

Χαρίσης στο Gazzetta: «Η μέρα που ο Σκόλα έκανε το λάθος να ζητήσει ρεπό στον Ιβάνοβιτς»
Ο Χρήστος Χαρίσης μιλάει στο Gazzetta για την σπουδαία καριέρα του από τον Αρίωνα και την Πλατεία Λιονταριών ως την Τάου, τα καμικάζι του Ιβάνοβιτς και το iconic καλάθι με την Κροατία στο EuroBasket 2003.
Συνέντευξη στον ΓΙΑΝΝΗ ΣΤΑΥΡΟΥΛΑΚΗ
@Giannis_Stavr
Art direction / συνθέσεις: ΧΡΗΣΤΟΣ ΖΩΙΔΗΣ
Τίποτα δεν ζωντανεύει το παρελθόν πιο αποτελεσματικά από μια εικόνα ή μια ανάμνηση που έχει συσχετισθεί με αυτό. Στην περίπτωση του Χρήστου Χαρίση και της σύντομης θητείας του στην Τάου, εκείνο το τελευταίο δίμηνο της σεζόν 2001/02 είχε τα πάντα! Ο βετεράνος γκαρντ άφησε το Ηράκλειο για λογαριασμό των Βάσκων ως αντικαταστάτης του τραυματία Κρις Κορτσιάνι και πανηγύρισε το πρωτάθλημα στην ισπανική λίγκα με sweep στους τελικούς με τη Μάλαγα, έχοντας στο πλευρό του τον Λουίς Σκόλα, τον Αντρές Νοτσιόνι, τον Ούγκο Σκονοκίνι και τον Έλμερ Μπένετ. Κυρίως, όμως, είχε την ευκαιρία να δουλέψει με τον Ντούσκο Ιβάνοβιτς στα καλύτερά του!
Ο Χρήστος Χαρίσης μιλάει στο Gazzetta για την σπουδαία καριέρα του, εξηγώντας τον λόγο που στο μυαλό πολλών, ο Ιβάνοβιτς είναι ένας βάναυσος τύπος που του αρέσει να βασανίζει κόσμο. Παράλληλα, περιγράφει γλαφυρά το καψόνι στον Λουίς Σκόλα, όταν ο μεγάλος Αργεντινός έκανε το λάθος να ζητήσει ρεπό και προσπαθεί να ερμηνεύσει τι θα γινόταν αν πήγαινε στον Παναθηναϊκό, όταν το Ηράκλειο δεν τον άφησε να φύγει, βάζοντας στην εξίσωση το μεγαλύτερο λάθος του, το απωθημένο των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας και το καλύτερο πράγμα που έχει συμβεί στην καριέρα του.

«Έκανα λάθος που έφυγα από τον Ολυμπιακό»
Από εκείνο το σούπερ ταλέντο των ομάδων του Αρίωνα, τι έμεινε τα επόμενα χρόνια;
«Αυτό που έμεινε ίδιο ήταν ο χαρακτήρας μου, η αυτοπεποίθηση που είχα ως παίκτης και, γενικά, ο ρόλος μου σε κάθε ομάδα. Ποτέ δεν φοβήθηκα να πάρω την τελευταία προσπάθεια, και αυτό ήταν πάντα στοιχείο του παιχνιδιού μου».
Βλέποντας τη μεγάλη εικόνα, έζησες την μπασκετική ζωή που έπρεπε να ζήσεις; Στάθηκες στο ύψος των περιστάσεων;
«Κοίτα, αυτά είναι σχετικά. Από τη μία, σαν παιδί, ονειρευόμουν να αγωνιστώ σε μια μεγάλη ομάδα και να παίξω στην Εθνική, που ήταν ο απώτερος στόχος μου. Και αυτό το κατάφερα. Από την άλλη, στην πορεία, σίγουρα έκανα και λάθη. Λάθη που, εκ των υστέρων, όταν κάνεις τον απολογισμό σου, συνειδητοποιείς πως θα μπορούσες να είχες αποφύγει. Υπήρξαν στιγμές που πήρα κάποιες λάθος αποφάσεις σε κρίσιμα σημεία της καριέρας μου, και ίσως, αν είχα επιλέξει διαφορετικά, η πορεία μου να ήταν αλλιώς. Αλλά έτσι είναι το παιχνίδι – παίρνεις αποφάσεις και ζεις με αυτές».
Τουλάχιστον μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι είμαστε οι αποφάσεις μας. Ποια ήταν η πιο σημαντική απόφαση που σημάδεψε την καριέρα σου;
«Ήταν η επιλογή μου να πάω στον Απόλλωνα Πάτρας μετά τον Ολυμπιακό. Εκείνη την περίοδο πίστευα ότι έκανα το σωστό, ενώ εκ των υστέρων αποδείχτηκε ότι ήταν λάθος. Γιατί το λέω αυτό... Γιατί εκείνη την περίοδο, στη δεύτερη χρονιά μου στον Ολυμπιακό υπήρχε μια αβεβαιότητα. Το συμβόλαιό μου τελείωνε και δεν υπήρχε κάποιος να μας μιλήσει, να μας ενημερώσει για το τι θα γίνει. Τότε ο πρόεδρος, ο κος. Σωκράτης Κόκκαλης έφευγε από την ΚΑΕ και δεν υπήρχε κάτι στον ορίζοντα. Δεν είχαμε ανθρώπους να μιλήσουμε και να μας ενημερώσουν σχετικά με το τι μέλλει γενέσθαι.
Θεώρησα λοιπόν ότι έπρεπε να φύγω, γιατί δεν είχα να μιλήσω με κάποιον για το μέλλον μου. Ήταν λάθος. Ο Ολυμπιακός είναι μεγάλη ομάδα. Με τόσους φιλάθλους από πίσω, δεν υπήρχε περίπτωση να μην βρει το δρόμο του και να μην ορθοποδήσει. Δεν θα έμενε ποτέ ο Ολυμπιακός στα δεδομένα της πρώτης διετίας που ήμουν εγώ. Οπότε εκεί, ίσως σκέφτηκα λάθος. Ήταν ένα πισωγύρισμα. Το να φύγεις από τον Ολυμπιακό για να πας σε μια ομάδα όπως ο Απόλλωνας Πάτρας –με όλο τον σεβασμό, γιατί εκείνη την περίοδο έκανε μια πολύ αξιόλογη προσπάθεια ήταν μια δύσκολη απόφαση. Ωστόσο, η διαφορά επιπέδου ήταν μεγάλη, και, τελικά, αυτή η επιλογή επηρέασε την πορεία μου».
Στα τέλη του 2002 αφήνεις το Ηράκλειο για την Τάου. Αποχωρείς από το comfort zone σου, μια ομάδα όπου νιώθεις καλοδεχούμενος και προστατευμένος. Αφήνεις την Πλατεία Λιονταριών για να πας να κάνεις καμικάζι με τον Ιβάνοβιτς! Τι είχες στο μυαλό σου;
«Η αλήθεια είναι ότι όλα έγιναν ξαφνικά. Η πρόταση ήρθε απρόσμενα. Σίγουρα, η χρονιά μου στο Ηράκλειο ήταν πολύ καλή, και είχα κάνει επίσης εξαιρετικές εμφανίσεις με την Εθνική στα προκριματικά, ειδικά στο παιχνίδι με την Ισπανία. Φαντάζομαι ότι από εκεί ξεκίνησε η διαδικασία και άρχισε να με παρακολουθεί ο Ντούσκο.
Όλα έγιναν τόσο γρήγορα, που δεν πρόλαβα να σκεφτώ όλα αυτά που λες. Πέρασα πολύ όμορφα χρόνια στο Ηράκλειο, και όντως, όσα περιγράφεις μού φέρνουν ακόμα ωραίες αναμνήσεις. Αλλά η μετάβαση στην Τάου ήταν απότομη και έπρεπε να προσαρμοστώ άμεσα. Από την Πλατεία Λιονταριών στα καμικάζι του Ιβάνοβιτς!
Εκείνη την περίοδο, ο Ντούσκο ήταν στα καλύτερά του. Ένας προπονητής που ξεχώριζε από τους υπόλοιπους, ειδικά στο κομμάτι της έντασης και της πειθαρχίας. Και η διαφορά με τις προπονήσεις στο Ηράκλειο ήταν τεράστια. Η προσαρμογή μου ήταν πολύ δύσκολη στην αρχή, ειδικά τον πρώτο ενάμιση μήνα. Οι προπονήσεις ήταν ατελείωτες, με τεράστια ένταση και διάρκεια. Χρειάστηκε χρόνος για να αφομοιώσω και να προσαρμοστώ στα νέα δεδομένα. Αλλά μόλις πέρασε αυτή η φάση, όλα κύλησαν φυσιολογικά».

«Έρχεσαι και μου λες ότι είσαι κουρασμένος; Χρειάζεσαι προπόνηση»!
Διαβάζω στο ρεπορτάζ της εποχής ότι η Τάου έδωσε 30.000 δολάρια στο Ηράκλειο. Ήταν η περίοδος που είχε τραυματιστεί ο Κρις Κορτσιάνι, σε μια ομάδα με παίκτες όπως ο Σκόλα, ο Νοτσιόνι, ο Μπένετ, ο Βιντάλ και ο Σκονοκίνι.
«Εντάξει, όλοι τους ήταν εξαιρετικοί, τόσο ως παίκτες όσο και ως χαρακτήρες. Αυτό που μου έκανε τη μεγαλύτερη εντύπωση ήταν το πόσο δεμένοι ήταν μεταξύ τους. Ήταν πραγματικά μια οικογένεια μέσα στο γήπεδο, και αυτό φαινόταν ξεκάθαρα στον τρόπο που έπαιζαν. Αυτό το δέσιμο ήταν ένα από τα βασικά στοιχεία που βοήθησαν την ομάδα να πάει καλά. Δεν ήταν απλά μια ομάδα γεμάτη ταλέντο – υπήρχε χημεία, ενότητα, και αυτά έβγαιναν στο παρκέ. Είχαν εξαιρετικά χαρακτηριστικά, τόσο στο παιχνίδι τους όσο και ως άνθρωποι, και αυτό έκανε τη διαφορά».
Στο μεταξύ, τι παιχτάρα ήταν ο Μπένετ!
«Εντάξει τώρα, τι να συζητάμε… Το να παίζω με τον Μπένετ ήταν τεράστια εμπειρία για μένα. Και μεγάλη τύχη να βρίσκομαι πίσω από έναν τέτοιο παίκτη. Για μένα, ο Έλμερ ήταν σχεδόν όλη η ομάδα. Από εκεί ξεκινούσαν όλα. Ήταν αυτός που έδινε το σύνθημα, και όλοι οι υπόλοιποι ακολουθούσαν».
Τελικά, τι ισχύει με τον Ιβάνοβιτς; Γιατί στο μυαλό πολλών, ο Μαυροβούνιος είναι ένας βάναυσος τύπος που του αρέσει να… βασανίζει κόσμο;
«Κοίταξε… Το ότι ήταν ένας σκληρός προπονητής εκείνη την περίοδο, αυτό ήταν δεδομένο. Όταν έκανες προπόνηση μαζί του, ήξερες ότι η ένταση θα ήταν στο μάξιμουμ. Συνήθως, ένας αθλητής μέσα στη διάρκεια της προπόνησης μπορεί να καταλάβει πότε πλησιάζει το τέλος –μετά από μιάμιση ή δύο ώρες. Με τον Ιβάνοβιτς, όμως, αυτό δεν ίσχυε. Εκεί ήταν η διαφορά. Σε έκανε να νιώθεις ότι έπρεπε να αντέξεις κι άλλο, να ξεπεράσεις τα όριά σου, να δώσεις παραπάνω από ό,τι πίστευες ότι μπορούσες εκείνη τη στιγμή. Η ομάδα έπαιζε πάντα στα κόκκινα. Δεν υπήρχε ποτέ χαλαρότητα. Και, φυσικά, ρεπό δεν υπήρχαν πουθενά!
Θα σου πω μια ιστορία γι’ αυτό. Ο Ντούσκο δεν έδινε ποτέ ρεπό. Ποτέ όμως! Κάποια στιγμή σκέφτηκε να μας δώσει μία μέρα να ξεκουραστούμε, μετά από συνεχόμενα παιχνίδια. Πριν μας το ανακοινώσει, τον πλησίασε ο Σκόλα και του είπε: "Κόουτς, είμαι πολύ κουρασμένος. Νομίζω ότι χρειάζομαι ξεκούραση". Έκανε αυτό το λάθος! Μας μάζεψε, λοιπόν, ο κόουτς για να μας ανακοινώσει ότι αύριο έχουμε ρεπό. "Όλοι εκτός από τον Λουίς που μου ζήτησε ξεκούραση. Θα έρθει αύριο το πρωί να κάνει σουτ στο γήπεδο και το απόγευμα θα πάει για ένα χαλαρό τρέξιμο, να κάνει αποκατάσταση". Δεν μπορείς να φανταστείς τι έγινε στα αποδυτήρια!
Όλοι είχαν πέσει κάτω από τα γέλια! Βλέπαμε τον Σκόλα με σκυμμένο το κεφάλι να μονολογεί: "Μα τι έκανα; Τι ήθελα και το είπα"; Εκείνη τη στιγμή δεν θα την ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου! Αυτό, ακριβώς, είναι το mentality του Ιβάνοβιτς: "Έρχεσαι και μου λες ότι είσαι κουρασμένος, ενώ δεν διαμαρτύρονται οι άλλοι; Άρα χρειάζεσαι… προπόνηση"! Θα συμφωνήσω με αυτό που είπε ο Σκονοκίνι, ότι μαζί του ανακαλύψαμε ότι μπορούμε να υποφέρουμε περισσότερο από όσο μπορούσαμε να αντέξουμε».

«Νομίζαμε ότι ερχόταν η λύτρωση και έβγαζε τους κώνους»!
Θέλω να μου περιγράψεις μία τυπική προπόνηση με τον Ιβάνοβιτς όσον αφορά την ένταση και τη διάρκεια. Δεν ξέρω… Στο μυαλό μου έχω ένα γήπεδο όπου το μόνο που ακούγεται είναι οι φωνές του Ντούσκο και βογγητά πόνου!
«Η προπόνηση, όπως σου είπα και πριν, ήταν πάντα στα κόκκινα. Η ένταση δεν έπεφτε ποτέ. Θα σου περιγράψω ένα σκηνικό για να καταλάβεις τι εννοώ: Παίζαμε δύο εναντίον δύο, σε όλο το γήπεδο, από τη μία μπασκέτα στην άλλη. Ήταν μια αμυντική άσκηση, όπου η άμυνα έπρεπε να σταματήσει την επίθεση. Αν η επίθεση έβαζε καλάθι, συνέχιζαν οι ίδιοι στην άμυνα, και αυτό γινόταν σε απόλυτη ένταση.
Φαντάσου τώρα, κάποια στιγμή, δεν θυμάμαι ποιοι ακριβώς έπαιζαν, αλλά δεχόντουσαν συνεχώς καλάθι. Δεν άντεχαν άλλο, είχαν εξαντληθεί. Και τότε, οι παίκτες που ήταν στην επίθεση… επίτηδες έχασαν το σουτ για να τελειώσει η άσκηση! Ο Ιβάνοβιτς, όμως, το κατάλαβε. Και έγινε έξαλλος! Δεν σταματούσε ποτέ. Μέχρι να πετύχει αυτό που ήθελε, δεν υπήρχε χαλάρωση. Μπορεί να νομίζαμε ότι η προπόνηση πλησίαζε στο τέλος, ότι ήρθε η στιγμή της λύτρωσης και της ανακούφισης… και ξαφνικά έβγαζε κώνους! Για σπριντ, για άμυνες. Το βασικό του μότο ήταν: "Δεν τελειώνει τίποτα μέχρι να τελειώσει πραγματικά". Αυτός ήταν».
Το κλισέ «από το αεροδρόμιο στο γήπεδο» το έζησες στην Τάου; Σου έτυχε να πάτε απευθείας για προπόνηση μετά την προσγείωση;
«Ναι, θυμάμαι χαρακτηριστικά μετά από ένα παιχνίδι που είχαμε χάσει, με μια ομάδα που ήταν προς το τέλος της βαθμολογίας. Γυρίζουμε, και δεν μας είχε ανακοινώσει τίποτα από πριν. Μόλις προσγειωνόμαστε, λέει ο Ιβάνοβιτς: "Δεν θα φύγει κανείς, πάρτε μαζί τα πράγματά σας, πάμε στο γήπεδο για προπόνηση." Και κατευθείαν πήγαμε στο γήπεδο και κάναμε κανονική προπόνηση, μιάμιση ώρα. Αυτό ήταν κάτι συνηθισμένο για εκείνη την εποχή. Δεν υπήρχε χρόνος για χαλάρωση ή ανακούφιση, η δουλειά συνεχίζονταν χωρίς σταματημό».
Πώς ήταν η σχέση σας σε προσωπικό επίπεδο;
«Η προσωπική επαφή ήταν λίγο περίεργη, γιατί να σου πω την αλήθεια, πέρα από το καλωσόρισμα όταν μπήκα στην ομάδα, δεν είχαμε ιδιαίτερες σχέσεις. Με ρώτησε πώς περνάω και τι κάνω μετά από ενάμιση μήνα! Ήταν μετά από ένα παιχνίδι που είχα παίξει καλά, θυμάμαι ότι είχαμε μια προπόνηση αποκατάστασης. Ήρθε και μου μίλησε: "Χρήστο, τι κάνεις, πώς περνάς εδώ;" Η αλήθεια είναι αυτή. Γιατί γενικά, δεν μιλούσε πολύ. Τον έβλεπες, δεν είχε επαφή με τους παίκτες, ήταν αρκετά απόμακρος. Προφανώς, δεν ήθελε να έχει πολλές επαφές εκτός γηπέδου. Γι’ αυτό ήταν έτσι ως άνθρωπος. Βέβαια, αν με ρωτάς τώρα, όλα αυτά τα βλέπω διαφορετικά. Όταν παίρνεις πρωτάθλημα, περνάς στα πλέι-οφ με μειονέκτημα έδρας, και πετάς έξω ομάδες όπως η Μπαρτσελόνα και η Μάλαγα, και κατακτάς το πρωτάθλημα, τότε όλα αυτά τα πιστώνεται».
Τουλάχιστον γλίτωσες το έμφραγμα...
«Ναι! Ήταν δραματική η κατάσταση. Το πρώτο διάστημα γύριζα σπίτι μετά τις προπονήσεις και είχα τόσα νεύρα που δεν μπορούσα να μιλήσω σε άνθρωπο! Πραγματικά»!

«Το καλάθι με την Κροατία ήταν ό,τι καλύτερο στην καριέρα μου»
Εκείνο το καλάθι με την Κροατία ήταν η πιο… Χρήστος Χαρίσης στιγμή;
«Αυτό το καλάθι πιστεύω ήταν ό,τι καλύτερο μου έχει συμβεί στην καριέρα μου. Έχω βάλει και άλλα καλάθια στη λήξη, buzzer-beaters, αλλά το συγκεκριμένο δεν ξέρω… Ίσως επειδή ήταν η Εθνική ομάδα, ίσως επειδή ήταν η ένταση του αγώνα, γιατί ήταν ένα παιχνίδι με πάρα πολύ άγχος. Αν θυμάμαι καλά, και οι δύο ομάδες στο τέλος είχαμε 4-4.5 λεπτά να βάλουμε καλάθι, ούτε βολές δεν μπαίνανε! Οπότε, όλο αυτό το κλίμα, και το γεγονός ότι παίζαμε μπροστά σε πολλούς Έλληνες φιλάθλους, ήταν ό,τι καλύτερο! Υπήρχε πολύ πίεση… Αυτή η ομάδα είχε ξεκινήσει για μεγάλα πράγματα, για σπουδαία πράγματα, αλλά η πορεία εξελίχθηκε διαφορετικά. Από το πρώτο παιχνίδι κιόλας υπήρχε αυτή η πίεση».
Με το αν δεν κάνουμε δουλειά… Όμως τι θα γινόταν αν πήγαινες στον Παναθηναϊκό; Στη δεύτερη χρονιά σου στο Ηράκλειο. Όταν ο μάνατζέρ σου είχε συμφωνήσει όμως το Ηράκλειο δεν σε άφησε να φύγεις.
«Ήταν μια περίεργη στιγμή. Ήρθε ξαφνικά μια πρόταση από τον Παναθηναϊκό, εντελώς απρόσμενη. Είχα παίξει μόλις έναν χρόνο στο Ηράκλειο, και μάλιστα με τη συμφωνία ότι αν δεν έπαιζα τον δεύτερο χρόνο, θα γύριζα στον Αρίωνα! Ήθελα τόσο πολύ να φύγω από τη Β' Εθνική και να αγωνιστώ σε μια ομάδα της Α1, που δεν κοιτούσα καν τις συνθήκες. Για φαντάσου τώρα, ένα παιδί 19 χρονών να έχει στο μυαλό του: "Αν δεν παίξω τη δεύτερη χρονιά, θα πρέπει να γυρίσω πίσω." Αλλά δεν με ένοιαζαν όλα αυτά. Με οδηγούσε το ένστικτό μου. Ήθελα να παίξω και να καθιερωθώ. Παίζω την πρώτη χρονιά και ξαφνικά έρχεται η πρόταση από τον Παναθηναϊκό.
Ήταν μια ιδιαίτερη στιγμή. Μπορεί η καριέρα μου να είχε πάρει διαφορετική τροπή αν γινόταν αυτή η μεταγραφή και πήγαινα στον Παναθηναϊκό. Τελικά δεν συνέβη… Το θέμα είναι ότι δεν απογοητεύτηκα. Είπα στον εαυτό μου: "Θα συνεχίσω να δουλεύω, ώστε η πρόταση από μια μεγάλη ομάδα να έρθει στην πορεία". Κάτι που τελικά έγινε».
Μένει μια πικρία ότι πήγες στον Ολυμπιακό σε μία δύσκολη περίοδο, με τον Σωκράτη Κόκκαλη φευγάτο και την ομάδα να ψάχνεται; Τότε που η ομάδα δεν ήταν στα καλύτερά της. Πώς το βίωσες όλο αυτό;
«Ναι, αυτό ήταν το δύσκολο κομμάτι. Το ότι ο Ολυμπιακός εκείνη την περίοδο ήταν μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Σε σχέση με τον Παναθηναϊκό ήταν η μέρα με τη νύχτα. Από θέμα μπάτζετ, ρόστερ, οργάνωσης, τα πάντα. Παρ’ όλα αυτά, ακόμα και έτσι όπως ήταν ο Ολυμπιακός, όλοι μας δώσαμε το 100% ώστε να μπορέσει αυτή η ομάδα να διεκδικήσει αυτό που της αναλογούσε. Μιλάμε τώρα για τον Ολυμπιακό, έπρεπε να παλέψει για τα πάντα, έτσι; Μπαίναμε με αυτή τη νοοτροπία. Ότι λέγαμε να παλέψουμε για τα πάντα. Και αυτό μας βοήθησε να φτάσουμε τη μια χρονιά στο σημείο να χάσουμε το Final Four μετά από μια ήττα από την Μπαρτσελόνα στον Κορυδαλλό. Χάσαμε ένα Κύπελλο Ελλάδας με τα επεισόδια που έγιναν στον τελικό με τον Άρη. Δηλαδή, η ομάδα πιστεύω, παρ’ όλα τα προβλήματα που είχε, αγωνιστικά και οικονομικά, έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε. Δηλαδή, όλοι οι παίκτες έδιναν το καλύτερο εαυτό τους, για να μπορέσουμε να διακριθούμε κάτω από αυτές τις συνθήκες».

«Πίστευα ότι είχα μια θέση στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας»
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αθήνας είναι το μεγάλο σου απωθημένο;
«Ναι. Πιστεύω ότι με στιγμάτισε και αυτό. Μετά το EuroBasket 2003, που έκανα πολύ καλή εμφάνιση εκεί, πίστευα ότι είχα μια θέση στην ομάδα του 2004. Όμως, εκείνη την εποχή ο Γιάννης Ιωαννίδης πολιτεύτηκε, έφυγε από την Εθνική και ανέλαβε ο Παναγιώτης Γιαννάκης. Εκεί πιστεύω πως κάπου άλλαξαν τα δεδομένα όσον αφορά τη συμμετοχή μου στην ομάδα. Με πείραξε, είναι η αλήθεια, αλλά εκ των υστέρων κατάλαβα και τον κόουτς. Ήμουν ο τελευταίος που "κόπηκε". Είχε στο μυαλό του άλλα πράγματα, έπρεπε να μείνω εκτός.
Αν και όλοι έλεγαν, από τα φιλικά που είχα κάνει και τις εμφανίσεις μου, ότι είχα κλείσει θέση στο Ολυμπιακό Χωριό. Σίγουρα είχα μια πικρία εκείνη τη στιγμή, αλλά μετά κατάλαβα πόσο δύσκολο είναι για έναν προπονητή να διαχειριστεί και να επιλέξει τους παίκτες. Θυμάμαι από τη συνομιλία που είχαμε, μου είχε πει: "Μακάρι να μπορούσα να σε πάρω", μου είχε μιλήσει πολύ ειλικρινά. Αλλά εκείνη τη στιγμή, ένας παίκτης το κουβαλάει μέσα του... Έτσι είναι η ζωή. Αλλά η απογοήτευση ήταν εμφανής».
Σε ποια ομάδα έβγαλες την καλύτερη εκδοχή σου;
«Σε κάθε ομάδα πιστεύω ότι έδωσα τα πάντα. Το Ηράκλειο ήταν ένα ξεκίνημα το οποίο ήταν μαγικό! Για ένα παιδί 19 χρονών, να πάει σε μια ομάδα της Α1, να καθιερωθεί, να κάνουμε μια μεγάλη νίκη με τον Παναθηναϊκό, που τότε είχε υπερομάδα, τον Μποντιρόγκα, τον Ράτζα, είχε τρομερή ομάδα. Πέρασα πολύ ωραίες στιγμές εκεί. Με τον Ολυμπιακό πέρασα επίσης ωραίες στιγμές, δηλαδή κάποια παιχνίδια που τα κερδίσαμε στο τέλος, με κάποια καλάθια μου στη λήξη. Αυτό που θέλω να σου πω είναι ότι υπάρχουν στιγμές και στιγμές. Αλλά πιστεύω ότι δύο ομάδες στις οποίες έπαιξα τα περισσότερα χρόνια, το Ηράκλειο και ο Ολυμπιακός, οπότε θα εστιάσω σε αυτές τις δύο ομάδες».
Στο βιογραφικό των λαθών σου, τι θα δούμε ψηλά-ψηλά;
«Αυτό που σου είπα πριν. Ίσως εκείνη την χρονιά δεν θα έπρεπε να φύγω από τον Ολυμπιακό, γιατί πιστεύω ότι εκεί άλλαξαν λίγο τα δεδομένα της καριέρας μου και της πορείας μου. Ήταν αυτό που σου είπα πριν, ένα πισωγύρισμα. Γιατί ο Ολυμπιακός είναι μεγάλη ομάδα, και κάποια στιγμή θα έβρισκε τον δρόμο του. Και εγώ ήμουν εκείνη την περίοδο σημαντικό κομμάτι της ομάδας. Οπότε πιστεύω ότι θα έπρεπε να ζήσω λίγο και τα καλά. Γιατί έφυγα και ξαναγύρισα, αλλά είχαν αλλάξει μετά τα δεδομένα»/
Αγαπήθηκες όσο θα ήθελες σε αυτή τη διαδρομή;
«Πιστεύω ναι, γιατί πάντα έδινα το 100% και δεν προκαλούσα ποτέ, δεν ήμουν παίκτης που θα δημιουργούσα προβλήματα. Εντάξει, κάποιες φορές, κάποιες εντάσεις σε κάποιες στιγμές του παιχνιδιού, όντως κάποιες φορές θα ξεφεύγαμε λίγο παραπάνω, αλλά σε γενικές γραμμές ήμουν ο παίκτης που πήγαινα στο γήπεδο, έκανα τη δουλειά μου, έδινα το 100%. Και γενικά πιστεύω αγαπήθηκα από τον κόσμο. Δηλαδή και το κατάλαβα αυτό όταν γύριζα σαν αντίπαλος στις ομάδες. Το χειροκρότημα που εισέπραττα... Όταν σταματάς, αυτό μένει. Μένει η εικόνα. Ακόμα και τώρα που θα ξεκινήσω την προπονητική, βλέπω την ανταπόκριση του κόσμου, ανθρώπους που είχα να δω χρόνια, το πώς μου συμπεριφέρονται».
BEST OF LIQUID MEDIA

Μουρτζούκου: Φρικιαστικές κατηγορίες για τη μητέρα της: «Με εξέδιδε από τα 15, με βίασε συγγενής της»
Αλεξία Κούβελα: «Έχω λατρέψει να φοράω όσο πιο μικροσκοπικά μπικίνι μπορώ»
