Hyundai i20 N vs Volkswagen Polo GTi: Τελευταία ευκαιρία
- Το φως στην άκρη του τούνελ
- Έμφαση στην απόδοση
- Η ταχύτητα στο επίκεντρο
- Διαφορετικός χαρακτήρας
- Η ώρα του… ταμείου
Η εποχή που ο ήχος της συστολής των καυτών μετάλλων, των πουσαρισμένων κινητήρων και των σκασιμάτων των εξατμίσεων γέμιζε τον αέρα των στροφών της Πάρνηθας, της Πεντέλης και λίγο πιο μακρυά αυτών της Αγίας Σωτήρας ή της Επιδαύρου, πέρασε. Η εποχή αυτή όμως αποτελεί για τους λάτρεις της οδήγησης μια μεγάλη παρακαταθήκη από μνήμες ελευθερίας, απόδρασης και απόλαυσης. Το τέλος της οποίας τους δημιουργεί μια γλυκιά μελαγχολία.
Χαρακτηριστικό της παραπάνω εποχής αποτελούσαν τα σπορ αυτοκίνητα του λαού, τα μικρά GΤi που με μέσο κόστος της τάξης των +-20.000 ευρώ εκδημοκράτισαν τη σπορ οδήγηση και τις δυναμικές επιδόσεις. Τα Renault Clio RS μας τελείωσαν, τα Peugeot Rallye και GΤi επίσης, η Ford αποσύρει το Fiesta και φυσικά την έκδοση ST, ενώ νέες προσπάθειες αναβίωσης της κατηγορίας δεν υπάρχουν προς το παρόν ή έως ότου η νέα εποχή της ηλεκτροκίνησης ανακαλύψει και αυτή τη χαρά της οδήγησης.
Το φως στην άκρη του τούνελ
Παρά όμως τις ελάχιστες πλέον επιλογές στην κατηγορία των hot hatches, υπάρχει φως στο βάθος του τούνελ και έχει όχι μόνο ένα, αλλά δύο ονόματα: Hyundai i20 N και Volkswagen Polo GTi. Το πρώτο ήρθε ως όψιμος διεκδικητής του στέμματος της κατηγορίας, το δεύτερο αποτελεί μια συνέχεια ενός θρύλου που ξεκίνησε με το Golf και συνεχίζεται, μετρώντας πλέον κάτι λιγότερο από πέντε δεκαετίες επιτυχίας.
Ευτυχώς οι ζηλωτές των MEK και των ορυκτών καυσίμων έχουν μια τελευταία ευκαιρία να κάνουν το όνειρό τους πραγματικότητα και να αποκτήσουν δύο μοντέλα -μικρά το δέμας αλλά μεγάλων ικανοτήτων. Τα οποία, μάλιστα, δεν στέκονται το ένα απέναντι στο άλλο αλλά δίπλα, όπως θα δούμε στη συνέχεια, με στόχο να ικανοποιήσουν διαφορετικές ανάγκες.
Το κοινό των δύο αυτοκινήτων είναι νέοι, στην ηλικία ή στο πνεύμα - κρατάτε όποιο από τα δύο σας εξυπηρετεί. Αλλά όχι μόνο. Για κάποιον που δεν έχει ανάγκη να τονώσει την κοινωνική του υπόσταση, τα δύο αυτοκίνητα εξασφαλίζουν υψηλότατες επιδόσεις και ταυτόχρονα μέθεξη οδηγική, παρότι μικρά. Ή, μάλλον, ακριβώς επειδή είναι μικρά. Όποιος ασχολείται σοβαρά με το θέμα των επιδόσεων γνωρίζει ότι το μικρό βάρος είναι ένας εξόχως θετικός παράγοντας. Έτσι, με 1.220 κιλά το Hyundai και περίπου 1.300 το Polo, δεν υποβάλλουν τους ισχυρούς κινητήρες των 204 και 207 ίππων αντίστοιχα σε καταναγκαστικό έργο, αλλά τους επιτρέπουν να ξεδιπλώνουν τις αρετές τους στην άσφαλτο και όχι στην υπερνίκηση της αδράνειας.
Έμφαση στην απόδοση
Ταυτόχρονα, αμφότερα διαθέτουν τετρακύλινδρα μοτέρ με έμφαση στην απόδοση και όχι στην αποδοτικότητα, αν και στο τέλος της ημέρας αποδεικνύονται, με βάση τα όσα προσφέρουν στο δρόμο, μάλλον εγκρατή σε κατανάλωση. Δεν θα ξεπεράσουν εύκολα τα 10,5 λίτρα/100 χλμ. υπό πίεση, ενώ με χαλαρή οδήγηση παραμένουν κοντά στα 8,0 λίτρα. Παρά το δίλιτρο μοτέρ του, 1.6 αυτό του Hyundai, το Polo με το εφτάρι αυτόματο κιβώτιο διπλού συμπλέκτη, αποδεικνύεται ελαφρά καλύτερο σε κατανάλωση, ειδικά στον ανοιχτό δρόμο. Σε αυτό βοηθά και η μεγαλύτερη ροπή -320 Nm από τις 1.500 σ.α.λ- του Polo, έναντι των 275 Nm του i20 στις 1.750 σ.α.λ., ή 304 στις 2.000 σ.α.λ. με overboost.
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που συγκριτικά ο κινητήρας του Polo φαίνεται στον οδηγό πολύ πιο «γεμάτος» στις χαμηλές στροφές, ενώ αν έχει επιλεγεί το Normal πρόγραμμα οδήγησης ή το ECO, οι αλλαγές των σχέσεων γίνονται ωσάν σε diesel, πριν το στροφόμετρο ξεπεράσει καν τις 2.000 σ.α.λ.
Αντίθετα, το μοτέρ i20 διψά λες για στροφές, ενώ σε συνδυασμό με το εξαιρετικό χειροκίνητο κιβώτιο έξι σχέσεων, σε βάζει συνεχώς στην πρίζα να στέλνεις τον κινητήρα για δουλειά στην διακεκαυμένη κόκκινη ζώνη. Όχι ότι χρειάζεται, καθώς η μέγιστη ισχύς κορυφώνεται στις 5.500 σ.α.λ. και διατηρείται στο ίδιο επίπεδο έως και τις 6.000, ενώ η ροπή έχει ήδη περιέλθει στην κατιούσα φάση της μετά τις 4.500 σ.α.λ., όπου από τις 1.750 παρουσιάζει διάγραμμα οροπεδίου.
Ο οδηγός του i20 Ν έχει επίσης στη διάθεσή του ένα σκασμό προγράμματα οδήγησης να επιλέξει, αλλά όπως και εμείς θα κινηθεί μάλλον σε αυτά με τις ονομασίες N και N Custom, με το REV Matching πατημένο. Εκτός του γεγονός ότι τα προγράμματα αυτά μειώνουν την παρέμβαση των ηλεκτρονικών, προσφέρουν καλύτερη απόκριση κινητήρα, βαραίνουν το εξαιρετικό σύστημα διεύθυνσης, ενώ αφήνουν ανοιχτά και τα «κλαπέτα» της εξάτμισης για να περάσουν στο περιβάλλον εθιστικά σκασίματα το άσε – πάτα του γκαζιού.
Στο Polo τα πράγματα γίνονται εξίσου γρήγορα αλλά πολύ διαφορετικά. Ο κινητήρας είναι πολύ «γεμάτος» από χαμηλά, ο οδηγός έχει στη διάθεσή του περισσότερες σχέσεις -τις οποίες μπορεί να αλλάζει και χειροκίνητα- ενώ δύσκολα θα βρεθεί χέρι που θα κάνει ταχύτερες αλλαγές από αυτές του DSG. Από την άλλη πλευρά, ειδικά σε αυτά τα μικρά αυτοκίνητα, το χειροκίνητο κιβώτιο δεν έχει πει ακόμα την τελευταία λέξη. Όπως και το συμβατικό χειρόφρενο. Περισσότερα όμως στη συνέχεια.
Η ταχύτητα στο επίκεντρο
Σε επίπεδο επιδόσεων, τα στοιχεία των εργοστασίων και στις δύο περιπτώσεις είναι πολύ κοντά. Σημειώστε μέγιστη ταχύτητα 230 χλμ./ώρα και επιτάχυνση 0-100 χλμ./ώρα σε 6,2 δλ. για το i20, με τα αντίστοιχα νούμερα του Polo να είναι 240 χλμ./ώρα και 6,5 δλ. Το ζήτημα είναι πως αποδίδονται: Αγχολυτικά στο Polo, καταιγιστικά στο i20 και αυτή είναι η πρώτη και ουσιώδης διαφορά των δύο αυτοκινήτων. Η οποία, ευτυχώς, δεν είναι η μόνη.
Ο οδηγός του Polo GTi απλώς πατά το γκάζι και αφήνει τα πράγματα να συμβαίνουν γρήγορα. Ο οδηγός του i20 είναι πολύ πιο συμμετοχικός, λόγω κυρίως του χειροκίνητου κιβωτίου αλλά και των πολύ συχνότερων αλλαγών που επιβάλλουν τα χαρακτηριστικά του κινητήρα. Συγκριτικά, το Polo θα κινηθεί πολύ πιο αποτελεσματικά σε μεγάλες ταχύτητες στο αυτοκινητόδρομο και σε επαρχιακό δίκτυο με ανοιχτή χάραξη. Το i20 όμως είναι πολύ πιο απολαυστικό -και αποτελεσματικό- όταν ο δρόμος ανηφορίζει και ελίσσεται με καμπές μέτριας ή κλειστής γωνίας.
Εξαιρετικό χαρακτηριστικό και των δύο αυτοκινήτων αποτελεί η απόλυτη συνάφεια των κινητήρων με τα πλαίσια, τις αναρτήσεις, τη γεωμετρία και το γενικότερο χαρακτήρα τους. Το i20 N δεν κρύβει ότι αποτελεί το ιδανικό track day αυτοκίνητο στην κατηγορία του. Το Polo GΤi παίρνει τη σκυτάλη στον ανοιχτό δρόμο, όπου ταξιδεύει με την άνεση και το σφρίγος μεγαλύτερων αυτοκινήτων κατά τουλάχιστον δύο κατηγορίες. Ο πολύ έμπειρος οδηγός, θα κρατηθεί εμπρός από το Polo GTi σε δρόμο με στροφές, μόνο όμως αν έχει την εμπειρία να «πατήσει» πάνω στο μπλοκέ διαφορικό, στα μεγαλύτερα μετατρόχια και στο «σαν σανίδα» στήσιμο του i20.
Ακόμα και σε μέτριας ποιότητας άσφαλτο, το i20 N κολλάει σε αυτή όπως το σαλιωμένο γραμματόσημο στο χαρτί, εφ' όσον ο οδηγός δεν φοβηθεί ή δεν κάνει άτσαλες κινήσεις. Το αυτοκίνητο σχεδόν δεν γνωρίζει τις θα πει υποστροφή και κλίσεις, βάζει όλη τη δύναμη στην άσφαλτο και προκαλεί τον οδηγό να πιέσει περισσότερο. Το Polo θα γείρει λίγο περισσότερο και διαχειρίζεται την απώλεια πρόσφυσης με ηλεκτρονικό τρόπο, οπότε χάνει σε ταχύτητα εξόδου από τις στροφές. Είναι όμως πιο φιλικό γιατί προειδοποιεί πολύ πιο νωρίς τον οδηγό. Εδώ να σημειώσουμε ότι με βάση το χαρακτήρα των δύο αυτοκινήτων, τα κιβώτια έρχονται να συνεργαστούν ιδανικά. Το χειροκίνητο εξάρι είναι ταμάμ για το i20, ενώ το Polo GTi μάλλον θα αδικούνταν με κάτι διαφορετικό από το διπλού συμπλέκτη αυτόματο 7 σχέσεων.
Σε επίπεδο ανάρτησης, δυστυχώς το i20 Ν δεν έχει τα ηλεκτρονικά ελεγχόμενα αμορτισέρ του i30 και έτσι η επιλογή του συνδυασμού ελατηρίων – αμορτισέρ για μέγιστη πρόσφυση, δεν αφήνει περιθώρια στην άνεση. Ειδικά στην πόλη, ο οδηγός νοιώθει κάθε τι στην άσφαλτο ακόμα και επιπέδου γόπας τσιγάρου, τη στιγμή που το Polo GTi διαχειρίζεται τις ανωμαλίες του οδοστρώματος με αυτοκρατορική αβρότητα. Βλέπετε έχει και τη δυνατότητα να εξοπλιστεί με μεταβλητής σκληρότητας αμορτισέρ.
Τα φρένα και στα δύο αυτοκίνητα είναι ισχυρά, αλλά αυτά του i20 N με δίσκους 320 χιλ. εμπρός (έναντι 312 στο Polo GTi) είναι πραγματικές άγκυρες και ακούραστα, όσο σκληρά και αν τους φερθείς. Πίσω και τα δύο διαθέτουν δίσκους, με κλασικό χειρόφρενο που βοηθά πολύ τους μερακλήδες να τοποθετήσουν το πίσω μέρος σε μια κατηφορική φουρκέτα ή να επιχειρήσουν μια αναστροφή χωρίς πολλά εμπρός – πίσω.
Διαφορετικός χαρακτήρας
Η τεράστια διαφορά των δύο ταχύτατων μικρών αυτοκινήτων στον τρόπο που ξεδιπλώνουν αλλά και διαχειρίζονται την ισχύ τους, συνεχίζεται και στον τρόπο που εκδηλώνουν τον χαρακτήρα τους. Παρότι στα αμαξώματα οι διαστάσεις είναι ταυτόσημες, με μήκος 4,075 μέτρα για το i20 N και 4,074 για το Polo GTi, τα μεγαλύτερα μετατρόχια και το μεγαλύτερο μεταξόνιο, συνηγορούν στον πιο σπορ χαρακτήρα του πρώτου.
Αντίστοιχα, το αμάξωμα του Hyundai με το γαλάζιο χρώμα, τις μαύρες γυαλιστερές λεπτομέρειες και τους μεγάλους τροχούς των 18'', «φωνάζει» από μακριά τον επιθετικό του χαρακτήρα. Το Polο, απαιτεί μια δεύτερη και ίσως και τρίτη ματιά, κατά βάση στα λογότυπα, για να αντιληφθεί κανείς ότι πρόκειται για την κορυφαία του έκδοση. Το καλό και με τα δύο αυτοκίνητα είναι ότι -αν εξαιρέσει κανείς την πολύ σκληρή και επομένως κουραστική ανάρτηση του Hyundai σε συνθήκες αστικής μετακίνησης- η πρακτικότητα είναι εξαιρετική. Γεγονός που τα καθιστά όχι μόνο ενέσεις αδρεναλίνης, αλλά και λύσεις κάλυψης των καθημερινών αναγκών.
Οι πέντε πόρτες αποκαλύπτουν ένα σχετικά άνετο εσωτερικό και στα δύο αυτοκίνητα, με χαρακτηριστική πληρότητα εξοπλισμού, πρακτικότητα και σωστή εργονομία. Οι σπορ πινελιές δεν λείπουν, αλλά είναι διαφορετικής έντασης. Στο Polo, η αίσθηση είναι αυτής της ολικής ποιότητας, με τις κόκκινες ραφές σε ταμπλό και επενδύσεις να κερδίζουν τις εντυπώσεις. Επίσης, οπτικά, τα πλαστικά του ταμπλό είναι πολύ πιο ικανοποιητικά.
Τέσσερις επιβάτες θα βολευτούν πολύ άνετα, θα απολαύσουν τα πλεονεκτήματα του αυτόματου κλιματισμού δύο ζωνών και θα συνδέσουν τις συσκευές τους εύκολα στα αντίστοιχα συστήματα πολυμέσων, είτε ασύρματα είτε μέσω των 4 θυρών USB που διατίθενται. Στο χώρο αποσκευών έχουμε σαφή υπεροχή του Hyundai, με όγκο 352 λίτρα έναντι 305 του Polo.
Η ώρα του… ταμείου
Την εντελώς διαφορετική ταυτότητα των δύο αυτοκινήτων, εν κατακλείδι, προσδιορίζει και το κόστος. Παρότι τα δύο αυτοκίνητα είναι εξαιρετικά εξοπλισμένα και με μικρές διαφορές, το Hyundai κοστίζει 30.290 στην έκδοση της δοκιμής με το Performance Pack ή από 28.790 ευρώ χωρίς αυτό. Το Volkswagen Polo GTi έρχεται σε μια μόνο έκδοση, αυτή της δοκιμής, με κόστος 36.600 ευρώ. Είναι λοιπόν προφανές ότι η Volkswagen, που θέλησε να δημιουργήσει ένα πιο ώριμο και πολυσχιδές αυτοκίνητο και να το απευθύνει στο αντίστοιχο κοινό, τιμολογεί ανάλογα.
Παρότι «στα χαρτιά» Hyundai i20 N και Volkswagen Polo GTi μοιάζουν σαν ομοζυγωτικά δίδυμα, στην πράξη διαφέρουν όσο και ο φάντης με το ρετσινόλαδο. Πολεμικό, σκληρό, απόλυτο, με μόνο στόχο την αδρεναλίνη τo Hyundai, συναντιέται με το ποιοτικό, άνετο, μεγάλου τουρισμού Volkswagen μόνο σε κάποιο φανάρι, που όταν ανάψει πράσινο πιθανώς να εξελιχθεί μια άτυπη κόντρα με αμφίβολο νικητή.
Έτσι και στις προτιμήσεις μας, μια κέρδιζε το Hyundai και μια το Volks. Αν θέλαμε μια ταχύτατη βόλτα επί αυτοκινητόδρομου, θα διαλέγαμε το Polo. Αν αυτή η βόλτα περιελάμβανε επαρχιακό δίκτυο, θα ψηφίζαμε i20. Στην περίπτωση ωστόσο που βαρύνει το κόστος τόσο αγοράς, όσο επίσης συντήρησης και χρήσης, τότε το Hyundai i20 N δεν έχει αντίπαλο.
Ακολουθήστε την σελίδα του gMotion στο Facebook!