«Θανατική ποινή στην Ελλάδα»: Να επανέλθει; Η τελευταία επίσημη συζήτηση είχε γίνει για τους εμπόρους ναρκωτικών

Newsroom
«Θανατική ποινή στην Ελλάδα»: Να επανέλθει; Η τελευταία επίσημη συζήτηση είχε γίνει για τους εμπόρους ναρκωτικών
Τα ειδεχθή και αποτρόπαια εγκλήματα που έχουν αφήσει άφωνη την Ελλάδα έβαλαν και πάλι στο τραπέζι το θέμα της «θανατικής ποινής».

«Θανατική ποινή»: Να επανέλθει στην Ελλάδα ή να μείνει ως έχει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας; Μία κουβέντα η οποία έρχεται ξανά στο προσκήνιο, μετά τα τραγικά γεγονότα της Πάτρας, το ειδεχθές έγκλημα στα Γλυκά Νερά, τις δεκάδες γυναικοκτονίες και δολοφονίες, παιδεραστίες, ομαδικούς βιασμούς και βιασμούς, φόνους με φόντο την οπαδική βία. Να επανέλθει ή όχι;

Η τελευταία επίσημη κουβέντα και σε κοινοβουλευτικό επίπεδο μάλιστα, είχε γίνει τέσσερα χρόνια μετά την επίσημη (γιατί ανεπίσημα πάει πολύ πιο πίσω) κατάργηση της θανατικής ποινής στην Ελλάδα. Αυτή είχε γίνει τον Δεκέμβριο του 1993 από την κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου και με Υπουργό Δικαιοσύνης τον Γεώργιο Κουβελάκη. Επιβεβαιώθηκε μάλιστα στην συνταγματική αναθεώρηση του 2001.

2

Το 1997 λοιπόν, με κυρίαρχο θέμα τους θανάτους στη χώρα μας από τα ναρκωτικά και το εμπόριο αυτών, άνοιξε και πάλι ο διάλογος για το αν θα ήταν σώφρον και σωστό να επανέλθει στην Ελλάδα η θανατική ποινή. Τα «στρατόπεδα» ήταν δύο. Οι «υπέρ και οι «κατά» της επιστροφής.

Με επιστολή τους, 61 βουλευτές του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας κατέστησαν σαφές πως ήταν υπέρ της επιβολής της θανατικής ποινής στους εμπόρους ναρκωτικών, έχοντας και από ένα διαφορετικό σκεπτικό: «Αν πούμε ότι αφήνουμε εκτός την ποινή του θανάτου, τότε είναι σαν να παίρνουμε θέση πριν από τη λήξη του πολέμου» ανέφεραν μεταξύ άλλων.

«Είμαι κατά της κατάργησης της δυνατότητας διά νόμου, να υπάρχει μια τέτοια ποινή για τους εμπόρους ναρκωτικών», τόνιζε ειδικότερα ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Λευτέρης Βερυβάκης: «Δεν χρειάζεται συνταγματικός αφοπλισμός, γιατί έτσι κινδυνεύουμε να οδηγηθούμε στην ασυδοσία στο θέμα των ναρκωτικών».

Από την πλευρά της η βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας Φάνη Πάλλη Πετραλιά ανέφερε: «Όλοι μας καταλαβαίνουμε ότι η υπόθεση έχει φθάσει στο απροχώρητο και ότι αυτό που μέχρι σήμερα κάνουμε είναι να συζητάμε και ξανά να συζητάμε για να διαπιστώνουμε απλώς και μόνο την έκταση του φαινομένου». Η υπογραφή της ήταν μεταξύ των 61 βουλευτών στην επιστολή. Τόνιζε δε πως είχε απεριόριστο σεβασμό στην ανθρώπινη ζωή, αλλά «σε ένα τέτοιο πρόβλημα, που έχει γονατίσει την ελληνική νεολαία, το μαχαίρι πρέπει να μπει στο κόκαλο».

Μέσα σε όλη αυτή την κουβέντα, η Φάνη Πάλλη Πετραλιά και οι συνάδελφοί της, έκαναν λόγο για τα γνωστά «παραθυράκια» που πάντα ήταν «ανοιχτά» για τους εμπόρους ναρκωτικών και μέσα από τα οποία «δραπέτευαν στην ασυδοσία». Γι αυτό τόνιζαν την αναγκαιότητα για ειδικές διατάξεις που θα έπρεπε να ενταχθούν στο αναθεωρημένο Σύνταγμα και οι οποίες θα «θωρακίζουν την
ποινική διαδικασία που θα ακολουθούν όσοι έμποροι συλλαμβάνονται», όπως έλεγαν χαρακτηριστικά.

2

Αυτά τα γνωστά «παραθυράκια» έφερναν- μεταξύ άλλων βεβαίως- και τον αντίλογο. Η πρόεδρος του Οργανισμού Καταπολέμησης Ναρκωτικών (ΟΚΑΝΑ) Μένη Μαλλιώρη, που είχε ταχθεί κατά της επαναφοράς της θανατικής ποινής έλεγε τότε: «Κατ' αρχάς, από τη μέχρι τώρα εμπειρία μου τόσο στις φυλακές Κορυδαλλού, αλλά και μέσα στις δικαστικές αίθουσες, δεν έχω δει τους μεγαλέμπορους εκείνους για τους οποίους γίνεται ο λόγος. Κατά δεύτερο, αν θέλουμε να έχουμε και πρόληψη και καταστολή του φαινομένου, το καλύτερο που θα έπρεπε να γίνει είναι να διασφαλίζεται η σωστή καθημερινή πρακτική της ισχύουσας νομοθεσίας».

Πρόσθετε πως αναγκαίο ήταν «η παροχή επιστημονικής βοήθειας στη Δικαιοσύνη ώστε να κατοχυρωθεί η νομιμότητα της ποινικής διαδικασίας με τρόπο τέτοιο, ώστε να μην βλέπουμε στο εξής τους εμπόρους να «βαφτίζονται» χρήστες και να εμπίπτουν σε ευεργετικές διατάξεις, ή τους δικαστές να μην γνωρίζουν ­ και λογικό είναι ­ ποια ποσότητα ναρκωτικών απαιτείται στην προσωπική χρήση του εξαρτημένου και ποια στην πώλησή της».

Στο ίδιο μήκος κύματος είχαν κυμανθεί και οι σκέψεις της αείμνηστης βουλευτού της Νέας Δημοκρατίας Μαριέττας Γιαννάκου: «Η επαναφορά της θανατικής ποινής δεν θα έχει σπουδαία αποτελέσματα στη χώρα μας. Ίσως να είχε σε τρίτες χώρες όπου δεν λειτουργούν οι δημοκρατικοί θεσμοί. Στην Ελλάδα, όπου σπανίως συλλαμβάνονται έμποροι αλλά συνήθως πολλά "βαποράκια", η
ενεργοποίηση αυτής της διάταξης θα είχε ως μόνο αποτέλεσμα την άνοδο των τιμών των ναρκωτικών ουσιών».

Από την άλλη, ο συνάδελφός της στη ΝΔ Βαγγέλης Μεϊμαράκης, ήταν αντίθετος στην κατάργηση της σχετικής διάταξης από το Σύνταγμα για την θανατική ποινή. Τόνιζε δε: «Επιβολή της θανατικής ποινής σε συγκεκριμένους εμπόρους ναρκωτικών, όπως εκείνοι που πωλούν την ουσία "κρακ" καθώς όταν επισείετε ο θάνατος, κάποιοι έμποροι θα το σκεφτούν περισσότερο». Η κ. Μαλλιώρη είχε απαντήσει όμως πως «όλο και κάποιος τρόπος θα υπάρχει» ενώ η κ. Πετραλιά είχε παραδεχθεί πως «το κύκλωμα έχει πολλά πλοκάμια».

2

Στην Ελλάδα η τελευταία εκτέλεση έγινε το 1972, όταν ο 27χρονος Βασίλης Λυμπέρης καταδικάστηκε σε θάνατο καθώς είχε βάλει φωτιά και είχε κάψει ζωντανούς την 24χρονη (πρώην) σύζυγό του, την 55χρονη μητέρα της, τη δίχρονη κόρη του και τον ενός έτους γιο του, μέσα στο σπίτι τους στο Χαλάνδρι. Στις 25 Αυγούστου του 1972, ο Λυμπέρης εκτελέστηκε στο πεδίο βολής της Σχολής Εφέδρων Αξιωματικών Πεζικού, στο Ηράκλειο Κρήτης. Αυτή ήταν η τελευταία εκτέλεση θανατοποινίτη στην Ελλάδα.

2

Η θανατική ποινή έμεινε στα… χαρτιά, ωστόσο δεν έγινε από τότε άλλη εκτέλεση στην Ελλάδα. Στην Κύπρο η τελευταία φορά που εφαρμόστηκε η θανατική ποινή ήταν το 1962 και καταργήθηκε το 1983, όμως σε εξαιρετικές περιπτώσεις (όπως εγκλήματα πολέμου) μπορεί να εφαρμοσθεί.

Όταν συζητάμε πλέον το θέμα της θανατικής ποινής να έχουμε στο μυαλό μας πως ΟΛΑ τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης την έχουν καταργήσει. Αυτή τη στιγμή, η θανατική ποινή ισχύει σε κάποιες ισλαμικές χώρες, σε ορισμένες πόλεις των ΗΠΑ (στις 27 πολιτείες από τις 50) και στην Κίνα.

Η βασική αρχή και σκέψη για την μη εφαρμογή της θανατικής ποινής έχει να κάνει με την αξία της ζωής και κατ΄επέκταση με τον σωφρονισμό σε μια δημοκρατική και πολιτισμένη κοινωνία μέσα από τη φυλακή, (το να μιλήσουμε για το αν υπάρχει σωφρονισμός είναι άλλο μεγάλο κεφάλαιο), ούτως ώστε αυτός που διέπραξε το έγκλημα να μπορέσει να επανενταχθεί στην κοινωνία μετά την αποφυλάκισή του. Αν όχι, ισχύει η ισόβια κάθειρξη, η οποία στην Ελλάδα δεν είναι εφ΄ όρου ζωής αλλά το μέγιστο (άλλαξε πρόσφατα) 18 χρόνια (από τα 16).

Σύμφωνα με τη Διεθνή Αμνηστία, από τα συνολικά 195 κράτη-μέλη του ΟΗΕ:

  • 108 χώρες κατάργησαν εντελώς τη θανατική ποινή
  • 7 κράτη τη διατηρούν, όμως μόνο για εξαιρετικές περιπτώσεις (π.χ. για εγκλήματα σε εμπόλεμες περιόδους)
  • 26 χώρες διατηρούν νομοθεσία που επιτρέπει τη χρήση της θανατικής ποινής για εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου, ωστόσο στα κράτη αυτά δεν έχει εφαρμοστεί η θανατική ποινή τουλάχιστον για τα τελευταία 14 χρόνια.

Οι χώρες που έχουν σε ισχύ την θανατική ποινή είναι:

ΧΩΡΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΛΟΓΟΙ
2

2

2

2

2

2

2

2

2

2