Ποιος άλλος τίτλος θα ήταν καταλληλότερος για την αυτοβιογραφία της Φεντερίκα Πελεγκρίνι από τη λέξη «Χρυσό» (Oro στα ιταλικά); Πραγματικά, κανένας.
Η χρυσή πορεία που έχει χαράξει η Ιταλίδα πρωταθλήτρια της κολύμβησης ολοκληρώθηκε το 2021, μεταφέρθηκε στο αυτοβιογραφικό βιβλίο που κυκλοφόρησε σήμερα 16/5. Μέσα σε όλες τις «χρυσές» στιγμές της ζωή της, όμως, υπήρχαν και στιγμές μαύρες, διαφορετικοί αγώνες από εκείνους που έδινε στις πισίνες. Η ίδια αποκάλυψε πως πάλευε με τη βουλίμια και τη σωματική δυσμορφική διαταραχή, που την είχαν οδηγήσει στο να κάνει εμετό κάθε βράδυ πριν κοιμηθεί, ώστε να αποβάλει όσα είχε φάει όλη την ημέρα και έτσι να «καθαρίσει» τη συνείδησή της.
«Ο εμετός ήταν κάτι σα να καθαρίζω τη συνείδησή μου, δεν ήταν το πρόβλημα αλλά η λύση»
Όλα ξεκίνησαν κατά τη διάρκεια του Παγκόσμιου πρωταθλήματος του 2005 στο Μόντρεαλ, όταν η Πελεγκρίνι δεν κατάφερε να κερδίσει και έπρεπε να «συμβιβαστεί» με το να φέρει μόνο το ασημένιο μετάλλιο. Τότε, η Φεντερίκα Πελεγκρίνι ξέσπασε σε δάκρυα κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης: «Αυτό το μετάλλιο πρέπει να πεταχτεί. Ακόμα δεν καταλαβαίνω γιατί ο τελικός πήγε τόσο άσχημα για μένα. Δεν μπορώ να βρω απάντηση σε μια τόσο απογοητευτική χρονομέτρηση». Μια δήλωση που προκάλεσε μια σειρά από καυστικές επικρίσεις.
Στην πραγματικότητα, αυτή ήταν μια πολύ ευαίσθητη περίοδος για την κολυμβήτρια, η οποία στο μεταξύ είχε μετακομίσει στο Μιλάνο και είχε αρχίσει να τρώει μεγάλες ποσότητες φαγητού και έδινε αγώνα με τη βουλιμία χωρίς να το γνωρίζει, όπως γράφει το Gazzetta dello sport: «Το βράδυ, αφού έτρωγα ό,τι μπορούσα κατά τη διάρκεια της ημέρας, έκανα εμετό. Το έκανα συστηματικά, κάθε βράδυ πριν κοιμηθώ, όταν η ανάμνηση όλου του φαγητού που είχα φάει αύξανε τις ενοχές μου. Ο εμετός ήταν κάτι σαν να καθαρίζω τη συνείδησή μου και επίσης ο τρόπος μου να μεταβολίζω τον πόνο. Ονομάζεται βουλιμία αλλά δεν το ήξερα αυτό. Η βουλιμία για μένα δεν ήταν το πρόβλημα, ήταν η λύση! Ήταν ο τρόπος μου να χάσω βάρος χωρίς θυσίες τρώγοντας ό,τι ήθελα», εξήγησε.
«Εκείνα τα χρόνια έβλεπα τον εαυτό μου ως τέρας», συνέχισε: «Φυσικά, ένα μέρος μου αισθανόταν ότι ήταν ένα σημάδι, ότι προσπαθούσα να πιάσω πάτο, ώστε να μου γίνει φανερό ότι πήγαινα προς τη λάθος κατεύθυνση. Αλλά όσο πιο παχύ έβλεπα τον εαυτό μου, τόσο περισσότερο έτρωγα. Τελικά κάποιος θα το πρόσεχε και θα με σταματούσε, σκέφτηκε ένα κομμάτι του εαυτού μου».
Με τα χρόνια, ευτυχώς, η Ιταλίδα κατάφερε να βρει μια μορφή ισορροπίας με το σώμα της και με τις δικές της αδυναμίες και ανασφάλειες: «Καθώς μεγάλωνα, συμφιλιώθηκα με τον εαυτό μου. Επιλέγω ρούχα που αναδεικνύουν τους ώμους μου, αντί να τους κάνουν να φαίνονται σαν ελάττωμα. Αλλά σε εκείνα τα δύσκολα χρόνια έβλεπα τον εαυτό μου ως τέρας», λέει και συνεχίζει: «Η σωματική δυσμορφική διαταραχή είναι μια ασθένεια που δεν σου επιτρέπει να δεις τον εαυτό σου όπως πραγματικά είσαι: στον καθρέφτη βλέπεις τον εαυτό σου όπως θέλεις να τον βλέπεις, μια εικόνα που παράγεται από το υποσυνείδητο και τις εμμονές σου. Μια προβολή της ανασφάλειάς σου».