Έμεινε μόνο το βλέμμα

Έμεινε μόνο το βλέμμα
Η αγάπη για το τένις, μια παλιά δόξα, η αναπάντεχη συνάντηση και η αγριεμένη ματιά του παρελθόντος.

Το είχε δει σε μια ταινία και του άρεσε. Ο πρωταγωνιστής ήταν μπασκετμπολίστας και αγαπούσε τόσο πολύ το άθλημα που περπατούσε στον δρόμο πάντα με την μπάλα. Μάλιστα, όταν είχε χώρο την άφηνε να αναπηδά και να επιστρέφει στο χέρι του. Είχε τον απόλυτο έλεγχο. Δεν τον ένοιαζε αν τον κοιτούσαν περίεργα, αν τον κορόιδευαν. Μερικές φορές δεν έδινε σημασία ούτε στα φυσικά εμπόδια. Αν υπήρχε δέντρο στο πεζοδρόμιο το ντρίμπλαρε. Αν γίνονταν εργασίες και υπήρχε ανοιχτή σκάλα, περνούσε την μπάλα μέσα από το άνοιγμα και συνέχιζε. Σε μια σκηνή είδε το καλάθι απορριμμάτων και σκέφτηκε να σουτάρει. Το μετάνιωσε γιατί τον αγριοκοίταξε μια γειτόνισσα. Η αφορμή, λοιπόν, είχε βρεθεί στη μυθοπλασία. Η δική του αγάπη βρισκόταν σε ένα μπαλάκι του τένις. Η άλλη του αγάπη ήταν το ποδήλατο. Αυτά τα δύο πήγαιναν μαζί και δεν αρκούσε να κρατά την κίτρινη σφαίρα στην τσέπη του. Την πρώτη φορά που το έκανε ήταν στο μικρό δρομάκι της γειτονιάς του. Πήρε το ποδήλατο, έβγαλε το μπαλάκι και άρχισε να το χτυπά στο έδαφος ενώ έκανε πετάλι! Φοβήθηκε μια και κάποιες στιγμές πήγε να χάσει τον έλεγχο, όμως στο τέλος τα κατάφερε. Το ένα χέρι στο τιμόνι και το άλλο να ρίχνει το μπαλάκι. Δεν ήταν, όμως, ο μόνος που αγαπούσε το τένις στη γειτονιά…

Στη γειτονιά του είχαν ξεμείνει 2-3 μονοκατοικίες από την παλιά Αθήνα. Όποτε περνούσε με το ποδήλατο πάντα έριχνε τη ματιά του. Του άρεσαν οι μικρές αυλές και ο τρόπος που αυτά τα σπίτια «στριμώχνονταν» ανάμεσα στις πολυκατοικίες. Ένας άλλος κόσμος μέσα στον κόσμο. Το παρελθόν «συνομιλούσε» με το παρόν και έκανε την τσιμεντούπολη υποφερτή. Περνώντας από τη μονοκατοικία στη γωνία, απέναντι από το γήπεδο μπάσκετ, πρώτα άκουσε τον ήχο. Ήταν κάτι ανάμεσα σε ιαχή και βαθύ αναστεναγμό. Ααααααχ! Μετά είδε το μπαλάκι να περνά μπροστά από το κεφάλι του. Δεν έχασε τον έλεγχο και πάτησε φρένο. Έβαλε το το δικό του μπαλάκι στην τσέπη και κοίταξε από που ήρθε αυτό το… σερβίς. Πριν προλάβει να πλησιάσει, άλλο ένα χτύπημα. Έσκυψε. Μα καλά, τι γίνεται εδώ; Όταν έφτασε στην αυλόθηρα είδε έναν τύπο κοντά στα 45, με λευκό σορτσάκι, λευκά παπούτσια, γαλάζια φανέλα και κορδέλα στο μέτωπο, να κρατά τη ρακέτα. Πριν προλάβει να του μιλήσει άκουσε ξανά την ιαχή-αναστεναγμό. Παρατήρησε ότι τα μπαλάκι πήγαινε στο γήπεδο μπάσκετ. Η περίφραση του ήταν διαβρωμένη. Υπήρχε ένα μεγάλο άνοιγμα στο πλάι της κεντρικής είσοδο και εκεί στόχευε ο περίεργος τενίστας. Πριν κάνει άλλο ένα σερβίς, τον καλημέρισε.

Περίμενε απάντηση, αλλά το μόνο που έλαβε ήταν ένα αγριεμένο βλέμμα και μια επιθετική κίνηση προς το μέρος του. Συνέχισε την πορεία του, όχι όμως αυτή που έκανε συνήθως Έστριψε απότομα για να κάνει τον γύρο του τετραγώνου. Είχε σταματήσει να χτυπάει το μπαλάκι στο οδόστρωμα ή το πεζοδρόμιο, το είχε βάλει στην τσέπη. Έκανε πετάλι σκεφτικός, το ποδήλατο κινούνταν με χαμηλή ταχύτητα. Περνώντας από το κατάστημα με τα αθλητικά είδη σταμάτησε. Θυμόταν ότι στο βάθος του μαγαζιού υπήρχε μια αφίσα τένις. Κατέβηκε και πλησίασε την είσοδο. Η αφίσα, όμως, δεν ήταν εκεί. Ήθελε να ρωτήσει τον κύριο Νίκο, αλλά δίστασε. Και όμως, του μοιάζει. Μπα, αποκλείεται να είναι αυτός. Πριν ανέβει στο ποδήλατο του τράβηξε την προσοχή ο κάδος σκουπιδιών. Διέκρινε σε αυτόν γυαλιστερό χαρτί σε σχετικά μεγάλο μέγεθος. Πλησίασε και είδε ότι ήταν η αφίσα που είχε ο κύριος Νίκος στο μαγαζί του. Προφανώς ήθελε να αλλάξει διακόσμηση. Ο τενίστας της εικόνας όμως ήταν ακέφαλος και πάνω στο σώμα του κάποιος είχε γράψει: Δεν είμαι εγώ αυτός. Πάντα νο1. Πήρε το ποδήλατο έκανε γρήγορα πετάλι και μόλις έφτασε σπίτι θυμήθηκε: Ο τενίστας με το πιο δυνατό σερβίς είναι Έλληνας. Αύριο, εκτός από το μπαλάκι, θα έπαιρνε και τη ρακέτα του.

@Photo credits: eurokinissi