Μάρτα Βιέιρα: Η Βραζιλιάνα ιέρεια της μπάλας
Είναι 14 ετών και περιμένει το λεωφορείο που θα την πάει από την πόλη της, στο Ρίο. Αν κάποιος μπορούσε να διαβάσει το συναίσθημά της εκείνη την στιγμή θα διέκρινε φόβο, νευρικότητα και μια πάλη να τους εναντιωθεί.
Σε αυτά και μαζί σε όλους όσοι της είπαν ότι δεν μπορεί, γιατί είναι κορίτσι. Δεν πρέπει, γιατί είναι κορίτσι. Το πείσμα αγκαλιά με την επιθυμία της, κούνησαν τα πόδια της. Το ένα μπροστά από το άλλο μέχρι να μπει στο λεωφορείο. Για το τριήμερο ταξίδι ως τη δεύτερη μεγαλύτερη -μετά το Σάο Πάολο- πόλη της Βραζιλίας. Ταξίδι συνώνυμο του αποχωρισμού της με τους ανθρώπους της. Ταξίδι συνώνυμο της αρχής των πάντων.
Εκείνο το λεωφορείο διέσχιζε επίπεδους χωμάτινους δρόμους, καταπράσινες εκτάσεις, βουνά μέχρι το κέντρο της πόλης. Εκείνο το λεωφορείο μετέφερε το όνειρό της. Το όνειρό της να γίνει επαγγελματίας ποδοσφαιρίστρια. Εκείνο το λεωφορείο -οκ, όχι ακριβώς- θα τη μετέφερε σε ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, παγκόσμια κύπελλα, Ολυμπιακούς αγώνες, ατομικά βραβεία. Θα την μετέφερε σε στάδια γεμάτα χιλιάδες κόσμου.
Εκείνο το λεωφορείο την πήγε σε μέρη όπου φανέλες και παπούτσια κατασκευάζονταν μονάχα για εκείνη. Σε κερκίδες που παρατεταμένα παιδικά χεράκια ζητούσαν αυτή να υπογράψει το δικό μπλουζάκι τους.
Εκείνο το λεωφορείο, που πήρε από την πόλη της, ως το φημισμένο Ρίο προκειμένου να κυνηγήσει το όνειρό της, προκειμένου να καταφέρει να προπονηθεί οργανωμένα στη Βάσκο ντα Γκάμα, θα την ταξίδευε σε όλο τον κόσμο. Κι η άφιξή της θα σήμαινε κάτι. Θα σήμαινε κάτι για το παιχνίδι στις ΗΠΑ. Θα σήμαινε κάτι για την Εθνική Γυναικών Βραζιλίας. Θα σήμαινε κάτι για όλα τα νεαρά κορίτσια που έκτοτε θα ονειρεύονταν να παίξουν μπάλα.
Εκείνη την στιγμή όμως η Μάρτα Βιέιρα είναι στην στάση.
Το περιμένει χωρίς να είναι δυνατό να υποθέσει ή έστω φανταστεί κάτι από όλα αυτά.
Είναι στην στάση και διστάζει να μπει στο λεωφορείο. Δεν ξέρει καν με βεβαιότητα τι θα συμβεί όταν θα φτάσει στο Ρίο...
Σε μία από τις πιο φτωχές περιφέρειες της Βραζιλίας, τη βορειοανατολική (έχει περίπου το 29% του πληθυσμού της χώρας συνολικά και το 44% των φτωχών) εδράζεται το Αλαγκόας. Στην καρδιά του βρίσκει κανείς την πόλη Ντόις Ριάσος. Εκεί που η Μάρτα Βιέιρα ντα Σίλβα μεγάλωσε με τη μαμά και τον μεγαλύτερο αδερφό της Ζοσέ. Εκεί όπου το ταξίδι της ξεκινά. Στους δρόμους έξω από το σπίτι της μαμάς της. Εκεί βρίσκεται η αφετηρία του ταξιδιού της προς τη δική της κορυφή. Όπου την περίμενε ο τίτλος μιας από τις πιο πρωτοπόρες φιγούρες του ποδοσφαίρου γυναικών παγκοσμίως.
Διαμορφώνοντας προσωπικότητα μέσω του ιδιαίτερου πολιτικού τοπίου στη χώρα της, η Μάρτα αμφισβήτησε όλες τις αφηγήσεις σχετικά με την πατριαρχία και τις συμβάσεις συμπεριφοράς ανδρών - γυναικών, ήδη από μικρή. Ένα μοναχικό κορίτσι στη χώρα που το ποδόσφαιρο για τις γυναίκες ήταν παράνομο από 1941 ως το 1979! Ένα κορίτσι που ξεχώριζε. Όχι όμως για το ταλέντο της. Ξεχώριζε απλά και μόνο επειδή ήταν ένα κορίτσι που αγαπούσε το ποδόσφαιρο. Βλέπετε δεν υπήρχαν άλλα κορίτσια στην πόλη της που έπαιζαν μπάλα κι οι άνθρωποι φρόντισαν να... ενημερώσουν τη μητέρα της γι' αυτό!
«Δεν είναι φυσιολογική»
«Είναι παράξενο για ένα κορίτσι να παίζει ποδόσφαιρο»
«Γιατί την αφήνεις να το κάνει;»
Ήταν μερικά από τα σχόλιά τους. Κι εκείνη μόνη. Δεν ένιωθε την παρουσία της μητέρα της. Αφότου ο πατέρας έφυγε από το σπίτι ούσα εκείνη ακόμα μωρό, η μαμά της κλήθηκε να φροντίσει τέσσερα παιδιά. Πήγαινε για δουλειά στις 5 το πρωί. Στη φυτεία, στο χώμα. Επέστρεφε αργά το βράδυ. Όταν δεν ήταν στο αγρόκτημα, ήταν στο δημαρχείο, όπου καθάριζε και σέρβιρε καφέ. Μοιραία δεν μπορούσε να είναι στο πλευρό της μικρής Μάρτα. Ποτέ δεν την είδε να παίζει μπάλα. Ποτέ δεν πήγε στα παιχνίδια της.
Δεν ήταν εκεί να της δείξει πως «να είσαι κορίτσι». Η Μάρτα γνώριζε ένα πράγμα. Να παίζει ποδόσφαιρο με τα αγόρια. Και να ονειρεύεται πως μια μέρα θα παίξει επαγγελματικά. Ωστόσο, με τον τρόπο της, την στήριζε. Κάθε φορά που κάποιος στην πόλη έσπευδε να της πει για την κόρη της, που κάνει πράγματα ανάρμοστα, πράγματα που δεν κάνουν τα κορίτσια, εκείνη απαντούσε: «Αφήστε την να είναι ό,τι θέλει»!
Η Μάρτα μεγάλωνε με ένα «πρέπει» που χωρούσε μόνο μια έκπτωση!
«Μπορείς να παίξεις, αλλά σε καμία ομάδα της γειτονιάς που δεν είναι τόσο καλά τα αγόρια».
Όχι βέβαια ότι είχε μεγάλη σημασία για εκείνη. Θα έπαιζε με οποιουσδήποτε. Γιατί ακόμα η ομάδα της κέρδιζε. Πάντα. Ντρίμπλαρε γρήγορα, έπαιζε καλά σε μικρό χώρο, σκεφτόταν γρήγορα. Και τους έδειχνε. Κάθε φορά. Τους έδειχνε ότι είναι κορίτσι και μπορεί να παίξει ποδόσφαιρο!
Όσα γκολ κι αν έβαζε όμως, για καιρό, το ποδόσφαιρο ήταν μοναχικό. Τα σχόλια δεν σταματούσαν, οι ντόπιοι μουρμούριζαν διάφορα όταν περνούσε, κι εκείνη ήταν μόνη της. Μόνη και στα αποδυτήρια, καθώς προσπαθούσε να φορέσει τη φανέλα και το σορτσάκι που ήταν πολύ μεγαλύτερα για το μέγεθός της.
Όταν έπαιζε στην τοπική ομάδα του Ντόις Ριάχος αναγκάστηκε να αποχωρήσει από ένα περιφερειακό κύπελλο, μετά από απαίτηση προπονητή αντίπαλης ομάδας.
«Βγάλτε το κορίτσι έξω», ζήτησε.
Μετά από πολλά χρόνια, ανασύροντας εκείνη τη μνήμη θυμάται τα δάκρυα να κυλούν στα μάγουλά της.
Μόλις 14 ετών κατάφερε να παίξει με κάποια επισημότητα. Χάρη σε ένα λεωφορείο κι ένα πληρωμένο από έναν οικογενειακό φίλο εισιτήριο από το Αλαγκόας στο Ρίο ντε Τζανέιρο, για μια δοκιμή στην Βάσκο ντε Γκάμα. Όταν έφτασε στο Ρίο, έμεινε με έναν φίλο της οικογένειάς της και περίμενε την κλήση. Κάθε ημέρα όταν ξυπνούσε στον καναπέ του σπιτιού που κοιμόταν έβλεπε δίπλα της ένα ζευγάρι παπούτσια. Δεν ήταν καινούργια. Ήταν μεταχειρισμένα. Μεγάλα για τα πόδια της. Γεμάτα με εφημερίδες ώστε να μπορούν να ταιριάξουν. Όμως ήταν δικά της.
Μια μέρα το τηλέφωνο χτύπησε και την ειδοποίησαν από την ομάδα ότι μπορεί να πάει για το δοκιμαστικό. Έπιασε τα παπούτσια της, τα φόρεσε και κατηφόρισε προς το γήπεδο. Εκεί είδε για πρώτη φορά στη ζωή της γυναίκες να παίζουν ποδόσφαιρο.
Ήταν 14 χρονών και κλήθηκε να παίξει σε ένα εσωτερικό διπλό με την Κ19 του συλλόγου και τη γυναικεία. Το άγχος την είχε κυριεύσει. Φοβόταν ότι αν μιλήσει θα καταλάβουν την καταγωγή της. Δεν άνοιξε το στόμα της. Άφησε το ποδόσφαιρό της να μιλήσει για εκείνη. Το γήπεδο έγινε -πάλι- το πεδίο έκφρασή της.
Και το πρώτο σουτ που επιχείρησε ήταν τόσο δυνατό, που η μπάλα χτύπησε την τερματοφύλακα και παρόλα αυτά κύλησε στο τέρμα. Ολα τα κεφάλια στράφηκαν στο μέρος της. Αλλά εκείνα τα βλέμματα δεν έμοιαζαν με αυτά που αντίκριζε πίσω στην πόλη της. Όχι. Αυτά τα βλέμματα ήταν διαφορετικά. Ήταν θαυμασμού.
Μέχρι που η Helena Pacheco συντονίστρια του γυναικείου τμήματος φώναξε: την θέλουμε μαζί μας!
«Μαζί μας» σκέφτηκε η Μάρτα. Ναι άνηκε μαζί τους. Μαζί τους στο γήπεδο. Μέρος του παιχνιδιού. Κι αυτή ήταν μόνο η αρχή. Σε μια περίοδο που είχε κατασταλάξει μέσα της. Είχε απαντήσει στην ερώτηση που έθετε στον εαυτό της. «Γιατί να μου δώσει ο Θεός αυτό το ταλέντο, αν κανείς δεν θέλει να παίξω;», αναρωτιόταν. Κι η απάντηση που έδινε από τότε, μέχρι σήμερα, είναι μία: «χρησιμοποίησέ το για να πολεμήσεις, Μάρτα. Πολέμησε για να αποδείξεις σε όλους ότι κάνουν λάθος. Κάνουν λάθος όλοι όσοι πιστεύουν ότι δεν υπάρχει θέση για κορίτσια στο γήπεδο»!
Εντάχθηκε στον σύλλογο. Προβιβάστηκε κατευθείαν στη γυναικεία ομάδα. Παρέμεινε για δύο χρόνια (2000-2002). Όσα -λίγα- χρήματα έβγαζε τα έστελνε πίσω στη μαμά της. Όμως ήταν ήδη επαγγελματίας. Μια επαγγελματίας ποδοσφαιρίστρια εν τη γενέσει της.
Το 2002, η καριέρα της δεν έδειξε σημάδια επιβράδυνσης ούτε όταν μπήκε φρένο από τον πρόεδρο της Βάσκο στη γυναικεία ομάδα του συλλόγου... Η μετοχή της γνώρισε μεγάλη άνοδο, όταν σε ηλικία 16 ετών σημείωσε έξι γκολ στο πρώτο Πρωτάθλημα Νέων Γυναικών της FIFA και έλαβε την πρώτη της κλήσης για την Εθνική Γυναικών της Σελεσάο.
Το επόμενο συμβόλαιο που της προσφέρθηκε ήταν για την Σάντα Κρουζ. Θα παραμείνει εκεί για ακόμα δύο χρόνια, μέχρι που έγινε κάτι περίεργο...
Ένα σουηδικό κανάλι θα κάνει αφιέρωμα στον Ρομπίνιο. Και μετά την ολοκλήρωσή του θα ακουστεί: «Υπάρχει μια νεαρή πολλά υποσχόμενη Βραζιλιάνα παίκτρια που ονομάζεται Μάρτα Βιέιρα ντα Σίλβα...».
Μια πρόταση καταφθάνει λίγο μετά από έναν σουηδικό σύλλογο. Επόμενο σταθμός στο ταξίδι της; Η Umea IK. Δεν ήξερε καν πού πέφτει στον χάρτη. Δεν γνώριζε τη γλώσσα, το αν αυτή η ομάδα είναι αληθινή. Δεν ήξερε τί πρέπει να κάνει. Όμως η Σουηδία θα γίνει δεύτερη πατρίδα της. Και η Umea IK το turning point στην καριέρα της. Εκεί έγινε πραγματικά επαγγελματίας ποδοσφαιρίστρια.
Στην σκανδιναβική χώρα, το ποδόσφαιρο που συνάντησε ήταν σφιχτό, αυστηρό, συστηματικό. Κι εκείνη έφερε μαζί της τη Βραζιλία. Τους μεταμόρφωσε, τους δίδαξε. Πώς να αυτοσχεδιάζουν, πώς να εκφράζονται. Κι έγραψε ιστορία.
Κύπελλο UEFA Γυναικών, 7 πρωταθλήματα, 1 Κύπελλο. Η αρχή της ανταμοιβής. Έκτοτε αγωνίστηκε για πολλές ομάδες. Στη Βραζιλία, στο Λος Άντζελες, στη Νέα Υόρκη, και πάλι στη Σουηδία. Θα παίξει δίπλα κι ενάντια σε παίκτες όπως η Μία Χαμ, η Άμπι Γουάμπαχ. Και ποτέ η γλώσσα δεν θα αποτελέσει πρόβλημα, γιατί στον αγωνιστικό χώρο εκφράζονταν όλες με τον ίδιο τρόπο. Είχαν το ίδιο πείσμα, την ίδια αφοσίωση. Όλα εκείνα που έρχονται μετά από χρόνια αμφισβήτησης.
Στο ζενίθ της η Μάρτα ήταν ασταμάτητη. Είχε αξιομνημόνευτη δύναμη, εξυπνάδα κι ένα φοβερό αριστερό πόδι που λειτούργησαν ως οδηγοί για ένα παιχνίδι που δεν εκτιμήθηκε ποτέ όσο θα έπρεπε. Χαρακτηριστικά στοιχεία μιας παίκτριας που έγινε η πρώτη Βραζιλιάνα που έπαιξε επαγγελματικά στην Ευρώπη (με τη σουηδική Unea IK), η οποία ονομάστηκε ως «Πελέ με φούστα» από τον ίδιο τον Βραζιλιάνο θρύλο.
Το 2007, αποτέλεσε για εκείνη το τέλειο χρονικό σημείο, για να γίνει η καλύτερη ποδοσφαιρίστρια στον κόσμο.
Έμοιαζε βλέπετε απίστευτο να νικήσει η Βραζιλία τις ΗΠΑ, οι οποίες μπήκαν τότε στο Dragon Stadium μετά από ένα αήττητο σερί 51 αγώνων. Επίτευγμα αδιανότητο, αφού μιλάμε για τρία σχεδόν χρόνια κυριαρχίας. Αυτό που συνέβη λοιπόν στο παιχνίδι της Σελεσάο με τις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν ένα τέλειο σχέδιο εκτελεσμένο από εκείνη μπροστά σε 68.000 ζευγάρια μάτια στο Μαρακανά. Ένα σχέδιο που συνδίαζε την αθλητικότητά της με την τεχνική οξυδέρκεια και το πηγαίο ταλέντο.
Φορώντας το διάσημο «10» της Βραζιλίας στην πλάτη, θάμπωσε τις αντιπάλους της με το είδος εκείνο του ποδοσφαίρου που έρχεται στο μυαλό στον καθένα όταν σκέφτεται τη Seleção. Κάθε της κίνησης με την μπάλα, κάθε προσποίηση, ντρίμπλα είχε έναν άψογο σκοπό, οδηγώντας την σε ένα μονοπάτι στο οποίο είχαν περπατήσει στο παρελθόν άνθρωποι όπως οι Ζίκο, Πελέ, Ροναλντίνιο, Ριβάλντο και Κακά.
Κάθε της επιλογής και κάθε ένα από τα δύο της γκολ εκείνη τη βραδιά ήταν σημάδια μιας παίκτριας που ήξερε ότι αυτή ήταν η στιγμή της, η ευκαιρία της να λάμψει σε μια σκηνή παγκόσμια.
Η επιρροή της ήταν τόση που θα βοηθούσε να πυροδοτηθεί μια επανάσταση μέσα στο παιχνίδι, και μεγάλες αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο οι ομάδες προσέγγιζαν τους αγώνες.
«Η Μάρτα σήκωσε στο πόδι το στάδιο μόνη της», θυμάται για εκείνη την παράσταση της Βραζιλιάνας η μεγάλη σκόρερ των ΗΠΑ Κάρλι Λόιντ.
Εκείνη την περίοδο η χαρισματική σκόρερ της Σελεσάο, δεν γινόταν απλώς ένα γνωστό όνομα στον αγωνιστικό χώρο, αλλά κι ένα εμβληματικό πρόσωπο για το ποδόσφαιρο γυναικών, εκτός γρασιδιού. Έφερε το παιχνίδι κάτω από τα φώτα της δημοσιότητας. Οι ικανότητές της, τα επιτεύγματά της στο σκοράρισμα, πυροδότησαν το ενδιαφέρον για το γυναικείο ποδόσφαιρο.
Όπου κι αν έπαιζε προσέλκυε τα βλέμματα με τον τρόπο εκείνο που κάνουν οι αρτίστες της μπάλας. Έδιωχνε μονομιάς κάθε κραυγή δυσπιστίας και μονοκοντυλιά κάθε μελάνι αμφισβήτησης ανοίγοντας για όλα τα νεαρά κορίτσια παγκοσμίως ένα πεδίο που δεν γνώριζαν ότι υπάρχει.
Ολοκλήρωσε το Παγκόσμιο Κύπελλο Γυναικών κατακτώντας το βραβείο για την καλύτερη ποδοσφαιρίστρια στον κόσμο, αλλά και το Χρυσό Παπούτσι ως κορυφαία σκόρερ της διοργάνωσης.
Έπαιξε ακόμα στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2008 φτάνοντας ως το δεύτερο σκαλί του βάθρου. Παρούσα και στο Παγκόσμιο του 2011, εκεί κατέκτησε το Ασημένιο Παπούτσι. Ενώ το τέλος του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2015 την βρήκε πρώτη σκόρερ όλων των εποχών στο ποδόσφαιρο γυναικών. Το επόμενο δε, το Μουντιάλ του 2019, έγινε ο πρώτος άνθρωπος που σκοράρει σε πέντε Παγκόσμια Κύπελλα!
Ακόμα και μετά τα 33 η Μάρτα συνεχίζει να φορά τη φανέλα με το εθνόσημο φλεγόμενη από το βάρος της προσδοκίας αντί να βυθίζεται από αυτό. Το 16ο τέρμα της ενάντια στην Ιταλία, την έφερε πρώτη στη λίστα με τους all time scorers όλων των εποχών σε τελικά Παγκοσμίου Κυπέλλου. Άφησε στη δεύτερη θέση τον Μίρσλαβ Κλόζε.
Η πέμπτη της συμμετοχή σε τελικούς Μουντιάλ συνοδεύτηκε από επενδύσεις στο γυναικείο παιχνίδι στη Βραζιλία. Το 2019, περισσότερες από 300 γυναίκες έπαιζαν ποδόσφαιρο επαγγελματικά, με 16 ομάδες στην πρώτη και 36 στη δεύτερη κατηγορία. Επιπλέον, περισσότερες από 3.000 παίζουν ερασιτεχνικά λαμβάνοντας μια οικονομική ενίσχυση.
Μετά τον αποκλεισμό της Βραζιλίας από το Παγκόσμιο Κύπελλο, συνέχισε να παλεύει για την υποστήριξη του παιχνιδιού και απευθύνθηκε στη νέα γενιά γυναικών. «Θέλει περισσότερα. Έχει να κάνει με την περισσότερη προπόνηση, με το να προσέχεις περισσότερο τον εαυτό σου, να μάχεσαι ενάντια στις προκαταλήψεις, να μάχεσαι κόντρα στην έλλειψη υποστήριξης, να μάχεσαι ενάντια σε όλους όσοι λένε ότι δεν μπορείς! Το ποδόσφαιρο γυναικών εξαρτάται από εσάς για να επιβιώσει».
Σύλλογοι: 376 συμμετοχές, 282 γκολ
Εθνική Ομάδα: 155 συμμετοχές, 109 γκολ
– 6 φορές παίκτρια της χρονιάς.
– 18 τρόπαια
– 1η σκόρερ στην ιστορία της Βραζιλίας
– 1η σκόρερ για τη Βραζιλία στα παγκόσμια κύπελλα (17 γκολ)
Ακολούθησε το GWomen στο instagram
Στείλε μας νέα, ιδέες, προτάσεις, απορίες για τον γυναικείο αθλητισμό στο [email protected]