Το βάρος και πιο συγκεκριμένα ο έλεγχός του αποδείχτηκε ένα συχνά επαναλαμβανόμενο θέμα στην πρώτη ακαδημαϊκή μελέτη που διερεύνησε την συχνότητα των προβλημάτων ψυχικής υγείας μεταξύ των κορυφαίων παικτριών στην Αγγλία. Τα ευρήματα αποκάλυψαν ότι το 36% από τις 115 αθλήτριες που συμμετείχαν στην εμπιστευτική έρευνα εμφάνισαν συμπτώματα διατροφικής διαταραχής.
Το 11% εμφάνισε ενδείξεις μέτριου έως σοβαρού άγχους και ένα επιπλέον 11% παλεύει με μέτρια έως σοβαρή κατάθλιψη. Παρόμοια ποσοστά άγχους και κατάθλιψης έχουν καταγραφεί τόσο στον γενικό πληθυσμό όσο και σε άλλους ελίτ αθλητές και των δύο φύλων, αλλά ο αριθμός των διατροφικών διαταραχών μεταξύ των ποδοσφαιριστών όμως είναι φαινομενικά υψηλότερος. Το 90% των συμμετεχόντων πιστεύει ότι η λήψη κάποιας μορφής ψυχολογικής βοήθειας θα ενίσχυε την καριέρα της και το 86% δήλωσε ότι ήθελε ή χρειαζόταν κλινική υποστήριξη κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της πορείας της στα γήπεδα.
Η επικεφαλής της έρευνας Κέρλι Πέρι από τη Σχολή Επιστημών Αθλητισμού και Υγείας στο Πανεπιστήμιο του Central Lancashire στο Πρέστον, σημείωσε ότι η ψυχολογική υποστήριξη ήταν διαθέσιμη μόνο στο 50% των συλλόγων που εκπροσωπούνταν από τις συμμετέχουσες. «Είναι σημαντικό οι ποδοσφαιρικοί σύλλογοι να ενθαρρύνουν συμπεριφορές αναζήτησης βοήθειας», είπε η Πέρι, η οποία ανησυχεί ιδιαίτερα για την ευρύτητα της εμφάνισης διατροφικών διαταραχών στις δύο κορυφαίες βαθμίδες του αγγλικού ποδοσφαίρου γυναικών.
Άγχος και κατάθλιψη κατάλοιπα της πανδημίας
«Τα ευρήματά μας ανέφεραν ότι το 35% των ποδοσφαιριστριών προσπαθούσαν αυτή τη στιγμή να χάσουν βάρος και το 45% ανέφερε ότι προσπάθησε να χάσει βάρος τις προηγούμενες τέσσερις εβδομάδες», είπε η επικεφαλής. «Το σημαντικό είναι ότι αυτά τα δεδομένα συλλέχθηκαν κατά τη διάρκεια της αγωνιστικής περιόδου. Επομένως, η έρευνα είναι "δικαιολογημένη" για το πώς και γιατί οι παίκτες προσπαθούν να χάσουν βάρος κατά τη διάρκεια της σεζόν».
Οι αριθμοί προκαλούν ανησυχία ότι οι διατροφικές διαταραχές μπορεί να μετατραπούν σε «κανονικότητα» στο πλαίσιο του πρωταθλητισμού. Ενώ άξιο αναφοράς είναι το γεγονός ότι οι υψηλότατοι αριθμοί σχετικά με τις διατροφικές διαταραχές δεν συσχετίστηκαν με την τρέχουσα ανάγκη ψυχολογικής υποστήριξης. «Πιστεύουμε ότι αυτό το εύρημα χρήζει περαιτέρω διερεύνησης, καθώς αυτό θα μπορούσε να υποδεικνύει ότι τα συμπτώματα διατροφικών διαταραχών δεν αναγνωρίζονται. Αντίθετα, είναι πιθανό να ομαλοποιηθούν στο αθλητικό περιβάλλον των ποδοσφαιριστριών».
Το άγχος και η κατάθλιψη φαίνεται να έχουν αυξηθεί από τον συνδυασμό της πανδημίας του Covid-19 και της πρόσφατης μεγάλης επαγγελματοποίησης του παιχνιδιού. «Εκτός από το αυξημένο άγχος που αντιμετώπισαν οι ελίτ αθλήτριες κατά τη διάρκεια της πανδημίας του Covid-19, εικάζουμε ότι οι νέες απαιτήσεις που τίθενται στο γυναικείο ποδόσφαιρο της ελίτ (π.χ. μέσα ενημέρωσης, συμμετοχή οπαδών, χορηγίες και εμπορικές συνεργασίες) που προκύπτουν από την ταχεία επαγγελματοποίησή του πρόσθεσαν επιπλέον βάρος»
Η ψυχική υγεία μπορεί επίσης να εξαρτάται από το αν μία παίκτρια ξεκινάει τακτικά στη βασική ενδεκάδα, με τη μελέτη να δείχνει ότι όσες περιλαμβάνονται πάντα στο βασικό σχήμα υπέφεραν σημαντικά λιγότερο άγχος και κατάθλιψη σε σχέση με εκείνες που βρίσκονται συνήθως στον πάγκο. «Οι ποδοσφαιρίστριες που δεν ξεκινούν τακτικά σε παιχνίδια μπορεί να χρειαστούν πρόσθετο έλεγχο από το προσωπικό του συλλόγου για να καταστεί δυνατή η πρόληψη και η έγκαιρη αναγνώριση της ψυχικής τους νόσου».