Η νύχτα που άλλαξε τις ζωές μας

Νίκος Παπαδογιάννης Νίκος Παπαδογιάννης
Η νύχτα που άλλαξε τις ζωές μας

bet365

Ο Νίκος Παπαδογιάννης επιστρέφει νοερά στο Βελιγράδι και ξαναζεί τη μαγευτική νύχτα της 24ης Σεπτεμβρίου 2005.

«Μία νίκη για μετάλλιο», θέλαμε ελόγου μας, αλλά κατά βάθος πιστεύαμε ότι θα βγαίναμε τέταρτοι. Πάντα τέταρτοι βγαίναμε, τον καιρό που μας χάριζαν άλογα και τα κοιτάζαμε στην οδοντοστοιχία. Επειδή έκτοτε δεν βρήκαμε στον δρόμο μας ούτε μουλάρι, συμβιβαζόμασταν πια και με τη «θέση του βλάκα», όπως την αποκάλεσε κάποτε σε κάποια Ολυμπιάδα, κάποιος άλλος τέταρτος.

Αλλά το φαβορί είχε φύγει από τη μέση. Το κουαρτέτο που θα διεκδικούσε τα μετάλλια του Ευρωμπάσκετ 2005 συμπλήρωναν η Γαλλία, η Γερμανία και η Ισπανία, που δεν ήταν ακόμη Ισπανία. Και αν μας κάτσει; Πού θα βρούμε αγγουρόσουπες και παστίλιες στο Βελιγράδι για τη φωνή που θα κλείσει; Περνάει το βράχνιασμα με σέρβικο ρακόμελο;

Σάββατο απόγευμα, με χιλιάδες Έλληνες στην κερκίδα, ξαφνιασμένους εκδρομείς που κατέφτασαν εκτάκτως αυθημερόν από τη βόρεια Ελλάδα ή προνοητικούς που ταξίδεψαν Παρασκευή και έπιναν ξίδια το προηγούμενο βράδυ στο πλωτό «Βάκχους», η Εθνική της νεώτερης γενιάς κατέβηκε να παίξει το ματς της ζωής της και ήταν κακή. Πολύ κακή.

Τα μάτια άρχισαν πάλι να αιμορραγούν και οι πέντε σοφοί της ελληνικής αποστολής στα επίσημα βάλθηκαν να ψάχνουν στις εξέδρες εφεδρικό προπονητή για το δεύτερο ημίχρονο. Όπως έκαναν στο τέλος του πρώτου γύρου, πριν τον νοκ-άουτ αγώνα με το Ισραήλ.

Ένας από αυτούς έφυγε από το γήπεδο όταν ένιωσε την καρδιά του να σφίγγεται από την απογοήτευση λίγο πριν το τέλος και έφτασε με βιαστικό βήμα μέχρι τη γειτονική γέφυρα, μισό χιλιόμετρο μακριά από τη «Μπεογκράντσκα». Εκεί άκουσε αλαλαγμούς. Κάτι πήγε να υποψιαστεί από την άξαφνη πλημμυρίδα των ντεσιμπέλ, αλλά δεν μπορούσε και να το πιστέψει.

Έπειτα, αντίκρυσε παρέες σημαιοστολισμένες με γαλανόλευκα να ξεχύνονται στον περίβολο του μεγαλόπρεπου σταδίου για να πανηγυρίσουν. «Σήκωσέ το, το γ@μημένο», απαιτούσαν εν χορώ. Τι είχε συμβεί; Πώς τούμπαρε το -7 μέσα σε λιγότερο από ένα λεπτό; Ποιος γενναιόψυχος άγιος του μπάσκετ στάθηκε στο πλευρό της ελληνικής ομάδας; Πότε και πώς ξανάγιναν νερόβραστοι οι δήμιοι των οικοδεσποτών Σέρβων; Τι συνέβη και μας έκατσε; Και αν μας ξανακάτσει;

Ο ευτυχής σπήκερ του Sport FM έχασε την τίμια και σκληραγωγημένη φωνή του μέσα σε ένα δευτερόλεπτο. «Προλαβαίνω να την ξαναβρώ, μέχρι να αρχίσει ο τελικός», σκέφτηκα, δίχως να υπολογίζω τις νυχτερινές αγριοφωνάρες που ακολούθησαν σε ένα μικροσκοπικό στέκι που έπαιζε Metallica και Rammstein.

«Να ζητήσεις αύριο να σου φτιάξουν αγγουρόσουπα», με συμβούλευσε ο ντι-τζέι, μόλις ξεκρέμασε την ελληνική σημαία από τον τοίχο που φιλοξενούσε τον χάρτη της Ενωμένης Γιουγκοσλαβίας, τα αιματοβαμμένα παράσημα του εμφυλίου και τα «πόρτρετς οφ Σέρμπιαν χήροουζ». Είπαμε, αδέρφια αδέρφια, αλλά μη το παραξηλώσουμε κιόλας, για το χατίρι κάτι ξεβράκωτων που βάζουν τη μπάλα στο καλάθι.

«Βάζουν τη μπάλα στο καλάθι» είναι μία έννοια πολύ σχετική. Πριν ο Δημήτρης Διαμαντίδης πετύχει το τρίποντο που μας έστειλε στα ουράνια, η ελληνική ομάδα μετρούσε 2/14 τρίποντα. Στη λιθοβολία και στο παγκράτιο πρωταγωνιστούσε με 1/10 ο Χατζηβρέττας, που φαίνεται ότι αποπλήρωνε το γραμμάτιο του Ολυμπιακού προημιτελικού του 2004 με τους Αργεντινούς. Εκεί ήταν ο μοναδικός εύστοχος.

Στις βολές, η Εθνική μας είχε το εκκωφαντικό 45 τοις εκατό. Στα δίποντα, λιγότερο και από 45. Για πολλοστή φορά, όχι για πρώτη ούτε για τελευταία, η άμυνα εξελίχθηκε σε πολύτιμο αποκούμπι. Οι Γάλλοι ξεπέρασαν τα 20 λάθη, οι δικοί μας σταμάτησαν στα 10.

«Υπάρχει αρκετός χρόνος», έλεγε από τον πάγκο ο Παναγιώτης Γιαννάκης. Αλλά το πρώτο ψηφίο στο ρολόι του αγώνα ήταν πλέον ένα απειλητικό μηδενικό. Ο χρόνος, που όντως υπήρχε, ήταν ελάχιστος.

Απέμεναν ακριβώς 47 δευτερόλεπτα, όταν ο Μπορίς Ντιαό έγραψε το 55-62 με τρίποντο. «Φεύγω από το γήπεδο γιατί θα πάθω συγκοπή», είπε στον διπλανό του ο Γιώργος Κολοκυθάς. Και δεν ήταν ο μοναδικός που απέστρεψε το βλέμμα. Το γεφύρι εξελίχθηκε σε τόπο προσωρινής συνάντησης και φευγαλέας μελαγχολίας όλων των μαθημένων στην ηττοπάθεια Ελλήνων μπασκετόκαυλων.

εθνική 2005

Αλλά οι δώδεκα που φορούσαν τα λευκά πίστευαν στη νίκη περισσότερο απ’ όσο (δεν) πίστευαν οι δώδεκα που φορούσαν τα μπλε με το κοκοράκι. Όταν ο Νίκος Ζήσης στήθηκε στη γραμμή και έβαλε 3/3 βολές για το 58-62, το χρονόμετρο έγραφε 00.40. Ήταν σειρά των Γάλλων να δοκιμάσουν τα νεύρα τους από τη γραμμή: σίδερο και ξανά σίδερο. Εφ’ όσον τρέμουν τα χέρια ολόκληρου Πάρκερ, υπάρχει ελπίς.

Ο Παπαλουκάς, που νωρίτερα κράτησε την Εθνική ζωντανή με δύο απανωτά σλάλομ, σάστισε στον αέρα και πέταξε τυφλά τη μπάλα στο ταμπλό, για να την ξαναπιάσει ο ίδιος σαν να έπαιζε τα μήλα: διπλή ντρίμπλα και η κατοχή ξανά στους Γάλλους, ακριβώς μισό λεπτό πριν το τέλος.

Ο εναέριος χώρος πλημμύρισε με χέρια που ανέμιζαν σε ρυθμό απελπισίας και οι αντίπαλοι τα θαλάσσωσαν ξανά. Η πάσα του Φλοράν Πιετρούς έστειλε τη μπάλα στους φωτογράφους, χωρίς να κυλήσει καθόλου χρόνος. Τάιμ-άουτ, για να επιστρέψει στην πεντάδα το σίγουρο πάτημα του Λάζαρου Παπαδόπουλου. Μία πάσα, μία πιρουέτα, κάρφωμα, με σπατάλη μόλις τριών δευτερολέπτων: 60-62 στα 27’’. Οι εκδρομείς, περιστασιακοί και προνοητικοί, ξαναβρήκαν τη φωνή τους.

Ο ελληνικός πάγκος πρόσταξε «φάουλ», αφού το βάρος της μπάλας πολλαπλασιαζόταν με το τικ-τακ του ρολογιού. Αυτή τη φορά ο Πάρκερ τις έβαλε και τις δύο: 60-64 στα 26’’. «Έχουμε ακόμη χρόνο», φώναζε ο Γιαννάκης, που τέτοιες καταστάσεις τις είχε φάει με το κουτάλι στα νιάτα του. Ο Παπαλουκάς πήρε φόρα, πέρασε τον Πάρκερ, έβαλε το καλάθι χωρίς να πασάρει σε κανέναν, εξοικονόμησε και δευτερόλεπτα: 62-64 στα 18’’.

Αυτή τη φορά σημαδέψαμε άλλον παίκτη για τις βολές. Ο Ριγκοντό πήγε στη γραμμή με σιγουριά χιλίων τρομαγμένων καρδιναλίων και μας έκανε το δώρο που περιμέναμε: μία μέσα, μία έξω. Η διαφορά ήταν πλέον ένα τρίποντο, αλλά ο χρόνος λιγόστευε. Ο γαλλικός πάγκος ζήτησε να γίνει φάουλ, αλλά ο έμπειρος Ντιαό βιάστηκε να το παραχωρήσει, λες και ήταν αυτός που βιαζόταν.

Ο Παπαλουκάς παρέλαβε τη μπάλα με το χρονόμετρο σταματημένο στα 13 δευτερόλεπτα. Δεν σκόπευε να ξαναζήσει νέα Αττάλεια, αφού το τραύμα του 2001 με τις χαμένες του βολές στο νοκ-άουτ παιχνίδι με τη Γερμανία ήταν ακόμη νωπό: 63-65, 64-65. Περάστε ξανά για βολές, μεσιέ Ριγκοντό, ασεγιεβού σιλβουπλέ. Έξω πάλι η πρώτη!

Ο αρχηγός της Εθνικής Γαλλίας έβαλε τη δεύτερη και ανέβασε το σκορ στο 64-66, αλλά η τύχη του ημιτελικού είχε περάσει πια σε ελληνικά χέρια. Η αντίστροφη μέτρηση ξεκίνησε από το 11’’ και ο «δράκος» είχε στείλει πέντε σουτέρ στο παρκέ: Σπανούλη, Χατζηβρέττα, Διαμαντίδη, Ζήση, Φώτση. Να μη ξέρει ο Γάλλος, από πού θα του ‘ρθει το κακό το ριζικό.

Μας έφτανε και δίποντο, για να πάει ο ημιτελικός στην παράταση, αλλά τέτοιες ώρες αρπάζεις την ευκαιρία από τα μαλλιά. «Carpe Diem, Baby», υπαγόρευε ο ύμνος των Metallica που χορεύαμε την προηγούμενη νύχτα στο μπαρ Republika. Ο Νίκος Ζήσης έκανε δύο βήματα προς τα μέσα, τράβηξε όλη την άμυνα πάνω του και πάσαρε στον παίκτη που ως τότε μετρούσε 2/13 τρίποντα στη διοργάνωση, χώρια τα 0/9 σουτ του προημιτελικού.

Όλες οι κάμερες έπεσαν πάνω στον Δημήτρη Διαμαντίδη, αλλά θα ήθελα μία από αυτές να στραφεί στην αφεντιά μου, για να απαθανατίσει τις τεντωμένες φλέβες, τα γουρλωμένα μάτια και τους καπνούς που έβγαιναν από τα ρουθούνια. Το αρχείο διέσωσε μόνο την εκστασιασμένη φωνή μου: «Μέσα! Μια άμυνα να τελειώνουμε! Νικήσαμε! Νικήσαμε! Νικήσαμε! Ο Διαμαντίδης είναι ο καινούριος θεός του ελληνικού μπάσκετ!»

Και έμοιαζε, ο αθεόφοβος, σαν να βρίσκεται σε προπόνηση στην αυλή του σπιτιού του στην Καστοριά. Πολλούς μήνες αργότερα, μέσα στο αεροπλάνο της επιστροφής από την Ιαπωνία, του πάσαρα τα ακουστικά για να ξαναζήσει μέσω της περιγραφής μου τη μεγαλύτερη στιγμή της καριέρας του. «Νταξ’», απάντησε. «Ωραία ήταν».

Δεν ήθελε καν να το ακούσει ολόκληρο. Οι έπαινοι έκαναν το πρόσωπο του αυτού του απρόθυμου ήρωα να κοκκινίσει. Σαν να ντρεπόταν, που έγινε μεσσίας για μία ομάδα που ζούσε την ήττα ως δεύτερη φύση την προηγούμενη πενταετία. Είμαι βέβαιος, ότι θα προτιμούσε κατά βάθος να αντιστρέψει τους ρόλους, ώστε να πάρει κάποιος άλλος τη δόξα της μεγάλης στιγμής. Θα συμβιβαζόταν ευχαρίστως και με μία θέση στον πάγκο. Ή έστω με την ασίστ για το νικητήριο τρίποντο.

Στη Μπεογκράντσκα

Το επόμενο πρωινό με βρήκε σχεδόν μουγγό, καταδικασμένο στη δίαιτα της παστίλιας και της αγγουρόσουπας. Οι φίλοι και οι συγγενείς που μου τηλεφωνούσαν στο Βελιγράδι για να μοιραστούν μαζί μου τη χαρά τους δυσκολεύονταν να αναγνωρίσουν τη θεόκλειστη φωνή μου. «Γιε μου, εσύ;» «Μάνα, θα πάω στα καράβια, απόψε που θα πάρουμε το κύπελλο».

Ο κεντρικός πεζόδρομος της πόλης θύμιζε τον πεζόδρομο του Ναυαρίνου ή την πλατεία Συντάγματος, αφού τα κονβόι προς το Βελιγράδι άρχισαν να σχηματίζονται πριν καλά καλά επιστρέψει ο Κολοκυθάς στη «Μπεογκράντσκα». Κάποιοι πανηγύριζαν προκαταβολικά, ορισμένοι αγωνιούσαν, όλοι περίμεναν ανυπόμονα τη στιγμή του βάθρου, αλλά εγώ βρισκόμουν σε νιρβάνα, βέβαιος αίφνης ότι το μετάλλιο θα ήταν χρυσό.

Η επιφυλακτικότητά μου είναι παροιμιώδης, αλλά εκείνη τη μέρα, στο Βελιγράδι, δεν αισθανόμουν την παραμικρή αμφιβολία για τον επερχόμενο θρίαμβο. Ο αντίπαλος (Γερμανία) δεν είχε τη δύναμη για να αντισταθεί στο «θέλω» της ελληνικής ομάδας και το «θέλω» μοιάζει ενίοτε ισχυρότερο από το «μπορώ». Στον τελικό της Κυριακής 25 Σεπτεμβρίου 2005, στο Βελιγράδι, είχαμε με το μέρος μας και το «θέλω» και το «μπορώ».

Ο Κώστας Τσαρτσαρής ανέλαβε να ζορίσει τον ανυπέρβλητο Ντιρκ Νοβίτσκι και η διαφορά έφτασε στους 7 πόντους από την πρώτη περίοδο κιόλας (19-12). Τα χωρατά είχαν τελειώσει και τα φαντάσματα βρίσκονταν ήδη σε διακοπές. Το 78-62 σφράγισε τον ευκολότερο τελικό της ιστορίας, οι Γερμανοί συμβιβάστηκαν ευχαρίστως με το ασημένιο και οι μουτρωμένοι «Γιούγκοι» υποχρεώθηκαν να χειροκροτήσουν τους ενοχλητικούς Έλληνες, όπως το 1987. Μόνο που αυτή τη φορά έπαθαν τη νίλα μέσα στην ίδια τους την αφιλόξενη αυλή.

Ο κορυφαίος του χορού Θοδωρής Παπαλουκάς αφιέρωσε το τρόπαιο στον άνθρωπο που καθόταν δίπλα του, αλλά και στον ακριβοθώρητο απόντα που σπανίως καταδέχεται τα γήπεδα. «Αν κάθομαι εδώ με το χρυσό μετάλλιο στο στήθος, το οφείλω στον Παναγιώτη Γιαννάκη και στον Νίκο Γκάλη», υποκλίθηκε.

Δεκαοχτώ χρόνια μετά το πρώτο αίμα, του ’87, η Ελλάδα επέστρεψε στον ευρωπαϊκό θρόνο, σαν κεραυνός που χτυπάει δύο φορές στο ίδιο σημείο. Την εκτυφλωτική αστραπή που ακολούθησε στον τόπο απ’ όπου ανατέλλει ο ήλιος δεν μπορούσε να τη διανοηθεί κανείς.

* Το κείμενο είναι απόσπασμα από το βιβλίο μου «Τα Ματς Της Ζωής Μας» (εκδ. Key Books, 2020).

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Νίκος Παπαδογιάννης
Νίκος Παπαδογιάννης

Ανέμων, υδάτων και ακραίων καιρικών φαινομένων το ανάγνωσμα. Μπήκατε στο λημέρι του μπάσκετ, αλλά κινδυνεύετε να διαβάσετε ό,τι άλλο βρέξει ο ουρανός. Το πορτοκαλί ένδυμα υποχρεωτικό, το χαμόγελο προαιρετικό. Εδώ δεν χαϊδεύουμε αυτιά, ούτε κρύβουμε λόγια. Αυτές είναι οι αρχές μας. Αν σας αρέσουν, αφήστε τα έγχρωμα γυαλιά στην είσοδο και κοπιάστε. Αν δεν σας αρέσουν, έχουμε κι άλλες.

Μοναδικός απαράβατος κανόνας είναι ότι όλα επιτρέπονται.