Τα πόδια της έκαιγαν, οι κάλτσες της τρύπησαν, το στομάχι της το ένιωθε περίεργα καθώς στη διαδρομή έπινε μόνο νερό. Από τη στιγμή που μπήκε στο στάδιο με την ελληνική σημαία στα χέρια, οδεύοντας προς τον τερματισμό ως τρίτη ανάμεσα στις 47, προσπαθούσε να βεβαιώσει τον εαυτό της πως πέτυχε τον στόχο της, πήρε το πρώτο της μετάλλιο σε Παγκόσμιο πρωτάθλημα.
Περνώντας τη γραμμή του τερματισμού η Αντιγόνη Ντρισμπιώτη «σπάει». Τυλίγεται με τη σημαία και ξεσπά σε κλάματα, και μαζί της όλοι οι δικοί της άνθρωποι δάκρυσαν. Αυτά όμως ήταν δάκρυα χαράς, δικαίωσης, ανταμοιβής. Για ακόμη μία φορά έκανε μια ολόκληρη χώρα περήφανη, τόσους ανθρώπους να δακρύσουν βλέποντάς τη να απολαμβάνει πια τους καρπούς της σκληρής δουλειάς της.
Μετά από προσπάθεια πολλών ετών, μετά από πολλές προκλήσεις που χρειάστηκε να ξεπεράσει και εμπόδια που έπρεπε να υπερβεί, κατάφερε να βρίσκεται ανάμεσα στις κορυφαίες των κορυφαίων και μάλιστα να τις κερδίζει.
Η Ντρισμπιώτη, όμως, ποτέ δεν βάδισε μόνη. Σε όλη τη διαδρομή από όταν πρωτοξεκίνησε να ονειρεύεται το βάθρο, ήταν δίπλα της η οικογένειά της και οι φίλοι. Έβγαινε για προπόνηση στους δρόμους της Καρδίτσας και μαζί έβγαιναν και οι δικοί της άνθρωποι, είτε τρέχοντας είτε με ποδήλατο την ακολουθούσαν σε όλες τις πολύωρες προπονήσεις που έκανε μέχρι να φτάσει στην κορυφή. Και αυτοί είναι εκείνοι που τώρα τη στήριξαν περισσότερο από όλους.
«Πάμε παιδί μου»
«Πάμε παιδί μου», της φώναζε η μητέρα της από τις κερκίδες. Η, γνωστή πια, κυρία Γιώτα που έχει κάνει ό,τι μπορεί για να είναι χαρούμενα τα παιδιά της. «Αντιγόνη! Αντιγόνη!», φώναζαν ρυθμικά άνθρωποι που είχαν σχηματίσει διάφορα γκρουπάκια κατά μήκος της διαδρομής και έγιναν μία μεγάλη παρέα στον τερματισμό. Πίσω από τις κάμερες, η Ντρισμπιώτη δάκρυσε στην αγκαλιά της μαμάς της και της οικογένειάς της όσο όλοι συνέχιζαν να φωνάζουν γι’ αυτή τη μοναδική αθλήτρια.
Μας μιλούσε πατώντας πάνω σε σακούλες με πάγο, για να νιώσει λίγο καλύτερα, και λαχταρώντας μία μπύρα για να ξεδιψάσει. Μετά από 35 χιλιόμετρα αγωνιστικού βαδίσματος, προσπερνώντας άλλες μεγάλες αθλήτριες, πως να μην έχει λαχταρήσει μία μπύρα; Από το Μόναχο και το διπλό μετάλλιό της εκεί, άλλωστε, έχει μάθει να επιβραβεύει τον εαυτό της με μία μπύρα. Με τη μικρότερη επιβράβευση που όμως σημαίνει πολλά. Μία μπύρα με τους δικούς της ανθρώπους, μιλώντας για ώρες για όσα εύκολα και δύσκολα πέρασαν μαζί, με όλα τα «Θυμάσαι τότε που…» και με το μετάλλιο στην άκρη του τραπεζιού.
Η Αντιγόνη του κόσμου όλου
Η Ντρισμπιώτη έχει καταφέρει να κάνει τον κόσμο να την αγαπήσει. Αλλά να την αγαπήσει πραγματικά γι’ αυτό που είναι. Στη Βουδαπέστη βρέθηκαν περισσότερα από 100 άτομα και πόσοι ακόμη ξένοι που την εμψύχωναν. Ακόμη και οι Ισπανοί, που είχαν το φαβορί της κούρσα την Μαρία Πέρεζ η οποία μάλιστα κέρδισε και το χρυσό, φώναζαν το όνομα της Αντιγόνης. Η αληθινή της μιλιά, χωρίς διπλές σκέψεις και δεύτερες αναγνώσεις, έχει κάνει τους πάντες να δουν την Αντιγόνη πέρα από τους αγώνες και τις διακρίσεις.