Επαναστάτρια με αιτία: Η Μακαρένα Σάντσες θέλει να αλλάξει για πάντα το αργεντίνικο ποδόσφαιρο
Το αριστερό της χέρι κοσμεί το πρόσωπο της Φρίντα Κάλο, της καλλιτέχνιδας σύμβολο του Μεξικού και του φεμινισμού. «Μου αρέσει πολύ ο αγώνας της, σε μια περίοδο της ιστορίας όπου η κοινωνία ήταν πολύ πιο σκληρή για τις γυναίκες από τώρα», λέει. «Τότε η γυναίκα δεν μπορούσε καν να υψώσει τη φωνή της, και η Κάλο ήξερε πώς να βάλει την τέχνη και τα ιδανικά της πρώτα και να κερδίσει μια θέση σε ένα φαλλοκρατικό περιβάλλον».
Κάθεται στο γρασίδι σε ένα γήπεδο της Κόρδοβα και μπροστά της παιδικές φατσούλες. Αγόρια και κορίτσια που αγαπούν το ποδόσφαιρο. Συλλογίζεται ακόμα μια φορά, πόσο άξιζε να δώσει εκείνον τον αγώνα την «αυγή» του 2019. Και πόσα ακόμα πρέπει να γίνουν.. Στη χώρα που οι πολίτες συντίθενται από σάρκα, αίμα και Ντιέγκο Μαραντόνα, οι ποδοσφαιριστές μπορεί να λατρεύονται σαν Θεοί, οι ποδοσφαιρίστριες όμως αντιμετωπίζονται σαν πολίτες δεύτερης διαλογής κι αυτό η Μακαρένα Σάντσες δεν μπορούσε να το ανεχτεί άλλο.
Η αρχή του ποδοσφαιρικού της ταξιδιού
Ξεκίνησε να παίζει ποδόσφαιρο όταν ήταν περίπου 6 ετών. Για πλάκα. Το να παίζει με την μπάλα στα πόδια της φαινόταν πιο ελκυστικό από τις Barbies. Στη γειτονιά της, στη Σάντα Φε, δεν υπήρχαν ακαδημίες για κορίτσια, το γήπεδό της ήταν η ίδια η γειτονιά. Τα στενά δρομάκια, οι πλατείες. Και ομάδα της, οι φίλοι και γείτονές της.
Αφού δεν υπήρχε η δυνατότητα να εξασκηθεί οργανωμένα σε κάποιο γήπεδο, δοκίμασε το ice hokey και το τένις, αλλά πάντα γυρνούσε στο ποδόσφαιρο. Πάντα. Όταν ήταν 15 ετών εντάχθηκε για πρώτη φορά σε μια ομάδα, στην UNL. Έπειτα στην Colon, στην Logia και το 2012 αποφάσισε ότι πρέπει να ταξιδέψει στο Μπουένος Άιρες για να έχει ρεαλιστικές πιθανότητες εξέλιξης. Τελείωσε το σχολείο και σπούδασε Φυσική Αγωγή για ένα χρόνο. Σε όλα τα μαθητικά της χρόνια ονειρευόταν ότι πηγαίνει στα δοκιμαστικά της Μπόκα Τζούνιορς. Γενικά δεν υπήρχαν πηγές πληροφόρησης για το ποδόσφαιρο Γυναικών, πέρα από εκείνο το φυλλάδιο που μοίραζαν έξω από το σχολείο της.
Πέθαινε να πάει να δοκιμαστεί, αλλά πάντοτε απέφευγε να αντιμετωπίσει τη μαμά της. Τελικώς δεν της το είπε ποτέ. Δεν χρειάστηκε. Ο προπονητής της UAI Urquiza την είδε σε μια φιλική αναμέτρηση και της ζήτησε να τη δοκιμάσει για μια εβδομάδα. Στην UAI Urquiza παρέμεινε επτά χρόνια. Κέρδισε 4 πρωταθλήματα, και την τρίτη θέση στο Copa Libertadores Femenina. Σε όλα τα χρόνια παρουσίας της στην ομάδα έβλεπε τις διαμαρτυρίες των αθλητριών που ζητούσαν την επαγγελματοποίηση του γυναικείου ποδοσφαίρου. Χρέος που στην περίπτωση των ανδρών είχε αποπληρωθεί πριν από 100 χρόνια.
Η μεγάλη απόφαση
Η ίδια δεν φανταζόταν ποτέ πως θα μπορούσε να συμβάλει με τόσο καθοριστικό τρόπο στην αλλαγή που τόσο επιθυμούσε. Κι όμως, όταν στις 13 Μαρτίου του 2019, ο πρόεδρος της AFA, Claudio 'Chiqui' Tapia, υπέγραψε με τους Unionized Argentine Soccer Players (FAA) μια συμφωνία που υποχρέωνε κάθε έναν από τους 16 συλλόγους της πρώτης κατηγορίας να υπογράφουν επαγγελματικά συμβόλαια σε οκτώ παίκτες της ομάδας τους, μεγάλο ποσοστό της επιτυχίας σε εκείνη πιστωνόταν.
Τον Γενάρη του 2019, η ομάδα απροειδοποίητα κι αναίτια την απέλυσε. Τότε βρέθηκε μπροστά σε ένα δίλημμα. Είχε φτάσει σε ένα επίπεδο που μισούσε το ποδόσφαιρο. Υπέφερε από αυτό. Όχι από το ίδιο το άθλημα, αλλά για όσα το περιέβαλαν. Μπορούσε να σταματήσει. Να κλείσει για πάντα αυτό το κεφάλαιο στη ζωή της ή να κάνει κάτι για να αλλάξει η κατάσταση.
Τα ζύγισε μέσα της. Αυτό που την τρόμαζε περισσότερο ήταν η πιθανότητα εκφοβισμού. Αν κινούταν νομικά απέναντι στον σύλλογο και την ομοσπονδία η πιθανότητα να μην ξαναπαίξει ποτέ ποδόσφαιρο ήταν μεγάλη. Όμως αν ξεκινούσε τον αγώνα, τότε μπορεί κάτι να άλλαζε προς την επιθυμητή κατεύθυνση. Την μια στιγμή σκεφτόταν «οκ, με έδιωξαν, δεν θα παίξω άλλο». Και την άλλη «όχι, πρέπει να κάνω κάτι ωφέλιμο για όλη την ομάδα». Της πήρε περίπου ένα 24ωρο να αποφασίσει.
Υπέβαλε μήνυση τόσο στον σύλλογο, όσο και στην Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία της χώρας. Ζήτησε αποζημίωση για τα επτά χρόνια παρουσίας της στην ομάδα. Και δεν σταμάτησε ούτε όταν δέχθηκε απειλές για τη ζωή της! Ο αγώνας της έλαβε τεράστια αναγνώριση. Διεθνή Μέσα, όπως ο Guardian, οι New York Times και το BBC ασχολήθηκαν με το ζήτημα: στη χώρα του Μέσι, στη χώρα του φανατισμού για το ποδόσφαιρο, οι γυναίκες δεν μπορούν να παίξουν. Έγραφαν.
Όταν πήγε να αποχαιρετήσει τις συμπαίκτριές της και δεν τους είπε λέξη. Δεν ήθελε να δημιουργήσει πρόβλημα, να τους βάλει να επιλέξουν ανάμεσα στον σύλλογο και εκείνη. Ήταν ένα ρίσκο και για αυτούς δεν ήθελε να τους ασκήσει πίεση. Όλοι το έμαθαν όταν δημοσιοποίηση την κίνησή της.
Χρέος 100 ετών
Άτυπα συμβόλαια, επισφαλείς μισθοί, έλλειψη ιατρικής ασφάλισης, δουλειά μερικής απασχόλησης που ουδεμία σχέση είχε με τον αθλητισμό, έλλειψη τηλεοπτικής μετάδοσης αγώνων: η πραγματικότητα του γυναικείου ποδοσφαίρου στην Αργεντινή ωθεί όσες θέλουν να αφοσιωθούν σε αυτό το άθλημα να επιβιώσουν με άλλο τρόπο. Να σπουδάσουν, να εργαστούν σε άλλον τομέα, να έχουν σίγουρα κάποια άλλη προϋπηρεσία για όταν έρθει η στιγμή να αποσυρθούν. Ενδεχομένως μόνο το Μπουένος Άιρες να επιτρέπει μια κάποια... ορατότητα στις παίκτριες. «Νομίζω ότι οι σύλλογοι δεν θέλουν να μας αναγνωρίζουν ως επαγγελματίες επειδή τους ενοχλεί μια γυναίκα να καταλαμβάνει μέρη που ιστορικά καταλαμβάνονται από άνδρες. Η φαλλοκρατική σκέψη των ανθρώπων που έχουν εξουσία είναι το μόνο πράγμα που εμποδίζει τον επαγγελματισμό».»
Οι σύλλογοι και η Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου της Αργεντινής δεν μας αναγνωρίζουν ως εργαζόμενους και μας αρνούνται βασικά δικαιώματα όπως μισθό, κάτι που παίρνουν οι άνδρες παίζοντας ποδόσφαιρο και άλλα βασικά πράγματα και εργαλεία που χρειάζεται κάθε αθλητής υψηλών επιδόσεων: μέρη για προπόνηση, παπούτσια, ιατρική κάλυψη και ρούχα...» Η Σάντσες από τα επτά χρόνια που υπηρέτησε την UAI χρειάστηκε τα τελευταία 4-5 να εργαστεί στην εταιρεία περιβαλλοντικής υγιεινής CBA, που εξαρτάται από την UAI, στο διοικητικό κομμάτι. Ήξερε την πρακτική που ακολουθούσε το κλαμπ. Αντί να πληρώσει τις παίκτριες τους παραχωρούσε στέγη, δουλειά ή πανεπιστημιακές υποτροφίες. Με αυτό τον τρόπο επιδίωκαν να «δέσουν» τις αθλήτριες στον σύλλογο.
Οι παίκτριες δεν ζούσαν απευθείας από το ποδόσφαιρο, αλλά μέσω αυτών. Αν ένας σύλλογος αποφάσιζε να λύσει τη συνεργασία του με μία παίκτρια τότε εκείνη τα έχανε όλα. Βρισκόταν στο μηδέν. Βέβαια, υπήρχαν και σύλλογοι σε ακόμα πιο δεινή κατάσταση, στους οποίους τα κορίτσια σε περίπτωση τραυματισμού έπρεπε να καλύψουν ακόμα και το κόστος της επέμβασής τους.
Μιλώντας τον Φλεβάρη του 2019 στην Guardian αποκάλυψε ότι παρότι η ανδρική ομάδα της Urquiza αγωνίζεται στην τρίτη κατηγορία οι παίκτες της μπορούν να ζήσουν από το ποδόσφαιρο, σε αντίθεση με τις αθλήτριες της γυναικείας ομάδας που ανταγωνίζεται με την Μπόκα Τζούνιορς και τη Ρίβερ Πλέιτ για το πρωτάθλημα στην α' εθνική κατηγορία του ποδοσφαίρου της χώρας, συμμετέχει σε διεθνείς διοργανώσεις και στελεχώνει τη μισή Εθνική Ομάδα Γυναικών της Αργεντινής.
«Είναι πολύ απογοητευτικό. Έχουν καλύτερους μισθούς, καλύτερες συνθήκες και μπορούν να ζήσουν όντας ποδοσφαιριστές. Εμείς, δυστυχώς, δεν μπορούμε. Έχουμε καλύτερα αποτελέσματα, περισσότερα πρωταθλήματα και έχουμε παίξει ακόμη και διεθνή τουρνουά, αλλά μας θεωρούν κατώτερους μόνο και μόνο επειδή είμαστε γυναίκες».
Μάλιστα, όπως είπε, η κατάσταση σε άλλους συλλόγους ήταν ακόμα χειρότερη, αφού οι αθλήτριες αναγκάζονταν να βάζουν από την τσέπη τους για να παίξουν στο κλαμπ, πληρώνοντας ακόμα και για τον αθλητικό εξοπλισμό, την αστυνομία, τους γιατρούς και το ασθενοφόρο για την ασφάλεια ενός αγώνα. Το να καλύψει το κλαμπ τα ιατρικά έξοδα σε περίπτωση τραυματισμού ήταν μακρινό όνειρο. «Η κοινωνία μας συνεχίζει να είναι οπισθοδρομική και μισογυνική. Οι γυναίκες υποφέρουν από διακρίσεις και διάφορα είδη βίας», τόνισε η Σάντσεθ.
Τον Ιανουάριο του 2019, λοιπόν η 27χρονη τότε αθλήτρια αποφάσισε να κινηθεί νομικά ενάντια τόσο της ομάδας, όσο και της Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου της Αργεντινής ζητώντας αποζημίωση για τα επτά χρόνια υπηρεσίας της στην UAI Urquiza. Δήλωσε μάλιστα ότι η καλύτερη αποζημίωση θα ήταν η αναγνώριση των γυναικών ως επαγγελματιών αθλητών. Οι προσπάθειές της υποστηρίχθηκαν από μεγάλο μέρος της ποδοσφαιρικής κοινότητας, πρώην παίκτες, πολιτικούς, καλλιτέχνες και φεμινιστικές οργανώσεις.
«Έλαβα μεγάλη υποστήριξη από τις παίκτριες, από πολλές ομάδες από όλη τη χώρα, από το φεμινιστικό κίνημα και από πολλές ομάδες εργαζόμενων γυναικών. Επίσης πρώην ποδοσφαιριστές, καλλιτέχνες και πολιτικοί. Ήταν πολύ συγκινητικό γιατί σε αυτές τις περιπτώσεις είναι πολύ σημαντικό να νιώθεις συντροφιά. Δεν είναι εύκολο για μια γυναίκα να διεκδικήσει τα δικαιώματά της μπροστά σε «ανδρικές οντότητες» και με πολλή δύναμη. Γι' αυτό είναι σημαντικό να γνωρίζω και να νιώθω ότι δεν είμαι μόνος».
Τον Μάρτιο του 2019 κατάφερε να πανηγυρίσει. Η Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία της Αργεντινής ανακοίνωσε την ίδρυση ενός πανεθνικού επαγγελματικού πρωταθλήματος γυναικών, με τις αρχές να δεσμεύονται να πριμοδοτούν με 3.000 δολάρια μηνιαίως τους συλλόγους που υπογράφουν τουλάχιστον 8 επαγγελματικά συμβόλαια. Ο Πρόεδρος της Σαν Λορέντζο, ένα μήνα μετά, ανακοίνωσε την υπογραφή των πρώτων επαγγελματικών συμβολαίων για το ποδόσφαιρο Γυναικών της χώρας. Η Μακαρένα Σάντσες ήταν μία από τις 15 παίκτριες! Η ομάδα χρηματοδότησε τα οκτώ συμβόλαια και η AFA συνείσφερε στα υπόλοιπα.
Στον ίδιο δρόμο και κάποιες ακόμα ομάδες. Για παράδειγμα η γυναικεία ομάδα της Μπόκα Τζούνιορς τον Μάρτη εκείνης της χρονιάς έπαιξε για πρώτη φορά στο θρυλικό Μπομπονέρα με πολλούς άνδρες φιλάθλους αλλά και παίκτες της ανδρικής ομάδας να παρακολουθούν από τις κερκίδες.
«Δεν είναι βιώσιμο το ποδόσφαιρο Γυναικών», ισχυρίζονται πολλοί. «Δεν το κάνουν βιώσιμο», απαντάντε οι παίκτριες. Δεν μεταδίδουν τηλεοπτικά τα παιχνίδια, δεν προσπαθούν να βάλουν τα παιχνίδια σε πιο νορμάλ ώρες, ώστε να μπορεί ο κόσμος να πάει να τα δει, αλλά στις 9 το πρωί. Υπάρχουν γήπεδα τα οποία δεν έχουν καν κερκίδες .Δεν πωλείται ως προϊόν γιατί δεν θέλουν να το πουλήσουν.
Το κίνημα #NiUnaMenos, η μάτσο κουλτούρα και το μέλλον του ποδοσφαίρου Γυναικών
Αν κάποιος της ζητήσει να παρουσιάσει τον εαυτό της θα πει: Είμαι η Μακαρένα, είμαι 27 χρονών και ποδοσφαιρίστρια. Στόχος μου είναι να γίνει επαγγελματικό το γυναικείο ποδόσφαιρο και να σταματήσει να είναι αυτό που... έχουμε συνηθίσει: ομοφοβικό, τρανσφορικό, μισοσύγυνικο και φαλλοκρατικό. Δεν γίνεται οι παίκτριες να μην έχουν συμβόλαιο, νομική προστασία, και οι σύλλογοι να μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν. Να μην υπάρχει ένα σωματείο, ένας φορέας που θα τις προστατεύει. Οι γυναίκες ζητούν να τους φέρονται όπως στους άνδρες γιατί κάνουν ακριβώς την ίδια δουλειά και την κάνουν με τριπλάσια προσπάθεια καθώς όλες τους πρέπει να βρίσκουν άλλες πηγές εισοδήματος και αυτό δεν τους επιτρέπει να αφοσιώνονται 100% στο ποδόσφαιρο ούτε και να το απολαμβάνουν.
Για όλα αυτά η Μακαρένα Σάντσες ένωσε το ποδόσφαιρο με τον φεμινισμό. Βασικά όπως παραδέχεται σε τοπικό Μέσο, ήταν πάντα φεμινίστρια απλά δεν το γνώριζε, δεν το είχε ονοματίσει. Την στεναχωρούσαν οι αδικίες, οι διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών σε πολλούς τομείς. Είδε τότε το κίνημα #NiUna Menos και κατάλαβε ότι θέλει να δώσει έναν φεμινιστικό αγώνα.
Ο φεμινισμός άλλαξε τη ζωή της... Κάπως την μπέρδεψε αρχικά, γιατί έπρεπε να αποδομήσει τον εαυτό της. Κατάλαβε ότι όλα όσα σκεφτόταν ήταν λάθος. Μετά την άλλαξε προς το καλύτερο...«Στο περιβάλλον του γυναικείου ποδοσφαίρου, έχουμε σημειώσει μεγαλύτερη πρόοδο τον τελευταίο μήνα από όση κάναμε όλο το διάστημα από το 1991, όταν ξεκίνησε το άθλημα», δήλωσε μετά την επιτυχία του αγώνα της. «Ναι, πετύχαμε μεγάλη προβολή. Έχουμε υψώσει τις φωνές μας. Όλα όμως επιτυγχάνονται πολύ αργά, λίγο-λίγο, γιατί εξακολουθεί να είναι ένα πολύ φαλλοκρατικό περιβάλλον.», πρόσθεσε. «Πρέπει να σταματήσουμε να βλέπουμε το γυναικείο ποδόσφαιρο ως τα κορίτσια που απλώς διασκεδάζουν και να το αναγνωρίσουμε ως επάγγελμα. Γυναίκες που εργάζονται, τα δικαιώματα των οποίων δεν εκπληρώνονται. Αυτός είναι ο αγώνας μας».
Ήταν μια νίκη σε έναν πόλεμο που συνεχίζεται...
«Υπάρχουν πράγματα που είναι σημαντικά και άλλα που είναι επείγοντα. Πρώτα, πρέπει να πάμε σε αυτά που είναι επείγοντα. Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε μόνο σε 8 από τους 30 παίκτες να έχουν συμβόλαια, συνεχίζει να είναι αποκλειστικό και μεροληπτικό. Μεταξύ των παικτών θα γίνει ένα κλίμα που δεν είναι καλό για το ποδοσφαιρικό περιβάλλον. Υπάρχουν παίκτες που χρειάζονται πραγματικά αυτά τα χρήματα, ακόμα κι αν δεν είναι κάτι με το οποίο μπορούμε να ζήσουμε. Μου φαίνεται ότι συνεχίζοντας να ζητάμε τα συμβόλαια των κοριτσιών που δεν Το να το έχεις σήμερα είναι επείγον και κάνει αυτό που συνέβη σε μένα να μην συμβεί, να σε πετάξουν στη μέση του τουρνουά χωρίς κανενός είδους παράπονο, δεν έχουμε προστασία ή τίποτα νόμιμο, τα συμβόλαια δεν αφορούν μόνο το χρηματικό κομμάτι αλλά με ό,τι αυτό συνεπάγεται», δηλώνει καθισμένη στην τραπεζαρία της Σαν Λορέντζο.
«Ένα εθνικό, λαϊκό, δημοκρατικό και φεμινιστικό 2019. ΤΟ ΓΥΝΑΙΚΕΙΟ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟ ΚΑΙ Η ΕΚΤΡΩΣΗ ΝΟΜΙΜΗ, CARAJO», ήταν η επιθυμία που εξέφρασε η Μακαρένα Σάντσες στον λογαριασμό της στο Twitter λιγότερο από μία ώρα μετά την αλλαγή της χρονιάς. Όταν έγραφε αυτές τις λέξεις δεν φανταζόταν ότι ένα από τα μεγάλα της όνειρα θα γινόταν πραγματικότητα κι ότι θα ήταν πρωταγωνίστρια και έμβλημα ενός αγώνα που δίνουν χιλιάδες ποδοσφαιρίστριες. Ότι έμελλε να ξεκινήσει η καταιγίδα.
Ακολούθησε το GWomen στο instagram
Στείλε μας νέα, ιδέες, προτάσεις, απορίες για τον γυναικείο αθλητισμό στο [email protected]