Οδηγούμε το νέο MG3 Hybrid+, το μικρό υβριδικό hatchback με τους 195 ίππους
Πολλά έχουν ειπωθεί και γραφτεί σχετικά με την ικανότητα των κινεζικών αυτοκινητοβιομηχανιών να κατασκευάζουν ανταγωνιστικά αυτοκίνητα, σε πολύ χαμηλό κόστος. Η MG συνολικά αλλά και κάποια μοντέλα της ειδικότερα, αποτελούν κλασικά παραδείγματα αυτής της ικανότητας, η οποία μάλιστα τόσο στην ευρωπαϊκή όσο και στην ελληνική αγορά έχει αποδώσει και πολύ γόνιμους εμπορικούς καρπούς. Το μερίδιο των 2,4 εκατοστιαίων μονάδων που κατάφερε να αποκομίσει η μάρκα σε μόλις 7 μήνες πλήρους παρουσίας στην ελληνική αγορά αποτελεί όχι μόνο απόδειξη, αλλά και επίτευγμα.
Το τελευταίο, για έναν ακόμα λόγο: διότι από τη γκάμα της μάρκας εξέλειπαν μοντέλα σε πολύ ανταγωνιστικές κατηγορίες, όπως αυτή των B Hatchback στην οποία ήρθε να την εκπροσωπήσει το MG3 Hybrid+. Το οποίο στις επόμενες γραμμές θα γνωρίσουμε αναλυτικά.
Το ευειδές και πληθωρικό MG3 Hybrid+
Με μήκος 4,113 μέτρα -το μεγαλύτερο ανάμεσα στα πεντάθυρα hatchback της κατηγορίας B- το MG3 Hybrid+ ξεκινά με ένα πλεονέκτημα μεγέθους. Σχεδιαστικά το μοντέλο ακολουθεί μια ήπια προσέγγιση, η οποία το καθιστά σύγχρονο και αποδεκτό. Στην αισθητική του εμπρός μέρους, το αυτοκίνητο ακολουθεί την «ταυτότητα» του MG4, γεγονός που δείχνει ότι η μάρκα προσπαθεί να δημιουργήσει μια σχεδιαστική μανιέρα, που θα κάνει τα αυτοκίνητά της αναγνωρίσιμα, ακριβώς όπως συμβαίνει με τους Ευρωπαίους κατασκευαστές. Οι τροχοί, με διάμετρο 15 ιντσών στη βασική έκδοση και 16 στην έκδοση της δοκιμής ντύνονται με ελαστικά πλάτους 195 χιλιοστών της Kumho.
Η εικόνα στο εσωτερικό είναι αφαιρετική στο ύφος και πάλι του MG4, ενώ η ποιότητα της συναρμολόγησης πολύ καλή. Στην έκδοση Luxury της δοκιμής τα καθίσματα είναι ντυμένα με ύφασμα και δερματίνη, με κόκκινες διακοσμητικές ραφές που δίνουν έναν τόνο πολυτέλειας. Ανάλογες ραφές υπάρχουν επίσης στο ταμπλό και στις πόρτες. Η αίσθηση ευρυχωρίας είναι χαρακτηριστική, όπως επίσης και η απρόσκοπτη ορατότητα, χάρη στην οριζόντια διάταξη όλων των οθονών και των χειριστηρίων. Χάρη σε αυτή τη σχεδιαστική πρακτική, το ταμπλό έχει μικρότερο όγκο προς όφελος των χώρων αλλά και την άνεσης. Μια αρνητική πρώτη εντύπωση δημιουργεί η ανυπαρξία τηλεσκοπικής ρύθμισης του τιμονιού -ρυθμίζεται μόνο καθ' ύψος- κάτι όμως που τελικά δεν αποτελεί πρόβλημα στην εξεύρεση μιας πολύ καλή θέσης για τον οδηγό.
Ο χώρος για τους εμπρός επιβάτες είναι από τους μεγαλύτερους -αν όχι ο μεγαλύτερος- στην κατηγορία, ενώ οι χώροι για την τοποθέτηση μικρών αντικειμένων επαρκείς σε αριθμό και όγκο. Η ψηφιακή απεικόνιση έχει επιλεγεί τόσο για τον πίνακα οργάνων όσο και για το σύστημα πολυμέσων, με μια απλή οθόνη 7'' για τον πρώτο και μια αφής 10.25 ιντσών για το δεύτερο.
Το σύστημα πολυμέσων και συνδεσιμότητας MG iSMART διαθέτει σύστημα πλοήγησης, δυνατότητα χειρισμού με φωνητικές εντολές και είναι συμβατό με Apple CarPlay και Android Auto. Στην δεύτερη περίπτωση ωστόσο εμείς συναντήσαμε κάποιες δυσλειτουργίες, με τη σύνδεση να διακόπτεται και να επανέρχεται. Αυτό όμως ίσως είναι κάτι που λύνεται με μελλοντικές ενημερώσεις. Όσον αφορά το ηχοσύστημα και ειδικότερα το ραδιόφωνο, η προβληματική λήψη σταθμών που είχαμε εντοπίσει παλιότερα στο MG4 εδώ δεν υφίσταται, με την απόδοση να είναι ανάλογη του ανταγωνισμού.
Στις πίσω θέσεις ο χώρος για τα πόδια είναι επαρκής, όπως και το πλάτος, ενώ το κάθισμα υποστηρικτικό και με σωστή σκληρότητα. Σπάνιο για την κατηγορία αλλά εξόχως χρήσιμο τις ζεστές ημέρες είναι επίσης το σύστημα αεραγωγών για τους πίσω επιβάτες. Υπάρχει όμως ένα σημαντικό μειονέκτημα πρακτικότητας, που εντοπίζεται στη μονοκόμματη πλάτη του πίσω καθίσματος. Που σημαίνει ότι αν ο χώρος αποσκευών με όγκο 293 λίτρα χρειαστεί επέκταση με την πτώση της πλάτης, τότε επιβάτης πίσω δεν μπορεί να φιλοξενηθεί.
Μερικές ακόμα αστοχίες πρακτικότητας αφορούν το ανισοϋψές δάπεδο που δημιουργείται με την αναδίπλωση του πίσω καθίσματος και το ψηλό κατώφλι φόρτωσης του χώρου αποσκευών. Τέλος, οι θήκες στις πίσω πόρτες είναι πολύ μικρές και έτσι ποτήρια και μπουκάλια δεν μπορούν να τοποθετηθούν ασφαλώς στις πίσω θέσεις.
Ο εξοπλισμός του MG3 Hybrid+ είναι πολύ πλούσιος σε όλες τις εκδόσεις -Excite, Exclusive και Luxury- ενώ στο επίπεδο της ασφάλειας δεν λείπει σχεδόν τίποτα ακόμα και από τη βασική έκδοση, όπως οι έξι αερόσακοι. Τα συστήματα υποβοήθησης της οδήγησης περιλαμβάνουν αυτόματο φρενάρισμα έκτακτης ανάγκης (AEB), προειδοποίηση εμπρόσθιας σύγκρουσης (FCW), υποβοήθηση διατήρησης λωρίδας κυκλοφορίας (LKA), προσαρμοστικό έλεγχος ταχύτητας (ACC), έξυπνο βοηθό οδήγησης (ICA), έξυπνη διαχείριση μεγάλης δέσμης φώτων (IHC) και σύστημα υποβοήθησης ταχύτητας (SAS). Στην κορυφαία έκδοση της δοκιμής, προστίθενται η επόπτευση τυφλού σημείου (BSD), η ειδοποίηση διασταυρούμενης πίσω κυκλοφορίας (RCTA), η προειδοποίηση εκτροπής από τη λωρίδα κυκλοφορίας (LDA) και η προειδοποίηση ασταθούς οδήγησης (UDW).
Τεχνολογία και αποδοτικότητα
Τεχνολογικά το MG3 Hybrid+ ακολουθεί τη λύση ενός full hybrid συστήματος που συνδυάζει έναν θερμικό τετρακύλινδρο κινητήρα 1.5 λίτρων με ατμοσφαιρική τροφοδοσία και μέγιστη ισχύ 102 ίππους στις 6.000 σ.α.λ. Λειτουργεί με βάση στον κύκλο Atkinson και η θερμοδυναμική του απόδοση φτάνει στο κορυφαίο νούμερο του 41%, σύμφωνα με τον κατασκευαστή. Καλά νέα έρχονται και από τον ηλεκτρικό κινητήρα, ο οποίος για τα ειωθότα των υβριδικών διατάξεων είναι υπέρ ισχυρός, με μέγιστη ισχύ 136 ίππους και ροπή 250 Nm. Αυτός τροφοδοτείται με ενέργεια από μια επίσης μεγάλη μπαταρία -για τα δεδομένα των υβριδικών αυτοκινήτων- χωρητικότητας 1,83 kWh, η οποία με τη σειρά της φορτίζεται τόσο με ανάκτηση ενέργειας από το ρολάρισμα (ρυθμιζόμενη σε 3 επίπεδα παρακαλώ) και το φρενάρισμα, όσο και απευθείας από τον κινητήρα.
Η συνδυασμένη ισχύς των δύο μοτέρ ανέρχεται στους 195 ίππους, ενώ η μέγιστη ροπή είναι αυτή που μπορεί να αποδώσει το ηλεκτρικό μοτέρ. Με αυτό το δεδομένο και παρά την ύπαρξη ενός αυτόματου κιβωτίου 3 μόλις σχέσεων για το θερμικό μοτέρ, οι επιδόσεις επιτάχυνσης είναι πολύ καλές, με χρόνο 8 δλ. για τα 0-100 χλμ./ώρα και 5 δευτερόλεπτα για τα 80-120 χλμ./ώρα. Η μέγιστη ταχύτητα περιορίζεται στα 170 χλμ./ώρα -και θα δούμε στη συνέχεια γιατί συμβαίνει αυτό, παρά τους 195 ίππους.
Το υβριδικό σύστημα κίνησης λειτουργεί με πολλούς τρόπους. Χάρη στη μεγάλη μπαταρία και τον ισχυρό ηλεκτρικό κινητήρα, το MG3 Hybrid+ εκκινεί πάντα ηλεκτρικά και μπορεί να συνεχίσει μέχρι τα 60 χλμ./ώρα, ανάλογα και την κλίση του εδάφους. Στη συνέχεια, εντελώς αυτόματα και ανάλογα με τις συνθήκες, ο θερμικός κινητήρας μπορεί να λειτουργεί μόνο ως γεννήτρια και κίνηση να δίνει μόνο ο ηλεκτρικός, να λειτουργούν και οι δύο ταυτόχρονα ή, τέλος, να λειτουργεί μόνο ο θερμικός κινητήρας.
Ας δούμε όμως τις συμβαίνει στην πράξη. Κατ' αρχάς, όντως η αίσθηση επιτάχυνσης είναι εντυπωσιακή και οι προσπεράσεις είναι μια εύκολη υπόθεση. Αν όμως πατηθεί το γκάζι στο πάτωμα και το σύστημα διαγνώσει άμεση ανάγκη της πλήρους απόδοσης ισχύος, οι στροφές του θερμικού κινητήρα ανεβαίνουν απότομα, μαζί με τον θόρυβο. Σπάνια όμως θα χρειαστεί κάτι τέτοιο.
Συνολικά, η συνεργασία των δύο κινητήρων και η εναλλαγή των διαφόρων σεναρίων λειτουργίας δίνει πάντα περίσσεια ισχύος και μια χαλαρωτική/ήσυχη εμπειρία, χάρη και στο αυτόματο κιβώτιο. Η μόνη περίπτωση που το σύστημα θα δείξει μια σχετική αδυναμία είναι η κίνηση στο όριο της μέγιστης ταχύτητας, όπου η μπαταρία αδειάζει γρήγορα, ο ηλεκτρικός κινητήρας μένει στο παρασκήνιο και υπάρχουν διαστήματα που το αυτοκίνητο ωθείται μόνο με τους 102 ίππους και τα 128 Nm του θερμικού μοτέρ. Με δεδομένα λοιπόν τα 1.300 περίπου κιλά του αμαξώματος και συγκριτικά με την αίσθηση που προσφέρει ο ηλεκτροκινητήρας, ο οδηγός νοιώθει μόνο σε αυτή την περίπτωση μια σημαντική έλλειψη ισχύος.
Το ισοζύγιο των επιδόσεων σε σχέση με την κατανάλωση, αποδεικνύει την εξαιρετική δουλειά που έχουν κάνει οι τεχνικοί της MG με το υβριδικό τους σύστημα. Στα χέρια μας και με πλήρη εκμετάλλευση της ισχύος, η μέση κατανάλωση δεν ξεπέρασε ποτέ τα 6,5 λίτρα/100 χλμ., ενώ εύκολα μπορούσε να πέσει ακόμα και στα 4,5 λίτρα/100 χλμ. σε αστικές διαδρομές με μεγάλο κυκλοφοριακό φόρτο. Σε θερμοκρασίες περιβάλλοντος μάλιστα της τάξης των 40 βαθμών, που απαιτούν τη συνεχή λειτουργία του -εξαιρετικού σε απόδοση- κλιματισμού. Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε επίσης ότι σε ευθεία διαδρομή με ελάχιστο πάτημα στο γκάζι, το σύστημα επιτρέπει την ηλεκτροκίνηση ακόμα και με ταχύτητες που φτάνουν τα 90 – 100 χλμ./ώρα, παρότι ο κατασκευαστής ανακοινώνει ως μέγιστο όριο ταχύτητας για αυτή τη συνθήκη τα 60 χλμ./ώρα.
Αυτοκίνητο πόλης και μεγάλου τουρισμού γίνεται;
Γίνεται, προφανώς, και το έχουμε δει ήδη στο παρελθόν με αυτοκίνητα όπως το Ford Fiesta 2.0 ST, όπου επιδόσεις και άνεση συνυπήρχαν ιδανικά. Σε αυτό τον αστερισμό κινείται και το MG3 Hybrid+, το οποίο συνδυάζει ένα αρκετά στιβαρό και ευρύχωρο αμάξωμα, με μια αξιοπρόσεκτα ρυθμισμένη ανάρτηση, της οποίας πρώτιστος στόχος είναι η άνεση και όχι η σπορ οδική συμπεριφορά.
Αυτή η επιλογή είναι εμφανής σε όλο το εύρος των ρυθμίσεων του αυτοκινήτου. Ο συνδυασμός ελατηρίων – αμορτισέρ προσφέρει επαρκή ενδοτικότητα και καλή απορρόφηση των κραδασμών, ενώ χαρακτηριστική είναι η ουδετερότητα των αντιδράσεων στις στροφές. Λόγω των σχετικά στενών ελαστικών η υποστροφή έρχεται πρώτη αν πιέσει κανείς υπέρμετρα στις στροφές, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι το πίσω μέρος είναι πάντα «βιδωμένο» στην άσφαλτο όσο άτσαλα και αν αντιδράσει ο οδηγός εντός της στροφής.
Το σύστημα διεύθυνσης έχει σωστή αίσθηση, ενώ χαρακτηριστική είναι η ικανότητα του αυτοκινήτου να κινείται χωρίς θόρυβο στις μεγάλες ταχύτητες και να προσπερνά ακαριαία στο επαρχιακό δίκτυο, ανεβάζοντας ψηλά τον πήχη της ενεργητικής ασφάλειας. Με αυτά τα δεδομένα λοιπόν και αν οι μεταφορικές ανάγκες του ιδιοκτήτη δεν είναι αυξημένες πέραν των 3-4 ατόμων με λογικές αποσκευές, το MG3 Hybrid+ αποτελεί ιδανική επιλογή για κάθε χρήση: καθημερινές μετακινήσεις με πολύ χαμηλή κατανάλωση, μικρές αποδράσεις αλλά και μεγάλα ταξίδια με τη μέγιστη άνεση για το μέγεθος και την κατηγορία του αυτοκινήτου.
Ένα και ένα κάνουν 7
Τα πλεονεκτήματα του MG3 Hybrid+ είναι αρκετά και τα μειονεκτήματα λίγα. Αν στην εξίσωση μπει το χαμηλό κόστος και οι κορυφαίες παροχές μετά την πώληση, τότε τα οφέλη πολλαπλασιάζονται, δεν αθροίζονται απλώς. Το νέο μοντέλο, όπως και όλα της MG, συνοδεύεται από το πρόγραμμα «Triple 7», που περιλαμβάνει 7 χρόνια εργοστασιακή εγγύηση, 7 χρόνια δωρεάν οδική βοήθεια και 7 χρόνια έλεγχο καλής λειτουργίας.
Η βασική έκδοση με την ονομασία Excite κοστίζει με την έκπτωση λανσαρίσματος ύψους 500 ευρώ «Welcome to Hybrid+», η οποία θα ισχύει τουλάχιστον έως το τέλος Ιουλίου 2024, από 19.950 ευρώ. Η πληρέστερη έκδοση Exclusive ξεκινά από τα 21.450 ευρώ, ενώ η κορυφαία Luxury, όπως αυτή που οδηγήσαμε, από τις 22.950 ευρώ. To Toyota Yaris Hybrid των 116 ίππων στη βασική έκδοση ξεκινά από τις 21.270 ευρώ, ενώ το Renault Clio E-Tech Full Hybrid με 140 ίππους, από 28.070 ευρώ. Είναι λοιπόν προφανές ότι το νέο MG3 Hybrid+ δεν μπορεί να λείπει από την κορυφή καμίας αγοραστικής λίστας, η οποία θα περιλαμβάνει όχι μόνο συγκριτικά τα υβριδικά hatchback της κατηγορίας B, αλλά και τα συμβατικά.
Image Credit: Βασίλης Κωστάκος/MG
Ακολουθήστε την σελίδα του gMotion στο Facebook!