Βρισκόμαστε στις αρχές του 1980. Ο Παναθηναϊκός του Χουάν Ραμόν Ρότσα και των υπόλοιπων μεγάλων ποδοσφαιριστών υποδέχονται στην κατάμεστη Λεωφόρο Αλεξάνδρας την πανίσχυρη εθνική Ρουμανίας. Το ματς τελειώνει, οι 35.000 θεατές του, όμως, δεν φεύγουν από το γήπεδο. Σειρά τώρα ο αγώνας της νεοσύστατης γυναικείας ομάδας του Τριφυλλιού.
Το κοινό, ενώ ξαφνιάζεται στην αρχή, ενθουσιάζεται με τις ποδοσφαιρίστριες του Παναθηναϊκού και δεν σταματά να τα χειροκροτεί. Ανάμεσα στους θεατές του αγώνα είναι και οι αποστολές των δύο ανδρικών ομάδων. Μετά τη λήξη του αγώνα, μάλιστα, ο προπονητής της εθνικής Ρουμανίας κατεβαίνει στον αγωνιστικό συγχαίρει την επιθετικό των πρασίνων, Άννα Κουτσοπούλου, για την εμφάνισή της και της δίνει συγχαρητήρια. Η γυναικεία ομάδα του Παναθηναϊκού είχε γίνει γνωστή στα πέρατα της Ευρώπης.
Το ημερολόγιο πηγαίνει 10 χρόνια πίσω. Σ’ ένα μικρό χωριό της Καρδίτσας, ένα κορίτσι ακούει από το ραδιόφωνο με αγωνία τον τελικό του Γουέμπλεϊ, τον αγώνα που ο Παναθηναϊκός έφτασε μια ανάσα από το να κατακτήσει το Κύπελλο Πρωταθλητριών κόντρα στον Άγιαξ. Η Γιώτα Σουλιώτου αγαπάει το τριφύλλι αλλά το κυριότερο, αγαπά να παίζει ποδόσφαιρο με τα παιδιά του χωριού στην αλάνα.
Το όραμα του Γιώργου Βαρδινογιάννη για το γυναικείο ποδόσφαιρο
Τελειώνει το σχολείο και έρχεται στην Αθήνα για να πιάσει δουλειά. Ως τη στιγμή που πέφτει πάνω στην εφημερίδα, η οποία θα της αλλάξει τη ζωή μια για πάντα. «Εγώ ήρθα στην Αθήνα τέλη της δεκαετίας του ‘70. Άνοιξα μια εφημερίδα και είδα στις αγγελίες πως ο Παναθηναϊκός αναζητεί κορίτσια για να στελεχώσει τη νέα γυναικεία ομάδα. Το επεξεργάστηκα στο μυαλό μου και είπα “θα πάω”» εξηγεί η ίδια σήμερα.
Πηγαίνει στην πρώτη προπόνηση και αυτό που αντικρίζει την εντυπωσιάζει. Περισσότερα από 30 κορίτσια από όλη την Αθήνα είχαν φτάσει στο γήπεδο για να δηλώσουν πως θέλουν να παίξουν ποδόσφαιρο.
Προπονητής της ομάδας είναι ο Γκόμεζ ντε Φαρία, ο Πορτογάλος τεχνικός, ο οποίος μνημονεύεται ακόμη ως σήμερα, καθώς θεωρείται ο άνθρωπος που έφερε τον Χουάν Ραμόν Ρότσα στην Ελλάδα. Από τις 30 κοπέλες που έφτασαν στην προπόνηση, παραμένει στην ομάδα ένας κορμός 20 εξαιρετικών ποδοσφαιριστριών. Η Γιώτα γίνεται βασική τερματοφύλακας της ομάδας και αναντικατάστατη, καθώς εκείνη την εποχή, δεν υπήρχε αναπληρωματική.
Πρωτεργάτης της προσπάθειας δημιουργίας της ομάδας, όπως εξηγεί η ίδια, ήταν ο Γιώργος Βαρδινογιάννης, ο οποίος είχε παρακολουθήσει γυναικείο ποδόσφαιρο στο εξωτερικό και ήθελε να το φέρει στην Ελλάδα.
Την εποχή εκείνη, όμως, δεν υπήρχε σχεδόν καμιά υποδομή στη χώρα. «Πριν ξεκινήσει ο Παναθηναϊκός, το γυναικείο ποδόσφαιρο δεν υπήρχε ούτε σαν ιδέα στην Ελλάδα. Παίζαμε μπάλα και μας κοιτούσαν περίεργα» θυμάται η Γιώτα Σουλιώτου σήμερα.
Η εικόνα παρέμεινε ίδια και τις επόμενες χρονιές. Επίσημο πρωτάθλημα δεν υπήρχε και οι μόνοι αγώνες που έδιναν ήταν με τη δεύτερη γυναικεία ομάδα της Αθήνας, την Ολυμπιάδα Κηφισιάς, και με διάφορους ερασιτεχνικούς συλλόγους που έπαιζαν στα τοπικά της πόλης.
Αρωγοί στην προσπάθειά τους ήταν και οι ποδοσφαιριστές της ανδρικής ομάδας του τριφυλλιού, με τους οποίους γνωρίζονταν προσωπικά. «Είχαμε γνωρίσει όλους τους ποδοσφαιριστές του Παναθηναϊκού. Τον Ρότσα, τον Καρούλια. Με τον Δεληκάρη, μάλιστα, όταν είχα τραυματιστεί κάναμε φυσιοθεραπείες δίπλα - δίπλα».
Από τον Παναθηναϊκό στη Δόξα Πειραιά
Η ομάδα σταματά τη λειτουργία της, δυο χρόνια αργότερα. Όπως έμαθε η ίδια αργότερα, υπήρχαν αφόρητες πιέσεις να διαλυθεί η ομάδα, καθώς θεωρούνταν από κάποιους πως το γυναικείο τμήμα έκανε κακό στη φήμη της ομάδας.
Η Γιώτα Σουλιώτου, όμως, γνωρίζει πως ο «Καπετάνιος» ήθελε να συνεχίσει η ομάδα και με το παραπάνω. «Είχε μεγάλη αγάπη για την ομάδα. Μας ακολουθούσε σχεδόν σε κάθε παιχνίδι. Ερχόταν στις προπονήσεις, μας καλούσε συχνά στο γραφείο του για να μας ρωτήσει αν μας απασχολούσε κάτι. Με δικιά του εντολή μπορούσαμε να τρώμε δωρεάν στο κυλικείο του γηπέδου και να βλέπουμε τζάμπα τους αγώνες. Σε μια κοπέλα, μάλιστα, απ’ ότι γνωρίζω, της είχε δώσει χρήματα για να τελειώσει τη σχολή της. Ήταν και είναι ωραίος ο τύπος ο Γιώργος» σημειώνει η ίδια.
Στο άκουσμα της διάλυσης της ομάδας, τα κορίτσια σοκάρονται. Συγκεντρώνονται σ’ ένα σπίτι στο Μαρούσι και αποφασίζουν να κάνουν κάτι πρωτόγνωρο για τα δεδομένα της εποχής. Να δημιουργήσουν έναν δικό τους σύλλογο από την αρχή. Το όνομα αυτού: Δόξα Πειραιά.
Βρισκόμαστε πια στα μέσα της δεκαετίας του 1980 και γυναικείες ομάδες αρχίζουν να ξεπηδούν σ’ όλη τη χώρα. Στη Θεσσαλονίκη, στη Λάρισα, στην Καβάλα. Το 1989, ύστερα από δικιά τους πρωτοβουλία, λαμβάνει χώρα το πρώτο πειραματικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου γυναικών στην Ελλάδα. Πρωταθλήτριες είναι τα κορίτσια της Δόξας. Το ίδιο σκηνικό επαναλαμβάνεται για περίπου 5 χρόνια. Τα πρώην κορίτσια του Παναθηναϊκού είναι αχτύπητα.
Όσο περνούσαν, όμως, τα χρόνια, οι απαιτήσεις ήταν μεγαλύτερες και οι ίδιες δεν μπορούσαν πια να στηρίξουν μόνες τους την ομάδα. «Στην αρχή, παράγοντες ήμασταν εμείς και οι συγγενείς μας. Δεν μπορούσε, όμως, να πάει άλλο έτσι γιατί τα έξοδα αυξάνονταν. Έτσι έπρεπε να μπουν παράγοντες στο σύλλογο» εξηγεί η Γιώτα. Και κάπου εκεί άρχιζε να στραβώνει το πράγμα.
«Όταν μπήκαν οι παράγοντες, το κλίμα χάλασε. Βρήκαν μια ομάδα έτοιμη και προσπάθησαν να τη διαλύσουν για τα δικά τους συμφέροντα. Ήθελαν να δημιουργήσουν τις δικές τους κλίκες. Δεν μας σεβάστηκαν καθόλου».
Η ίδια αποφασίζει στις αρχές της δεκαετίας του ‘90 να κρεμάσει τα γάντια της, σε ηλικία μόλις 32 ετών. Μετά από μερικά χρόνια, όλη εκείνη η πρώτη φουρνιά γυναικών που έφερε το ποδόσφαιρο στην Ελλάδα, είχε αποσυρθεί από την ενεργό δράση.
Όλα αυτά τα χρόνια, όπως εξηγεί, δεν έβγαλε ούτε μία δραχμή από το ποδόσφαιρο. «Το μόνο κέρδος ήταν οι φιλίες και οι εμπειρίες μας» καταλήγει. Η Γιώτα κρατά ακόμη πολύ στενές επαφές μ’ όλες τις συμπαίκτριες από τον Παναθηναϊκό και τη Δόξα Πειραιά, ενώ, ανά τακτά διαστήματα, συναντιούνται και αναπολούν τις ωραίες στιγμές που έζησαν στα γήπεδα. Δεν είναι άλλωστε και λίγα αυτά που έζησαν.
*Η Γιώτα Σουλιώτου θέλει να ευχαριστήσει προσωπικά την Τασούλα Σιδηροπούλου, γιατί χωρίς δεν είχε δημιουργηθεί ποτέ το πρώτο πρωτάθλημα γυναικείου ποδοσφαίρου στην Ελλάδα.