«Ψυχή, καρδιά, πίστη, σεβασμός, αγάπη»
Μπορεί κανείς να κάνει τον σχετικό παραλληλισμό με τα τρίπτυχα της επιτυχίας. Και κάτι παραπάνω. Παρόλα αυτά, η βελόνα που έχει αφήσει το μελάνι της στην Λολίτα Λύμουρα παρέθεσε κάθε μία από τις λέξεις που την χαρακτήριζαν. Μέσα σε τέσσερις γραμμές και έξω από αυτές! Τα τατουάζ της χαραγμένα για να θυμίζουν... Ό,τι μπορεί να της φέρει στο μυαλό και η πορτοκαλί μπάλα, που αναζητά αυθόρμητα το βλέμμα της.
Περίεργο; Μεγάλωσε, άλλωστε, μαζί της και ας δοκίμασε για λίγο και εκείνη του ποδοσφαίρου. Και προχωρώντας η φράση «Είμαι από την Νίκαια, γεννήθηκα στον Πειραιά, μεγάλωσα σε μία φτωχογειτονιά της Νίκαιας, έπαιξα στον Εθνικό και είμαι Παναθηναϊκός» την ακολούθησε. Βρείτε το παράδοξο! Εκείνη δεν το έκανε ποτέ... Δεν χρειάστηκε. Οι συγκυρίες ήρθαν έτσι που έκανε πολλά όνειρα πραγματικότητα, ακόμη και να αφήσει το τελευταίο δάκρυ του παρκέ στην ομάδα της καρδιάς της.
Μοιράζεται το κύκνειο άσμα της στο GWomen κάνοντας την απαραίτητη αναδρομή στο «πώς ξεκίνησαν όλα». Με το ημερολόγιο να τρέχει και να σταματά στις σελίδες όπου η Λύμουρα διένυε τον 9ο χρόνο ζωής της. Όταν έμαθε το μπάσκετ από «ζήλεια». «Πήγαιναν τα αδέρφια μου, ο Φίλιππος και η Αφροδίτη, και έπαιζαν και επειδή εγώ ήμουν... μαμόθρεφτο δεν ήθελαν να με παίρνουν μαζί. Μην τους χαλάω την παρέα, ήμουν και λίγο καρφί. Γκρίνιαζα στους γονείς μας και από την πρώτη στιγμή που με πήγε ο αδερφός μου και ο ξάδερφός μου στο μπάσκετ μου κόλλησε το μικρόβιο».
«Από εννιά χρονών ξεκίνησα στον Εθνικό Πειραιά, παίζαμε σε ανοιχτά μέχρι τα 15. Δεν υπήρχαν πολυτέλειες. Και από τότε μέχρι και σήμερα παίζω μπάσκετ. Ήμουν από μία οικογένεια που τα έβγαζε δύσκολα πέρα με 4 παιδιά και μέσα στο άθλημα είμαι ευγνώμων που έκανα το χόμπι μου επάγγελμα και από τα 15 ήμουν ανεξάρτητη, δεν ζήτησα ποτέ χρήματα από τους γονείς μου... Κέρδισα πολλά από το μπάσκετ αλλά και για μία οικογένεια που τα βγάζει πέρα δύσκολα, το οικονομικό παίζει μεγάλο ρόλο».
«Πιο μικρή νόμιζα ότι ήμουν σούπερ σταρ, στην Ελλάδα όταν είσαι 22-23 χρονών λένε ότι είσαι "μικρός". Για μένα είναι λάθος αυτό»
Ωστόσο, η Λύμουρα κατάλαβε πως το μπάσκετ θα είναι το δικό της λιμάνι όταν…
«Πήγα Εθνική ομάδα 13 χρονών, με είχε καλέσει ο κύριος Τάκης Μπακογιώργος που πραγματικά χάρη σε αυτόν είδα το μπάσκετ επαγγελματικά. Ήταν ο πρώτος προπονητής στην Εθνική κορασίδων και εγώ ήμουν δύο χρόνια μικρότερη από τις υπόλοιπες κοπέλες. Όταν με κάλεσε είπα "Τί θα πάω να κάνω εκεί;", τόσο άνετη ήμουν. Δεν είχα άγχος, είχα άγνοια κινδύνου. Όταν έχεις μεγαλώσει σε φτωχογειτονιές στη Νίκαια και μπαίνεις στο κλειστό είναι αλλιώς. Το πρώτο μου τουρνουά ήταν στα βοηθητικά του ΣΕΦ. Εκεί ξεκίνησα, όσο και αν ακούγεται περίεργο επειδή είμαι Παναθηναϊκός. Ξεκίνησα εκεί να παίζω στη μεικτή ΕΣΚΑΝΑ και στα τουρνουά Χριστουγέννων. Εκεί με είδε και ο κόουτς Μπακογιώργος. Από τότε που ήρθε η ηλικία μου και έπαιξα στις Εθνικές, είπα ¨εδώ είμα騻.
Και αν σε μία οικογένεια Ολυμπιακών, η Λολίτα πήγε… κόντρα και χάρη σε ένα αγόρι γνώρισε την «πράσινη» πτυχή της, η καθολική λατρεία στον Παναγιώτη Γιαννάκη δεν θα μπορούσε να την αφήσει ανεπηρέαστη. «Είμαι και από τη Νίκαια και ο πατέρας μου είχε τρέλα με τον Παναγιώτη Γιαννάκη, όλοι στη Νίκαια θέλαμε να του μοιάσουμε. Δεν υπήρχε μπασκετμπολίστας ή μπασκετμπολίστρια που να μην είχε πρότυπο εκείνον».
«Είχα, όμως, την τύχη να είμαι από πολύ μικρή στην Εθνική Ομάδα και να παίξω με μεγάλες αθλήτριες, όπως ήταν η Κλιγκοπούλου, η Σαρέγκου, η Μάλτση, η Κωστάκη... Απλά εμένα το είδωλό μου ήταν από μικρή η Αναστασία Κωστάκη. Έμαθα πολλά δίπλα της, με βοήθησε πολύ και ακόμα και τώρα το λέω και χαίρεται πιστεύω. Όταν είχε παίξει στο WNBA μου είχε φέρει και μπλούζα, μου έδινε ρούχα της Εθνικής και είμαι πολύ τυχερή που την πρόλαβα» περιγράφει η ίδια για τα πρότυπα που ακολούθησε στο ξεκίνημα της πορείας της στα παρκέ.
Και μιλώντας για ξεκίνημα, οι πρώτες επαφές με τα «μεγάλα σαλόνια» για την Λύμουρα ήρθαν προτού καν θεωρηθεί «νεάνιδα», όμως το συγκεκριμένο γεγονός ίσως και να συνέβαλε στην εξέλιξή της καθώς δεν γνώριζε πως πέφτει… στα βαθιά. «Είχα άγνοια κινδύνου να σου πω την αλήθεια. Από μικρή ήμουν λίγο τεμπέλα. Πιστεύω αν έκανα προπόνηση όπως έκανα τα τελευταία χρόνια της καριέρας μου θα έπαιζα ακόμη περισσότερο. Είναι λογικό όταν είσαι 15 χρονών και "όνομα" στις μικρές κατηγορίες να πάρουν τα μυαλά σου αέρα. Και εμένα είχαν πάρει αέρα δεν μπορώ να το κρύψω. Νόμιζα ήμουν σούπερ σταρ.
Όταν πήγα στις Εσπερίδες, η ομάδα ήταν Α2. Με ζητούσαν ομάδες από Α1, όπως ο Σπόρτινγκ, αλλά και ο Παναθηναϊκός. Απλά ο πατέρας μου κοιτούσε πάντα την απόσταση. Αφού ήμουν στη Νίκαια, η Καλλιθέα ήταν πιο κοντά από το να πάω κάπου αλλού. Μου έλεγε πάντα να φωτογραφίζω τις πινακίδες από τα ταξί γιατί ήμουν πολύ μικρή και ακόμα και τώρα μου έχει μείνει και το κάνω καμία φορά (γέλια). Η πρώτη μου χρονιά, λοιπόν, ήταν προσαρμογής, αλλά την επόμενη που ανεβήκαμε κατηγορία είχα 33 λεπτά μέσο όρο συμμετοχής στην Α1.
Όπως λέω σε πολλά μικρά παιδιά και στις ομάδες γενικά, στην Ελλάδα όταν είσαι 22-23 χρονών λένε ότι είσαι μικρή. Για μένα είναι λάθος αυτό... Μικρή θεωρείσαι όταν τελειώσεις τις νεανίδες και είσαι 18 χρονών. Απλά στη χώρα έχουμε διαφορετική νοοτροπία. Στις Εσπερίδες με μεγάλωσαν, είμασταν σαν οικογένεια. Έπαιξα 7 χρόνια εκεί, πήρα το πρώτο μου νταμπλ...Έμειναν όμως και οι ανθρώπινες σχέσεις γιατί όσες ομάδες και αν γυρίσεις αυτό είναι το πιο σημαντικό».
Φιλόδοξη, με αίμα να βράζει και γιατί όχι WNBA; Τουλάχιστον στο… δοκιμαστικό στάδιο των draft, όπου το όνομα της Λύμουρα δεν ακούστηκε από τα μεγάφωνα. Βέβαια, όπως δηλώνει εκείνη «Δεν ήμουν ποτέ αθλητική κοπέλα, δεν είχα αθλητικά προσόντα, αλλά μόνο το μυαλό μου. Ήμουν ένα βαρύ κορμί. Το 2005 παίξαμε Εθνική Νέων Γυναικών και πήραμε την τέταρτη θέση και μου ήρθε η πρόταση από το WNBA να πάω στα draft. Τώρα κάθε παιδί όταν τελειώνει το λύκειο πηγαίνει στην Αμερική να σπουδάσει. Εμάς δεν ήταν της μόδας. Πήγαιναν προπονητές που με έβλεπαν στις μικρές Εθνικές και μιλούσαν στον δικό μου για να πάω σε Πανεπιστήμιο εκεί. Και του έλεγα πάντα ¨Εδώ το λύκειο το βγάζω με το ζόρι, δεν διαβάζω, πώς θα πάω εκεί σε Πανεπιστήμιο ενώ δεν ξέρω και την γλώσσα;¨Δεν μπορούσα να παίξω εγώ λοιπόν εκεί, ήξερα τις δυνατότητές μου. Δεν είχα τα προσόντα και ας ήταν όνειρο».
«Στην Ελλάδα δεν υπάρχει μπάσκετ γυναικών, ακόμη και με την επιτυχία του Αθηναϊκού γίναμε γνωστές για ένα μήνα»
Η Λολίτα δεν πτοήθηκε με την επιστροφή από την Αμερική. Το εξωτερικό ήταν εκείνη μονόδρομος όταν τα ταλέντα της οδήγησαν ομάδες εκτός συνόρων να ρίξουν τα δίχτυα τους πάνω της. Στην Ιταλία μέτρησε τα δύο χρόνια παραμονής της, με τις φανέλες της Βίρτους Βιτέρμπο (2007/08) και της Κομένσε (2008/09). «Έπαιξα στο εξωτερικό δύο χρόνια. Ήμουν στην Ιταλία και έμαθα και Αγγλικά και Ιταλικά και ακόμα και τώρα όταν πάω διακοπές περνάω υπέροχα».
Και στο δύσκολο ερώτημα για το τί είναι, τελικά αυτό που λείπει από την Ελλάδα όσον αφορά το μπάσκετ γυναικών σε σύγκριση με άλλες χώρες, η Λύμουρα απαντά: «Αυτή είναι μεγάλη συζήτηση... Στην Ελλάδα δεν υπάρχει μπάσκετ γυναικών.
Δεν ξέρω τι φταίει. Στην Ιταλία έπαιξα πριν από 15 χρόνια αλλά ήταν απίστευτο. Εκεί υπήρχε μόνο προπόνηση. Δεν είχαμε κοπέλες που ή σπούδαζαν, ή δούλευαν και έπαιζαν και μπάσκετ, ήταν επαγγελματικό. Ήταν διαφορετικός και ο κόσμος. Είχαμε 500 άτομα είτε χάναμε είτε κερδίζαμε και κάναμε τον γύρο του παρκέ για high-five με τον κόσμο. Πήγαμε στην προετοιμασία και δεν άντεξα τα τεστ που κάναμε. Μέχρι και ο μπαμπάς μου μου είχε πει "Που πας παιδί μου; Εσύ θα πληρώνεσαι εκεί;". Είχα πάρει μαζί την μαμά μου που είναι Φιλιππιννέζα και μιλάει πολλές γλώσσες και πριν μάθω Ιταλικά ο προπονητής μου έλεγε μία πληροφορία στον μάνατζέρ μου, εκείνος στη μαμά μου και μετά εκείνη σε μένα.
Αν εξαιρέσεις τον κόσμο του Παναθηναϊκού που γεμίζει το γήπεδο με 1000-1500 άτομα κάθε φορά και πηγαίνεις σε άλλα γήπεδα και είσαι μεταξύ συγγενών και φίλων είναι δύσκολο. Και δεν το λέω επειδή είμαι Παναθηναϊκός, αλλά όταν ο πρωταθλητής καλεί τον κόσμο και δεν πηγαίνει, παρά μόνο στα ντέρμπι, καταλαβαίνεις ότι δεν υπάρχει μπάσκετ γυναικών στην Ελλάδα. Και εγώ που έκανα μεγάλα συμβόλαια μπορούσα να ζήσω άνετα αλλά δεν είμαστε σαν τους αθλητές που κάνουν και αποταμίευση. Ακόμα και με την επιτυχία που φέραμε με τον Αθηναϊκό το 2010. Τί άλλαξε; Γίναμε για ένα μήνα γνωστές, μας έδειξε η τηλεόραση και έβγαινες στο περίπτερο και σε γνωρίζανε. Αυτό! Παίξαμε Εθνική, φέραμε 4η θέση, Ευρωπαϊκό, Παγκόσμιο... Μας έκανε καλό μόνο στην προβολή».
Η απώλεια του μπαμπά της ήταν εκείνη που έβαλε τέλος στην μπασκετική πραγματικότητα του εξωτερικού. Το ότι δεν αγωνίστηκε περισσότερο εκτός Ελλάδας είναι το μοναδικό «τρωτό σημείο» για την καριέρα της. Πάνω από το μπάσκετ, όμως, υπάρχει η οικογένειά της! Η οποία την είδε να επιστρέφει ως μέλος του Αθηναϊκού. Σε μία χρονιά ορόσημο! Ίσως κανείς να μην φανταζόταν το θαύμα του 2009/10 και την τρελή κούρσα της ομάδας που «έσπασε» μέχρι και τα όρια του Guinness. Ενενήντα συν μία σερί νίκες για τις οποίες… googlarei για να θυμηθεί τον αριθμό… Triple crown και μία ατελείωτη αποθέωση.
«Με πήρε τηλέφωνο ο Τζώρτζης Δικαιουλάκος για να πάω στον Αθηναϊκό και του είπα "άσε μας ρε κόουτς Τζώρτζη θα είναι η Τούλα που να παίξω εγώ;" και μου απάντησε "ρε παίκτρια Λολίτα δεν κάνω πλάκα, θα είστε μαζί με την Καλέντζου". Δεν τον πίστευα... Είχα την τύχη όμως να παίξω χρόνια μαζί της και έμαθα πάρα πολλά από ένα από τα καλύτερα πλει μέικερ στην Ελλάδα. Και ξεκινήσαμε προετοιμασία... Ήταν ο προπονητής που μου έβγαλε την ψυχή. Ξεκινούσε η προπόνηση και μας ήθελε μισή ώρα πιο νωρίς έτοιμες με διατάσεις και μετά με κρατούσε και άλλη μισή ώρα να μου δείξει κινήσεις. Ο Τζώρτζης μου έμαθε την "λα μπομπίτα", μου τελειοποίησε την no look. Μόνο μία ντρίπλα δεν μπόρεσα να μάθω ποτέ!».
«Μέχρι τον Οκτώβρη δεν έπαιζα πολύ στην Ευρώπη, μετά άρχισα να παίζω περισσότερο και έζησα κάτι το απίστευτο. Πήραμε Triple crown που καμία άλλη ομάδα δεν θα μπορέσει να πάρει. Δεν το λέω από ζήλεια! Είχα πρόεδρο τον Νίκο Χαρδαλιά (τότε και δήμαρχος στον Βύρωνα) και πριν τον τελικό είχαμε μείνει σε ξενοδοχείο. Πολυτέλειες... Στο γήπεδο πήγαμε δύο ώρες πιο νωρίς και ήταν γεμάτο. Ο αδερφός μου λόγω δουλειάς ήρθε μισή ώρα πριν την έναρξη και δεν μπήκε ποτέ! Κάναμε ζέσταμα, εγώ με την Χατζηνικολάου κοιτούσαμε σαν χαζά και η Καλέντζου ήρθε και μας είπε "σηκωθείτε μην κοιτάτε έτσι". Ήταν το απίστευτο αυτό που κάναμε. Είμασταν 6 Ελληνίδες και 6 ξένες που ήταν θρύλοι. Όταν έφυγαν το καταλάβαμε, όπως για την Ρουθ Ράιλι. Αλλά να σκεφτείς και το θέμα του μπάτζετ που για την Ελλάδα, μετά το αντρικό τμήμα Παναθηναϊκού, Ολυμπιακού και ΑΕΚ είμασταν εμείς. Δεν βλέπω να ξαναγίνεται. Μακάρι όμως!».
«Είχα συμφωνήσει με το Ελληνικό. Όταν έγινε Ολυμπιακός ούτε με πήραν ούτε τους πήρα»
Μία χρονιά στον Πρωτέα Βούλας, ένα αρχικό πέρασμα από τον Παναθηναϊκό και η διαδρομή Αθήνα-Θεσσαλονίκη ήταν η επόμενη που ακολούθησε η 31χρονη τότε Λύμουρα που έχοντας συνηθίσει σε ρυθμούς διαφορετικούς περιγράφει πως «Ήμουν η πρώτη Αθηναία που πήγα στην Θεσσαλονίκη. Αυτό το... χαλαρά, άλλο να το λες και άλλο να το ζεις. Εκτός γηπέδου μου είχε χαλάσει το ερκοντίσιον Δευτέρα και ήρθαν να το φτιάξουν "χαριστικά" Παρασκευή. Για να καταλάβεις!».
«Αγαπώ Θεσσαλονίκη και είμαι η Αθηναία που αγάπησα τον ΠΑΟΚ. Ποτέ δεν έκρυψα ότι είμαι Παναθηναϊκός, αλλά με αγάπησαν γιατί 40 λεπτά στο γήπεδο τιμούσα την φανέλα που φορούσα. Απέσυραν την φανέλα μου και όταν με βράβευσαν δεν το κατάλαβα. Είναι μεγάλη τιμή!». ‘Ετσι θυμάται την τετραετία της… αναγέννησής της με κόουτς τον Βασίλη Μασλαρινό.
«Και ήρθε η προπονήτρια που μου έβγαλε την ψυχή, η Καπογιάννη. Σε μία φάση έλεγα "Δεν ξέρει ότι είμαι 35;"» θυμάται ανατρέχοντας στην μεταγραφή της στον Παναθηναίκό για την δεύτερη θητεία όπου έφτασε μέχρι το τέλος. «Πήγα στην ομάδα της καρδιάς μου που την στήριζα από μικρή. Δεν υπήρχε ο Ολυμπιακός όταν ξεκίνησα εγώ, αργότερα αγόρασε το Ελληνικό. Μου λέγανε είσαι από τον Πειραιά, αλλά απαντούσα ότι ο γνήσιος Πειραιώτης είναι Εθνικός Πειραιά».
Η ιστορία της με την Ελένη Καπογιάννη, όμως, είχε και μία… κρυφή πλευρά που φτάνει μέχρι και την τελευταία χρονιά του Ελληνικού όπου «Είχαμε συμφωνήσει να πάω εκεί. Όταν έγινε Ολυμπιακός φυσικά δεν θα πήγαινα. Όσα λεφτά και να μου έδιναν για αυτό ούτε με πήραν ούτε τους πήρα».
«Είμαι η Λολίτα Λύμουρα η παίκτρια που ποτέ οι αντίπαλοι φίλαθλοι δεν με είδαν έτσι, αλλά σαν σύντροφο του Βασίλη που έχουν πρόβλημα μαζί του. Εγώ δεν έχω πρόβλημα με τον Ολυμπιακό σαν ομάδα. Υπάρχουν και φίλαθλοι από την άλλη πλευρά, του Ολυμπιακού, που είναι φίλαθλοι σωστοί. Σε όλες τις ομάδες υπάρχουν και οι μεν και οι δε. Με τις παίκτριες υπάρχει σεβασμός και χάρηκα πολύ όταν κάποιες που είμασταν μαζί στην Εθνική είπαν καλά λόγια για μένα όταν δήλωσα ότι αποσύρομαι. Τον σεβασμό μου τον έχουν κερδίσει οι παίκτριες και το προπονητικό τιμ, όχι η ομάδα του Ολυμπιακού. Πάω στο γήπεδο και με βρίζουν για άλλους λόγους, όχι για τον τρόπο που παίζω» εξηγεί.
«Η χρονιά του πρωταθλήματος ήταν όνειρο, φέτος μετά το Κύπελλο άδειασα, έλεγα να μην χάσω τον τίτλο στην έδρα μου»
Η πρώτη χρονιά επιστροφής ως «πράσινη» συνοδεύτηκε από ένα πρωτάθλημα κόντρα στη λογική του καλύτερου ρόστερ. Ο Παναθηναϊκός μέσα σε μία επεισοδιακή σειρά, έκοψε το νήμα του τίτλου πανηγυρίζοντας στο ΣΕΦ. «Πέρσι ήταν όνειρο για εμένα αυτό, όταν έλεγα ότι θα πάρω πρωτάθλημα με τον ομάδα της καρδιάς μου με κοροϊδευαν όλοι. «Τί πρωτάθλημα να πάρεις;». Η επιτυχία οφείλεται τόσο στις προσωπικότητες που είχαμε όσο και στην κόουτς Καπογιάννη. Με έκανε να πιστέψω στα 36 μου και μου έλεγε «Ναι μπορείς μωρή, έχεις πολλές ικανότητες δείξ΄τες στο γήπεδο».
«Όλοι περίμεναν να σταματήσω εκεί. Γλυκάθηκα, όμως, με το πρωτάθλημα και το ότι θα έπαιζα στην Ευρώπη που είχα να παίξω 10 χρόνια. Και ήθελα να το ζήσω» λέει η Λύμουρα ξεδιπλώνοντας τις σκέψεις που την οδήγησαν σε μία ακόμη σεζόν. Ετών 37! «Είχα μιλήσει με την κόουτς για το αν θα αντέξω και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Δυστυχώς κάποιες παίκτριες που ήταν να βγουν μπροστά δεν το έκαναν, κάποιες ξένες δεν μας βγήκαν... Λέμε ότι είναι λάθος σχεδιασμός. Αλλά για αυτό δεν ευθύνεται η Καπογιάννη. Μπορεί να είναι μία πάρα πολύ καλή παίκτρια και να μην ταιριάξουμε στο σύνολο. Όπως και με την Κάιζερ πριν τους τελικούς, δεν πετάξαμε λευκή πετσέτα, αλλά ο σύλλογος είναι πάνω από κάθε παίκτη».
Οι «πράσινες» αποκλείστηκαν από τον Ολυμπιακό στα ημιτελικά του Κυπέλλου, ενώ βρέθηκαν να κυνηγούν το 2-0 των αντιπάλων από την κανονική περίοδο στους τελικούς της Α1.
«Στόχος μας ήταν πρωτάθλημα-Κύπελλο. Δεν τα καταφέραμε... Όλοι μαζί κερδίζουμε, όλοι μαζί χάνουμε. Στο Κύπελλο αποτύχαμε, όχι μόνο επειδή χάσαμε 15 πόντους και ο αντίπαλος ήταν καλύτερος. Σαν Λολίτα έχω μάθει να χάνω, εκείνοι απέδειξαν το αντίθετο πέρσι. Ούτε συγχαρητήρια δεν ήρθαν να πουν εκτός από κάποιες παίκτριες που είπαν προσωπικά. Μετά το Κύπελλο άδειασα... Είμασταν πίσω 2-0 στο πρωτάθλημα, χάσαμε και τον τίτλο έπαθα μία μικρή καταθλιψούλα. Δεν γελούσα για μία βδομάδα που για μένα είναι σπάνιο, το τί τράβηξε ο σύντροφός μου δεν ξέρω και εγώ, έκανε υπομονή. Με πείραξε το ότι δεν εμφανιστήκαμε στο γήπεδο όπως έπρεπε να εμφανιστούν οι αθλήτριες που φοράνε αυτή τη φανέλα. Εγώ είπα ότι δεν ήμουν έτοιμη για το Κύπελλο. Ο καθένας κάνει την αυτοκριτική του. Μετά κάναμε πολλή προπόνηση, βάλαμε μπροστά το "εμείς" και μας συσπείρωσαν όλα αυτά».
Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Με αλχημείες και πειραματισμούς, ο Παναθηναϊκός ισοφάρισε τη σειρά σε 2-2 και άρχισε να ελπίζει. «Μας υποτίμησαν λίγο... Δεν μας περίμεναν. Όλες είχαμε μετακινηθεί μία θέση. Η Ριντ 1.85μ. έπαιζε 5άρι, εγώ έπαιζα στο «3-4», η Χολμς κουτσή η κοπέλα να παίζει και εκείνη. Βάλαμε το «εμείς», ήρθε η πρώτη νίκη, ήρθε και η δεύτερη... Ε κάποια στιγμή θα αντιδρούσαν οι αντίπαλες. Είχαν καλύτερο ρόστερ, έπαιζαν καλύτερο μπάσκετ από εμάς. Χάσαμε 30 πόντους και δεν μας άξιζε αυτό».
Το τελευταίο παιχνίδι του πρωταθλήματος, αυτό το κύκνειο άσμα της Λολίτας στα παρκέ, μπορεί να ξεκίνησε ιδανικά, αλλά δεν ήταν σε κάποιο συννεφάκι όσον αφορά το αγωνιστικό σκέλος… «Στο τελευταίο παιχνίδι έλεγα «μην το πάρουν μέσα στην έδρα μου στο ματς που αποσύρομαι». Αυτό με ενοχλούσε πριν τον αγώνα γιατί δεν το αξίζει ο κόσμος του Παναθηναϊκού, αλλά άξιζαν να γίνουν πρωταθλήτριες».
Γυρνώντας σε εκείνη την ημέρα, ο λόγος της αλλάζει αυτόματα και μιλά για την «παίκτρια Λολίτα» πότε σε παρελθοντικό και πότε σε παροντικό χρόνο. Με την δύναμη της συνήθειας και των (περίπου) 30 χρόνων εν ενεργεία μπάσκετ. Πάντως εκείνο που δεν διαφοροποιείται στο μυαλό της είναι η εικόνα του κόσμου στο «κλειστό Παύλος Γιαννακόπουλος» να φωνάζει ρυθμικά το όνομά της. «Αν μου έλεγες ότι θα παίζαμε για το πρωτάθλημα, ότι θα το χάναμε και ο κόσμος θα ήταν εκεί μέχρι το τέλος για να φωνάξει ρυθμικά το όνομά μου, ούτε σε όνειρο. Ανατριχιαστικό.
Μας έδωσαν ένα δώρο πριν το ματς σε εμένα και στην Όλγα και ήμουν πολύ ψυχρή. Μου το είπαν όλοι. Αλλά ήταν όλο μία συγκίνηση. Δεν το έχω δει ξανά! Μιλούσε όλη η Ευρώπη για τον κόσμο μας. Τους ευχαριστώ γιατί αυτό που λένε «στις χαρές και στις λύπες μαζί» το κάνουν πράξη. Χάσαμε και ήταν εκεί!».
Έχοντας δει στην καριέρα της να περνάει κάθε συναίσθημα «αθλητικό» από τις φλέβες της, το να συγχαρεί τον αντίπαλο για μία μεγάλη επιτυχία ήταν από τις πρώτες της κινήσεις στις μετά-τελικών στιγμές. Η αναγνώριση. Στα αποδυτήρια του Ολυμπιακού, με τις «αιώνιες» να έχουν στεφθεί πρωταθλήτριες. Τελικά «υπάρχει έχθρα μεταξύ των μεγαλύτερων αντιπάλων;».
«Όλες οι Ελληνίδες μεταξύ μας έχουμε έναν σεβασμό! Η Σταμάτη ήταν συμμαθήτριά μου, με την Σταμολάμπρου είμασταν στο ίδιο δωμάτιο στην Εθνική σε μία προετοιμασία. Με την Νικολοπούλου και την Σπυριδοπούλου είμασταν στον Πρωτέα μαζί, αλλά και στην Εθνική. Η Στέλλα Καλτσίδου έχει την απέραντη εκτίμησή μου και ήταν από τις αγαπημένες μου συμπαίκτριες στην Εθνική. Ο γυμναστής του Ολυμπιακού ήταν και προσωπικός μου γυμναστής. Ο κόσμος δεν καταλαβαίνει. Βλέπει Ολυμπιακός-Παναθηναϊκός και νομίζει είμαστε εχθροί.
Είμαστε 40 λεπτά. Όπως πέρσι μου έδωσαν κάποιοι συγχαρητήρια, έτσι πήγα να δώσω και εγώ. Βέβαια η Βιτόλα με τόσο ξύλο που της έριξα επειδή δεν μπορούσα να την φτάσω είναι και δύο μέτρα η τύπισσα, έλεγα συνέχεια ¨θα με πλακώσει αυτή στο τέλος¨ (γέλια). Αλλά όταν πήγα να χαιρετήσω μου είπε συγχαρητήρια. Όπως και η Πλουφ που μου άρεσε πάρα πολύ φέτος. Το ότι έχω κάποια προβλήματα με ανθρώπους που αφήνουν να… τραβήξω όλα αυτά στην έδρα του αντιπάλου είναι άλλο θέμα».
«Θα ξαναέπαιζα τον αγώνα με το Βέλγιο για ένα μετάλλιο με την Εθνική, βλέπω ακόμα τον Νέντοβιτς από το ΣΕΦ»
Στα βιβλία της καριέρας της ένα μεγάλο κεφάλαιο καλύπτεται από μία γαλανόλευκη σημαία. Κάπου στις 163 σελίδες, όσες και οι συμμετοχές της με το εθνόσημο. Από τα μικρά τμήματα, μέχρι και τις Γυναίκες, στις οποίες συμπεριλήφθηκε στα 17 της χρόνια. Τα 20 έτη που κάλυψε ως διεθνής, της έφεραν τίτλους MVP, παρουσίες σε Παγκόσμια και Ευρωπαϊκά όπου μαζί με την λοιπή… dream team βρέθηκε στην πέμπτη θέση το 2009, ενώ ήταν μέλος της μεγαλύτερης -μέχρι τώρα- επιτυχίας της Εθνικής Γυναικών, της τέταρτης θέσης του 2017.
«Και μόνο να έχεις το εθνόσημο και να ακούς τον ύμνο είναι ανατριχίλα. Έπαιξα από 13 μέχρι και τα 33 μου και μου είπαν ότι σταμάτησα και μικρή. Μπορούσα να παίξω και άλλο, αλλά πιστεύω ο κύκλος μας είχε κλείσει. Σταμάτησε πρώτα η Καλτσίδου, μετά βγήκα εγώ και είπα σταματάω, αλλά ήταν η καταπόνηση που είχα. Δεν άντεχα! Η Εθνική είναι η αγαπημένη μας ομάδα! Είχαμε την τύχη από το 2005 μέχρι και το 2017 μην σου πω έναν κορμό, 5-6 αθλήτριες.
Ο Μίσσας άλλαξε την ιστορία της Εθνικής ομάδας, ήρθε και μας πέρασε το ότι «δεν είναι ΚΑΙ μπασκετάκι», ότι πρέπει να αφοσιωθούμε σε αυτό. Είναι ο μόνος προπονητής που δεν με έβαλε πολύ να παίζω, αλλά τον σέβομαι, τον εκτιμάω και άλλαξε όλη την νοοτροπία μας. Πάλι είχαμε το πρόβλημα της ψηλής τότε. Δείχναμε, όμως, ψυχή και μυαλό! Δεν έχουμε αθλητικά προσόντα, δεν έχουμε ψηλές, δεν καρφώνουμε αλλά το ελληνικό μπάσκετ έτσι είναι. Η Μαριέλλα Φασούλα, που τώρα είναι από τις μεγαλύτερες Ελληνίδες μπασκετμπολίστριες, ήταν μικρή. Αυτό το κορίτσι λίγοι το πίστεψαν τότε γιατί την ακολουθεί το όνομα του μπαμπά της».
Ο μικρός τελικός του 2017 με το Βέλγιο, όπου στέρησε από την Ελλάδα το βάθρο και την 3η θέση στο Ευρωπαϊκό είναι από εκείνα τα παιχνίδια που μέσα από το πείσμα θα την έριχναν ξανά στο παρκέ. «Θα ήθελα να παίξω και πάλι το παιχνίδι της Εθνικής με το Βέλγιο, μήπως και είχαμε 1% πιθανότητα να φτάσουμε στο βάθρο. Φεύγω γεμάτη από τα γήπεδα και δεν κατάφερα να πάρω ένα μετάλλιο με την Εθνική ομάδα. Αλλά το Βέλγιο όσες φορές και να παίζαμε δεν θα το κερδίζαμε. Λέω μήπως… Ένα ματς τρεις κοπέλες να μην έπαιζαν, να ήταν καλά στην υγεία τους μετά το παιχνίδι, αλλά να μην έπαιζαν (γέλια). Θα έπαιζα ξανά και το ματς με την Τουρκία που είχα κάνει και το καλύτερό μου παιχνίδι».
Ενώ σε συλλογικό επίπεδο, το ένα παιχνίδι που θα ζούσε από την αρχή, ξανά και ξανά «Θα έπαιζα τον αγώνα μέσα στο βοηθητικό του ΣΕΦ για να ζήσουμε από εκείνο το γήπεδο μέχρι και τον Τάφο του Ινδού την αγάπη του κόσμου! Αυτό θα ήθελα να το ξαναζήσω. Είμαι τυχερή που ανήκα σε αυτή την ομάδα και καταλάβαμε την αγάπη του κόσμου. Από το ΣΕΦ μέχρι την Αθήνα και τον Τάφο του Ινδού που μας περίμενε ο κόσμος».
Πανηγυρίζοντας, όπως εκείνη στις νίκες του ανδρικού τμήματος του Παναθηναϊκού επί του «αιωνίου» αντιπάλου. «Οι αγαπημένοι μου παίκτες ήταν ο Σαρούνας Γιασικεβίτσιους και ο Δημήτρης Διαμαντίδης. Έχω δει παιχνίδι στο ΟΑΚΑ πολύ ψηλά με την Μπαρτσελόνα επί Ομπράντοβιτς και πανηγύριζα. Τελευταία φορά πανηγύρισα τη νίκη στο ΣΕΦ με τον Νέντοβιτς. Ακόμα βλέπω τον Νέντοβιτς. Ο Παναθηναϊκός περνάει δύσκολη στιγμή, αλλά ελπίζω να επιστρέψει».
Η Λύμουρα «έχτισε» τον μπασκετικό της χαρακτήρα και μέσα από την συναναστροφή της με όσους δεν βρίσκονταν εντός των γραμμών, αλλά στις κορυφές των πάγκων. Πότε πιο εύκολα και πότε με μία δυσκολία που είχε την δική της γλύκα. «Από κάθε προπονητή κάτι κέρδισα. Έχω πολύ καλή σχέση με όλους. Αυτός που με πήγε στο μπάσκετ ήταν ο Αντώνης Χατζηκυριάκος, ο υπεύθυνος του Ιωνικού Νικαίας τώρα. Πολλές φορές λέω ότι χάρη σε εκείνον παίζω μπάσκετ. Μετά στην Εθνική από τον Μπακογιώργο, από τον Τζώρτζη Δικαιουλάκο στον Αθηναϊκό μέχρι και την Ελένη Καπογιάννη κέρδισα πάρα πολλά. Τους θυμάμαι όλους... Στις Εσπερίδες ο Μπουμπούς, μετά ο Ρουμελιώτης.
Ο πιο "τρελός" και ένιωθα και ότι δεν με συμπαθούσε κιόλας, ενώ έπαιζα 33 λεπτά 17 χρονών. Όταν έφυγε δεν πήγα στην προπόνηση, μου είπε ο μπαμπάς μου να τον πάρω τηλέφωνο. Μπορεί να έλεγε "Έλα ηλίθια" και να απαντούσα "ναι κόουτς". Πίστευτα ότι μόνο με εμένα ασχολείται. Τότε μου είπε "Θα παίξεις μεγάλο μπάσκετ". Στους προπονητές που με σημάδεψαν θα έβαζα και τον Βασίλη Μασλαρινό από τον ΠΑΟΚ που μετά από μία χάλια χρονιά στον Παναθηναϊκό (σ.σ 2015/16) με έκανε και αναγεννήθηκα».
«Έγινα τιμ μάνατζερ για να φύγει τοι μικρόβιο της παίκτριας, θα με δείτε και προπονήτρια»
Πλέον... γεννάται μία φύση άγνωστη προς τη Λολίτα και από ένα πόστο που μαθαίνει και την μαθαίνει. Έχοντας κρεμάσει τη φανέλα της, ο τίτλος της τιμ μάνατζερ στον Παναθηναϊκό ήταν λίγο-πολύ μονόδρομος. «Υπήρχε μία συνάντηση με την διοίκηση, τον κύριο Μαλακατέ, τον Βρανόπουλο και τον Πανταλέων. Μου είπαν ότι θέλουν να είμαι μαζί τους και μου έδωσαν την επιλογή είτε για βοηθός στο τιμ της Καπογιάννη και ένα τμήμα μικρών είτε τιμ μάνατζερ. Το σκέφτηκα για λίγο και είπα ότι σταματάω το μπάσκετ αλλά δεν μπορώ να εμφανιστώ στο γήπεδο με τις φόρμες μου. Αν μου πει η κόουτς Καπογιάννη μπες, θα το κάνω! Θέλω να μου φύγει εντελώς το μικρόβιο της παίκτριας από μέσα μου πρώτα».
Κάτι που φυσικά μοιάζει αδύνατο στο μυαλό της, όταν εξακολουθεί να συναναστρέφεται με συμπαίκτριες που την... τσιγκλάνε με στοιχήματα για ένα «μονό». Ανταγωνιστική βλέπεις! «Μεταξύ μας παίζαμε και στοιχήματα με τις συμπαίκτριές μου και πάντα με τσιγκλούσαν γιατί δεν ήθελα να χάνω. Τα τελευταία δύο χρόνια είχα την Ριντ. Πέρσι από εκείνη κέρδισα τις 3 φορές και έχασα 30… Στοιχήματα χαζά, τύπου ένα νερό ανθρακούχο, μία σοκολάτα και τέτοια. Την κέρδισα πριν τον τελικό όμως. Έφευγα, πανηγύριζα μόνη μου εγώ σε άδειο γήπεδο και έκατσε 40 λεπτά εκείνη να σουτάρει περισσότερο. Κερδίσαμε τον τελικό και γυρίζω και της κάνω "Ξέρεις γιατί έγινε αυτό ε; Επειδή σε κέρδισα» και μου λέει «Πάμε τώρα στο γήπεδο να παίξουμε". Μας περίμεναν 1500 άτομα και εκείνη μου έλεγε πάμε να παίξουμε… Φέτος ήμουν πιο κοντά, έχασα τις 20 αλλά κέρδισα και 10 και είχε τρελαθεί. Οπότε καταλαβαίνεις πως δεν γίνεται».
Παρόλα αυτά, το δίπλωμα της προπονητικής είναι στην άκρη του γραφείου της, έτοιμο να το αξιοποιήσει ανά πάσα στιγμή. «Η φράση "τρέμε Καπογιάννη" ήταν μία πλάκα γιατί είχα πάρει το δίπλωμα της προπονητικής εκείνη την ημέρα. Όμως θα ασχοληθώ με αυτό όταν αποβάλλω από πάνω μου την παίκτρια. Όχι φέτος, με ξέρω! Πήγα διακοπές στις Βρυξέλες και έπαιξα μπάσκετ σε λούνα παρκ. Τώρα θέλω να κάνω οικογένεια, να κάνω ένα παιδί και αργότερα θα με βλέπετε και σαν προπονήτρια».
Προς το παρόν ακολουθεί με προσοχή τις οδηγίες του Σωτήρη Πανταλέων, υπεύθυνου του «πράσινου» Ερασιτέχνη, αλλά και μίας ολόκληρης ομάδας που την κατευθύνει. «Έχω τώρα τον Σωτήρη από πάνω μου και με ελέγχει σαν τιμ μάνατζερ. Το οικονομικό για κάθε παίκτρια το συζητάω με εκείνον. Οργανωτικά είναι ο Μάκης Κουτσονικόλας, από τους καλύτερους που είχα δίπλα μου που κάνει πολλή δουλειά. Εγώ τους τίτλους δεν τους καταλαβαίνω, αλλά είμαι τιμ μάνατζερ και ακόμα μαθαίνω. Με τις παίκτριες έχω πολύ καλή επαφή».
Η καθημερινότητά της έχει βγει από το μοτίβο «σπίτι-προπόνηση-σπίτι»... «Το Shopping therapy ό,τι καλύτερο αυτή τη στιγμή. Και αν δεν έχεις και χρήματα… βιτρίνα therapy (γέλια). Μου αρέσει πολύ το σινεμά και μαγειρεύω πολύ ωραία επίσης! Πλέον μαγειρεύω κάθε μέρα. Και τώρα προσπαθώ να ασχοληθώ με κάτι άλλο, έχω κάνει κάποια μαθήματα Ζούμπα. Αλλού το πόδι, αλλού το χέρι, είμαι άγαρμπη τελείως. Αλλά θέλω να παίξω μπιτς βολεϊ. Παρακαλάω τον Πανταλέων να μου μάθει και δεν το κάνει, μπορεί να φοβάται ότι θα είμαι καλή και θα πρέπει να με πάρει στην ομάδα του».
«Αν υπήρχε φαγητό και να κάνω ντουζ, θα πήγαινα στο Survivor. Δεν μπορώ διαφορετικά! Δεν θα άντεχα ούτε δύο μέρες. Είχαμε πετύχει την Χαλκιά (σ.σ Κατερίνα, συμπαίκτριες στον Αθηναϊκό, συμμετείχε στο Survivor 2) κάποιες μέρες αφού είχε βγει από το Survivor και μας είχε πει όσα πέρασε λέγοντας πως ¨έπρεπε να κλάψω πιο νωρίς τελικά¨. Πολλά παίζουν! Εγώ θα πήγαινα σε τηλεπαιχνίδια τύπου Ρουκ Ζουκ και 5χ5 με κλειστά μάτια, μου αρέσουν πολύ».
Η Λολίτα δεν αρέσκεται στις μεγάλες αλλαγές. Και φρόντισε να το αποδείξει με την ίδια την καριέρα της. Ένα ακόμη τατουάζ που φέρει πάνω της συμβολίζει την ενωμένη οικογένεια. «Κάνω πολλά για εκείνους, ακόμη και ο ανηψιός μου που μου ζήτησε φανέλα του Σλούκα τον οποίο γνωρίζω, του βρήκα, μου την υπέγραψε και την έστειλα στον ανηψιό μου».
Ενωμένη οικογένεια... Δύο λέξεις δυνατές που μπορούν να περιγράψουν και τη σχέση της με το μπάσκετ.
Και αντί επιλόγου, η Λύμουρα θα κοιτάξει πάλι ψηλά και θα απευθυνθεί στον μπαμπά της και τον αδερφό της. Σε εκείνους που δεν χαλούσε χατίρι. Και ας έτρωγε... μπούλινγκ επειδή ήταν Ολυμπιακοί, με τον αδερφό της να της σκίζει κάθε αφίσα που κολλούσε στο δωμάτιο. Ακόμη και τις ποδοσφαιρικές που είχε από αντίδραση.
«Εύχομαι να με βλέπετε και να είστε περήφανοι για μένα»!
Photo Credits: Βασίλης Τσίγκας