Έτσι κι αλλιώς μπερδεμένη, η πίστη μας η καημένη...
Η πρόσκληση που έλαβα για ταξίδι στην Κύπρο ήταν τιμής ένεκεν, για τη βράβευση του σπουδαίου Πάρι Παπαέλληνα, που συμπλήρωσε 50 χρόνια προσφοράς στον Κεραυνό Στροβόλου και στο κυπριακό μπάσκετ, ως παίκτης, προποντής, παράγοντας, χρηματοδότης, μέντορας.
Δεν σκόπευα όμως να περιορίσω την επίσκεψή μου στον άξονα ξενοδοχείο-γήπεδο, μολονότι η συντροφιά ήταν εκλεκτή: Δημήτρης Διαμαντίδης, Μέμος Ιωάννου, Νίκος Φιλίππου, Βαγγέλης Λιόλιος, ο Μιχάλης Κακιούζης που δουλεύει στον Κεραυνό, σε ρόλο οικοδεσπότη.
Μία ώρα μετά την άφιξή μου στη Λευκωσία, ξεκινούσα για το σύνορο που ευφημιστικά λέγεται Πράσινη Γραμμή. Στην πραγματικότητα, η αόρατη γραμμή είναι μαύρη, ολόμαυρη, όσο και οι ψυχές των Κυπρίων που αποχαιρέτησαν τα σπίτια τους στα Κατεχόμενα το μακρινό 1974.
Ο Πάρις Παπαέλληνας, ετών 69 σήμερα, ήταν ένας από αυτούς. Άφησε τον τόπο του άθικτο για ολιγοήμερο ταξίδι αναψυχής λίγο πριν την εισβολή, και τον βρήκε κομμένο στα δύο όταν επέστρεψε. Πολλά χρόνια αργότερα, αξιώθηκε να επισκεφτεί το πατρικό σπίτι του στην Κηρύνεια και βρήκε μία άγνωστη οικογένεια Τούρκων να το κατοικεί. Οι άνθρωποι είχαν φυλάξει τα αντικείμενα που βρήκαν μέσα, ακόμα και κοσμήματα, και προθυμοποιήθηκαν να του τα παραδώσουν. Ο κύριος Πάρις έφυγε και δεν ξαναγύρισε ποτέ.
Πλησιάζοντας στο φυλάκιο που χωρίζει το κράτος από το ψευδοκράτος, ανηφορίζοντας δηλαδή την οδό Λήδρας που είναι κάτι σαν την Ερμού, περίμενα να βιώσω ατμόσφαιρα Μπέλφαστ. Εκείνη την υποδόρια απειλή, που έρχεται και φωλιάζει κάτι από το δέρμα σου, και αρνείται να φύγει. Για να το πω λαϊκά, περίμενα να σκάνε βόμβες και να μυρίζει μπαρούτι σε σε κάθε βήμα.
Όμως, διαψεύστηκα οικτρά και με πάταγο. Η μοναδική μυρωδιά που τρυπούσε τα ρουθούνια ήταν από τα ψητά σχάρας των δεκάδων μεζεδοπωλείων και καφέ που βρίσκονται δεκαπέντε βήματα από το σύνορο. Προσοχή, δεν υπερβάλλω. Στάθηκα και μέτρησα τα βήματα που χωρίζουν το τελευταίο τραπεζάκι τα ταβέρνας «Καθ’ Οδόν», από τη θυρίδα του αστυνομικού που ελέγχει τα διαβατήρια. Ήταν ακριβώς δεκαπέντε!
Βαριά βαριά, είκοσι, με τον ρυθμό των τουριστών που περνούσαν ρουτινιάρικα στην απέναντι «όχθη». Για τους ντόπιους, το πήγαινε-έλα ήταν κάτι μεταξύ ρουτίνας και μπίζνας. «Για μια πόρνη φτηνή, για καζίνο και πούρα», όπως λέει ο φίλος μου ο Αλκίνοος. «Και για βενζίνη και για οδοντίατρο και για σούπερ μάρκετ», συμπλήρωσε κάποιος που διάβασε την ανάρτησή μου. Έτσι κι αλλιώς μπερδεμένη, η πίστη μας η καημένη…
Κάποιοι από την παρέα έδειξαν την αστυνομική τους ταυτότητα και πέρασαν απέναντι με τρεις δρασκελιές, για το φολκλόρ της υπόθεσης. Επιστρέφοντας, μου είπαν ότι η τουρκόφωνη γειτονιά είναι πιο ζωντανή από την ελεύθερη ελληνόφωνη, «σαν να είσαι στην Κωνσταντινούπολη».
Εγώ απέφυγα να πάω. Με είχε σοκάρει η εικόνα ξεγνοιασιάς και ρουτίνας που βίωνα στην από δω πλευρά. «Έχουν μάθει να ζουν με την ήττα», μου είπε ένας άλλος φίλος, που έχει νυμφευτεί Κύπρια και γνωρίζει καλά το τοπίο. «Χαίρομαι που πήγες και έζησες την παράνοια».
Ο έλεγχος διαβατηρίων γινόταν με μουσική υπόκρουση από το παραδίπλα μαγαζί, που μάλιστα λέγεται «Checkpoint Charlie» και έχει φόντο την πινακίδα της ματωμένης Κύπρου. «Δεν ξεχνώ», έγραφε σε τρεις γλώσσες η ταμπέλα. «Για κοίτα με στα μάτια, λοιπόν, κι εξηγήσου», παιάνιζε η αοιδός από τα μεγάφωνα.
Σκαλίζοντας την επιφάνεια, έμαθα ότι είναι αμέτρητοι αυτοί που βολεύονται με την απάθεια και έχουν μετατρέψει την «κρίση» σε ευκαιρία. Πολλές ελληνοκυπριακές εταιρίες που λειτουργούν με τη φωλιά τους λερωμένη έχουν ως «κατά νόμο υπεύθυνον» κάποιον τουρκοκύπριο, που φυσικά ζει στο άλλο μισό της Λευκωσίας.
Και άντε να τον βρεις, τον Τούρκο «αυτοφωράκια», και άντε να τον κυνηγήσεις, σε ένα ψευδοκράτος που δεν διαθέτει νόμιμο νομικό πλαίσιο και δεν αναγνωρίζεται από καμία χώρα πλην Τουρκίας. Έτσι, ζουν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα, με τα λεφτά κρυμμένα κάπου μακριά από τις όποιες τσιμπίδες του όποιου νόμου. «Εάν θέλεις, σου φτιάχνω δική σου οφσόρ σε 45 λεπτά», μου είπε κάποιος εμφανώς λάθρα βιώσας. Με το αζημίωτο φυσικά η δουλίτσα.
Τα θέρετρα της νοτιοανατολικής ακτής, με τα ωραία νερά και την αιώνια λιακάδα, είναι μία απέραντη παμπ για Άγγλους και Σκανδιναβούς τουρίστες. Η περιοχή της Λεμεσού περνιέται για νέο Ντουμπάι, αλλά θρηνεί για το χαμένο συνάλλαγμα των Ρώσων που εξαφανίστηκαν λόγω πολέμου.
Τέλος, το όρος Τρόοδος με τα γραφικά χωριά είναι ένας τέταρτος πλανήτης, πολύ διαφορετικός από τους προηγούμενους. «Πιο γνήσιος και πιο ελληνικός θα έλεγα», αλλά όλες οι θέσεις εργασίας π.χ. στην πανέμορφη Κακοπετριά, ανήκουν σε μετανάστες από τη Σρι Λάνκα και την υποσαχάρια Αφρική.
Πέρασα πολύ ωραία, στο έξτρα εξαήμερο που κέρασα τον εαυτό μου στην Κύπρο, όπου δεν είχα ξαναπατήσει το πόδι μου. Έκανα τα μπάνια μου, ανέβηκα και στο βουνό, και κατόρθωσα να μη σκοτωθώ οδηγώντας ανάποδα στους ωραίους δρόμους, αλλά δεν ξέρω πώς θα μου φαίνονταν όλα αυτά αν ήμουν ντόπιος. Παρ’ όλο που είδα πάμπολλα σφαλιστά μαγαζιά, ιδίως στη Λευκωσία, η αίσθηση της σχετικής ευημερίας ήταν διάχυτη.
Από το μπαλκόνι του θαυμάσιου «MAP Hotel» στη Λευκωσία, έβλεπα τη σημαία του ψευδοκράτους, με την ημισέληνο, σκαλισμένη στην πλαγιά του Πενταδάκτυλου. «Ετοιμαστείτε για ένα σοκ», μου είχε πει ο ταξιτζής, καθώς πλησιάζαμε για πρώτη φορά τη διχοτομημένη πρωτεύουσα. Εγώ πράγματι σοκαρίστηκα, αν και είχα δει μυριάδες φωτογραφίες, αλλά εκείνος γελούσε.
Το βράδυ, οι Τούρκοι ανάβουν χιλιάδες λαμπάκια, ώστε να φαίνεται το περίγραμμα του ενοχλητικού λαβάρου από μακριά και να τσιγκλίζει τους Ελληνοκύπριους. «Είναι ορατό και από το διάστημα», καυχιούνται οι εθνικιστές στα social media. Λες και θα παίξει ρόλο η γνώμη των εξωγήινων, για την επίλυση του Κυπριακού.
«Εγώ, που είμαι παλιός, ονειρεύομαι ότι ο τόπος μου θα ενωθεί ξανά και θα ζήσει ειρηνικά», μου έλεγε θλιμμένος ο Πάρις Παπαέλληνας, κρατώντας την πλακέτα που του παρέδωσε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Κύπρου, Νίκος Αναστασιάδης. «Αλλά με ποιους να ενωθώ; Παλιά ζούσαμε ειρηνικά με τους Τουρκοκύπριους, αλλά τώρα πια το 70% που ζουν στα Κατεχόμενα είναι έποικοι από την τουρκική ενδοχώρα. Τι κοινό να έχουμε με αυτούς τους ανθρώπους;»
Στις ακαδημίες του Κεραυνού υπάρχουν και τουρκάκια που πηγαινοέρχονται κάθε μέρα από τη βόρεια πλευρά, ενώ πολλοί που θέλουν να ταξιδέψουν φτηνότερα από και προς την Ευρώπη προτιμούν τις πτήσεις από το τουρκικό αεροδρόμιο της Λευκωσίας, μέσω Κωνσταντινούπολης. «Εάν το κάνουμε εμείς, θα μας κρεμάσουν κουδούνια», τόνισε ο Παπαέλληνας.
Κάθε εκτός έδρας αγώνας του Κεραυνού στο FIBA Europe Cup (όπου η ομάδα του Στροβόλου έφτασε κάποτε ως τον τελικό) κοστίζει περίπου 25.000 ευρώ. Όσο βαθιά και αν είναι η τσέπη του Παπαέλληνα, που δραστριοποιείται οικογενειακώς στον χώρο τα φαρμακευτικής, το μοντέλο προφανώς δεν είναι βιώσιμο. Αλλά η ανέχεια των αθλητικών σωματείων είναι το τελευταίο από τα προβλήματα που το νησί καλείται να λύσει.
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.