To… ανήσυχο πνεύμα του Ραζβάν Λουτσέσκου
Τα παιδικά συντρίμμια!
Υπάρχουν ημερομηνίες που δυσκολεύεσαι να ξεχάσεις. Ο Μιρτσέα Λουτσέσκου υπήρξε ένας τεράστιος ποδοσφαιριστής στα νιάτα του. Κατέκτησε εφτά πρωταθλήματα Ρουμανίας ως παίκτης και σήμερα έχει 14 σπουδαίους τίτλους στο παλμαρέ του, χωρίς να συνυπολογίζονται οι δευτερεύοντες. Πιθανότατα να μην θυμάται καμία από εκείνες. Δεν ξεχνάει, όμως, δύο. Στις 17 Φεβρουαρίου του 1969 γεννήθηκε ο γιος του. Στις 4 Μαρτίου του 1977, όταν το παιδί ήταν ακόμα οκτώ χρονών νόμιζε ότι τον είχε χάσει. Οι τηλεπικοινωνίες εκείνη την εποχή και ειδικά όταν μιλάμε για τη κομμουνιστική Ρουμανία ήταν αστείο. Ο συντομότερος τρόπος να μάθεις την πραγματικότητα, ήταν να βρεθείς στην καρδιά των γεγονότων.
Ο σεισμός που ταρακούνησε σχεδόν όλη την Ευρώπη εκείνο το βράδυ δεν είχε ακριβώς καρδιά, ούτε και επίκεντρο. Τον ένιωσαν όλα τα Βαλκάνια κι έφτασε μέχρι την Ουκρανία και την Μολδαβία. Τα νέα, όπως επιβεβαιώθηκαν εβδομάδες αργότερα, προκαλούσαν σοκ. 1,578 άνθρωποι σκοτώθηκαν, 11.221 τραυματίστηκαν, πάνω από 30.000 κτήρια κατεδαφίστηκαν μερικώς ή ολοσχερώς και άλλες τόσες οικογένειες έμειναν άστεγες. Τα 7,2 Ρίχτερ με βάθος 92 χιλιομέτρων στη Βραντσέα σχεδόν ισοπέδωσαν τη Ρουμανία, με το 90% των ζημιών να καταγράφεται στο Βουκουρέστι. Ο Μιρτσέα εκείνη την ώρα επέστρεφε σπίτι του. Ήταν 9.20 το βράδυ… Ο ένας τοίχος είχε πέσει. Εκεί στεκόταν το κρεβάτι του Ραζβάν, το οποίο ήταν χαμένο πια κάτω από τα συντρίμμια. Δεν ήξερε τι να πιστέψει. Λίγη ώρα μετά η οικογένεια ενώθηκε. Η σύζυγος του Λουτσέσκου, Νέλι, είχε πάει για ψώνια με το γιο της. Ο μπαμπάς το ένιωσε ως σημάδι και αποφάσισε να μετακομίσει και να αλλάξει περιβάλλον.
Στη Χουνεντοάρα οι ρυθμοί ήταν διαφορετικοί. Επαρχία, πράσινο, γειτονιά… Η ομάδα εκείνη την εποχή είχε πολλά λεφτά και προσπαθούσε να μπει σφήνα στη Στεάουα και τη Ντιναμό, με τον Μιρτσέα να παίζει εκεί στα τελευταία χρόνια της καριέρας του. Ο γιος του άρχισε να χτίζει τη δική του προσωπικότητα, πάντα υπό τον αυστηρό πατέρα του, που του φώναζε να μαζευτεί στο σπίτι, όποτε ένιωθε ότι μπορεί να ενοχλεί τους γείτονες. Όπως όταν έπαιζε τένις στον κήπο με έναν φίλο του. «Ήταν ακούραστο παιδί, όπως τα περισσότερα στην ηλικία του, αλλά καλό», θυμόταν ο πατέρας του κολλητού του, ενώ μια δασκάλα του σημείωνε. «Ήταν δύο χρόνια μαθητής στο σχολείο και τα δύο τα τελείωσε με άριστα».
Το ποδόσφαιρο προφανώς και δεν έλειπε από την καθημερινότητα. «Είμαι τυχερός που είχα τον πατέρα μου. Πρώτον γιατί μου μετέδωσε το πάθος του για το ποδόσφαιρο. Έβλεπα πως δούλευε και πως έδινε την ψυχή του ό,τι έκανε. Δεύτερον, γιατί μου έλεγε ξανά και ξανά ότι το απολυτήριο από το σχολείο είναι το σπουδαιότερο πράγμα. Θα με βοηθήσει να δουλέψω το μυαλό μου και να δω τα πράγματα διαφορετικά. Θα με προετοιμάσει για τη ζωή».
Ποδοσφαιρική ιστορία!
Η ζωή που θα επέλεγε ο Ραζβάν δεν διέφερε πολύ από εκείνη του πατέρα του. Ίσως να ήταν λίγο πιο σκληρός, αφού δε φοβήθηκε τη μοναξιά του τερματοφύλακα, ίσως να ήταν λίγο πιο ταπεινή, αφού ουδέποτε έφτασε στα αγωνιστικά στάνταρ του πατέρα του. Σύντομα κατάλαβε ότι ήθελε να γίνει προπονητής, ακριβώς όπως είχε κάνει και ο Μιρτσέα Λουτσέσκου. Ο πρεσβύτερος καταπιάστηκε με το επάγγελμα στα 35 του χρόνια και άμεσα προσλήφθηκε στην Εθνική Ρουμανία. Ο «μικρός» ξεκίνησε στα 34 του χρόνια και χωρίς μεγάλες παραστάσεις πήρε την ίδια δουλειά. Οι συγκρίσεις αναπόφευκτες.
«Δεν μπήκα στο χώρο του ποδοσφαίρου για να με συγκρίνουν με τον πατέρα μου. Το βρίσκω εντελώς περιττό. Το μόνο κοινό μας σημείο είναι ο ενθουσιασμός που έχουμε για τη δουλειά μας. Υπάρχουν πολλοί προπονητές που θαυμάζω, που ζηλεύω τις επιτυχίες τους και θέλω να έχω εξίσου πετυχημένη καριέρα με εκείνους», δήλωνε ο Ραζβάν Λουτσέσκου, όταν το 2009 αναλάμβανε τη Ρουμανία. Πρωτύτερα – το 2003 για την ακρίβεια – είχε κρεμάσει τα γάντια, είχε προσπαθήσει να υπηρετήσει από άλλο χώρο το ποδόσφαιρο και είχε προλάβει σε έξι χρόνια να δουλέψει στη Μπρασόβ και στη Ραπίντ Βουκουρεστίου, με την οποία μάλιστα είχε κατακτήσει ένα κύπελλο, ένα πρωτάθλημα και είχε αντιμετωπίσει τον… μπαμπά του στην Ευρώπη!
«Σκεφτόμουν το μέλλον μου από όταν ήμουν ενεργός τερματοφύλακας. Στην αρχή δούλεψε ως τεχνικός διευθυντής σε ένα σύλλογο, αλλά ήταν μια δουλειά που δεν μου ταίριαζε. Δεν μπορούσα να είμαι κλεισμένος σε ένα γραφείο, ήθελα το γήπεδο. Γι’ αυτό έγινα προπονητής. Ξεκίνησα να παρακολουθώ μαθήματα από το 1999. Ο πατέρας μου ήταν πάντα για μένα υπόδειγμα. Το ποδόσφαιρο ήταν ο κόσμος του και είναι και ο δικός μου, επίσης».
Φυσικά, η Εθνική Ρουμανίας δεν ήταν η ευκολότερη δουλειά στον κόσμο, ειδικά για έναν προπονητή 40 ετών που δεν είχε διαχειριστεί παρόμοια πίεση. «Χρειάζομαι λίγο χρόνο να συνηθίσω την ιδέα. Για μένα ήταν τιμητικό και μόνο που με συμπεριέλαβαν στους υποψηφίους. Το να με επιλέξουν κιόλας είναι απίστευτα τιμητικό». Η δημοσιότητα και η ευθύνη έχει δύο όψεις. Ο Ραζβάν απόλαυσε το κομμάτι που του πρόσφερε σχεδόν τα διπλάσια χρήματα από τη δουλειά του ομοσπονδιακού τεχνικού. Έπαιρνε 250 χιλ. ευρώ από τη Ρουμανία και 500 χιλ. ευρώ από τις διαφημίσεις που γύριζε. Μπύρα, γιαούρτι, κινητή τηλεφωνία, αυτοκίνητα, ενώ δε δίστασε να φωτογραφηθεί για γυναικείο περιοδικό με τις πυτζάμες του στο κρεβάτι και να μιλήσει για τη σεξουαλική του ζωή με τη σύζυγό του… «Δεν ήθελα όλα να είναι ποδόσφαιρο. Ήθελα να κάνω κάτι να ξεφύγω», δικαιολογήθηκε κι ενώ στη δουλειά του αποδεικνυόταν εξίσου ικανός και καινοτόμος.
Δε δίστασε να πετάξει εκτός Εθνικής τον Αντριάν Μούτου λόγω πειθαρχικού παραπτώματος και όταν τον δέχτηκε πίσω, ο Ρουμάνος επιθετικός ήταν τύπος και υπογραμμός. Κατηγορήθηκε, φυσικά, για την τακτική του, όπως και για το γεγονός ότι μετά από παιχνίδια της Εθνικής δεν επέστρεφε με την αποστολή κι επέλεγε να μείνει στη χώρα που γινόταν ο αγώνας. «Δουλεύω εφτά μέρες την εβδομάδα. Δουλεύω και Σαββατοκύριακα. Δεν δικαιούμαι εγώ διακοπές;», αναρωτιόταν, όμως οι διακοπές του ήταν συνήθως για να παρακολουθήσει από κοντά πως δουλεύουν κάποιες ομάδες.
Στην Εθνική Ρουμανίας έμεινε σχεδόν τρία χρόνια και σε έντεκα επίσημα παιχνίδια είχε τέσσερις νίκες, τέσσερις ισοπαλίες και τρεις ήττες. Έφυγε μετά από μια σπουδαία νίκη 3-0 επί της Βοσνίας κι ενώ η πρόκριση για το Euro 2012 ήταν ακόμα ανοικτή. «Από τη στιγμή που υπάρχουν πιθανότητες πρόκρισης, ουδείς μπορεί να με χαρακτηρίζει αποτυχημένο. Επιπλέον, κάναμε ανανέωση στην ομάδα και μπήκαν πολλοί νεαροί παίκτες. Μπορεί για κάποιους επιτυχία να θεωρείται η κατάκτηση του ευρωπαϊκού, αλλά αυτό είναι λίγο δύσκολο», δήλωνε ειρωνικά και ξεκαθάριζε τους λόγους που αποφάσισε να παραιτηθεί.
«Πήρα την απόφαση μετά από δηλώσεις του προέδρου της ομοσπονδίας. Είμαι ένας άνθρωπος που δουλεύω και είμαι διατεθειμένος να κάνω οποιαδήποτε θυσία, αρκεί να νιώθω ότι με εμπιστεύονται. Από τη στιγμή που σταμάτησα να το νιώθω, αποφάσισα να φύγω. Και θα το έκανα σε οποιοδήποτε αποτέλεσμα με τη Βοσνία». Το γεγονός ότι την επόμενη μέρα της παραίτησής του ανέλαβε τη τεχνική ηγεσία της Ραπίντ Βουκουρεστίου δεν έκανε τη… μαρτυρία του ιδιαίτερα πιστευτή. Εκεί θα έμενε μόλις ένα χρόνο, παρότι είχε υπογράψει τετραετές συμβόλαιο.
«Το μεγαλύτερο λάθος που έχω κάνει είναι πως στην επιστροφή μου στη Ραπίντ το 2011 μίλησα για την κατάκτηση του πρωταθλήματος και του κυπέλλου. Η ομάδα προερχόταν από μέτριες χρονιές και πίστευα ότι έτσι θα έδινα κίνητρο στους παίκτες. Δεν συνέβη, όμως, αυτό και μετά από τα πρώτα αρνητικά αποτελέσματα ο κόσμος άρχισε να μας ειρωνεύεται. Ο πρόεδρος δεν ήξερε πώς να χειριστεί την κατάσταση». Μετά τη Ραπίντ, ο Ραζβάν έψαχνε μια διέξοδο. Θα έφευγε από τη Ρουμανία με οποιοδήποτε κόστος και το έκανε για το Κατάρ. Δούλεψε δύο χρόνια στην Ελ Τζαίς και κατέκτησε το κύπελλο, συλλέγοντας εμπειρίες. «Το πρωτάθλημα γίνεται κάθε χρόνο καλύτερο και πραγματικά η χώρα με εξέπληξε. Ήταν μια σημαντική εμπειρία για την καριέρα μου».
Στη Ρουμανία, ωστόσο, η αποτυχία θα συνεχιζόταν. Ο Λουτσέσκου αποφασίζει να επιστρέψει και υπογράφει στην ανερχόμενη και πλούσια Πετρολούλ Πλοϊέστι, όπου διαδέχεται τον Κόσμιν Κόντρα και συναντά τον Αντριάν Μούτου. Η ομάδα του θα ξεκινήσει άσχημα στο πρωτάθλημα, θα αποκλειστεί από τους ομίλους του Europa League και στις 16 Σεπτεμβρίου ο Ραζβάν θα απολυθεί. Η πατρίδα του θα αποδειχθεί και πάλι εχθρική. Εξάλλου, πολλάκις του είχε δείξει σκληρό πρόσωπο.
Προσωπική ιστορία…
Σεξ, ίντριγκα, αίμα! Τρεις βασικές λέξεις επιτυχίας, αν μιλάμε για ένα βιβλίο ή μια ταινία. Ο Ραζβάν Λουτσέσκου, που σε ανύποπτο χρόνο είχε δηλώσει ότι θα του άρεσε να τον υποδυθεί σε φιλμ ο Αλ Πατσίνο, έχει βρεθεί μπλεγμένος και στα τρία. «Με έχουν πει γκέι, με έχουν πει γύφτο, με έχουν πει swinger. Όλοι αυτοί απλά προσπαθούν να στιγματίσουν τη δική μου δουλειά, αλλά και του πατέρα του».
Ας ξεκινήσουμε από το τελευταίο, αφού στο παρελθόν ο περίφημος Τζιοβάνι Μπεκάλι είχε δηλώσει ότι ο τεχνικός της Εθνικής Ρουμανίας συμμετέχει σε παιχνίδι ανταλλαγής συντρόφων και πως γι’ αυτό δεν καλεί τον Αντριάν Μούτου στην ομάδα. Ο Ρουμάνος επιθετικός έριξε λάδι στη φωτιά λέγοντας «δεν με νοιάζει τι κάνεις ο καθένας στο κρεβάτι του, αλλά το σίγουρο είναι ότι εγώ δεν έχω παραβρεθεί σε καμία από τις αυτές τις συνευρέσεις» και προκαλώντας την αντίδραση του Λουτσέσκου. «Όλα αυτά είναι ψέματα. Πού ξέρει ο Μούτου τι κάνω εγώ; Ήταν μπροστά;».
Το μεγαλύτερο αγκάθι στην ιστορία του, ωστόσο, έρχεται από το μακρινό 1991 και με ένα τραγικό τρόπο τον δένει με τον Χρήστο Πανόπουλο. Στις 16 Σεπτεμβρίου εκείνου του έτους, ο νεαρός τότε Ραζβάν είναι στο αυτοκίνητό του με τη σύζυγό του. Η Άννα Μαρία, με την οποία παντρεύτηκαν το 1990, ήταν έγκυος πέντε μηνών και έμπλεξαν σε θανατηφόρο τροχαίο. Έκτοτε, υπάρχουν δύο διαφορετικές μαρτυρίες. Εκείνη του Λίντσου Μίου και εκείνη του Λουτσέσκου. Σύμφωνα με τον πατέρα της κοπέλας που σκοτώθηκε στο ατύχημα, το αυτοκίνητο το οδηγούσε ο Ραζβάν, ο οποίος έτρεχε με 103 χιλιόμετρα την ώρα και ήταν μεθυσμένος. Απόδειξη της ταχύτητάς του θεωρήθηκαν τα 70 μέτρα ίχνη φρεναρίσματος.
Η κόρη του, Γκεοργκίτσα, που προσπάθησε να περάσει το δρόμο χωρίς να υπάρχει διάβαση, βρέθηκε στην άσφαλτο με κατάγματα στα δύο πόδια, ρήξη σπλήνας και μεγάλο τραύμα στο κεφάλι. Λίγη ώρα μετά πέθανε στο νοσοκομείο. Οι μάρτυρες του είπαν πως ο Ραζβάν πήδηξε στο πίσω κάθισμα και άφησε τη γυναίκα του στο τιμόνι, επειδή δεν είχε άδεια. Ο Λίντσου Μίου έτρεξε την υπόθεση για δύο χρόνια. Προσπάθησε να βρει άκρη, είδε – σύμφωνα με τις δηλώσεις του – την ταχύτητα του οχήματος να πέφτει στα 80 χλμ. την ώρα στον φάκελο της έρευνας, την ιστορία να μπαίνει ανεξήγητα στο αρχείο και δέχτηκε αλλεπάλληλες προτάσεις για συμβιβασμό. «Δεν φέρνουν τα λεφτά πίσω το παιδί σου», δήλωνε στους δημοσιογράφους.
Πριν μερικούς μήνες, στα 74 του χρόνια πλέον, μάλλον το ξανασκέφτηκε. Ζήτησε να ανοίξει ξανά η υπόθεση, έκανε αγωγή αιτώντας αποζημίωση 5 εκ. ευρώ και προκάλεσε την οργή της οικογένειας Λουτσέσκου. Τόσο του Μιρτσέα, ο οποίος με τη σειρά του λίγο έλειψε να σκοτωθεί σε τροχαίο το 2012, όσο και του Ραζβάν που είχε ζήσει εκείνη την ημέρα. «Είμαι έκπληκτος και απογοητευμένος που 21 χρόνια μετά το τραγικό συμβάν μια εφημερίδα επιλέγει πάλι να το κάνει πρώτο θέμα. Ο εισαγγελέας αποφάσισε να μην ασκήσει δίωξη, θεωρώντας ότι το ατύχημα προκλήθηκε από το θύμα. Η γυναίκα μου πολλές φορές δεν κοιμάται τα βράδια επειδή δεν μπορεί να ξεχάσει εκείνη τη μέρα και αισθάνεται άσχημα που δεν μπόρεσε να το αποφύγει. Καταλαβαίνω τον πόνο του κυρίου Μίου, όμως αυτό δεν του δίνει το δικαίωμα να ρίχνει λάσπη στην οικογένειά μου. Πολλές φορές νιώθω άσχημα που δεν οδηγούσα εγώ, όμως κανείς δε θα μπορούσε να κάνει κάτι έτσι όπως εμφανίστηκε η κοπέλα μπροστά στο αυτοκίνητο. Καταλαβαίνω ότι τα μίντια θέλουν να πουλήσουν επειδή είμαι δημόσιο πρόσωπο, αλλά δε θα επιτρέψω πλέον να εμπλέκεται η οικογένειά μου σε αυτό το θέμα».
Ο Ραζβάν Λουτσέσκου έχει τα ξεσπάσματά του, όποτε θεωρεί ότι τον αδικούν. Και μετά τρέχει στη θάλασσα. Εκεί ηρεμεί, εξάλλου ο μόνος τρόπος που θα επέλεγε να κάνει το γύρο του κόσμου, είναι με καράβι. Κι όταν θα φτάσει τα 80 του χρόνια, μακριά από τις εντάσεις που τόσο καιρό ζει, ονειρεύεται να κάθεται δίπλα στο τζάκι, να πίνει κονιάκ, να διαβάζει ένα καλό βιβλίο και να νιώθει γεμάτος με τις ιστορίες που θα έχει να θυμάται από το ποδόσφαιρο. Ίσως και η Ξάνθη να αποτελέσει μια εξ αυτών.
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.