Η διαβολική Σαμπανιώτου ξεκλήρισε 2 οικογένειες με «φονικά» τηγανόψωμα επειδή αρνήθηκαν προξενιό με τις κόρες της
- Μοίρασε τη ζύμη στις δύο οικογένειες
- Το καθαρό αλεύρι και το κίνητρο
- «Ζητούσε τον γιο μου για γαμπρό»
- Η γειτόνισσα και ο αρραβωνιαστικός
- «Μεγαλύτερος κίνδυνος από τον Ρωχάμη»
- Αποφυλακίστηκε μετά από 19 χρόνια
Το ημερολόγιο έδειχνε 23 Ιανουαρίου το 1992 και μετά από έξι μέρες νοσηλείας, αφήνει την τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο ο 60χρονος Θόδωρος Μουστόπουλος. Αιτία; Τροφική δηλητηρίαση η οποία είχε προέλθει από τηγανόψωμα που είχε φτιάξει η γυναίκα του (56 ετών) Ελένη. Δηλητηρίαση, που παρά λίγο να τους στοιχίσει τη ζωή, είχε πάθει τόσο η ίδια η Ελένη που είχε φτιάξει τα τηγανόψωμα, όσο ο 33 ετών Κωνσταντίνος Μουστόπουλος αλλά και οι φίλοι του από το Καζακστάν Σουλτάν Μουρατπάγιεφ (25 ετών) και Ραχμάν Μουρατπάγιεφ (30).
Το αξιοπερίεργο της υπόθεσης βέβαια, ήταν πως την ίδια μέρα, στις 18 Ιανουαρίου δηλαδή, είχαν νοσηλευτεί εσπευσμένα με τα ίδια συμπτώματα και οι Ειρήνη Κληματσά 46 χρόνων, Αντώνης Κληματσάς του Νικολάου 24 χρόνων γιος της Ειρήνης και Αντώνης Κληματσάς, ο σύζυγος της Ειρήνης και πατέρας του Νίκου, τους οποίους και έχασε από την δηλητηριώδη ζύμη.
Κι όμως, υπήρχε κοινός παρανομαστής. Υπήρχε σύνδεσμος μεταξύ των δύο οικογενειών. Δεν έγινε κάποιο λάθος αλλά υπήρχε δόλος. Πίσω από την δολοφονία των τριών ανθρώπων και τον δηλητηριασμό ακόμη τεσσάρων, κρυβόταν η διεστραμμένη και σατανική 56χρονης Μαρία Σαμπανιώτη, που είχε σκοπό να παντρέψει τις κόρες της με τους γιους των οικογενειών Μουστόπουλου και Κληματσά, οι οποίοι δεν είχαν ενδώσει στις πιέσεις της γεννημένης στην Καστοριά και κατοίκου Περιστερίου γυναίκας, που αποφάσισε να εκδικηθεί τις δύο οικογένειες.
Όχι μόνο όμως δεν το παραδέχθηκε ποτέ, αλλά προσπάθησε να ρίξει τις ευθύνες σε γειτόνισσά της – η οποία για καλή της τύχη απουσίαζε εκτός Αθηνών- αλλά και στον αρραβωνιαστικό της μιας της κόρης που δεν τον ήθελε για γαμπρό της.
Μοίρασε τη ζύμη στις δύο οικογένειες
Ο αστυνομικός συντάκτης Πάνος Σόμπολος στο βιβλίο του, «Τα εγκλήματα που συγκλόνισαν την Ελλάδα» είχε αναφέρει: «Ήταν Σάββατο, 18 Ιανουαρίου του 1992 και το ρολόι έδειχνε 11:00 το πρωί. Η Μαρία Σαμπανιώτη είχε κανονίσει με τη μία από τις δύο κόρες της να πάνε για ψώνια στην Αθήνα. Είχε ζυμώσει αρκετό ζυμάρι για τηγανόψωμο. Το αλεύρι το έπαιρνε από τον αδερφό της που έσπερνε στάρια στο χωριό τους. Τελευταία φορά είχε παραλάβει ένα τσουβάλι με περίπου 60 κιλά. Από αυτό έβγαλε 3-4 κιλά και ετοίμασε ανάλογη ποσότητα ζύμης για ψωμί και άλλα αρτοσκευάσματα. Η Σαμπανιώτη τοποθέτησε στο ζυμάρι δηλητήριο – ισχυρό εντομοκτόνο παραθείο - και εκεί κοντά στη 1:00 με 1:30 το μεσημέρι, αφού το μοίρασε σε δύο κομμάτια το έβαλε σε κατάλληλα δοχεία τα οποία παρέδωσε πρώτα στην οικογένεια της Ελένης Μουστοπούλου και στη συνέχεια στην οικογένειά της Ειρήνης Κληματσά.
Η Ελένη Μουστοπούλου, χρησιμοποιώντας μέρος της ζύμης, έφτιαξε 12 τηγανόψωμα. Έφαγαν ένα από αυτά ο σύζυγός της Θεόδωρος ο γιος τους Κωνσταντίνος, αλλά και η ίδια. Έφαγαν επίσης και δύο αδέλφια από το Καζακστάν τα οποία φιλοξενούσε εκείνη την περίοδο στο σπίτι της στο Περιστέρι. Η Ειρήνη Κληματσά, ανυποψίαστη όπως και η Μουστοπούλου, έφτιαξε με τη δηλητηριασμένη ζύμη μικρά κομμάτια ψωμιού. Έφαγαν από αυτά ο γιος της Αντώνης και η ίδια. Αποτέλεσμα ήταν, όσοι έφαγαν το δηλητηριασμένο ψωμί να υποστούν οξύτατη τροφική δηλητηρίαση και γύρω στις 4:30 με 5:30 το απόγευμα της ίδιας μέρας να περιπέσουν σε κωματώδη κατάσταση στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο Πειραιά στη Νίκαια και στο νοσοκομείο Μεταξά.
Οι γιατροί προσπάθησαν με κάθε τρόπο να σώσουν τους ασθενείς• δεν τα κατάφεραν για όλους. Έξι μέρες μετά τη δηλητηρίαση υπέκυψε ο πρώτος, ο Θόδωρος Μουστόπουλος, περίπου 3,5 μήνες αργότερα στις 6 Μαΐου πέθανε η Ειρήνη Κληματσά και ένα μήνα μετά, στις 7 Ιουνίου, έχασε τη ζωή του και ο γιος της Αντώνης Κληματσάς. Οι υπόλοιποι τέσσερις κινδύνευσαν και αυτοί να πεθάνουν αλλά τελικά γλίτωσαν έπειτα από πολλές περιπέτειες με την υγεία τους».
Το καθαρό αλεύρι και το κίνητρο
Όπως ήταν λογικό, οι έρευνες της αστυνομίας επικεντρώθηκαν στα αρτοσκευάσματα που είχαν καταναλώσει οι δυο οικογένειες, στα οποία όπως διαπιστώθηκε υπήρχε μεγάλη ποσότητα από ισχυρό εντομοκτόνο, καθώς ο έλεγχος από το Τοξικολογικό Εργαστήριο του Πανεπιστημίου Αθηνών σε υπολείμματα της ζύμης, στο ψημένο ψωμί και τα τηγανόψωμα, έδειξε ότι περιείχαν παραθείο!
Το αλεύρι στο σπίτι της Σαμπανιώτου, με το οποίο είχε φτιάξει ψωμί για τη δική της οικογένεια, ήταν καθαρό. «Δεν είμαι νέα νοικοκυρά. Δεν μπορώ να μπερδέψω το αλάτι με το δηλητήριο. Πήγα να κάνω ένα καλό και πως μπλέχτηκα έτσι!» είχε υποστηρίξει η ίδια. Γρήγορα όμως έγινε αντιληπτό το κίνητρο της: Ήθελε να παντρέψει τις κόρες της με τον Κώστα Μουστόπουλο και τον Αντώνη Κληματσά, όμως εκείνοι αρνήθηκαν και αποφάσισε να τους τιμωρήσει!
«Ζητούσε τον γιο μου για γαμπρό»
Η Μαρία Σαμπανιώτη αρνήθηκε όλες τις κατηγορίες και προσπάθησε να το… ρίξει σε άλλους: «Η κόρη μου, ζήτησε να πάμε στα μαγαζιά. Για να μη χαλάσει το ζυμάρι το πήγα στην οικογενειακή μας φίλη Ελένη Μουστοπούλου και το υπόλοιπο το πήγα στην Ειρήνη Κληματσά, για να φτιάξει κι εκείνη ψωμί».
Ένα από τα θύματα, η Ελένη Μουστοπούλου, είχε μιλήσει στην παθολογική κλινική του Γενικού Κρατικού Νοσοκομείου Πειραιά και είχε πει, ότι η Μαρία Σαμπανιώτη πήγαινε σχεδόν κάθε μέρα στο σπίτι της και της έλεγε πως ήθελε τον γιο της τον Κώστα, για γαμπρό. Εκείνη της είχε απαντήσει ότι ήταν πολύ νωρίς για γάμους: «Εκείνη την ημέρα, λοιπόν, είχε έρθει για να μ’ ευχαριστήσει, είπε, κι έφερε τη ζύμη για να φτιάξω τηγανόψωμα για τα παιδιά. Ο γιος μου είχε καλεσμένους δύο φίλους του από τη Ρωσία, τους Σουλτάν και Γιάννη. Κατά τις 4 αρχίσαμε να τρώμε και κατά τις 5 πέσαμε όλοι κάτω σαν κοτόπουλα».
Η γειτόνισσα και ο αρραβωνιαστικός
Η δίκη της Σαμπανιώτη άρχισε τον Απρίλιο του 1993 στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας: «Ο Θεός είναι από πάνω κι αν λέω ψέματα να με κάψει. Λυπάμαι για τις τρεις ψυχούλες που έφυγαν. Δεν τους έκανα κακό. Και με τις δύο οικογένειες είχα πάρα πολύ καλές σχέσεις. Τη ζύμη την είχα φτιάξει από το πρωί για να ψήσω ψωμί για την οικογένειά μου. Η κόρη μου μού ζήτησε να βγούμε για ψώνια. Για να μη χαλάσει το ζυμάρι σκέφτηκα να το δώσω στην Ειρήνη Κληματσά και την Ελένη Μουστοπούλου. Στο σπίτι είχε έρθει από νωρίς η γειτόνισσά μου Αγάπη Κοασίδου. Όταν φύγαμε, κλείδωσα την πόρτα. Γύρισα και την βρήκα στο σπίτι. Είχε μπει από την πίσω πόρτα της κουζίνας. Κρατούσε και μία νάιλον τσάντα. Μια φορά είχα πιει καφέ στο σπίτι της και έπαθα δηλητηρίαση. Μπορεί, όμως, να ήθελε να μας δηλητηριάσει και ο αρραβωνιαστικός της κόρης μου. Δεν τον ήθελα, ούτε κι αυτός με συμπαθούσε…» υποστήριξε στην απολογία της η Σαμπανιώτη.
«Μεγαλύτερος κίνδυνος από τον Ρωχάμη»
Ο εισαγγελέας της έδρας Σταύρος Μαντακιοζίδης στην αγόρευσή του είχε αποκαλέσει την 56χρονη Σαμπανιώτη «νέα Φραγκογιαννού», ήταν η φόνισσα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη και είχε τονίσει: «Μέσα στην ψυχή της έκρυβε μεγάλο μίσος. Προσπάθησε να εξολοθρεύσει - και το έκανε - δύο οικογένειες. Φαινομενικά μοιάζει αθώα. Αν αφεθεί ελεύθερη, όμως, θα αποτελέσει μεγαλύτερο κίνδυνο και από τον Ρωχάμη»!
Η ακροαματική διαδικασία ολοκληρώθηκε στις 3 Μαΐου 1993 και το δικαστήριο έκρινε ένοχη την κατηγορούμενη, καταδικάζοντάς την σε τρεις φορές ισόβια και επιπλέον 25 χρόνια κάθειρξη.
Το Μεικτό Ορκωτό Εφετείο έκρινε ένοχη όπως και πρωτόδικα τη Σαμπανιώτη, χωρίς κανένα ελαφρυντικό. Στο σκεπτικό της απόφασής του ανέφερε χαρακτηριστικά: «Η κατηγορούμενη είχε σχέσεις επικοινωνιακές και έδειχνε φιλική προς τις οικογένειες αυτές κάνοντας, σε εξαιρετικές στιγμές όπως είναι οι ονομαστικές ή γενέθλιες γιορτές, διάφορα μικρά δώρα. Στην πραγματικότητα, όμως, τις μίσησε χωρίς να το δείχνει και αυτό για άγνωστους λόγους, το πιθανότερο όμως επειδή σε σχετικές συζητήσεις δεν συμφωνούσαν οι τελευταίοι να συμπεθεριάσουν με γάμο των παιδιών τους, γεγονός που το έδειχναν, ιδίως με τη μη αποδοχή ορισμένων δώρων ιματισμού. Το κρυφό μίσος της κατηγορουμένης εξελίχθηκε βαθμιαίως σε μανία εξόντωσης και των δύο αυτών οικογενειών. Για αυτό το σκοπό κατέστρωσε το σατανικό της σχέδιο σύμφωνα με το οποίο αποσκοπούσε στο να τους δηλητηριάσει με θανατηφόρα χημική ουσία».
Αποφυλακίστηκε μετά από 19 χρόνια
Το 2011 η Μαρία Σαμπανιώτη αποφυλακίστηκε μετά 19 χρόνια εγκλεισμού. Μετά την αποφυλάκισή της, είχε μιλήσει στην εφημερίδα «Πρώτο Θέμα» και είχε τονίσει: «Τόσα χρόνια μέσα στη φυλακή έχασα την υγεία μου. Ο Θεός το ξέρει. Δεν έκανα κακό, όχι. Δεν είχα τύψεις καθόλου. Μέρα νύχτα έκλαιγα και έλεγα: Αν ήταν στη ζωή η κυρία Ειρήνη (σ.σ. εννοεί την Ειρήνη Κληματσά, ένα από τα θύματα), εμένα εδώ μέσα δεν θα με άφηνε. Εγώ με τη συνείδησή μου είμαι καλά. Στενοχωριόμουν για αυτή τη γυναίκα και έλεγα ότι και η αδερφούλα μου να ήταν και το παιδί μου να ήταν, τέτοιο πόνο δεν θα ένιωθα».
Στην ερώτηση του δημοσιογράφου Φρίξου Δρακοντείδη: Αν σας δινόταν η ευκαιρία τι θα λέγατε στις οικογένειες των θυμάτων; Η Σαμπανιώτη είχε απαντήσει: «Ο Θεός να τους δώσει μεγάλη υπομονή αλλά εγώ δεν φταίω, δεν φταίω. Χίλιες φορές να με χτύπαγε αυτοκίνητο παρά να γινόταν αυτό. Αυτό πολύ με στενοχώρησε πάρα πολύ. Και μέσα στο δικό μου σπίτι. Εγώ ούτε για κατσαρίδα δεν είχα δηλητήριο».