Ο πατέρας της Λίντια Γουίλιαμς γεννήθηκε στο πλάι μιας λίμνης. Δεν είχε πιστοποιητικό γέννησης και έπρεπε να αποδείξει ότι... υπάρχει, όταν η Αυστραλία χορήγησε υπηκοότητα το 1967 για τους Αβορίγινες. Μεγάλωσε στην ύπαιθρο στη δυτική πλευρά της ηπείρου, μακριά από τις αστικές περιοχές, χωρίς πραγματικά να αποτελεί μέρος της κοινωνίας.
Αναγκάστηκε να σταματήσει από το σχολείο βιώνοντας ακραίο ρατσισμό. Στην εφηβεία, στράφηκε στο αλκοόλ. Ένιωθε πολύ πόνο. Του έλειπε η πατρική φιγούρα. Πατέρα δεν γνώρισε ποτέ. Ανήκε στην «Κλεμμένη Γενιά» (παιδιά των Αυστραλών Αβοριγίνων που απομακρύνθηκαν από τις οικογένειές τους από τις κρατικές υπηρεσίες). Δεν ήξερε την ταυτότητά του, τον προορισμό του στη ζωή, μέχρι την ημέρα που ένας ιεραπόστολος επισκέφθηκε τη φυλή του.Τότε αποφάσισε ότι ήθελε να γίνει «ταξιδιώτης του καλού». Ιεραπόστολος. Εγκατέλειψε το αλκοόλ, πήρε μια κιθάρα και ταξίδεψε ξυπόλητος (ή) και με ποδήλατο σε κοινότητες σε όλη τη δυτική Αυστραλία προσπαθώντας να βοηθήσει ανθρώπους που έχουν χάσει τον εαυτό τους.
Η μητέρα της μεγάλωσε στην Οκλαχόμα, στις ΗΠΑ, σε στρατιωτική οικογένεια. Εργάστηκε ως δασκάλα λυκείου και έγινε βοηθός χρηματιστή στη Wall Street. Ζούσε και εργαζόταν στην καρδιά της Νέας Υόρκης. Τίποτα από αυτά όμως δεν την έκανε να νιώθει γεμάτη. Μια μέρα της ζητήθηκε από την τοπική εκκλησία να προσφέρει εθελοντικά σε ένα ιεραποστολικό ταξίδι στην Αυστραλία με στόχο να συνεργαστεί με τους αυτόχθονες της ερήμου.
Δεν το σκέφτηκε δεύτερη φορά. Μετακόμισε στην Αυστραλία, ζούσε στη μέση της ερήμου βοηθώντας όσους ανθρώπους ήταν σε ανάγκη. Σε πολλές κοινότητες των Αβορίγινων, γινόταν κατάχρηση ναρκωτικών και αλκοόλ και υπήρχαν πολλά περιστατικά ενδοοικογενειακής βία. Η μητέρα της κρατούσε ανοιχτή την σκηνή της για όποιες γυναίκες χρειάζονταν ένα ασφαλές μέρος για ύπνο. Η δράση της στη μέση της ερήμου έγινε γρήγορα γνωστή και δεν άργησε να έρθει η συνάντηση με τον πατέρα της Λίντια μια παραμονή πρωτοχρονιάς.
Ο ρατσισμός και η αναζήτηση της ταυτότητας
Οι δυο τους ερωτεύτηκαν με την πρώτη ματιά. Έγραφαν γράμματα ο ένας στον άλλον για τέσσερις μήνες. Μέσα σε εκείνα τα γράμματα ήρθε και η πρόταση γάμου. Η μητέρα της αποφάσισε λοιπόν να αφήσει για πάντα τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο γάμος τους έγινε σε ένα σημείο σφαγής των Αβορίγινων. Ο πατέρας της ήθελε στο σημείο της γης που έγινε κάτι τόσο αισχρό, εκεί που γεννήθηκε ο φόβος, να φυτρώσει και λίγη ομορφιά, λίγη αγάπη.
Η Λίντια Γουίλιαμς γεννήθηκε στις 13 Μαΐου του 1988. Έμαθε από μικρή ότι όταν περπατάει στον δρόμο με τον πατέρα της, ήταν η κόρη του μαύρου. Μεγαλώνοντας δοκίμασε όλα τα σπορ. Όταν ερχόταν να την πάρει μετά το τέλος κάποιου αγώνα ο πατέρα της, οι άνθρωποι την κοιτούσαν παραξενεμένοι και τη ρωτούσαν: «αυτός είναι ο πατέρας σου;». Βλέπετε η ίδια ήταν λευκή. Της έθεταν πολλές παρόμοιες ερωτήσεις αναφορικά με την καταγωγή και το χρώμα του δέρματός της.
Η ίδια μεγαλώνοντας στο Kalgoorlie, μια πόλη 560 χιλιόμετρα μακρά από το Περθ, συμμετείχε τόσο σε δραστηριότητες των Αβορίγινων, όσο και ασχολίες των γηγενών. Παντού υπήρχαν επικριτικά βλέμματα. Παρότι πέρασε μεγάλο μέρος της ζωή της στην έρημο, μαθαίνοντας τη γη και τον πολιτισμό των Αβορίγινων, δεν έμοιαζε πολύ με τους ιθαγενείς. Ενώ στο σχολείο, όταν μιλούσε χρησιμοποιώντας τη διάλεκτο των ιθαγενών, έλεγαν «ω είναι μαύρη».
Δεν ένιωθε μαύρη, ούτε φαινόταν. Δεν μιλούσε με τον τρόπο που έκαναν οι λευκοί. Ήταν όλα μπερδεμένα. Ποτέ δεν διαχώρισε την κουλτούρα του πατέρα της, και εκείνη της μητέρας της. Έβλεπε απλώς πώς ήταν ως άνθρωποι. Πώς φέρονταν στους άλλους, ανεξάρτητα από το ποιοι ήταν, τι χρώμα είχε το δέρμα τους, από πού προέρχονται.
Υπήρχαν ημέρες, που περπατούσε με τον πατέρα της στον δρόμο και έβλεπαν κάποιον αλκοολικό ξαπλωμένο στην άκρη του πεζοδρομίου. Ήταν εκείνες οι ημέρες που η μητέρα της πήγαινε για δουλειά, δεν προλάβαινε να μαγειρέψει και τους άφηνε 20 δολάρια για φαγητό. Ο πατέρα της τα έδινε στον άνθρωπο που ήταν σε ανάγκη. Να περάσει έστω ένα βράδυ σε κάποιο ξενοδοχείο. «Αυτοί οι άνθρωποι χρειάζονται τα λεφτά περισσότερο από εμάς», της έλεγε.
Η αλληλεγγύη ως τρόπος ζωής και ο αθλητισμός ως λύτρωση
Τους έβλεπε μεγαλώνοντας να βοηθούν συνέχεια. Ταξίδευαν συνεχώς και προσέφεραν με όποιον τρόπο ήταν εφικτό να το κάνουν. Υπήρχαν διαστήματα που έμενε μόνη της. Έμαθε έτσι να είναι ανεξάρτητη. Έμαθε να φροντίζει τον εαυτό της. Άλλες φορές ταξίδευε μαζί τους. Στο Σίδνεϊ, όταν ήταν 9. Στη Καμπέρα όταν ήταν 11. Το ποδόσφαιρο όπως και το μπάσκετ στην αρχή τουλάχιστον, ήταν ο τρόπος να κάνει φιλίες. Να νιώθει ότι επιτέλους κάπου ανήκει. Η τοπική ομάδα στην οποία εγγράφηκε ήταν μια λύτρωση. Αποφάσισε να παίξει ως τερματοφύλακας ώστε να συμμετάσχει στην πρώτη κατηγορία.
Συγκεκριμένα οι υπεύθυνοι της είπαν πως μπορεί στην τέταρτη κατηγορία θα μπορούσε να παίξει σε οποιαδήποτε θέση. Στην πρώτη μόνο ως τερματοφύλακας. Κι εκείνη απάντησε: «έχω παίξει ράγκμπι. Ξέρω πως να κλωτσάω και να πιάνω την μπάλα, θα παίξω τερματοφύλακας». Ο προπονητής της ομάδας ήταν ιθαγενής, αλλά από άλλος μέρος της Αυστραλίας. Όταν γνώρισε τον πατέρα της, υπήρχε εξ αρχής ένα μαγικό δέσιμο, γεγονός που βοήθησε στο να γίνει κι αυτός αποδεκτός και να αναπτύξει γνωριμίες με τους γονείς των άλλων κοριτσιών. Εκείνη η ομάδα τη βοήθησε να ξεπεράσει τα εμπόδια, να νιώσει άνετα σε μια νέα πόλη. Να γνωρίσει τους ανθρώπους.
Ο αθλητισμός για εκείνη έγινε το ταξίδι της να βρει τον εαυτό της, να βρει τον προορισμό της. Πρότυπό της ήταν η λαμπαδηδρόμος Καθι Φρίμαν. Όταν την είδε στους ΟΑ του Σίδνεϊ ήξερε ότι ήθελε να γίνει σαν κι αυτή. Αυτή η γηγενής αθλήτρια κουβαλούσε τις ελπίδες ενός ολόκληρου έθνους. Μπορούσε να τη φανταστεί να κάνει τζόκινγκ στο στάδιο κρατώντας τη σημαία της Αυστραλίας των Αβορίγινων. Να είναι περήφανη για το ποια είναι.
Όταν στα 15 της έχασε τον πατέρα της, δεν μίλησε σε κανέναν για 8 μήνες. Αν κάποιος τη ρωτήσει για εκείνη τη χρονιά δεν τη θυμάται. Σαν να μην την έζησε. Στα 16 έγινε διεθνής με την Αυστραλία. Προβιβάστηκε στην υψηλότερη κατηγορία. Ο πόνος της έγινε κίνητρο. Έπαιξε για την Canberra United για πέντε χρόνια. Το 2012 έπαιξε για μια σεζόν στη σουηδική Pitea IF, κι ύστερα επέστρεψε εκ νέου στην Canberra United. Ακολούθησε το πέρασμά της από τις ΗΠΑ για τις Reign FC, Houston Dash and Western New York Flash. Και η μεταγραφή της στην Melbourne City, πριν την Άρσεναλ και τη γυναικεία Premier League.
Η Λίντια Γουίλιαμς αναδείχθηκε δύο φορές Γυναίκα Ποδοσφαιριστής της Χρονιάς για την περίοδο 2011/12 και 2015/16 και επιλέχθηκε στην ομάδα της W-League τη σεζόν 2016/17. Βραβεύτηκε ως τερματοφύλακας της χρονιάς στη W-League για τις σεζόν 2010/11, 2011/12 και 2016/17. Το 2019 έγραψε ένα παιδικό βιβλίο με τίτλο: Saved. Εκεί περιγράφει τις εμπειρίες της ζωής της. Από την έρημο ως την καριέρα της ως Αβορίγινας γυναίκα ποδοσφαιρίστρια!