και στα τέσσερα πρώτα επίσημα ματς (τα δύο του Super Cup και την πρεμιέρα σε Euroleague και Stoiximan GBL αντίστοιχα), η αλήθεια είναι ότι δεν περίμενα ότι στην αναμέτρηση με την Μπάγερν, θα παρουσίαζαν διαστήματα πολύ πειστικής, για την εποχή, απόδοσης, αλλά κάποια στοιχεία, που από μόνα τους – σε συνδυασμό και με τα μεγάλα περιθώρια βελτίωσης – αφήνουν πολύ ενθαρρυντικές υποσχέσεις για το μέλλον.

Πριν μπω στην ουσία της ανάλυσης, θέλω να θυμίσω ότι δεν θεωρώ ότι η ομάδα του Μονάχου θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στον εφετινό μαραθώνιο και σε καμία περίπτωση δεν «θαμπώθηκα» από την εντυπωσιακή (σαν αποτέλεσμα) νίκη της στην 1η αγωνιστική επί της περυσινής φιναλίστ Ρεάλ.

Πολύ απλά γιατί στο ρόστερ της δεν υπάρχουν τα «εργαλεία» για να κάνουν την «βρώμικη» δουλειά, ούτε ο «σπεσιαλίστας» στα ριμπάουντ, ενώ το παιχνίδι της θα εξαρτάται εν πολλοίς από το αγαπημένο transition game του Γκόρντον Χέρμπερτ και φυσικά από τα πολλά τρίποντα.

Είναι τυχαίο, νομίζετε, που μετά από 2 αγώνες, οι Βαυαροί δέχονται ήδη τους περισσότερους πόντους (μ.ο. 91,5π.), είναι δεύτεροι στις περισσότερες προσπάθειες πίσω από τα 6,75 (62) και βρίσκονται στην προτελευταία θέση (17η) στην συλλογή των «σκουπιδιών» (μ.ο. 28,5ρ.).

Η Μπάγερν, όμως, δεν είναι το θέμα μας, οπότε κλείνει η παρένθεση και πάμε στον Παναθηναϊκό. Το πιο σημαντικό στοιχείο που χαρακτηρίζει τους «πράσινους», καθώς συμπληρώνουμε τις πρώτες δύο εβδομάδες από την έναρξη της σεζόν, είναι ότι από παιχνίδι σε παιχνίδι, δείχνουν ικανοί να πιάσουν – έστω και για μικρά διαστήματα και χωρίς μεγάλη διάρκεια – υψηλό ρυθμό και να «χτίσουν» διψήφιες διαφορές στο σκορ, χωρίς όμως, να νιώθουν πίεση όταν κατεβάζουν ταχύτητα και ο αντίπαλος τους πλησιάζει επικίνδυνα.

Πολύ απλά γιατί μπορούν ανά πάσα στιγμή «να γυρίσουν τον διακόπτη» της συγκέντρωσης μπροστά και πίσω, «να ξαναπατήσουν το γκάζι» και να δημιουργήσουν και πάλι αποστάσεις ασφαλείας!

Το συγκεκριμένο «έργο» το είδαμε τόσο στην πρεμιέρα με την Άλμπα στο Βερολίνο και μάλιστα στο ρελαντί, αλλά και στο ματς της 2ης αγωνιστικής με την Μπάγερν, που πλησίασε από το -19 (57-38 στο 24ο λεπτό) στις δύο κατοχές (70-65 με την συμπλήρωση 33 λεπτών), αλλά τελικά έμεινε 18 πόντους χαμηλότερα από τον αγώνα κόντρα στην «βασίλισσα», θα μπορούσε κάλλιστα να δεχθεί ακόμη και 100 και γνώρισε μία πεντακάθαρη ήττα (94-79).

Όσο εντυπωσιακό είναι αυτό που έχουν κάνει τις δύο πρώτες αγωνιστικές οι πρωταθλητές Ευρώπης, είναι άλλο τόσο και περισσότερο δύσκολο να επιτευχθεί. Αλλά έχει πολύ πιο εύκολη εξήγηση.

Η βασικότερη εξ’ αυτών έχει να κάνει με την πρώτο μετεγγραφή που έκαναν το περασμένο καλοκαίρι. Ο λόγος για τον Λορέντζο Μπράουν (9π., 5ασ. & 3κλ.), που αν και νεοφερμένος, δεν αποτελεί τροχοπέδη για την διατήρηση των περυσινών αυτοματισμών!

Επιπροσθέτως, όμως, ανεβάζει το επίπεδο της «πράσινης» δημιουργίας κι ανοίγει χώρους γιατί ταυτόχρονα είναι πολύ επικίνδυνος και στην εκτέλεση, ενώ συνάμα αποτελεί ιδανική εγγύηση για την άρτια επιθετική λειτουργία στις λίγες “off nights” του Σλούκα.

Όπως η προχθεσινή, που ήταν η 2η στην καριέρα του με το «τριφύλλι» στο στήθος με μηδέν πόντους, χωρίς να επιδράσει αρνητικά στην συνολική εικόνα της ομάδας.

Στο νέο format (από την σεζόν 2016-17) ο περυσινός MVP του Final 4, έχει μείνει συνολικά οκτώ φορές άποντος και μόλις τέσσερις, στα τελευταία 7,5 χρόνια! Στο διάστημα δηλαδή που θεωρείται παίκτης πρώτης γραμμής και ηγέτης πάνω στον οποίο στήθηκαν εν πολλοίς οι ομάδες που τον είχαν στο ρόστερ τους (Φενερμπαχτσέ, Ολυμπιακός και Παναθηναϊκός), σε όλα αυτά τα ματς που ο 34χρονος Θεσσαλονικιός point-guard δεν σκόραρε (πλην του χθεσινού), τόσο οι Τούρκοι (2 φορές, το 2018 στο ΣΕΦ από τον Ολυμπιακό και το 2019 στο Τελ Αβίβ από την Μακάμπι), όσο και οι «πράσινοι» (στο Game 3 της περυσινής σειράς των playoff με την «ομάδα του λαού») ηττήθηκαν!

Αυτό, όμως, δεν ίσχυσε φέτος και μάλιστα δεν υπήρξε η παραμικρή απειλή. Οι υπόλοιπες αιτίες έχουν να κάνουν με το ότι ο Εργκίν Αταμάν έχει φέτος στην διάθεσή του έναν αναπληρωματικό σέντερ (Γιούρτσεβεν), που συνδυάζει με χαρακτηριστική ευκολία το ριμπάουντ και το σκοράρισμα κοντά στο καλάθι, με αποτέλεσμα όταν βγαίνει το βαρύ πυροβολικό της ρακέτας (Λεσόρ), να μην παρατηρείται ουσιαστική διαφορά. Τα 17 επιθετικά ριμπάουντ και τα 19 περισσότερα στο σύνολο από τους φιλοξενούμενες «μιλούν» από μόνα τους.

Ένα άλλο σημαντικό κομμάτι, είναι η διατήρηση της σκληράδα και της μεγάλης ενέργειας που καταναλώνουν οι παίκτες στην άμυνα. Για δεύτερο σερί, με ομάδες που σκοράρουν σε υψηλό ρυθμό, ο Παναθηναϊκός δέχτηκε λιγότερους από 80 πόντους, ενώ είναι 2ος στην διοργάνωση στο άτυπο άθροισμα κλεψιμάτων και κοψιμάτων.

Αν σε όλα τα παραπάνω προσθέσουμε το instant scoring που προσφέρει με μεγάλη συνέπεια ο Ναν από την περιφέρεια και ο Λεσόρ μέσα στο «ζωγραφιστό» (με αποτέλεσμα το «τριφύλλι» να εξαρτάται πολύ λιγότερο από το τρίποντο), αλλά και τα πολύ περισσότερα πράγματα που παίρνει από τον Ερνανγκόμεθ σε πολύ «οικονομικό» χρόνο (μ.ο. 11,5π. & 6,0ρ. με 62,5% τριπ.), τότε δεν είναι δύσκολο να αντιληφθούμε γιατί οι «πράσινοι» έχουν μέχρι στιγμής το καλύτερο PIR (Performance Index Rating) της εφετινής Euroleague και οδηγούν αήττητοι την κούρσα της βαθμολογίας.

Η ερχόμενη εβδομάδα και η δοκιμασία της πρώτης «διαβολοβδομάδας» με διπλό ταξίδι σε Παρίσι (Παρί Μπάσκετμπολ) και Μαδρίτη (Ρεάλ), θα μας δώσει τροφή για πιο ασφαλή σχόλια.

@Photo credits: eurokinissi

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Αντώνης Καλκαβούρας
Αντώνης Καλκαβούρας

Στην συγκεκριμένη στήλη θα βρείτε αντικειμενικά καταγεγραμμένη άποψη γύρω από τα μπασκετικά δρώμενα και μπόλικη ανάλυση, ενίοτε σε συνδυασμό και με ρεπορτάζ. Το Gazzetta, άλλωστε, μπορεί να μπήκε στην καθημερινότητα μου στη μέση της έως τώρα δημοσιογραφικής διαδρομής (2008), ωστόσο, εδώ και 13 χρόνια αποτελεί την πιο σύγχρονη και ταχύτερη πλατφόρμα ενημέρωσης και ένα μέσο στο οποίο απολαμβάνω από την πρώτη μέρα να δουλεύω. Και σίγουρα το μόνο από τα πολυάριθμα στα οποία έχω εργαστεί και εργάζομαι (τηλεόραση, ραδιόφωνο, εφημερίδα, περιοδικό), το οποίο εξελίσσεται ολοένα και περισσότερο, σε τέτοιο βαθμό ώστε να γίνεται ευχάριστη εμμονή για τους αναγνώστες αλλά και για όλους εμάς τους συντελεστές. Να χαιρόμαστε λοιπόν τη νέα του έκδοσή του και να το εξελίσσουμε συνεχώς!