Ο «Δράκος του Σέιχ Σου»: Απόδοση δικαιοσύνης ή δικαστική πλάνη; (pics)
Το ημερολόγιο έδειχνε 2 Ιουνίου 1965 όταν- όχι μόνο η Θεσσαλονίκη την οποία είχαν συνταράξει τα γεγονότα- αλλά και η Ελλάδα ολόκληρη, άκουσε με χαρά ότι ο Αριστείδης Παγκρατίδης ή άλλως πως, ο διαβόητος «Δράκος του Σέιχ Σου» παραπέμπεται σε δίκη.
Ένας τύπος περιθωριακός- που από τα εφηβικά του χρόνια είχε γνωρίσει από μέσα το αναμορφωτήριο, που κατηγορήθηκε για ομοφυλοφιλία και θεωρήθηκε διεστραμμένος, αλλά και καθόλα επικίνδυνο άτομο- είχε συλληφθεί μετά την εισβολή του στο ορφανοτροφείο «Μέγας Αλέξανδρος» για να ασελγήσει, όπως και έπραξε τελικά, σε βάρος μιας νεαρής τροφίμου.
Δεν υπήρχε αμφιβολία ότι αυτός ήταν ο «Δράκος του Σέιχ Σου». Ο «νεαρός ανώμαλος» όπως τον αποκαλούσε το 1963 ο «Ελληνικός Βορράς», που από το 1959 βίαζε και σκότωνε ζευγαράκια στο δάσος της Θεσσαλονίκης (Σέιχ Σου).
Ομολογία στην ανάκριση και αναπαράσταση
Κατά τη διαδικασία της ανάκρισης ο Αριστείδης Παγκρατίδης ομολόγησε για όλα τα εγκλήματα που τον κατηγορούσαν, ενώ η Αστυνομία είχε πάρει πλήρη ομολογία με πολλές άγνωστες λεπτομέρειες έχοντας μάλιστα αναπαραστήσει και τα τρία εγκλήματα.
Όταν όμως οι δικοί του έβαλαν δικηγόρους, γρήγορα ανασκεύασε τα όσα είχε πει, λέγοντας πως η ομολογία για τα εγκλήματα έγινε υπό το βάρος των ψυχολογικών και σωματικών πιέσεων που του ασκήθηκαν. Είχε πει μάλιστα στους δικηγόρους του ότι «στις 9 το βράδυ της μέρας που λένε πως ομολόγησα με βάλανε σε ένα δωμάτιο που έσταζε νερό. Μετά με πήγαν σε ένα άλλο δωμάτιο όπου μου έδωσαν να φάω ένα παξιμάδι μόνο. Εκεί με κράτησαν όρθιο ως τις 10 το πρωί. Ζητούσα νερό και δεν μου έδιναν. "Πες μας" μου έλεγαν, "ότι είσαι ο δράκος και θα σου δώσουμε"... Στο μεταξύ από τη δίψα κόντεψα να τρελαθώ. Ωσπου μια στιγμή δεν άντεξα. "Δώστε μου νερό", είπα, "και θα σας πω ότι θέλετε"...».
Η ανασκεύαση στην απολογία του
Η δίκη του ξεκίνησε με συνοπτικές διαδικασίες και ο Παγκρατίδης παραδέχτηκε το έγκλημα στο ορφανοτροφείο κατά της της 12χρονης τότε Αικατερίνης Σούρλα, όχι όμως και αυτά στο δάσος του «Σέιχ Σου»!
«Όσα λένε για τα εγκλήματα είναι ψέματα. Δεν σκότωσα κανέναν εγώ. Παραδέχομαι ότι πήγα στο ορφανοτροφείο του «Μεγάλου Αλεξάνδρου» για να βιάσω καμιά κοπέλα, αλλά γι' αυτό φταίει το κρασί και το χασίς. Αυτήν την πράξη την έκανα και το ομολογώ. Δεν σκότωσα όμως για να πάρω χρήματα» είχε πει στην απολογία του.
«Από μικρό παιδί βασανίζομαι. Πουλούσα το σώμα μου για 10 δραχμές για να φάω. Πουλούσα το αίμα μου στον Ερυθρό σταυρό για να πάρω λίγα χρήματα, για να φάω. Δεν είμαι εγκληματίας. Αν ήθελα να γίνω εγκληματίας θα σκότωνα τον δολοφόνο του πατέρα μου που ζει σήμερα στο χωριό μας. Ομολογώ ότι έσφαλα. Έσφαλα πολύ. Και γι' αυτό θέλω να με δικάσετε.
Μέσα στη φυλακή είδα πολλά και κατάλαβα πολλά. Τώρα άλλαξα και γι' αυτό θέλω να τιμωρηθώ».
Καταδικάστηκε σε θανατική ποινή
Για τον βιασμό της 12χρονης στο ορφανοτροφείο, στον Παγκρατίδη επιβλήθηκε ποινή κάθειρξης εννέα ετών, αλλά για τα εγκλήματα στο «Σέιχ Σου»… καταδικάστηκε σε θάνατο. Δύο χρόνια μετά την ποινή, οδηγήθηκε στο μέρος όπου είχε διαπράξει τα εγκλήματα, στο δάσος του «Σέιχ Σου» για να εκτελεστεί. «Πάντως, είμαι αθώος. Ίσως μια μέρα πιαστεί ο ένοχος και τότε…» ψέλλισε. Γυρνώντας το βλέμμα προς το εκτελεστικό απόσπασμα, είπε: «Παιδιά, σας παρακαλώ να με σκοπεύσετε καλά, να μη τυραννιστώ». Λίγο πριν ακουστεί το παράγγελμα και έχοντας δεμένα τα μάτια, στις 7:06 ακριβώς, αναφώνησε: «Μανούλα μου, είμαι αθώος».
«Δεν είχε δίκαιη δίκη»
Ο εισαγγελέας Αθανασόπουλος, που ήταν καθόλα γνωστό τότε ότι δεν θα κάλυπτε την αστυνομία, μετά την προανάκριση είχε δηλώσει: «Είμαι τόσο πολύ σίγουρος ότι είναι αυτός». Την ίδια άποψη είχε και ο ανακριτής Κιούσης: «Είμαι 2.000% σίγουρος ότι είναι αυτός»!
Ο συγγραφέας όμως Σάκης Σερέφας υποστήριζε πως: «Μια τοπική κοινωνία καθαρμάτων μαζί με την αστυνομική και δικαστική εξουσία έβαλαν στη μέση έναν ανθρωπάκο και τον κατασπάραξαν… Έναν αλητάκο που λειτουργούσε ως οπή ηδονής για τα αποβράσματα της πόλης, προερχόμενος από μια οικογένεια που μάτωσε στον Εμφύλιο. Παράλληλα μια ανθρωποφαγική τοπική κοινωνία, το παρακράτος στα ντουζένια του, και η αστυνομία που έβγαζε άφοβα τα νύχια της και που η δικαστική εξουσία με τη σειρά της λίμαρε θωπευτικά. Το θέμα δεν είναι αν ο Παγκρατίδης ήταν αθώος ή ένοχος, αλλά ότι δεν είχε δίκαιη δίκη καθιστώντας την εκτέλεσή του εγκληματική».
«Λίγο μετά τη δολοφονία Λαμπράκη»
Ίδια άποψη είχε και ο συγγραφέας Θωμάς Κοροβίνης: «Η Θεσσαλονίκη της εποχής χαρακτηρίζεται από ένα παρακράτος – απομεινάρια των ταγματασφαλιτών και Χητών- που εκφοβίζει την πόλη με τον αέρα φυσικά που του δίνει η Ασφάλεια. Η οργάνωση «Καρφίτσα», που λύνει και δένει, αποτελείται από ρουφιάνους και μάγκες που αποθρασύνονται και κάνουν ό,τι θέλουν. Στους κόλπους της κυοφορούνται οι δολοφόνοι του Λαμπράκη. Ο Παγκρατίδης συλλαμβάνεται λίγο μετά την δολοφονία του βουλευτή και αποδεικνύεται για την Ασφάλεια η ιδανική περίπτωση να στρέψουν τα βλέμματα του κόσμου από ένα έντονα πολιτικό θέμα σε ένα κοινωνικό»!
Οι δράστες ήταν δύο: Ο οδηγός και ο νεκρόφιλος
Η έρευνα του δημοσιογράφου Κώστα Τσαρούχα διήρκεσε πάνω από 20 χρόνια και με το βιβλίο του «Υπόθεση Παγκρατίδη: Ένοχος ή Αθώος;» αποκάλυψε ότι οι δολοφόνοι ήταν δύο: «Ένας μεγαλόσχημος επιχειρηματίας με συνεργάτη του στα εγκλήματα τον οδηγό του. Ήταν διεστραμμένος άνθρωπος. Νεκρόφιλος. Ο οδηγός χτυπούσε με την πέτρα, σκότωνε τα θύματα κι αυτός μετά ασελγούσε πάνω στις γυναίκες». Αυτά του τα είχε πει ένας απόστρατος της Χωροφυλακής που κράτησε την ανωνυμία του.
Ο Ταγματάρχης, ωστόσο, Κώστας Αντωνίου και Διευθυντής τότε της Σήμανσης Θεσσαλονίκης λίγο πριν πεθάνει ομολόγησε τα πάντα. Φώναξε την κόρη του και της είπε: «Λίγο πριν βγει η ψυχή μου πρέπει να σου πω μια αλήθεια. Μας δώσανε εντολή και βγάλαμε δράκο έναν αθώο. Ήταν αθώος ο Παγκρατίδης».