Και η σκακιέρα δική σας
Στον καιρό του εγκλεισμού, όπου λέξη κλειδί έγινε το «όταν», η εβδομάδα που πέρασε ήταν για το μπάσκετ εβδομάδα Ολυμπιακού.
Τη Δευτέρα και την Τετάρτη παρακολουθήσαμε μαζί σε νοσταλγικές προβολές τους δύο αλησμόνητους τελικούς του 2012 και του 2013, ενώ η Παρασκευή συνέπεσε με τη συμπλήρωση 23 ετών από τον θρίαμβο του 1997 στη Ρώμη: τρία ευρωπαϊκά τρόπαια σε ένα ρετρό πενθήμερο.
Τις μέρες που ακολουθούν, η Εuroleague θα μας προσφέρει τους δύο χαμένους τελικούς, του 2015 στη Μαδρίτη και του 2017 στην Κωνσταντινούπολη, στοιχήματα που χάθηκαν αλλά θα μπορούσαν να είχαν κερδηθεί, εάν οι αγώνες διεξάγονταν σε ουδέτερο έδαφος και όχι στην πόλη του αντιπάλου.
Περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις, θα πει ο κυνικός.
Το ξημέρωμα της νέας δεκαετίας βρίσκει τον Ολυμπιακό σε εθελούσια καραντίνα από τα τεκταινόμενα στο ελληνικό μπάσκετ, ενώ η ευρωπαϊκή του τροχιά μοιάζει σπασμωδική, όπως οι κινήσεις της διοίκησής του.
Από την άλλη, το σχέδιο που απεργάζεται η διοργανώτρια αρχή για ταχύρρυθμη ολοκλήρωση της σεζόν Ιούλιο μήνα σε συνθήκες εγκλεισμού και με αφετηρία ένα τρίμηνο απραξίας και ανακατατάξεων αφήνουν πεδίον δόξης λαμπρόν για οποιονδήποτε τολμηρό.
Δεν είναι δα απίθανο να κατακτήσει το τρόπαιο του μαρτυρικού 2019-20 ο 11ος της τωρινής κατάταξης. Η Εφές του Μαρτίου δεν θα είναι ίδια με την Εφές του Ιουλίου και το ίδιο ισχύει για τους διώκτες της.
Πόσο μάλλον, σε άδειες αρένες, με απροπόνητους ή και φευγάτους παίκτες και σε νοκ-άουτ αναμετρήσεις χωρίς αύριο και χωρίς χθες.
Κατά την όχι ιδιαίτερα ταπεινή γνώμη μου, ο Ολυμπιακός του 2013 ήταν, σε ορίζοντα τριών ημερών ή ενός final-4, η κορυφαία ομάδα στην ιστορία της Εuroleague.
Μπορεί στα χαρτιά να υστερεί από τη Μακάμπι του 2005 ή από τον Παναθηναϊκό του 2009 ή από την ΤΣΣΚΑ του 2019, αλλά στο παρκέ του Λονδίνου άφησε ανάγλυφη σφραγίδα ασύγκριτης ανωτερότητας.
Όχι μόνο ισοπέδωσε δύο ομαδάρες με εκκωφαντικές διαφορές (+17 την ΤΣΣΚΑ, +12 τη Ρεάλ), αλλά παρουσίασε δύο διαφορετικά, εξίσου αποτελεσματικά μοντέλα μέσα στο τριήμερο.
Τον ημιτελικό τον κέρδισε με 69-52 παίζοντας άμυνα η οποία -για να δανειστώ τα λόγια του Τζορτζ Ζίντεκ από το μικρόφωνο της Eurolague TV- «έκανε την ΤΣΣΚΑ να αισθάνεται ότι δεν υπάρχει».
Στον τελικό απάντησε στο run and gun της Ρεάλ με ...even more run and gun (πασπαλισμένο με ατσάλινη άμυνα) και νίκησε με 100άρα, μολονότι αρχικά έχανε με 27-10. Πέτυχε, δηλαδή, 90 πόντους και δέχθηκε 61 σε τρεις περιόδους!
Δεν νομίζω ότι υπάρχει ανάλογο προηγούμενο, ομάδας που να αλλάζει μανδύα από Παρασκευή και Κυριακή και να δέχεται τους επισκέπτες της πρόθυμη να τους κατανικήσει στο δικό τους παιχνίδι.
«Φέρτε εσείς τη σκακιέρα, τα πιόνια και το τραπέζι, έτσι κι αλλιώς θα χάσετε».
Ο Ολυμπιακός του 1997 δεν ήταν το ίδιο ηγεμονικός. Ευνοήθηκε σε μεγάλο βαθμό από το πογκρόμ των λοιπών φαβορί και κυριάρχησε ως μονόφθαλμος σε ένα καρέ τυφλών.
Δύο ιταλικές ομάδες που θα έπαιζαν το final-4 δυό βήματα από το σπίτι τους αποκλείστηκαν -εντός έδρας- στον τελευταίο προημιτελικό, η Στεφανέλ Μιλάνο από την Ολύμπια Λιουμπλιάνα και η Τιμσίστεμ Μπολόνια από τη Μπαρτσελόνα.
Παρόμοια νίλα έπαθε η Εφές Πίλσεν από τη χλιαρή Βιλερμπάν, η οποία πανηγύρισε την πρόκριση με διπλό στην Κωνσταντινούπολη.
Προσθέστε στην εξίσωση το μεγάλο κόλπο του Ολυμπιακού στο ΟΑΚΑ (49-69 στο πρώτο ματς με τον απερχόμενο πρωταθλητή, αλλά μισοδιαλυμένο εκείνη τη σεζόν Παναθηναϊκό) και θα ανακαλύψετε ότι και οι τέσσερις μνηστήρες προκρίθηκαν για τη Ρώμη με μειονέκτημα έδρας!
Μάλιστα οι μετέπειτα φιναλίστ του «Παλαέουρ» δεν έσπασαν μία έδρα, αλλά δύο. Στον πρώτο γύρο των πλέι-οφ, ο Ολυμπιακός άλωσε το Βελιγράδι και η Μπάρτσα το Βερολίνο.
Κάποιες από τις υπερδυνάμεις της επόμενης εικοσαετίας, ΤΣΣΚΑ, Ρεάλ, Ούλκερ, Μακάμπι, Κίντερ, Ταουγκρές, καλά καλά δεν τις έγραφε ο χάρτης.
Ηταν η πιο παράξενη, και ποιοτικά η χειρότερη, Εuroleague της Ιστορίας. Ιδανική για να την κουρσέψει ένα αουτσάιντερ όπως ο Ολυμπιακός.
Αουτσάιντερ ήταν και το 2012 ο Ολυμπιακός, στην Κωνσταντινούπολη, αλλά τότε είχε απέναντί του μεγαθήρια και βρήκε τρόπο να τα κατατροπώσει με σφεντόνες. Έναν χρόνο αργότερα, στο Λονδίνο, είχε αποκτήσει θράσος χιλίων καρδιναλίων του Ουεστμίνστερ.
Παίκτες κλειδιά όπως ο Παπανικολάου και ο Σλούκας είχαν ωριμάσει, ο Χάινς με τον Άντιτς έχτιζαν ντουβάρια μέσα στη ρακέτα με τα μούσκουλά τους, ο Λο εξελίχθηκε σε ιδανικό παρτενέρ του αρχηγού, ο πάγκος ήταν γεμάτος με χρήσιμα εργαλεία όπως ο Περπέρογλου, ο Σερμαντίνι και ο Κατσίβελης (αντί του τραυματισμένου Μάντζαρη), ο Πρίντεζης ήταν ο Πρίντεζης, ο Μπαρτζώκας ήταν ο κατάλληλος προπονητής στην κατάλληλη ομάδα (που δεν άντεχε άλλο τις παραξενιές του Ίβκοβιτς) και ο Σπανούλης γινόταν ο νέος θεός του ευρωπαϊκού μπάσκετ.
«Εάν η ηγετική ικανότητα ήταν άθλημα, ο Σπανούλης θα ήταν παγκόσμιος ρέκορντμαν», παραμιλούσαν οι εκφωνητές της Εuroleague TV μετρώντας τα τρίποντά του στον τελικό του Λονδίνου.
Ουσιαστικά, ο Ολυμπιακός έπεσε θύμα της ίδιας της επιτυχίας του.
Οι υπεραξίες που δημιούργησε και η διάθεση των Αγγελόπουλων για χρηστή διαχείριση χωρίς υπερβολικές σπατάλες έσπρωξαν στην έξοδο παίκτες αναντικατάστατους όπως οι Σλούκας, Χάινς, Παπαπέτρου, Μιλουτίνοβ ή πολύτιμους σαν τον Άντιτς και τον Περπέρογλου (και αργότερα τους Χάκετ, Ντάνστον κ.α.).
Η μεγαλύτερη απώλεια δεν ήταν το «refuse to lose», αλλά το «ένας για όλους και όλοι για έναν». Το δεύτερο έφερε το πρώτο.
Το πολύκροτο διαζύγιο με τον Γιώργο Μπαρτζώκα έγινε η θρυαλλίδα που τίναξε το οικοδόμημα στον αέρα, άσχετα αν ο Γιάννης Σφαιρόπουλος μπόρεσε να συγκολλήσει τα συντρίμμια.
Έστω και σε φάση ανασυγκρότησης, ο Ολυμπιακός έφτασε σε άλλους δύο ευρωπαϊκούς τελικούς, με βαρύ χαρτί τα όργια του Σπανούλη στους δύο ημιτελικούς με την ΤΣΣΚΑ.
Εάν εμφανιζόταν πλήρης στο final-4 του 2017, μπορεί να το κέρδιζε ακόμα και μέσα στο σπίτι του Ομπράντοβιτς. Mε Χάκετ, Λοτζέσκι και υγιή Γιανγκ, όμως. Όχι με Ουότερς, Γκριν και Τολιόπουλο.
Ο Ολυμπιακός βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι, αφού ο Σπανούλης κλείνει τα 38, ο Πρίντεζης βαδίζει στα 36, ο Μιλουτίνοβ φεύγει για τη Μόσχα και ο άλλοτε κραταιός ελληνικός πυρήνας αποψιλώνεται.
Η επιστροφή του Κώστα Σλούκα θα είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά το σενάριο συγκεντρώνει σχετικά λιγοστές πιθανότητες και άλλωστε ο παίκτης τριαντάρισε.
Τουλάχιστον, υπάρχει Μπαρτζώκας. Η ομάδα έδειξε σφυγμό τις τελευταίες εβδομάδες πριν την πανδημία και ο σπόρος της αισιοδοξίας πάει να ανθίσει ξανά.
Η υπομονή είναι είδος εν ανεπαρκεία στις κερκίδες των ελληνικών γηπέδων, οπότε κάθε μέρα, εβδομάδα ή μήνας θα αποτελεί τεστ αντανακλαστικών στον Πειραιά.
Τα βίντεο και τα δημοσιεύματα από το 1997 και από τη διετία των θαυμάτων 2012-3 είναι μία χρήσιμη παρηγοριά, αλλά το «όταν» δεν θα είναι λέξη της μοδός για πολύ ακόμη.
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.