Το «συνεργείο του θανάτου»: Ένα βιονικό καναρίνι επέζησε από την τραγωδία με τους επτά νεκρούς στο λιγνιτωρυχείο της Εύβοιας
Στις 9 Δεκεμβρίου 1968 η Εύβοια βυθίστηκε στο πένθος, εξαιτίας μιας τραγωδίας στο λιγνιτωρυχείο στο Αλιβέρι. Επτά λιγνιτωρύχοι βρήκαν ακαριαίο θάνατο, 170 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της γης. Προηγήθηκε υπόγεια έκρηξη, η οποία διέλυσε την οροφή της στοάς, με αποτέλεσμα να καταπλακώσει τους εργάτες. Το λιγνιτωρυχείο σταμάτησε τη λειτουργία του δώδεκα χρόνια αργότερα...
«Το συνεργείο του θανάτου»
Σύμφωνα με τη «Μηχανή του Χρόνου» εκείνη την Κυριακή η βάρδια 4-12 έφτασε στο λιγνιτωρυχείο Αλιβερίου. Οι 170 λιγνιτωρύχοι φόρεσαν την αδιάβροχη στολή τους και τα ηλεκτρικά φαναράκια στα κούτελά τους. Αφού πήραν το κλουβί με το καναρίνι, κατέβηκαν στα έγκατα της γης. Το καναρίνι ήταν το απαραίτητο για τους εργάτες στα ορυχεία, αφού αν υπήρχαν δηλητηριώδη αέρια στο χώρο, το πουλί το αντιλαμβανόταν πρώτο και με την αλλαγή στη στάση του, οι εργάτες λάμβαναν το σήμα κινδύνου, για διαρροή μεθανίου ή άνθρακα.
Το συγκρότημα των λιγνιτωρυχείων είχε δύο «πηγάδια». Το ένα βάθους 120 μέτρων και το άλλο περίπου 200 μέτρων. Το «συνεργείο του θανάτου» όπως χαρακτηρίστηκε εργαζόταν στο πρώτο. Στις 9:15 έγινε μια ισχυρή έκρηξη. Οι επτά εργάτες σκοτώθηκαν ακαριαία από τις επακόλουθες κατεδαφίσεις. Μοναδικός επιζών, το καναρίνι. «Τα φώτα έσβησαν. Οι εξαεριστήρες έπαψαν να λειτουργούν. Μία πηχτή σκόνη και πυκνός καπνός μας εμπόδιζαν στην αναπνοή ενώ τα πρόσωπά μας βυθίστηκαν στη λάσπη», ανέφερε στον Τύπο της εποχής ένας από τους επιζώντες.
Οι κραυγές απελπισίας των τραυματισμένων δονούσαν το χώρο. Χρησιμοποιώντας τα φανάρια που φορούσαν στο κεφάλι σύρθηκαν μέχρι τον αναβατήρα, ο οποίος, όμως, είχε ακινητοποιηθεί. «Ευτυχώς όμως που υπήρχε και δεύτερη έξοδος. Αυτή μας έσωσε. Χωρίς την δεύτερη έξοδο ίσως και οι 162 της βάρδιας να μη ζούσαμε σήμερα», πρόσθεσε ο επιζώντας.
Το λάθος του επιστάτη
Από την πρώτη στιγμή ο επιστάτης του μοιραίου συνεργείου, θεωρήθηκε ως ο κύριος υπεύθυνος της τραγωδίας, την οποία βέβαια πλήρωσε με την ζωή του. Ο ίδιος είχε εντολή να σπάσει το σιδερένιο υποστήλωμα που συγκρατούσε τον θόλο, προκειμένου να διευκολυνθεί η μετακίνηση των εργατών. Παρά τη δεκαετή εμπειρία του σε ορυχεία της Ελλάδας και του εξωτερικού κατηγορήθηκε εκ των υστέρων ότι δεν σκέφτηκε. Ενώ σε αντίστοιχες περιπτώσεις χρησιμοποιείται οξυγόνο, εκείνος προτίμησε τις εκρηκτικές ύλες.
Ο συνάδελφός του με τον οποίο τοποθέτησαν το δυναμίτη δήλωσες: «Μαζί πήραμε δυο καψούλια και τα γεμίσαμε. Σ’ απόσταση πέντε μέτρων ήσαν οι εκρηκτικές ύλες. Επρόκειτο για 5 κάσες. Η κάθε κάσα περιείχε 10 πάκα δυναμίτη, βάρους 25 κιλών. Μ’ έστειλε να κρυφτώ στην καμπύλη της στοάς. Προς την αντίθετη πλευρά έστειλε έναν άλλον. Είκοσι λεπτά αργότερα άκουσα τρομακτικό κρότο». Ο επιστάτης και έξι λιγνιτωρύχοι σκοτώθηκαν.
Το λιγνιτωρυχείο Αλιβερίου
Το λιγνιτωρυχείο βρίσκεται 4 χιλιόμετρα βόρεια της πόλης του Αλιβερίου κοντά στο χωριό Άγιος Λουκάς. Ξεκίνησε τη λειτουργία του το 1873. Ωστόσο, μία πλημμύρα που εκδηλώθηκε στην περιοχή, κατέστρεψε τις επιφανειακές εγκαταστάσεις και η εξόρυξη σταμάτησε το 1897 για να αρχίσει ξανά μετά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο.
Η βιομηχανική εκμετάλλευσή του πραγματοποιήθηκε κυρίως κατά τα έτη 1950 – 1980. Το 1951 η ΔΕΗ ανέλαβε την υπόγεια εκμετάλλευση των ορυχείων, εφαρμόζοντας σύγχρονες και ασφαλέστερες μεθόδους εξόρυξης, στα πλαίσια του εξηλεκτρισμού της χώρας. Από το χώρο του ορυχείου, ο λιγνίτης μεταφερόταν μέσω σιδηροδρομικής γραμμής στον Κάραβο Αλιβερίου, όπου χτίστηκε το πρώτο ατμοηλεκτρικό εργοστάσιο της χώρας.
Παρά τις προσπάθειες της ΔΕΗ, το ορυχείο είχε ένα άλυτο πρόβλημα. Τα υπόγεια ύδατα της περιοχής. Αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να πραγματοποιείται συνεχής άντληση του νερού στην επιφάνεια, κάτι αρκετά κουραστικό και δαπανηρό ενώ μετά την ολοκλήρωση των εξορύξεων, εμφάνιζε ένα σύνθετο περιβάλλον υδρολογικών, γεωχημικών και γεωτεχνικών συνθηκών.
Μετά το δυστύχημα του 1968 το μέλλον του ορυχείου προβλεπόταν δυσοίωνο. Από το 1953 έως το 1985 δεκάδες ακρωτηριάστηκαν και πέθαναν από πνευμονοπάθειες ή καρκίνο. Στις αρχές του 1980, η εκμετάλλευση των αποθεμάτων κρίθηκε οικονομικά ασύμφορη. Έκτοτε διεκόπη τόσο η υπόγεια όσο και η επιφανειακή εξόρυξη του λιγνίτη. Σταμάτησε οριστικά την δεκαετία του 1990 και ήταν από τα τελευταία λιγνιτωρυχεία που δούλεψαν υπόγεια.