Μια βιβλική φιγούρα, εκεί ψηλά…

Βασίλης Σκουντής Βασίλης Σκουντής
Μια βιβλική φιγούρα, εκεί ψηλά…
Στην πρεμιέρα της Euroleague o Oλυμπιακός αντιμετωπίζει τη Βιλερμπάν και ο Βασίλης Σκουντής βάζει στο κάδρο τη θρυλική φιγούρα του Αλέν Ζιλ…

Από χθες κιόλας που μπήκαν οι παίκτες του Ολυμπιακού για προπόνηση στο Astroballe, επιστρέφοντας στη Λυών μετά από το 77-93 της 11ης Δεκεμβρίου του 2003, τα βλέμματα τους ασφαλώς θα έπεσαν πάνω στην οροφή…

Θα κόζαραν όλοι τους - φαντάζομαι - τις δυο φανέλες με το Νο 4 που βρίσκονται στον θόλο του γηπέδου και συμβολίζουν ένα μεγάλο μέρος της ιστορίας της ομάδας, που επιστρέφει στην ελίτ μετά από έξι χρόνια και αποτελεί το λίκνον του γαλλικού μπάσκετ…

Είναι κάμποσοι οι λόγοι για τους οποίους η Βιλερμπάν δικαιούται να συστήνεται ως η ναυαρχίδα των «Πουρκουάδων», όπως τους τσουβαλιάζει συλλήβδην ο Γιάννης Ιωαννίδης…

Πρώτα απ’ όλα, μοστράρουν τους περισσότερους τίτλους από κάθε άλλη ομάδα (19 Πρωταθλήματα και 9 Κύπελλα) που μάλιστα είναι απλωμένοι σε επτά διαφορετικές δεκαετίες…

 

Έπειτα έχουν να επιδείξουν τέσσερις παρουσίες σε τετράδες των Κυπέλλων Ευρώπης, αλλά εδώ τους παίρνει παραμάζωμα η Λιμόζ, η οποία στέφθηκε πρωταθλήτρια Ευρώπης το 1993 στο σπίτι του Ολυμπιακού…

Από καταβολής τους οι λεγάμενοι δημιούργησαν και διατήρησαν μια ξεχωριστή μπασκετική κουλτούρα, την οποία δεν εγκατέλειψαν ούτε στις μέρες της παρακμής τους…

Και last but not least: στο έμβλημα τους δέον να εικονίζεται μια από τις κορυφαίες μορφές του ευρωπαϊκού μπάσκετ, ένας εμβληματικός παίκτης και προπονητής, ο περιβόητος Αλέν Ζιλ.

Το δικό του Νο 4 αποτελεί το οικόσημο της Βιλερμπάν και το εικόνισμα στον προσκυνηματικό χώρο του γηπέδου της, ενώ το ίδιο νούμερο φόραγε και ο (γνωστός μας από τη θητεία του στον ΠΑΟΚ, αλλά αγωνιζόμενος μονάχα στα Κύπελλα Ευρώπης) Ντιλέινι Ραντ.

Αυτά τα δυο τεσσάρια δεσπόζουν στο Astroballe, κανονικά ντόρτια δηλαδή!

Ο Ζιλ ήταν ο… Ζιλ. Ο θεός της Βιλερμπάν. Μια εμβληματική και συνάμα μια βιβλική φιγούρα, που αλώνιζε απανταχού της μπασκετικής γης για χρόνια και ζαμάνια: δεν γεννήθηκε στη Λυών, δεν άρχισε την καριέρα του στη Βιλερμπάν, αλλά μετακόμισε εκεί από τη Ροάν το 1965 και δεν έβγαλε από πάνω του το Νο 4 παρά μόνο το 1986, όταν εδέησε να αποσυρθεί στην… τρυφερή ηλικία των 41 ετών!

Ο «Gillou», όπως τον αποκαλούσαν χαϊδευτικά οι Γάλλοι αποτελεί ένα διαχρονικό σύμβολο του γαλλικού μπάσκετ, εξ ου και το προσωνύμιο που του κόλλησαν και τεκμηρίωνε την μπασκετοσύνη του…

O Μonsieur Basket!

O Ζιλ που αναγορεύθηκε ως ο κορυφαίος Γάλλος μπασκετμπολίστας του 20ού αιώνα γεννήθηκε στις 5 Μαίου του 1945 και έφυγε από τη ζωή στις 14 Νοεμβρίου του 2014. Έκανε το ντεμπούτο του με τη Ροάν σε ηλικία 15 ετών και με το που έσκασε μύτη στη Βιλερμπάν το 1965 την οδήγησε στο πιτς φυτίλι στην κατάκτηση του τίτλου, αφήνοντας με ανοικτό το στόμα όλους όσοι έβλεπαν αυτό το ξερακιανό παλικαράκι να κάνει όργια!

Συνέχισε να τα διαπράττει για μια εικοσαετία, ακόμη κι όταν στα… τριανταφεύγα του, τη σεζόν 1982-83, οδήγησε τη Βιλερμπάν, ως παίκτης και συνάμα προπονητής, στον τελικό κόντρα στη Σκαβολίνι Πέζαρο του Ντράγκαν Κιτσάνοβιτς και του Ζέλικο Γέρκοφ.

Στο παλμαρέ του περιλαμβάνονται οκτώ Πρωταθλήματα και δύο Κύπελλα Γαλλίας, ενώ αγωνίσθηκε οκτώ φορές στη Μικτή Ευρώπης και το 1991, με την ευκαιρία της 100ής επετείου από την επινόηση του μπάσκετ, επελέγη από τη FIBA στους 50 κορυφαίους παίκτες όλων των εποχών.

Στον κολοφώνα της ακμής και της δόξας του, ο γενειοφόρος Ζιλ βολιδοσκοπήθηκε από τη Ρεάλ Μαδρίτης, αλλά όπως είχε πει τότε «θα μείνω πάντοτε πιστός στη Βιλερμπάν»!

Παράλληλα με την ένδοξη θητεία του με τη φανέλα της Βιλερμπάν, ο Ζιλ υπήρξε ο ταγός της εθνικής ομάδας της Γαλλίας, στην οποία έκανε το ντεμπούτο του το 1962, όταν ήταν ακόμη… ανήλικος και έναν χρόνο αργότερα (στα 18 του) έπαιξε στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα στη Βραζιλία και φόρεσε τη φανέλα των «Βleus» σε 160 αγώνες μέχρι και το Eurobasket του 1977.

Με την Εθνική Γαλλίας ο Ζιλ αγωνίσθηκε σε ένα Παγκόσμιο Πρωτάθλημα και σε πέντε Eυρωπαϊκά, χωρίς ωστόσο να αποκομίσει κάποιο μετάλλιο.

Ο Ζιλ κάθισε στον πάγκο της Βιλερμπάν από το 1980 έως το 1989 (και μάλιστα σε διπλό ρόλο παίκτη - προπονητή επί έξι σεζόν) και της Μονπελιέ (1990-93).

Tι ήταν ο Ζιλ; «Αυτός που μπορούσε να μετατρέπει ακόμη και μια απλή προπόνηση σε μορφή τέχνης» είχε πει στις 18 Νοεμβρίου του 2014, o πρόεδρος της γαλλικής ομοσπονδίας μπάσκετ, Ζαν Πιερ-Σιουτά πενθώντας, όπως όλη η Γαλλία, για τον θάνατο του ανθρώπου που αποτελεί διαχρονικό μνημείο μπασκετικής κληρονομιάς.

Άνοιξα την κουβέντα για τον Ζιλ προχθές το βράδυ, στο περιθώριο της παρουσίασης του βιβλίου του Θεόφιλου Μητρούδη, με τον Βασίλη Γκούμα, που τον ήξερε απ’ έξω κι ανακατωτά.

«Πρώτα απ’ όλα ήμασταν σχεδόν συνομήλικοι, εγώ γεννηθείς του ’46 κι αυτός έναν χρόνο μεγαλύτερος. Βρεθήκαμε πολλές φορές αντίπαλοι, αλλά γίναμε και πολύ καλοί φίλοι. Μάλιστα είχε μια εταιρεία με ρούχα και όποτε πηγαίναμε με την Εθνική στη Γαλλία, έφερνε στον Κολοκυθά και σε εμένα διάφορα δώρα. Ήταν σκέτη λεβεντιά, χορτάτος άνθρωπος, όχι κανένας γύφτουλας»!

Κι από παίκτης; «Φισέκι» απαντά ο «Αυτοκράτορας» του ελληνικού μπάσκετ. «Ψηλός πλέι μέικερ για εκείνη την εποχή, έπαιζε με το κεφάλι ψηλά, έβλεπε όλο το γήπεδο και σκόραρε όπως ήθελε. Ηταν στο στιλ του Αντώνη Χρηστέα και του Κρις Κέφαλου, πολύ εγκεφαλικός, γρήγορος, αλλά και τρομερός εκτελεστής. Είχε το ταλέντο και την προσωπικότητα να οργανώνει το παιχνίδι, να σκοράρει και κυρίως να εξουσιάζει μέσα στο γήπεδο. Βεβαίως δεν μπορούν να συγκριθούν οι παίκτες διαφορετικών εποχών, αλλά εγώ πιστεύω ότι ο Ζιλ ήταν καλύτερος ακόμη και από τον Τόνι Πάρκερ»!

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Βασίλης Σκουντής
Βασίλης Σκουντής

H φήμη ότι βγήκε από την κοιλιά της μάνας του κρατώντας ένα στυλό κι ένα χαρτί ελέγχεται ως εντελώς αναληθής. Αντιθέτως είναι περίπου… αληθής η φήμη ότι στην πρώτη έκθεση του στο δημοτικό έβαλε τίτλο, υπότιτλο, φωτογραφία, λεζάντα και έδωσε χαρακτηρισμό γραμματοσειράς!
Τα νομικά βιβλία του Σάκουλα ενέμειναν απλώς στο ράφι, αλλά στις… σακούλες. Ο προορισμός υπήρξε μοιραίος και αναπόδραστος. Μετά από 32 χρόνια και με τα μαλλιά του να έχουν από ετών προτιμήσει την ταπείνωση από το θάνατο, ο Βασίλης Σκουντής ταλαιπωρεί τους γύρω του και τον εαυτό του, επιμένοντας να γράφει, άλλωστε είναι το μόνο που έμαθε να κάνει (πιστεύει καλά, αλλά κι αυτό παίζεται!) στη ζωή του. Αν και ενίοτε παρασπονδεί, εν τούτοις στις φλέβες του τρέχει πάντοτε πορτοκαλί αίμα, θεωρεί τον εαυτό του απόγονο του Homo Βasketikus και (περπατώντας στην πέμπτη δεκαετία της ενασχόλησης του με τη δημοσιογραφία) γουστάρει που ακόμη δεν βαρέθηκε να κάνει το χόμπι του!

ΥΓ: Αν μετά από τόσα χρόνια δεν τον βαρεθήκατε, εκτός από το gazzetta.gr μπορείτε να τον υποφέρετε ακόμη καθημερινά στο Goal News και στον Sentra FM 103.3